E[9]    Πῶς νά ἑνωθοῦν ἡ «ἐκκλησία» τοῦ Παπισμοῦ καί ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων; Πῶς νά θεωρεῖ ἡ μία τήν ἄλλη «ἀδελφή»;

Α[9]    Παπισμός καταδικάζεται ἐπειδή βλασφημεῖ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ παπικές πλάνες καταδικάσθηκαν ὑπό τῶν ἑξῆς Ὀρθοδόξων Συνόδων:

1)     Ὑπό τῆς Η΄ Οἰκουμενικῆς ἐπί Μεγάλου Φωτίου. Μέ τόν Ὅρο της ἡ Σύνοδος αὐτή καθαιρεῖ καί ἀναθεματίζει τούς νοθευτές τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως οἱ ὁποῖοι παρενέβαλαν αὐθαίρετα τήν προσθήκη τοῦ Filioque. Οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ πάπα(ἦταν  Ὀρθόδοξος ἀκόμη τότε) , οἱ ὁποῖοι ἀπεδέχθησαν καί προσυπέγραψαν τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου, ἀνεφώνησαν «οὕτω φρονοῦμεν, ἐν ταύτῃ τῆ ὁμολογίᾳ τῆς πίστεως ἐβαπτίσθημεν» . Ὁ πάπας ἀπεδέχθη τήν Σύνοδο καί ἔγινε ἔτσι τό σχίσμα τοῦ 867μ. Χ.

Ἡ Η΄ Οἰκουμενική καταδίκασε ἐπίσης τήν ἀπαίτηση τοῦ πάπα( ὄχι πλέον τοῦ Ὀρθοδόξου)  γιά πρωτεῖο  ἐξουσίας ἐφ’ὅλης τῆς Ἐκκλησίας ὅπου γῆς.

2)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1054 μ.Χ. ἐπί Μιχαήλ Κηρουλαρίου .

3)     Ὑπό τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδων τοῦ 1341(Θ΄ Οἰκουμενική) , τοῦ 1347, τοῦ 1351 καί τοῦ 1368 , οἱ ὁποῖες ἐπικύρωσαν τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τῶν ἡσυχαστῶν καί καταδίκασαν τίς φραγκολατινικές πλάνες τῶν Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ, Γρηγορίου Ἀκινδύνου, Νικηφόρου Γρηγορᾶ.

4)     Ὑπό τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς στήν ἀπάντησή τους πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους τό 1716 και τό 1725.  

5)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κων/πόλεως δι’Ἐγκυκλίου τό 1722. 

6)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κων/πόλεως δι Ὁμολογίας Πίστεως τό 1727.  

7)     Ὑπό τῆς ἐν Κων/πόλει Συνόδου τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1755.

8)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κων/πόλεως δι’ἐγκυκλίου τό 1838 στήν ὁποία ὁ παπισμός χαρακτηρίζεται ὡς «ἑωσφορική πλάνη».

9)     Ὑπό τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1848.

10)   Ὑπό τῆς ἐν Κων/πόλει Συνόδου τοῦ 1895.

11)   Ὑπό τοῦ Πανορθοδόξου Συνεδρίου στή Μόσχα τό 1948.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος στό δίτομο ἔργο του «Μελέτη ἱστορική περί τῶν αἰτίων τοῦ σχίσματος» λέει «Τίς ἤδη ἀγνοεῖ τούς λόγους τοῦ σχίσματος; Ἡ ἑνότης ἤδη διεσπάσθη ἐσωτερικῶς, ὁ ἠθικός δεσμός ἀπεκόπη, τό χάσμα ἠνέῳκται, καί τό ἀπόστημα ἔστηκε μέγα διαχωρίζον τήν Δυτικήν, ἤ μᾶλλον τήν Ρωμαϊκήν τῆς Ἀνατολικῆς ἤ μᾶλλον τῆς μιᾶς ἁγίας καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πάπαι ἀπέβησαν Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες ἡ δἐ Ρωμαϊκή Ἐκκλησία, αὐτοκράτειρα ἐκκλησία, ἡ ἐκκλησία τῶν ἐκκλησιῶν καί ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, ἐπίσκοπος τῶν ἐπισκόπων ὅλου τοῦ κόσμου. Ἤδη ὁ πάπας ἐγένετο θεάνθρωπος διότι χειρίζεται θείῳ καί ἀνθρωπίνῳ δικαίῳ δύο ὑψίστας δυνάμεις τήν θείαν δύναμιν καί τήν ἀνθρωπίνην . Τίς ἀντιστήσεται πρός αὐτους; Τίς δύναται νά ἀτενίσῃ πρός τό ὕψος τό παπικόν; Τίς νά ἀντοφθαλμίσῃ πρός τήν μεγαλοπρέπειαν αὐτῶν; Ἡ Δύσις ἅπασα ἤδη προσπεσοῦσα προσεκύνησεν αὐτόν ἀλλ’ἡ Ἀνατολή δέν ὑποτάσσεται, ἡ Ἀνατολή ἐμμένει ἐν τοῖς τῆς Ἐκκλησίας κανόσι…»

Σέ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ ἅγιος « Οἱ Πάπαι καί ἁμαρτάνουσι καί κολάζονται καί θά κολάζονται μέχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας ἴσως καί αἰωνίως διά τά πρός τήν Ἑλληνικήν Ἐκκλησίαν κακά καί τάς ψευδενώσεις καί τάς ἀσεβεῖς καί ἀντιχριστιανικάς διατάξεις».

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος γιά τούς Λατίνους λέει: «ἐπειδή ὁ τύπος τοῦ Ἀποστολικοῦ Κανόνος τό ἀπαιτεῖ λέγομεν ὅτι τό τῶν Λατίνων βάπτισμα εἶναι ψευδώνυμον βάπτισμα καί διά τοῦτο , οὔτε κατά τόν λόγο τῆς ἀκριβείας εἶναι δεκτόν , οὔτε κατά τόν λόγον τῆς οἰκονομίας. Δέν εἶναι δεκτόν κατά τόν λόγον τῆς ἀκριβείας

α. διατί εἶναι αἱρετικοί. Ὅτι δέ οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοί, δέν εἶναι καμμία χρεία ἐπί τοῦ παρόντος νά κάμωμεν καμμίαν ἀπόδειξιν. Αὐτό γάρ τοῦτο ὅπου τόσον μῖσος καί τόσην ἀποστροφήν ἔχομεν ἤδη τόσους αἰῶνας πρός αὐτούς εἶναι μία φανερά ἀπόδειξις ὅτι ὡς αἱρετικούς τούς βδελυττόμεθα ὅ,τι λογῆς δηλαδή καί τούς Ἀρειανούς ἤ Σαβελλιανούς ἤ πνευματομάχους Μακεδονιανούς

β. οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι, διότι δέν φυλάττουσι τάς τρεῖς καταδύσεις εἰς τόν βαπτιζόμενον , καθώς ἄνωθεν ἡ  Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παρά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων παρέλαβεν».

 

E[10]   Πῶς ὁ πάπας προσφωνεῖται ἐπίσκοπος Ρώμης ἀπό κάποιους Ὀρθοδόξους;

Α[10]   ἅγ. Νικόδημος ἀπαντᾶ ὅτι ὁ πάπας καί οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι καί ἑπομένως ὄχι μόνο κάποια Ἐκκλησία δέν ἐκπροσωποῦν , ἀλλά πρέπει νά τούς βάλουμε στήν τάξη τῶν κατηχουμένων. …

Εἶναι δυνατόν χωρίς βάπτισμα νά ἔχουν ἱερωσύνη καί ἀποστολική διαδοχή καί νά ἀποτελοῦν «ἀδελφή Ἐκκλησία»;

Βάσει τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχουν μυστήρια γι’αὐτό κι’οἱ κληρικοί τῶν παπικῶν καί αὐτός ὁ πάπας , δέν ἔχουν ἱερωσύνη, δηλ. ἔχει διακοπεῖ σέ αὐτούς ἠ Ἀποστολική Διαδοχή. Ἡ Ἀποστολική Διαδοχή δέν εἶναι ἁπλῶς μιά σειρά χειροτονιῶν , ἀλλά συγχρόνως καί μετοχή στήν ἀποκαλυπτική ἀλήθεια.  Ὅταν μία Ἐκκλησία ἀποκόπτεται ἀπό τόν κορμό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας , λόγῳ δογματικῶν διαφορῶν , αὐτό σημαίνει ὅτι ὑπολείπεται καί στό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μετέδιδαν τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης , ἀλλά ταυτόχρονα παρέδιδαν καί ὅλη τήν ἀποκαλυπτική παράδοση.

Ἡ Ἐκκλησία σύμφωνα μέ τόν ἅγ. Εἰρηναῖο ,ἐπίσκ. Λυῶνος, συνδέεται στενότατα μέ τήν Ὀρθοδοξία καί τήν Θεία Εὐχαριστία .Ὅταν χάνεται ἡ Ὀρθόδοξη πίστη τότε δέν ὑπάρχει οὔτε Ἐκκλησία οὔτε Θεία Εὐχαριστία. Ἕνας τέτοιος κληρικός καί κατά συνέπεια καί ὁ πάπας δέν εἶναι διάδοχος τῶν Ἀποστόλων οὔτε ἔχει ἀποστολική διδαχή. Ἀποκόπτεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δέν ὑφίσταται ἀποστολική παράδοση καί διαδοχή.

Ἐπειδή λοιπόν δέν ὑπάρχει ἱερωσύνη στούς Παπικούς γι’αὐτό καί δέν ὑπάρχουν μυστήρια καί ὄσα τελοῦνται δέν εἶναι ἁγιαστικά μυστήρια.

 

E[11]   Θ ἤθελα νά μού δώσετε τή βοήθειά σας σέ ἕνα πρόβλημα πού ἀντιμετωπίζω. Γιατί ἡ Ἐκκλησία ἐνῷ μέχρι πρίν ἀπό μερικά χρόνια ἐπέτρεπε (μοῦ τό εἶπε ἱερέας) σχετικά προσφάτως ἔχει ἀπαγορεύσει τόν γάμο ανδρογύνου πού ἔχουν παντρευτεῖ τά ἀδέλφια τους (ἐνῷ δέν ὑπάρχει καμμιά ἀπολύτως συγγένεια αἵματος !!!!);

Γιά νά γίνω πιό σαφής, ἔχω μιά σταθερή σοβαρή σχέση ἐδῶ καί τεσσερα χρόνια μέ τήν ἀδελφή τοῦ ἄνδρα τοῦ ἀδελφοῦ τῆς ἀδελφῆς μου (τό γνωρίζουν καί οἱ 2 οἰκογένειες).  Γνωρίζω ἀρκετά παραδείγματα παρομοίων σχέσεων πού στό παρελθόν κατέληξαν σέ γάμο. Μάλιστα ἔχω πληροφορηθεῖ ὅτι τό ἴδιο συνέβη μέ τόν πρώην πρόεδρο κο Στεφανόπουλο.

Γιατί προσφάτως ἄλλαξαν οἱ Κανόνες;  Ἄν δέν μπορέσουμε νά τά καταφέρουμε στην Ἑλλάδα, θά φύγουμε γιά νά παντρευτοῦμε στό ἐξωτερικό. Ὑπάρχει ὀρθόδοξη ἐκκλησία πού νά τό ἐπιτρέπει;

Περιμένω ἀνυπόμονα τήν ἀπάντησή σας.

Α[11]   γάμος ποὺ ζητεῖτε νὰ τελέσετε εἶναι σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς, δηλαδὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, κεκωλυμένος, ὀνομάζεται «ἄθεσμος» καὶ εἰδικότερα «ἀθέμιτος»[1], χαρακτηρίζεται μὲ τὸ γενικὸ ὀνομα τῆς «ἀκαθαρσίας»[2] καὶ τελικὰ δὲν ἀναγνωρίζεται ὡς γάμος: «Ἐάν τις πάθη ἀκαθαρσίας ποτὲ κρατηθεὶς πρὸς δυοῖν ἀδελφῶν ἀθεσμον κοινωνίαν, μήτε γάμον ἡγεῖσθαι τοῦτο »[3].  Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου: «ἄν τινας [κάποιος δηλαδή] λάβῃ δύω ἀδελφὰς, τὸ τοιοῦτον μηδὲ νὰ νομίζεται γάμος», [ἑπομένως κάθε ἄθεσμος γάμος, στοὺς ὁποίους συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ γάμος μεταξὺ ἀδελφῶν, σημείωση δική μας][4].

Σὲ περίπτωση ποὺ δύο Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ «τελέσουν» ἕναν τέτοιον γάμο ἀφορίζονται, τίθενται δηλαδὴ ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας: «Ἐξωθείσθω μέχρι θανάτου»[5]· «ἐάν τις πάθη ἀκαθαρσίας ποτὲ κρατηθεὶς πρὸς δυοῖν ἀδελφῶν ἀθεσμον κοινωνίαν, μήτε γάμον ἡγεῖσθαι τοῦτο, μηθ’ ὅλως εἰς Ἐκκλησίας πλήρωμα παραδέχεσθαι»[6]. Μόνον ἐφ’ ὅσον λυθεῖ τὸ «παράνομον συνοικέσιον», ὕστερα ἀπὸ 7 ἔτη ἀκοινωνησίας[7], καὶ ἀφοῦ προγηθεῖ Ἱερὰ Ἐξομολόγησις, γίνονται δεκτοὶ στὴν Θεία Κοινωνία: «ὑπὸ τὸν τῆς ἑπταετίας πίπτειν Κανόνα, ἀφισταμένων αὐτῶν προδήλως τοῦ παρανόμου συνοικεσίου»[8]. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου: «οὗτοι πάντες νὰ χωρίζωνται πρῶτον ἀπὸ τὸ παράνομον αὐτὸ συνοικέσιον, καὶ ἔπειτα ἑπτὰ χρόνους νὰ κανονίζωνται»[9].

Ἡ συγγένεια, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης  διακρίνεται σὲ πέντε κατηγορίες, οἱ ὁποῖες εἶναι: ἡ τοῦ αἵματος, ἡ τῆς ἀγχιστείας, ἡ τῆς ἐκ τριῶν γενῶν, ἡ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τῆς υἱοθεσίας. Συγγένεια ἐξ ἀγχιστείας εἶναι κατὰ τὸν Ἅγιον Νικόδημον «ὅταν δύω διαφορετικὰ γένη μὲ τὸ μέσον τοῦ γάμου καὶ τῆς ὑπανδρείας συνάπτωνται καὶ γίνωνται οἰκεῖοι.»[10] Ἑπομένως, δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ κώλυμα τῆς ἐξ αἵματος συγγένειας γιὰ νὰ μὴν τελεσθῇ ἕνας γάμος, ποὺ ἐπικαλεῖσθε ὡς ἐπιχείρημα γιὰ τὸ ἐπιτρεπτὸν τοῦ γάμου μεταξὺ ἀδελφῶν. Ἐξ ἄλλου δὲν ὑπάρχουν μόνο ὡς κωλύματα γάμου αὐτὰ, ποὺ ἀφοροῦν στὴ συγγένεια (μὲ ὅλες της τὶς διακρίσεις), ἀλλὰ καὶ ἄλλα, ὅπως λ.χ. ἡ ἀπαγόρευσις ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας τελέσεως γάμων μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων (τὸ κώλυμα τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς ἑτεροθρησκείας) καὶ ἄλλα.

Ἡ αἰτία τῆς ἀπαγορεύσεως ἑνὸς τέτοιου γάμου εἶναι ὅτι σὲ αὐτὸν ὑπάρχει τὸ κώλυμα τῆς ἀγχιστείας («οἰονεὶ ἂγχιστείας»), δηλαδὴ ὅτι ἐσεῖς καὶ ἡ ἀδελφὴ τοῦ ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς σας, ἔχετε μεταξύ σας συγγένεια τετάρτου βαθμοῦ ἐξ ἀγχιστείας, μέσῳ τοῦ γάμου τῆς ἀδελφής σας καὶ τοῦ ἀδελφοῦ τῆς γυναὶκας, μὲ τὴν ὁποίαν θέλετε νὰ συνάψετε γάμον. Στὸν τέταρτο βαθμὸ συγγενείας καταλήγουμε ὡς ἑξῆς σύμφωνα, μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο: «ὅταν, θετέον [ὑποθετικά] ἡ ἀδελφὴ τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ μου, ἤτοι [δηλαδή] τῆς νύμφης μου, θεωρεῖται μὲ ἐμένα τὸν ἀνδράδελφο τῆς ἀδελφῆς της, τότε δὲν εἶναι β΄. βαθμοῦ πρὸς ἐμένα, οὔτε ἀδελφή μου λογίζεται, ἐπειδὴ δὲν ἔγινεν ὁ ἀδελφός μου μία σάρκα μὲ ἐκείνην, ἀλλὰ εἶναι βαθμοῦ δ΄.· ὡς χωρισμένον γὰρ τότε τὸ ἀνδρόγυνον θεωρεῖται, καὶ ὁ μὲν ἄνδρας καὶ ἀδελφός μου συναριθμεῖται μὲ ἐμένα τὸν ἀδελφό του ὡς δύο ἀδέλφια, καὶ δύω βαθμοί, ἡ δὲ γυνή του καὶ νύμφη μου, συναριθμεῖται μὲ τὴν ἀδελφήν της, ὡς ἄλλα δύω ἀδέλφια, καὶ ἄλλοι δύω βαθμοί.»[11] Ἑπομένως στὴν δική σας περίπτωση ὑπάρχει συγγένεια «οίονεὶ»[12] ἀγχιστείας 4ου βαθμοῦ, διότι μεταξὺ ἐσὰς, τῆς ἀδελφῆς τοῦ ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς σας, τοῦ ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς σας, καὶ τῆς ἀδελφῆς σας, μεσολαβοῦν 4 γεννήσεις: Μία ἡ δική σας, μία τῆς ἀδελφῆς σας, μία τοῦ ἄνδρα τῆς, καὶ μία τῆς ἀδελφῆς του.  Ὅ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης εἶναι πολὺ εὐθὺς σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὴν  συγκεκριμένη περίπτωση:

«Δύω ἀδελφοὶ δὲν παίρνουν δύω ἀδελφάς, ἐπειδὴ εἶναι δ΄. βαθμοῦ, καὶ τὰ γένη συγχέουσι.»[13]

Ἡ σύγχηση τῶν γενῶν καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν (θεῖος, ἀνεψιός, γαμβρός, νύμφη, ἀδελφός, ἀδελφή κ. λπ.) εἶναι γενικὴ ἀρχὴ κατὰ τὸν ἴδιο Μεγάλον Πατέρα, ἡ ὁποία κωλύει ἕναν γάμο: «ὅπου τὰ γένη καὶ τὰ ὀνόματα τῶν γενῶν συγχέονται, ἐκεῖ ὁ γάμος εἶναι ἀθέμιτος καὶ παράνομος.»[14]  Ἡ γενικὴ αὐτὴ ἀρχὴ τῆς ἀθεμιτογαμίας συνάγεται, μεταξὺ ἄλλων ἀπὸ τὸν 87ο Κανόνα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος σὲ κάποιον, ποὺ ζητᾷ νὰ πάρῃ τὴν ἀδελφὴ τῆς ἀποθανοῦσης γυναικός του, ἑρωτᾷ: «Ἐκ ποίας συγγενείας τοὺς γεννηθέντας προσαγορεύσουσι [= θὰ τοῦς ὀνομάσουν]; ἀδελφοὺς αὐτοὺς ἀλλήλων, ἢ ἀνεψιοὺς προσεροῦσιν; ἀμφότερα γὰρ αὐτοῖς προσαρμόσει διὰ τὴν σύγχυσιν;»[15] Ἰδοὺ καὶ ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Τὰ γὰρ ἐξ αὐτῶν γεννηθέντα παιδία πῶς θέλουν ὀνομάσει οἱ τὸ τοιοῦτον συνοικέσιον πράττοντες; ἀδέλφια ἕνα πρὸς τὸ ἄλλο, ὡς ἀπὸ ἕνα πατέρα γεγεννημένα; ἢ ἀνέψια, ἤτοι ἐξαδέλφια … [ἀκολουθεῖ ὑποσημείωση] Ὅρα (δές) δὲ, ὅτι ὅποιον συνοικέσιον συγχέει τὰ ὀνόματα, εἶναι παράνομον καὶ ἄθεσμον κατὰ τοὺς νόμους τῆς φύσεως, καὶ ἀκολούθως δὲν γίνεται, καὶ ἔχε τοῦτο διὰ καθολικὸν ἀξίωμα καὶ Κανόνα εἰς πάντα τὰ συνοικέσια ἐξ ἀγχιστείας.»[16]

Ἡ ἀπαγόρευση τῶν ἀθέσμων γάμων, τὸ τιμωρητέον ἀλλὰ καὶ τὸ ἄκυρον αὐτῶν αὐτῶν, ἐφ’ ὅσον αὐτοὶ τελεσθοῦν, συνάγεται ἀπὸ πολλοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ὁ 19ος Ἀποστολικός τοὺς θέτει ὡς κώλυμα ἱερωσύνης, ὁ 3ος τῆς  Ἕκτης προστάζει τὴν διάλυση τῶν ἀθέσμων γάμων τῶν ἱερέων καὶ τοὺς ὑποβάλλει σὲ ἐπιτίμια, ὁ 2ος Κανὼν τῆς ἐν Νεοκαισαρείᾳ συνόδου θέτει ἰσόβιον ἀφορισμὸν σὲ αὐτὸν, ποὺ θὰ τελέσει ἕναν τέτοιο γάμο, μέχρι, ὕστερα ἀπὸ τὴν μετάνοιά του, νὰ τὸν διαλύσει· τὸ ἴδιο (ἰσόβιος ἀφορισμός) προστάζει καὶ ο 23ος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ 27ος τοῦ ἰδίου (Μεγάλου Βασιλείου) καθαιρεῖ τὸν ἱερέα ποὺ ἔκανε ἀθέμιτο γάμο, ὁ 76ος τοῦ αὐτοῦ θέτει ἐπιτίμιον 11 ἐτῶν ἀκοινωνησίας γιὰ αὐτὸν ποὺ θὰ πάρει τὴν νύμφη του, ὁ 78ος τοῦ αὐτοῦ 7 χρόνια ἐπιτίμιον γιὰ αὐτὸν ποὺ θὰ πάρει διαδοχικὰ δύο ἀδελφές, ὁ 11ος τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας ἀπαγορεύει σὲ ἱερέα νὰ τελέσει ἕναν τέτοιο γάμο, ἂν τοῦ ζητηθεῖ, ἀπειλώντάς τον μὲ καθαίρεση, ὁ 5ος τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου Ἀλεξανδρείας καθαιρεῖ τὸν διάκονο, ἀλλὰ καὶ κάθε Κληρικὸ, ποὺ διατηρεῖ παράνομο συνοικέσιο μετὰ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα, ὁ 13ος τοῦ αὐτοῦ προτείνει νὰ δεχθοῦν πρώην ἀφορισμένο λόγῳ ἀθέσμου γάμου ὡς κατηχούμενο, ἐφ’ ὅσον δείχνει εἰλικρινὴ μετάνοια.

 

Μέγας Βασίλειος στὸν 68ο Κανόνα του ἀπαγορεύει κάθε γάμο ἀθέμιτον:

 «Ἡ τῆς ἀπειρημένης συγγενείας εἰς γάμον ἀνθρώπων σύστασις, εἰ φωραθείη, ὡς ἐν ἁμαρτήμασιν ἀνθρώπων γινομένη, τὰ τῶν μοιχῶν ἐπιτίμια δέξεται»[17]. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Γενικὼς ὁ Κανὼν οὗτος ἐπιτιμᾷ κάθε γάμον ὁποῦ γένῃ εἰς συγγενὲς πρόσωπον, ἐμποδισμένον ὑπὸ τοῦ νόμου, μὲ τὸ ἐπιτίμιον τῶν μοιχῶν, χωριζομένου δηλονότι τοῦ τοιούτου γάμου πρότερον, καὶ οὕτως ἐπιτιμωμένου. …»[18].

 

54ος Κανὼν τῆς Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου συμπεριλαμβάνων κατὰ τὸ πνεῦμα ὅλους τοὺς παραπάνω Κανόνες καὶ ἔχοντας ὡς κυρία βάσιν τὸν 87ον τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, διατυπώνει τὰ ἑξῆς:

«Τῆς θείας ἡμᾶς οὕτω σαφῶς ἐκδιδασκούσης Γραφῆς, οὐκ εἰσελεύσῃ πρὸς πάνταν οἰκεῖον σαρκός σου ἀποκαλύψαι ἀσχημοσύνην αὐτοῦ, ὁ Θεοφόρος Βασίλειος τινὰς τῶν ἀπηγορευμένων γάμων ἐν τοῖς οἰκείοις Κανόσιν ἀπηριθμήσατο, σιωπῇ τὰ πλεῖστα παραδραμὼν, καὶ κατ’ ἀμφότερα κατασκευάσας ἡμῖν τὸ ὠφέλιμον. Τὸ γὰρ τῶν αἰσχρῶν ὀνομασιῶν πλῆθος παραιτησάμενος, ὡς ἂν μὴ τὸν λόγον κατάῤῥυπαίνει τοῖς ῥήμασι, γενικοῖς ὀνόμασι τὰς ἀκαθαρσίας διέλαβε, δι’ ὧν περιεκτικῶς ἡμῖν τοὺς παρανόμους γάμους ὑπέδειξεν. Ἐπειδὴ δὲ τῇ τοιαύτῃ σιωπῇ, καὶ τῷ ἀδιαγνώστῳ τῆς τῶν ἀθέσμων γάμων ἀπαγορεύσεως ἑαυτὴν ἡ φύσις συνέχεε· συνείδομεν γυμνότερον τὰ περὶ τούτου ἐκθέσθαι, ὁρίζοντες ἀπὸ τοῦ νῦν, τὸν τῇ οἰκείᾳ ἐξαδέλφῃ πρὸς γάμου κοινωνίαν συναπτόμενον, ἢ πατέρα, καὶ υἱὸν μητρὶ, καὶ θυγατρί· ἢ δύο κόραις ἀδελφαῖς, πατέρα καὶ υἱὸν, ἢ ἀδελφαῖς δυσὶ, μητέρα καὶ θυγατέρα, ἢ ἀδελφοὺς δύο, δυσὶν ἀδελφαῖς ὑπὸ τὸν ἑπταετίας πίπτειν Κανόνα, ἀφισταμένων αὐτῶν προδήλως τοῦ παρανόμου συνοικεσίου.»[19].

Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Ἐπειδὴ ἡ Θεία Γραφὴ φανερὼς μᾶς διδάσκει, λέγουσα, ὦ ἄνθρωπε, δὲν θέλεις λάβει εἰς γάμου κοινωνίαν κᾀνένα σαρκικὸν συγγενῆ σου, τοῦτο δὲ τὸ ῥητὸν ἀναφέρων ὁ μέγας Βασίλειος τῷ πζ΄. αὐτοῦ Κανόνι, μερικοὺς μὲν γάμους ἐμποδισμένους εἰς τοὺς Κανόνας του ἀπηρίθμησεν (…) σιωπήσας τοὺς περισσοτέρους, ὡς ὄντας αἰσχρούς· ἵνα μὴ μὲ τὰ τούτων ὀνόματα μολύνῃ τὸν λόγον, περιεκτικῶς δὲ μὲ τὸ τῆς ἀκαθαρσίας γενικὸν ὄνομα πάντας τοὺς παρανόμους γάμους ἀμυδρῶς ἐφανέρωσε (τοῦτο δὲ ὁποῦ λέγει ἡ Σύνοδος, ὅτι εἶπεν ὁ Βασίλειος, ὁ Βασίλ. τὸ λέγει, πῶς τὸ εἶπεν ἡ θεία Γραφή, δηλαδὴ ὁ Θεῖος Παῦλος, εἰπὼν· ‘Πορνεὶα δὲ καὶ ἀκαθαρσία, μηδὲ ὀνομαζέσθω ἐν ὑμῖν, καὶ τὰ ἑξῆς’)· ἐκ δὲ τῆς σιωπῆς ταύτης ἡ φύσις τῶν ἀνθρώπων ἐσυγχύσθη ἀπὸ συγγενικὰ αἵματα, διὰ τοῦτο ἡμεῖς καθαρώτερα περὶ τοῦτου ὁρίζομεν διὰ τοῦ παρόντος Κανόνος, ὅτι ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ εἰς τὸ ἑξῆς, ὅποιος λάβῃ εἰς γυναῖκα τὴν ἐξαδέλφην του, ἢ πατὴρ καὶ υἱὸς, ἐὰν λάβωσι μητέρα καὶ θυγατέρα, ἢ δύω ἀδελφὰς, ἢ δύω ἀδελφοὶ, ἐὰν λάβουν μητέρα καὶ θυγατέρα, ἢ δύω ἀδελφάς: οὗτοι πάντες νὰ χωρίζωνται πρῶτον ἀπὸ τὸ παράνομον αὐτὸ συνοικέσιον, καὶ ἔπειτα ἑπτὰ χρόνους νὰ κανονίζωνται. Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος ἐν τῷ ξή. αὐτοῦ Κανόνι γενικῶς ὁρίζει νὰ κανονίζεται μὲ τὸ ἐπιτίμιον τῶν μοιχῶν, δηλ. ιέ. χρόνους ὁ γάμος ὁποῦ γένει ἀπὸ ἐμποδισμένην συγγένειαν. Ὅρα καὶ τὴν περὶ συνοικεσίων διδασκαλία.»[20]

Ἂς δοῦμε ὅμως κάποια σημεῖα ἀπὸ τὸν 87ο Κανόνα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν κύρια ἀφετηρία τοῦ 54ου τῆς Ἕκτης. Καταρχήν, ὁ Μέγας Βασίλειος χαρακτηρίζει αὐτοὺς τοὺς γάμους ὡς «ἀσελγὲς ἐπιθύμημα» καὶ διδάσκει ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ φρίττει ἀκούγωντας τέτοια ἐρωτήματα γιὰ τέτοιους γάμους[21]. Στὴν συνέχεια μᾶς ἀναφέρει ὅτι τὸ «παρ’ ἡμῖν ἔθος», δηλαδὴ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔθιμο, τὸ ἐθιμικὸ δίκαιο, ἀπαγορεύει τέτοιους γάμους, καὶ αὐτὸ ἔχει δύναμιν νόμου « διὰ τὸ ὑπὸ ἁγίων ἀνδρῶν τοὺς θεσμοὺς ἡμῖν παραδοθῆναι», ἐπειδὴ δηλαδὴ μᾶς τὸ παρέδωσαν Ἅγιοι ἄνδρες. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ἀπάντηση καὶ στὸ ἐπιχείρημά σας περὶ τῆς μέχρι πρότινος πρακτικῆς σὲ τέτοια ζητήματα, ὅτι δηλαδὴ ἐπιτρέπονταν τέτοιοι γάμοι, πρακτικὴ, ποὺ, ἂν ὄντως ἐφαρμόστηκε,  ἀντιβαίνει στὴν πρακτικὴ καὶ τὸ ἦθος τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι μᾶς παρέδωσαν ἄλλους Νόμους.

Κατόπιν, ἀφοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ εἴδη τῶν «ἀκαθάρτων παθῶν», στὰ ὁποῖα συμπεριλαμβάνονται καὶ οἱ ἄθεσμοι γάμοι, τὰ ἐφηύρε «τὸ τῶν δαιμονίων διδασκαλεῖον»,[22] μᾶς παραθέτει καὶ τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς περὶ τοῦ θέματος ἀναφέροντας τὸ χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς «οὐκ εἰσελεύσῃ πρὸς πάντα οἰκεῖον σαρκός σου ἀποκαλύψαι ἀσχημοσύνην αὐτοῦ» (Λευϊτικὸν 18, 6), στὸ ὁποῖο ἀπαγορεύονται περιεκτικὰ ὅλοι οἱ ἄθεσμοι γάμοι. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύοντας μᾶς λέει τὰ ἑξῆς: «Ἐκεῖνο γὰρ ὁποῦ αὐτὸς λέγει· Δὲν θέλεις εἰσέλθεις εἰς κάθε συγγενῆ (635/636) σου διὰ νὰ ἀποκαλύψῃς τὴν ἀσχημοσύνην του, κάθε παράνομον συνοικέσιον, ἐκ συγγενείας καὶ οἰκειότητος περιέχει·».[23]

Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω ὁ γάμος, περὶ τοῦ ὁποίου ἐρωτᾶτε, δὲν μπορεῖ καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τελεσθῇ ὡς ἀπαγορευόμενος ὑπὸ πλείστων κανόνων ἐμμέσως καὶ εὐθέως ὑπὸ τοῦ 54ου τῆς Ἕκτης λόγω συγγενείας ἐξ ἀγχιστείας 4ου βαθμοῦ.

Ἐπειδὴ ἐπικαλεῖστε ὅτι κάποιοι ἔχουν τελέσει τέτοιους γάμους σᾶς ἐπαναλαμβάνουμε τοὺς Κανόνες ποὺ ἀπαγορεύουν στοὺς Ἱερεῖς νὰ τελοῦν ἀθέμιτους γάμους καὶ τοὺς καθαιροῦν, ἐφ’ ὅσον τέλεσαν τέτοιους γάμους, δηλαδὴ τὸν 3ον τῆς Ἕκτης, τὸν 5ον τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου καὶ, τὸν σημαντικότερο, τὸν 11ον τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας :

 

«Ἐάν τις καλέσῃ Κληρικὸν εἰς τὸ συζεῦξαι γάμον, ἀκούσῃ δὲ τὸν γάμον παράνομον, ἢ θειογαμίαν, ἤγουν ἀδελφὴν τελευτησάσης γυναικὸς τὴν μέλλουσαν ζεύγνυσθαι, εἰ ὀφείλει ἀκολουθῆσαι ὁ Κληρικὸς, ἢ προσφορὰν ποιῆσαι;

Ἀπόκρισις: Ἅπαξ εἴπατε. Ἐὰν ἀκούσῃ ὁ Κληρικὸς τὸν γάμον παράνομον, εἰ οὖν ὁ γάμος παράνομός ἐστιν, οὐκ ὀφείλει ὁ Κληρικὸς κοινωνεῖν ἁμαρτίας ἀλλοτρίαις[24]

Ἑρμηνεία Ἁγίου Νικοδήμου: «Ἐρωτήθη ὁ Ἅγιος, ἀνίσως τινὰς Ἱερεὺς καλεσθῇ εἰς τὸ νὰ εὐλογήσῃ γάμον, ἔπειτα μάθῃ, ὅτι αὐτὸς ὁ γάμος εἶναι παράνομος (τυχὸν, διὰ τί ὁ ἀνὴρ μέλλει νὰ λάβῃ εἰς γυναῖκα τὴν θείαν του, ἢ τὴν ἀδελφὴν τῆς ἀποθανούσης γυναικός του, … ἢ καὶ ἄλλην συγγένισάν του), ἐὰν αὐτὸς ὁ Ἱερεὺς πρέπει νὰ τοὺς εὐλογήσῃ, ἢ νὰ λειτουργήσῃ [ὑποσημείωση 3: Ἡ λειτουργία ὁποὺ λέγει ἐδῶ ὁ Κανὼν νὰ γίνεται μετὰ τὴν εὐλογίαν τοῦ γάμου, ἐγίνετο βέβαια διὰ νὰ μεταλάβῃ τὰ θεῖα Μυστήρια τὸ εὐλογηθὲν ἀνδρόγυνον, …], ταῦτα, λέγω, ἐρωτηθεὶς, ἀποκρίνεται διὰ τοῦ παρόντος Κανόνος, ὅτι, ἂν Ἱερεὺς μάθῃ πῶς ὁ γάμος εἶναι παράνομος, δὲν πρέπει οὔτε νὰ τοὺς εὐλογήσῃ, …, καὶ ἀκολούθως δὲν πρέπει καὶ αὐτὸς νὰ συγκοινωνῇ εἰς τὰς ξένας ἁμαρτίας, ἤτοι εἰς τὸν παράνομον γάμον τους, καὶ εἰς τὰ ἐπιτίμια τοῦ τὸν τοιοῦτον γάμον ἱερολογήσαντος Ἱερέως.»[25].

Ἡ ἄρνησις καὶ ἡ καταπάτησις τῆς συγγένειας (ἐξ ἀγχιστείας συγγένεια) ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὸ Μυστήριο τοῦ Γάμου, συνιστᾷ ἐν τέλει ἄρνησιν αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου. Ὅταν ὑπάρχει Μυστήριον τοῦ Γάμου, αὐτόματα τὸ ἀνδρόγυνο ἀποκτᾷ συγγένεια μὲ τοὺς ἐκατέρωθεν συγγενεῖς, ἀλλὰ καὶ οἱ συγγενεῖς τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναῖκας μεταξύ τους («οἱονεὶ ἀγχιστεία»). Γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀφορίζει αὐτοὺς ποὺ τέλεσαν αὐτὸν τὸν «γάμο»: διότι ἀρνοῦνται τὰ Μυστήριά της, καὶ τὶς ἔννομες ἐκκλησιολογικὲς συνέπειες ποὺ ἀπορρέουν απὸ αὐτά.

Ὑπάρχουν πολλὰ παραδείγματα τέτοιων γάμων, ποὺ ὁδήγησαν τοὺς τελέσαντες αὐτὸν σὲ τραγικὲς συνέπειες, (παράνοια, αὐτοκτονίες κ. λπ.).

Σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὴν ἐρώτησή σας «γιατὶ προσφάτως ἄλλαξαν οἱ κανόνες;» ὀφείλουμε νὰ ἀπαντήσουμε ὅτι εἶναι δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῆς μοναδικῆς κιβωτοῦ τῆς σωτηρίας, εἶναι δηλαδὴ ὅρος σωτηρίας, ὅτι οἱ Ἱεροὶ κανόνες εἶναι ἀκατάλυτοι, ἔχουν αἰώνιο κύρος καὶ ὅτι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τοὺς ἀλλάξει, ἢ νὰ τοὺς τροποποιήσει, ἢ νὰ τοὺς ἀντικαταστήσει, ἢ νὰ τοὺς καταργήσει, διότι τότε, ἐφ’ ὅσον δὲν μετανοήσει, ἐκπίπτει τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὁδηγεῖται στὴν αἵρεση.  Ὁ 2ος Κανὼν τῆς Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι σαφὴς ὡς πρὸς αὐτό. Ἀφοῦ ἀναφέρει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ποὺ ἀποτελοῦν τὸ Κανονικὸν Δίκαιον τῆς Ἐκκλησίας, καταλήγει στὴν ἑξῆς ἀπαγόρευση καὶ προειδοποίηση:

«… μηδενὶ ἐξεὶναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν Κανόνας ἢ ἀθετεῖν, ἢ ἑτέρους παρὰ τοὺς προκειμένους παραδέχεσθαι Κανόνας ψευδεπιγράφως ὑπό τινων συντεθέντας τῶν τὴν ἀλήθειαν καπηλεύειν ἐπιχειρησάντων. Εἰ δέ τις ἁλῷ Κανόνα τινὰ τῶν εἰρημένων καινοτομῶν, ἢ ἂνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον Κανόνα, ὡς αὐτὸς διαγορεύει τὴν ἐπιτιμίαν δεχόμενος, καὶ δι’ αὐτοῦ ἐν ᾧπερ πταίει θεραπευόμενος.»[26]

Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου: «δὲν εἶναι ἄδεια εἰς κᾀνένα, ἅπαντας τοὺς προδηλωθέντας Κανόνας, ἢ νὰ παραφθείρῃ, ἢ νὰ μὴ δέχεται, ἢ ἄλλους ἀντὶ αὐτῶν ψευδεπιγράφως να παραδέχεται. Εἰ δέ τινας ἤθελε φανῇ ὅτι ἐπιχειρεῖ νὰ παραφθείρῃ, ἢ νὰ ἀναιρῇ κᾀνένα Κανόνα ἀπὸ αὐτοὺς, οὗτος νὰ λαμβάνῃ τὸ ἐπιτίμιον ὁποῦ περιέχῃ ὁ Κανὼν ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον παραφθείρει, ἢ ἂναιρεῖ.»[27]

Τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ ἐπιτραπεῖ, κατὰ τὴν ἐφαρμογὴν τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου, καὶ αὐτὸ πάλιν ὡς προβλεπόμενον ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ μὲ τὶς προϋποθέσεις ποὺ αὐτοὶ θεσπίζουν, εἶναι ἡ ἀσκηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομίας, ἡ ὁποία ὅμως δὲν προβλέπεται γιὰ τὸ συγκεκριμένο ἐκκλησιαστικὸ ἀδίκημα τῆς ἀθεμιτογαμίας. Αὐτὸ συμβαίνει, διότι, πῶς θὰ οἰκονομήσει ἕναν γάμο ἡ Ἐκκλησία, τὸν ὁποῖον, ὅπως ἀποδείχθηκε παραπάνω, δὲν ἀναγνωρίζει ὡς ὑποστατόν, ὡς δηλαδὴ ἔγκυρο Μυστήριο; Πῶς θὰ ἀναγνωρίσει τὸ ἀνύπαρκτο;

Ἡ ἄσκηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ἀποβλέπει στὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τῆς τήρησης τῆς ἀκριβείας, δηλαδὴ τὸ νὰ ὁδηγήσει (ἡ οἰκονομία) ἐκεῖ, ποὺ θὰ ὁδηγοῦσε ἡ ἀκρίβεια. Κάτι τέτοιο ὅμως εἶναι ἀδιανόητον γιὰ τὴν συγκεκριμένη περίπτωση, καθὼς σὲ αὐτὴν, ζητεῖται ἀκριβῶς ἡ ἄρνηση καὶ ἡ κατάλυση τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ ὄχι τὸ νὰ οἰκονομηθεῖ μία ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφὴ ἑνὸς πεπλανημένου λογικοῦ προβάτου τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἡ ἀναγνώρισις θεσμικά ὡς ὑπαρκτοῦ, κάτι ποὺ εἶναι ἀνυπόστατον, δηλαδὴ οἱ ἄθεσμοι γάμοι, ζητεῖται δηλαδὴ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς νόμιμον τὸ παράνομον.

 

Κλείνοντας τὴν ἀπάντησή μας παραθέτουμε τὸ τέλος τοῦ 87ου Κανόνος του Μεγάλου Βασιλείου σχετικὰ μὲ τὴν ἁμαρτία τῆς ἀθεμιτογαμίας:

«Κεφάλαιον δὲ τῶν εἰρημένων. Εἰ μὲν νόμῳ τις ὁρμᾶται πρὸς γάμον, ἤνοικται πᾶσα ἡ Οἰκουμένη, εἰ δὲ ἐμπαθὴς αὐτῷ ἡ σπουδὴ, διὰ τοῦτο καὶ πλέον ἀποκλεισθήτω, ἵνα μάθῃ τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ μὴ ἐν πάθει ἀτιμίας[28]

Μετάφραση: «Γιὰ νὰ συγκεφαλαιώσω τὰ προηγούμενα. Ἐὰν κὰποιος ἐπιθυμεῖ πολὺ νὰ συνάψει γάμο σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο, τοῦ εἶναι ἀνοιγμένη ὁλόκληρος ἡ Οἰκουμένη [ὅλος ὁ Ὀρθόδοξος κόσμος], ἐὰν ὅμως ἡ ἀναζήτησις εἶναι σὲ αὐτὸν ἐμπαθής, γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο ἂς ἀποκλείεται ἀκόμη περισσότερο, γιὰ νὰ μάθῃ νὰ ἀποκτᾷ τὴν γυναῖκα του μέσα σὲ ἁγιασμό, καὶ ὄχι σὲ πάθος ἀτιμίας [αὐτὸ τῆς ἀθεμιτογαμίας].»

           

E[12]   Γιατί τόση κακή ἀντιμετώπιση  τοῦ «Χάρι Πότερ» ;

Α[12]   Ρόν μελετᾶ ἕνα μαγικό ξόρκι , πού ἡ παρενέργεια τόν κάνει νά ξερνᾶ γλοιώδεις μάζες … .

·              … τό φάντασμα ἑνός μικροῦ κοριτσιοῦ ζεῖ μέσα στά ἀπόβλητα τοῦ ἀποχωρητηρίου.

·              Ἀναφορές σέ περιττώματα δέν εἶναι σπάνιες.

·              Ἡ διούρηση δέν εἶναι πλέον ταμποῦ στά ἀναγνώσματα.

·              Ἡ χυδαιότητα μεταξύ συμμαθητῶν γίνεται συμπεριφορά ρουτίνας.

 

Ἀλήθεια πὀσο ἐπιμορφωτικές-παιδαγωγικότατες σκέψεις καί πράξεις.(!)

 

Ὡς ἀπάντηση θά καταπιασθῶ ἀπ’τά λόγια τῆς δικῆς σας ἐρωτήσεως.

Ἄν μέ τόν ὅρο «κακή ἀντιμετώπιση» ἐννοεῖτε τό ἀντίθετο τοῦ «καλή ἀντιμετώπιση» συμφωνοῦμε α) ὡς πρός τό ὅτι καί οἱ δύο , ἐμεῖς καί ἐσεῖς, δίνουμε τήν ἴδια ἐννοιολογική σημασία στό «κακή» καί «καλή» καί β) στό ὅτι ἐμεῖς ἀντιμετωπίζουμε δυσμενῶς τό ὅλο συγγραφικό ἔργο  περί τοῦ Χάρι Πότερ.

Φαντασθεῖτε λοιπόν τώρα νά ἐρχόταν κάποιος συγγραφέας καί μέ πολλή ἀπίστευτη μυθιστορηματική φαντασία νά μετέτρεπε ἔντεχνα, παραστατικά καί ὕπουλα, τήν ἔννοια «κακή» ἀντιμετώπιση σέ «καλή» ἤ τήν ἔννοια «καλή» σέ «κακή». Τότε καί βέβαια δέν θά ἐπικοινωνούσαμε. Θά εἴχαμε νά κάνουμε μέ μία σύνθετη σχιζοφρενική κατάσταση, ἄν καί θά ἦταν φανταστική, μυθιστορηματική. Κατ’ἐπέκτασιν, ἄν τό κακό μᾶς τό παρουσίαζε κάποιος γιά καλό, ἔστω φανταστικά καί λογοτεχνικά , δέν θά ἀποκαλούσαμε αὐτό τό γεγονός διαστροφή ;

Ἄν ἡ κλοπή παρουσιαζόταν ἀπό κάποιους συγγραφεῖς ὡς νόμιμο δικαίωμα κατοχῆς,

·              ἡ συκοφαντία ὡς πραγματικότητα,

·              τό ψέμα ὡς κατάθεση τῆς ἀλήθειας,

·              ἡ ὑποκρισία ὡς ντομπροσύνη,

·              ἡ ἀδικία ὡς δικαιοσύνη,

·              ἡ τρομοκρατία ὡς δημοκρατία,

·              ἡ πορνεία ὡς ἔννομη συζυγία,

·              ἡ μοιχεία ὡς ξεκούραστη ἐναλλαγή,

·              ὁ φόνος ὡς λύτρωση,

·              ἡ ἁμαρτία ὡς ἀρετή,

·              δέν θά ἀποκαλούσαμε αὐτήν τήν κατάσταση σχιζοφρένεια;

·              Θά λέγαμε  ἁπλῶς «πρόκειται γιά λογοτεχνία ;»

 

Κι’ἄς προχωρήσουμε σέ πιό προσωπικό ἐπίπεδο.

Ἄς φέρουμε στό νοῦ μας ἀνθρώπους πού μᾶς ἔχουν κάνει κάποιο ἀντικειμενικῶς κακό. Πολύ μεγάλο κακό. Πῶς θά ἀντιμετωπιζαμε ἕναν πιθανό συγγραφέα πού θά ἡρωοποιοῦσε καί θά ἐξιδανίκευε τούς δράστες πού μᾶς ἔκαναν αὐτό τό κακό, ἰσχυριζόμενος μάλιστα ἐκεῖνος πώς δῆθεν γράφει μυθιστόρημα ; Θά τό ἀφήναμε νά περάσει ἔτσι ἕνα τέτοιο μυθιστόρημα πού θά ἔφθανε μάλιστα σέ τέτοια ἐπιτυχία , πού νά ξεπερνᾶ σέ ἀντίτυπα κυκλοφορίας ἀκόμη καί τήν Ἁγία Γραφή ; Δέν νομίζω. Καί πολύ περισσότερο μάλιστα, ὅταν ξέρουμε πώς ἡ ἀλήθεια εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπ’αὐτήν πού πλασσάρεται ἀλλά καί πώς θίγεται ἡ προσωπική μας ὑπόληψη, ἡ πίστη μας, τά ἰδανικά μας , οἱ ἀρχές μας.

Ἔτσι καί μέ τόν Χάρι Πότερ προβάλλονται τά φίδια, οἱ δράκοι, τά τέρατα, τό τρικέφαλο σκυλί, ὁ μονόκερος, οἱ νυχτερίδες, ἡ νεκροκεφαλή ὡς σύμβολα δυνάμεως ἤ προστασίας. Ὦ τοῦ παραλόγου!  Τό νά γίνει κάποιος φίλος τους, ἀποτελεῖ ὄχι μόνο ἐξοικείωση μέ τήν φρίκη καί τόν θάνατο, ἀλλά καί ἔντονη ἀνασφάλεια , ἀφοῦ πουλιέται σέ αὐτά γιά νά μπορεῖ ὑποθετικά νά νικᾶ τό κακό.

