Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας. Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
ΟΜΙΛΙΑ Α΄
Εὐλογημένα μου παιδιά,
Σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τήν ὁμιλία μας, θά ἤθελα νά πῶ λίγα λόγια ἀναστάσιμα, λίγα λόγια γιά τήν χαρά τοῦ Πάσχα.
Ἐδῶ κάτω στή γῆ, κατ᾿ αὐτήν τήν μεγάλη ἑορτή τοῦ Ἁγίου Πάσχα, ὁ κάθε χριστιανός νοιώθει μιά ἰδιαίτερη χαρά μέσα στήν ψυχή του, πού βέβαια, ἐν συγκρίσει πρός τήν χαρά ἐκείνη τοῦ ἄλλου κόσμου, εἶναι ἀσήμαντη. Ὡστόσο ὅμως εἶναι κάτι πού παρηγορεῖ τήν ψυχή μας, τήν κάνει νά νοιώθη χαρούμενη, χαριτωμένη, γιατί πλησιάζει κατά κάποιον τρόπον τόν Χριστό μ᾿ αὐτήν τήν ἑορτή περισσότερο.
Ἄς ἔλθουμε τώρα εἰς τήν περικοπήν τοῦ Εὐαγγελίου, πού ἀναγινώσκεται τό Μέγα Σάββατο καί τήν Ἀνάστασι. Λέγει ἐκεῖ ὁ Εὐαγγελιστής, ὅτι ἡ Παναγία μας καί ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἦλθαν πολύ πρωΐ στόν Τάφο τοῦ Κυρίου, γιά νά δοῦν ἐκεῖ τό Πανάγιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί νά κάνουν, ὅ,τι τούς ὑπαγόρευε ἡ μεγάλη τους ἀγάπη. Τότε ἔγινε ἕνας πολύ μεγάλος σεισμός καί ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατέβηκε καί παραμέρισε τόν λίθον ἀπό τήν θύρα τοῦ μνημείου καί κάθισε ἐπάνω σ᾿ αὐτόν.




Πᾶμε ἀπό τό κακό στό χειρότερο.