Οἱ πνευματιστικές τεχνικές ὅπως μαγικά θαύματα, αὐτόματη γραφή, ἀνύψωση ἀνθρώπων καί ἀντικειμένων, μετακίνηση ἀντικειμένων μέ τήν δύναμη τοῦ νοῦ, μεταφορά ἀνθρώπων ἀπό τόπο σέ τόπο, ἡ ἀνάγνωση τῆς σκέψεως τοῦ ἄλλου προβάλλονται  ὡς ἐπιτεύγματα τῶν σπουδαζόντων τή μαγεία. Αὐτά ἑπομένως

·              δέν εἶναι ἀναιρετικά τῶν φυσικῶν ἀνθρωπίνων ἱκανοτήτων;

·              δέν δηλητηριάζουν τήν παιδική ψυχή παροτρύνοντας  νά πειραματισθεῖ κι’αὐτή;

·              δέν πρέπει τά ἀναγνώσματα, εἰδικά τά παιδικά, νά ψυχαγωγοῦν, δηλαδή, νά κατευθύνουν τήν ψυχή πρός τό ἀγαθό, νά παιδαγωγοῦν;

·              δέν ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὡς τόν μοναδικό ἀπό τόν ὁποῖο ἀντλεῖ κάποιος τήν δύναμη γιά νά κάνει ἐν τῳ ὀνόματί Του ἕνα θαῦμα;

 

Οἱ δαιμονικές ὀντότητες τοῦ δῆθεν μυθιστορήματος, τελώνια, φαντάσματα, βρυκόλακες, νεράιδες, καλικάντζαροι , ξωτικά, λυκάνθρωποι, προβάλλονται ὡς ἰδανικά ὄντα πού δέν θέλουν ἀπαραίτητα τό κακό μας. Δέν μᾶς ὑποψιάζουν αὐτά; δέν μᾶς προβληματίζουν γιά τίς ὑπεράνθρωπες ἱκανότητές τους; ἀλλά καί δέν ἀνησυχοῦμε ὡς γονεῖς γιά τό περιεχόμενο μέ τό ὁποῖο ἀσχολοῦνται καί ἀνατρέφονται τά παιδιά μας ;

Τά  πραγματικά μαθήματα τῆς μυθιστορηματικῆς ,κατά τά ἄλλα, σχολῆς τῶν μάγων, ἀριθμολογία, βοτανολογία, βοτανική, ἀστρολογία, φροντίδα μαγικῶν πλασμάτων, προβάλλονται ὡς τά ἀπαραίτητα ἐφόδια τῆς μορφώσεως ἑνός παιδιοῦ. Μᾶς ἀφήνουν ἀδιάφορους, ἁπλῶς και μόνο μέ ἕνα «δέν βαριέσαι, λογοτεχνία εἶναι»;

Ἔτσι λοιπόν μέ τόν Χάρι Πότερ, ἡ μαγεία μέ τά παρακλάδια της (δαιμονοκαταληψία, αἷμα, θάνατος) ἐν γένει παρουσιάζεται ὡς καλή ἀλλά καί ὅταν εἶναι καλή , αὐτός πού τήν ἀποκτᾶ ἔχει μαγική δύναμη καί ὑπερφυσικές ἱκανότητες ἐξολοθρεύσεως τῶν ἀντιπάλων του . Ὅπως ὁ Χάρι Πότερ πού ἐκδικεῖται καί μισεῖ τούς ἐχθρούς του. Δέν μᾶς ἐνδιαφέρει ὅτι αὐτή ἡ δύναμη προέρχεται ἀπό τόν διάβολο καί ὅτι αὐτή ἡ συμπεριφορά κάθε ἄλλο ἀπό Χριστιανική  εἶναι (ἀγάπη στόν ἐχθρό); Ἤ καί ἐδῶ θα ποῦμε «μυθιστόρημα εἶναι»;

Ἔτσι γιά πλάκα  τότε, στά ψεύτικα, θά μάθουμε καί πῶς γίνεται μιά τελετούλα ἀνθρωποθυσίας. Ἔτσι, στό παραμῦθι. Μπορεῖ καί νά τήν κάνουμε, ἔτσι στά ψέματα(!!!)

Γιατί νά μήν προβαλλόταν μέ μεγάλη ἀγωνία οἱ περιπέτειες ἑνός παιδιοῦ πού καταφέρνει νά ἐπιβιώνει μέσα ἀπό ἀντίξοες συνθῆκες διαβιώσεως, κοινωνίας, καιροῦ; Τόσο πιά ἀπαραίτητη εἶναι ἡ μαγεία; Καί μήν ποῦμε «Πουλάει», διότι ὅ,τι ἀγοράζουμε τρῶμε…

Τελειώνουμε μέ λίγα λόγια τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «ἐνῶ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ νίκησε μέ τόν σταυρικό του θάνατο ὅλους τούς δαίμονες, οἱ Χριστιανοί τούς ἀναδεικνύουν πάλι νικητές καί τροπαιούχους μέ τίς διάφορες μαγεῖες τους. Ποιός μπορεῖ νά μή χύσει πικρά δάκρυα ὅταν συλλογισθεῖ πώς ἐνῶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀπάλλαξε ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου τόν κόσμο καί τούς Χριστιανούς, αὐτοί , μέ τή μαγεία τόν ξαναφέρνουν στόν κόσμο καί τόν ξανακάνουν τύραννό τους.

Ἄραγε μόνο  μυθιστορηματικά; (ἡ ὑπογράμμιση δική μας)

Παράβαλε καί Κ.Γ. Παπαδημητρακοπούλου «Μαθήματα μαγείας καί σατανισμοῦ ἀπό τόν Χάρι Πότερ», ἐκδ. Φωτοδότες

… ὡς ἐπίσης γιά νά δεῖτε λίγο ἀπό τό πνεῦμα τῆς συγγραφέως δεῖτε http://www.cesnur.org/recens/potter_062.htm

           

E[13]   Μήπως θά μπορούσατε νά παραθέσετε βιβλιογραφία καί ἱκανά ἐπιχειρήματα πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως γιά τό ἄν εἶναι ὠφέλιμο νά ψάλλει ἡ γυναῖκα στίς ἀκολουθίες ή ὄχι;

Α[13]   Τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία καθορίζει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἡ ἱερά Παράδοση.  Ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει ὅτι στήν καινή πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας, στούς βαπτισμένους χριστιανούς δέν ὑπάρχουν διακρίσεις : « Πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ ἐστέ διά τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ·         ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε...           οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ·  πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δέ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραάμ σπέρμα ἐστέ καί κατ’  ἐπαγγελίαν κληρονόμοι» ( Γαλ. 3, 26-28).  Ἡ προσεκτική ἀνάγνωση τοῦ ἁγιογραφικοῦ χωρίου μᾶς βοηθεῖ νά κατανοήσουμε ὅτι ὁ Παράδεισος εἶναι ἀνοικτός γιά κάθε ἄνθρωπο ὀρθοδόξως βαπτισμένο καί ζῶντα κατα Χριστόν, ἡ κληρονομία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ προσφέρεται σέ κάθε ἄνθρωπο πού υἱοθετήθηκε διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ἀπό τόν Χριστό ἀνεξαρτήτως φύλου, φυλῆς καί κοινωνικῆς θέσεως.  Ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζεται ἀπό τόν Ἀπόστολο ἀρχετυπικά, μέ τίς προδιαγραφές πού τόν ἔπλασε ὁ Θεός, ὡς πορευόμενον πρός τό «καθ’  ὁμοίωσιν» χωρίς τίς διακρίσεις πού ἔφερε ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό.

Παρά ταῦτα δέν μποροῦμε νά παραβλέψουμε τή μεταπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, τή θέση πού ὥρισε ὁ Θεός γιά τόν ἄνδρα καί τή γυναῖκα. Στή Γένεση ὁ Θεός λέγει στή γυναῖκα : «  πρός τόν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου καί αὐτός σου κυριεύσει»  ( γεν. 3,16).  Ὁ Κύριος βέβαια ἀνεβάζει τή γυναῖκα στή θέση πού τῆς πρέπει. Συνομιλεῖ μέ τή Σαμαρείτιδα καί τῆς ἀποκαλύπτει τήν Ἀλήθεια,  προστατεύει τή μοιχαλίδα ἀπό τό λιθοβολισμό ( Ἰω. 8, 3-11), ἐπαινεῖ τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία γιά τήν πρός Αὐτόν πίστη καί ἀγάπη,  τήν μετανοοῦσα πόρνη γιά τή μετάνοια καί τήν ἀγάπη της, ἐνῷ πρῶτα στίς Μυροφόρες φάνερώνεται ἀναστημένος. 

Παρά ταῦτα γιά τό εὐόλισθο τῆς γυναίκας, τόν ὑπερβολικό συναισθηματισμό της τήν ἀδυναμία της καί τή μικροψυχία της γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος στήν Α´ Ἐπιστολή του ( «  οἱ ἄνδρες...ὡς ἀσθενεστέρῳ σκεύει τῷ γυναικείῳ ἀπονέμοντες τιμήν») ἄν καί ὁ Κύριος ἔχει πολλές μαθήτριες δέν παραλαμβάνει γυναῖκα στόν χορό τῶν 12 Ἀποστόλων.  Δέν ἀποστέλλει γυναῖκες ὡς Ἀποστόλους γιά νά κηρύξουν στά ἔθνη.  Δέν παραδίδει σ’  αὐτές τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας οὔτε τήν τέλεση τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.  Πολλές φορές ἐμφανίζονται γυναῖκες στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί στίς Ἐπιστολές ἀλλά πάντοτε ἐπικουρικά, ὡς βοηθοί τῶν Ἀποστόλων. Οἱ κάποιες ἅγιες γυναῖκες καί ἰσαπόστολοι ὅπως ἡ Ἁγία Θέκλα, ἡ συνέκδημος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἡ μυροφόρος Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ Ἁγία Φωτεινή ἡ Σαμαρεῖτις, Ἁγία Νίνα τῆς Γεωργίας πού κηρύττουν ἀποτελοῦν τήν ἐξαίρεση πού ἀπαντᾶται στά ἀποστολικά καί τά πρῶτα χριστιανικά χρόνια καί ἐπιβεβαιώνουν τόν κανόνα.  Ἡ διακονία αὐτῶν τῶν Ἁγίων σέ καμμιά περίπτωση δέν ἀποτελεῖ θεσμοθετημένη διακονία τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἀπ. Παῦλος ὁ μή διακρίνων ἄνδρα καί γυναῖκα μέσα στήν Ἐκκλησία ὡς πρός τή δυνατότητα ἁγιασμοῦ καί θεώσεως, μέσα στά πλαίσια τοῦ γάμου θέτει τή γυναῖκα σέ ὑπακοή τοῦ συζύγου της, ἐμφανίζοντας τόν γάμο ὡς εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας ( Ἐφεσ. 5, 22-24). Ἀπό τήν ἄλλη βέβαια ἀπαιτεῖ ἀπό τόν σύζυγο νά προσφέρει τήν ἀγάπη του στή γυναῖκα του ( Ἐφεσ. 5, 25-33), τοῦ κάμει γνωστό ὅτι τό σῶμα του τό ἐξουσιάζει ἡ γυναῖκα του ( Α´Κορ. 7,4) τόν ἐμποδίζει νά χωρίζει τή γυναῖκα του ( Α´ Κορ. 7, 11), ἐνῷ ὅπως προείπαμε ὁ Ἀπ. Πέτρος ζητεῖ ἀπό τό σύζυγο νά ἀπονέμει τήν πρέπουσα τιμή στή σύζυγό του.

Ὅσον ἀφορᾶ στη θέση τῆς γυναίκας στήν σύναξη τῆς ἐκκλησίας ὁ Ἀπόστολος γράφει : «  Ὡς ἐν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων, αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν· οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ’  ὑποτάσσεσθαι, καθώς καί ὁ νόμος λέγει. εἰ δέ μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τούς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν· αἰσχρόν γάρ ἐστι γυναιξίν ἐν ἐκκλησίᾳ λαλεῖν» ( Α´ Κορ. 14, 34-35).  Μετάφραση : «   Ὅπως εἶναι ἡ τάξη καί στίς ἄλλες ἐκκλησίες, οἱ γυναῖκες σας κατα τή σύναξη τῶν πιστῶν ἄς σιωποῦν, γιατί δένἔχει ἐπιτραπεῖ σ’  αὐτές νά ὁμιλοῦν, ἀλλά πρέπει νά ὑποτάσσονται, καθώς λέγει καί ὁ Νόμος.  Κι ἄν θέλουν νά μάθουν κάτι ( τό ὁποῖο ἄκουσαν καί δέν κατάλαβαν) ἄς ρωτοῦν γι’ αὐτό στό σπίτι τούς ἄνδρες τους.  Εἶναι ἀπρεπές στίς γυναῖκες νά ὁμιλοῦν στη σύναξη τῶν πιστῶν». 

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύοντας τό στίχο αὐτό λέγει ὅτι     «  οἱ γυναῖκες πρέπει νά σιωποῦν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί νά μή λαλοῦν τίποτε, οὔτε νά ψάλλουν, οὔτε νά διδάσκουν».

Καί ἀλλοῦ λέγει ὁ Ἀπόστολος : « γυναικί δέ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδέ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ’  ἐν ἡσυχίᾳ»  ( Α´Τιμ. 2, 12). Μετάφραση : «  Δέν ἐπιτρέπω σέ γυναῖκα νά διδάσκει, οὔτε νά ἐξουσιάζει τόν ἄνδρα της, ἀλλά νά μένει ἥσυχη».

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἑρμηνεύει ὡς εξῆς τά ἀνωτέρω: «  Ἐδίδαξεν ἅπαξ ἡ γυνή (δηλ. τόν Ἀδάμ στόν Παράδεισο) καί πάντα κατέστρεψε, διά τοῦτο, φησί, μή διδασκέτω.  Τοσοῦτον γάρ αὐτήν σιγηράν εἶναι δεῖ, φησίν, ὡς μή μόνον περί βιωτικῶν, ἀλλά μήτε περί πνευματικῶν φθέγγεσθαι ἐν Ἐκκλησίᾳ ·  τοῦτο κόσμος, τοῦτο αἰδώς, τοῦτο μᾶλλον αὐτήν τῶν ἱματίων κοσμῆσαι δύναται».

Μετάφραση : Μιά φορά δίδαξε ἡ γυνή ( τόν ἄνδρα μέσα στόν Παράδεισο) καί κατέστρεψε τά πάντα. Γι’  αὐτό, λέγει, νά μή διδάσκει.  Καί πρέπει νά εἶναι τόσο σιωπηλή ὥστε ὄχι μόνο γιά βιωτικά, ἀλλά οὔτε γιά πνευματικά νά ὁμιλεῖ στήν Ἐκκλησία.  Αὐτό ( δηλαδή ἡ σιγή της) εἶναι ὁ στολισμός, αὐτό εἶναι ἡ αἰδώς της, αὐτό μπορεῖ νά κοσμήσει τή γυναῖκα πιό πολύ ἀπ’ τά ( ὡραῖα) ροῦχα».

Βέβαια ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐξηγεῖ ὅτι αὐτή ἡ ἀπαγόρευση ἀφορᾷ μόνο στήν διδασκαλία τῶν γυναικῶν κατά τή σύναξη τῶν πιστῶν, ἐνῷ, καθώς λέγει, «  κατ’  ἰδίαν ὅμως νά διδάσκει δέν ἐμποδίσθη· διότι καί ἡ Πρίσκιλλα κατήχησε τόν Ἀπολλώ (Πραξ, 18, 26)·  ὁμοίως καί ἡ πιστή καί Χριστιανή γυνή τόν ἄπιστον ἄνδρα της κατηχεῖ διά τῆς διδασκαλίας» (Α´ Κορ. 7, 16).

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἀπευθυνόμενος στούς ἱερεῖς λέγει : «  Γυναιξί δέ παραγγέλλειν ἐν ἐκκλησίᾳ μή λαλεῖν ὅλως, ἀλλ’  ἐν πᾶσιν σιγᾶν καί εὔχεσθαι»     ( Μ. Αθανασίου Σύνταγμα διδασκαλίας πρός μονάζοντας καί πάντας χριστιανούς, ΒΕΠ 35, 168), δηλαδή «  νά παραγγέλλεις στίς γυναῖκες νά μήν ὁμιλοῦν καθόλου στην ἐκκλησία ἀλλά νά σιγοῦν τελείως καί νά προσεύχονται».

Τέλος οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς ΣΤ´ Οἰκ. Συνόδου ὑπενθυμίζουν στούς πιστούς τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου καί ἐπιτάσσουν : «  Μή ἐξέστω ταῖς γυναιξίν ἐν τῷ καιρῷ τῆς Θείας λειτουργίας λαλεῖν, ἀλλά κατά τήν φωνήν Παύλου τοῦ Ἀποστόλου, σιγάτωσαν.  Οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ’  ὑποτάσσεσθαι, καθώς καί ὁ νόμος λέγει.  Εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τούς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν»  ( Κανών Ο´ (70).

Ἀπό ὅλες αὐτές τίς μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων κατανοοῦμε ὅτι στίς γυναῖκες δέν ἐπιτρέπεται νά ὁμιλοῦν, νά διδάσκουν καί νά ψάλλουν στήν ἐκκλησία. Στό σπίτι τους μποροῦν νά ρωτοῦν τούς ἄνδρες τους, νά συζητοῦν πνευματικά ζητήματα. Μέ τόν τρόπο αὐτό καλλιεργεῖται ἡ σεμνότητα καί ἡ κοσμιότητά τους, κατά τόν ἱερό Νικόδημο. Μποροῦν ὅμως κατ’  ἰδίαν νά διδάσκουν τούς ἄλλους ὁδηγώντας τους στό Χριστό.  Μποροῦν νά ψάλλουν στά σπίτια τους ἤ στά γυναικεῖα μοναστήρια.  Αὐτά ἐπιτάσσει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἡ ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. 

Ἄν δέν τούς ἐπιτρέπεται νά διδάσκουν καί νά ψάλλουν, πολύ περισσότερο δέν μποροῦν οἱ γυναῖκες νά διεκδικοῦν ἱερωσύνη, ὅπως συνέβη στούς ἑτεροδόξους, πού κατέλυσαν μέ τίς παπαδίνες καί ἐπισκοπίνες κάθε ὑποτυπώδη τάξη πού διέθεταν, πού γκρέμισαν τήν Ἁγία Γραφή γιά ἄλλη μιά φορά.  Ὑπῆρχε βέβαια στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέχρι τόν 11ο αἰῶνα ὁ θεσμός τῶν διακονισσῶν, οἱ ὁποῖες διατηροῦσαν ἕνα βοηθητικό ρόλο διακονίας παρόμοιο μέ τοῦ νεωκόρου προσφέροντας ὑπηρεσίες εἰδικά κατά τό βάπτισμα τῶν γυναικῶν, ὁ ὁποῖος ὅμως θεσμός περιέπεσε σέ ἀχρησία. Διαβάστε σχετικά τό κείμενο τοῦ Ἀρχιμ. Σαράντου Σαράντου «  Χειροτονίες διακονισσῶν» στήν ἱστοσελίδα μας, ὅπου γίνεται λόγος καί γιά τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία.

 

E[14]   Πεῖτε μου παρακαλῶ γιατί ἕνα μικρό παιδί πού ἀπογοητευμένο αὐτοκτονεῖ πρέπει νά τιμωρηθεῖ γιά δεύτερη φορά; Τί λέει ἡ Ἐκκλησία καί οἱ Κανόνες; Γιατί κάποιος ἐγκληματίας κηδεύεται κανονικά;

Α[14]   διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὸ θέμα τῶν  αὐτοκτονούντων εἶναι σαφής, διατυπωμένη στὸν 14ον Κανόνα τοὺ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας:

«Ἐάν τις μὴ ἔχων ἑαυτὸν χειρίσηται, ἢ κρημνήσῃ ἑαυτὸν, εἰ γίνεται προσφορὰ περὶ αὐτοῦ ἢ οὐ;

Ἀπόκρισις: Ὑπὲρ αὐτοῦ διακρῖναι ὁ Κληρικὸς ὀφείλει, εἰ τὸ ἀληθὲς, ἔκφρων ὢν, πεποίηκε τοῦτο. Πολλάκις γὰρ οἱ διαφέροντες τῷ πεπονθότι, θέλοντες τυχεῖν τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ὑπὲρ αὐτοῦ εὐχῆς, καταψεύδονται καὶ λέγουσιν, ὅτι οὐκ εἶχε ἑαυτόν. Ἐνίοτε δὲ ἀπὸ ἐπηρείας ἀνθρώπων, ἢ ἄλλως πως ἀπὸ ὀλιγωρίας πεποίηκε τοῦτο, καὶ οὐ χρὴ προσφορὰν ἐπάνω αὐτοῦ γενέσθαι· αὐτοφονευτὴς γὰρ ἑαυτοῦ ἐστι. Δεῖ οὖν πάντως τὸν Κληρικὸν μετὰ ἀκριβείας ἐρωτῆσαι, ἵνα μὴ ὑπὸ κρίμα πέσῃ.»[29]

Ἑ ρ μ η ν ε ί α  τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.  «Ἐρωτήθη ὁ θεῖος οὗτος Πατὴρ, ἂν πρέπῃ νὰ γένῃ λειτουργία καὶ μνημόσυνον διὰ ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπον, ὁποῦ ἐφόνευσεν, ἢ ἐκρήμνισεν, ἢ ἔπνιξεν, ἢ ἐκρέμασεν, ἢ κατὰ ἄλλον τρόπον ἐθανάτωσε τὸν ἑαυτόν του, μὴ ἔχωντας τὸν νοῦν σῶον καὶ ὑγιᾶ, εἴτε ἀπὸ δαιμόνιον, εἴτε ἀπὸ ἀσθένειαν, καὶ ἀποκρίνεται μὲ τὸν παρόντα Κανόνα λέγων, ὅτι, ὅποιος Ἱερεὺς καὶ ὅποιος ἄλλος Κληρικὸς προσκαλεσθῇ εἰς τὸ νὰ τὸν μνημονεύσῃ, πρέπει νὰ ἐξετάζῃ καλὰ μὲ ἀκρίβειαν, ἂν τῇ ἀληθείᾳ ὤντας ἔξω ἀπὸ τὰς φρένας του ὁ τοιοῦτος, ἐθανάτωσεν τὸν ἑαυτόν του· διότι, πολλαῖς φοραῖς οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ οἰκεῖοι τοῦ τοιούτου, θέλοντες νὰ μνημονευθῇ καὶ νὰ ψαλθῇ ἀπὸ τοὺς Ἱερεῖς, καὶ λειτουργία νὰ γένῃ ὑπὲρ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν του, λέγουν ψεύματα, ὅτι ἦτο ἔξω φρενῶν, καὶ διὰ τοῦτο ἐθανάτωσε τὸν ἑαυτόν του. Μερικαῖς φοραῖς δὲ θανατόνει τινὰς τὸν ἑαυτόν του, ἢ ἀπὸ κᾀμμίαν βλάβην καὶ ἐνόχλησιν ὁποῦ ἔλαβεν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἢ ἀπὸ ὀλιγοψυχίαν καὶ λύπην ὑπερβολικὴν, ἢ ἄλλην κᾀμμίαν ἀφορμὴν, θέλωντας καὶ ἔχωντας τὸν νοῦν τοῦ ὑγιᾶ, διὰ τὸν ὁποῖον δὲν πρέπει νὰ γένῃ λειτουργία καὶ μνημόσυνον, ἐπειδὴ καὶ ἐστάθη αὐτὸς τοῦ ἑαυτοῦ του φονεύς. [ὑποσημείωση 1 … Σημείωσαι δὲ ὅτι τὸν διορισμὸν τοῦ παρόντος Κανόνος προλαβὼν ἐπεκύρωσε καὶ ὁ Πρεσβύτερος ἑνὸς Μοναστηρίου τοῦ Ἁγίου Παχωμίου· ἐπρόσταξε γὰρ οὗτος νὰ μὴ μνημονεύωνται αἱ δύω ἐκεῖναι Μοναχαὶ, ὁποῦ ἐφονεύθησαν ἀφ’ ἑαυτῶν (καὶ ὅρα εἰς τὸν βίον τοῦ Ἁγίου Παχωμίου ἐν τῷ Λαυσαϊκῷ)]».[30]

 

Γιατὶ λοιπὸν ἐμεῖς νὰ ἐπιβαρύνουμε περισσότερο τὴν κατάσταση τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ παραβιάζοντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες; Ἂς ἀφήσουμε τὴν κρίση στὸν Τριαδικὸ Θεό, καὶ ἂς μὴν ἐπεμβαίνουμε ἐμεῖς μὲ ἀνθρώπινες σκέψεις ἀθετώντας τὶς ἐντολές Του.

Ἐπίσης, δὲν ἀποτελεῖ ἡ κήδευσις τῶν αὐτοχείρων, πέρα βέβαια ἀπὸ τὴν περίπτωση τῶν παρανοϊκῶν, ἕνα κακὸ παράδειγμα πρὸς μίμησιν γιὰ ἄλλους, ποὺ θὰ βρίσκονται ἀντίστοιχα σὲ δύσκολες καταστάσεις, θλίψεις καὶ πειρασμούς;

 

Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὴ ἡ διδασκαλία ἑνὸς Ἁγίου Γέροντος, τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους Ἁγίους ὅλων τῶν ἐποχῶν.

«-Γέροντα, μερικοὶ ἄνθρωποι, ἂν συναντήσουν κάποια μεγάλη δυσκολία στὴν ζωή τους, ἀμέσως σκέφτονται νὰ αὐτοκτονήσουν.

-Μπαίνει ὁ ἐγωισμὸς στὴν μέση. Οἱ περισσότεροι ποὺ αὐτοκτονοῦν, ἀκοῦν τὸν διάβολο ποὺ τοὺς λέει, πώς, ἂν τερματίσουν τὴν ζωήν τους, θὰ γλιτώσουν ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ βάσανο ποὺ περνοῦν, καὶ ἀπὸ ἐγωισμὸ αὐτοκτονοῦν. Ἂν λ.χ. κάνει κάποιος μιὰ κλεψιὰ καὶ ἀποδειχθῆ ὅτι ἔκλεψε, ‘πάει, λέει, τώρα ἔγινα ρεζίλι’ καί, ἀντὶ νὰ μετανοήση, νὰ ταπεινωθῆ καὶ νὰ ἐξομολογηθῆ, γιὰ νὰ λυτρωθῆ, αὐτοκτονεῖ. Ἄλλος αὐτοκτονεῖ, γιατὶ τὸ παιδί του εἶναι παράλυτο. ‘Πῶς νὰ ἔχω παράλυτο παιδὶ ἐγώ;’, λέει καὶ ἀπελπίζεται. Ἄν εἶναι ὑπεύθυνος γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἀναγνωρίζη, ἂς μετανοήση. Πῶς βάζει τέρμα στὴν ζωή του καὶ ἀφήνει τὸ παιδὶ στὸ δρόμο; Δὲν εἶναι πιὸ ὑπεύθυνος μετά;

- Γέροντα, συχνὰ ἀκοῦμε γιὰ κάποιον ποὺ αὐτοκτόνησε ὅτι εἶχε ψυχολογικὰ προβλήματα.

- Οἱ ψυχοπαθεῖς, ὅταν αὐτοκτονοῦν, ἔχουν ἐλαφρυντικά, γιατὶ εἶναι σαλεμένο τὸ μυαλό τους. Καὶ συννεφιὰ νὰ δοῦν, νιώθουν ἕνα πλάκωμα. Ἄν ἔχουν καὶ μιὰ στενοχώρια, ἔχουν διπλὴ συννεφιά. Γι’ αὐτοὺς ὅμως ποὺ αὐτοκτονοῦν χωρὶς νὰ εἶναι ψυχοπαθεῖς –καθὼς καὶ γιὰ αἱρετικούς-, δὲν εὔχεται ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ τοὺς ἀφήνει στὴν κρίση καὶ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἱερεας δὲν μνημονεύει τὰ ὀνόματά τους στην Προσκομιδὴ οὔτε τοὺς βγάζει μερίδα, γιατὶ μὲ τὴν αὐτοκτονία ἀρνοῦνται, περιφρονοῦν τὴν ζωὴ ποὺ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σὰν νὰ τὰ πετοῦν ὅλα στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλὰ ἐμεῖς πρέπει νὰ κάνουμε πολλὴ προσευχὴ γιὰ ὅσους αὐτοκτονοῦν, γιὰ νὰ κάνη κάτι ὁ Καλὸς Θεὸς καὶ γι’ αὐτούς, γιατὶ δὲν ξέρουμε πῶς ἔγινε καὶ αὐτοκτόνησαν, οὔτε σὲ τί κατάσταση βρέθηκαν τὴν τελευταία στιγμή. Μπορεῖ, τὴν ὥρα ποὺ ξεψυχοῦσαν, νὰ μετάνοιωσαν, νὰ ζήτησαν συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἔγινε δεκτὴ ἡ μετάνοιά τους, ὁπότε τὴν ψυχή τους τὴν παρέλαβε ἄγγελος Κυρίου.

Εἶχα ἀκούσει ὅτι ἕνα κοριτσάκι σὲ ἕνα χωριὸ πῆγε νὰ βοσκήση τὴν κατσίκα τους. Τὴν ἔδεσε στὸ λιβάδι καὶ πῆγε πιὸ πέρα νὰ παίξη. Ξεχάστηκε ὅμως στὸ παιχνίδι καὶ ἡ κατσίκα λύθηκε καὶ ἔφυγε. Ἔψαξε, ἀλλὰ δὲν τὴν βρῆκε καὶ γύρισε στὸ σπίτι χωρὶς τὴν κατσίκα. Ὁ πατέρας του θύμωσε πολὺ, τὸ ἔδειρε καὶ τὸ ἔδιωξε ἀπὸ τὸ σπίτι. ‘Νὰ πᾶς νὰ βρῆς τὴν κατσίκα, τοῦ εἶπε. Ἄν δὲν τὴν βρῆς νὰ πᾶς νὰ κρεμασθῆς’. Ξεκίνησε τὸ ταλαίπωρο νὰ πάη νὰ ψάξη. Βράδιασε καὶ αὐτὸ ἀκόμη δὲν εἶχε γυρίσει στὸ σπίτι. Οἱ γονεῖς, βλέποντας ὅτι νύχτωσε, βγῆκαν ἀνήσυχοι νὰ βροῦν τὸ παιδί. Ἔψαξαν καὶ τὸ βρῆκαν κρεμασμένο σὲ ἕνα δένδρο. Εἶχε δέσει στὸν λαιμό του τὸ σχοινὶ τῆς κατσίκας καὶ κρεμάστηκε στὸ δένδρο. Τὸ κακόμοιρο εἶχε φιλότιμο καὶ πῆρε κατὰ γράμμα αὐτὸ ποὺ τοῦ εἶπε ὁ πατέρας του. Τὸ ἔθαψαν μετὰ ἔξω ἀπὸ τὸ κοιμητήρι.

Ἡ Ἐκκλησία φυσικὰ καλὰ ἔκανε καὶ τὸ ἔθαψε ἀπ’ ἔξω, γιὰ νὰ φρενάρη ὅσους αὐτοκτονοῦν γιὰ τὸ παραμικρό, ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς καλὰ θὰ κάνη, ἂν τὸ βάλη μέσα στὸν Παράδεισο.»

(Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι, τ. Δ΄, Οἰκογενειακὴ ζωή, ἔκδ. Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 20032, σσ. 262-264, ὑπογραμμίσεις δικές μας.)

 

E[15]   Κάθε πότε πρέπει να κοινωνούμε;

Α[15]   διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὸ θέμα τῶν  αὐτοκτονούντων εἶναι σαφής, διατυπωμένη στὸν 14ον Κανόνα τοὺ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας:

Ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι κατά τόν ἅγιο Ἱγνάτιο Ἀντιοχείας «φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν». Ὁ Κύριος μας συνιστᾶ : «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον».  Ὅλοι οἱ Πατέρες συνιστοῦν στούς Χριστιανούς νά μετέχουν συχνά στή Θ. Κοινωνία. 

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρακινεῖ: « Ἄς μήν ἀμελοῦμε γιατί ἔχουμε ἀξιωθεῖ μεγάλης ἀγάπης καί τιμῆς. Δέν βλέπετε τά μωρά μέ πόση προθυμία ἁρπάζουν τό μαστό τῆς μητέρας τους; Μέ τήν ἴδια προθυμία ἄς προσερχόμεθα σ᾽ αὐτή τήν Τράπεζα ( δηλ. στή Θεία Εὐχαριστία), μᾶλλον μέ ἀκόμη μεγαλύτερη  κι ἄς ἑλκύσουμε σάν τά μικρά παιδάκια τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μόνο μιά ὁδύνη ἄς ἔχουμε, τό νά μή μετάσχουμε σ᾽ αὐτή τήν τροφή».  

Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει στήν πατρικία Καισαρία: «Βεβαίως καί τό νά κοινωνεῖ κανείς καί νά μεταλαμβάνειτοῦ ἁγίου Σώματος καί αἵματος τοῦ Χριστοῦ καθημερινά εἶναι καλό καί ἐπωφελές, γιατί αὐτός ὁ ἴδιος λέγει σαφῶς : <ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον>.  Καί ποιός ἀμφιβάλλει ὅτι τό νά μετέχει συνεχῶς τῆς ζωῆς δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά νά ζεῖ πολλαχῶς;

Ἐμεῖς πάντως κοινωνοῦμε τέσσερεις φορές τήν ἑβδομάδα. Κυριακή, Τετάρτη, Παρασκευή καί Σάββατο, ἀλλά ἐπίσης καί σέ ἄλλες ἡμέρες, ὅταν ὑπάρχει μνήμη κάποιου Ἁγίου».

Τί σημαίνει ὅμως συχνότητα; Πῶς καί ἀπό ποιόν καθορίζεται; Μήπως ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι κάθε Χριστιανός μπορεῖ νά κοινωνεῖ κάθε μέρα;

Ὅταν μελετοῦμε πρέπει μέ προσοχή, ταπείνωση καί διάκριση νά ἐξάγουμε τά συμπεράσματά μας.  Π.χ. ὁ ἱερός Χρυσόστομος μέ ὅσα γράφει προσπαθεῖ νά ἐμφυσήσει προθυμία γιά συχνή Θ. Μετάληψη γιατί καί τότε πολλοί χριστιανοί, ὅπως ὁ ἴδιος γράφει, μετελάμβαναν μόνο τό Πάσχα. Τούς παρακινεῖ νά ἔρχονται συχνότερα ἀλλά μέ την κατάλληλη πνευματική προετοιμασία. 

Ἐπίσης ὁ Μ. Βασίλειος γράφει στήν Πατρικία ὅτι εἶναι «καλό καί ἐπωφελές» νά κοινωνεῖ κανείς καθημερινά, ἐνῷ στόν ἑαυτό του καί στά πνευματικά του τέκνα βάζει τό ὅριο τῶν τεσσάρων ἡμερῶν τήν ἑβδομάδα.  Ἀπό τήν ἄλλη μέ πολλούς Κανόνες του ὁ Μ. Βασίλειος ἐπιβάλλει πολυετῆ ἐπιτίμια ἀκοινωνησίας σέ φονεῖς, μοιχούς, πόρνους, ἀρσενοκοίτες, (ὁμοφυλοφύλους) μάγους, κλέπτες κλπ.  Ἀντιστοίχως και ἄλλοι ἐκ τῶν ἱερῶν Κανόνων τῶν Οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν Συνόδων καθώς καί Ἁγίων Πατέρων ἐπιβάλλουν ἀκοινωνησία πότε γιά μικρό καί πότε γιά μεγάλο χρονικό διάστημα γιά διάφορα ἁμαρτήματα.

Ἔχουμε ἐπίσης τούς Χριστιανούς πού δέν βαρύνονται μέ μεγάλα ἁμαρτήματα καί οἱ ὁποῖοι σύμφωνα με τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου πρέπει νά μεταλαμβάνουν τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του. Προκύπτει λοιπόν τό ἐρώτημα: Ποιός καί μέ ποιά κριτήρια θά ὁρίσει τήν προσέλευση στά Ἄχραντα Μυστήρια;

Ἡ ἀπάντηση δέν εἶναι τόσο ἁπλή γιά ἕνα τόσο σοβαρό ζήτημα, ὅπως ἡ κοινωνία μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό. Νομίζουμε ὅτι γιά τό «πότε πρέπει νά κοινωνοῦμε» καθορίζεται ἀπό τρεῖς παράγοντες.

α) Ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ ἱεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὀφείλουν λοιπόν οἱ χριστιανοί νά γνωρίζουν, ὅσο τούς εἶναι δυνατόν, τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.        

β) Ἡ συνείδηση τοῦ Χριστιανοῦ. « Ἐπιμέλησαι συνειδήσεως», συνιστᾶ ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής.  Ἡ κατόπιν προσευχῆς αὐτοεξέταση μέ φρόνημα ταπεινό εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά πλησιάσουμε τό Ἅγιο Ποτήριο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει : «δ ο κ ι μ α ζ έ τ ω   δ έ   ἄ ν θ ρ ω π ο ς   ἑ α υ τ ό ν, καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω»( Α΄Κορ. 11, 28). Στόν προηγούμενο στίχο διαβάζουμε: «ὅς ἄν ἐσθίῃ τόν ἄρτον τοῦτον ἤ πίνῃ τό ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καί αἵματος τοῦ Κυρίου». Ἑπομένως ἡ δοκιμή τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά μήν κοινωνοῦμε ἀνάξια ἐπειδή «ὁ ἐσθίων καί πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει μή διακρίνων τό σῶμα τοῦ Κυρίου». Κατακρίνεται λοιπόν καί ἁμαρτάνει ὅποιος κοινωνεῖ ἀνάξια καί πολλές φορές μπορεῖ νά ἀρρωστήσει καί νά πεθάνει ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος: «διά τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοί ἀσθενεῖς καί ἄρρωστοι καί κοιμῶνται ἱκανοί».  Ἄς μή λησμονοῦμε καί τά λόγια τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θ. Μεταλήψεως : « ἄνθραξ ( τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ) γάρ ἐστί τούς ἀναξίους φλέγων».

γ) Ὁ πνευματικός πατήρ.  Ἡ γνώση τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ προσεκτική αὐτοεξέταση δέν εἶναι ἀρκετά γιά νά μᾶς ὁδηγήσουν στή μετοχή τῶν φρικτῶν μυστηρίων.  Τήν κρίση τή δική μας δέν τήν ἐμπιστευόμαστε πλήρως.  Δέν μποροῦμε μόνοι μας νά ἀποφασίσουμε πότε θά κοινωνήσουμε.  Ὁ πνευματικός μας σάν φιλόστοργος πατέρας, ἀπαραιτήτως πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μᾶς ὁδηγεῖ, ὅπως και σέ ὅλη τήν πνευματική μας ζωή και σ᾽ αὐτό τό κρίσιμο θέμα.  Ἐκεῖνος μᾶς ὑποδεικνύει κάθε πότε θά κοινωνοῦμε. Ἐκεῖνος σάν ἔμπειρος γιατρός μᾶς δίδει σάν φάρμακα τά ἐπιτίμια καί μᾶς ἐπιβάλλει γιά κάποια ἁμαρτήματά μας τήν ἀποχή ἀπό τή Θ. Κοινωνία.  Μᾶς βάζει τόν Κανόνα  δηλαδή τήν προσευχή, τίς μετάνοιες τή νηστεία πού πρέπει νά κάνουμε προτοῦ κοινωνήσουμε.

Παρά ταῦτα ἐπισημαίνουμε ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ κατά τό δυνατόν γνώση τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας πού θά μᾶς βοηθήσει νά ἐπιλέξουμε τόν πνευματικό πατέρας στόν ὁποῖο θά ἐμπιστευθοῦμε τήν ψυχή μας, καθώς καί ἡ κατά Θεόν ἐξέταση τῆς συνειδήσεώς μας. Τά λέγομε αὐτά διότι αὐτούς τούς ἐσχάτους καιρούς πολλοί ψευδοδιδάσκαλοι κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας.  Ὑπάρχουν «πνευματικοί» πού συνιστοῦν ἄκριτα τή συχνότατη Θ. Κοινωνία χωρίς προϋποθέσεις νηστείας, ἐγκρατείας, μετανοίας. Ὑπάρχουν «πνευματικοί» πού ὑβρίζουν, χλευάζουν καί περιφρονοῦν τούς ἱερούς Κανόνες. Ὑπάρχουν «πνευματικοί» πού ἐπιτρέπουν σέ ὅσους ἔχουν προγαμιαῖες ἐρωτικές σχέσεις, σέ ὅσους δηλαδή πορνεύουν ἤ μοιχεύουν σέ ὅσες κάμουν ἐκτρώσεις καί σέ ὅσους γίνονται συνεργοί σ᾽αὐτές, νά κοινωνοῦν διότι δῆθεν ἄλλαξαν τώρα τά δεδομένα!

Ἡ γνώση λοιπόν ἔστω τῆς βασικῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, τῶν βασικῶν ἱερῶν Κανόνων, τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως εἶναι ἀπαραίτητη σάν κριτήριο αὐτῶν τῶν κακοδόξων ἀπόψεων καί πρακτικῶν καί σάν γνώμονας ἀκόμη καί γιά νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό ἱερέα πού διακατέχεται ἀπό ἀντιπαραδοσιακό πνεῦμα.

Ἀλλά καί ἡ συνείδησή μας δέν πρέπει νά ὑπνώττει.  Ἀκόμα καί ὅταν ἔχουμε τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μας γιά τή Θεία Μετάληψη πάλι πρέπει ταπεινά νά δοκιμάζουμε τόν ἑαυτό μας καί ἔτσι νά προσερχομεθα στή Θεία Εὐχαριστία.

Σέ κάθε περίπτωση πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσωπική μας ἐλευθερία δέν ἀναιρεῖται. Ἡ εὐθύνη μας δέν καταργεῖται στό ὄνομα μιᾶς «ὑπακοῆς» σέ ψευδο-πνευματικούς πού διακηρύσσουν ἀντιευαγγελικές καί ἀντορθόδοξες ἀπόψεις, ἔστω κι ἄν αὐτοί ὑπέχουν περισσότερες εὐθῦνες ἔναντι τοῦ Θεοῦ.

 

E[16]   Κατ’ αρχήν συγχαρητήρια για την ιστοσελίδα σας, την οποία γνώρισα από το πολύ καλό περιοδικό «Παρακαταθήκη».

        Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς ρωτήσω σχετικὰ μὲ τὶς θρησκευτικὲς ὀργανώσεις (ΣΩΤΗΡ-ΖΩΗ κλπ), πὼς ἔχουν δημιουργηθεῖ, ποιὸς ὁ ρόλος τους στὴν Ἐκκλησία, ἂν εἶναι καλύτερα νὰ γίνουμε μέλη τους ἢ νὰ ἐνταχθοῦμε σὲ αὐτές. Ἐπιτρέψτε νὰ ἐκθέσω καὶ τὸν προβληματισμό μου, γιατί νὰ λειτουργοῦν ὅταν ὑπάρχουν ἐνορίες στὶς ὁποῖες γίνονται κηρύγματα, κατηχητικὰ κλπ. Τέλος, γιατί τοὺς προσάπτονται κατηγορίες γιὰ εὐσεβισμό, ἀπαράδεκτες καινοτομίες («ἀφιερωμένοι»), ἀνέραστη - ἠθικιστικὴ ζωὴ κλπ, ὄπως ἀπὸ τὸν καθηγητὴ κ. Γιανναρά. Σᾶς εὐχαριστῶ.

[ΔΙΟΡΘΩΣΙΣ στήν ἀπάντηση]

Α[16]       Πρίν ἀπ᾽ ὅλα πρέπει νά ποῦμε ὅτι πολλοί ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μας σχετίζονται μέ τίς χριστιανικές ὀργανώσεις εἴτε ὡς τακτικά μέλη τους εἴτε ὡς συμμετέχοντες στούς κύκλους τους στίς ὁμάδες νέων κλπ.  Πολλοί ἀπ᾽ αὐτούς εἶναι εὐλαβέστατοι καί ἀξιόλογοι. Ὅσα θά εἰπωθοῦν δέν ἀφοροῦν τά πρόσωπα ἀλλά τό πνεῦμα, ἡ νοοτροπία τῶν χριστιανικῶν ὀργανώσεων, άδελφοτήτων κλπ..

Οἱ ὀργανώσεις αὐτές ἀρχίζουν νά ἐμφανίζονται πρός τό τέλος τοῦ 19ου αἰῶνα κυρίως μέ τόν Ἀπόστολο Μακράκη πού ξέφυγε ἀπό τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. ἀκολουθοῦν ἡ «Ζωή» στήν πρώτη δεκαετία τοῦ 20ου αίῶνα δημιούργημα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου καί οἱ Ὀρθόδοξες Χριστιανικές Ἑνώσεις τοῦ π. Ἀγγέλου Νησιώτου. Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽60 ἔχουμε τήν ἀπόσχιση ἀπό τή «Ζωή» τμήματος της πού ὀνομάζεται «Σωτήρ», ἐνῷ τήν ἴδια περίοδο ἱδρύεται καί ἡ ἀδελφότης «Σταυρός».

Οἱ ὀργανώσεις αὐτές, σχηματικῶς μιλώντας, ἀποτελοῦν τόν τρίτο πυλῶνα καί τόν πιό πρακτικό ἀπό ὅπου εἰσῆλθε στήν πατρίδα μας ὁ ἐκδυτικισμός, ὁ εὐσεβισμός καί ἡ ἀλλοτρίωση ἀπό τήν ὀρθόδοξη παιδεία καί Παράδοση.  Εἶχε προηγηθεῖ α) ἡ ἀλλοίωση τῆς Παιδείας ἀπό τόν Κοραή καί τούς δυτικοθρεμμένους λογίους καί β) ἡ βίαιη διακυβέρνηση τῶν Βαυαρῶν μέ τούς άντορθόδοξους νόμους, τή διάλυση τῶν μοναστηριῶν καί τήν δικτατορική παρέμβαση στήν Ἐκκλησία.

Οἱ ἱδρυτές τῶν ὀργανώσεων ξεκίνησαν μέ ἁγνές προθέσεις, ἀλλά μέ κρυφή ὑπερηφάνεια καί περιφρόνηση στήν Ὀρθόδοξη παραδοση. Οὐσιαστικά ἀρνήθηκαν τίς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις καί μαζί μ᾽ αὐτό τόν ἀληθινό σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς πού εἶναι ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη διά τῆς ἀσκήσεως, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου.  Θαμπωμένοι ἀπό τά «ἀποτελέσματα» τῶν μεθόδων ἱεραποστολῆς τῶν παπικῶν καί προτεσταντῶν, τίς οἰκειοποιήθηκαν.  Ρίχτηκαν σέ μιά ἀγχώδη δράση μέ κηρύγματα, κατηχητικά κύκλους μελέτης ἁγίας Γραφῆς, κατασκηνώσεις κλπ. ἀκολουθώντας τά δυτικά πρότυπα.  Ἔδωσαν πίστη στήν ἀλλαγή συμπεριφορᾶς καί παρέβλεψαν τή διδασκαλία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.  Πίστεψαν στή δύναμη τῶν πολλῶν λόγων, τῶν ἐπιστημονικῶν ἀποδείξεων καί τῆς πειθοῦς γιά νά μεταστρέψουν τούς ἀνθρώπους, νά τούς φέρουν κοντά στό Θεό. Ἀλλά μέ τόν τρόπο αὐτό πέτυχαν νά βελτιώσουν μόνο ἐξωτερικά τούς ἀνθρώπους πού τούς πλησίαζαν.  Ἡ εὐσέβεια πού συμπεριλαμβάνει τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή μετατράπηκε σέ εὐσεβισμό σέ «μόρφωσιν εὐσεβείας».  Τό νά πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία εἰ δυνατόν στό ναό τῆς ἀδελφότητος, νά ἐξομολογούμαστε στόν πνευματικό τῆς ἀδελφότητος, νά διαβάζουμε τήν Ἁγία Γραφή, νά μή λέμε ἄσχημα λόγια καί πρό πάντων νά διαβάζουμε τά ἔντυπα τῆς ὀργανώσεως καί νά πηγαίνουμε στούς κύκλους αὐτό ἀποτελοῦσε τό Ακαί τό Ω τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. 

Ὅλο αὐτό τό εὐσεβιστικό κλῖμα ἀρνιόταν καί περιφρονοῦσε τήν ὀρθόδοξη λατρεία, τίς ἀκολουθίες στό Ναό καί κατ᾽ οἶκον, τίς ἀγρυπνίες, τό κομποσκοῖνι, τά συναξάρια καί τά ἀσκητικά βιβλία, τίς ἄνευ ἔλαίου νηστεῖες, τή μοναχική ζωή.  Ὅλα αὐτά τά μέσα πού ἡ ὀρθόδοξη παράδοση  διαθέτει γιά τήν κάθαρση καί τόν ἁγιασμό μας θεωρούνταν ξεπερασμένα καί μουχλιασμένα.  Στή θέση τους μπῆκε ἡ αὐτοσχέδια προσευχή καί τά κηρύγματα στίς αἴθουσες ἀπό λαϊκούς θεολόγους, τά γλυκερά θρησκευτικά τραγουδάκια, ὅπου ἀπουσίαζαν ἡ Παναγία καί οι Ἅγιοι, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς στά σπίτια τῶν μελῶν ἐπί τῇ βάσει τῶν θρησκευτικῶν ἐντύπων τῶν ὀργανώσεων, ἡ ὀργάνωση «ἱεραποστολικῶν» ἐξορμήσεων, ἡ διανομή περιοδικῶν, τά βιβλιοπωλεῖα μέ βιβλία καί περιοδικά τῶν ὀργανώσεων.

Μέ ὅλη αὐτή τήν προσπάθεια δυστυχῶς διαμορφώθηκαν καί «εἰδικοί» ἄνθρωποι πού δέν μποροῦσαν νά ἐνσωματωθοῦν στή ζωή τῆς Ἐνορίας τους. Δέν μποροῦσαν νά δεχθοῦν ὡς ἀληθινούς χριστιανούς τούς μή ἀνήκοντες σέ κάποια χριστιανική ὀργάνωση.  Χαρά καί ἀνακούφιση ἔβρισκαν μόνο στού κύκλους τῶν ἀδελφοτήτων.  Τούς ἱερεῖς τῶν ἐνοριῶν ἔβλεπαν σάν ἐπαγγελματίες χωρίς ἱεραποστολικό ζῆλο. Μόνο μέσα στούς ναούς τῶν ὀργανώσεων ἔνοιωθαν ὅτι ἐτελεῖτο ὀρθά ἡ λατρεία, μέ ἀπόλυτη τάξη καί πειθαρχία.  Ἔψαλλαν ὅλοι μαζί, οἱ μυστικές ἱερατικές εὐχές φωνάζονταν εἰς ἐπήκοον πάντων, τό ἑρμαφρόδιτο εἶδος ψαλμωδίας τύπου Σακελλαρίδη κυριαρχοῦσε.

Μέ αὐτές τίς μεθόδους τῶν ὀργανώσεων «στέγνωσε» τό ὀρθόδοξο ἀσκητικό φρόνημα μέσα στίς πόλεις.  Σχεδόν ὅλοι οἱ ζηλωτές χριστιανοί πού διψοῦσαν νά διακονήσουν τήν Ἐκκλησία ἀφομοιώθηκαν σάν στελέχη ἤ κληρικοί τῶν χριστιανικῶν ὀργανώσεων.  Ἀκόμη καί οἱ ἔγγαμοι κληρικοί γιά νά εἶναι ἀποδεκτοί ἀπό τούς «συνειδητούς» χριστιανούς ἔπρεπε νά διάκεινται φιλικά πρός τίς ὀργανώσεις, νά ἔχουν τό πνεῦμα τους, νά τίς ἐπαινοῦν καί νά σχετίζονται μαζί τους. Ὁμάδες νέων, κατηχητικά τῶν ἐνοριῶν πολλές φορές καί ἱεροκήρυκες ἐλέγχονταν στήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς τῶν ὀργανώσεων ἀπό αὐτές.

Ὅσον ἀφορᾶ στά βιβλία οἱ ὀργανώσεις ἐξέδιδαν στεγνά ἠθικιστικά βιβλία χωρίς ὀρθόδοξη ἰκμάδα καί ἄρωμα.  Ἀκόμη καί τά βιβλία πού σχετίζονταν μέ τούς Μ. Βασίλειο καί ἱερό Χρυσόστομο κλπ. ἦσαν γραμμένα ἀπό τήν ὀπτική γωνία τῆς «δράσεως». Ἐξέδιδαν ἀκόμη οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις μυθιστορήματα καί διηγήματα πού ἐξεθείαζαν τό ἔργο τους καί τή βοήθεια πού παρεῖχαν, καθώς καί διηγήματα καθολικῶν καί προτεσταντῶν πολύ συγκινητικά γιά τή μεταστροφή ἀπίστων καί ἁμαρτωλῶν στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.

Παράλληλα διέθεταν καί φοιτητικά οἰκοτροφεῖα πού ἀποτελοῦσαν φυτώρια εὐσεβιστικῆς ἀγωγῆς καί στελεχῶν τῶν ὁμάδων τῶν Κατηχητικῶν καί τὼν κατασκηνώσεων.

Βέβαια δέν ἔπαψε νά ὑπάρχει τό πιστό λεῖμμα πού ἀκολουθοῦσε τήν ὀρθόδοξη παράδοση.  Μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἅγιο Νεκτάριο, τόν Ἅγιο Νικόλαο τόν Πλανᾶ, τόν π. Φιλόθεο τόν Ζερβᾶκο, τόν π. Αθανάσιο τόν Χαμακιώτη, τόν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τό Φώτη Κόντογλου κλπ. πολλοί ἄνθρωποι προτίμησαν τήν τεθλιμμένη ὁδό τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὀρθόδοξα βιβλία ἐξέδιδαν τότε οἱ ἐκδόσεις «Ἁγιορείτικη Βιβλιόθηκη», ἐνῷ καί ὁ «Αστήρ» στό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽50 ἐξέδωσε τήν Φιλοκαλία, ἔργα τοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, καί τοῦ Φώτη Κόντογλου.

Αὐτή πάντως ἡ ἀποκοπή πού ἐπέφεραν οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις ἀπό τίς ὀρθόδοξες ρίζες εἶχε καί ἔχει θλιβερές συνέπειες στή ζωή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας.  Ἔπαψαν οἱ χριστιανοί νά νηστεύουν, νά ἀγρυπνοῦν, νά κάμουν μετάνοιες, νά συχνάζουν μέ ζῆλο στίς ἀκολουθίες. Αὐτά ὅμως εἶναι πού διεγείρουν στήν ψυχή τόν θεῖο ἔρωτα, πού φέρουν τή Χάρη στήν ψυχή καί τή θεραπεύουν.  Καί σ᾽ αὐτό ἔχει δίκιο ὁ καθηγητής Γιανναρᾶς, ὅταν μιλάει γιά ἀνέραστη χριστιανική ζωή. (Βέβαια ὁ ἐν λόγῳ καθηγητής ὑπερτονίζοντας τό ἐρωτικό στοιχεῖο καί μεταφέροντάς το στόν ἀνθρώπινο ἔρωτα πολλές φορές ξεφεύγει σέ νικολαϊτικές ἀπόψεις, δηλαδή σέ ἕναν ἄκρατο ἐρωτισμό).  Μέσα ἀπό τή συναισθηματική προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ πού καλλιέργησαν οἱ ὀργανώσεις, ἡ ψυχή μένει νεκρή. Καλλιεργεῖται ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ αὐτάρκεια τοῦ θρησκευομένου, τό κλείσιμο στόν κύκλο τῶν ὁμοϊδεατῶν του. 

Αὐτή ἡ ὀργανωσιακή νοοτροπία ἐπηρέασε πολλούς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι δίδουν σημασία σέ ἐκείνους τούς χριστιανούς κληρικούς καί λαϊκούς πού ἀναπτύσσουν δράση ἀνάμεσα στούς νέους ἤ στό φιλανθρωπικό τομέα ἤ σέ κηρύγματα κλπ.  Με λίγα λόγια διέστρεψε τά κριτήρια τῶν πιστῶν, τά πνευματικά τους αἰσθητήρια. Παραθεωρήθηκε ἡ ἁγιότητα.  Ὁ ἀγωνιζόμενος ἄνθρωπος δέν ἦταν γιά τήν ὀργανωσιακή νοοτροπία ὁ ταπεινά προσευχόμενος νηστεύων καθαιρόμενος καί τηρῶν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὁ παρών σέ κάθε δράση καί ἐκδήλωση τῆς ὀργανώσεως μέ στόχο τήν εὐρύτερη προώθηση τῆς δύναμης της.

Βέβαια αὐτά συνέβαιναν ἰδιαιτέρως στήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς τῶν ὀργανώσεων γιατί ἀπό τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽60 ἄρχισε μιά ἄνθηση τοῦ μοναχισμοῦ τῆς ἐκδόσεως πατερικῶν καί ἀσκητικῶν κειμένων πού ἄλλαξαν αὐτό τό νοσηρό-προτεσταντικό κλῖμα.  Πολλοί ἄνθρωποι ἐστράφησαν στήν ὀρθόδοξη ἄσκηση, στό μοναχισμό καί ἀναζήτησαν μιά γνησιότερη ζωή.  Σ᾽ αὐτό συνετέλεσαν τά μοναστήρια μας καί οἱ ἁγιασμένοι ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ μας, ὅπως ὁ π. Παϊσιος, ὁ π. Πορφύριος καί ὁ π. Ἰάκωβος.

Παράλληλα καί οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις βελτίωσαν τή νοοτροπία τους, δέχθηκαν πολλά στοιχεῖα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως καί ἀπέβαλαν τό ἔντονο ἀντιμοναχικό τους πνεῦμα.

Παρά ταῦτα ἡ εὐσεβιστική μιζέρια παρέμεινε καί μεταπήδησε στήν ἐνοριακή ζωή, καθώς σέ κάποιες ἐνορίες τό βάρος τῆς ποιμαντικῆς ἐργασίας τῶν ἱερέων πέφτει σέ μιά πολυδιαφημιζόμενη δράση, πού ἀπαιτεῖ διαρκῆ συγκέντρωση χρημάτων, ἀναζήτηση χορηγῶν καί δημόσιες σχέσεις.  Αὐτά ἀλλοιώνουν τό γνήσιο ὀρθόδοξο φρόνημα κληρικῶν καί λαϊκῶν πού ἀφήνουν τήν νηπτική δηλαδή τήν ἐσωτερική ἐργασία, τήν ἀκριβῆ καί ὄχι «κουτσουρεμένη» τέλεση ἤ συμμετοχή στίς ἀκολουθίες καί τήν καθαρή ἐξομολόγηση καί ἐπιδίδονται σέ ποικίλες ἐπαφές καί συναντήσεις σέ ἐνασχόληση μέ κοσμικά θέματα, ὅπως ἡ προστασία τοῦ περιβάλλοντος, στήν προώθηση τῆς ψυχολογικῆς μεταχειρίσεως τῶν ἐνοριτῶν, σέ ὑποκριτικά χαμόγελα καί μιά βολική θρησκευτική ζωή.

Ἀκόμα καί ἡ προσπάθεια γιά τή λεγόμενη «λειτουργική ἀνανέωση», πού περιλαμβάνει στήν προοπτική της τήν μετάφραση τῶν λειτουργικῶν κειμένων, τήν ἀλλαγή τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, τήν ἀλλαγή τῆς τελετουργικῆς τάξεως κλπ. ἔχει τίς ρίζες της στόν εὐσεβισμό τῶν ὀργανώσεων.  Αὐτές ἦσαν οἱ ὁποῖες «ἤρξαντο χειρῶν ἀδίκων» τόσο πρακτικά, μέ τήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν στούς ναούς τῶν ὀργανώσεων μέ ἕνα διαφορετικό πνεῦμα «συμμετοχῆς» τῶν πιστῶν, ὅσο καί θεωρητικά μέ τή διδασκαλία καθηγητῶν πού ἦσαν μέλη τους καί τήν ἔκδοση σχετικῶν βιβλίων καί ἄρθρων.

Πολλοί ἀναγνῶστες διαβάζοντας τά ἀνωτέρω θά λυπηθοῦν καί θά θυμώσουν νομίζοντάς μας ἀχάριστους γιά ὅσα προσέφεραν οἱ ὀργανώσεις.  Ἀλλά...δέν φθάνει νά προσφέρεις, ἀλλά πρέπει νά προσφέρεις καί τό καλλίτερο. Ἡ θυσία τοῦ Ἄβελ ἔγινε δεκτή ἀπό τόν Θεό γιατί προσέφερε ὅ, τι καλλίτερο εἶχε ἐνῷ τοῦ Κάϊν τά δῶρα γιά τήν κακή τους ποιότητα δέν ἐγένοντο δεκτά.  Οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις ἀποκοπτόμενες ἀπό τόν ὀργανικό τους σύνδεσμο μέ τήν Ἐκκλησία, προσέφεραν στό λαό τοῦ Θεοῦ ὄχι τό καλλίτερο, τή ζωογόνο ὀρθόδοξη νηπτική καί πατερική παράδοση, ἀλλά τά ξυλοκέρατα τῆς Δύσεως καί ὁδήγησαν πολλούς ἀνθρώπους σέ πνευματικό μαρασμό.  Τήν τελική βέβαια ἀξιολόγηση θά τήν κάμει ὁ Χριστός γιατί καί μέσα στίς ὀργανώσεις ὑπῆρχαν καί ὑπάρχουν ἀγαθῆς διαθέσεως ἄνθρωποι ἀγωνιζόμενοι γιά τήν ψυχή τους καί τί καλό τῶν ἄλλων.  Ἐκεῖνο πού καταδικάζεται, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ ἀρρωστημένη νοοτροπία πού ζημίωσε πολλές ψυχές.

Μετά τά ἀνωτέρω φρονοῦμε ὅτι δέν χρειάζεται νά ἐντάσσεται κανείς στίς ὀργανώσεις αὐτές.  Μπορεῖ κάλλιστα νά παραμένει ἐντεταγμένος φυσικά στήν ἐνορία καί τή ζωή της ἐνισχύοντας κατά τό δυνατόν κάθε πνευματική προσπάθεια καί πρό πάντων ζώντας ἐν πνεύματι ἐλευθερίας, μέσα στή Χάρη πού παρέχουν τά ἱερά Μυστήρια καί οἱ ἱερές Ἀκολουθίες.

 

E[17]   Μπορεῖτε νά μοῦ πεῖτε ποιοί εἶναι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων ;

Α[17]   Κατ’ἀρχήν «Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας» σημαίνει αὐτός πού ἔζησε ἁγία ζωή , ἐν τῆ ἑνότητι μέ τήν Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. ἀλλά καί κήρυξε τήν Ὀρθοδοξία.

Σύμφωνα μέ τήν Πατρολογία τοῦ κ.Στυλιανοῦ Παπαδοπούλου,τόμος Α΄

«Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας χαρακτηρίζονται ὅσοι διακρίθηκαν σέ ἁγιότητα , ὁσιότητα, διαποίμανση τῶν πιστῶν, ἀλλά καί ὅσοι ἁπλῶς εἶναι κληρικοί , ὅσοι  δηλαδή πάντοτε –καί σήμερα-ἀναλαμβάνουν τήν εὐθύνη τῆς πνευματικῆς προκοπῆς τῶν πιστῶν….Ἡ Ἐκκλησία διέκρινε λίγους ἀπό τούς πολλούς πατέρες καί τούς ὀνόμασε τιμητικά Πατέρες καί Διδασκάλους. …Ἔτσι ἕνωσε τό λειτούργημα τοῦ ποιμένα ,-πού ἀναγεννᾶ καί κατευθύνει τούς πιστούς , πού τούς συνδέει μέ τόν Σωτῆρα Χριστό διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού κηρύττει τό Εὐαγγέλιο καί πού τελεῖ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας,- μέ τό λειτούργημα τοῦ διδασκάλου πού ἔχει τό εἰδικό χάρισμα καί τήν εἰδική εὐθύνη νά διδάσκει καί νά ἑρμηνεύει στούς πιστούς τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί νά ἀντιμετωπίζει τίς θεολογικές κρίσεις στήν Ἐκκλησία. …

…Πατέρες καί Διδάσκαλοι δηλαδή εἶναι οἱ «διαπρέψαντες ἄνδρες» τῆς Ἐκκλησίας πού ἔγιναν «φωστῆρες ἐν κόσμῳ», πού τά «θεοπαράδοτα συγγράμματα καί δόγματά» τους θεσπίζεται νά φυλάσσονται καί νά υἱοθετοῦνται , πού ἀναγνωρίσθηκαν «ἔγκριτοι Παρέςρες»…».

 Ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική γραμματολογία τοῦ Παν. Χρήστου μαθαίνουμε ὅτι οἱ Ἀποστολικοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὡς τόν 3ο αἰῶνα μ. Χ. εἶναι:

1  ἅγ.Κλήμης ἐπίσκοπος Ρώμης,

2.  ἅγ. Ἰγνάτιος Θεοφόρος ,

3.  ἅγ.Πολύκαρπος Σμύρνης,

Μέ τήν εὐρεία ἔννοια τοῦ ὅρου «Πατέρας» μποροῦμε νά συμπεριλάβουμε καί τούς Ἀπολογητές τοῦ Β΄αἰῶνα:

1.  ἅγ.Ἀριστείδης Ἀθηναῖος,

2.  ἅγ.Ἀθηναγόρας Ἀθηναῖος,

3.  ἅγ.Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος,

4.  ἅγ.Θεόφιλος Ἀντιοχείας,

Ἐπίσης μποροῦμε νά κατατάξουμε καί τόν ἅγ. Εἰρηναῖο, ἐπίσκοπο Λυῶνος καί τόν ἅγ. Ἰππόλυτο , ἐπίσκοπο Ρώμης πού πολέμησαν τήν αἵρεση τοῦ Γνωστικισμοῦ.

 

E[18]   ρώτημα ἀναγνώστου περί τῆς γνώμης μας γιά την τηλεοπτική  ἐκπομπή   «Δυνατά και ἑλληνικά» τοῦ κ.Λιακόπουλου

Α[18]   Πρόκειται περί ἀπάτης.

        Μέ τήν ἐκπομπή αὐτή ἐκμεταλλεύεται ὁ περί οὗ ὁ λόγος κύριος ἀφελεῖς ἀνθρώπους ἐπιδεικνύοντας μάλιστα καί κάποιες ψευτοεπιστημονικές γνώσεις. Ἐν προκειμένῳ μέ τήν Ἀποκάλυψη τῆς εἰκονιζόμενης προφητείας ἐπί τῆς ὁδοῦ Ἀθηνῶν 5 στό Τραχώνι Λεμεσοῦ Κύπρου .

Ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου «ὁ καιρός γάρ ἐγγύς», κ. Κόμπος, ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Χριστός τοῦ ζήτησε διά τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Χοζεβίτη νά γράψει γι’αὐτήν .

Γεννιοῦνται ὅμως κάποια ἁπλά ἐρωτήματα:

1) Τό πρόσωπο τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ μπορεῖ ποτέ νά εἶναι αὐτό τό ἀκαλαίσθητο παιδικό ἀνθρωπόμορφο τοῦ ἐξωφύλλου τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου; Ἔτσι θά ἀποκαλυπτόταν ἕνας ἄγγελος ;

2) Μέ ποιόν τρόπο ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἔδωσε ἐντολή στόν συγγραφέα νά γράψει τό ἐν λόγῳ βιβλίο;

3) Μέ ποιό τρόπο ἔδωσε ἐντολή ὁ Ἅγιος Γεώργιος νά μήν τελοῦνται μυστήρια στόν ἱδρυθέντα Ναό ὡς πού νά ἐγκαινιασθεῖ ἀπό τήν ἐπίσημη Ἐκκλησία;

4) Με ποιόν τρόπο ὅρισε ὁ ἅγιος τόν συγκεκριμένο ἱερωμένο ὡς ὑπεύθυνο τῆς ἱεραποστολῆς ;

5) Πῶς ὁ ἅγιος ἀπό τή μιά σέβεται τήν στρατευομένη Ἐκκλησία καί ὑπακούει στό νά λέει δῆθεν νά μή γίνονται μυστήρια, ἀφοῦ δέν συγκατατίθεται γιά τήν ἀλήθεια τῆς προφητείας καί ἀπό τήν ἄλλη νά γίνεται ἀνυπάκουος στήν ἴδια τήν Ἐκκλησία καί νά δίνει ἐντολή διαδόσεως τῶν δῆθεν θείων μηνυμάτων τῆς εἰκονιζόμενης προφητείας γιά τήν ὁποία ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἦταν ἀρνητική;

6) Γιά ποιόν λόγο ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἐμφανίσθηκε δῆθεν εἰδικά στόν    κ. Ἰωάννου γιά νά τοῦ πεῖ τά περί τῆς χρονολογικῆς διαφορᾶς τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἤδη ἱστορικῶς ἦταν γνωστή ἡ διαφορά τῶν τριῶν ἤ τεσσάρων ἐτῶν σχετικά μέ τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ;

7) Ἀρχικά στήν προλόγιση τῆς Β` ἐκδόσεως γράφει ὁ συγγραφέας ὅτι ἡ θέση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἦταν ἀρνητική καί μέ σχετική ἀπόφαση ,σελ.11. Στή συνέχεια στόν πρόλογο , σελ. 15 λέει ὅτι δέν ἔχει λάβει ὑπεύθυνα ἀπόφαση καί θέση. Τί γίνεται τελικά;

9) Ποῦ γίνεται λόγος στήν Ἀποκάλυψη περί κάποιου Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Βασιλέως;

10) Πῶς ἡ 9η Ἰουλίου 1999 ἤ τό ἔτος 2024 θεωροῦνται ὁρόσημα, ἀφοῦ στό ἴδιο τό Εὐαγγέλιο γράφει «Περί δέ τῆς ἡμέρας ἐκείνης καί ὥρας οὐδείς οἶδεν, οὐδέ οἱ ἄγγελοι τῶν οὐρανῶν , εἰμή ὁ πατήρ μου μόνος»(Ματθ. Κδ`,36);

 

E[19]   Πότε καὶ πῶς μπορεῖ κάποιος νὰ προμηθευθεῖ τὰ Πρακτικὰ τοῦ Συνεδρίου περὶ Οἰκουμενισμοῦ ποῦ ἔγινε στὴ Θεσσαλονίκη;

Α[19]   Περὶ τῶν Πρακτικῶν τοῦ Συνεδρίου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὴ Θεσσαλονίκη τὸ 2004:

Ἐνημερώνουμε  τούς ἀναγνῶστες μας ὅτι γιά αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν τήν παραλαβή τῶν Πρακτικῶν τοῦ Συνεδρίου περί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πού διοργανώθηκε ἀπό 20 μέχρι 24 Σεπτεμβρίου 2004 στήν Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Ἀριστοτελείου παν/μίου Θεσσαλονίκης ἀπό τό Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσ/κης καί τήν Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν, χρειάζεται προεγγραφή 50 εὐρώ ἐπειδή τό κόστος τῆς ἐκτυπώσεως εἶναι ἀρκετά μεγάλο.

Μπορεῖτε νά ἀποστείλετε τήν προεγγραφή σας στή διεύθυνση

«Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν

Τ.Θ.1602

54124 Θεσσαλονίκη»

γράφοντας καί τό λόγο τῆς ἀποστολῆς τοῦ συγκεκριμένου ποσοῦ

Τηλ. 2310-996660  FAX 2310- 996663

 

E[20]   Ποῦ μπορεῖ κάποιος νὰ βρεῖ λειτουργικὰ κείμενα στὸ διαδίκτυο;

Α[20]   Γιά τούς ἀναγνῶστες μας πού ψάχνουν  πολυτονικά λειτουργικά κείμενα ὑπάρχει ἡ ἱστοσελίδα www.imml.gr. Ἀφοῦ ἐμφανισθεῖ ἡ συγκεκριμένη ἱστοσελίδα στή συνέχεια πατᾶς τό πλῆκτρο «σύνδεσμοι» καί κατόπιν τό πλῆκτρο «ἐκκλησιαστικά».Στήν περίπτωση πού δέν εἶναι κατανοητά τά γράμματα , ἐπιλέγεις τό κείμενο καί τό ἀντιγράφεις στόν πολυτονιστή. Τέλος ἀφοῦ ἐπιλέξεις ξανά τό κείμενο ἐπιλέγεις καί τή συγκεκριμένη πολυτονική σειρά γραμμάτων στήν ὁποία θέλεις τό ἐπιλεγμένο κείμενο

 

E[21]   Προσφάτως ὁ Μακαριώτατος σέ κάποιο κήρυγμά του ἀνέφερε τή φράση «οὐ φιμώσεις βοῦν ἁλοώντα». Μήπως θά μπορούσατε νά μοῦ πεῖτε ποῦ ἀκριβῶς ἀναφέρεται ἡ φράση αὐτή;

Α[21]   παραπομπή πού ζητᾶτε βρίσκεται στήν Παλαιά Διαθήκη καί συγκεκριμένα στό βιβλίο τοῦ Δευτερονομίου, στό ΚΕ΄(25ο) κεφάλαιο, στό στίχο 4.  Σέ ὅλο τό κεφάλαιο αὐτό ὁ Θεός δίνει κάποιες ἐντολές «ἀνθρωπιστικοῦ» χαρακτῆρος καί μία ἀπό αὐτές εἶναι καί ἡ συγκεκριμένη διότι ὑπῆρχε ἡ βάρβαρη συνήθεια τότε νά φιμώνουν τό βόδι πού ἁλωνίζει ὥστε νά μήν μπορεῖ νά φάει ἀπό αὐτά πού ἁλώνιζε νά μήν μπορεῖ δηλαδή νά γευθεῖ ἀπό τούς καρπούς γιά τούς ὁποίους κοπίαζε.  Ὁ Θεός, λοιπόν, μέ τή συγκεκριμένη ἐντολή θέτει τέρμα στήν ἀδικία αὐτή καί προσπαθεῖ νά καταστήσει τούς ἀνθρώπους λιγότερο σκληρούς ἀπέναντι ἀκόμα καί στά ζῶα.

Στήν ἐντολή αὐτή ὅμως τοῦ Θεοῦ παραπέμπει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τούς Κορινθίους στήν πρώτη του πρός αὐτούς ἐπιστολή (Κεφ. θ΄,9) ὅπου δίνει καί μιά διπλή ἀναγωγική ἑρμηνεία λέγοντας ἀφ᾽ ἑνός μέν ὅτι ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου ἐργάζεται ἀκριβῶς μέ τήν ἐλπίδα καί αὐτός νά γευθεῖ πρῶτος τόν κόπο τοῦ ἔργου του, νά γευθεῖ πρῶτος τά ἀποτελέσματα τῆς διδασκαλίας του καί πρῶτος νά μεταμορφωθεῖ ἀπό τόν Εὐαγγελικό λόγο καί ἀφ’ ἑτέρου  ὅτι ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νά ἔχει ὅλα τά ἀπαραίτητα ὑλικά ἀγαθά ὥστε ἀπρόσκοπτα νά ἀσχολεῖται μέ τό κήρυγμα «τοῖς τό εὐαγγέλιον καταγγέλουσιν ἐκ τοῦ εὐαγγελίου ζῆν» (Α΄Κορ.  θ΄,14), ἀρκεῖ βεβαίως νά ζεῖ ὁ ἐργάτης τοῦ εὐαγγελίου ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί ὄχι νά πλουτίζει καί νά τό ἐμπορεύεται, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας «καί ζῆν εἶπεν, οὐκ ἐμπορεύεσθαι, οὐδέ θησαυρίζειν»(P.G 124, 672)

Τέλος τήν ἴδια ἐντολή τοῦ Θεοῦ τήν ἐπικαλεῖται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί στήν Α ΄πρός Τιμόθεον ἐπιστολή του (Κεφ.ε΄, 18) μέ τήν ἴδια ἀκριβῶς ἑρμηνεία καί σημασία ἐνῶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σχολιάζει σχετικῶς ὅτι «ἄρα δεῖ μετά ἀφθονίας ἐπιῤῥέειν τοῖς διδασκάλοις τήν τῶν ἀναγκαίων χορηγίαν, ἵνα μή κάμνωσι μήτε ἐκλύωνται, μηδέ περί τά μι-κ  ۟۟ρά σχολάζοντες τῶν μεγάλων ἀποστερῶσιν ἑαυτούς, ἵνα τά πνευματικά ἐργάζωνται, μηδένα τῶν βιωτικῶν ποιούμενοι λόγον»( P.G 62, 581)

 

E[22]   Θά ἤθελα νά μοῦ πεῖτε ποιός εἶναι ὁ ρόλος καί ὁ λόγος τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, τοῦ ἄμβωνα, τῶν εἰκόνων, τῶν ἑξαπτερύγων, τῶν φώτων καί κηροπηγίων, τῶν ἱερῶν σκευῶν, τῆς πολυτελοῦς ἀμφιέσεως τῶν ἱερέων καί αὐτῶν τῶν ἀμφίων

Α[22]   Πρόκειται γιά μιά ἀπό τίς πιό ἐνδιαφέρουσες ἐρωτήσεις ἀφοῦ ἔχει νά κάνει μέ  τό Α καί τό Ω τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού εἶναι ἡ λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας.  Ταυτόχρονα ὅμως, ἀπαιτεῖ καί μιά ἀπό τίς πιό δύσκολες ἀπαντήσεις διότι καί τά ζητούμενα εἶναι πολλά ἀλλά καί διότι κάθε ἕνα ἀπό αὐτά θά χρειαζόταν μιά ὁλόκληρη ἐργασία γιά νά ἀπαντηθεῖ ἱκανοποιητικά.  Θά προσπαθήσουμε, λοιπόν, περιληπτικά νά ἀπαντήσουμε στά τόσο σημαντικά καί ὡραῖα ἐρωτήματα.

Ἀρχίζοντας ἀπό τήν ἐ κ κ λ η σ ι α σ τ ι κ ή  μ ο υ σ ι κ ή  καί τό ρόλο της στή λατρευτική ζωή πρέπει νά ποῦμε αὐτό πού ὁ Μέγας Βασίλειος λέει ὅτι δηλαδή «ἐπειδή γάρ εἶδε τό Πνεῦμα τό ἅγιον δυσάγωγον πρός ἀρετήν τό γένος τῶν ἀνθρώπων, καί διά τό πρός ἡδονήν ἐπιρρεπές τοῦ ὀρθοῦ βίου καταμελοῦντας ἡμᾶς τί ποιεῖ;  Τό ἐκ τῆς μελωδίας τερπνόν τοῖς δόγμασιν ἐγκατέμιξεν, ἵνα τῶ προσηνεῖ καί λείω τῆς ἀκοῆς τό ἐκ τῶν λόγων ὠφέλιμον λανθανόντως ὑποδεξώμεθα»[31].  Λέει, δηλαδή, ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι αὐτό πού μᾶς δίδαξε τή μουσική στήν Ἐκκλησία διότι βλέποντας ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε δύσκολοι στό νά ἀκολουθήσουμε τήν ἀρετή καί ἐπιρρεπεῖς στήν ἡδονή εἶδε ὅτι ἄν ἀναμιχθεῖ ἡ εὐχαρίστηση τῆς μουσικῆς μέ τά εὐαγγελικά λόγια τοῦ κηρύγματος τότε εὐκολώτερα μπαίνουν στήν ψυχή καί ριζώνουν.  Ὁ λόγος, λοιπόν, γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας δέχθηκε τή μουσική στή λατρεία Της, καί μάλιστα τήν συγκεκριμένη μουσική, εἶναι γιά νά μαλακώσει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, νά τίς καλλιεργήσει καί τότε ὁ σπόρος τῶν λόγων νά βρίσκει πρόσφορο ἔδαφος καί νά καρποφορεῖ.  Ὑπό αὐτήν λοιπόν, τήν ἔννοια δέν  μποροῦμε νά ἀλλάξουμε οὔτε τά λόγια τῶν ὕμνων καί τῶν τροπαρίων, οὔτε τή μουσική διότι καί τά δύο εἶναι θεόπνευστα καί προέρχονται ἀπό τίς γραφίδες ἁγίων ἀνθρώπων  πού ἦσαν «πλήρεις Πνεύματος ἁγίου», καί ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ τά δέχθηκε ὡς κατάλληλα γιά τή λατρεία τοῦ Θεοῦ καί τά καθηγίασε.  Ἐξ ἄλλου πολλά εἶναι τά θαύματα καί οἱ ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ σχετικῶς μέ τήν ἐκκλησιαστική μουσική καί θά ἀρκεσθοῦμε νά ἀναφέρουμε ὅτι καί ὁ Τρισάγιος ὕμνος καί τό «Ἄξιον ἐστίν» ὄχι ἁπλῶς εἶναι ὕμνοι θεόπνευστοι, ὅπως ὅλοι οἱ ὕμνοι τῆς κοινῆς λατρείας, ἀλλά καί τούς μάθαμε ἀπό τούς ἴδιους τούς Ἀγγέλους.  Πολλές φορές ἄλλωστε ὁ Θεός ὄχι μόνο φώτισε τούς ἁγίους νά γράψουν λόγια καί μουσική ἀλλά καί τούς ἐπήνεσε ψάλλοντας ὅπως ἔκανε ἡ Παναγία στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν  Κουκουζέλη.

 

Ἄ μ β ω ν α ς, γιά τόν ὁποῖον ρωτᾶτε, συμβολίζει τόν ἀποκυλισθέντα λίθο τοῦ μνήματος πάνω ἀπό τόν ὁποῖο  ὁ ἅγιος Ἄγγελος μετέδωσε τό χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ὅπως ἀκριβῶς οἱ ἱερεῖς καί οἱ διάκονοι καί διαβάζοντας τό Εὐαγγέλιο καί κηρύττοντάς Το μεταφέρουν ἀκριβῶς τό ἴδιο μήνυμα.  Πρέπει ἐπίσης νά γνωρίζετε ὅτι ὁ ἄμβωνας εἶχε παλαιότερα τή θέση του στό κέντρο τοῦ ναοῦ καί ἀπό ἐκεῖ διαβαζόταν, ἐμμελῶς πάντα, σύμφωνα μέ τά ὅσα εἴπαμε γιά τό ρόλο τῆς μουσικῆς, καί τό ἑωθινό εὐαγγέλιο πού ἔχει περιεχόμενο σχετικό μέ τίς ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ μετά τήν Ἀνάσταση. Τό ἑωθινό Εὐαγγέλιο σήμερα ἀναγινώσκεται ἐμμελῶς στό δεξιό μέρος τῆς ἁγίας Τραπέζης ἐπειδή ἀκριβῶς ὁ ἄγγελος ἐκάθισεν εἰς τό δεξιόν μέρος τοῦ μνήματος καί ἡ ἁγία Τράπεζα συμβολίζει τόν Πανάγιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ.

 

Τά  ἑ ξ α π τ έ ρ υ γ α  συμβολίζουν τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, ἕνα ἀπό τά ἐννέα τάγματα τῶν Ἀγγέλων, ἀλλά καί ὅλες τίς ἀγγελικές δυνάμεις πού συνοδεύουν στήν εἴσοδο τοῦ Εὐαγγελίου καί συλλειτουργοῦν μέ τόν ἱερέα  ἀφοῦ μάλιστα αὐτό παρακαλεῖ μυστικῶς καί ὁ ἴδιος  («ποίησον σύν τῆ εἰσόδῳ ἡμῶν εἴσοδον ἁγίων ἀγγέλων γενέσθαι..») καί πού δορυφοροῦν καί περικυκλώνουν τόν Βασιλέα τῶν ὅλων κατά τή Μεγάλη Εἴσοδο.  Παλαιότερα τά ἑξαπτέρυγα δέν κατασκευάζονταν ἀπό μέταλλο ἀλλά ἀπό ὕφασμα καί τά χρησιμοποιοῦσαν οἱ διάκονοι γιά νά διώχνουν, κουνώντας τά τυχόν ἔντομα πάνω ἀπό τό ἅγιο Ποτήριο.

 

Τά ἱερά σκεύη πολύ ἐπιγραμματικά συμβολίζουν :

Α) Τό ἅ γ ι ο  Π ο τ ή ρ ι ο  συμβολίζει τό ποτήριο τοῦ μυστικοῦ δείπνου

Β) Τό ἅ γ ι ο  δ ι σ κ ά ρ ι ο  τόν οὐρανό, γι’ αὐτό εἶναι καί στρογγυλό καί κρατεῖ τόν Δεσπότη τοῦ οὐρανοῦ, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, ἀλλά καί τήν Ἐκκλησία πάνω στήν ὁποία τοποθετεῖ ὁ λειτουργός ἱερεύς κατά τήν ἀκολουθία τῆς προθέσεως ὅλα τά μέλη Της δηλαδή τόν Χριστό, ὡς Κεφαλή, βγάζοντας ἀπό τό πρόσφορο τό κεντρικό τμῆμα του πού λέει ΙηΣοῦς ΧριΣτός ΝΙΚΑ, τήν Θεοτόκο πού τήν τοποθετεῖ στό δεξιό μέρος τοῦ Χριστοῦ βγάζοντας ἀπό τό πρόσφορο τήν τριγωνική μερίδα πού γράφει Μήτηρ Θεοῦ, τίς ἐννέα κατηγορίες τῶν ἁγίων βγάζοντας ἀπό τό πρόσφορο τά ἐννέα μικρά τριγωνάκια ἕνα γιά κάθε κατηγορία (1 Ἄγγελοι, 2. Πρόδρομος καί Προφῆτες, 3.Ἀπόστολοι καί ἰσαπόστολοι 4. Ἱεράρχες 5.Μάρτυρες 6. Ὅσιοι, 7. Ἀνάργυροι  8. Θεοπάτορες Ἰωακείμ καί Ἄννα καί ἑορτάζοντες τήν ἡμέρα πού ἐπιτελεῖται ἡ Θ. Λειτουργία ἅγιοι  9. Ἅγιος τοῦ ὁποίου τελοῦμε τή Λειτουργία δηλαδή Ἰωάννης Χυσόστομος ἤ Μ. Βασίλειος) καί τέλος ὅλους τούς ζῶντες ἀλλά καί κεκοιμημένους Ὀρθοδόξους, κανονικά Βαπτισμένους καί Μυρωμένους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι μάλιστα δέν ἔχουν ἀρνηθεῖ τήν πίστη τους φανερά (ἔνταξη σέ αἵρεση, ἀποδοχή ἐπίσημα δοξασιῶν ὅπως τῆς ἀστρολογίας, πολιτικός γάμος, δήλωση γιά καύση τοῦ σώματος μετά θάνατον, αὐτοκτονία κ.ἄ) διότι μόνον αὐτοί εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέλη τῆς Ἐκκλησίας.

Γ) Ἡ  λ α β ί δ α  συμβολίζει τή λαβίδα μέ τήν ὁποία τό Σεραφείμ ἔδωσε στόν Ἡσαΐα ἕνα ἀναμμένο κάρβουνο στό στόμα.  Κάρβουνο ἀναμμένο εἶναι καί τό Δεσποτικό Σῶμα τό ὁποῖο μέ τή λαβίδα ( τό κουταλάκι) μᾶς μεταδίδει ὁ ἱερεύς καί τούς μέν καταλλήλως προετοιμασμένους θερμαίνει καί φωτίζει τούς δέ ἀναξίως προσερχομένους καταφλέγει.

Δ) Ὁ  ἀ σ τ ε ρ ί σ κ ο ς  συμβολίζει τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ ἀλλά καί τό στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ, ἔχει δέ καί πρακτική σημασία ὥστε τά καλύμματα νά μή ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ τά μέρη τοῦ ἄρτου πού βρίσκονται πάνω στό δίσκο.

Ε) Τά κ α λ ύ μ μ α τ α  συμβολίζουν καί τά σπάργανα τοῦ Χριστοῦ μέ τά ὁποῖα τόν τύλιξαν μετά τή Γέννηση ἀλλά καί τά σάβανα μέ τά ὁποῖα τόν τύλιξαν μετά τή Σταύρωση καί αὐτό γιατί ἡ κόγχη τῆς ἁγίας Προθέσεως συμβολίζει καί τό σπήλαιο τῆς Γεννήσεως (ἀπό τή Γέννηση ξεκινᾶ τό ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας, ὅπως ἀπό τήν Πρόθεση ξεκινᾶ ἡ Θεία Λειτουργία πού εἶναι τό ἴδιο τό σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας) καί τό μνημεῖο τῆς ταφῆς ὅπου μέ τήν Ἀνάσταση καί τήν Ἀνάληψη, πού ἀκολουθεῖ, τελειώνει τό σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας καί αὐτή ἡ Θεία Λειτουργία.  Γιά τό λόγο αὐτό ἔχουν σχῆμα σταυροῦ ἀφοῦ ὅλο τό σχέδιο τῆς Οἰκονομίας στηρίζεται στό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση.

ΣΤ)ἀ έ ρ α ς  εἶναι ἕνα ὀρθογώνιο ὕφασμα μέ δύο κορδέλες στήν ἄκρη, τό ὁποῖο καλύπτει ταυτόχρονα καί τά δύο σκεύη (Ποτήριο - Δισκάριο) καί συμβολίζει ὅ,τι καί τά καλύμματα καί ἐπί πλέον τή φωτεινή νεφέλη τοῦ ὅρους Θαβώρ ἤ καί τό καταπέτασμα πού χώριζε, στήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τά Ἅγια τῶν Ἁγίων.

Ζ)λ ό γ χ η, μικρό μαχαιράκι σέ σχῆμα λόγχης, συμβολίζει τή λόγχη μέ τήν ὁποία ἕνας ἀπό τούς στρατιῶτες, τούς παρευρισκομένους στή Σταύρωση, ἔνυξε τήν πλευρά τοῦ Χριστοῦ γιά νά διαπιστώσει ἄν ζεῖ καί τότε βγῆκε αἷμα καί ὕδωρ.

Η) Τ ό  θ υ μ ι α τ ό  μέ τίς τέσσερις ἁλυσίδες συμβολίζει τούς τέσσερις Εὐαγγελιστές, μέ τά δώδεκα κουδουνάκια τούς Ἀποστόλους, τό κήρυγμα τῶν ὁποίων ἀκούστηκε σέ ὅλη τήν Οἰκουμένη, μέ τή βάση του τήν Παναγία πού δέχθηκε στά σπλάχνα της τό Χριστό χωρίς νά καεῖ, ὁ Ὁποῖος συμβολίζεται μέ τό ἀναμμένο κάρβουνο.  Τό θυμίαμα τέλος συμβολίζει τήν προσευχή πού ἀνέρχεται πρός τόν οὐρανό, ἤ τήν ψυχή πού ὅταν θερμαίνεται ἀπό τήν πίστη ἀνίσταται καί γεμίζει μέ τά χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος πού συμβολίζονται μέ τήν εὐωδία τοῦ θυμιάματος.

 

Τά φ ῶ τ α  δέ τοῦ ναοῦ συμβολίζουν τούς ἀστέρες ἀφοῦ κρέμονται ἀπό τόν οὐρανό (τόν τροῦλο) ἀλλά καί τούς ἁγίους, μποροῦν δέ ἀνάλογα μέ τό τί εἴδους φῶτα εἶναι νά συμβολίζουν καί ἄλλα πράγματα.  Τά ὄρθια φῶτα γιά παράδειγμα συμβολίζουν τή στήλη πυρός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τά τρίφωτα τήν Ἁγία Τριάδα, τά ἑπτάφωτα τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τά δωδεκάφωτα τούς ἁγίους Ἀποστόλους κ.ἄ.  Τά φῶτα ὅμως, πρέπει νά ποῦμε, σώζουν καλύτερα τούς συμβολισμούς τους καί βοηθοῦν καί τήν ψυχή νά κατανυχθεῖ ὅταν εἶναι φυσικά, ὅπως στά περισσότερα ἀπό τά μοναστήρια μας, δηλαδή ἀποτελούμενα ἀπό κεριά καί κανδήλια πού καῖνε καί ὄχι τεχνητά πού προέρχονται δηλ. ἀπό ἠλεκτρικό ρεῦμα.

 Τά  κ ε ρ ι ά  καί τό  λ ά δ ι  εἶναι μία προσφορά πρός τόν Θεό ἀπό αὐτά τά ὑλικά ἀγαθά πού ὁ ἴδιος μᾶς δίνει ( τά Σά ἐκ τῶν Σῶν) καί συμβολίζουν τά μέν κεριά τό εὔπλαστο καί μαλακό τῆς ψυχῆς ἀλλά καί τήν ἑνωτική δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος διότι τά κεριά κατασκευάζονται, ἔτσι τουλάχιστον θά ἔπρεπε, ἀπό τό ἁγνό κερί πού φτιάχνει ἡ μέλισσα, ἡ ὁποία γιά νά παρασκευάσει τό κερί μαζεύει τή γύρη ἀπό διάφορα λουλούδια.  Γιά τό λόγο αὐτό τό κερί μᾶς θυμίζει καί τήν ἐργατικότητα τῆς μέλισσας ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι μαζεύει ὅ,τι καλό καί ἀπορρίπτει ὅ,τι ρυπαρό.  Θυμίζει ἐπίσης τό κερί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο τό Πῦρ, ἡ Θεότητα δηλαδή, ἑνώνεται μέ τήν εὔπλαστη ψυχή καί τή μαλακώνει ἀλλά καί τή φωτίζει καί τήν ἴδια καί ὅλους ὅσοι ἔρχονται σέ κοινωνία μαζί της.

Τό λάδι συμβολίζει τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τά κανδήλια συμβολίζουν τήν Ἐκκλησία πού εἶναι μεταδοτική Θείου ἐλέους καί φωτιστική.  Συμβολίζουν βέβαια ὅπως εἴπαμε καί τά κεριά καί τό λάδι πάνω στούς πολυελέους ἤ μπροστά ἀπό τίς εἰκόνες τῶν ἁγίων τούς ἴδιους τούς ἁγίους πού τό Φῶς τους ἔλαμψε, κατά τό λόγο τοῦ Κυρίου, «ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσι τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν Πατέρα τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».  Ὑπάρχουν πολλοί λόγοι γιά τούς ὁποίους πρέπει οἱ Ὀρθόδοξοι νά ἀνάβουμε τό καντήλι ὅπως γιά παράδειγμα γιά νά μᾶς θυμίζει τήν ἀνάγκη γιά προσευχή, γιά νά φωτίζει τό χῶρο καί νά διώκει τό σκότος ὅπου ἐπικρατοῦν οἱ δυνάμεις τοῦ κακοῦ,  γιά νά μᾶς θυμίζει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό μόνο ἀληθινό Φῶς καί ἡ πίστη σέ Αὐτόν εἶναι Φῶς, γιά νά μᾶς θυμίζει ὅτι ἡ ζωή μας πρέπει νά εἶναι φωτεινή, γιά νά μᾶς θυμίζει ὅτι ὅπως τό καντήλι ἀπαιτεῖ τό δικό μας χέρι γιά νά ἀνάψει ἔτσι καί ἡ ψυχή ἀπαιτεῖ τό χέρι τοῦ Θεοῦ, τή Χάρη Του δηλαδή,  γιά νά μᾶς θυμίζει ὅτι πρέπει τό θέλημά μας νά καεῖ καί νά θυσιαστεῖ γιά τήν ἀγάπη πρός τό Θεό κ.ἄ.  Ἐννοεῖται, βέβαια, ὅτι ὅπως τό κερί γιά νά ἀποτελεῖ πραγματική προσφορά πρέπει νά εἶναι γνήσιο  ἔτσι καί τό λάδι τῶν καντηλιῶν πρέπει νά εἶναι ἐλαιόλαδο καί μάλιστα ὅσο τό δυνατόν καλύτερης ποιότητος.  Ἄλλωστε ὁ Κύριος προσευχήθηκε στόν κῆπο τῶν Ἐλαιῶν καί ὁ ναός μέ τά κανδήλια μετατρέπεται σέ νέο κῆπο καί ἐλέους (λαδιοῦ) καί Ἐλέους Θεϊκοῦ

 

Οἱ  ε ἰ κ ό ν ε ς  δέ συμβολίζουν τίποτα, ἀλλά ἁπλῶς ἀναπαριστοῦν εἴτε τά πρόσωπα πού εἰκονίζουν, τό Χριστό, τήν Παναγία τούς ἁγίους, εἴτε τά γεγονότα καί δηλώνουν τήν παρουσία ὅλων τῶν προσώπων, ὅλων τῶν ἁγίων μέσα στή λατρευτική ζωή ἀλλά καί κηρύττουν ὅλο τό σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας μέ τήν ἀναπαράσταση τῶν γεγονότων διότι οἱ εἰκόνες εἶναι «τά βιβλία τῶν ἀγραμμάτων».  Οἱ πιστοί καλοῦνται νά μιμηθοῦν τά εἰκονιζόμενα πρόσωπα καί νά βιώσουν τά γεγονότα τά ὁποῖα βλέπουν ἤ νά διδαχθοῦν ἀπό αὐτά.  Οἱ πιστοί ἐπίσης προσκυνοῦν, ὄχι λατρευτικά, ἀλλά τιμητικά τίς εἰκόνες ἀποδίδοντας τήν τιμή ὄχι φυσικά στήν ἴδια τήν εἰκόνα, στό ὑλικό ἤ τήν τέχνη, ἀλλά στό εἰκονιζόμενο πρόσωπο.

 

Τά ἄ μ φ ι α  τῶν ἱερέων εἶναι συνήθως πολυτελῆ ἀκριβῶς διότι στή λατρεία τοῦ Θεοῦ διαλέγουμε νά δώσουμε καί ὅ,τι καλύτερο ἔχουμε.  Ἄν κανείς διαβάσει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τίς ὁδηγίες γιά τό πῶς θά κατασκευασθοῦν καί ὁ ναός ἀλλά καί τά ἀρχιερατικά ἄμφια τοῦ Ἀαρών, στήν Παλαιά Διαθήκη, τότε θά μείνει ἔκπληκτος ἀπό τήν πολυτέλεια πού ζητεῖ ὁ Θεός, ἀπό τήν ἀκρίβεια τῶν ὁδηγιῶν Του ἀκόμα καί γιά τήν πιό μικρή καί ἀσήμαντη, ὅπως ἴσως θά φαινόταν σέ μᾶς , λεπτομέρεια καί ἀπό τήν ἀπολυτότητά Του στήν ἐφαρμογή τῶν ὁδηγιῶν αὐτῶν.  Ἀξίζει νά ἀναφέρουμε ὅτι ὁ Θεός ζητᾶ ἀκόμα καί τά καρφιά πού θά χρησιμοποιηθοῦν νά εἶναι χρυσά.  Αὐτό βέβαια σέ καμία περίπτωση δέ δικαιολογεῖ τή σπατάλη ἑκατομμυρίων, ἤ τήν ὕπαρξη δεκάδων πολυτελῶν ἱερατικῶν στολῶν. Ἁπλῶς θά πρέπει νά μή χρησιμοποιοῦμε γιά τή λατρεία τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁποία προορίζονται καί τά ἄμφια, ὅ,τι εὐτελέστερο καί περιττό ἤ κακόγουστο, ὅ,τι ἁπλῶς μᾶς περισσεύει.  Ἄς δοῦμε ὅμως ἐν περιλήψει τό συμβολισμό τῶν ἀμφίων κάθε βαθμοῦ.

Α) Τό σ τ ι χ ά ρ ι ο  εἶναι ποδήρης χιτώνας τόν ὁποῖο φοροῦν οἱ φορεῖς καί τῶν τριῶν βαθμῶν   τῆς ἱερωσύνης (διάκονος, πρεσβύτερος, ἐπίσκοπος) συμβολίζει τήν ἁγνότητα καί τήν πνευματική χαρά, ἀλλά καί τό καθαρό καί ἀμόλυντο τῆς ἱερατικῆς τάξεως.

Β) Τό  ὀ ρ ά ρ ι ο  εἶναι μιά ταινία ὑφάσματος πού κρέμεται ἀπό μπροστά καί στό πίσω μέρος τοῦ ἀριστεροῦ ὤμου τοῦ διακόνου καί συμβολίζει τά φτερά τῶν Ἀγγέλων καί γιά τό λόγο αὐτό παλαιότερα, μερικές φορές ἀκόμα καί σήμερα, ἀνέγραφε τή φράση «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ πλήρης ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ τῆς δόξης Σου».

Γ) Τά ἐ π ι μ ά ν ι κ α, τά ὁποῖα εἶναι δύο καί δένονται στά χέρια καί τῶν τριῶν ἱερατικῶν βαθμῶν, συμβολίζουν τή δημιουργική χεῖρα τοῦ Θεοῦ καί θυμίζουν ταυτόχρονα ὅτι ὁ λειτουργός δανείζει ἁπλῶς τά χέρια του γιά νά λειτουργήσει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.  Συμβολίζουν ἀκόμα καί τίς χειροπέδες μέ τίς ὁποῖες ἔδεσαν τό Χριστό καί παλαιότερα ἦταν ἄμφιο μόνο ἀρχιερατικό.

Δ) Τό ἐ π ι τ ρ α χ ή λ ι ο  εἶναι τό χαρακτηριστικό ἄμφιο τοῦ δευτέρου βαθμοῦ τῆς ἱερωσύνης, τοῦ πρεσβυτέρου,καί ἀποτελεῖται ἀπό δύο λωρίδες πού κρέμονται ἀπό τόν τράχηλο (ἐπι – τραχήλιο) τοῦ ἱερέως.  Εἶναι στήν πραγματικότητα τό ἴδιο ἄμφιο μέ τό ὀράριο γι’αὐτό καί παλαιότερα κατά τή χειροτονία ἀπό διάκονο σέ πρεσβύτερο ὁ χειροτονῶν ἐπίσκοπος δέν ἔδιδε ἄλλο ἐπιτραχήλιο στό νέο ἱερέα ἀλλά ἁπλῶς ἔφερνε τό πίσω μέρος τοῦ ὀραρίου μπροστά στό δεξιό ὦμο.  Συμβολίζει τήν ἐξουσία τήν ὁποία ἔπαιρναν οἱ βασιλεῖς καί οἱ ἱερεῖς στήν Παλαιά Διαθήκη μέ τή χύση λαδιοῦ ἐπί τῆς κεφαλῆς, συμβολίζει, δηλαδή , καί ἀναπαριστᾶ αὐτό τό λάδι πού τρέχει πάνω στόν ἱερέα, τήν ἱερατική ἐξουσία πού ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε.  Τά κρόσια πού κρέμονται ἀπό τό ἐπιτραχήλιο συμβολίζουν τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖες εἶναι κυριολεκτικά κρεμασμένες ἀπό τόν τράχηλό του καί γιά τίς ὁποῖες θά λογοδοτήσει, τά δέ ἑπτά κουμπιά πού εἴθισται νά ἔχει πάνω συμβολίζουν τά ἑπτά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἤ καί τά ἑπτά μυστήρια.

Ε)ζ ώ ν η, τήν ὁποία φοροῦν μόνον οἱ Πρεσβύτεροι καί οἱ Ἐπίσκοποι θυμίζει ὅτι ὁ ἱερεύς ἐτοιμάζεται νά ἐπιτελέσει ἔργο σπουδαῖο καί δύσκολο, τή Θεία Λειτουργία, καί γι’ αὐτό ἀπαιτεῖται ἑτοιμότητα καί ἐγρήγορση.  Οἱ ἄνθρωποι πάντα, ἰδιαίτερα στίς ἀγροτικές περιοχές, ζώνονταν (ἔσφιγγαν τή ζώνη τους) γιά νά εἶναι ἕτοιμοι γιά τή δουλειά.  Συμβολίζει ἡ ζώνη ὅμως καί τή νέκρωση τῆς σαρκός καί τῶν σαρκικῶν παθῶν ἀκριβῶς διότι στά ἐπινεφρίδια βρίσκεται ἡ ἕδρα τῶν σαρκικῶν παθῶν.  Γιά τόν ἴδιο λόγο καί οἱ μοναχοί φοροῦν πάντα δερμάτινη ζώνη.

ΣΤ) Τό φ α ι λ ό ν ι ο  εἶναι ἕνας χιτώνας μέ τή μορφή κοντοῦ μανδύα τό ὁποῖο φοροῦν πλέον μόνον οἱ πρεσβύτεροι, ἐνῶ παλαιότερα καί οἱ ἐπίσκοποι, καί συμβολίζει τή χλαμύδα πού φόρεσαν στό Χριστό γιά νά τόν χλευάσουν.  Φανερώνεται μέ τόν τρόπο αὐτό ὅτι ὁ Ἱερέας βρίσκεται εἰς τόπον καί τύπον Χριστοῦ ἀλλά καί ὅτι πρόκειται νά τελέσει καί αὐτός τήν ἴδια τή θυσία τοῦ Χριστοῦ.  Τό γεγονός μάλιστα ὅτι ὁ χιτώνας  τοῦ Κυρίου ἦταν ἄραφος θυμίζει καί στόν ἱερέα καί στούς πιστούς ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία καί δέν πρέπει νά σχίζεται.  Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός μᾶς πληροφορεῖ, τέλος, ὅτι τό φαιλόνιο δέν ἔχει μανίκια γιά νά θυμίζει στόν ἱερέα ὅτι δέν πρέπει νά ἀσχολεῖται μέ κοσμικά πράγματα.

Ζ) Τό ἐ π ι γ ο ν ά τ ι ο  εἶναι ἕνα ὕφασμα σέ σχῆμα ρόμβου καί κρέμεται ἀπό τόν ὦμο στούς Πρεσβυτέρους ἤ, συνήθως, ἀπό τό σάκο στούς ἐπισκόπους.  Συμβολίζει τό λέντιο μέ τό ὁποῖο ἔπλυνε ὁ Χριστός τά πόδια τῶν Ἀποστόλων καί γιά τό λόγο αὐτό τό φορεῖ ὁ ἐπίσκοπος καί οἱ ἱερεῖς πού ἔχουν τιμηθεῖ μέ κάποιο ὀφφίκιο (ἀξίωμα) ἀκριβῶς διότι, κατά τό λόγο τοῦ Χριστοῦ, ὁ πρῶτος πρέπει νά εἶναι πάντων διάκονος καί νά εἶναι ὡς ὁ ἔσχατος.  Συμβολίζει ἀκόμα τή Μάχαιρα τοῦ Πνεύματος, ἤ τήν πνευματική μάχαιρα, τήν ἐξουσία δηλαδή καί τή χάρη πού ἔχει ὁ ἐπίσκοπος καί οἱ ἱερεῖς.  Κατά τόν ἅγιο Συμεών Θεσσαλονίκης , τέλος, συμβολίζει τή νίκη κατά τοῦ θανάτου.

Η)σ ά κ κ ο ς,  ὁ ὁποῖος κάποτε ἦταν ἄμφιο μόνον τοῦ Πατριάρχου τώρα δέ ὅλων τῶν Ἐπισκόπων καί ἀντικατέστησε τό φαιλόνιο, σώζει καί τό συμβολισμό τοῦ φαιλονίου.  Ἐπειδή, ὅμως, ἔγινε κατ’ ἀπομίμηση τοῦ αὐτοκρατορικοῦ σάκκου συμβολίζει καί θυμίζει ὅτι ὁ ἐπίσκοπος στή Λειτουργική Σύναξη τῶν πιστῶν βρίσκεται εἰς τόπον καί τύπον Χριστοῦ.  Θυμίζει καί τό βασιλικό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο μαζί μέ τό προφητικό καί ἱερατικό ἔχει ὁ ἐπίσκοπος.  Τά δώδεκα κουδουνάκια πού κρέμονται ἀπό τό σάκκο συμβολίζουν τά δώδεκα κουδουνάκια, κατ’ ἀντιστοιχία τῶν φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ, πού κρέμονταν ἀπό τό σάκκο τοῦ Ἀαρών, καί τούς δώδεκα Ἀποστόλους καί συνεπῶς τό διδακτικό κήρυγμα τοῦ ἐπισκόπου.  Ὅπως, τά κουδουνάκια ἀκούγονται σέ κάθε κίνηση τοῦ Ἀρχιερέως μέσα στό ναό, στήν Ἐκκλησία, ἔτσι τοῦ θυμίζουν ὅτι ὅλη ἡ ζωή του πρέπει νά εἶναι κήρυγμα γιά τούς πιστούς καί ὅτι κάθε του πράξη διδάσκει εἴτε ἀρνητικά εἴτε θετικά.

Θ) Τό ὠ μ ο φ ό ρ ι ο,  τό ὁποῖο κρέμεται ἀπό τούς ὤμους τοῦ ἐπισκόπου καί σταυρώνει μπροστά στό στῆθος του, συμβολίζει τό πλανηθέν πρόβατο τό ὁποῖο ὁ ἐπίσκοπος βρίσκει καί φέρει στούς ὤμους καί γι’ αὐτό ὁ ἅγιος Συμεών μᾶς λέει ὅτι πρέπει νά εἶναι κατασκευασμένο ἀπό μαλλί προβάτου.

 

Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι τά ἄμφια τοῦ μέν διακόνου εἶναι μόνο τρία, γιά τό ἱερό τοῦ ἀριθμοῦ, πέντε τοῦ πρεσβυτέρου γιά τίς πέντε αἰσθήσεις πού πρέπει νά θεραπευθοῦν, καί ἑπτά τοῦ ἐπισκόπου γιά τήν πληρότητα τοῦ ἀριθμοῦ πού δηλώνει τήν πληρότητα τῆς ἱερωσύνης.  Ὁ ἐπίσκοπος ὅμως φέρει ἐκτός ἀπό τά ἄμφιά του καί:

Α) Τή Μ ί τ ρ α,  πού φέρει στό κεφάλι καί εἶναι σέ σχῆμα τρούλου.  Ἡ Μίτρα ἔχει τήν ἀρχή της στήν Παλαιά Διαθήκη καί συμβολίζει καί τό ἀκάνθινο στεφάνι τοῦ Χριστοῦ, δεῖγμα ὅτι ὁ ἀρχιερέας μαρτυρεῖ καί σταυρώνεται γιά τό ποίμνιό του καί τήν Ἀλήθεια. Θυμίζει ἀκόμα τό αὐτοκρατορικό στέμμα ἀφοῦ ὁ ἐπίσκοπος βρίσκεται εἰς τόπον καί τύπον τοῦ Βασιλέως τῶν Βασιλευόντων Χριστοῦ.

Β) Τήν π ο ι μ α ν τ ι κ ή   ρ ά β δ ο  πού στήν ἄκρη της ἔχει ἕνα δικέφαλο φίδι πού τά κεφάλια του εἶναι ἐστραμμένα πρός ἕνα σταυρό στό κέντρο καί συμβολίζει τήν ποιμαντική ἐξουσία τοῦ ἐπισκόπου. Γιά τό λόγο αὐτό ὅταν τοῦ δίδεται ἡ ράβδος κατά τή χειροτονία του σέ ἐπίσκοπο τοῦ τονίζεται ὅτι στούς μέν εὐπειθεῖς πρέπει νά εἶναι ράβδος πού θά τούς στηρίζει στούς δέ ἀπειθεῖς, ἀνυπάκουους καί περίεργους ράβδος πού θά τούς πονέσει.  Αὐτό ἐφήρμοζαν καί ἤξεραν ὅλοι οἱ Πατέρες ὅταν γίνονταν τόσο σκληροί καί ἀπόλυτοι ἀπέναντι ἀκόμα καί σέ βασιλεῖς καί αὐτοκράτορες ἐν ὀνόματι ὅμως τῆς Ἀληθείας καί ὄχι ἐν ὀνόματι τῶν προσωπικῶν τους ἐπιδιώξεων. Θυμίζει ὅμως ἡ ράβδος καί τή νίκη τῶν Ἰσραηλιτῶν μέ τό χάλκινο φίδι ἐναντίον τῶν φιδιῶν, τῶν πειρασμῶν δηλαδή καί τῶν  ἐνεργειῶν τοῦ διαβόλου, πού καλεῖται ὁ ἐπίσκοπος, ὅπως ὁ Μωυσῆς νά διώξει ἀπό τό ποίμνιό του μέ τή Χάρη τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ σταυρικοῦ, τοῦ ἀσκητικοῦ δρόμου.

Γ)Σ τ α υ ρ ό ς  καί τό ἐ γ κ ό λ π ι ο  πού κρέμονται ἀπό τόν τράχηλό του μπροστά στό στῆθος ἀκριβῶς διότι ἐκεῖ βρίσκεται καί ἡ καρδιά του, θυμίζουν καί στόν ἴδιο καί στούς πιστούς ὅτι πρέπει ἡ καρδιά του νά ἀνακαινισθεῖ καί νά καθαρισθεῖ μέ τή σταυρική καί πάλι Χάρη.  Εἶναι ἐπίσης ὁ Σταυρός καί τό ἐγκόλπιο καί μία ὁμολογία τῆς πίστεως πού ὁ ἀρχιερέας εἶναι ὑποχρεωμένος πάντοτε νά κάνει ἀρχίζοντας ἀπό αὐτήν τή χειροτονία του κατά τήν ὁποία ἀπαγγέλλει τό Σύμβολο τῆς πίστεως ὁμολογῶντας τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί ὑποσχόμενος τή διαφύλαξη καί τήρηση τῶν ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας.

Δ)μ α ν δ ύ α ς  τόν ὁποῖο φορεῖ ὅταν χοροστατεῖ δηλώνει καί αὐτός τό βασιλικό του ἀξίωμα ἀλλά καί μέ τίς πτυχές πού ἔχει, φανερώνει τό γεγονός ὅτι ἡ πνευματική ζωή ἔχει πολλές πτυχές καί πολλά μέτωπα.

Ε) Τέλος τό  δ ι κ έ ρ ι συμβολίζει τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ καί τό  τ ρ ι κ έ ρ ι  τήν Ἁγία Τριάδα.

 

Ὅλα βέβαια τά παραπάνω εἶναι συμβολισμοί καί προτυπώσεις πού μᾶς ἔδωσαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί μπροστά στίς ὁποῖες κανείς ὑποκλίνεται.  Οἱ συμβολισμοί αὐτοί βοηθοῦν τόν ἄνθρωπο νά στρέφει διαρκῶς τό λογισμό του πρός πράγματα πολύ ἀνώτερα ἀπό αὐτά πού οἱ σωματικές αἰσθήσεις βλέπουν καί ἀντιλαμβάνονται.  Ἔτσι μέσα στή λειτουργική ζωή ὁ ἄνθρωπος μαθαίνει πολύ εὔκολα, σχεδόν αὐτόματα, αὐτό πού οἱ Πατέρες θεωροῦν πρῶτο βῆμα στήν πνευματική ζωή, νά φυλάει δηλαδή τίς πέντε αἰσθήσεις ὥστε τά ἐρεθίσματα ἀπό αὐτές νά μήν καταλήγουν σέ λογισμούς κακούς ἤ καί ἀδιάφορους, ἀλλά σέ λογισμούς ἀγαθούς, πού γίνονται ἀφορμή γιά κοινωνία μέ τό Θεό.

 

E[23]   Παρακαλῶ μπορεῖτε νά μοῦ πεῖτε πότε ἑορτάζει ἡ ἁγία Ἀναστασία ἡ Ῥωμαία;

Α[23]   Στό Συναξαριστή τῆς Ἐκκλησίας μας βρίσκουμε πέντε ἁγίες μέ τό ὄνομα Ἀναστασία.  Ἡ ἁγία Ἀναστασία, ἡ ἐπονομαζομένη Ῥωμαία ὅμως εἶναι μία καί ἑορτάζει κατά τήν 29η  Ὀκτωβρίου, ἄν καί δύο ἀκόμα ἀπό τίς ἁγίες Ἀναστασίες κατάγονται ἀπό τή Ῥώμη καί μάλιστα εἶναι καί αὐτές μάρτυρες τῆς πίστεως.

Τό γεγονός αὐτό ἔχει μπερδέψει πολλούς ἁγιολόγους, οἱ ὁποῖοι ἔφτασαν στό σημεῖο νά πιστεύουν ὅτι καί οἱ τρεῖς εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἀσφαλῶς δέν ἰσχύει ἐνῶ πολλά προβλήματα ἔχει προκαλέσει γιά τό πότε, ἐπί τῆς βασιλείας τίνος αὐτοκράτορος, μαρτύρησε τελικῶς ἡ ἁγία Ἀναστασία ἡ Ῥωμαία.

Ἡ ἁγία Ἀναστασία, μόλις εἴκοσι ἐτῶν, ἐγκατέλειψε συγγενεῖς καί πλοῦτο καί ἀφιερώθηκε στόν Χριστό λαμβάνοντας τό μοναχικό σχῆμα κοντά σέ μιά ἐνάρετη μοναχή, ὀνόματι Σοφία.

 Ὅταν τή διέβαλαν στόν αὐτοκράτορα ὅτι δέ σέβεται τούς θεούς καί ἦλθαν στρατιῶτες νά τή συλλάβουν, ἡ πνευματική μητέρα της Σοφία τήν προέτρεψε νά ἀκολουθήσει τούς στρατιῶτες καί νά ἀξιωθεῖ τοῦ μαρτυρίου, ὅπως καί ἔγινε.

 Ὁ τύραννος ἀρχικά τήν ἄφησε τελείως γυμνή γιά νά τήν διαπομπεύσει καί ὅταν εἶδε τήν ἠρεμία τῆς ἁγίας  πρόσταξε νά τήν καρφώσουν σέ τέσσερεις πασσάλους ἀνάποδα. Κάτω μέν ἀπό τούς πασσάλους τήν ἔκαιγαν μέ φωτιά, στήν κοιλιά καί σέ ὅλο τό μπροστινό τμῆμα τοῦ σώματος, ἐνῷ ἀπό τήν ἄλλη  πλευρά, στήν πλάτη, τήν κτυποῦσαν ἀνηλεῶς.  Ἡ ἁγία ὑπέφερε μέ καρτερικότητα τό σκληρό αὐτό βασανιστήριο καί ἔτσι ὁ τύραννος πρόσταξε νά τῆς συντρίψουν τά ὀστᾶ μέ ἕναν τροχό.  Ὅταν καί πάλι ἡ ἁγία βρέθηκε ἐλευθερωμένη ἀπό τό βάρβαρο μηχάνημα καί τελείως σῶα, τήν κρέμασαν,  καί μέ σιδερένια νύχια ἀφοῦ τήν κατέσχισαν, τῆς ἔκοψαν τά στήθη καί τῆς ἔβγαλαν ὅλα τά δόντια καί τά νύχια. 

Στά βασανιστήρια αὐτά ἡ ἁγία δοξολογοῦσε τό Θεό καί ἐκνεύριζε τόν τύραννο ἔτσι πού ἐκεῖνος διέταξε  νά τῆς κόψουν τή γλώσσα.  Πρίν ὅμως τῆς κόψουν τή γλώσσα ἡ μάρτυς προσευχήθηκε νά τῆς δώσει ὁ Θεός τό χάρισμα νά θεραπεύει ὅλους ὅσοι τήν ἐπικαλοῦνται καί φωνή ἐκ τῶν οὐρανῶν διαβεβαίωσε ὅτι ἔλαβε τό χάρισμα αὐτό.  Ὅταν δέ τελικῶς τῆς ἔκοψαν τή γλώσσα ζήτησε νερό καί ἐπειδή κάποιος χριστιανός, ὀνόματι Κύριλλος τῆς ἔδωσε, ὁ τύραννος Πρόβος διέταξε νά τούς ἀποκεφαλίσουν καί τούς δύο ὅπως καί ἔγινε.  Τό λείψανό της ἔμεινε μερικές μέρες ἐκτεθειμένο χωρίς, κατά παραχώρηση Θεοῦ, νά τό πειράξουν τά θηρία καί ἅγιος Ἄγγελος τό παρέδωσε μέ θαυμαστό τρόπο στήν πνευματική μητέρα της Σοφία.

 

Αὐτός εἶναι ἐν συντομίᾳ ὁ βίος τῆς ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Ῥωμαίας ἡ ὁποία καμιά σχέση δέν ἔχει, ὅπως εἴπαμε, μέ τήν ἁγία Ἀναστασία τή Φαρμακολύτρια (22 Δεκεμβρίου), ἀλλά οὔτε μέ τήν ἁγία Ἀναστασία τήν παρθενομάρτυρα (12 Ὀκτωβρίου) ἄν καί καί οἱ τρεῖς κατάγονται ἀπό τήν Ῥώμη, μαρτύρησαν τήν ἴδια περίπου ἐποχή καί ὁ βίος τους ἔχει πολλά κοινά σημεῖα. 

 

E[24]       Νέα Ἱερουσαλήμ ὅπως περιγράφεται στήν Ἀποκάλυψη τοῦ ἁγ. Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη θά ἔχει ἐκτός ἀπό πνευματική ὑπόσταση καί ὑλική;

Προβλέπεται ὁ πλανήτης γῆ νά μήν πάψει νά ὑπάρχει μετά τήν Ἀποκάλυψη;

Ἡ Νέα Ἱερουσαλήμθά ἔχει κάποιες γεωγραφικές συντεταγμένες πού θά τόν συμπεριλαμβάνουν ( τόν πλανήτη) ἤ θά σχετίζονται μέ αὐτόν;

Α[24]   Στό Συναξαριστή τῆς Ἐκκλησίας μας βρίσκουμε πέντε ἁγίες μέ τό ὄνομα Ἀναστασία.  ἁγία Ἀναστασία, ἡ ἐπονομαζομένη Ῥωμαία ὅμως εἶναι μία καί ἑορτάζει κατά τήν 29η  Ὀκτωβρίου, ἄν καί δύο ἀκόμα ἀπό τίς ἁγίες Ἀναστασίες κατάγονται ἀπό τή Ῥώμη καί μάλιστα εἶναι καί αὐτές μάρτυρες τῆς πίστεως.

Σέ πολλά σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς γίνεται λόγος γιά τήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ μέ τή χρήση διαφορετικῶν λέξεων:  Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν , Παράδεισος , Καινή γῆ καί καινοί οὐρανοί.  Ἰδιαιτέρως στήν Ἀποκάλυψη, στό κα΄ κεφάλαιο. 

Γιά νά μήν ἑρμηνεύουμε ἀπό μόνοι μας τήν Ἁγία Γραφή καί πέφτουμε σέ αἵρεση μποροῦμε νά δοῦμε τί μᾶς λένε ὁ ἅγ. Ἀνδρέας Καισαρείας , ὁ Ἄγ.Ἀρέθας, ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος και ὁ ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός.

Στήν κατανόηση τῶν βαθυτέρων νοημάτων γιά τό συγκεκριμένο θέμα βοηθοῦν ἡ «Ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως» τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωήλ Γιαννακοπούλου καί ἡ «Ἀποκάλυψις ἐξηγημένη» τοῦ Ἀρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου. Ἐπίσης ἡ «Ἔκδοσις ἀκριβής περί τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως» τοῦ Ἁγ.Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ,ἀλλά καί τά συγκεκριμένα ἀποσπάσματα τοῦ Ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου καί τοῦ ὁσίου Θεοφόρου πατρός ἡμῶν Ἀνδρέα τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ πού μόλις παρακάτω θά δοῦμε. 

Ἀπό τούς δύο πρώτους Ἀρχιμανδρῖτες συγγραφεῖς σαφέστατα μᾶς γνωστοποιεῖται ἡ ἑρμηνεία τῶν Ἁγ.Ἀρέθα καί Ἀνδρέα Καισαρείας στό χωρίο Ἀποκ. κα΄,12-21. «…Ὁ φωστήρ τῆς πόλεως Ἱερουσαλήμ …μοιάζει μέ τόν πολύτιμο λίθο ἴασπι, πιθανῶς τόν ἀδάμαντα.Αὐτό θέλει νά δηλώσει τήν ὑπερκόσμιο αἴγλη τῆς λαμπρᾶς πόλεως Ἱερουσαλήμ . Τό μέγα καί ὑψηλό τεῖχος τῆς πόλεως σημαίνει τήν αἰώνια ἀσφάλεια τῆς πόλεως….Οἱ δώδεκα πῦλες πού βρίσκονται στίς τέσσερις πλευρές τοῦ τείχους πρός βορρᾶ , νότο, ἀνατολή καί δύση σημαίνουν ὅτι οἱ πιστοί θά μεταβαίνουν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀπ’ὅλο τόν κόσμο …Οἱ δώδεκα λίθοι τῆς πόλεως …σημαίνουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι οἰκοδομημένη στό θεμέλιο τῶν δώδεκα Ἀποστόλων. Ἡ μνεία τῶν πολυτίμων λίθων συμβολίζουν τήν τελειότητα καί ὡραιότητα ἐκείνης τῆς πόλεως».

Ὁ Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος μᾶς διασαφηνίζει τίς ἔννοιες «καινοί οὐρανοί» καί «καινή γῆ» λέγοντας ὅτι «...δέν ἔπρεπε  πρό τῆς ἀνακαινίσεως τῶν κτισμάτων νά ἀναστηθοῦν καί νά ἀφθαρτοποιηθοῦν τά σώματα , ἀλλά ὅπως ἀκριβῶς ἡ κτίση δημιουργήθηκε πρῶτα ἄφθαρτη καί ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι πάλι  κατά τήν Β΄ Παρουσία πρῶτα πρέπει νά μεταμορφωθεῖ  ἡ κτίση ἀπό τή φθορά στήν ἀφθαρσία καί ἔτσι μαζί καί ταυτοχρόνως μέ αὐτήν νά ἀνακαινισθοῦν τά φθαρμένα σώματα τῶν ἀνθρώπων , ὥστε καί πάλι ὁ πνευματικός καί ἀθάνατος ἄνθρωπος νά κατοικεῖ σέ ἄφθαρτο , αἰώνιο καί πνευματικό τόπο. ...

...¨Καινούς δέ οὐρανούς καί καινήν γῆν κατά τό ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν¨ (Β΄ Πέτρου γ΄,13):

Σύμφωνα μέ ποιά ὑπόσχεση καί ποιοῦ;

Κατά τήν τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ βέβαια, πού εἶπε: «Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσεται , οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσιν»( Ματθ. κδ΄, 35)...Ἀκόμη κι’ἄν ἀλλαχθεῖ ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, οἱ λόγοι μου θά ἔχουν τό ἀναλλοίωτο καί πάγιο χαρακτήρα.

...Πῶς πρόκειται ξανά ἡ κτίση νά ἀνακαινισθεῖ καί νά γίνει ¨καινούς οὐρανούς καί καινή γῆ¨ κατά τόν θεῖο Ἀπόστολο ;

...Βλέπεις ὅτι ἡ κτίση δέν εἶχε σκοπό ,  δέν ἤθελε νά ὑποταγεῖ στόν παραβάτη Ἀδάμ  , ὅταν τόν εἶδε νά ἐκπίπτει ἀπό τήν θεία δόξα ἐρχόμενος σέ ἀντίθεση μέ τόν ποιητή του Θεό;

Ὁ Θεός ὅμως ἐπειδή πρό καταβολῆς κόσμου εἶχε προορίσει στό σχέδιό Του τήν ἐκ παλιγγενεσίας σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ,ὑπέταξε σ’αὐτόν τήν κτίση, ἀφοῦ τήν καταράσθηκε, ὥστε νά γίνει φθαρτή κι’αὐτή, γιά νά τοῦ παρέχει ἐτησίως τή φθαρτή τροφή, ἐπειδή εἶχε δημιουργηθεῖ γιά τόν ἄνθρωπο,ὁ ὁποῖος ὅμως ἐφθάρη . Ὅταν ὅμως ἀνακαινίσει τόν ἄνθρωπο καί τόν καταστήσει ἄφθαρτο, ἀθάνατο καί πνευματικό,τότε ἑπομένως καί ὅλη αὐτή τήν κτίση ,λέω, μαζί μέ αὐτόν θά μεταμορφώσει καί θά τήν κάνει αἰώνια καί ἄϋλη...διότι αὐτό φανέρωσε μέ ὅσα εἶπε:΄¨Ἐξαιτίας τῆς ματαιότητας ὑποτάχθηκε ἡ φύση , ὄχι μέ τή θέλησή της ἀλλά πρός ἐξυπηρέτηση αὐτοῦ πού ὑποτάχθηκε(δηλ. τοῦ Ἀδάμ) μέ τήν προοπτική τῆς ἀναστάσεως¨(Ρωμ. η΄,20).

Δηλαδή λέει ὅτι δέν ὑποτάχθηκε στήν ἀνθρωπότητα ἀπό μόνη της οὔτε μέ τή θέλησή της μεταλλάχθηκε σέ φθορά, ὥστε νά προσφέρει καρπούς καί νά βλαστάνει ἀγκάθια μαζί μέ τριβόλους, ἀλλά πειθαρχώντας στό πρόσταγμα  τοῦ Δεσπότη μας Θεοῦ,Αὐτοῦ πού διόρισε ἔτσι νά γίνουν τά πράγματα τῆς ἀνακαινίσεως μέ τήν προοπτική τῆς Ἀναστάσεως.

Ἑπομένως ἀκόμη κι’ ὅταν ἀνακαινισθεῖ δέν θά γίνει τέτοια ὅπως δημιουργήθηκε ἀπό τήν ἀρχή , μή γένοιτο! ἀλλά ὅπως ἀκριβῶς σπείρεται σῶμα ψυχικό (Α΄Κορ. ιε΄,21) καί ἀνασταίνεται σῶμα ὄχι ὅπως τοῦ πρωτοπλάστη πρό τῆς παραβάσεως, δηλ. ὑλικό καί αἰσθητό καί τρεπτό , πού ἔχει ἀνάγκη ἀπό αἰσθητή τροφή , ἀλλά ἀνασταίνεται πνευματικό σῶμα καθ’ὁλοκληρίαν καί ἄτρεπτο ὅπως  ἦταν τό σῶμα τοῦ Δεσπότη μας Θεοῦ μετά τήν ἀνάσταση, δηλ. τοῦ δευτέρου Ἀδάμ,πού ἔγινε ὁ πρωτότοκος ἀπό τούς νεκρούς ,διαφέροντας πολύ ἀπό τό σῶμα ἐκείνου(τοῦ Ἀδάμ) ,κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ὅλη γενικά ἡ κτίση θά γίνει διά τοῦ νεύματος τοῦ Θεοῦ ὄχι ὅπως εἶχε δημιουργηθεῖ ὑλική καί αἰσθητή ἀλλά θά μεταμορφωθεῖ κατά τήν Β΄ Παρουσία σέ ἄϋλο καί πνευματικό  οἰκητήριο.

Ὅπως ἐξάλλου μᾶς λέει ὁ Ἀπ.Παῦλος ¨ δέν θά κοιμηθοῦμε ὅλοι,  ὅμως θά ἀλλάξουμε ἀτομικῶς , ἐν ριπῆ ὀφθαλμοῦ ,ἔτσι καί ἡ κτίση ἀφοῦ θά καεῖ ἀπό θεῖο πῦρ θά ἀλλοιωθεῖ¨

....ἐπίσης θά πληρωθεῖ καί τό λόγιο πού λέει ¨Δίκαιοι θά κληρονομήσουν γῆν¨(Ψαλμ.λστ΄,29) ὄχι αἰσθητή - διότι πῶς θά χρησιμοποιοῦταν ἀπό πνευματικούς ; - ἀλλά καθολικῶς πνευματική καί ἄϋλη, ὥστε αὐτοί πού ἀπέκτησαν ἄφθαρτα σώματα καί ἔγιναν ὑπερφυσικῶς φυσικοί καί ἀπερίγραπτοι , δηλ. ἄν καί περιγραπτοί ἀπερίγραπτοι νά ἔχουν ἄξια κατοικία τῆς δόξας τους.

...Κατά τήν ἀνάσταση τῶν δικαίων «οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται» ἀλλά εἶναι σάν τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ. Ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἀπ.Παῦλος ¨σπείρεται σῶμα ψυχικό, ἐγείρεται σῶμα πνευματικό¨.Ἀπό κεῖ ἄς μάθουμε ὅτι τά σώματά μας θά εἶναι πνευματικά σάν τῶν ἀγγέλων ὅταν θά ἀναστηθοῦν ἀπό τούς νεκρούς».

(  Ἀπόσπασμα ἀπό τά ¨Κεφάλαια θεολογικά καί ἠθικά¨ ,τόμος 1ος, Ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου ἀπό τή σειρά SOURCES CHRETIENNES ) σελ. 204-218)

 

Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει πιό συγκεκριμένα:

«Μερικοί φαντάσθηκαν τόν Παράδεισο αἰσθητό, ἄλλοι πάλι νοητό. Ὅμως ἐγώ νομίζω ὅτι ὅπως ὁ ἄνθρωπος εἶχε πλασθεῖ αἰσθητός καί συνάμα νοητός , ἔτσι ἔπρεπε νά εἶναι καί ὁ ἱερώτατος τόπος του , αἰσθητός καί συνάμα νοητός καί ἔχοντας διπλή ἔμφαση, γιατί μέ τό σῶμα ἐνῶ αὐλιζόταν στόν πολύ ὄμορφο καί θειότατο χῶρο ,καθώς διηγηθήκαμε, μέ τήν ψυχή διέμενε σέ ὑπέρτερο καί ἀσύγκριτο καί ὡραιότερο τόπο , ἔχοντας ἐκεῖ ἔνοικο τόν Θεό καί αὐτόν λαμπρό ἔνδυμα καί περιβεβλημένος τή χάρη Του καί ἀπολαμβάνοντας τό μόνο γλυκύτατο καρπό τῆς θεωρίας Του σάν κάποιος ἄλλος ἄγγελος καί τρεφόμενος μέ αὐτήν. ...

...Ἔτσι διπλό νομίζω τόν θεῖο Παράδεισο.Καί ἀληθινά παρέδωσαν οἱ θεοφόροι Πατέρες , πού δίδαξαν εἴτε ἔτσι εἴτε ἀλλιῶς».

(Ἔκδ. Ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως¨ σελ. 145-147)

 

Ὁ ὅσιος  Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός διδάσκει ὅτι ὅταν ρωτήθηκε ἀπό κάποιον πῶς θά εἶναι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ μετά τήν κρίση καί τήν ἀνταπόδοση, ἀπάντησε μέ τά λόγια τοῦ προφήτη Δαβίδ ¨Κατ’ἀρχάς σύ Κύριε, τήν γῆν ἐθεμελίωσας , καί ἔργα τῶν χειρῶν σου εἰσιν οἱ οὐρανοί. αὐτοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις , καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καί ὡσεί περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς καί ἀλλαγήσονται¨(Ψαλμ. ρα΄,26-27)

«....Χωρίς ἀμφιβολία θ’ἀλλάξουν ὅλα, ὅπως ἀκριβῶς θά ἀνακατασκευασθοῦν ἀπό τήν ἴδια οὐσία τά σώματα ὅλων τῶν νεκρῶν καί θά ἀναστηθοῦν ἄφθαρτα , αἰώνια καί ἀναλλοίωτα. ...

Ὅταν ἀναστήσει λοιπόν ὁ Θεός ἄφθαρτα καί σῶα τά σώματα τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ μέχρι τῆς συντελείας , τότε θά κάνει καινούργιο οὐρανό καί καινούργια γῆ. Δέν θά ὑπάρχει πάνω τους τίποτε φθαρτό . ...Δέν θά ὑπάρχουν θηρία , ἑρπετά καί πετεινά. Θά ὑπάρει μόνο κτίση ἀπολαυστική καί εὐωδιαστή σάν τό μύρο. Τότε δέν θά ὑπάρχει νύχτα.Ὅλα τά φῶτα θά ἀτονήσουν καί θά λάμψει ἕνα φῶς μύριες φορές λαμπρότερο».

(Τοῦ ὁσίου Ἀνδρέα, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ¨, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου,σελ. 228-229)

 

E[25]       Ποιό εἶναι τό λειτουργικό καί θεολογικό νόημα τῶν ἕξι ψαλμῶν τοῦ Ὄρθρου; Γιατί βρίσκονται σ’αὐτήν τήν τόσο πρώϊμη θέση τοῦ ὄρθρου καί διαβάζονται διαδοχικῶς; Πότε ἱστορικά ἀναπτύχθηκε ὁ ὄρθρος;

Α[25]   Ὁ Ἑξάψαλμος ἀποτελεῖ ἐκλογή ἕξι ψαλμῶν τοῦ ψαλτηρίου τοῦ Δαβίδ οἱ ὁποῖοι διαβάζονται στήν ἀρχή τοῦ ὄρθρου σά μιά προεισαγωγή τῆς ἀκολουθίας.

Ἐπειδή ὅμως ὁ ὄρθρος ἐντάσσεται στήν εὐρύτερη κατηγορία τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας ἀξίζει ἀρχικά νά παραθέσουμε τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Συμεών, ἀρχ/που Θεσσαλονίκης γιά τό βαθύτερο θεολογικό  νόημα τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.

Λέει λοιπόν ὅτι τό μεσονυκτικό γίνεται τά μεσάνυχτα ἐξαιτίας τοῦ ἥσυχου καί εἰρηνικοῦ νοός, ἐκφράζοντας α) τήν πίστη μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί τῆς δικῆς μας β) τήν Δευτέρα Παρουσία τήν ὁποία προσμένουμε καί κατά τήν ὁποία θά μᾶς ξυπνήσει ὁ Χριστός σά νά βρισκόμαστε σέ βαθύ θανάσιμο ὕπνο.

Στόν ὄρθρο  συνέχεια ,  ἐπειδή ἀποτελεῖ προεισαγωγική ἐωθινή προσευχή, δέν ἀνάβουν πολλά φῶτα. Ἀποτελεῖ εὐχαριστία στό Θεό ὁ ὁποῖος δημιούργησε τό φῶς , ἔλυσε τό σκότος τῆς πλάνης καί μᾶς προξένησε τό φῶς τῆς εὐσεβείας. Αὐτό τό τρίπτυχο ἐκφράζεται σαφέστερα μέσα ἀπό τούς ἐπιλεγμένους ἕξι ψαλμούς τοῦ Δαβίδ.

Πρίν ἀπό τούς ψαλμούς αὐτούς προηγεῖται ὁ ὕμνος τῶν ἀγγέλων ¨Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καί ἐπί γῆς εἰρήνη¨ τρεῖς φορές ,εἰς τῦπον τῆς Ἁγίας Τριάδος,πού ἀκούσθηκε κατά τή γέννηση τοῦ Σωτῆρος, ἀκολουθεῖ τό ¨Κύριε τά χείλη μου ἀνοίξεις καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν σου¨,δύο φορές καί κατόπιν οἱ ἕξι ψαλμοί.

Διά τῶν ψαλμῶν αὐτῶν ὁ δεόμενος πιστός

εἴτε ἐκφράζει τή σταθερή ἐλπίδα αὐτοῦ στό Θεό-ψαλμός 3,

εἴτε θρηνεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του-ψαλμός 37,

εἴτε δέεται ζητώντας παραμυθία-ψαλμός 62,

καί ἀπαλλαγή ἀπό τίς συμφορές -ψαλμός 87,

εἴτε ἐπικαλεῖται τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ-ψαλμός 102,

καί τή βοήθεια Αὐτοῦ-ψαλμός 142.

Ἡ πρώτη ὥρα μαζί μέ τόν Ὄρθρο ἀποτελεῖ ὑμνολογία στό Θεό . Ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης καί τόν Παράδεισο.

Τήν τρίτη ὥρα ὑμνοῦμε τό Θεό εἰς τιμήν τῆς Ἁγίας Τριάδος .

Τήν ἕκτη ὥρα ὑμνοῦμε τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ,ἀφοῦ ἐκείνη τήν ὥρα τόν σταύρωσαν.

Τήν ἐνάτη ὥρα παρέδωσε ὁ Κύριος τήν ψυχή Του. Ἡ γῆ σείσθηκε, τά μνημεῖα ἄνοιξαν , πολλά σώματα ἠγέρθηκαν . Εὐχαριστοῦμε τό Χριστό  ὁ ὁποῖος προσέφερε τίς ψυχές μας στά χέρια τοῦ Πατέρα.

Ὁ ἑσπερινός ὕμνος δείχνει τήν δοξολογία μας πρός τόν Κτίστη.

Ἄς δοῦμε ὅμως τώρα εἰδικότερα τό πῶς προέκυψε ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου.

Ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου κληροδοτήθηκε στήν Ἐκκλησία μας ἀπό τήν Ἰουδαϊκή  Συναγωγή.  Ἀπαρτιζόταν ἀπό ψαλμούς,ὠδές,ἀναγνώσεις καί εὐχές.

Στή συνέχεια  κατά τούς τρεῖς πρώτους μεταχριστιανικούς αἰῶνες ἐξελίχθηκε ἀπό Ἱεροσολυμῖτες μοναχούς . Διαβαζόταν ἀρχικά στό ναό τῆς Ἀναστάσεως στά Ἱεροσόλυμα ἀπ’ὅπου διαδόθηκε στόν ὑπόλοιπο χριστιανικό κόσμο διά μέσῳ προσκυνητῶν. Ἀπό τό Ὁδοιπορικό κάποιας μοναχῆς Αἰθερίας, Ἰσπανικῆς καταγωγῆς κατά πᾶσαν πιθανότητα, ἐπισκέπτριας τῶν Ἁγίων Τόπων, πληροφορούμαστε λεπτομερέστερα γιά τό τελετουργικό  τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου. Ἀκόμη ὅμως λεπτομερέστερη περιγραφή τοῦ μοναχικοῦ τύπου τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς ὅπως ἐτελεῖτο τόν 7ο αἰώνα στό ὄρος Σινᾶ μαθαίνουμε ἀπό τούς ἀββάδες Ἰωάννη καί Σωφρόνιο «...καί μετά τόν ἑξάψαλμο καί εἰπόντες τό Πάτερ ἡμῶν ἠρξάμεθα τούς ψαλμούς ἀνέτως...».  Ἀπό τή διήγηση αὐτή προκύπτει ὅτι τουλάχιστον ἀπό τόν 7ο αἰώνα ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου ἀποτελεῖτο ἀπό τόν Ἑξάψαλμο, τά ψαλμικά ἡμιστίχια , τά καθίσματα, τίς ὠδές , τούς ψαλμούς,τούς αἴνους,τήν δοξολογία.

Ἐπιλέχθηκαν λοιπόν  οἱ συγκεκριμένοι ψαλμοί 3, 37, 62, 87, 102, 142 ἐπειδή ἀναφέρονται περισσότερο καί χαρακτηριστικότερα στό θρῆνο γιά τήν ἁμαρτία , στή συνειδητοποίησή της, στήν ἱκεσία πρός τόν Θεό γιά τήν ἐπίτευξη τῆς γεμάτης ἐλέους συγχωρητικότητάς Του καί στήν εὐχαριστία γιά τήν ἀνταπόκρισή Του. Αύτές εἶναι οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά νά μπεῖ κάποιος στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν πού ἀποτελεῖ καί τόν κύριο σκοπό τῆς Θείας Λειτουργίας πού ἕπεται.

Τά ὅσα λέει ὁ Δαβίδ γίνονται προσευχή γιά τόν κάθε  ταπεινά συντετριμμένο ἄνθρωπο πού ἐπιζητᾶ πρωτίστως τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μέ ἄλλα λόγια στό πρόσωπο τοῦ Δαβίδ βλέπουμε τόν ἑαυτό μας ἔτσι ὅπως θά ἔπρεπε νά εἶναι ἔναντι τοῦ Θεοῦ-κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως- ἐνώπιον τοῦ ὁποίου καθημερινά ἁμαρτάνουμε.  Γι’αὐτό καί κατά τόν Ἑξάψαλμο συναισθανόμενοι τή σοβαρότητα τῆς Λειτουργίας ἀλλά καί τῆς συγκεκριμένης στιγμῆς στεκόμαστε ὄρθιοι, ἐπειδή στεκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ-Κριτῆ.

Σύμφωνα μέ τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ἀλλά καί βάσει τῶν ἑρμηνευτικῶν σχολίων τοῦ Ἀρχ/του Ἰωήλ Γιαννακοπούλου σημειώνουμε τά ἑξῆς ὡς πρός τό θεολογικό νόημα τοῦ Ἑξαψάλμου:

Μέ τόν ψαλμό 3 θέλει νά δείξει ὅτι ἄν καί ἔνοχος ὁ προφητάναξ Δαβίδ, κυνηγημένος ἀπό τό γιό του Ἀβεσσαλώμ γιά τό διπλό του ἁμάρτημα δέ χάνει τό θάρρος του ἀλλά προσεύχεται πρός τόν Θεό καί μάλιστα πρωϊ. Βασικά μέρη τοῦ ψαλμοῦ εἶναι ἡ ἀπελπισία τοῦ Δαβίδ , ἡ ἐλπίδα του πρός τόν Θεό, ἡ ἠρεμία του ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἐλπίδας καί ἡ προσευχή του γιά τή σωτηρία του.

Μέ τόν ψαλμό 37 παρουσιάζονται οἱ σωματικοί καί ψυχικοί πόνοι τοῦ Δαβίδ .Ὁ παρών ψαλμός ἦταν λειτουργικός. Ψαλλόταν κατά τήν ὥρα τῆς προσφορᾶς τῆς ἀναιμάκτου θυσίας. Τό συγκεκριμένο ψαλμό συνέθεσε ὁ Δαβίδ ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἀμαρτημάτων του κατά τήν ἐπανάσταση τοῦ Ἀβεσσαλώμ. Ἀναγνωρίζει ὅμως τή δικαιοτάτη τιμωρία του καί ὑπομένει καρτερικά τούς πόνους του.

Ὅταν ἦταν φυγάς καί κυνηγημένος ἀπό τόν Ἀβεσσαλώμ στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας συγγράφει τόν 62 ψαλμό. Ἐδῶ παρακαλεῖ τόν Θεό νά τόν βοηθήσει. Θέλει νά λυτρωθεῖ ἀπό τούς κινδύνους καί νά ἐξοντωθοῦν οἱ ἐχθροί του. Καί αὐτός ὁ ψαλμός ὅπως μαρτυροῦν οἱ Ἀποστολικές Διαταγές εἶναι πρωϊνή προσευχή τῶν Χριστιανῶν.  Διδάσκει μέ αὐτόν τόν ψαλμό τόν ὑπερβολικό ἔρωτα πού εἶχε στόν Θεό. Προφητεύει καί τόν ἀφανισμό πού ἐπρόκειτο νά λάβουν οἱ διώκοντες αὐτόν. Ἁρμόζει δέ ὁ ψαλμός αὐτός καί σέ μᾶς τούς Χριστιανούς διότι ὅταν καί ἐμεῖς βρισκόμαστε  στήν ἐρημιά τῶν ἡδονικῶν τοῦ κόσμου πραγμάτων καί ἔχουμε διάπυρο ἔρωτα πρός τόν Θεό , τότε ἐξολοθρεύονται οἱ ὁρατοί καί ἀόρατοι ἐχθροί μας καί δέν μποροῦν σέ τίποτε νά μᾶς βλάψουν. Ὁ ψαλμός αὐτός ἀναφέρεται ἐπίσης στήν ψυχή πού εἶναι ἔρημη παντός ἀγαθοῦ , ἐπιστρέφει ὅμως ὕστερα στόν Πλάστη της διά τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ ψαλμός 87 εἶναι ὁ θλιβερότερος ὅλων τῶν ψαλμῶν .Εἶναι μιά ἁλυσίδα στεναγμῶν καί ὁλολυγμῶν πού τελειώνει ἀπότομα μέ πίκρα.  Ὁ Δαβίδ βρίσκεται σέ ἀδιέξοδο. Πολλοί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τόν ἐφήρμοσαν ὡς σύμβολο τοῦ πάθους  τοῦ Σωτῆρος μας. Αὐτός ὁ ψαλμός προφητεύει γιά τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί γιά τήν εἰς Ἅδου κάθοδό Του.

Ὁ ψαλμός 102 παρουσιάζει τόν Κύριο μακρόθυμο καί πολυέλεο. Ψαλμός λεπτός, συγκινητικός , ὑπέροχος πού προδίδει ἄνθρωπο μεγάλης πίστεως καί εὐαγγελικῆς ἐλπίδας. Ἐπίσης μέ αὐτόν τόν ψαλμό καλοῦνται ὅλα τά δημιουργήματα νά ὑμνήσουν τόν Κύριο. Εἶναι εὐχαριστήριος ὕμνος πρός τόν Θεό.

Ἁρμόζει ἐπίσης καί στούς Ἰουδαίους πού ἀπελευθερώθηκαν ἀπό τούς Βαβυλωνίους καί εὐχαριστοῦν γι’αὐτό τόν Θεό. Περισσότερο ὅμως ἁρμόζει στούς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς ἐπειδή ἐλευθερώθηκαν ἀπό πικρότερη σκλαβιά , τήν τῶν δαιμόνων, καί ἔλαβαν εὐεργεσίες περισσότερες ἀπό τούς Ἰουδαίους.

Μέ τόν 142 τέλος ψαλμό ἐκφράζει τή μετάνοιά του. Εἶναι ὁ ἕβδομος ψαλμός μετανοίας.Ὁ Δαβίδ βρίσκεται ὑπό τήν καταδίωξη τοῦ Ἀβεσσαλώμ καί ζητᾶ τήν ἀπαλλαγή ἀπό τούς ἐχθρούς του ἀλλά καί τήν ἁγία ζωή. Κυριαρχεῖ ὁ πόνος καί ἡ προσευχή. Ὁ ψαλμός αὐτός ἁρμόζει σέ ἐκείνους πού βρίσκονται σέ θλίψεις καί πειρασμούς. Ἀναφέρεται ἐπίσης καί στό πρόσωπο τῆς ἀνθρωπότητας , πού καταδιώκεται καί θλίβεται ἀπό τό σατανᾶ καί ἀπό τόν ὁποῖο εὔχεται νά ἀπαλλαγεῖ διά τῆς παρουσίας τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἔτσι λοιπόν καί ἐμεῖς τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ὡς κατηγορούμενοι γιά τίς ἁμαρτίες μας ἐνώπιον τοῦ Κριτῆ θά πρέπει νά εἴμαστε συντετριμμένοι καί τεταπεινωμένοι γι’αὐτές, ζητώντας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

 

E[26]       I am a student of cultural studies from Slovenia and I am doing my final paper in Greece about women's and mens' monasticism in Greek Orthodox Church. I am claiming that monasticism in Greek Orthodox  Church is increasing. To prove this I would need a data about the number of monks and nuns in Greece for last 50 years. I was allready searching very much and it seem there is no archive, which would hold this. Maybe you would know, if there exists some statistics about the number of monks and nuns, as well of the monestaries. Where is possible to find it.

I would be very grateful for any answer of yours and any kind of direction.

Thank you very much.

Yours sincerely,

Justini Drobni

(The orthros commitee would like to apologise for this belated response)

Α[26]   Dear Justini,

At first we apologize for having delayed this reply. We trully hope you will succeed in finishing your paperwork, if not already.

As to your request, we suggest you to search at the Library of Apostoliki Diakonia,

1st Iasiou str., Athens, tel.+30 210 7272341, and ask for "Diptyxa tis Ekklisias tis Ellados", an annual tome which contains all the churches of Greece and the monasteries with the number of their monks and nuns.

With respect

The Orthros Commitee

 

E[27]       Παρακαλῶ, πὼς θεμελιώνεται θεολογικὰ ἡ ἀπαγόρευση συμμετοχῆς τῶν γυναικῶν στὴν Θεία Κοινωνία καὶ τὸν ἐκκλησιασμὸ κατὰ τὴν ἐμμηνορρυσία;

Α[27]   Παρακαλῶ βρεῖτε τὴν ἀπάντηση εἰς κείμενα-ἄρθρα:

Πρεσβυτέρου Γεωργίου Διαμαντοπούλου

«ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΤΟΥ ΜΗ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟΥ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΜΜΗΝΟΡΡΥΣΙΑ»

 

E[28]       Ποιά ἡ ὀρθόδοξη ἄποψη γιά τίς μορφές ἐναλλακτικῆς ἰατρικῆς, κυρίως γιά τήν ὁμοιοπαθητική καί κατά δεύτερον γιά τό βελονισμό; (Βιβλιογραφία;)

Α[28]   «ἐφευρέτης» τῆς Ὁμοιπαθητικῆς Samuel Hahnemann  σχετιζόταν μέ τόν Ἀποκρυφισμό καί τήν Ἀλχημεία καί ἀπό νεαρός μπῆκε στήν τεκτονική στοά καί ἔγινε Μασῶνος.  Πίσω ἀπό τήν Ὁμοιοπαθητική κρύβεται ἡ λεγομένη ὁλιστική θεώρηση τοῦ κόσμου.  Μιλᾶμε γιά τόν λεγόμενο ἀπόλυτο πανθεϊστικό μονισμό.  Σύμφωνα μ’ αὐτόν σέ ὅλα τά ὄντα ἔμψυχα καί ἄψυχα ὑπάρχει τό θεϊκό στοιχεῖο, ἡ θεϊκή οὐσία.  Ἔτσι δέν διακρίνεται ὁ Θεός ἀπό τά δημιουργήματα.  Ὅλα εἶναι Θεός! (Ἕν τό Πᾶν).  Ἡ θεϊκή οὐσία ρέει σέ ὅλα τά ὄντα.  Ἄν ὑπάρξει διαταραχή κατά τή ροή τῆς οὐσίας  ἤ «συμπαντικῆς ἐνέργειας» ἤ πράνας κατά τούς Ἰνδουϊστές ἤ «ἀστρικοῦ φωτός» κατά τούς Καββαλιστές ἤ τοῦ «ζωϊκοῦ μαγνητισμοῦ» κατά τόν Μεσμέρ κλπ. τότε, κατά τήν Ὁμοιοπαθητική, ἀρρωσταίνει ὁ ἄνθρωπος.  Γιά νά θεραπευθεῖ χρειάζεται α) αὐτογνωσία πού ἐπιτυγχάνεται μέ τή γιόγκα καί τό διαλογισμό  β) τόν θεραπευτή πού «ἀποτελεῖ ἕναν ἀγωγό πού μέσα ἀπό τή σύνδεση μέ τόν ἄρρωστο κινητοποιεῖ τή θεραπευτική δύναμη τῆς ζωῆς» καί γ) τό ὁμοιοπαθητικό φάρμακο.  Τά ὁμοιοπαθητικά φάρμακα παρασκευάζονται μέ διαδοχικές ἀραιώσεις κάποιας ὑποτιθέμενης φαρμακευτικῆς οὐσίας καί κάποιες κρούσεις πού ὑποτίθεται ὅτι δυναμοποιοῦν τό φάρμακο.  «Δυναμοποιοῦμε τό φάρμακο», γράφει ὁ Kent, ἕνας διάσημος ὁμοιοπαθητικός, «γιά νά μποροῦμε νά φτάσουμε μέχρι τήν ἁπλῆ οὐσία», δηλ . τή θεία οὐσία, ὅπως ἐξηγεῖ ἀλλοῦ. Ὁ π. Παΐσιος χαρακτήριζε τά ὁμοιοπαθητικά φάρμακα σάν δαιμονικό ὑποκατάστατο τοῦ ἁγιασμοῦ, ἐνῷ ὁ π. Πορφύριος εἶπε ὅτι κάποια ἀπό τά ὁμοιοπαθητικά χάπια, πού εἰσάγονται ἀπό τό ἐξωτερικό, εἶναι διαβασμένα ἀπό μάγους. 

Ὁ Γ. Βυθούλκας πού εἰσήγαγε τήν Ὁμοιπαθητική στήν Ἑλλάδα δέν ἦταν γιατρός, ἀλλά ἦταν ὁ «γιατρός» τοῦ Γκουρού Μαχαρίσι καί θεωροῦσε «πνευματικούς γίγαντες» τόν Ramana Maharishi καί τόν Ramakrishna.  Ὅλο αὐτό τό ζοφερό κλῖμα μᾶς πείθει γιά τίς ἀποκρυφιστικές ρίζες τῆς Ὁμοιοπαθητικῆς.  Τό γεγονός ὅτι πολύ καταφεύγουν στήν Ὁμοιπαθητική γιά νά θεραπευθοῦν χωρίς νά γνωρίζουν τί ἀκριβῶς συμβαίνει πρέπει νά μᾶς ἀνησυχήσει.  Ὑπάρχει μιά ψευδαίσθηση στούς προσερχομένους στούς Ὁμοιοπαθητικούς «γιατρούς», ὅτι γίνονται καλά.  Τί συμβαίνει;  Συμβαίνει ὅ,τι καί μέ φάρμακα Placebo δηλαδή ἐκεῖνα τά ψευδο -φάρμακα πού δίνουν οἱ γιατροί σέ ἀρρωστομανεῖς.  Αὐτά σέ μορφή χαπιοῦ, κάψουλας ἤ σιροπιοῦ δέν περιέχουν καμμιά θεραπευτική οὐσία.  Ὅμως οἱ ἀρρωστομανεῖς πού συνεχῶς φαντάζονται πόνους καί ἀρρώστειες πιστεύουν ὅτι παίρνουν τό καλλίτερο φάρμακο καί κατευνάζονται οἱ φανταστικοί ἤ νευρικοί πόνοι τους.  Παρόμοια δράση ἔχουν καί τά ὁμοιοπαθητικά φάρμακα ἰδίως ὅταν συνοδεύονται ἀπό μιά μακρά συζήτηση τοῦ ἀσθενοῦς μέ τόν ὁμοιοπαθητικό «θεραπευτή».  Κατ’ αὐτήν ὁ ἀσθενής ἠρεμεῖ καί ἐμπιστεύεται τό γιατρό.  Τό ὁμοιοιπαθητικό «φάρμακο» πού παίρνει στή συνέχεια ἐνεργεῖ κατευναστικά καί ὑπάρχει κάποιο προσωρινό ἀποτέλεσμα.  Ἔχουμε ὅμως πολλά παραδείγματα ἀσθενῶν πού πέθαναν ἐξ αἰτίας τῆς Ὁμοιοπαθητικῆς ἐπειδή πάσχοντας ἀπό σοβαρές ἀσθένειες (σακχαροδιαβήτη, νεφρική ἀνεπάρκεια κλπ.) ἐγκατέλειψαν τήν κανονική φαρμακευτική ἀγωγή καί κατέφυγαν στήν ἀγυρτεία τῶν ὁμοιπαθητικῶν φαρμάκων.

Παρόμοια ἰσχύουν καί γιά τόν βελονισμό, ὅπου οἱ βελόνες μπήγονται στά εἰδικά σημεῖα τοῦ σώματας («τσάκρας» κατά τήν ἰνδουϊστική φιλοσοφία), ὅπου βρίσκονται δῆθεν τά διάφορα βιοενεργητικά κέντρα.

Στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπάρχει ἡ προτροπή «Τίμα ἰατρόν...καί γάρ αὐτόν ἔκτισεν Κύριος» (Σοφία Σειράχ 38,1).   Νά τιμοῦμε καί νά ἀκοῦμε τούς γιατρούς πού σπούδασαν καί ἐκοπίασαν γιά νά ἀφομοιώσουν ὅλη τή γνώση πού παρέχει ἡ ἰατρική ἐπιστήμη, ὄχι τούς ἀγύρτες.

Καταφεύγοντας στήν ὁμοιοπαθητική ὄχι μόνο βάζουμε σέ κίνδυνο τήν ὑγεία τοῦ σώματός μας, ἀλλά καί τῆς ψυχῆς μας μιᾶς καί πίσω ἀπ’ τίς λεγόμενες ἐναλλακτικές θεραπεῖες κρύβεται ὁ ἀποκρυφισμός καί οἱ ἀνατολικές θρησκεῖες στίς ὀποῖες πολλές φορές παρασύρονται οἱ ἀπρόσεκτοι ἀσθενεῖς.

Ὅσον ἀφορᾶ τή βιβλιογραφία κατάλληλα εἶναι γιά ὅλους δύο μικρά βιβλία

·              Ἡ Ὁμοιοπαθητική ἀσυμβίβαστη μέ τήν Ὀρθόδοξη Πίστη, Ἔκδοση τῆς Πρωτοβουλιας Γονέων Βορείου Ἑλλάδος    ΠΟΛΥΓΥΡΟΣ 1998

·              Ἡ Ὁμοιοπαθητική ὑπό τό πρίσμα τῆς Ἰατρικῆς Ἐπιστήμης, τοῦ Ἀθανασίου Ἀβραμίδου, Ἐπικούρου Καθηγητοῦ Παθολογίας, Ἐκδόσεις «ΥΠΑΚΟΗ»

Ἐπιφυλασσόμεθα νά παρουσιάσουμε στήν ἰστοσελίδα μας μιά σύντομη πραγματεία γιά τό θέμα τῆς Ὁμοιοπαθητικῆς.

 

E[29]       Φίλος μου παλιοημερολογίτης (τοῦ «Χρυσοστόμου») ἔχοντας τελέσει γάμο μέ «ἱερέα» τοῦ δόγματός του μέ καλεῖ μέ τήν ἀρραβωνιαστικιά μου νά παρακολουθήσω «βάπτιση» παιδιοῦ του.  Ἔχει ἔρθει προηγουμένως σέ κανονική ἐκκλησία, σέ θεία λειτουργία, ἐπ' εὐκαιρίᾳ οἰκογενειακοῦ μνημοσύνου μου.  Εἶναι σωστό νά παραστῶ στή «βάπτιση» πού προανέφερα, ἔστω καί ὡς «ἀνταπόδοση»;  Δέν ἔχω πρόθεση νά τό κάνω «ἀναγνωρίζοντας» ἐμμέσως μυστήρια σέ σχίσμα.  Ἡ παράσταση σέ γάμο «καθολικῶν» ἤ μουσουλμάνων εἶναι ὁμοίως κατακριτέα;

Α[29]   Ἐκλαμβάνουμε τὸ γεγονὸς ὅτι ἀναφερόμενοι σὲ θρησκευτικοῦ τύπου τελετὲς ἀνθρώπων ἐκτὸς τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς, δηλαδὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοποθετεῖτε λέξεις ὅπως μυστήρια, ἱερέας, βάπτιση, καθολικός κ. ἄ. π. ἐντὸς εἰσαγωγικῶν ὡς ὁμολογία ὅτι ἡ Ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, εὑρίσκονται ἔγκυρα καὶ ὑποστατὰ μόνο μέσα στοὺς κόλπους Αὐτῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ μόνον[32].  Ἑπομένως προφανῶς ἡ ἐρώτησή σας ἀφορᾷ ὄχι στὸ τί πρεσβεύει ἐκκλησιολογικὰ ἡ Ὀρθόδοξος δογματικὴ σχετικά (τὸ ὁποῖον εἶναι δεδομένο, δηλαδὴ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ μόνη κανονικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία[33]), ἀλλὰ στὸ ποιὰ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εὑρίσκονται ἐκτὸς τῆς Ὁρθοδόξου Ἐκκλησίας χωρὶς τὴν ἄκτιστον Χάρη.  Εἰδικώτερα ἀπαντοῦμε στὸ ἐρώτημά σας γιὰ τὸ ἐὰν μπορεῖ νὰ συμμετέχει κανεὶς γιὰ λόγους κοινωνικῶν σχέσεων σὲ «ἀκολουθίες» σχισματικῶν, αἱρετικῶν καὶ ἀλλοθρήσκων, ἀκόμη καὶ ἐὰν ἐμεῖς ἐσωτερικὰ δὲν ἀναγνωρίζουμε καμμία ἀλήθεια στὰ πραττόμενα ὑπ’ αὐτῶν.

Σὲ αὐτὴν περίπτωση (καὶ εἰδικώτερα γιὰ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους) γνώμονας θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ πρᾶξις καὶ τὸ βίωμα τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.  Πολὺ χαρακτηριστική, ἡ ὁποία ἐκφράζει τὸ διαχρονικὸ καὶ αἰώνιο κύρος τῶν ὅσων κατωτέρω θὰ ἐκτεθοῦν, εἶναι ἡ περίπτωση τῶν τελευταίων χρόνων ποὺ ἔχει καταγραφεῖ στὸ βιβλίο: Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι, Ε΄ τόμος, Πάθη καὶ ἀρετές, ἔκδ. Ἱ. Ἡ. Εὑαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, 2006 Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, σς. 349, στὶς σελίδες 285 καὶ 286. Σ’ αὐτό ὁ Μεγάλος αὐτὸς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Γέροντας Παΐσιος, διηγεῖται ὅτι εἶχαν ἔλθει στὴν Καλύβη του δύο Παπικοὶ (δηλαδὴ αἱρετικοί) καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ ποῦνε μαζὶ (δηλαδὴ ὁ Γέροντας Παΐσιος καὶ αὐτοὶ δύο), ἀπὸ κοινοῦ τὴν προσευχὴ τοῦ «Πάτερ ἡμῶν».  Ὁ Γέροντας ἀρνήθηκε ῥητὰ ἐξηγώντας τους ὅτι γιὰ νὰ ποῦνε ἀπὸ κοινοῦ αὐτὴν τὴν προσευχὴ (διασταλτικὰ κάθε προσευχὴ) πρέπει νὰ ἔχουν κοινή, δηλαδὴ Ὀρθόδοξη πίστη.  Αὐτὸ ὅμως δὲν συμβαίνει, ἀντίθετα, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Γέροντα, μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τῶν παπικῶν ὑπάρχει τεράστιο, ἀγεφύρωτο χάσμα.

Σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὸ ἐρώτημά σας γιὰ τὴν παρακολούθηση ἀκολουθιῶν σχισματικῶν καὶ εἰδικώτερα γιὰ τὸ πραγματικὸ περιστατικό, γιὰ τὸ ὁποῖο κάνετε λόγο (σχισματικοὶ τοῦ Χρυσοστόμου) εἶναι ἀνάγκη νὰ τονίσουμε ὅτι γιὰ ὅλες τὶς παρατάξεις τῶν συγκεκριμένων σχισματικῶν (παλαιοημερολογιτῶν) δὲν γνωρίζουμε τὶ ἀκριβῶς συμβαίνει μὲ τὰ Μυστήριά τους, ἐὰν δηλαδὴ εἶναι ἔγκυρα καὶ ὑποστατά, διότι ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση καὶ ἀσάφεια σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ στὸ κύρος τῶν χειροτονιῶν τους. Ἐπίσης ληπτέον ὑπ’ ὄψιν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς βλασφημοῦν τὸ Πανάγιον Πνεῦμα, τὴν Ἄκτιστον Χάριν ὑβρίζοντας καὶ μὴ ἀναγνωρίζοντας τοὺς Μεγάλους Ἁγίους τῶν ἡμερῶν μας Γέροντα Πορφύριο, Γέροντα Παΐσιο, Γέροντα Ἰάκωβο, Γέροντα Βησσαρίωνα καὶ ἄλλους.

 

Ὁ 33ος Κανόνας τῆς ἐν Λαοδικείᾳ συνόδου διαλαμβάνει ὡς ἑξῆς:  «Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς, ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι.»

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ συγγραφεὺς τοῦ ΠΗΔΑΛΙΟΥ, ἑρμηνεύει τὸν Ἱερὸ Κανόνα ὡς ἑξῆς:  «Διορίζει οὗτος ὁ Κανὼν νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς, ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διά τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν ά. τοῦ Βασιλείου.»[34]

Ὁ παραπάνω Κανόνας ἀποδεικνύει ὅτι ἀντίστροφα δὲν ἐπιτρέπεται σὲ παλαιοημερολογίτη νὰ εἰσέρχεται σὲ Ναὸ Ὀρθοδόξων, ἐὰν δὲν ἀποκηρύξει τὸ «Παλαιὸ Ἡμερολόγιο»[35].

 

Εὐθὺς ἐξ’ ἀρχῆς γίνεται κατανοητὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει νόμιμο περιθώριο γιὰ νὰ συμμετέχει κανεὶς σὲ τέτοιες «ἀκολουθίες»·  ἐπίσης διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Ἱερὸς Κανόνας ἐπεκτείνει τὴν ἀπαγόρευση καὶ στοὺς αἱρετικούς, ἡ περίπτωση βέβαια τῶν ὁποίων μαζὶ μὲ μὲ τὴν περίπτωση τῶν ἀλλοθρήσκων εἶναι πολὺ πιὸ διαφορετική, ἀπὸ αὐτὴν τῶν σχισματικῶν (παλαιοημερολογιτῶν)·  ἑπομένως δὲν τίθεται θέμα ἐξομοίωσης τῶν τελευταίων μὲ ἐκείνους.

Ἐκτὸς βέβαια ἀπὸ τὴν ἀπαγόρευση τοῦ 33ου Κανόνα τῆς ἐν Λαοδικείᾳ συνόδου ὑπάρχει ῥητὴ διάταξη Ἀποστολικοῦ Κανόνα ποὺ δὲν ἐπιτρέπει τὴν συμπροσευχὴ καθ’ οἱανδήποτε τρόπο μὲ αἱρετικούς [36].  Ἐμεῖς θὰ σταθοῦμε σὲ δύο Ἱεροὺς Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἀκριβῶς ἀπορρίπτουν τὸν ἰσχυρισμὸ περί ἄρσεως τοῦ ἀδίκου χαρακτήρα τῆς πράξης δηλαδή τῆς εἰσόδου ὀρθοδόξου πιστοῦ σὲ ναὸ αἱρετικῶν, κατά τή διάρκεια ἀκολουθίας αὐτῶν, ἐάν δέν ἔχει σκοπὸ ἐσωτερικὰ νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ἐγκυρότητα τῶν «μυστηρίων» τους.

Ὁ πρῶτος εἶναι ὁ 9ος τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου ποὺ ἔχει ὡς ἑξῆς:  «Περὶ τοῦ μὴ συγχωρεῖν εἰς τὰ κοιμητήρια ἢ εἰς τὰ λεγόμενα μαρτύρια πάντων τῶν αἱρετικῶν ἀπιέναι τοὺς τῆς ἐκκλησίας, εὐχῆς ἢ θεραπείας ἕνεκα·  ἀλλὰ τοὺς τοιούτους, ἐὰν ὦσι πιστοί, ἀκοινωνήτους γίνεσθαι μέχρι τινός· μετανοοῦντας δὲ καὶ ἐξομολογουμένους ἐσφάλθαι,  παραδέχεσθαι.»

 

Τὸ ΠΗΔΑΛΙΟΝ παραθέτει τὴν ἀκόλουθη ἑρμηνεία:

«Ὄχι μόνον οἱ αἱρετικοὶ δὲν πρέπει νὰ ἐμβαίνουν εἰς τὰς Ἐκκλησίας τῶν ὀρθοδόξων, ἀλλ’ οὐδὲ οἱ ἐκ τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι οἱ πιστοὶ λαϊκοὶ καὶ ὀρθόδοξοι πρέπει νὰ πηγαίνουν εἰς τὰ κοιμητήρια τῶν αἱρετικῶν, ὅπου τινὲς ὀνομαστοὶ παρὰ τοῖς αἱρετικοῖς ἐνταφιάσθησαν, ἢ εἰς τοὺς οἴκους, ὅπου μάρτυρες τῶν αἱρετικῶν ἐτάφησαν· πολλοὶ γὰρ καὶ ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ἐν τῷ καιρῷ τοῦ διωγμοῦ καὶ τῆς εἰδωλολατρείας μέχρι θανάτου ἐκαρτέρησαν, τοὺς ὁποίους μάρτυρας ὠνόμασαν οἱ ὁμόδοξοι αὐτῶν.  Ἀλλ’ οὐδὲ οἱ ὀρθόδοξοι, λέγω, Χριστιανοὶ πρέπει νὰ πηγαίνουν εἰς αὐτοὺς ἢ διὰ νὰ προσευχηθοῦν, ἢ διὰ θεραπείαν, ἤγουν, ἢ διὰ νὰ τοὺς τι- (423/424) μήσουν ἢ διὰ νὰ ζητήσουν ἰατρείαν ἀπὸ αὐτοὺς εἰς τὰς ἀσθενείας των.  Ὅσοι δὲ τοῦτο ἤθελαν κάμῃ, διορίζει ὁ παρὼν Κανὼν νὰ ἀφορίζωνται πρὸς καιρὸν, ἕως ὁποῦ νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦν ὅτι ἔσφαλαν. Ὅρα καὶ τὸν μέ. Ἀποστολικόν.»[37]

 

Ὁ δεύτερος εἶναι ὁ 34ος τῆς ἰδίας Ἁγίας Συνόδου διαλαμβἀνων ὡς ἀκολούθως:

«Ὅτι οὐ δεῖ πάντα Χριστιανὸν ἐγκαταλείπειν Μάρτυρας Χριστοῦ, καὶ ἀπιέναι πρὸς τοὺς ψευδομάρτυρας, τοῦτ’ ἔστιν αἱρετικῶν, ἢ αὐτοὺς πρὸς τοὺς προειρημένους, αἱρετικοὺς γινομένους·  οὗτοι γὰρ ἀλλότριοι τοῦ Θεοῦ τυγχάνουσιν.  Ἔστωσαν οὖν ἀνάθεμα οἱ ἀπερχόμενοι πρὸς αὐτούς.»

 

Ἡ ἑρμηνεία τοῦ ΠΗΔΑΛΙΟΥ  ἔχει ὠς ἑξῆς:

«Ὁ μὲν οὖν θ΄. Κανὼν τῆς παρούσης, κατὰ τὸν Βαλσαμῶνα, ἀφορίζει μόνον τοὺς πηγαίνοντας εἰς τὰ μνήματα τῶν ψευδομαρτύρων τῶν αἱρετικῶν, ἐπειδὴ αὐτοὶ ἐπῆγαν πλανηθέντες, μὲ τὸ νὰ ἤλπισαν, ὅτι ἔχουν νὰ λάβουν βοήθειάν τινα ἀπὸ αὐτοὺς εἰς τὰς ἀσθενείας των, ὁ δὲ παρὼν ἀναθεματίζει τοὺς πηγαίνοντας εἰς αὐτὰ, ἐπειδὴ ἀφῆκαν μὲν τοὺς ἀληθεῖς Μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐχωρίσθησαν ἀπὸ τὸν Θεὸν, ἐπῆγαν δὲ εἰς τοὺς ψευδομάρτυρας αὐτοὺς μὲ ὅλην αὐτῶν τὴν ψυχὴν καὶ διάθεσιν, ὅθεν καὶ κατὰ τὴν διάφορον αὐτῶν διάθεσιν, διαφόρως καὶ παρὰ τῶν Κανόνων ἐπετιμήθησαν.  Ὅρα καὶ τὸν μέ. Ἀποστολικόν.»[38]

 

Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις γίνεται λόγος γιὰ μετάβαση Ὀρθοδόξου πιστοῦ σὲ μνήματα ἢ σὲ οἴκους ψευδομαρτύρων.  Τὰ ὅσα ὅμως διαλαμβάνουν οἱ δύο Κανόνες ἐφαρμόζονται καὶ στὴν περίπτωση εἰσόδου καὶ σὲ Ναὸ αἱρετικῶν διασταλτικά, καθὼς ἔχουμε παρόμοια περίπτωση, καὶ μάλιστα πιὸ σοβαρή, διότι ἐὰν κολάζεται ἡ μετάβαση ἁπλῶς στὰ κοιμητήρια καὶ στοὺς οἴκους αἱρετικῶν ψευδομαρτύρων, πόσο μᾶλλον θὰ ἐπιτιμᾶται ἡ εἴσοδος σὲ ναὸ αἱρετικῶν[39];

 

Στὶς ἑρμηνεῖες τῶν δύο αὐτῶν Κανόνων διαπιστώνουμε ὅτι καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ἀπαγορεύεται ἡ μετάβαση σὲ χώρους ποὺ θεωροῦνται ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς σὰν ἱεροί, ἀκόμη καὶ ἐὰν αὐτὸς ποὺ μεταβαίνει ἐκεῖ δὲν δίνει ὅλη τὴν ἐσωτερική του διάθεση καὶ συγκατάθεση πρὸς ὅ, τι βλέπει καὶ ἀσπάζεται, ἀλλὰ ἁπλῶς πιστεύει ὅτι θὰ ἀποκομίσει κάποιο ὄφελος (κοινωνικό, βιολογικό, οἰκονομικὸ κ. ο. κ.) ἢ ὅτι θὰ ἐκπληρώσει ἕνα (κοινωνικὸ ἢ ἀκόμη χειρότερα πνευματικὸ) καθῆκον ἀπὸ τὴν ἐκεῖ μετάβαση. Ἑπομένως οἱ Ἱεροὶ Κανόνες δὲν ἐπιτρέπουν τὴ συμμετοχὴ σὲ ἀκολουθίες αἱρετικῶν, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ διάθεση τοῦ Ὀρθοδόξου ποὺ συμμετέχει σὲ αὐτές.  Ἡ μόνη διαφοροποίηση εἶναι στὸ μέγεθος τοῦ ἐπιτιμίου:  στὴν πρώτη περίπτωση τῆς παραπλάνησης ὅτι δῆθεν μπορεῖ νὰ λάβει κάποια ἴαση χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἐσωτερικὴ συγκατάθεση ὡς πρὸς τὴν αἵρεση (ἢ γενικώτερα ὅτι θὰ λάβει κάτι καλό, ἐδῶ μποροῦν νὰ νοηθοῦν καὶ οἱ καλὲς κοινωνικὲς σχέσεις) τὸ ἐπιτίμιο εἶναι ἐλαφρότερο (Μικρὸς Ἀφορισμός, προσωρινὴ στέρηση Θείας Κοινωνίας), ἐνῶ γιὰ αὐτοὺς ποὺ συνειδητὰ προσέρχονται εἴτε σὲ ἀκολουθίες εἴτε σὲ ὁ,τιδήποτε θεωρούμενο ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς σὰν ἅγιο, πιστεύοντας ὁλόψυχα σὲ αὐτούς, καὶ ἀσπαζόμενοι τὶς κακοδοξίες τους, ἐπάγεται ἀνάθεμα, δηλαδὴ ἡ τελεία ἀποκοπή τους ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀνάγκη ἐδῶ νὰ τονιστεῖ ὅτι οἱ διατάξεις αὐτὲς (ποὺ δὲν κάνουν διάκριση λόγω ἐσωτερικῶν φρονημάτων) ἐφαρμόζονται διασταλτικὰ καὶ γιὰ τοὺς σχισματικοὺς καὶ γιὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους, περὶ τῶν ὁποίων τελευταίων διαλαμβάνουμε περισσότερα παρακάτω.

Σημειώνουμε τέλος ὅτι ὁ συμμετέχων σὲ ἀκολουθίες αἱρετικῶν (διασταλτικὰ καὶ ἀλλοθρήσκων), ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἐὰν ἐσωτερικὰ τὶς ἀναγνωρίζει ἢ ὄχι, θὰ ὑποπέσει στὸ ἐκκλησιαστικὸ ἀδίκημα ποὺ προβλέπει καὶ ἀπαγορεύει ὁ 32ος Κανόνας τῆς ἐν Λαοδικείας Συνόδου, δηλαδὴ θὰ κοινωνήσει, θὰ λάβει τὴν «ἀλογία» τῆς αἵρεσής τους, δηλαδὴ τὰ δαιμόνιά τους:  «Ὅτι οὐ δεῖ αἰρετικῶν εὐλογίας λαμβάνειν, αἵτινές εἰσιν ἀλογίαι μᾶλλον ἢ εὐλογίαι.»  Τὸ ΠΗΔΑΛΙΟΝ ἑρμηνεύει ὡς ἑξῆς:  «Δὲν πρέπει κατὰ τὸν παρόντα Κανόνα νὰ λαμβάνῃ τινὰς Χριστιανὸς εὐλογίαν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς, ἐπειδὴ αὗται δὲν εἶναι εὐλογίαι, ἀλλὰ μᾶλλον ἀλογίαι. Ὅρα καὶ τὸν μέ. Ἀποστολικόν.»[40] Καὶ τοῦτο συμβαίνει διότι κατὰ τὶς λειτουργικὲς πράξεις τῶν αἱρετικῶν μεταδίδεται ἀπὸ αὐτοὺς αὐτὸ ποὺ ἔχουν, δηλαδὴ τὸ ἀντίθετο ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας πνεῦμα.

Σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τέλος τὰ τελούμενα ἀπὸ ἀλλοθρήσκους (λ.χ. Μουσουλμάνους γιὰ τοὺς ὁποίους μᾶς ἐρωτᾶτε) ἰσχύουν κατ’ ἀρχὴν τὰ ὅσα ἀνωτέρω διαλαμβάνουν οἱ Ἱεροὶ Κανόνες περὶ μὴ ἀναγνωρίσεως ὁποιασδήποτε Χάρης σὲ αὐτούς, ἐπίσης περὶ τοῦ μὴ ἐπιτρεπτοῦ μετάβασης σὲ «ἱεροὺς» χώρους αὐτῶν ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ φρόνημα αὐτῶν ποὺ πηγαίνουν ἐκεῖ, ἐνῶ ἐπαναλαμβάνοντας τὸν 65ο Ἀποστολικὸ Κανόνα ποὺ ὁρίζει νὰ μὴ εἰσερχόμαστε σὲ Συναγωγὴ Ἰουδαίων γιὰ προσευχὴ, ὁ ὁποῖος ἐφαρμόζεται διασταλτικὰ γιὰ κάθε ἄλλη θρησκεία, παραθέτουμε τὴ σχετικὴ διδασκαλία καὶ τῶν ἀκολούθων ὁμοειδῶν Ἱερῶν Κανόνων:

Ὁ 71ος Ἀποστολικὸς Κανόνας κελεύει τὰ ἀκόλουθα:  «Εἴ τις χριστιανὸς ἔλαιον ἀπενέγκοι εἰς ἱερὸν ἐθνῶν ἢ εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων ἐν ταῖς ἑορταῖς αὐτῶν, ἢ λύχνους ἅπτοι, ἀφοριζέσθω.» Στὸν Κανόνα αὐτὸ φαίνεται κατηγορηματικὰ ὅτι τὰ ὅσα οἱ Ἱεροὶ Κανόνες διαλαμβάνουν γιὰ τὴ συμπεριφορά μας ἀπέναντι σὲ τελετὲς Ἰουδαίων ἐφαρμόζονται σὲ κάθε ἄλλη θρησκεία, στὴ φράση τοῦ Κανόνα «εἰς ἱερὸν ἐθνῶν».  Ἐπίσης θεωροῦμε πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὸ θέμα μας (ἐπιτρέπεται ἡ παρακολούθηση ἀκολουθίας σχισματικῶν, αἱρετικῶν, ἀλλοθρήσκων, ἐὰν δὲν συγκατατίθεμαι ἐσωτερικὰ  στό τυχόν σχίσμα ἢ στὰ αἱρετικὰ δόγματα ἢ τὶς πλάνες τους ἀντίστοιχα καὶ δὲν ἀναγνωρίζω ὡς ὑποστατὰ τὰ λειτουργικῶς πραττόμενα ὑπ’ αὐτῶν;) μία πολὺ σπουδαία ἐπισήμανση ποὺ κάνει τὸ ΠΗΔΑΛΙΟΝ ἑρμηνεύοντας τὸν Κανόνα.  Σύμφωνα μὲ αὐτὴν ἡ ἀπαγόρευση προσφορᾶς ἐλαίου ἢ ἡ ἁφὴ λύχνου σὲ ἱερὸ εἰδωλολάτρη (ἀλλοθρήσκου διασταλτικὰ) ἢ σὲ συναγωγὴ Ἰουδαίων κατὰ τὶς ἑορτές τους ἀπαγορεύεται σὲ κάθε περίπτωση:  «Φαίνεται γὰρ ἀπὸ τοῦτο ὁποῦ κάμνει, ὅτι φρονεῖ διὰ ἀληθινὰς τὰς ψευδοτελετὰς ἐκείνων, καὶ τὰ μεμολυσμένα μυστήρια.»[41] Ἑπομένως μπορεῖ μὲν ὁ Ὀρθόδοξος πιστὸς ποὺ πράττει αὐτὰ νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι δὲν ἀσπάζεται τὶς ψευτοτελετές τους καὶ τὰ ψευδομυστήριά τους, ὅμως δίδει σὲ τρίτους, ποὺ δὲν γνωρίζουν τὰ ἐσωτερικά του φρονήματα, τὴν ἐντύπωση ὅτι τὰ ἔχει ἀποδεχτεῖ, γεγονὸς ποὺ ἀποτελεῖ ἐπίσης ἁμαρτία.

Τὶς ἴδιες ἀπαγορεύσεις γιὰ τὴν ἴδια αἰτία (σκανδαλισμὸς) συναντᾶμε καὶ στὴν ἑρμηνεία τοῦ 70ου Ἀποστολικοῦ Κανόνα, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύει νὰ νηστεύουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους, ἢ νὰ λαμβάνουν τὰ δῶρα τῶν ἑορτῶν τους. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὸ ΠΗΔΑΛΙΟΝ, καθὼς θεωρεῖται δεδομένη ἡ ἀπαγόρευση γιὰ αὐτὸν ποὺ ἔχει ἤδη ἀσπαστεῖ τὸν Ἰουδαϊσμό ἢ ἄλλη θρησκεία, ἡ ἀπαγόρευση αὐτὴ ἰσχύει στὸν συγκεκριμένο Ἱερὸ Κανόνα ἀκόμη καὶ γιὰ αὐτὸν τὸν Ὀρθόδοξο ποὺ συννηστεύει μὲ τοὺς Ἰουδαίους ἢ γιὰ αὐτὸν ποὺ λαμβάνει τὰ δῶρα αὐτῶν, ἀλλὰ ἰσχυρίζεται ὅτι δὲν ἀσπάζεται ἐσωτερικὰ τὸν Ἰουδαϊσμό: «Διότι, κᾂν οἱ τὰ τοιαῦτα δεχόμενοι, καὶ συννηστεύοντες καὶ συνεορτάζοντες δὲν εἶναι ὁμόφρονες μὲ τοὺς Ἰουδαίους· (ὅτι ἂν ἦσαν τοιοῦτοι, ἔπρεπεν ὄχι νὰ καθαιρεθοῦν ἢ νὰ ἀφορισθοῦν, ἀλλὰ καὶ τῷ ἀναθέματι νὰ παραδοθοῦν κατὰ τὸν κθ΄. τῆς Λαοδικ.) ἀλλ’ ὅμως δίδουσι σκανδάλου ἀφορμὴν, καὶ ὑποψίαν ὅτι τιμῶσι τῶν Ἰουδαίων τὰς τελετὰς, τὸ ὁποῖον εἶναι τῶν ὀρθοδόξων ἀλλότριον.  Ἀφίνω νὰ λέγω, ὅτι καὶ μολύνονται οἱ τοιοῦτοι μὲ τὴν συναναστροφὴν τῶν Χριστοκτόνων· πρὸς τοὺς ὁποίους λέγει ὁ Θεὸς, νηστείαν καὶ ἀργίαν καὶ τὰς ἑορτὰς ἡμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου.»[42]

Στὴν τελευταία αὐτὴ φράση τῆς ἑρμηνείας διαπιστώνουμε ἕναν ἀκόμη σοβαρὸ λόγο ἀπαγόρευσης συμμετοχῆς σὲ τελετὲς άλλοθρήσκων, ὁ ὁποῖος μᾶς παραπέμπει καὶ στὸν Λαοδ. 32, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔχει γίνει ἤδη λόγος:  Ἡ συναναστροφὴ μὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἐπηρεάζει ἀρνητικὰ τὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ Ὀρθοδόξου πιστοῦ, ἀκόμη καὶ ἐὰν αὐτὸς δὲν ἀσπάζεται τὶς βλασφημίες τους[43].

Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω δὲν ἐπιτρέπεται σὲ Ὀρθόδοξο Χριστιανὸ νὰ συμμετέχει σὲ ἀκολουθίες, αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων, ἀκόμη καὶ ἐὰν δὲν ἔχει ἐσωτερικὰ ἀσπαστεῖ τὶς κακοδοξίες τους, οὔτε ἀναγνωρίζει αὐτὲς τὶς τελετὲς ὡς άγιαστικές, διότι προκαλεῖ σκανδαλισμὸ στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα, ἐνῶ ὁ ἴδιος μολύνεται ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἀσθένεια τῶν σχισματικῶν, αἱρετικῶν, ἀλλοθρήσκων, δηλαδὴ ἀπὸ τὰ δαιμόνια τῆς πλάνης, στὰ ὁποῖα εἶναι αὐτοὶ ὑποδουλωμένοι.  Στὴν περίπτωση μάλιστα ποὺ διαπράξει αὐτὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἀδίκημα ὑπόκειται σὲ ποινὴ Μικροῦ Ἀφορισμοῦ, δηλαδὴ στέρησης τῆς Θείας Κοινωνίας γιὰ εὔλογο χρονικὸ διάστημα ποὺ θὰ κρίνει ὁ πνευματικὸς πατέρας στὸν ἐξομολογούμενο καὶ μετανοήσαντα γιὰ αὐτὴν τὴν πτώση.

 

E[30]       Θά ἤθελα νά ρωτήσω τό ἑξῆς: Στό βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, στήν Ἔξοδο, ἀναφέρεται χαρακτηριστικά ὅτι ὁ Θεός σκληραίνει τήν καρδιά τοῦ Φαραώ καί στέλνει τίς ἑπόμενες πληγές. Τί θά μπορούσαμε νά ἀπαντήσουμε σέ κάποιον πού θά ἀπορήσει σ’ αὐτή τήν περίπτωση σχετικά μέ τό αὐτεξούσιον καί τό ἐλεύθερο τῆς βούλησης τοῦ ἀνθρώπου; Εἶναι δυνατόν νά καταλύεται; Ἡ μόνη ἐνδεχόμενη ἀπάντηση πού ἔχω σκεφθεῖ εἶναι ὅτι δέν θά μποροῦσε νά τοῦ λογισθεῖ ἔπειτα κατά τήν Κρίση. Εἶναι ὅμως μιά προσωπική ἐκτίμηση. Θά ἤθελα, ἄν γνωρίζετε, νά μοῦ ἀπαντήσετε ἐπ’ αὐτοῦ.

Ευχαριστώ πολύ.

 

Α[30]   Τὸ παραπάνω περιστατικὸ ποὺ ἀναφέρεται στὴν Παλαιᾶ Διαθήκη ἀποδεικνύει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο, δηλαδὴ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν παραβιάζει τὸ αὐτεξούσιον τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως πρέπει κανεὶς νὰ ἔχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ τὸ κατανοήσει.  Συγκεκριμένα:

Εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ κριτήρια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως τὸ νὰ ἑρμηνεύουμε Ὀρθόδοξα, δηλαδὴ μέσα ἀπὸ τὶς ἑρμηνεῖες τῶν ἁγίων Πατέρων, τὴν ἁγία Γραφή. Σὲ ἀντίθετη περίπτωση ὀλισθαίνουμε σὲ αἱρέσεις ἀπομονώνοντας φράσεις ἢ καὶ λέξεις ἑρμηνεύοντάς τις κακόδοξα.  Μία λοιπὸν ἀπὸ τὶς κύριες ἑρμηνευτικὲς προϋποθέσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι ὅτι ἀναφέρετει καὶ ὁμιλεῖ περὶ τοῦ Θεοῦ πιὸ ἀνθρωπομορφικά, δηλαδὴ χρησιμοποιεῖ ἐκφράσεις, παραστάσεις καὶ ἔννοιες ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ ἐκφράσει τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό διότι τότε οἱ ἄνθρωποι καταλάβαιναν καλλίτερα σ’ αὐτὴν τὴ γλώσσα.  Αὐτὸ ὅμως ποὺ ἔχει σημασία εἶναι ὅτι καὶ στὴν Παλαιά καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁμιλεῖ ὁ Ἴδιος Τριαδικὸς Θεός.

 

Σύμφωνα μὲ αὐτὰ τὰ κριτήρια πρέπει νὰ ἑρμηνεύσωμε τὴν φράση, στὴν ὁποία προφανῶς ἀναφέρεστε κυρίως, «ἐγὼ δὲ σκληρυνῶ τὴν καρδίαν Φαραὼ καὶ πληθυνῶ τὰ σημεῖα μου καὶ τὰ τέρατα ἐν γῇ Αἰγύπτῳ» (Ἐξ. 7, 3,. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλα σχετικὰ χωρία) ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι ὁ Θεὸς θὰ παύσει νὰ συγκρατεῖ τὸν Φαραὼ ἀπὸ τοῦ νὰ ἐκφράσει τὴν κακία του, διότι, ἐφ’ ὅσον ὁ Ἰσραὴλ ἦτο ὑπὸ τὴν ἐξουσία του, ὁ Θεὸς δὲν ἐπέτρεπε σὲ αὐτὸν νὰ ἐξωτερικεύσει ἐναντίον αὐτῶν ὅλη τὴν πονηρία του·  καὶ θὰ τὸ ἐπιτρέψει σὲ αὐτὸν καὶ στὶς δυνάμεις τοῦ σκότους, στὶς ὁποῖες ἦταν ὑποχείριος, οἱ ὁποῖες αὐτὲς καὶ μόνον σὲ συνεργασία μὲ τὴν πονηρὴ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου καθιστοῦν τὴν καρδία τοῦ ἀνθρώπου πνευματικὰ ἀναίσθητη, δηλαδὴ σκληρή σὰν πέτρα.  Αὐτὸ φαίνεται ἤδη ἀπὸ τὸ πρῶτο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου, στὸ ὁποῖο κάποιος προηγούμενος Φαραὼ φοβούμενος τὴν αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ τοῦ Ἰσραὴλ διέταξε τὴν βαθμιαῖα φυσική του ἐξόντωση. Μεταξὺ τῶν ἐντολῶν ποὺ ἔδωσε - ἐδῶ φαίνεται ἰδιαίτερα ἡ σκληροκαρδία του- ἦταν νὰ θανατώνεται διὰ πνιγμοῦ τὸ κάθε ἀρσενικὸ ποὺ θὰ γεννοῦσαν οἱ Ἑβραῖες. Αὐτὲς τὶς τυρανικὲς καὶ ἀπάνθρωπες ἐντολὲς συνέχιζε νὰ ἐφαρμόζει καὶ ὁ Φαραὼ ποὺ ἦρθε ἀντιμέτωπος μὲ τὸν Μωϋσῆ.  Ἐπίσης αὐτὸ φαίνεται ἀργότερα ὅταν ὁ Μωυσῆς, ὁ μόνος ποὺ ἐπέζησε κατὰ πρόνοιαν Θεοῦ, ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Φαραὼ νὰ τοῦ ἐπιτρέψει νὰ ἑορτάσει ὁ λαὸς στὴν ἔρημο, δηλαδὴ νὰ τοὺς ἀφήσει ἐλεύθερους.  Τί ἀπάντησε ὁ Φαραώ;  «τίς ἐστιν οὗ εἰσακούσομαι τῆς φωνῆς αὐτοῦ, ὥστε ἐξαποστεῖλαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ; οὐκ οἶδα τὸν Κύριον καὶ τὸν Ἰσραὴλ οὐκ ἐξαποστελῶ.» (Ἐξ. 5, 2)  Ἡ σκληροκαρδία δηλαδὴ τοῦ Φαραὼ δὲν ἦταν κάτι ποὺ τοῦ ἐπιβλήθηκε ἄνωθεν, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῆς κακῆς του προαίρεσης.  Ἦταν δηλαδὴ κάτι ποὺ ὁ ἴδιος ἐπιδίωκε, κάτι ποὺ τὸ εἶχε μέσα του, ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ ἐκδηλωθεῖ στὴν ὁλότητά του τὴν κατάλληλη στιγμή.  Ἔτσι αὐτὸς  δέν θά μποροῦσε νά παραπονεθεῖ ὅτι δὲν τὸν ἄφησε ἐλεύθερο ὁ Θεὸς νὰ ζήσει καὶ νὰ ὁμιλεῖ ὅπως αὐτὸς ἤθελε, ἀκόμη καὶ διεστραμμένα, ἀρνούμενος τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό. Ἀπό τήν ἄλλη ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ λαὸς θά μποροῦσαν νὰ δοῦνε τὴν δύναμιν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, μέσα ἀπὸ τὶς πληγὲς ποὺ ἀκολούθησαν.  Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Φαραὼ θά εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ μετανοήσει γιὰ τὴν ἀπιστία του.  Ὅπως ἔλεγε ἕνας Μεγάλος ἁγιορείτης Πατέρας τῶν ἡμερῶν μας ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει ποτὲ νὰ γίνει ἕνα μεγάλο κακό (δηλαδὴ νὰ ἐκφράσουν ἐλεύθερα οἱ ἄνθρωποι τὴν κακή τους προαίρεση δημιουργώντας τὸ κακό), ἐὰν δὲν γνωρίζει ὅτι θὰ προκύψει κάτι ἀντίστοιχα μεγάλο καλό, ὅπερ καὶ ἐγένετο στὴν προκειμένη περίπτωση.

 

Ὁ Θεὸς δὲν παραβιάζει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, διότι τότε θὰ ἐρχόταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν φύση Του ποὺ εἶναι κατὰ φύσιν καὶ ἀπόλυτα ἐλεύθερος, δηλαδὴ δὲν ὑπόκειται σὲ καμμία ἀνάγκη. Ἐν προκειμένῳ, ὡς Παντοδύναμος, δὲν εἶχε καμμία ἀνάγκη νὰ περιμένει τὴν σκληροκαρδία τοῦ Φαραὼ γιὰ νὰ ἐπιτρέψει νὰ ἔρθουν οἱ πληγὲς καὶ στὴν συνέχεια νὰ ἐλευθερωθεῖ ὁ Ἰσραήλ.  Ἐπειδὴ ὅμως εἶναι ὄχι μόνο ἀπόλυτα ἐλεύθερος ἀλλὰ καὶ ἀπόλυτα δίκαιος δὲν ἐξαναγκάζει τὸν Φαραὼ νὰ ἐλευθερώσει τὸν Ἰσραήλ.  Ἑπομένως καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Φαραὼ ὁ Θεὸς δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ ἐπιβάλλει κάποια κατάσταση, ἀλλὰ τὸ μόνο ποὺ κάνει εἶναι νὰ ἐπιτρέψει νὰ ὁδηγηθοῦν τὰ πράγματα στὴν φυσική τους ἐξέλιξη, δηλαδὴ ἐν προκειμένῳ ὁ Φαραὼ νὰ δείξει ὅλην τὴν σκληροκαρδία του, καὶ τότε ἔρχονται ὡς συνέπεια τῶν πράξεών του οἱ πληγὲς ἐκεῖνες, οἱ ὁποῖες ἔχουν σκοπὸ νὰ πληροφορήσουν αὐτὸν περὶ τοῦ ποιός εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, Τὸν Ὁποῖον ἀμφισβητοῦσε.

 

Συνέπεια ἐπίσης τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ τὸ ὅτι ἐπιτρέπει νὰ φερθεῖ σκληρόκαρδα ὁ Φαραώ, ἀκριβῶς γιὰ νὰ εἶναι ἀναπολόγητος ἐνώπιον τῶν δέκα πληγῶν ποὺ ἀκολούθησαν, ἀλλὰ καὶ τοῦ τελικοῦ καταποντισμοῦ τῶν Αἰγυπτίων στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα καὶ τῆς ἀπελευθερώσεως του Ἰσραήλ.  Οἱ πληγὲς συνεπῶς ποὺ ὑφίστανται ὁ Φαραὼ καὶ οἱ Αἰγύπτιοι εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς σκληροκαρδίας τους, καὶ γιὰ αὐτὸ δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ διαμαρτυρηθοῦν κατὰ τοῦ Θεοῦ γιὰ αὐτές ἐνῷ ἀποτελοῦν  ταυτόχρονα σημεῖο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μετανοήσουν.

 

Ἑπομένως καὶ στὴν κρίση θὰ λογιστεῖ αὐτὴ ἡ σκληροκαρδία ἐναντίον του Φαραώ, διότι ὁ Θεὸς -ἄπαγε τῆς βλασφημίας!-  δὲν εἶναι δημιουργὸς τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο νὰ δημιουργήσει τὸ κακό.  Ἡ σκληροκαρδία, περὶ τῆς ὁποίας κάνει λόγο τὸ βιβλίο τῆς Ἐξόδου, καὶ περὶ τῆς ὁποίας μᾶς ἐρωτᾶτε, εἶναι δημιούργημα ἀποκλειστικὸ τοῦ Φαραὼ καὶ τῶν δαιμόνων, ὅπως φάνηκε ἀπὸ τὰ παραπάνω παραδείγματα καί συνεχίζεται ἀκόμη καὶ μετὰ τὴ διέλευση τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅ ἴδιος ὑφίσταται τὶς συνέπειες τόσο σὲ αὐτὴ τὴν ζωή (δέκα πληγές καὶ τελικὰ θάνατος διὰ καταποντισμοῦ στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα), ὅσο καὶ μετὰ θάνατον.

 

E[31]       Στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀναφέρεται στή Γένεση, κεφ. στ',  ὅτι οἱ γιοί τοῦ θεοῦ εἶδαν τίς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλές ἦταν καί ἑνώθηκαν μέ πολλές ἀπό αὐτές. Μετά ἀπό αὐτό τό γεγονός ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ Τόν ὁδήγησε νά ὁριοθετήσει τήν ἀνθρώπινη ζωή στά 120 χρόνια καί νά ἀφανίσει τούς ἀνθρώπους μέ τόν κατακλυσμό τοῦ Νῶε! Οἱ γιοί τοῦ θεοῦ ( ἦταν οἱ ἐλοχίμ ἐκπεσόντες ἄγγελοι;) ἤ θέλουμε στή μετάφραση νά τούς ἀποκαλοῦμε γίγαντες; Ναί, ἀλλά  ἄν ἦταν οἱ γίγαντες ( οἱ μέ κακά δηλαδή πάθη καί κακό φρόνημα ἄνθρωποι σύμφωνα μέ διάφορες θεολογικές ἑρμηνεῖες) , τότε γιατί νά γίνει ὁ ἀφανισμός μέ τόν κατακλυσμό τοῦ Νῶε ἀφοῦ οἱ μέν γυναῖκες καί νά εἶχαν ἀνθρώπινες ἀδυναμίες δέν μποροῦσαν νά ἀντισταθοῦν, οἱ δέ γίγαντες εἶχαν τή σωματική δύναμη καί ἄρα μποροῦσαν νά ἐπιβάλλουν πολλές φορές αὐτό πού ἤθελαν, ἀφοῦ ὅπως λέει ἡ Παλαιά Διαθήκη αὐτοί ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναίκας ἀπό πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο).  Δηλαδή στήν οὐσία ἔφταιγαν οἱ γίγαντες (γιοί τοῦ Θεοῦ πού βρίσκονταν ἐκεῖνο τό χρονικό διάστημα ἐπί τῆς γῆς) ὅπως καί κατά τήν δημιουργία  τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἔφταιγε τό φίδι (διάβολος). Τελικά πάντα κάποιος τρίτος ἔφταιγε καί τό γένος τῶν ἀνθρώπων  ἔβρισκε διαρκῶς τήν ὀργή τοῦ καλοῦ Θεοῦ.

Α[31]   συγκεκριμένη ἐρώτηση ἔχει πολλά ὑποερωτήματα τά ὁποῖα πρέπει νά μποῦν σέ μιά σειρά καί νά δοθοῦν σωστές ἁγιοπατερικές ἀπαντήσεις.Βάση μας θά ἔχουμε τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο πού μᾶς ἑρμήνευσαν εἰς βάθος τό περί γιγάντων θέμα.

1) Ὀργή τοῦ Θεοῦ;   ὀργή τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τήν ἀνθρώπινη ὀργή πού κρύβει ἐκδίκηση καί χαιρεκακίαἩ ἱερά ὀργή τοῦ Θεοῦ κρύβει ἀγάπη, παιδαγωγία, σωφρονισμό, προστασία, σωτηρία. Θά τό δοῦμε παρακάτω.

2) 120 χρόνια;  Δέν σημαίνει ὅριο ἀνθρωπίνης ζωῆς πού θέτει ὁ Θεός ἀπό ἐκδίκηση, ἀλλά ἀποτελεῖ τή συνέπεια τῆς δικῆς μας ἀνθρωπίνης πονηρίας καί ἁμαρτίας. Ὁ Θεός μέ αὐτόν τόν τρόπο δείχνει τή  μακροθυμία Του, τήν ὁποία μάλιστα ὕστερα ἀπό τόσα ἁμαρτήματα ἐκδηλώνει πρός τούς ἀνθρώπους, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά μᾶς εἶχε ἐξαφανίσει.

3) Οἱ γιοί τοῦ θεοῦ δέν εἶναι οἱ ἐκπεσόντες ἄγγελοι (ἐλωχείμ).

Ποιοί ὅμως εἶναι τότε;

Tί σχέση ἔχουν μέ τούς γίγαντες;

Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ γίγαντες;

Mήπως ἔχουν σχέση μέ ἐξωγήϊνους;

Ἡ ἐμφάνιση τῶν γιγάντων γίνεται πρίν τόν κατακλυσμό;

 

Ἄς δοῦμε ὅμως πρῶτα τό ἴδιο τό κείμενο:

«Ἰδόντες δέ οἱ υἱοί τοῦ θεοῦ τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσίν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπό πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο.  Καί εἶπε Κύριος ὁ Θεός.  οὐ μή καταμείνῃ τό πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τόν αἰῶνα διά τό εἶναι αὐτούς σάρκας, ἔσονται δέ αἱ ἡμέραι αὐτῶν ἑκατόν εἴκοσι ἔτη.  Οἱ δέ γίγαντες ἦσαν ἐπί τῆς γῆς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις.  Καί μετ’ἐκεῖνο, ὡς ἄν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ πρός τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, καί ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ γίγαντες οἱ ἀπ’αἰῶνος, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοί.  Ἰδών δέ Κύριος ὁ Θεός ὅτι ἐπληθύνθησαν αἱ κακίαι τῶν ἀνθρώπων ἐπί τῆς γῆς καί πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῆ καρδίᾳ αὐτοῦ ἐπιμελῶς ἐπί τά πονηρά πάσας τάς ἡμέρας, καί ἐνεθυμήθη ὁ Θεός ὅτι ἐποίησε τόν ἄνθρωπον ἐπί τῆς γῆς καί διενοήθη.  Καί εἶπεν ὁ Θεός ἀπαλείψω τόν ἄνθρωπον, ὅν ἐποίησα ἀπό προσώπου τῆς γῆς, ἀπό ἀνθρώπου ἕως κτήνους καί ἀπό ἑρπετῶν ἕως πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι μετεμελήθην ὅτι ἐποίησα αὐτούς» (Γεν.στ΄,2-7).

Μᾶς λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος γιά αὐτό πού ἰσχυρίζονται κάποιοι, ὅτι δηλαδή οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ ἀναφέρονται στούς ἀγγέλους καί ὄχι στούς ἀνθρώπους:

«Ἄς μᾶς δείξουν πρῶτα-πρῶτα σέ ποιό σημεῖο ὀνομάσθηκαν οἱ ἄγγελοι υἱοί θεοῦ.  Ἀλλά αὐτοί συνεχίζουν καί λένε ναί, ἦσαν ἄγγελοι, ἐπειδή ὅμως κατῆλθαν στήν παράνομη αὐτή πράξη, ἐξέπεσαν ἀπό τό ἀξίωμά τους καί ὁ διάβολος καί ἐκεῖνοι ἐπειδή ὑπερηφανεύθηκαν, ὅπως ἀκριβῶς καί κάποιος σοφός λέει «Ἐξ αἰτίας τοῦ φθόνου τοῦ διαβόλου εἰσῆλθε στόν κόσμο ὁ θάνατος».

Πές μου λοιπόν ἄν ὁ διάβολος δέν εἶχε ἐκπέσει πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, πῶς θά ἦταν δυνατόν νά φθονήσει τόν ἄνθρωπο ἐνῶ διατηροῦσε τό ἀξίωμά του; Διότι ποιά δικαιολογία μπορεῖ νά ἔχει τό νά φθονήσει ἄγγελος τόν ἄνθρωπο, ὁ ἀσώματος καί ὁ εὑρισκόμενος σέ τόσο μεγάλη τιμή ἐκεῖνον πού περιβάλλεται μέ σῶμα; Ἐπειδή ὅμως ὁ διάβολος κατέπεσε ἀπό τήν ὑψίστη δόξα στήν ἐσχάτη καταισχύνη καί αὐτά συνέβησαν ἐνῶ ἦταν ἀσώματος, καί εἶδε τόν ἄνθρωπο νά δημιουργεῖται καί νά καταξιώνεται τόσο μεγάλη τιμή, ἄν καί εἶχε σῶμα - ἐξ αἰτίας τῆς φιλανθρωπίας τοῦ δημιουργοῦ- τόν ἐφθόνησε πολύ καί μέ τήν ἀπάτη, τήν ὁποία εἰσήγαγε διά τοῦ ὄφεως, τόν κατέστησε ἔνοχο τῆς τιμωρίας τοῦ θανάτου.

…Δέν ἀκοῦς ἐξάλλου τόν Χριστό πού λέει ὅτι κατά τήν ἀνάσταση οὔτε νυμφεύονται, οὔτε ὑπανδρεύονται, ἀλλά εἶναι σάν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ;

Ἡ Ἁγία Γραφή συνηθίζει νά ὀνομάζει καί τούς ἀνθρώπους υἱούς τοῦ θεοῦ. Ἐπειδή λοιπόν αὐτοί κατάγονταν ἀπό τή γενεά τοῦ Σήθ …καί μιμοῦνταν τήν ἀρετή τῶν προγόνων τους ὀνομάσθηκαν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή υἱοί τοῦ θεοῦ. Υἱούς τῶν ἀνθρώπων ὀνόμασε ἡ Ἁγία Γραφή τούς γεννηθέντες ἀπό τόν Κάϊν καί τούς ἀνήκοντες στή γενιά του. …»

Στούς παραπάνω στίχους περιγράφεται ἡ αἰτία τῆς διαφθορᾶς, ἡ ὁποία ὀφείλεται στήν ἕνωση τῶν δύο γενεῶν, τῆς κακῆς τοῦ Κάϊν καί τῆς καλῆς τοῦ Σήθ, οἱ ὁποῖες μέχρι τώρα ἦσαν χωρισμένες. Δύο ἀπό τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἦταν ὁ Σήθ καί ὁ Κάϊν.  Ἀπό τή γαμική σύνδεση τῶν ἀπογόνων  τοῦ Σήθ (δηλ. τῶν υἱῶν τοῦ θεοῦ) καί τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάϊν (δηλ. τῶν θυγατέρων τῶν ἀνθρώπων)  προῆλθαν σωματικῶς μέν οἱ γίγαντες, ψυχικῶς δέ ἡ διαφθορά τῶν ἀνθρώπων.

Πιό ἀναλυτικά, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἐνώς ὀνομάσθηκαν πρῶτοι ἀπό τήν Ἁγία Γραφή υἱοί θεοῦ.  Ὁ Ἐνώς ἤλπισε πρῶτος ὅτι θά ἔχει τό ὄνομα τοῦ Κυρίου.  Ἦταν γιός τοῦ Σήθ, τοῦ ὁποίου τό γένος ἦταν διαφορετικό ἀπό τό καταραμένο γένος τοῦ Κάϊν καί ζοῦσε μέ σύνεση.  Ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν ἀπογόνων στεκόταν ἀκόμη τότε ὁ κόσμος, ἕως ὅτου κατά τό γεγραμμένο εἶδαν οἱ υἱοί τοῦ θεοῦ ὅτι οἱ θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων, δηλαδή οἱ κόρες ἀπό τή διεφθαρμένη γενεά τοῦ Κάϊν, ἦσαν ὡραῖες καί μαγεμένοι ἀπό τήν πορνική ὀμορφιά τους, πῆραν ὅσες διάλεξαν ἀπ’ὅλες αὐτές καί ἔμαθαν τά ἔργα τους.

Ὁ γάμος τῶν καλῶν ἀνδρῶν, πού ἦταν ἀπόγονοι τοῦ  Σήθ, μέ αὐτές τίς θυγατέρες εἶχε σά συνέπεια τήν δημιουργία τῶν γιγάντων ἀλλά καί τή διαφθορά τους διότι δέν πρόσεξαν ψυχικές ἀρετές παρά τή σωματική ὡραιότητα καί τόν πλοῦτο.

Ὅμως κατά τόν Ἅγ. Ἰω. Χρυσόστομο  φανερώνεται ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ διότι παρ’ὅλο πού οἱ ἄνθρωποι ἁμάρταναν ὁ Θεός δέν μείωσε τή ζωή. Ὡστόσο οὔτε ὁ χρόνος τῆς μακροθυμίας, γιά τόν ὁποῖο ἀναφερθήκαμε ἤδη παραπάνω, οὔτε ὁ φόβος τῆς τιμωρίας τούς σωφρόνισε.  Ἡ διαφθορά ἦταν τρομερά ἀθεράπευτη.  Οἱ γίγαντες ἦσαν περιβόητοι ὄχι μόνο γιά τή δύναμη καί τό ἀνάστημά τους ἀλλά καί γιά τό εὐέξαπτο καί φιλήδονό τους ἀπ’ὅπου καί οἱ ἀδικίες τους.  Γι’αὐτό καί «οὐ σώζεται βασιλεύς διά πολλήν δύναμιν, καί γίγας οὐ σωθήσεται ἐν πλήθει ἰσχύος αὐτοῦ».(Ψαλμ. λγ΄,16).  Δηλ.γίγαντες ὀνομάζονται οἱ καθ’ὑπερβολήν ἀσεβεῖς καί ὑπερήφανοι.  Γίγας εἶναι ὁ «ἥρωας» , ὁ τρομερός πολεμιστής, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ νά σωθεῖ ἀπό μόνος του. Ἴσως ὁ Δαβίδ ἔχει ὑπ’ὄψιν του τόν γίγαντα Γολιάθ, ὁ ὁποῖος ἡττήθηκε ἀπό τό τότε παιδί Δαβίδ.

Φυλές τῶν γιγάντων ἦταν:

·              Ἀνακείμ: μακροτράχηλοι καί περιβόητοι στήν Παλαιστίνη γιά τή σκληρότητά τους καί τό ἀνάστημά τους. Οἱ Ἑβραῖοι  ἐξαφάνισαν αὐτήν τή φυλή ὅταν κατέκτησαν τή Χαναάν .

·              Ἐμμαῖοι: μέγας λαός καί ἰσχυρός πού ἔζησε ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἀβραάμ στή χώρα πέρα τοῦ Ἰορδάνη.

·              Ζαμζουμμείμ: γίγαντες πού ἔζησαν ἀνατολικῶς τοῦ Ἰορδάνου Κατεστράφησαν ἀπό τους Ἀμμωνῖτες.

·              Ραφαείμ : ἰσχυρή καί πολεμική φυλή τῆς περιοχῆς Χαναναίας. Ἀπ’αὐτούς κατάγονταν ὁ Ὤγ, βασιλιάς τῆς Βασάν, ὁ Γολιάθ καί ἄλλοι.  Ὅλοι αὐτοί διακρίνονται γιά τή δύναμή τους, τό ἀνάστημα, τήν ὠμότητα καί τήν κακουργία.

Ἀπό ποιά αἰτία  λοιπόν ἀκόμη πιό συγκεκριμένα προέκυψαν οἱ γίγαντες;

«Ὅταν  εἶδαν οἱ υἱοί τοῦ θεοῦ, οἱ καταγόμενοι ἀπό τόν Σήθ, τίς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων, ἐκεῖνες δηλαδή πού γεννήθηκαν ἀπό τόν Κάϊν, ὅτι εἶναι ὡραῖες …ὅρμησαν πρός αὐτές…Πρόσεχε πῶς μέ τή λέξη «ὡραῖες» μᾶς φανέρωσε ὅλη τήν ἀσέλγειά τους.  Διότι δέν ὅρμησαν σ’αὐτήν τήν πράξη ἐπειδή ἐπιθύμησαν νά ἀποκτήσουν παιδιά, ἀλλά ἐξαιτίας τῆς ἀκρατίας τῆς ἡδονῆς.

Ἡ ἐπιθυμία τῆς ὀμορφιᾶς τούς ὁδήγησε στήν καταστροφή καί ἡ ὀμορφιά τοῦ προσώπου ἔχει γίνει ἡ αἰτία και τῆς πορνείας καί τῆς ἀσελγείας αὐτῶν…Ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πράξεως ἀπεγυμνώθησαν ἀπό τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ.  Καί γιά νά μάθουμε ὅτι δέν ἔκαναν αὐτό οὔτε μέ νόμιμο γάμο οὔτε ἐξαιτίας τῆς ἐπιθυμίας ἀποκτήσεως παιδιῶν γι’αὐτό λέει «ὅταν εἶδαν ὅτι εἶναι ὡραῖες ἔλαβαν γιά τόν ἑαυτό τους γυναῖκες ἀπό ἐκεῖνες πού ξεχώρισαν».

Τί λοιπόν; θά μποροῦσε κανείς νά κατηγορήσει τή θέση τῶν ὀφθαλμῶν;  Καθόλου.  Δέν ἔγινε αἰτία τοῦ σφάλματος ὁ ὀφθαλμός, ἀλλά ἡ ἀδιαφορία τῆς προαιρέσεως καί ἡ ἀχαλίνωτη ἐπιθυμία.  Διότι ὁ ὀφθαλμός γι’αὐτό δημιουργήθηκε, ὥστε μέ αὐτόν νά παρατηροῦμε τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καί νά δοξάζουμε τόν Δημιουργό τους. Ἔργο λοιπόν τοῦ ὀφθαλμοῦ εἶναι νά βλέπει. Τό νά βλέπει ὅμως μέ πονηρία αὐτό γίνεται ἀπό τό νοῦ, ὁ ὁποῖος κατευθύνει ἀπό μέσα.. Διότι ὁ Θεός δημιούργησε τά μέλη τοῦ σώματος γιά νά εἶναι χρήσιμα στήν ἐκτέλεση τῶν ἀγαθῶν πράξεων καί ἐπέτρεψε νά κατευθύνονται ἀπό τήν ἀσώματο οὐσία, δηλαδή τήν ψυχή.

Ὅταν λοιπόν ἐκείνη στραφεῖ πρός τήν ὀκνηρία καί χαλαρώσει τά ἡνία, ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἡνίοχος πού δέν γνωρίζει νά συγκρατήσει τά ἄτακτα σκιρτήματα τῶν ἀλόγων, ἀφοῦ χαλαρώσει τά ἡνία κατακρημνίζει καί τά ἄλογα πού σύρουν τό ἅρμα καί τόν ἑαυτό του.  Ἔτσι λοιπόν καί ἡ δική μας προαίρεση ὅταν δἐν γνωρίζει νά χρησιμοποιεῖ τά μέλη τοῦ σώματος ὅπως πρέπει, ὑποχωρεῖ στίς ἄτακτες ἐπιθυμίες καί καταποντίζεται.  Γι’αὐτό ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἐπειδή γνώριζε τόν εὔκολο ἐπηρεασμό τῆς φύσεώς μας καί τήν ἀδιαφορία τῆς προαιρέσεως, ἔθεσε νόμο ὁ ὁποῖος ἐμποδίζει τήν περίεργη θέα, γιά νά σβήσει τή φλόγα, ἡ ὁποία ἀπό μεγάλη ἀπόσταση ἀνάβει μέσα μας καί λέει «Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶδε γυναίκα γιά νά τήν ἐπιθυμήσει πρός ἁμαρτία ἤδη μοίχευσε αὐτήν μέσα στήν καρδιά του.  Γι’αὐτό λέει «ἀπαγορεύω τήν ἀκόλαστη θέα, γιά νά σᾶς ἀπαλλάξω ἀπό τήν ἀπρεπῆ πράξη».

Ἀλλά ἄς δοῦμε καί ὕστερα ἀπό τήν ἀπρεπῆ αὐτή πράξη καί τήν ἀκόλαστη γνώμη, τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.  Καί εἶπε Κύριος ὁ Θεός.  Δέν θά παραμείνει τό πνεῦμα μου στούς ἀνθρώπους αὐτούς αἰώνια, ἐπειδή αὐτοί εἶναι σαρκικοί.  Θά εἶναι δέ οἱ ἡμέρες τῆς ζωῆς τους 120 ἔτη. …Τήν προνοητική δύναμή Του ὁ Θεός τήν ὀνόμασε «Πνεῦμα» προαναγγέλλοντας τήν ἀπώλειά τους.  Λέει «ἐπειδή αὐτοί εἶναι σαρκικοί»…δηλαδή καταναλώνουν τή ζωή τους σά νά περιβάλλονται μόνο μέ σάρκα, χωρίς ψυχή.  Συνηθίζει βέβαια ἡ Ἁγία Γραφή νά ὀνομάζει σάρκα τούς σαρκικούς ἀνθρώπους, αὐτούς πού ἔχουν δηλαδή σαρκικό φρόνημα….Εἶδες τό μέγεθος τῆς ἀγανακτήσεως ; εἶδες ὑπερβολική ἀπειλή; Πρόσεχε πῶς ἀνέμειξε τή φιλανθρωπία μέ τήν ἀπειλή καί τήν ἀγανάκτηση.  Διότι τέτοιος εἶναι ὁ δικός μας Κύριος.  Πολλές φορές ἀπειλεῖ, ὄχι γιά νά πραγματοποιήσει τήν ἀπειλή, ἀλλά ἀφοῦ διορθώσει αὐτούς, νά μήν πραγματοποιήσει πλέον τήν ἀπειλή.  Ἄν ἤθελε πράγματι νά τούς τιμωρήσει γιά ποιό λόγο καί προέλεγε τήν ἀπειλή; Ἀλλά ἐπειδή δέν θέλει, γι’αὐτό πάντοτε ἀναβάλλει καί ἐπιβραδύνει καί προλέγει, μέ σκοπό νά παρέχει εὐκαιρία στούς ὑπευθύνους νά ἀποφεύγουν μέν τήν κακία, νά προτιμοῦν δέ τήν ἀρετή καί νά ἀποφεύγουν τήν δοκιμασία τῆς  τιμωρίας…. Ἐπειδή ὅμως θέλω νά σωθοῦν καί ἐκεῖνοι πού ἔχουν διαπράξει ἀνίατα ἁμαρτήματα καί κανείς νά μή χαθεῖ, γι’αὐτό καί πάλι ὑποχωρῶ 120 ἔτη. …Ὑπῆρξαν λέει πάνω στή γῆ ἐκεῖνες τίς μέρες γίγαντες  …Νομίζω ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή ὀνομάζει ἐδῶ γίγαντες τούς ἰσχυρούς κατά τό σῶμα…. Γιά νά μάθουμε λοιπόν καί ὕστερα ἀπό τήν ἀγανάκτηση καί τήν ἀπειλή καί τήν ἐπί τόσο χρόνο μακροθυμία, τήν ὁποία εἶχε δώσει σ’αὐτούς γιά νά μετανοήσουν,  ὅτι ὄχι μόνο δέν κέρδισαν τίποτε ἀλλά καί ἐπέμειναν στά ἴδια ἁμαρτήματα γι’αὐτό λέει «Εὐθύς ὡς συνευρίσκοντο οἱ υἱοί τοῦ θεοῦ μέ τίς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων καί γεννοῦσαν ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἦσαν οἱ παλιοί γίγαντες οἱ ὀνομαστοί ἄνθρωποι».  Εἶδες ὑπερβολική ἀχαριστία; εἶδες ἀναίσθητη ψυχή; Οὔτε ὁ φόβος τῆς τιμωρίας, οὔτε ὁ χρόνος τῆς μακροθυμίας ἀπεμάκρυνε αὐτούς ἀπό τίς πονηρές πράξεις.  Ἀλλά ἀφοῦ γιά μιά φορά κατέπεσαν στούς γκρεμούς καί τυφλώθηκαν κατά τό βλέμμα τῆς διανοίας, δέν θέλησαν πλέον νά ἐπανέλθουν στήν προηγούμενη κατάσταση, σά νά ποτίσθηκαν ἀπό κάποια μέθη τῆς πονηρᾶς ἐπιθυμίας, ὅπως ἀκριβῶς καί κάποιος σοφός λέει «Ὅταν ὁ ἀσεβής πέσει μέσα στό βάθος τῶν κακῶν, περιφρονεῖ τά πάντα.  Εἶναι λοιπόν φοβερό ἀγαπητέ, φοβερό, νά αἰχμαλωτισθεῖ κανείς στίς παγίδες τοῦ διαβόλου.  Διότι ἡ ψυχή, ὅπως καί ὁ χοῖρος εὐχαριστιέται ὅταν κυλιέται στό βόρβορο, ἔτσι κι’ἐκείνη ὅταν κατακλυσθεῖ ἀπό τήν κακή συνήθεια, δέν ἀντιλαμβάνεται  οὔτε τή δυσωδία τῶν ἀμαρτημάτων».

Ἐδῶ θέλει ἰδιαίτερη προσοχή μία συγκεκριμένη ἐπικίνδυνη ἑρμηνεία τῶν γιγάντων.

Ὅτι δηλαδή ἀποτελοῦν τούς σημερινούς ἐξωγήϊνους. Ἄς δοῦμε ὅμως σύντομα τί γίνεται μέ αὐτήν τήν παραπληροφόρηση καί ἀπό πότε ξεκινᾶ.

Τό 1947 ἕνας Ἀμερικανός ἰδιωτικός πιλότος, ὁ Κένεθ Ἄρνολντ ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἐνῶ πετοῦσε, εἶδε κάποια περίεργα ἱπτάμενα ἀντικείμενα τά ὁποῖα δέν ἦταν δυνατόν νά τά προσδιορίσει.  Γρήγορα ὅμως τό μυστήριο λύθηκε ἀφοῦ ἀποδείχθηκε ὅτι ἐπρόκειτο γιά ἀεροπλάνα τῆς πολεμικῆς ἀεροπορίας τῆς Ἀμερικῆς πού ἔκαναν δοκιμαστικές πτήσεις.  Ἀπό τότε ἄρχισε νά γίνεται λόγος γιά Οὔφο. Μερικοί μάλιστα ἰσχυρίσθηκαν ὅτι μυήθηκαν ἀπό αὐτό σέ ἀπόκρυφες καί μυστικιστικές ἀλήθειες, πού ἔχουν σχέση μέ τήν προέλευση, ἐξέλιξη καί πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ πλανήτη γῆ, καθώς καί μέ τή σχέση τους μέ τούς ἄλλους πλανῆτες καί τά ἐξωγήϊνα ὄντα.  Ἔτσι ἄρχισε νά ἀναπτύσσεται ἡ ἀποκρυφιστική Οὐφολογία ἡ ὁποία σέ συνδυασμό μέ τήν ἀνασφάλεια τοῦ ἀνθρώπου ἤ καί τήν ἄγνοια τοῦ προορισμοῦ του ἄρχισε νά διδάσκει ὅτι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ πλανήτη μας θά πραγματοποιηθεῖ μέ ἐπέμβαση δυνάμεων ἀπό ἄλλους πλανῆτες.

Ἡ ἐπικοινωνία μέ τούς ἐξωγήϊνους γίνεται συνήθως μέσῳ τῶν ἐξελιγμένων καί μυημένων δασκάλων ἤ καί μέντιουμ.

Οἱ οὐφολόγοι φθάνουν μέχρι καί τοῦ βλασφήμου σημείου νά ἑρμηνεύουν τήν ἐνσάρκωση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί τά βιβλικά γεγονότα μέ βάση τίς ἐξωγήϊνες ἀντιλήψεις τους. Τόν Μωϋσῆ τόν θεωροῦν μέντιουμ καί γιά τόν Χριστό λένε ὅτι ἀνελήφθηκε μέ τή βοήθεια ἑνός διαστημοπλοίου καί ὅτι μέ τόν ἴδιο τρόπο θά γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία Του.

Γιά τόν Χριστιανό ὅμως ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιουργημένος κατ’εἰκόνα καί καθ’ὁμοίωσιν ἀπό τόν προσωπικό Τριαδικό Θεό καί ἡ σωτηρία του μετά τήν πτώση ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν Θεό του, ἐπιτυγχάνεται μόνο ἐν Χριστῶ Ἰησοῦ .

Οἱ ἀποκρυφιστές ἀντιθέτως ὑποστηρίζουν ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός ἔξω ἀπό τόν ἄνθρωπο.  Αὐτό ἐκφράζεται ἰδιαίτερα στό χῶρο τῆς νεοειδωλολατρίας ὅπου ἡ φύση θεοποιεῖται.  Ἡ θεοποίηση τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου καταδικάζει τόν ἄνθρωπο σέ ἀπόλυτη μοναξιά.  Ἐδῶ ὁ ἄνθρωπος αὐτοεγκαταλείπεται ἀβοήθητος.

 

Σέ αὐτούς τούς γίγαντες δέν θά μείνει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Πνεῦμα ἐννοεῖται ἡ προνοητική δύναμη τοῦ Θεοῦ.  Ἑπομένως ἀφοῦ δέν θά προνοήσει ὁ Θεός γι’αὐτούς θά τούς ἀφήσει νά καταστραφοῦν, σεβόμενος τήν ἐλευθερία ἐπιλογῆς τους.  Ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἅγ. Ἰω.Χρυσόστομος ὁ Θεός μέ αὐτήν τήν ἀπώλεια τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τούς προμηνύει πώς ἐξαιτίας τῶν σαρκικῶν τους παθῶν καί τῆς φιλόσαρκης ζωῆς τους ἔμειναν ψυχικά ἔρημοι.  Κατά μία ἑρμηνεία ἡ πρώτη τιμωρία τῆς μίξεως καλῶν καί κακῶν εἶναι ὁ περιορισμός πρό τοῦ κατακλυσμοῦ τῶν ἐτῶν τῆς ζωῆς , διότι ἀνώφελος ὁ μακρός αἰών στούς ἐμπαθεῖς.  Ἄρα νά πῶς φαίνεται ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος σταματᾶ τήν διαιώνιση τοῦ κακοῦ ἀλλά καί προστατεύει τό δημιούργημά Του ἀπό χειρότερες κολάσιμες καταστάσεις…

Τότε λοιπόν ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἀποστασίας ἀπό τόν Θεό  αὐξήθηκε ἡ κακία πάνω στή γῆ, ἦλθε ὁ κατακλυσμός καί ὅλους τούς ἐξαφάνισε.  Καί ἄν τότε δέν βρίσκονταν πάνω στή γῆ συνετοί, δηλ. ὁ Νῶε καί οἱ γιοί τοῦ Νῶε (καί αὐτό  φανερώνεται ἀπό τό  ὅτι ὁ καθένας ἦταν σύζυγος μιᾶς γυναικός μέ τήν ὁποία μπῆκε στήν κιβωτό) δέν θά ἔμενε καμιά ρίζα καί ἀρχή γιά τή γένεση δευτέρου κόσμου.

Μέ τόν κατακλυσμό μειώνεται αἰσθητά τό κακό ἀλλά καί αὐτοί πού διέπρατταν τήν ἁμαρτία σταμάτησαν νά αὐξάνουν τήν καταδίκη τους.  Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι τό κακό εἶχε φθάσει στό ἀποκορύφωμά του, εἶχε ἐξαντληθεῖ καί τό τελευταῖο ὅριο τῆς μακροθυμίας τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τῆς ἀπειλῆς Του.  Ἔτσι ὁ Θεός μέ τόν κατακλυσμό θά ἐξαφάνιζε σάν κάποια πονηρή ζύμη τό ἀνθρώπινο γένος γιά νά μή γίνονται στίς ἑπόμενες γενιές διδάσκαλοι τῆς κακίας.

Γιατί ὅμως νά ἐξαφανίσει ὁ Θεός καί τά κτήνη;  Τά ζῶα ἐπλάσθησαν γιά τόν ἄνθρωπο.  Ἔπρεπε καί αὐτά νά καταστραφοῦν, διότι καταστρεφομένου τοῦ ἀνθρώπου ἐκλείπει και ὁ λόγος τῆς ὑπάρξεώς τους.  Διά τῆς καταστροφῆς τῶν ζώων φανερώνεται σύμφωνα μέ τόν Ἅγ. Ἰω. Χρυσόστομο ἡ μεγάλη ἀγανάκτηση τοῦ Θεοῦ. Στήν ἀπόφαση αὐτή ἦλθε ὁ Θεός ἀφοῦ προηγουμένως ἐπί μακρά ἔτη ὁ Νῶε ἐκήρυττε μετάνοια καί κατασκεύαζε τήν κιβωτό.  Οἱ ἄνθρωποι ὅμως ἐκεῖνοι, ὡς ἀναφέρει ὁ Κύριος, διεσκέδαζαν ἀδιαφοροῦντες (Ματθ. κδ΄, 37).  Ἡ δευτέρα τιμωρία λοιπόν ὑπῆρξε κατά μία ἑρμηνεία ὁ κατακλυσμός, ἡ ἀφαίρεση τῆς ζωῆς.  Ὅλα αὐτά τά περί κατακλυσμοῦ τά ἀναφέραμε γιά νά δείξουμε τήν διαφοροποίησή του ἀπό τούς γίγαντες.

Δηλ. ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἡ πορνεία ὁδήγησε αὐτούς πού ἀρχικῶς εἶχαν ὀνομασθεῖ υἱοί θεοῦ στόν παγκόσμιο κατακλυσμό.  Αὐτή ἡ πορνεία προκάλεσε τόν ἐμπρησμό τῶν Σοδομιτῶν ἀλλά καί τήν ἧττα τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τούς Μωαβῖτες.  Καί σήμερα πάλι αὐτή ἡ πορνεία  φέρνει σέ μᾶς τίς ἧττες ἀπό τά εἰδωλολατρικά ἔθνη καθώς καί τίς πολύμορφες  ἐσωτερικές καί ἐξωτερικές  κακώσεις καί συμφορές.  Προσέχετε ὅτι ἐξ αἰτίας αὐτῶν πού πόρνευαν θά καταστρεφόταν  παλιά αὐτός ὁ κόσμος  ἄν δέν στεκόταν ἀπό τούς σωφρονοῦντες; Αὐτοί δέ πού δέν εἶναι ἄξιοι οὔτε τοῦ παρόντος κόσμου, ἀφοῦ τόν παραμορφώνουν  σέ ἀκοσμία, πῶς δέν θά ἐκδιωχθοῦν καί ἀπό τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, παραδιδόμενοι στό πῦρ τῆς γεέννης, ἀφοῦ δέν ἀντέχουν στό πῦρ τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν; ἐκτός ἄν  βιασθοῦν τώρα νά τό σβήσουν διά τῆς μετανοίας καί νά ξεπλύνουν μέ τά δάκρυά τους τούς μολυσμούς πού προέκυψαν ἀπό αὐτό.  Μήν ἀγνοοῦν δέ καί τοῦτο, ὅτι ἄν δέν βιασθοῦν νά ἀντισταθοῦν στό πάθος διά τῆς μετανοίας, σταδιακῶς θά παραδίδονται σέ χειρότερα παρά φύση πάθη, τά ὁποῖα εἶναι συνέπειες τῆς πορνικῆς ἐπιθυμίας ….

Τί πρέπει λοιπόν νά αἰσθανόμαστε ἐμεῖς πού, ἐνῶ ἔχουμε διαταχθεῖ νά σταυρώσουμε τή σάρκα μαζἰ μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες, περιπίπτουμε πάλι στἀ ἴδια, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ πρός τούς υἱούς τῆς ἀπειθίας;  πού ἐνῶ διαταχθήκαμε νά νεκρώσουμε τά μέλη ἐπί τῆς γῆς, πορνεία, ἀκαθαρσία, πάθος, κακό καί τήν ἐπιθυμία, δἐν ἐφαρμόζουμε τήν προτροπή; 

Δέν θά φοβηθοῦμε λοιπόν κάποτε, ἄν ὄχι τίποτε ἄλλο, τουλάχιστον τίς θεομηνίες, τίς ἀπό κάτω, τίς ἀπό πάνω, τίς περασμένες, τίς μελλοντικές ἐκεῖνες καί αἰώνιες πού μᾶς ἀπειλοῦν;

Δέν θά φρίξουμε μπροστά στίς ἀποστολικές προειδοποιήσεις καί ἀποφάσεις καί συμβουλές, πού λένε, «δέν γνωρίζετε ὅτι εἶσθε ναός τοῦ Θεοῦ  καί μέσα σας κατοικεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ»;  Ὅποιος φθείρει τό ναό τοῦ Θεοῦ, θά τόν φθείρει ὁ Θεός ( Α΄Κορ. γ΄, 16). Καί πάλι «φανερά εἶναι τά ἔργα τῆς σαρκός, πού εἶναι πορνεία, ἀκαθαρσία, ἀσέλγεια καί τά ὅμοια γιά τά ὁποῖα προεῖπα, ὅτι ὅσοι κάνουν τέτοια δεν θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Γαλ. ε΄,19)» .

Καί πάλι «τοῦτο νά γνωρίζετε, ὅτι κάθε πόρνος ἤ ἀκάθαρτος ἤ πλεονέκτης, δηλαδή εἰδωλολάτρης, δέν ἔχει κληρονομία στή Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ»(Ἐφεσ. ε΄,5).

Καί πάλι «τοῦτο εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμός μας, τό νά ἀπέχουμε ἀπό τήν πορνεία.  Διότι δέν μᾶς κάλεσε ὁ Θεός γιά ἀκαθαρσία, ἀλλά γιά ἁγιασμό. Ἑπομένως ὅποιος τό ἀθετεῖ, δέν ἀθετεῖ ἄνθρωπο, ἀλλά τόν Θεό πού δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα του σέ μᾶς»(Α΄ Θεσ. δ΄,3).

 

4) Δέν ἔφταιγε τό φίδι γιά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἔφταιγαν πού παρήκουσαν τόν Θεό καί ὑπήκουσαν στό διάβολο.  Ἀπό τότε ἀμαυρώθηκε τό κατ’εἰκόνα.  Δηλ. λερώθηκε. Σκοτείνιασε. Μαύρισε.  Παραμορφώθηκε.  Διεστράφηκε.  Ἔτσι λοιπόν καί οἱ γίγαντες εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐφάμαρτης σχέσεως τῶν γιῶν τοῦ θεοῦ μέ τίς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων.  Καί οἱ μέν καί οἱ δέ εἶχαν τήν ἐλευθερία ἐπιλογῆς νά μήν ἁμαρτήσουν.  Ἄρα δέν πρόκειται γιά κάποιον τρίτο πού φταίει.  Καί στίς δυό περιπτώσεις φταίει ἡ κακή καί ἐφάμαρτη ἐπιλογή τοῦ ἀνθρώπου μέ τίς ὅποιες συνέπειες.

5) Ὁ καλός Θεός ἄν δέν τό λέμε εἰρωνικά, τιμωρεῖ παιδαγωγικά-πατρικά-σοφά. Ὅπως ἕνας πατέρας τό παιδί του, ἕνας δάσκαλος τό μαθητή του.

Ἄν ὅμως ἡ ἔκφραση «καλός Θεός» εἶναι εἰρωνική μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ Θεὀς  παίζει μέ τούς ἀνθρώπους στέλνοντάς τους τήν ὀργή Του, ὅταν ἐκεῖνοι τοῦ παραστρατοῦν, ἐνῶ ὁ ἴδιος παρουσιάζεται ὡς ἀγαθός, τότε βλασφημοῦμε τόν ἴδιο τόν Θεό καί τόν ἑαυτό μας  ἀλλά καί σνομπάρουμε τό ἀνεξερεύνητο σχέδιο τοῦ Θεοῦ.

 

E[32]       Σεβαστοί πατέρες εὐλογεῖτε., των προτέρων. Την ευχή σας. Σᾶς παρακαλῶ πεῖτε μου ποῦ ὁρίζεται στήν Ἁγία Γραφή ὅτι οἱ γυναῖκες πρέπει νά φοροῦν φούστες κι ὄχι παντελόνια ὅπως οἱ ἄνδρες. Δέν εἶμαι ἀντίθετη σ’ αὐτήν τήν ἐντολή ἁπλῶς θά ἤθελα νά τό στηρίξω.  Ἐπίσης πεῖτε μου σᾶς παρακαλῶ γιατί ἔχει καθιερωθεῖ ὅτι οἱ ἄντρες πρέπει νά φοροῦν παντελόνια ἐφόσον τήν ἐποχή τῶν Ἀποστόλων οἱ ἄνδρες καί δή οἱ Ἀπόστολοι φοροῦσαν "ρόμπες". Εὐχαριστῶ ἐκ τῶν προτέρων.

Α[32]       ἀπαγόρευση ἀπαντᾶται στό Δευτερονόμιο, βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅπου ὁρίζεται: «Οὐκ ἔσται σκεύη ἀνδρὸς ἐπὶ γυναικὶ, οὐδὲ μὴ ἐνδύσηται ἀνὴρ στολὴν γυναικείαν, ὅτι βδέλυγμα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου ἐστὶ πᾶς ὁ ποιῶν ταῦτα.»  (Δευτερονόμιον, 22, 5).

Ἡ ἴδια ἀπαγόρευση ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὴν Καινὴ καὶ μάλιστα ὡς Ἱερὸς Κανὼν εὑρίσκεται στὸν 62ο Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος κελεύει «μηδένα ἄνδρα γυναικείαν στολὴν ἐνδιδύσκεσθαι, ἤ γυναῖκα τὴν ἀνδράσιν ἁρμόδιον.»

Ἡ ἐν Γάγγρα Σύνοδος στὸν 13ο Κανόνα της φθάνει στὸ νὰ ἀναθεματίσει (τελεία ἀποκοπὴ τοῦ πιστοῦ ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας) τὴ γυναῖκα, ἡ ὁποία φορᾷ ἀνδρικὰ ῥοῦχα σὲ δημόσια θέα ὑποκρινόμενη ὅτι ἔτσι ἀσκεῖται:  «Εἴ τις γυνὴ διὰ νομιζομένην ἄσκησιν μεταβάλλοιτο ἀμφίασμα καὶ ἀντὶ τοῦ εἰωθότος γυναικείου ἀμφιάσματος ἀνδρῷον ἀναλάβοι, ἀνάθεμα ἔστω.»

Τὸ ΠΗΔΑΛΙΟΝ ἑρμηνεύει ὡς ἑξῆς κάνοντας μερικὲς ἀπαραίτητες διευκρινίσεις:

«Πολλὰ γυναῖκες διδασκόμεναι ἀπὸ τοὺς Εὐσταθιανοὺς, τὰ μὲν ἁρμόδια καὶ συνειθισμένα ῥοῦχα εἰς τὰς γυναῖκας ἐκδύοντο, ἐνδύνοντο δὲ ἀνδρίκεια, νομίζουσαι τάχα, ὅτί ἀπὸ αὐτὸ ἔχουν νὰ δικαιωθοῦν καὶ νὰ ἁγιάσουν.  Διὰ τοῦτο ὁ παρὼν Κανὼν ἀναθεματίζει τὰς γυναῖκας ὁποῦ τοῦτο κάμνουν διὰ νομιζομένην ἄσκησιν, καὶ ὄχι διὰ ἀληθινήν.  ( Ὅθεν πολλαὶ ἅγιαι γυναῖκες ἀποῤῥίψασαι τὰ γυναικεῖα φορέματα, καὶ ἐνδυθεῖσαι ἀνδρίκεια, δὲν ὑπόκεινται εἰς τὰ ἄνωθεν τοῦ παρόντος Κανόνος, ἐπειδὴ ὄχι διὰ νομιζομένην καὶ ὑποκριτικὴν ἄσκησιν τοῦτο ἐποίησαν, ἀλλὰ διὰ ἀληθινὴν, ἵνα μὴ τὰ γυναικεῖα φορέματα ἐμπόδιον γένουν εἰς αὐτὰς τῆς ἀσκήσεως, καὶ ὄχι φανεραί οὖσαι, ἀλλὰ λανθάνουσαι τοὺς πολλοὺς, καὶ ἀγνοούμεναι. Ὁ δὲ Κανὼν περὶ τῶν φανερῶς τοῦτο ποιουσῶν γυναικῶν λέγει.)  Ὅρα τὸν ξβ΄ τῆς Ϛ΄.»  (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Γάγγ. 13, σ. 401.)

 

Περὶ τῆς ἀρνητικῆς ἐπιδράσεως τῆς ἀνδρικῆς ἐνδυμασίας στὸν ψυχισμὸ τῶν γυναικῶν πολὺ ἐνδιαφέροντα εἶναι τὰ ὅσα μᾶς παρατίθενται στὸ βιβλίο «Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν» τοῦ Ἁγίου Γέροντος Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, (ἐκδ. «Ἠ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος» Μήλεσι Ἂττικῆς 2002, στὶς σελίδες 166-167). Ἐκεῖ ἀναφέρεται ὅτι προσῆλθε στὸν Γέροντα ἕνα ζευγάρι ποῦ τὸν ῥώτησε σχετικὰ μέ τὴν κόρη τους, καθὼς ὁ μὲν σύζυγος ἤθελε νὰ μὴ φορᾷ, ἡ δὲ σύζυγος ἤθελε νὰ φορᾷ παντελόνια.  Διαβάζουμε λοιπὸν ὅτι ὁ Γέροντας τοὺς ἐξήγησε ὅτι τὸ ζήτημα δὲν εἶναι ἁπλό.  Ἀφοῦ τοὺς παρέπεμψε στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ποὺ διαλαμβάνουν σχετικὰ μὲ τὴν ἀπαγόρευση ἀνδρικῆς ἐνδυμασίας τῶν γυναικῶν, τοὺς τόνισε ὅτι καὶ ἐκ φύσεως ἡ γυναῖκα σωματικὰ διαφέρει ἀπὸ τὸν ἄνδρα ἀλλὰ καὶ ψυχικά. Αὐτὴ ὅμως ἡ διαφορὰ τονίζεται καὶ μὲ τὴν ἐνδυμασία, καθὼς τὸ γυναικεῖο σῶμα εἶναι διαφορετικὰ πλασμένο ἀπὸ τὸ ἀνδρικό.  Ἔπειτα τοὺς παρέπεμψε πιὸ συγκεκριμένα στὸ χωρίο τοῦ Δευτερονομίου ποὺ ἤδη παραθέσαμε. Τοὺς τόνισε ἔτσι ὅτι ἡ ἀνδρικὴ ἐνδυμασία ἐπηρεάζει τὸν ψυχισμὸ τῶν γυναικῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ συμπεριφέρονται αυτὲς ὡς ἄνδρες, γεγονὸς ἀφύσικο. Ἐπίσης τοὺς ἀνέλυσε καὶ ἄλλες παιδαγωγικὲς προεκτάσεις τοῦ προβλήματος.

 

Ἱστορικὰ ἀναφέρουμε ἐπίσης ὅτι τὰ παντελόνια ὑπῆρχαν καὶ σὲ ἀρχαίους λαούς, ἡ χρήση τους ὅμως ὡς κύρια ἀνδρικὴ ἐνδυμασία διαδόθηκε εὑρύτατα μετὰ τὸν Εὐρωπαϊκὸ Μεσαίωνα (γιὰ πρακτικοὺς λόγους, φερ’ εἰπεῖν γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ κρύου), κυρίως μετὰ τὴ γαλλικὴ Ἐπανάσταση, τὴν ἀποικιοκρατία καὶ τὴ βιομηχανικὴ ἐπανάσταση.  Τὰ «στενὰ» ὅπως ὀνομάζονταν περιπαιχτικὰ στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα στὴν πατρίδα μας (πρβλ. τὰ Ἀπομνημονεύματα τοῦ Μακρυγιάννη), εἶναι ἑπομένως ξένης, φράγκικης προέλευσης.  Πράγματι, μέχρι καὶ λίγο πρὸ τοῦ τέλους τῆς Τουρκοκρατίας οἱ Ἕλληνες, οἱ Ῥωμιοὶ δηλαδή, δὲν φοροῦσαν παντελόνια, ἀλλὰ χιτῶνες (κατὰ τὴ «βυζαντινὴ» περίοδο) καὶ ἀργότερα βράκες ἢ καὶ φουστανέλλες (πρβλ. σημερινὴ ἐνδυμασία εὐζώνων). Τὰ ἐνδύματα αὐτὰ βέβαια διέφεραν ῥιζικὰ ἀπὸ τὴν ἐνδυμασία τῶν γυναικῶν.  Τὰ μεταγενεστέρως πάντως εἰσαχθέντα παντελόνια ἀποτελοῦσαν καὶ ἀποτελοῦν πλέον σαφῶς διακριτικὰ ἐνδύματα τῶν ἀνδρῶν, παρ’ ὅτι καὶ αὐτὰ δὲν ἐκφράζουν ἀπόλυτα τὸ Ὀρθόδοξον ἦθος.

 

Ἑπομένως δὲν τίθεται θέμα ἐξομοίωσης τῆς ἀνδρικῆς ἐνδυμασίας μὲ τὴ γυναικεία δῆθεν διότι τὰ παντελόνια εἶναι μεταγενέστερα, καθὼς ἀκόμη καὶ οἱ προγενέστερες ἐνδυμασίες ἦταν διαφορετικὲς γιὰ τὰ δύο φύλα.

 

E[33]       χω ἀκούσει ἀπό τόν πατέρα μου για την Ἁγία Λυδία πού γιορτάζει ἀνήμερα τοῦ Προφήτη Ἠλία, κοιμήθηκε τό 1928 καί εἶναι προστάτης τῶν νέων ἐνῷ ἐπικαλεῖται ἀπό κόσμο πού ψάχνει γιά δουλειά.  Ὅσους  συναξαριστές  καί ἄν ἔχω ψάξει δέν ἔχω βρεῖ πουθενά τό ὄνομά της καί στοιχεῖα γιά τή ζωή της.  Ἄν μπορούσατε νά βοηθήσετε.  Εὐχαριστῶ.

Α[33]       Πρόκειται γιά τήν ρωσίδα νεομάρτυρα Λυδία, ἡ ὁποία ἀνῆκε στή λεγόμενη « Ἐκκλησία τῶν κατακομβῶν» καί μαρτύρησε ἀπό τούς κομμουνιστές στίς 20 Ἰουλίου 1928 σέ ἡλικία 27 ἐτῶν.  Ἐργαζόταν σέ μιά δασονομική ὑπηρεσία σάν δακτυλογράφος καί ἦταν ἀπό ὅλους ἀγαπητή.  Εἶναι πολύ ἐνδιαφέρον τό συναξάρι της τό παρουσιάζουμε πλέον στήν ἱστοσελίδα μας.  Θά ἦταν ἐνδιαφέρον νά γνωρίζουμε πῶς γνώριζε ὁ πατέρας σας γιά τήν Ἁγία Λυδία.  Ὑποθέτουμε πάντως ὅτι θά θεωρεῖται προστάτης τῶν νέων λόγῳ τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας της καί ἐπειδή ἦταν ὑπόδειγμα ἐργαζομένης στό χῶρο ἐργασίας της κάποιοι τήν παρακαλοῦν νά τούς βοηθήσει στήν εὕρεση ἐργασίας.

 

E[34]       Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει πάρει ἀκόμη θέση γιά τό θέμα τῆς ἐξελικτικῆς θεωρίας καί τοῦ εὐφυοῦς Σχεδιασμοῦ;

Ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι πιστεύουν πώς ὀ Χριστός κατάγεται ἀπό τόν πίθηκο.

Πῶς τά σχολιάζετε ὅλα αὐτά;

Α[34]       Ἄν μία πρόταση, ὑπόθεση ἤ θεωρία δέν μπορεῖ μέ παρατηρήσεις ἤ καί πειράματα νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ στήν ἑρμηνεία καί πρόβλεψη πού κάνει μέσα ἀπό τίς  τίς ἀντικειμενικές συνθῆκες (λογική μέθοδος, περιορισμοί ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις, ἔρευνα σέ ἐπαναλαμβανόμενα φυσικά γεγονότα, ἔρευνα τοῦ τρόπου καί ὄχι τοῦ σκοποῦ τῆς ἐσχάτης οὐσίας τῶν ὄντων), τότε αὐτή ἡ πρόταση, ἡ ὑπόθεση ἤ ἡ θεωρία δέν εἶναι ἐπιστημονική, ἀλλά φιλοσοφική καί μεταφυσική, ὅπως λέμε, γιατί ἀπαραίτητο στοιχεῖο καί χαρακτηριστικό κάθε ἐπιστημονικῆς προτάσεως ἤ θεωρίας εἶναι ἡ δυνατότητά της νά δοκιμασθεῖ μέ ἐμπειρικό ἐπιστημονικό τρόπο,  ἄν εἶναι σωστή ἤ λαθεμένη, δηλαδή νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ μέ παρατήρηση ἤ πείραμα.

Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε στά λόγια τοῦ προσφάτως ἀναδεικνυομένου Ὀρθοδόξου καί μακαριστοῦ πλέον Ἀμερικανοῦ Ἱερομονάχου π. Σεραφείμ Ρόουζ πού μᾶς γνωστοποιοῦνται ἀπό τό πατερικά βαθυστόχαστο βιβλίο «Ἡ ζωή καί τά ἔργα του»,τόμος Β΄, μετάφραση Ἱερομονάχου Δαμασκηνοῦ, ἐκδόσεις «Μυριόβιβλος».

Μᾶς λέει λοιπόν ὁ π. Σεραφείμ στό κεφάλαιο «Γένεσις, Δημιουργία καί ὁ πρῶτος Ἄνθρωπος», πού ἀποτελεῖ καί ὁμώνυμο βιβλίο του ὅτι «ὅλες οἱ ὑποτιθέμενες ἀποδείξεις τῆς ἐξελίξεως μποροῦν ἐξίσου νά χρησιμοποιηθοῦν γιά νά ἀποδείξουν μιά ἄλλη θεωρία ἀναλόγως μέ τίς ὑποθέσεις τῶν κατασκευαστῶν της».

Ἀλλά τί ἐννοοῦμε μέ τή λέξη ἐξέλιξη; Ὅλα τά ἐπιστημονικά ἐγχειρίδια ὁρίζουν τήν ἐξέλιξη ὡς συγκεκριμένη θεωρία σχετική μέ τό πῶς ἐμφανίσθηκαν τά πλάσματα : μέσῳ τοῦ μετασχηματισμοῦ ἑνός εἴδους πλάσματος σέ ἄλλο, δηλ. πῶς σύνθετες μορφές  προέκυψαν ἀπό ἁπλούστερες μορφές σέ μιά φυσική διαδικασία πού ἀπαιτεῖ ἀμέτρητα ἑκατομμύρια χρόνια.

Καί συνεχίζει ὁ π. Σεραφείμ:Δέν ἀρνοῦμαι τό γεγονός τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς ἀνάπτυξης στή φύση. Ὅτι ἕνας ὥριμος ἄνθρωπος δημιουργεῖται ἀπό ἕνα ἔμβρυο, ὅτι ἔνα μεγάλο δένδρο προέρχεται ἀπό ἕνα μικρό βελανίδι, ὅτι ἀναπτύσσοναται νέες ποικιλίες ὀργανισμῶν, εἴτε πρόκειται γιά φυλές τοῦ ἀνθρώπου εἴτε γιά διαφορετικά εἴδη γατῶν καί σκυλιῶν καί ὀπωροφόρων δένδρων . Ἀλλά ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἐξέλιξη : εἶναι μόνο ποικιλία μέσα σέ ἕνα ὁρισμένο εἶδος ἤ εἴδη .

Διεπίστωσε ἐπίσης μετά ἀπό ἔρευνες πού ἔκανε ὅτι πολλοί ἀπό τούς ὑποστηρικτές τῆς ἐξελίξεως παραδέχονταν ὅτι δέν ὑπῆρχε πραγματική ἀπόδειξη γι’αὐτό, ἀλλά ὅτι «ἔχει περισσότερο νόημα» ἤ ὅτι «ἡ ἐναλλακτική λύση εἶναι ἀδιανόητη», δηλ. ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ.  Οἱ ὑποστηρικτές της ἁπλῶς πιστεύουν –δέν ἀποδεικνύουν- τήν ἐν λόγῳ θεωρία ἐπειδή οἱ μεγαλύτερες ἀλλαγές ἀπό ἕνα ζωντανό ὄν σέ ἄλλο δέν ἔχουν καταδειχθεῖ παρά μόνο οἱ ποικιλίες πού ἐμφανίζονται σέ ἕναν ὁρισμένο τῦπο.

Ἔγραφε ἐπίσης ὅτι «τό θέμα τῆς ἐξελίξεως δέν μποροῦσε νά συζητηθεῖ ἄν κάποιος δέν εἶχε βασική γνώση γιά τίς ἐπιστημονικές ἀποδείξεις.  Ἡ ἐπιστημονική ὅμως πλευρά δέν εἶναι ἡ σημαντικότερη καί οἱ εἰδικοί περιπλέκονται συνήθως μέ τό νά συγκεντρώνονται πάρα πολύ σ’αὐτήν.  Π. χ. ἄν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στή γῆ γιά μερικές χιλιάδες χρόνια ἤ μερικά ἐκατομμύρια χρόνια εἶναι κάτι πού ἀγγίζει βεβαίως μερικά βασικά ὀρθόδοξα ζητήματα -ἄν οἱ γενεαλογίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι πραγματικά γενεαλογίες, ὅπως πιστεύουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤ ἁπλῶς κατάλογοι μέ πολλά κενά.

«Ὡς βασική ἀρχή ἐξετάσεως τοῦ θέματος πρέπει νά θεωρήσουμε ὅτι ἡ ἐπιστημονική ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἐναντιωθεῖ στήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια, στήν περίπτωση πού καταλαβαίνουμε καί τίς δύο ὀρθῶς»....

Ὁ π. Μιχαήλ Πομαζάνσκι ἔλεγε ὅτι «ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἀναγνωρίζει στήν «Ἑξαήμερο» ὅλα τά ἐπιστημονικά δεδομένα τῆς φυσικῆς ἐπιστήμης.  Ἀλλά δέν δέχεται τίς φιλοσοφικές συλλήψεις, ἤ τίς ἑρμηνεῖες αὐτῶν τῶν δεδομένων, οἱ ὁποῖες ἦταν σύγχρονες(τή μηχανιστική θεωρία τῆς προελεύσεως τοῦ κόσμου καί τά παρόμοια...) Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἤξερε πῶς νά σηκώσει τό ἀνάστημά του πάνω ἀπό τίς σύγχρονες θεωρίες σχετικά μέ τίς βασικές ἀρχές τοῦ κόσμου. Μοιάζει μέ ἕνα πουλί πού πετᾶ στά ὕψη, ὑπεράνω κάθε πλάσματος πού κινεῖται στή γῆ. 

Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἀκολουθεῖ τή φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς, ἐπειδή διαθέτει δική της.

Στηρίζεται στήν Ἀποκάλυψη. Οἱ ἅγιοι Πατέρες προσφέρουν πλήρη θεολογία προελεύσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς δημιουργίας πού δέ συνδέεται μέ καμιά ἐφήμερη διανοητική μόδα.  Ἡ φιλοσοφία μας δέν εἶναι αὐτοῦ  τοῦ κόσμου καί εἶναι ἡ ἀπάντηση στίς μάταιες εἰκασίες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου».

...Ὁ Τέϊλχάρντ ντέ Σαρντέν, δεινός παλαιοντολόγος καί ρωμαιοκαθολικός θρησκευτικός φιλόσοφος, πέτυχε νά φέρει τήν ἐξέλιξη στό λογικό χιλιαστικό συμπέρασμά της.

«Ὁ σύγχρονος κόσμος, ἔγραφε, εἶναι ἕνας κόσμος σέ ἐξέλιξη. Οἱ στατικές ἔννοιες τῆς πνευματικῆς ζωῆς πρέπει νά ἐπανεξετασθοῦν καί οἱ κλασσικές διδασκαλίες τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἐπανερμηνευθοῦν. ...Αὐτός ὁ «ἐξελισσόμενος Χριστός»δήλωσε, θά φέρει μιά ἑνότητα ὅλων τῶν θρησκειῶν: Μιά γενική σύγκλιση τῶν θρησκειῶν μέ βάση ἕναν παγκόσμιο-καθολικό Χριστό πού τούς ἱκανοποιεῖ πλήρως ὅλους: αὐτή φαίνεται σέ μένα ἡ μόνη πιθανή μεταστροφή τοῦ κόσμου καί ὁ μὀνος τύπος βάση τοῦ ὁποἰου μπορεῖ νά ὑπάρξει μιά θρησκεία τοῦ μέλλοντος .».

Σαφῶς αὐτή εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου , τοῦ «ἀναδυομένου» ψευδοχριστοῦ πού ὑπόσχεται ἕνα πνευματικό βασίλειο αὐτοῦ τοῦ κόσμου.

Ὁ π. Σεραφείμ ὅταν σκεπτόταν καί ἔγραφε γιά τή Δημιουργία καί τήν ἐξέλιξη, εἶχε προσευχηθεῖ πρῶτα θερμά στό Θεό καί δέ μελέτησε ἁπλά, ἀλλά ὑπέφερε γιά νά βρεῖ καί νά μπεῖ στή σκέψη τῶν ἁγίων Πατέρων. Δέν τόν εὐχαριστοῦσε νά διαβάζει μόνο τά γραπτά τους, ἀλλά ἀπευθυνόταν προσωπικά στούς ἀρχαίους πατέρες ὡς  πιστούς συντρόφους στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὡς ὀχήματα τῆς θείας πίστης, ἔτσι ὥστε νά μπορεῖ νά δεῖ πῶς κατανοοῦσαν τή δημιουργία.  Αἰσθάνθηκε ἰδιαιτέρως κοντά στόν πατέρα τοῦ τετάρτου αἰώνα, Ἅγιο Βασίλειο τόν Μέγα, ὁ ὁποῖος ἔγραψε πατερικά σχόλια γιά τίς ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας, τήν Ἑξαήμερο.

«...Οἱ ἅγιοι Πατέρες ξεκάθαρα δέν πίστευαν σέ καμιά τέτοια θεωρία καθότι ἡ θεωρία τῆς ἐξέλιξης δέν ἐφευρέθηκε παρά στή σύγχρονη ἐποχή

...Εἶμαι βέβαιος ὅτι θά συμφωνήσετε μαζί μου ὅτι δέν εἴμαστε ἐλεύθεροι νά ἑρμηνεύσουμε τήν Ἁγία Γραφή ὅπως θέλουμε , εἰ μή μόνον ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες . Μερικοί ἄνθρωποι ἀσχολοῦνται τόσο πολύ μέ τήν καταπολέμηση τοῦ  προτεσταντικοῦ φονταμενταλισμοῦ πού φθάνουν σέ ἀκρότητες νά  ἀρνοῦνται ὁποιονδήποτε ἐπιθυμεῖ νά ἑρμηνεύσει τό  ἱερό κείμενο τῆς Γένεσης μέ τρόπο κυριολεκτικό. Μέ αὐτές τίς ἐνέργειες δέν ἀνατρέχουν ποτέ στόν Ἅγιο Βασίλειο ἤ σέ ἄλλους σχολιαστές τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως οἱ ὁποῖοι δηλώνουν ἀρκετά σαφῶς τίς ἀρχές πού πρόκειται νά ἀκολουθήσουμε κατά τήν ἐρμηνεία τοῦ ἱεροῦ κειμένου

....Ποιός γνωρίζει περισσότερα γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐνεργεῖ ὁ Θεός : ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη, πού δέν εἶναι ἀκόμη σίγουρη ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει καί ἐν πάσῃ περιπτώσει προσπαθεῖ νά ἐξηγήσει ὅλα αὐτά ἤ  ἡ ἐκκλησία μέ τούς θεοφώτιστους Πατέρες της»;

...Σύμφωνα μέ τούς ὀπαδούς τῆς ἐξελίξεως ὁ ἄνθρωπος ἐμποτίσθηκε μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ ἕνα ὁρισμένο στάδιο τῆς ἀνθρώπινης ἐξελίξεως, ὅταν τό σῶμα του ἦταν ἀπό ὅλες τίς πλευρές τό σῶμα ἑνός πιθήκου.

«Αὐτή ἡ χάρη τόν μετασχηματίζει ἀπό ζῶο σέ ἄνθρωπο  χωρίς τήν ἀλλαγή ἑνός ἀνατομικοῦ χαρακτηριστικοῦ γνωρίσματος τοῦ σώματός του, χωρίς ἀλλαγή ἑνός ἁπλοῦ κυττάρου»....

... «Μιά τέτοια ἄποψη ὅμως ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων οἱ ὁποῖοι δίδαξαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἦταν δημιουργημένος κατ’εἰκόνα Θεοῦ σύμφωνα μέ τήν ἴδια τή φύση του.

Ὅτι ἡ φύση του ἦταν ἀρχικῶς ἀπαθής καί ἐνάρετη.

Ὅτι τό σῶμα καί ἡ ψυχή του δημιουργήθηκαν στόν ἴδιο χρόνο.

Ὅτι δημιουργήθηκε ἐντός τῆς χάριτος ἀπό τήν ἀρχή.

Ὅτι ἀρχικά τό σῶμα του ἦταν ἀδιάφθορο καί ὅτι ἡ φύση του ἄλλαξε λόγω τῆς πτώσεως.

...Ἡ κατάσταση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου ἔχει τοποθετηθεῖ γιά πάντα πέρα ἀπό τή γνώση τῆς ἐπιστήμης σχετικά μέ τό ὅριο τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, πού ἄλλαξε τήν ἴδια τή φύση του καί τῆς δημιουργίας καθώς καί τήν ἴδια τή φύση τῆς γνώσεως.

Ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη ξέρει μόνο ὅ,τι παρατηρεῖ καί ὅ,τι μπορεῖ νά προκύψει εὔλογα ἀπό τήν παρατήρηση.

 ...Ἡ ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου, αὐτή πού εἶναι χρήσιμο νά γνωρίζουμε προσεγγίζεται μόνο στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί στά θεῖα ὁράματα τῶν Ἁγίων. ...Πῶς εἶναι δυνατόν ἡ ἀμέλειά μας στήν κατανόηση ἑνός μέρους τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ (πού ἐπ’εὐκαιρίᾳ πράγματι συνδέεται πολύ μέ τόν Χριστό, τόν δεύτερο Ἀδάμ, πού ἔλαβε σάρκα προκειμένου νά μᾶς ἀποκαταστήσει στό ἀρχικό κάλλος ) νά μήν ὁδηγήσει στήν ἀμέλεια τῆς κατανοήσεως ὁλοκλήρου τοῦ δόγματος τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;...Ἐάν ζοῦμε καλά ἀλλά εἴμαστε ἀμελεῖς ὅσον ἀφορᾶ στά σωστά δόγματα, δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε ὁτιδήποτε γιά τή σωτηρία μας.. Ἄν ἐπιθυμοῦμε νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τή γέεννα τοῦ πυρός καί νά μποῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ἐξωραϊστοῦμε καί μέ τό ἕνα καί μέ τό ἄλλο-καί μέ τή στενή ἐφαρμογή τῶν δογμάτων καί μέ τήν αὐστηρότητα τῆς ζωῆς...

...Ὁ προφήτης Μωϋσῆς, ὁ συντάκτης τῆς Γενέσεως, εἶχε λάβει τή γνώση γιά τή δημιουργία ἀπό θεοπτία.  Οἱ ἅγιοι Πατέρες πού σχολίασαν τήν Ἀγία Γραφή ἦταν ἐπίσης συμμέτοχοι στή θεοπτία καί ἔτσι γίνονται οἱ μοναδικοί ἑρμηνευτές τοῦ Μωϋσέως.

...Μερικοί ἀπό τούς Πατέρες δίδαξαν περαιτέρω ὅτι πρίν ἀπό τήν πτώση, ὁλόκληρη ἡ ὑλική δημιουργία ἦταν ἄφθορη καί ἐστερεῖτο θανάτου καί ὅτι περιῆλθε στή φθορά λόγω τοῦ ἀνθρώπου....»

Ὁ π. Σεραφείμ ἐπεσήμανε πώς οὔτε ἡ δημιουργία οὔτε ἡ ἐξέλιξη μποροῦν νά ἀποδειχθοῦν ἀποφασιστικά: καί οἱ δυό σχετίζονται μέ τήν πίστη καί τή φιλοσοφία, μέ ἐπιλογή προϋποθέσεων.

Ἴσως πρέπει νά σημειώσουμε πώς γιά τούς Χριστιανούς τουλάχιστον, ἀπορρίπτεται ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἀφοῦ θά ἔπρεπε νά παραδεχθοῦν ὅτι ἔστω σέ κάποια φάση πού ὁ ἄνθρωπος ἦταν πίθηκος, ἐξ ἀνάγκης πίθηκος θά ἔπρεπε νά εἶναι καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ὅσον ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’εἰκόνα Του.  Μᾶς ἐντυπωσιάζει ἐπίσης ὅτι εὐθύς ἐξ ἀρχῆς γιά τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου ἐνδιαφέρεται καί γνοιάζεται ὁ Θεός ἀγαπητικά καί προσωπικά χρησιμοποιώντας τό ρῆμα «ποιήσωμεν» (Γεν.α΄,26) καί «ἔπλασεν» (Γεν.β΄,7) δηλαδή κατόπιν  συνεργασίας καί τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος σέ ἀντίθεση πρός τήν δημιουργία τοῦ φωτός πού εἶπε ἁπλά «γενηθήτω» καί τῶν φυτῶν καί ζώων πού εἶπε ἁπλά «ἐξαγαγέτω».  Ἐπίσης τό ὅτι μόνο στόν ἄνθρωπο ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς, δηλ. τήν ἄκτιστη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι στά ζῶα,  ἀποτελεῖ ἄλλο ἕνα ἐπιχείρημα τῆς ἀνωτερότητας καί μοναδικότητας τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους.

Νά λοιπόν πού ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι - καί πολύ πιό πρίν ἱδρυθεῖ ἐν τῷ ἱστορικῷ γίγνεσθαι διά τῆς Πεντηκοστῆς, καί ὑπάρχουσα ἤδη προαιωνίως ὡς κοινωνία τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος- μέσα ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως, ἀπό τή δημιουργία κιόλας τοῦ ἀνθρώπου καί μέ τήν ἑρμηνεία της στή συνέχεια ἀπό τούς ἁγίους πατέρες, ἔχει πάρει θέση ἀρνητική ὡς πρός τή θεωρία τῆς ἐξελίξεως τήν ὁποία δέν ὑποστηρίζει ἡ ἐπιστήμη στό σύνολό της, ἀλλά κάποιοι ἐπιστήμονες ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοία τους.

 


<< Προηγούμενη Ερώτηση - Επιστροφή - Επόμενη Ερώτηση >>

E[35]       ν εὐκολύνεστε νά μοῦ καταθέσετε τήν ἄποψή σας γιά ὁρισμένες ἀπορίες σχετικά μέ κάποιες συνήθειες τῶν μελῶν τῶν ἀδελφοτήτων:

1) Ἐπιτρέπεται λαϊκός νά κάνει κήρυγμα μέσα στήν ἐκκλησία κατά τη διάρκεια τῆς Θ.Λειτουργίας;

2) Γιατί ὑποστηρίζουν ὅτι δέν μπορεῖ  νά τελεστεῖ Λειτουργία χωρίς τήν παρουσία  ἔστω καί ἑνός λαϊκοῦ ὅταν καί  ὁ Ἅγιος Σπυρίδων λειτουργοῦσε μόνος του ἀλλά καί ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδορώπουλος, ἀπό ὅτι ἔχω διαβάσει, ἀναφέρει ὅτι μπορεῖ νά τελέσει ἀκόμη καί μόνος του ὁ ἱερέας Λειτουργία;

3) Ἡ Λειτουργία γίνεται, ὅπως λένε, μόνο μέ σκοπό νά κοινωνήσει ὁ πιστός ἤ καί γιά  ἄλλους λόγους (ἐνίσχυση Ἁγίων, νεκρῶν, ἐλαχιστοποίηση ἐπιρροῆς ἀπό τόν πονηρό, συγχώρεση ἁμαρτιών κ.τ.λ.);

4) Ἐπιτρέπεται λαϊκοί καί μάλιστα ἀφιερωμένοι (δέν μιλᾶμε γιά μικρά παιδάκια) νά μπαινοβγαίνουν στό Ἱερό ;

Α[35]       Προφανῶς χρησιμοποιώντας τόν ὅρο «ἀδελφότητες» ἀναφέρεστε στίς «ἐκκλησιαστικές» ὀργανώσεις.  Πρίν ἀπ’ ὅλα ὀφείλουμε νά σᾶς ὑπενθυμίσουμε, ἤ νά σᾶς γνωστοποιήσουμε, ὅτι οἱ ὁργανώσεις ἔχουν τίς ἀπαρχές τους στό Μακράκη καί δυστυχῶς, ὄχι κακοπροαίρετα, εἶναι παγιδευμένες πολλές φορές  σέ θέσεις καί πρακτικές πού ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τους κανόνες ἀλλά καί τό γενικώτερο πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας[44].  Ἄς δοῦμε, λοιπόν, μία – μία τίς ἐρωτήσεις:

1) Ὁ ΞΔ΄ (64ος ) κανόνας τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὁρίζει ρητῶς ὅτι «οὐ χρή δημοσίᾳ λαϊκόν, λόγον κινεῖν ἤ διδάσκειν[45]» δηλαδή, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Νικόδημος, «ἐμποδίζει ὁ παρών κανών, κανένας Λαϊκός νά μη διδάσκη ὡς διδάσκαλος παρρησίᾳ καί ἐπ’ Ἐκκλησίας, ἀλλά μᾶλλον αὐτός νά διδάσκεται ἀπό ἐκείνους πού ἔλαβον τό τῆς διδασκαλίας χάρισμα..[46]».  Τό σημαντικό ὅμως δέν εἶναι τό ἄν ἀπαγορεύεται ἤ ὄχι, διότι οἱ κανόνες δέν εἶναι ἁπλές νομικές διατάξεις, ἀλλά τό γιατί ἀπαγορεύεται. 

Ὁ ἴδιος, λοιπόν, κανόνας μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι ἀπαγορεύεται νά διδάσκει ὁ λαϊκός διότι «καθώς εἰς τό ἕν σῶμα εὑρίσκονται διάφορα μέλη, ὡς λέγει ὁ Παῦλος, ἔτσι καί εἰς τήν μίαν Ἐκκλησίαν διάφοροι ἄνθρωποι εὑρίσκονται, κατά τήν τάξιν ὅπου ὁ Θεός εἰς τόν καθ’ ἕνα ἔδωκεν.  Ὅθεν ὁ Θεολόγος Γρηγόριος ἑρμηνεύων τό λόγιον τοῦτο τοῦ Ἀποστόλου (Ὁμιλία Περί τῆς ἐν ταῖς διαλέξεσιν εὐταξίας) λέγει, ὅτι ἄλλος μέν εἶναι ἐν τῆ Ἐκκλησία αὐτί, ἄλλος γλῶσσα, ἄλλος χέρι, καί ἄλλος ἄλλο τι μέλος, καί οὔτε ὅλοι εἶναι γλῶσσα, ἤτοι διδάσκαλοι, οὔτε ὅλοι Ἀπόστολοι, οὔτε ὅλοι Προφῆται.  Λοιπόν, ἄνθρωπε, ἐσύ πρόβατον ὤντας τί κάμνεις τόν ἑαυτόν σου ποιμένα, ποδάρι ὤντας τί γίνεσαι κεφαλή;».  Βλέπουμε συνεπῶς ὅτι μέ τόν κανόνα αὐτό διαφυλάττεται ὅλη ἡ δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀφοῦ μάλιστα σέ Αὐτήν τό Δόγμα καί τό Ἦθος, τό βίωμα, ὄχι μόνο δέν εἶναι ἄσχετα ἀλλά συνδέονται ἄρρηκτα.  Μέ τήν ἀπαγόρευση τοῦ κηρύγματος στούς λαϊκούς τονίζεται ἀφ’ ἑνός ἡ πίστη ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καί τά μέλη της ἔχουν τό καθένα, ὅπως στό ἀνθρώπινο σῶμα, τήν ἰδιαίτερη λειτουργία τους καί ἀφ’ ἑτέρου ὅτι τό διδάσκειν δέν εἶναι ἀξίωμα ἤ ἐξουσία. Δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν κοσμική μόρφωση τῶν μελῶν καί ἑπομένως δέν εἶναι ὁ πιό μορφωμένος αὐτός πού πρέπει νά κηρύττει. Τό κηρύττειν  εἶναι χάρισμα, ἰδιαίτερο χάρισμα, πού δίδεται, μέ τήν Χειροτονία, ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Στήν εὐχή τῆς χειροτονίας διαβάζουμε «…πλήρωσον τῆς τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος δωρεᾶς ἵνα γένηται ἄξιος παρεστᾶναι ἀμέμπτως τῷ Θυσιαστηρίῷ σου καί κηρύσσειν τό Εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας σου, ἱερουργεῖν τόν λόγον τῆς ἀληθείας σου…[47]».   Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἔδωσε τήν ἐντολή στούς ἁγίους Ἀποστόλους «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. ΚΗ 19,20).

Ἡ διδασκαλία λοιπόν εἶναι χάρισμα, καί τό κήρυγμα ὄχι ἁπλά λόγια γλυκανάλατα καί συγκινητικά ἀλλά ἡ Πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί τό πῶς αὐτή μπορεῖ νά βιωθεῖ στήν καθημερινότητα τῶν πιστῶν. Συνεπῶς, γιά νά γίνει ἡ ἀλλοίωση - ἡ μεταμόρφωση τῶν πιστῶν διά τοῦ κηρύγματος χρειάζεται ὁ Φωτισμός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τόσο στόν κήρυκα, καί γι’ αὐτό ἀπαιτεῖται ἡ καθαρή ζωή τοῦ ἱερέως, ὅσο καί στούς πιστούς πού θά ἀκούσουν, καί γι’ αὐτό ἀπαιτεῖται ἡ Χειροτονία τοῦ κηρύττοντος.  Ἔτσι θά μπορέσει νά γίνει ὁ ἱερεύς μεταδοτικός τῆς Χάριτος πού θά μεταδώσει μαζί μέ τά λόγια πού θά χρησιμοποιήσει.  Ἐπειδή λοιπόν τό κήρυγμα εἶναι μυστηριακοῦ χαρακτῆρος, ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν μία, μέ τόν πιό πάνω κανόνα, ἀφορίζει γιά 40 ἡμέρες τούς λαϊκούς πού κηρύττουν καί ἀπό τήν ἄλλη «τιμωρεῖ» παιδαγωγικά τόν ἱερέα ἤ ἐπίσκοπο πού δέν κηρύττει συμφωνα μέ τόν ΝΗ΄ (58ο) κανόνα τῶν ἀγίων Ἀποστόλων, διότι ἀμελεῖ τοῦ χαρίσματός του.

Ἀφορίζει προσωρινῶς τόν λαϊκό πού κηρύττει γιά νά τοῦ δώσει τήν εὐκαιρία νά καταλάβει ὅτι προκαλεῖ δυσλειτουργία στό Σῶμα. Καί ὅπως κάθε δυσλειτουργία τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος ἐπιφέρει σοβαρές ἀσθένειες, ἔτσι ἡ δυσλειτουργία τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά προκαλέσει ἀκόμα καί τήν αἵρεση, τήν ὁλοκληρωτική νέκρωση δηλαδή τοῦ συγκεκριμένου μέλους καί τήν ἀποκοπή του ἀπό τό Σῶμα.  Ὅταν προσπαθῶ νά ἑρμηνεύσω τήν Γραφή χωρίς τήν Χάρη στηριζόμενος στίς κοσμικές γνώσεις, στήν ὑπερηφάνεια μου, τότε τό πιθανώτερο εἶναι ὁ διάβολος νά βρεῖ εὐκαιρία γιά παρερμηνεῖες καί αἱρέσεις.

 

“2) Γιατί ὑποστηρίζουν ὅτι δέν μπορεῖ  νά τελεστεῖ Λειτουργία χωρίς τήν παρουσία  ἔστω καί ἑνός λαϊκοῦ ὅταν καί  ὁ Ἅγιος Σπυρίδων λειτουργοῦσε μόνος του ἀλλά καί ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδορώπουλος, ἀπό ὅτι ἔχω διαβάσει, ἀναφέρει ὅτι μπορεῖ νά τελέσει ἀκόμη καί μόνος του ὁ ἱερέας Λειτουργία;”

Ἡ Ἐκκλησία μας, κατά παράδοσιν, ἔχει δεχθεῖ ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία δέν μπορεῖ νά τελεσθεῖ ἀπό ἕνος ἱερέως μόνου, χωρίς τήν παρουσία ἔστω καί ἑνός ἄλλου ἀνθρώπου.  Αὐτό, φρονοῦμε γίνεται γιά δύο λόγους:

·        Γιά τόν πρακτικό λόγο ὅτι οἱ αἰτήσεις, προτροπές, παραγγελίες, ἐκφωνήσεις τοῦ ἱερέα ἀσφαλῶς πρέπει πρός κάποιον νά ἀπευθύνονται ἀλλά καί κάποιος νά ἀπαντᾶ ἐκ μέρους τοῦ λάοῦ.  Δέν εἶναι λίγο ἄτοπο, δέν ξενίζει λίγο ἡ εἰκόνα ἑνός ἱερέως ὁ ὁποῖος θά βγαίνει στήν Ὡραία Πύλη καί θά λέει «ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν» ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπευθυνόμενος στον ἑαυτό του;  Τό γεγονός, ἀκριβῶς καί μόνο, ὅτι στή Θεία Λειτουργία περιλαμβάνονται οἱ προτροπές καί οἱ ἀπαντήσεις ἀποδεικνύει τό αὐτονόητο ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία ἐκ συστάσεως δέν τελεῖται ἀπό μόνον τόν ἱερέα. 

·        Γιά τόν θεολογικό λόγο ὅτι ὁ Ἱερέας ἔχει λάβει τό χάρισμα τῆς Ἱερωσύνης. Ὅπως ὅμως ἰσχύει γιά κάθε χάρισμα δέν τό ἔχει λάβει γιά τόν ἑαυτό του ἀλλά γιά νά τό ἀντιπροσφέρει στό Θεό καί στόν εὐλογημένο λαό Του, γιά νά δίδει στούς πιστούς τά μέσα πού θά τούς ὁδηγήσουν στή Θέωση. Αὐτό τό ἀποδεικνύει ἡ ἴδια εὐχή τῆς χειροτονίας πού ἀναφέραμε παραπάνω καί ἡ ὁποία κάμει λόγο γιά «ἀνακαινισμό τοῦ Λαοῦ».

 

Βέβαια τά παραπάνω δέν σημαίνουν σέ καμμία, μά σέ καμμία περίπτωση ὅτι ἡ παρουσία τῶν λαϊκῶν προσφέρει τό παραμικρό στήν Θεία Λειτουργία καί στήν μεταβολή τῶν Τιμίων Δώρων.  Ὁ ἱερεύς ἐντελῶς μόνος Λειτουργεῖ καί μάλιστα, κατά τήν τάξιν τῆς Ἐκκλησίας, τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τά συλλείτουργα ὅπου καί ἐκεῖ μόνον ὁ προεξάρχων, εἴτε ἐπίσκοπος, εἴτε ἱερεύς, «θύει» ἐνῷ οἱ ὑπόλοιποι συμπροσεύχονται καί συλλειτουργοῦν.  Γιά τόν λόγο αὐτό, κατά τά τυπικά καί τήν τάξιν, ὅλες οἱ εὐχές λέγονται ἀπό τόν πρῶτο, ὅλες οἱ εὐλογίες δίδονται ἀπό τόν πρῶτο ἀλλά καί ἡ εὐχή τῆς προετοιμασίας, τοῦ καιροῦ ὅπως λέγεται, λέγεται σέ ἐνικό ἀριθμό ὅσοι καί ἄν συλλειτουργοῦν. Ἄλλά καί στά ἀρχιερατικά συλλείτουργα ἕνας μόνον ἀρχιερεύς παίρνει καιρό ἤ κατά τήν ἀρχιερατική Λειτουργία μόνον ὁ ἀρχιερεύς. 

Αὐτό λέει καί ὁ π. Ἐπιφάνιος καί ὄχι ὅτι μπορεῖ ὁ ἱερέας νά λειτουργήσει μόνος.  Λέει ὅτι ἡ παρουσία τῶν λαϊκῶν τίποτα δέν προσφέρει στήν μεταβολή καί ὅτι γιά τόν λόγο αὐτό ἄν «ἐξ ἀντικειμενικῶν συνθηκῶν» ὁ μοναδικός ἄνθρωπος πού συμπαρίσταται στή Θ. Λειτουργία φύγει, ὁ ἱερεύς ὀφείλει νά συνεχίσει τή Θ. Λειτουργία ἡ ὁποία θά εἶναι κατά πάντα ἔγκυρη.  Ἄλλο, ὅμως, εἶναι τό ἀρχίζω τή λειτουργία μέ ἕναν ὁ ὁποῖος φεύγει καί ἄλλο τό ξεκινῶ τή λειτουργία μόνος.  Πρέπει αὐτό τό σημεῖο νά τό προσέξουμε γιά νά μή φτάσουμε στό σημεῖο νά κάνουμε ὅπως οἱ παπικοί, στούς ὁποίους ὁ ἱερέας μπορεῖ μόνος του, μέσα σέ 15 περίπου λεπτά, νά λειτουργήσει, νά κοινωνήσει, νά τά μαζέψει καί νά φύγει.  Ἐξ’ ἄλλου ὁ ἱερεύς μπορεῖ καί ὀφείλει νά ἔχει ἀπό πρίν προβλέψει γιά ψάλτη, ὅπως ὀφείλει νά ἔχει προβλέψει γιά πρόσφορο, γιά νάμα γιά ζεστό νερό, γιά λιβάνι κ.τ.λ.  Τέλος σχετικῶς μέ τόν ἅγιο Σπυρίδωνα, ὁμολογοῦμε πώς δέν βρήκαμε τήν πληροφορία πού μᾶς δίνεται ἡ ὁποία μπορεῖ νά εἶναι ἐσφαλμένη, παρερμηνευμένη, νοθευμένη ἤ κάτι ἄλλο νά συμβαίνει. Ἀκόμα ὅμως καί ἄν εἶναι ἀληθής, ἡ γνώμη καί ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὑπέρκειται αὐτῆς.  Ἐξ’ ἄλλου ὁ Χριστός μᾶς λέει ὅτι «ὅπου εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα ἐκεῖ εἰμί ἐν μέσω αὐτῶν» καί σ’αὐτό στηρίζεται ὁ ἱερεύς γιά νά μεσιτεύσει ὑπέρ τοῦ λαοῦ.   Ὅπως βλέπουμε στήν εὐχή τοῦ τοῦ Γ΄ ἀντιφώνου «… ὁ καί δυσί καί τρισί, συμφωνοῦσιν ἐπί τῷ ὀνοματί σου, τάς αἰτήσεις παρέχειν ἐπαγγειλάμενος, αὐτός καί νῦν τῶν δούλων σου τά αἰτήματα πλήρωσον…».  Αὐτός ὅμως σημαίνει καί ἡ λέξη Ἐκκλησία.  Δύο ἄνθρωποι μποροῦν καί δείχνουν τήν συνάντηση καί ἀλληλοπεριχώρηση τοῦ ὅλου Σώματος, ἕνας ὅμως πῶς; 

 

“3) Ἡ Λειτουργία γίνεται, ὅπως λένε, μόνο μέ σκοπό νά κοινωνήσει ὁ πιστός ἤ καί γιά  ἄλλους λόγους (ἐνίσχυση Ἁγίων, νεκρῶν, ἐλαχιστοποίηση ἐπιρροῆς ἀπό τόν πονηρό, συγχώρεση ἁμαρτιών κ.τ.λ.);”

Εἶναι νομίζουμε αὐτονόητο τό γεγονός ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται πρωτίστως γιά νά κοινωνήσουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι τελεῖται μόνο γι αὐτό. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὅταν δέν ἔχουμε κάποιον πού σίγουρα θά κοινωνήσει δέν θά τελεσθεῖ Θ. Λειτουργία, ἤ ὅτι θά κοινωνήσουμε ἀπροετοίμαστοι δῆθεν γιά νά «μή μπεῖ ὁ Χριστός μέσα, μετά τό <Μετά φόβου> παραμελημένος», ὅπως συνηθίζουν νά κηρύττουν μερικοί.  Ὁ Χριστός δέν προσβάλλεται ἄν δέν κοινωνήσει κανείς, ἀλλά ἄν κανείς κοινωνήσει ἀπροετοίμαστος γιατί τότε αὐτός εἶναι ἔνοχος τοῦ Αἵματός Του, ὅπως διδάσκει ἡ Ἐκκλησία.  Μάλιστα, κατά τόν Ἀπόστολος Παῦλο πολλοί πέθαναν κοινωνώντας ἀναξίως.  Τό συγκεκριμένο χωρίο τό διαβάζει ἡ Ἐκκλησία τή Μ. Πέμπτη ὅταν ὅλοι, τρέχουν νά κοινωνήσουν «γιά τό καλό» ἐντελῶς ἀπροετοίμαστοι καί χωρίς συναίσθηση γιά τό τί κάνουν.

 

Ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργία, λοιπον, γίνεται «ὑπέρ τοῦ σύμπαντος κόσμου».  Μεγάλη ὠφέλεια ἀπολαμβάνουν ὅσοι μνημονεύονται στήν προσκομιδή τῆς Θείας Λειτουργίας καί γιά τό λόγο αὐτό εἴθισται γιά τούς νεκρούς νά γίνονται ὄχι ἁπλές Λειτουργίες ἀλλά Σαρανταλείτουργα.  Πολλά θαύματα ἔχουμε πού ἀποδεικνύουν τήν ἀξία τῆς μνημονεύσεως τῶν ὀνομάτων στήν Ἁγία Πρόθεση, ὅπως ἐμφάνιση τῶν ἀνθρώπων πού μνημονεύτηκαν, ζώντων καί νεκρῶν, καί συμμετοχή τους στή Θ. Λειτουργία, ἀπελευθέρωση αἰχμαλώτου πού πιστευόταν γιά νεκρός ἐπειδή τό ὄνομά του μνημονεύοταν, γνήσια ὁράματα ἀνθρώπων πού ἀναπαύτηκαν μετά ἀπό σαρανταλείτουργο κ.α.  Ἐξάλλου ἡ Θ. Λειτουργία  γίνεται καί προς τιμήν τῶν ἁγίων οἱ ὁποίοι «…ὡς συνηγωνισμένοι μέ τόν Χριστόν, ἀπολαμβάνουσι μέ τοῦτο τό φρικτόν μυστήριον, μέ τήν κοινωνία δῆλα δή τῆς σωτηριώδους θυσίας, μεγαλειτέραν δόξαν καί ἀνάβασιν, καί μᾶς εἰρηνεύουσι μέ αὐτόν, καί μᾶς ἑνώνουσι καί μάλιστα ὅσον πλέον ἡμεῖς τους μνημονεύομεν[48]», ὅπως τονίζει  ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης. 

 

Τέλος ὁ ἱερεύς, ὡς μεσίτης, μετά τόν καθαγιασμό τῶν τιμίων δώρων, μπροστά στόν σωματικῶς παρόντα Χριστόν, καί πλήρης ἁγίου Πνεύματος ὁ ἴδιος («κατάπεμψον τό Πνεῦμα σου τό Ἅγιον ἐφ’  ἡμᾶς, καί ἐπί τά προκείμενα Δῶρα ταῦτα καί ποίησον τόν μέν Ἄρτον τοῦτον τίμιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ σου, τό δέ ἐν τῷ Ποτηρίω τούτῳ, τίμιον Αἷμα τοῦ Χριστοῦ σου») εὔχεται μυστικῶς πρός τόν Θεόν Πατέρα γιά ὅλους καί γιά ὅλα σύντομα μέν καί περιληπτικά στήν Θ. Λειτουργία τοῦ Χρυσοστόμου, ἀναλυτικά δε στήν Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου ἐνῶ καί ἐκφώνως προσκαλεῖ τόν λαό νά ζητήσει, τήν Φοβερή αὐτή ὥρα, ὅλα ὅσα χρειάζονται γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου μέσα ἀπό τίς προτροπές τῶν Πληρωτικῶν.  Ὑπάρχει ἡ παραμικρή πιθανότητα μέσα σέ αὐτήν τήν κατάσταση Χάριτος, πού εἶναι ἡ ἴδια ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά μή δοθοῦν ὅλα αὐτά τά αἰτήματα; Ἀσφαλῶς ὄχι. 

 

Νά λοιπόν ὁ λόγος τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπως ὑπάρχει στις εὐχές τῆς Λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου: ἡ ὠφέλεια καί εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας, τῶν μοναστῶν καί ὁσίων, τῶν προσφερόντων τά δῶρα, αὐτῶν πού ἐλεοῦν καί τρέφουν τους πτωχούς («χάρισαι αὐτοῖς ἀντί τῶν ἐπιγείων τά ἐπουράνια»), τῶν ἀρχόντων («ἵνα ἐν τη γαλήνῃ αὐτῶν «ἥρεμον καί ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καί σεμνότητι»), τῶν ἀγαθῶν ἀνθρώπων ὥστε νά διατηρηθοῦν, τῶν πονηρῶν ὥστε νά ἀλλάξουν, , ἡ αὐτάρκεια τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ ἑνότητα τῶν συζύγων, ἡ ὠφέλεια τῶν νηπίων  («ἔκθρεψον»), τῶν νέων («παιδαγώγησον»), τῶν γερόντων («περικράτησον»), ἡ παραμυθία τῶν ὀλιγοψύχων, ἡ ἐπιστροφή τῶν πεπλανημένων, ἡ ἀπαλλαγή τῶν δαιμονισμένων, ἡ προστασία τῶν ταξιδευόντων μέ κάθε μέσο, τῶν χηρῶν, τῶν ὀρφανῶν τοῦ κάθε ἀνθρώπου πού βρίσκεται σέ ὁποιαδήποτε  ἀνάγκη καθώς, ὅπως εἴπαμε, καί ἡ περαιτέρω «ἀνάβασις» τῶν ἁγίων ἀπό «Δόξαν εἰς Δόξαν».  Ἡ Θεία Λειτουργία συγκρατεῖ τά σύμπαντα καί παρέχει τρομερή ὠφέλεια σέ ὅλον τόν κόσμο.

 

“4) Ἐπιτρέπεται λαϊκοί καί μάλιστα ἀφιερωμένοι (δέν μιλᾶμε γιά μικρά παιδάκια) νά μπαινοβγαίνουν στό Ἱερό ;”

Ὁ ΞΘ΄ (69ος) κανόνας τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου ὁρίζει ξεκάθαρα ὅτι στό Ἱερό Βῆμα εἰσέρχονται μόνον οἱ κληρικοί καί κανένας ἄλλος, ἐκτός ἀπό τους μοναχούς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι «δέν ἔχουν κανένα ἔγκλημα, διά τήν σεμνότητα τοῦ μοναχικοῦ σχήματος» καί οἱ μοναχές στά γυναικεῖα μοναστήρια, γιά τήν ἔλλειψη ἀνδρῶν, γιά νά τό καθαρίζουν καί νά ἀνάβουν τά κανδήλια.  Ὁ ἅγιος Νικόδημος, μάλιστα, ἀπευθυνόμενος πρός τούς ἱερεῖς τους προτρέπει «ἄς παρακινηθοῦν οἱ ἱερεῖς καί πνευματικοί νά ἀποκόψουν τήν παράνομον συνήθειαν, ὁποῦ ἐπικρατεῖ εἰς πολλούς τόπους, τό νά εἰσέρχονται, λέγω, λαϊκοί μέσα εἰς τό ἅγιον βῆμα, ἥτις μή διακρίνουσα ἱερεῖς ἀπό λαϊκούς, κάμνει νά πίπτουν οἱ λαϊκοί ὑποκάτω εἰς τήν ποινήν τοῦ βασιλέως Ἄχαζ, ὅστις λαϊκός ὤν, τά τῶν ἱερωμένων ἔργα ἐπιχειρῆσαι ἐτόλμησε  ۠    τρόπον γάρ τινα καί αὐτοί τά τῶν ἱερέων οἰκειοποιοῦνται, εἰς τόν διορισμένον τόπον τῶν ἱερέων εἰσερχόμενοι[49]».

 

Ὅλα, ὅμως, τά παραπάνω «παραστρατήματα» τῶν ὀργανώσεων ἔχουν τήν βάση τους στήν καινοφανή ἄποψη ὅτι ὑπάρχει ἡ εἰδική καί ἡ «γενική ἱερωσύνη», πάνω στήν ὁποία στηρίζουν καί ἄλλες καινοτομίες ὅπως τή συμψαλμωδία, τή κατάργηση τοῦ τέμπλου, τή κατάργηση τῶν μυστικῶν εὐχῶν, καί ἄλλα φαιδρά πού ἐφαρμόζουν ἤ ζητοῦν νά ἐφαρμοσθοῦν σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία.  Ἡ ἄποψη βέβαια αὐτή περί «γενικῆς ἱερωσύνης» εἶναι προτεσταντίζουσα καί ὄχι Ὀρθόδοξος.

Ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος ἔχει δώσει στό συγκεκριμένο ζήτημα πολλές καίριες ἀπαντήσεις καί ἔχει ξεκαθαρίσει τό θέμα.  Λέει, λοιπόν, ὁ π. Ἐπιφάνιος ὅτι ἡ «γενική ἱερωσύνη» ὑφίσταται καθ’ ὅσον ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι μετέχουν τοῦ τριπλοῦ ἀξιώματος τοῦ Κυρίου δηλαδή τοῦ Προφητικοῦ, Βασιλικοῦ, καί Ἱερατικοῦ. Ἀναρωτιέται ὅμως ποιόν διδάσκουν, σέ ποιόν βασιλεύουν καί γιά ποιόν ἱερουργοῦν, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουν καί τά τρία αὐτά ἀξιώματα. Σ’ αὐτό ἀπαντᾶ ξεκάθαρα ὅτι «οἱ μέν πιστοί (λαϊκοί) εἶνε βασιλεῖς ἐφ’ ἑαυτῶν, εἶνε ἱερεῖς διά τήν θυσίαν ἑαυτῶν, εἶνε διδάσκαλοι προς ἑαυτούς τό δε ἱερατεῖον, πλήν αὐτῶν τῶν δικαιωμάτων ἅμα καί καθηκόντων, ἅτινα ἔλαβεν ἐκ τοῦ Βαπτίσματος, ἔχει καί ἄλλα ἄλλης φύσεως δικαιώματα ἅμα καί καθήκοντα:  πρῶτον, νά διοικῇ τους πιστούς  δεύτερον, νά θύῃ καί δι’  ἑαυτό καί διά τούς πιστούς οὐχί τά ἴδια σώματα, ἀλλά τό Σῶμα τό Κυριακόν, τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ ( καί γενικώτερον νά τελῇ τά ἱερά Μυστήρια) καί τρίτον, νά διδάσκῃ τους πιστούς τόν λόγον τῆς ἀληθείας[50]».  Φυσικά ὁ π. Ἐπιφάνιος φέρει πλῆθος ἁγιοπατερικῶν χωρίων πού στηρίζουν τήν ἄποψη αὐτή, τά ὁποία δέν ἀναφέρουμε διότι ἤδη μακρηγορήσαμε. Ἐκεῖνο ὅμως πού θέλουμε νά ὑπογραμμίσουμε εἶναι τό γεγονός ὅτι τό δόγμα τῆς «γενικῆς ἱερωσύνης» εἶναι καθαρῶς προτεστάντικο καί ἀλλοιώνει τήν Πίστη ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ χρειάζεται τήν διάκριση τῶν χαρισμάτων.  Ἡ ὁλοκληρωτική, μάλιστα, ἀποδοχή τοῦ συγκεκριμένου δόγματος θά καταστήσει ἄχρηστα τά μυστήρια ἤ συμβολικά, ἄχρηστους τούς ἱερεῖς ἤ «ἐπιτίμους» ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει στούς Προτεστάντες.  Συμπερασματικά : Ἡ ἀλλοίωση τοῦ δόγματος φέρνει τήν ἀλλοίωση τοῦ βιώματος καί ἀντίστροφα ἡ ἀλλοίωση τοῦ βιώματος γεννᾶ τήν αἵρεση. 

Ἐντύπωση πάντως μᾶς κάνει καί τό γεγονός ὅτι οἱ ὁμάδες αὐτές ἔχουν καί τους δικούς τους Ναούς.  Μοιάζουν νά μήν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία. Ἄν νοιώθουν ὅτι πραγματικά ἀνήκουν σ’ Αὐτήν, τότε γιατί δέν μετέχουν στήν λειτουργική ζωή τῶν ἐνοριῶν τους ἀλλά αἰσθάνονται ὡς ἰδιαίτερη κάστα καί αὐτονομοῦνται;  Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία καί πρῶτο κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐνορία ὅπως τῆς κοινωνίας ἡ οἰκογένεια.  Ὁτιδήποτε ζεῖ καί ἐνεργεῖ ὄχι μέσα ἀλλά παράλληλα ἤ καί πολλές φορές ἀντίθετα στήν ἐνορία θέλει μεγάλη, πολύ μεγάλη προσοχή.

 

E[36] Γιά ποιό λόγο ἐπιβάλλεται νηστεία τήν προηγούμενη μέρα πρίν τή Θεία Κοινωνία, πολύ περισσότερο τό Σάββατο ὅπου οἱ Κανόνεςἐπιβάλλουν ἐκτός τοῦ Μ. Σαββάτου,  κατάλυση τῆς νηστείας; ὉΧριστός μας δέν παρέδωσε τό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας “ἐσθιόντων αὐτῶν (τῶν μαθητῶν)”; Κατά τήν ἀποστολική ἐποχή τό μυστήριο δέν γινόταν μετά τό δεῖπνο; Στην κανονική παράδοση, ἐκτός ἀπ'τήν νηστεία πού ξεκινᾶ ἀπό τά μεσάνυχτα τῆς προηγούμενης ἡμέρας,  δέν βρίσκω ἀναφορά γιά νηστεία τήν προηγούμενη μέρα τῆς Θ. Κοινωνίας. Δέν ἀρκοῦν οἱ καθιερωμένες νηστεῖες πού σοφά ἔχουν θέσει οἱ Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων; Ἄν κάποιος θέλει ἐνσυνείδητα καί μέ  κατάλληλη προετοιμασία νά μεταλαμβάνει κάθε Κυριακή, δέν θά καταλήξει στό νά εἶναι τό Σάββατο γι’ αὐτόν ἡμέρα νηστείας ὅπως ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή; Δέν ἀναφέρομαι σέ περιόδους Τεσσαρακοστῶν.

Α[36]   Παρακαλῶ βρεῖτε τὴν ἀπάντηση εἰς κείμενα-ἄρθρα:

Πρεσβυτέρου Γεωργίου Διαμαντοπούλου

«Ἀπαραίτητη ἡ νηστεία πρό τῆς Θ. Κοινωνίας;»

 


<< Προηγούμενη Ερώτηση - Επιστροφή - Επόμενη Ερώτηση >>

E[37]       Ὀρθοδοξία εἶναι θρησκεία;

Α[37]       Βιώνοντας πρακτικά τήν Ὀρθὀδοξη πίστη ἀντιλαμβάνεται κανείς μυστικά καί ἁγιοπνευματικά τήν διαφορετικότητά της ἀπό τήν ἔννοια καί τό νόημα τῆς θρησκείας.

Θεός τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι Πατήρ , Ὑιός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δηλαδή ἐκτός ἀπό Ἀγάπη,  Δικαιοσύνη,   Ἔλεος,   Εὐσπλαγχνία, εἶναι Θεός  Προσωπικός πού γνοιάζεται μοναδικά,   ξεχωριστά,   μυστικά καί προσωπικά γιά τό κάθε Του δημιούργημα πού ἔπλασε ἀπό ἀγάπη. Στίς ἄλλες θρησκεῖες ὁ νομιζόμενος θεός ἤ οἱ νομιζόμενοι θεοί εἶναι ἀνύπαρκτοι ἤ ἀπρόσωποι.

Δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει νά κάνει μέ ἕναν ἀληθινό προσωπικό Θεό πού ἀποκαλύπτεται στόν κόσμο ὅλο, ἀλλά καί στόν καθένα μας χωριστά. Δέν εἶναι κατασκεύασμα ἀνθρώπων γιά νά γαντζωθοῦν πάνω του οἱ ἀδύναμοι καί ἀνασφαλεῖς.

Ἑπομένως μόνο καί μόνο μέ αὐτό τό δεδομένο δέν εἶναι θρησκεία.

Παρά ταῦτα θά ἀναφερθοῦμε ἐκτενέστερα στίς διαφορές Ὀρθοδοξίας καί θρησκείας.

Στήν πρόταση « τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένεικἀγώ ἐν αὐτῶ» ( Ἰω. στ΄,  56) κρύβεται οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίαςδηλαδή στή Θεία Κοινωνία.

Καί μετά δέν θέλουμε πολλά λόγια, ἴσως καί καθόλου, γιά νά συνειδητοποιήσουμε πώς ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἔχει καμμία σχέση μέ θρησκεία. Ὡστόσο ὅμως χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις γιά νά μετέχουμε στό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἀναφέρονται στό βιβλίο «Τό ἔαρ τῆς ἐρήμου» οἰ συμβουλές-ἀπαραίτητες προϋποθέσεις  τοῦ ἀββᾶ Ἰωάννη τοῦ  Κολοβοῦ γιά τήν ἁγιότητα :

« Ἐγώ θέλω νά μετέχει ὁ ἄνθρωπος σέ ὅλες τίς ἀρετές.

Κάθε μέρα μόλις σηκωθεῖς τό πρωί,  νά βάζεις ἀρχή στήν κάθε ἀρετή καί στήν κάθε ἐντολή τοῦ Θεοῦ:

μέ ὑπομονή μεγάλη , 

μέ φόβο καί μακροθυμία καί ἀγάπη Θεοῦ, 

μέ ὅλη τήν προθυμία καί τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί

μέ πολλή ταπείνωση, 

μέ ἄγρυπνο φύλαγμα τῆς καρδιᾶς, 

μέ προσευχή, 

μέ ἁγνότητα τῆς γλώσσας σου, 

μέ ἀκρίβεια καί καθαρότητα τῶν ματιῶν σου. 

Νά εἰρηνεύεις κι’ὅταν ἀκόμη σέ ἀτιμάζουν.

Νά μήν ὀργίζεσαι, μήτε ν’ἀνταποδίδεις τό κακό πού σοῦ κάνουν μέ κακό .

Νά μήν προσέχεις στά ξένα παραπτώματα .

Νά μ.ή μετρᾶς καί ὑπολογίζεις τίς ἀρετές σου,  παρά νά θαρρεῖς πώς βρίσκεσαι πιό κάτω ἀπό ὅλα τά πλάσματα τῆς κτίσεως.

Νά ἀρνεῖσαι ὅλα τά ὑλικά πράγματα καί τούς κατά σάρκα συγγενεῖς σου,  .

μέ ταπείνωση πνεύματος καί μέ νηστεία, 

μέ συνεχῆ μετάνοια καί κλαυθμό δακρύων. 

Νά ζεῖς μέ ὁλονύκτιες ἀγρυπνίες, μέ πεῖνα καί μέ δίψα.

Μέ κρῦο παρά τή γυμνότητά σου,  μέ πόνους καί μέ κόπους.

Καί ὅλα αὐτά χωρίς νά σκέφτεσαι τόν τάφο σου,  ἀφοῦ εἶναι σά νά πέθανες,  μά ἔχοντας ὡστόσο συγχρόνως κάθε μέρα μπροστά στά μάτια σου τό θάνατο».

Στό βιβλίο «Ἔρως Ὀρθοδοξίας» τοῦ Π. Πάσχου διαβάζει κανείς ὅτι « Ἡ Ἐκκλησία μέ τή μνήμη τῶν Ἁγίων μας μᾶς θυμίζει πάντα τούς ἀγῶνες τους πού τίς περισσότερες φορές ἔφθαναν καί σέ μαρτυρικό θάνατο γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξη παραμένοντας σταθερή στά δόγματα καί στή γερή καί ἀσάλευτη πέτρα τῆς Παραδόσεώς μας νίκησε,  νικᾶ,  καί θά νικᾶ τούς ἐχθρούς της,  ὅποιοι κι’ἄν εἶναι. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μέ τό ὀρθό δόγμα τῆς πίστεως καί μέ τήν ἀγία ζωή τους , εἶχαν γίνει ἄξιοι τῶν ἐπιλάμψεων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,  τό Ὁποῖο κυρίως τούς φώτιζε νά ἑρμηνεύουν καί νά διδάσκουν ὀρθῶς τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο καί νά τό προσφέρουν ἀνάλογα μέ τήν προσληπτικότητά μας ὡς δόγμα,  λόγο καί ζωή.

Νά γιατί ἡ Ἁγία Ὀρθοδοξία μας ὀνομάζεται Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Πατέρων. Διότι τήν ὑπερφυᾶ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, διά τῶν Πατέρων τή μάθαμε».

Ἐμεῖς ὅμως σήμερα,  θέλουμε νά δοῦμε τόν ἀληθινό Θεό χωρίς οὔτε κατά τό ἐλάχιστο νά βιώσουμε τά δόγματά μας καί τόν Ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς. Ἔτσι μπερδευόμαστε καί συγχυζόμαστε μιλώντας γιά σεβασμό στίς ἄλλες θρησκεῖες καί ἀκόμη χειρότερα διακηρύσσοντας πώς ὑπάρχουν σπέρματα ἀληθείας καί σ’αὐτές.

Μέσα ἀπό τό βιβλίο τοῦ π. Ἰω.Φωτοπούλου «Θεανθρώπινη Καθολικότητα ἤ πανθρησκειακή παγκοσμιότητα;» μαθαίνουμε ἀπό τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου ὅτι : «Οἱ παλαιοί ἄνθρωποι , ὡς παράφρονες,  καταβυθισμένοι στίς σαρκικές ἐπιθυμίες καί φαντασίες λησμόνησαν τήν ἔννοια καί τή γνώση τοῦ Θεοῦ καί χρησιμοποιώντας ἀμυδρά τή λογική τους, μᾶλλον τήν ἀλογία, τύπωσαν στό νοῦ τους τά φαινόμενα ὡς θεούς δοξάζοντες τήν κτίση ἀντί τόν Κτίσαντα»...

... « Ἑπομένως ὁ σπερματικός λόγος εἶναι τό ἐργαλεῖο πού χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός γιά νά φυτεύσει στόν ἄνθρωπο τή θεία χάρη καί νά τόν ἑνώσει μέ τήν ἀγάπη Του... Ἄρα καλή καί ἀπό Θεοῦ ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου γιά γνώση τοῦ Θεοῦ ἀλλά χωρίς τόν Χριστό , τήν κλέβει γιά δικό του λογαριασμό ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου ». Δηλαδή ὁ διάβολος.

Καί μᾶς διδάσκει συμπληρωματικά ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης ἀναβιβάζοντάς μας σέ ἄλλη βιωματική σφαίρα,   ὅτι: «Κανένας δέν μπορεῖ νά γνωρίζει ἀπό μόνος του τί εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ,  ἄν δέν τόν διδάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Στήν Ἐκκλησία μας ὅμως εἶναι γνωστή ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί γι’αὐτό μιλοῦμε γι’αὐτήν... Γι’αὐτό καί ἡ Ἁγία Γραφή «Πνεύματι Ἁγίῳ γεγραμμένη» δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ μέ τήν ἐπιστημονική ἔρευνα , στήν ὁποία εἶναι προσιτές μόνο μερικές ἐξωτερικές πλευρές καί λεπτομέρειες καί ὄχι ἡ οὐσία τῆς Γραφῆς. Ὅσο  δέν ἔχει δοθεῖ ἄνωθεν στόν ἄνθρωπο «συνιέναι τάς Γραφάς καί γνῶναι τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ»,  ὅσο δέν ἔχει ταπεινωθεῖ στό μακροχρόνιο ἀγώνα κατά τῶν παθῶν καί ὅσο δέν ἔχει γνωρίσει μέ τήν πείρα του καί αἰσθητά τήν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς του καί ὅλα ὅσα βρίσκονται σ’αὐτή τή μεγάλη καί μυστηριώδη ὁδό ,  ὡς τότε εἶναι ἀπαραίτητο νά κρατιέται σταθερά ἀπό τήν παράδοση καί τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί νά μήν ἀποτολμᾶ νά διδάσκει ἀφ’ἑαυτοῦ του ὅσο κι’ἄν ἔχει αὐτή τή δυνατότητα κατ’ἄνθρωπον».

Πῶς ὅμως νά γνωρίσουμε τήν ἀγάπη Του χωρίς μετάνοια;

Ἀξίζει λοιπόν νά τονισθεῖ ὅτι ἡ μετάνοια, ἀπαραίτητο σκαλοπάτι γιά νά φθάσει κανείς στή θέωση, ἀπουσιάζει ἀπό τίς ἄλλες θρησκεῖες. Εἶναι παντελῶς ἄγνωστο  τό περιεχόμενο καί ἡ σημασία της. Δέν καταλαβαίνει ὁ ἀλλόθρησκος τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας,  τῶν δακρύων,  τῆς μετανοίας.

Ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μετανοοῦσαν καί τηροῦσαν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ,  συνεχίζει ὁ ἅγιος Σιλουανός,  ὁ παράδεισος θά ἦταν στή γῆ. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τό ἴδιο στόν οὐρανό καί στή γῆ.

Ὁ Κύριος δίνει τόν παράδεισο καί τήν αἰώνια Βασιλεία Του σέ ὅποιον μετανοεῖ. Μέ τό πλούσιο ἔλεός Του δέν θυμᾶται τίς ἁμαρτίες μας,  ὅπως δέν θυμήθηκε τίς ἁμαρτίες τοῦ ληστῆ στό σταυρό.

Ἐπίσης στίς ἄλλες θρησκεῖες δέν γίνεται κατανοητή ἡ συγχωρητικότητα καί μάλιστα στόν ἐχθρό. Τό νά συγχωρήσεις καί  νά ἀγαπήσεις τόν ἐχθρό σου εἶναι τό πρωτοφανές πού ἐμπράκτως μᾶς διδάσκει γιά πρώτη φορά ὁ Χριστός πού συγχωρεῖ τούς σταυρωτές Του.

Παραδειγματιζόμενοι ἑπομένως κι’ἐμεῖς ἀπ’τόν Χριστό,   ὀφείλουμε ἀγάπη στούς ἀλλοθρήσκους,   ὡς δημιουργήματα κατ’εἰκόνα καί καθ’ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ,  ἀλλά καυτηριασμό καί καταπολέμηση τῆς ὅποιας θρησκείας πού κρύβει μέσα της δαίμονες, πλάνη,  δόλο καί ψεῦδος.

 

E[38]       Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει πάρει ἀκόμη θέση γιά τό θέμα τῆς ἐξελικτικῆς θεωρίας καί τοῦ εὐφυοῦς Σχεδιασμοῦ;

Ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι πιστεύουν πώς ὀ Χριστός κατάγεται ἀπό τόν πίθηκο.

Πῶς τά σχολιάζετε ὅλα αὐτά;

Α[38]       ν μία πρόταση, ὑπόθεση ἤ θεωρία δέν μπορεῖ μέ παρατηρήσεις ἤ καί πειράματα νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ στήν ἑρμηνεία καί πρόβλεψη πού κάνει μέσα ἀπό τίς  τίς ἀντικειμενικές συνθῆκες (λογική μέθοδος, περιορισμοί ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις, ἔρευνα σέ ἐπαναλαμβανόμενα φυσικά γεγονότα, ἔρευνα τοῦ τρόπου καί ὄχι τοῦ σκοποῦ τῆς ἐσχάτης οὐσίας τῶν ὄντων), τότε αὐτή ἡ πρόταση, ἡ ὑπόθεση ἤ ἡ θεωρία δέν εἶναι ἐπιστημονική, ἀλλά φιλοσοφική καί μεταφυσική, ὅπως λέμε, γιατί ἀπαραίτητο στοιχεῖο καί χαρακτηριστικό κάθε ἐπιστημονικῆς προτάσεως ἤ θεωρίας εἶναι ἡ δυνατότητά της νά δοκιμασθεῖ μέ ἐμπειρικό ἐπιστημονικό τρόπο, ἄν εἶναι σωστή ἤ λαθεμένη, δηλαδή νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ μέ παρατήρηση ἤ πείραμα.

Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε στά λόγια τοῦ προσφάτως ἀναδεικνυομένου Ὀρθοδόξου καί μακαριστοῦ πλέον Ἀμερικανοῦ Ἱερομονάχου π. Σεραφείμ Ρόουζ πού μᾶς γνωστοποιοῦνται ἀπό τό πατερικά βαθυστόχαστο βιβλίο «Ἡ ζωή καί τά ἔργα του», τόμος Β΄, μετάφραση Ἱερομονάχου Δαμασκηνοῦ, ἐκδόσεις «Μυριόβιβλος».

Μᾶς λέει λοιπόν ὁ π. Σεραφείμ στό κεφάλαιο «Γένεσις, Δημιουργία καί ὁ πρῶτος Ἄνθρωπος»πού ἀποτελεῖ καί ὁμώνυμο βιβλίο του ὅτι «ὅλες οἱ ὑποτιθέμενες ἀποδείξεις τῆς ἐξελίξεως μποροῦν ἐξίσου νά χρησιμοποιηθοῦν γιά νά ἀποδείξουν μιά ἄλλη θεωρία ἀναλόγως μέ τίς ὑποθέσεις τῶν κατασκευαστῶν της».

Ἀλλά τί ἐννοοῦμε μέ τή λέξη ἐξέλιξη; Ὅλα τά ἐπιστημονικά ἐγχειρίδια ὁρίζουν τήν ἐξέλιξη ὡς συγκεκριμένη θεωρία σχετική μέ τό πῶς ἐμφανίσθηκαν τά πλάσματα :μέσῳ τοῦ μετασχηματισμοῦ ἑνός εἴδους πλάσματος σέ ἄλλο, δηλ. πῶς σύνθετες μορφές  προέκυψαν ἀπό ἁπλούστερες μορφές σέ μιά φυσική διαδικασία πού ἀπαιτεῖ ἀμέτρητα ἑκατομμύρια χρόνια.

Καί συνεχίζει ὁ π. Σεραφείμ:  Δέν ἀρνοῦμαι τό γεγονός τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς ἀνάπτυξης στή φύση.  Ὅτι ἕνας ὥριμος ἄνθρωπος δημιουργεῖται ἀπό ἕνα ἔμβρυο, ὅτι ἔνα μεγάλο δένδρο προέρχεται ἀπό ἕνα μικρό βελανίδι, ὅτι ἀναπτύσσονται νέες ποικιλίες ὀργανισμῶν, εἴτε πρόκειται γιά φυλές τοῦ ἀνθρώπου εἴτε γιά διαφορετικά εἴδη γατῶν καί σκυλιῶν καί ὀπωροφόρων δένδρων . Ἀλλά ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἐξέλιξη : εἶναι μόνο ποικιλία μέσα σέ ἕνα ὁρισμένο εἶδος ἤ εἴδη .

Διεπίστωσε ἐπίσης μετά ἀπό ἔρευνες πού ἔκανε ὅτι πολλοί ἀπό τούς ὑποστηρικτές τῆς ἐξελίξεως παραδέχονταν ὅτι δέν ὑπῆρχε πραγματική ἀπόδειξη γι’αὐτό, ἀλλά ὅτι «ἔχει περισσότερο νόημα» ἤ ὅτι «ἡ ἐναλλακτική λύση εἶναι ἀδιανόητη», δηλ. ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ὑποστηρικτές της ἁπλῶς πιστεύουν –δέν ἀποδεικνύουν- τήν ἐν λόγῳ θεωρία ἐπειδή οἱ μεγαλύτερες ἀλλαγές ἀπό ἕνα ζωντανό ὄν σέ ἄλλο δέν ἔχουν καταδειχθεῖ παρά μόνο οἱ ποικιλίες πού ἐμφανίζονται σέ ἕναν ὁρισμένο τύπο.

Ἔγραφε ἐπίσης ὅτι «τό θέμα τῆς ἐξελίξεως δέν μποροῦσε νά συζητηθεῖ ἄν κάποιος δέν εἶχε βασική γνώση γιά τίς ἐπιστημονικές ἀποδείξεις.  Ἡ ἐπιστημονική ὅμως πλευρά δέν εἶναι ἡ σημαντικότερη καί οἱ εἰδικοί περιπλέκονται συνήθως μέ τό νά συγκεντρώνονται πάρα πολύ σ’αὐτήν.  Π. χ. ἄν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στή γῆ γιά μερικές χιλιάδες χρόνια ἤ μερικά ἐκατομμύρια χρόνια εἶναι κάτι πού ἀγγίζει βεβαίως μερικά βασικά ὀρθόδοξα ζητήματα -ἄν οἱ γενεαλογίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι πραγματικά γενεαλογίες, ὅπως πιστεύουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤ ἁπλῶς κατάλογοι μέ πολλά κενά.

«Ὡς βασική ἀρχή ἐξετάσεως τοῦ θέματος πρέπει νά θεωρήσουμε ὅτι ἡ ἐπιστημονική ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἐναντιωθεῖ στήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια  στήν περίπτωση πού καταλαβαίνουμε καί τίς δύο ὀρθῶς»....

Ὁ π. Μιχαήλ Πομαζάνσκι ἔλεγε ὅτι «ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἀναγνωρίζει στήν «Ἑξαήμερο» ὅλα τά ἐπιστημονικά δεδομένα τῆς φυσικῆς ἐπιστήμης.  Ἀλλά δέν δέχεται τίς φιλοσοφικές συλλήψεις, ἤ τίς ἑρμηνεῖες αὐτῶν τῶν δεδομένων, οἱ ὁποῖες ἦταν σύγχρονες (τή μηχανιστική θεωρία τῆς προελεύσεως τοῦ κόσμου καί τά παρόμοια...) Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἤξερε πῶς νά σηκώσει τό ἀνάστημά του πάνω ἀπό τίς σύγχρονες θεωρίες σχετικά μέ τίς βασικές ἀρχές τοῦ κόσμου. Μοιάζει μέ ἕνα πουλί πού πετᾶ στά ὕψη, ὑπεράνω κάθε πλάσματος πού κινεῖται στή γῆ. 

Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἀκολουθεῖ τή φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς, ἐπειδή διαθέτει δική της .

Στηρίζεται στήν Ἀποκάλυψη.  Οἱ ἅγιοι Πατέρες προσφέρουν πλήρη θεολογία προελεύσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς δημιουργίας πού δέ συνδέεται μέ καμιά ἐφήμερη διανοητική μόδα. Ἡ φιλοσοφία μας δέν εἶναι αὐτοῦ  τοῦ κόσμου καί εἶναι ἡ ἀπάντηση στίς μάταιες εἰκασίες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου».

...Ὁ Τέϊλχάρντ ντέ Σαρντέν, δεινός παλαιοντολόγος καί ρωμαιοκαθολικός θρησκευτικός φιλόσοφος, πέτυχε νά φέρει τήν ἐξέλιξη στό λογικό χιλιαστικό συμπέρασμά της.

«Ὁ σύγχρονος κόσμος, ἔγραφε, εἶναι ἕνας κόσμος σέ ἐξέλιξη.  Οἱ στατικές ἔννοιες τῆς πνευματικῆς ζωῆς πρέπει νά ἐπανεξετασθοῦν καί οἱ κλασσικές διδασκαλίες τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἐπανερμηνευθοῦν. ...Αὐτός ὁ «ἐξελισσόμενος Χριστός» δήλωσε, θά φέρει μιά ἑνότητα ὅλων τῶν θρησκειῶν: Μιά γενική σύγκλιση τῶν θρησκειῶν μέ βάση ἕναν παγκόσμιο-καθολικό Χριστό πού τούς ἱκανοποιεῖ πλήρως ὅλους: αὐτή φαίνεται σέ μένα ἡ μόνη πιθανή μεταστροφή τοῦ κόσμου καί ὁ μὀνος τύπος βάση τοῦ ὁποἰου μπορεῖ νά ὑπάρξει μιά θρησκεία τοῦ μέλλοντος».

Σαφῶς αὐτή εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου , τοῦ «ἀναδυομένου» ψευδοχριστοῦ πού ὑπόσχεται ἕνα πνευματικό βασίλειο αὐτοῦ τοῦ κόσμου.

Ὁ π. Σεραφείμ ὅταν σκεπτόταν καί ἔγραφε γιά τή Δημιουργία καί τήν ἐξέλιξη, εἶχε προσευχηθεῖ πρῶτα θερμά στό Θεό καί δέ μελέτησε ἁπλά, ἀλλά ὑπέφερε γιά νά βρεῖ καί νά μπεῖ στή σκέψη τῶν ἁγίων Πατέρων.  Δέν τόν εὐχαριστοῦσε νά διαβάζει μόνο τά γραπτά τους, ἀλλά ἀπευθυνόταν προσωπικά στούς ἀρχαίους πατέρες ὡς  πιστούς συντρόφους στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὡς ὀχήματα τῆς θείας πίστης, ἔτσι ὥστε νά μπορεῖ νά δεῖ πῶς κατανοοῦσαν τή δημιουργία.  Αἰσθάνθηκε ἰδιαιτέρως κοντά στόν πατέρα τοῦ τετάρτου αἰώνα, Ἅγιο Βασίλειο τόν Μέγα, ὁ ὁποῖος ἔγραψε πατερικά σχόλια γιά τίς ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας, τήν Ἑξαήμερο.

«...Οἱ ἅγιοι Πατέρες ξεκάθαρα δέν πίστευαν σέ καμιά τέτοια θεωρία καθότι ἡ θεωρία τῆς ἐξέλιξης δέν ἐφευρέθηκε παρά στή σύγχρονη ἐποχή

...Εἶμαι βέβαιος ὅτι θά συμφωνήσετε μαζί μου ὅτι δέν εἴμαστε ἐλεύθεροι νά ἑρμηνεύσουμε τήν Ἁγία Γραφή ὅπως θέλουμε, εἰ μή μόνον ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες.  Μερικοί ἄνθρωποι ἀσχολοῦνται τόσο πολύ μέ τήν καταπολέμηση τοῦ  προτεσταντικοῦ φονταμενταλισμοῦ πού φθάνουν σέ ἀκρότητες νά  ἀρνοῦνται ὁποιονδήποτε ἐπιθυμεῖ νά ἑρμηνεύσει τό  ἱερό κείμενο τῆς Γένεσης μέ τρόπο κυριολεκτικό.  Μέ αὐτές τίς ἐνέργειες δέν ἀνατρέχουν ποτέ στόν Ἅγιο Βασίλειο ἤ σέ ἄλλους σχολιαστές τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως, οἱ ὁποῖοι δηλώνουν ἀρκετά σαφῶς τίς ἀρχές πού πρόκειται νά ἀκολουθήσουμε κατά τήν ἐρμηνεία τοῦ ἱεροῦ κειμένου

....Ποιός γνωρίζει περισσότερα γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐνεργεῖ ὁ Θεός : ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη, πού δέν εἶναι ἀκόμη σίγουρη ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει καί ἐν πάσῃ περιπτώσει προσπαθεῖ νά ἐξηγήσει ὅλα αὐτά ἤ  ἡ ἐκκλησία μέ τούς θεοφώτιστους Πατέρες της»;

...Σύμφωνα μέ τούς ὀπαδούς τῆς ἐξελίξεως ὁ ἄνθρωπος ἐμποτίσθηκε μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ ἕνα ὁρισμένο στάδιο τῆς ἀνθρώπινης ἐξελίξεως, ὅταν τό σῶμα του ἦταν ἀπό ὅλες τίς πλευρές τό σῶμα ἑνός πιθήκου .

«Αὐτή ἡ χάρη τόν μετασχηματίζει ἀπό ζῶο σέ ἄνθρωπο  χωρίς τήν ἀλλαγή ἑνός ἀνατομικοῦ χαρακτηριστικοῦ γνωρίσματος τοῦ σώματός του, χωρίς ἀλλαγή ἑνός ἁπλοῦ κυττάρου»....

... «Μιά τέτοια ἄποψη ὅμως ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι δίδαξαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἦταν δημιουργημένος κατ’εἰκόνα Θεοῦ σύμφωνα μέ τήν ἴδια τή φύση του .

Ὅτι ἡ φύση του ἦταν ἀρχικῶς ἀπαθής καί ἐνάρετη.

Ὅτι τό σῶμα καί ἡ ψυχή του δημιουργήθηκαν στόν ἴδιο χρόνο.

Ὅτι δημιουργήθηκε ἐντός τῆς χάριτος ἀπό τήν ἀρχή.

Ὅτι ἀρχικά τό σῶμα του ἦταν ἀδιάφθορο καί ὅτι ἡ φύση του ἄλλαξε λόγω τῆς πτώσεως.

...Ἡ κατάσταση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου ἔχει τοποθετηθεῖ γιά πάντα πέρα ἀπό τή γνώση τῆς ἐπιστήμης σχετικά μέ τό ὅριο τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, πού ἄλλαξε τήν ἴδια τή φύση του καί τῆς δημιουργίας καθώς καί τήν ἴδια τή φύση τῆς γνώσεως.

Ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη ξέρει μόνο ὅ,τι παρατηρεῖ καί ὅ,τι μπορεῖ νά προκύψει εὔλογα ἀπό τήν παρατήρηση.

 ...Ἡ ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀδἀμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου, αὐτή πού εἶναι χρήσιμο νά γνωρίζουμε προσεγγίζεται μόνο στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί στά θεῖα ὁράματα τῶν Ἁγίων. ...Πῶς εἶναι δυνατόν ἡ ἀμέλειά μας στήν κατανόηση ἑνός μέρους τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ (πού ἐπ’εὐκαιρίᾳ πράγματι συνδέεται πολύ μέ τόν Χριστό , τόν δεύτερο Ἀδάμ, πού ἔλαβε σάρκα προκειμένου νά μᾶς ἀποκαταστήσει στό ἀρχικό κάλλος ) νά μήν ὁδηγήσει στήν ἀμέλεια τῆς κατανοήσεως ὁλοκλήρου τοῦ δόγματος τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;...Ἐάν ζοῦμε καλά ἀλλά εἴμαστε ἀμελεῖς ὅσον ἀφορᾶ στά σωστά δόγματα, δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε ὁτιδήποτε γιά τή σωτηρία μας.  Ἄν ἐπιθυμοῦμε νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τή γέεννα τοῦ πυρός καί νά μποῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ἐξωραϊστοῦμε καί μέ τό ἕνα καί μέ τό ἄλλο-καί μέ τή στενή ἐφαρμογή τῶν δογμάτων καί μέ τήν αὐστηρότητα τῆς ζωῆς...

...Ὁ προφήτης Μωϋσῆς, ὁ συντάκτης τῆς Γενέσεως, εἶχε λάβει τή γνώση γιά τή δημιουργία ἀπό θεοπτία.  Οἱ ἅγιοι Πατέρες πού σχολίασαν τήν Ἁγία Γραφή ἦταν ἐπίσης συμμέτοχοι στή θεοπτία καί ἔτσι γίνονται οἱ μοναδικοί ἑρμηνευτές τοῦ Μωϋσέως.

...Μερικοί ἀπό τούς Πατέρες δίδαξαν περαιτέρω ὅτι πρίν ἀπό τήν πτώση, ὁλόκληρη ἡ ὑλική δημιουργία ἦταν ἄφθορη καί ἐστερεῖτο θανάτου καί ὅτι περιῆλθε στή φθορά λόγω τοῦ ἀνθρώπου....»

Ὁ π. Σεραφείμ ἐπεσήμανε πώς οὔτε ἡ δημιουργία οὔτε ἡ ἐξέλιξη μποροῦν νά ἀποδειχθοῦν ἀποφασιστικά: καί οἱ δυό σχετίζονται μέ τήν πίστη καί τή φιλοσοφία, μέ ἐπιλογή προϋποθέσεων.

Ἴσως πρέπει νά σημειώσουμε πώς γιά τούς Χριστιανούς τουλάχιστον, ἀπορρίπτεται ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἀφοῦ θά ἔπρεπε νά παραδεχθοῦν ὅτι ἔστω σέ κάποια φάση πού ὁ ἄνθρωπος ἦταν πίθηκος, ἐξ ἀνάγκης πίθηκος θά ἔπρεπε νά εἶναι καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ὅσον ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’εἰκόνα Του.  Μᾶς ἐντυπωσιάζει ἐπίσης ὅτι εὐθύς ἐξ ἀρχῆς γιά τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου ἐνδιαφέρεται καί γνοιάζεται ὁ Θεός ἀγαπητικά καί προσωπικά χρησιμοποιώντας τό ρῆμα «ποιήσωμεν» καί «ἔπλασεν» δηλαδή κατόπιν συνεργασίας καί τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος σέ ἀντίθεση πρός τήν δημιουργία τοῦ φωτός πού εἶπε ἁπλά «γενηθήτω» καί τῶν φυτῶν καί ζώων πού εἶπε ἁπλά «ἐξαγαγέτω».  Ἐπίσης τό ὅτι μόνο στόν ἄνθρωπο ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς, δηλ. τήν ἄκτιστη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι στά ζῶα,  ἀποτελεῖ ἄλλο ἕνα ἐπιχείρημα τῆς ἀνωτερότητας καί μοναδικότητας τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους.

Νά λοιπόν πού ἡ Ἐκκλησία μας - καί πολύ πιό πρίν ἱδρυθεῖ ἐν τῷ ἱστορικῷ γίγνεσθαι διά τῆς Πεντηκοστῆς, καί προϋπάρχουσα ἤδη αἰωνίως ὡς κοινωνία τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέσα ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως, ἀπό τή δημιουργία κιόλας τοῦ ἀνθρώπου καί μέ τήν ἑρμηνεία της στή συνέχεια ἀπό τούς ἁγίους πατέρες   - ἔχει πάρει θέση ἀρνητική ὡς πρός τή θεωρία τῆς ἐξελίξεως τήν ὁποία δέν ὑποστηρίζει ἡ ἐπιστήμη ἀλλά κάποιοι ἐπιστήμονες ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοία τους.

 

E[39]       Εἶμαι 18 χρονῶν καί ναί,  σᾶς λέω ὑπεύθυνα ὅτι ὁ Χάρι Πότερ εἶναι τό καλύτερο βιβλίο – ταινία - παιχνίδι τοῦ κόσμου.

Ἄς μάθει λοιπόν ἡ Ἐκκλησία μας νά μή δαιμονοποιεῖ τά πάντα γιατί πάρτε το ἁπλά ἀπόφαση ὅτι ὁ Χάρι Πότερ εἶναι ὁ καλύτερος.

Ἐγώ προσωπικά πιστεύω στό Θεό μέ ὅλη τήν ψυχή μου. Καί δέ θεωρῶ σέ καμιά περίπτωση ὅτι ἐπειδή μερικά ἀνεγκέφαλα δωδεκάχρονα ἔχουν γράψει γράμματα καί μιλοῦν γιά νεκρομαντεία (στό βιβλίο δέν ἀναφέρεται πουθενά) πρέπει νά καταδικάζουμε τό Χάρι Πότερ (ἀλήθεια τόν Ἀλλαντίν καί τή Σταχτοπούτα γιατί δέν τούς καταδίκασε κανείς;)

Κλείνοντας θέλω νά πῶ ὅτι ἐγώ προσωπικά δέν ἔχω ξεχάσει τό σκάνδαλο τῆς Ἐκκλησίας δύο χρόνια τώρα (μήπως καί γι’αὐτό φταίει ὁ Χάρι Πότερ; Ἔριξε καμιά κατάρα καί τά ἔκανε ὅλα αὐτά;)

Κοιτᾶξτε λοιπόν νά συμμορφωθεῖτε ἐσεῖς καί σταματῆστε τίς κρίσεις στό Χάρι Πότερ.

Α[39]       γαπητέ φίλε ἀναγνώστη ἡ ἐρώτησή σου περιλαμβάνει πολλές ὑποερωτήσεις τίς ὁποῖες θά ἀπαντήσουμε μέ τήν κοινή βασική προϋπόθεση πού μᾶς θέτεις, ὅτι κι’ἐσύ πιστεύεις στό Θεό (τῶν Χριστιανῶν ἐλπίζω) ἄρα καί στό Εὐαγγέλιο ὡς τή μόνη Ἀλήθεια,  ἀλλά ὅτι καί ἐσύ ἀγαπᾶς τήν Ἐκκλησία (ὅπως τουλάχιστον συμπεραίνει κανείς ἀπό τό  ζεστό κτητικό «μας» πού προσθέτεις στήν ἐρώτησή σου μετά ἀπό τή λέξη Ἐκκλησία), ἄν θυμᾶσαι. Ἁπλῶς δέν καταλαβαίνεις τήν ἐπικινδυνότητα τοῦ Χάρι Πότερ.

1) Ἡ Ἐκκλησία δαιμονοποιεῖ τά πάντα;

Πίσω ἀπό τήν κάθε ἁμαρτία, τήν αἵρεση ἤ καί τή μαγεία κρύβεται ὁ διάβολος πού θέλει νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό καί νά μᾶς κάνει νά χάσουμε τόν Παράδεισο.  Ἀκόμη καί στόν ἴδιο τόν Χριστό τόλμησε ὁ θρασύδειλος νά τόν ρίξει σέ πειρασμό.  Διαβάζουμε στό Εὐαγγέλιο : (Λουκ.  δ΄, 3-12)

  « Καί εἶπε ὁ διάβολος στόν Χριστό, ἄν εἶσαι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πές σ’αὐτήν τήν πέτρα νά γίνει ψωμί.  Καί ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς λέγοντας:  ¨εἶναι γραμένο ὅτι δέ ζεῖ μόνο ἀπό ψωμί ὁ ἄνθρωπος ἀλλά μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ¨.  Καί ἀφοῦ ὁ διάβολος τόν ἀνέβασε σέ ἕνα ψηλό βουνό τοῦ ἔδειξε ὅλο τόν κόσμο σέ μιά στιγμή καί τοῦ εἶπε ¨θά σοῦ δώσω ἄν θέλω κάθε ἐξουσία καί κάθε δόξα τοῦ κόσμου πού εἶναι δικός μου.  Ἐσύ λοιπόν ἄν μέ προσκυνήσεις θά τόν ἔχεις ὅλο δικό σου¨. Καί ἀπαντώντας ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε:¨ Πήγαινε πίσω σατανᾶ.  Εἶναι γραμμένο νά προσκυνᾶς μόνο τόν Κύριο καί Θεό σου καί Αὐτόν μόνο νά λατρεύεις¨.  Τότε ὁ διάβολος τόν ὁδήγησε στά Ἱεροσόλυμα καί τόν ἀνέβασε στό ψηλότερο σημεῖο τοῦ Ναοῦ καί τοῦ εἶπε:¨ἄν εἶσαι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πήδα ἀπό ἐδῶ πάνω καί πέσε. Ἔχει γραφτεῖ ὅτι ἄγγελοι θά σέ προστατέψουν παίρνοντάς σε ἀγκαλιά ,χωρίς νά χτυπήσεις πουθενά¨.Καί τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἔχει γραφτεῖ νά μήν προκαλεῖς Κύριο τόν Θεό σου».(Λουκ. δ΄, 3-12)

Τί κακό θά συνέβαινε ἄν ὁ Χριστός, γιά νά δείξει καί τή θεία του φύση, μετέτρεπε τίς πέτρες σέ ψωμιά κι’ἄν ἔπεφτε ἀπό ψηλά καί τόν ἔπιαναν οἱ ἄγγελοι;  Δέν τοῦ κάνει ὅμως τό χατῆρι διότι βλέπει τόν δόλιο σκοπό του.  Ὁ διάβολος δηλαδή, στήν προκειμένη περίπτωση περίμενε τήν ὑποταγή τοῦ Χριστοῦ στίς ἐντολές του.  Μέ πρόσχημα τήν ἐπίδειξη τῆς θεϊκῆς Του δυνάμεως. Τί πιό δελεαστικό γιά τόν Χριστό;  Μήπως ὁ Χριστός σκέφθηκε καχύποπτα καί ἔπρεπε τελικά νά ὑπακούσει σέ ὅσα τοῦ ἔλεγε ὁ διάβολος; ἤ θά τόν κατηγοροῦσε κανείς ὅτι πίσω ἀπό κάθε τί φανταζόταν δόλιες δαιμονικές ἐνέργειες;

Ἀλλοῦ πάλι στό Εὐαγγέλιο πού κι ἐσύ πιστεύεις, γίνεται λόγος γιά δαιμονισμένους πού ὁ Χριστός θεραπεύει. Μήπως καί σ’αὐτούς ὁ Χριστός καί  ἡ Ἐκκλησία βλέπει φαντασίες καί ὁράματα δαιμόνων;

Σέ πολλά σημεῖα μέσα στήν Ἁγία Γραφή ἀλλά καί ἀπό πολλούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας μᾶς γνωστοποιεῖται πώς πίσω ἀπό τά πάθη μας κρύβονται οἱ ἀντίστοιχοι δαίμονες πού τά ὑποκινοῦν. Ἄν λοιπόν τό δεχόμαστε αὐτό, γιατί νά μήν ἀποδεχθοῦμε ὅτι καί πίσω ἀπό τόν Χάρι Πότερ κρύβεται ἔντεχνα καί καμουφλαρισμένα ὁ δαίμονας τῆς μαγείας; Ἄν ἀπροκάλυπτα μᾶς ἔλεγε «εἶμαι ὁ διάβολος, ἐλᾶτε» κανείς δέν θά τόν ἀκολουθοῦσε.  Ἐνῶ τώρα, δῆθεν μέσα ἀπό τή λογοτεχνική φαντασία,  μυεῖ εὐκολότερα τόν ἀναγνώστη ὁ ὁποῖος νομίζει ὅτι δέν πρόκειται περί μαγείας.

Ἔτσι λοιπόν καί ἐμεῖς γνωρίζοντας τά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου ξέρουμε π.χ. ὅτι πίσω ἀπό τά μέντιουμ  ἤ πίσω ἀπό τά μάγια κρύβεται ὁ διάβολος.  Πόσοι καί πόσοι ἄνθρωποι ἐξάλλου δέν  ἔχουν βρεθεῖ κάτω ἀπό τήν ἐπήρεια μαγικῶν τεχνασμάτων;

Μέ αὐτό τό σκεπτικό ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι πίσω ἀπό τίς ἐκτρώσεις, τή μοιχεία, τήν ὁμοφυλοφιλία, τήν αὐτοκτονία κρύβονται οἱ ἀντίστοιχοι δαίμονες πού θέλουν νά καταστέψουν τήν ψυχή μας.  Ὅπως πίσω ἀπό τά μαῦρα σύννεφα κρύβεται ἡ καταιγίδα ἤ πίσω ἀπό τόν καπνό ἡ φωτιά ἤ πίσω ἀπό τή βαριά ἀσθένεια ὁ θάνατος.  Μήπως πάλι εἴμαστε φαντασιόπληκτοι;

Ἀλλοῦ πάλι τό Εὐαγγέλιο , ἄν τό ἀποδεχόμαστε ὅτι εἶναι ἀληθινά θεόπνευστο μᾶς λέει «μή παντί πνεύματι πιστεύετε, ἀλλά δοκιμάζετε τά πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν,  ὅτι πολλοί ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τόν κόσμον»(Α΄ ΄Ἰω. δ΄,1). Δηλαδή μᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο νά μήν πιστεύουμε τόν καθένα ἀλλά νά ἐλέγχουμε ἄν εἶναι τοῦ Θεοῦ τά ὅσα μᾶς διδάσκει,ἐπειδή ἔχουν ἔρθει στόν κόσμο πολλοί ψευτοσωτῆρες . Ἄρα θά πρέπει σέ κάθε μήνυμα πού μᾶς ἔρχεται,   νά τό περνᾶμε κάτω ἀπό τό Εὐαγγελικό φίλτρο γιά νά διακρίνουμε ἄν εἶναι ἀπό τόν Θεό ἤ ἀπό τόν διάβολο.  Διότι πῶς ἀλλιῶς θά ἔχουμε τή σιγουριά τῆς προελεύσεως; Ἐπίσης πρέπει νά θυμηθοῦμε περιπτώσεις πού οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί στή συνέχεια οἱ Ἅγιοί μας διέκριναν τήν προέλευση τῶν λόγων κάποιων ἀνθρώπων ,  ἄν ἦταν δηλαδή ἀπό τόν Θεό ἤ τόν διάβολο,  ἀκόμη κι’ὅταν τούς ἐπαινοῦσαν.

Ἀφοῦ πιστεύεις στό Θεό , ὅπως ὁ ἴδιος λές, τότε Ἐκεῖνος μᾶς καθοδηγεῖ καί μᾶς συμβουλεύει νά διακρίνουμε τά πνεύματα.

 

2) Πίστη στό Θεό καί Χάρι Πότερ

«Οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν.  ἤ γάρ τόν ἕνα μισήσει καί τόν ἕτερον ἀγαπήσει , ἤ ἑνός ἀνθέξεται καί τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῶ δουλεύειν καί μαμωνᾶ. (Ματθ. στ΄,24).  Δηλαδή δέν μπορεῖ κάποιος νά δουλεύει σέ δύο ἀφεντικά ἀντίθετα μεταξύ τους.  Ἤ θά μισήσει τό ἕνα καί θά ἀγαπήσει τό ἄλλο, ἤ θά ὑποταγεῖ στό ἕνα καί θά καταφρονήσει τό ἄλλο.  Δέν μπορεῖτε νά διακονεῖτε καί στόν Θεό καί στόν διάβολο.

 

3) Νεκρομαντεία καί Χάρι Πότερ

Ἐπειδή κάποιοι ἀμφισβητοῦν τήν ἀναφορά σέ νεκρομαντεία στά βιβλία τοῦ Χάρι Πότερ,  δέν ἔχουν παρά νά μποῦν στό Internet,  στή μηχανή τῆς ἀναζητήσεως καί νά δοῦν μέ τά ἴδια τους τά μάτια ποῦ ὠθεῖ ἡ μαγεία τῆς ὁποίας μία ὑποδιαίρεση εἶναι καί ἡ νεκρομαντεία.  Ὁ διάβολος δέν περιορίζεται μόνο στούς ζωντανούς. Εἶναι γνωστό τοῖς πᾶσι τό τί γίνεται στά νεκροταφεῖα ὅσον ἀφορᾶ στίς κλοπές ὀστῶν νεκρῶν.

Ἐξάλλου ἀκόμη κι’ἄν ὑποθέσουμε ὅτι δέ γίνεται λόγος ἄμεσα περί νεκρομαντείας στό Χάρι Πότερ , ἄς μή ξεχνοῦμε ὅτι στή σχολή μαγείας, πού εἶναι τό βασικό μοτίβο τῶν βιβλίων τοῦ Χάρι Πότερ γίνονται μαθήματα μαντικῆς καί μέσω μαντικῶν μεθόδων ἐπιστροφή στό παρελθόν καί γνωριμία μέ ἠδη νεκρούς ἀνθρώπους. Γιατί λοιπόν νά ἀποκλείσουμε οἱ ἐπηρεαζόμενοι ἀναγνῶστες νά ἀναζητήσουν καί τή γνωριμία μέ τή νεκρομαντεία;  Ἐξάλλου δέν θά τά.. μάθουμε ὅλα ἀπό τά βιβλία τοῦ Χάρι Πότερ!  Πρόκειται γιά μιά εἰσαγωγή στήν ἄβυσσο τῆς δαιμονικῆς μαγείας.

 

4) Ἀλλαντίν καί Σταχτοπούτα:

Πρόκειται γιά παραμύθια, πού δέ σέ μυοῦν ὅμως στό μαγικό κόσμο.  Γι’αὐτό καί ὅσοι μεγαλώσουν δέν τούς ἐντυπωσιάζουν πιά.  Πρόκειται γιά παιδικά παραμύθια.  Ἐνῶ γιά τόν Χάρι Πότερ ἔχουν ἐντυπωσιασθεῖ μικροί καί μεγάλοι.  Δέν μᾶς προβληματίζει ἐξάλλου καί ἡ ὑπερπαραγωγή τοῦ Χάρι Πότερ σέ χιλιάδες ἀντίτυπα;

 

5) Σκάνδαλα τῆς Ἐκκλησίας

Κανείς δέν ἀντιλέγει ὅτι καί τά πάσης φύσεως σκάνδαλα κάποιων Ἐκκλησιαστικῶν ταγῶν ἀποτελοῦν μαζί μέ τή μαγεία πολύ σοβαρό κίνδυνο γιά τήν ἀπώλεια τῆς ψυχῆς μας.  Ἁπλῶς τό συγκεκριμένο  τώρα θέμα μας ἀναφέρεται στό κατά πόσο ὑπάρχει νεκρομαντεία καί εὐρύτερα μαγεία στά ἔργα τοῦ Χάρι Πότερ. Πίσω καί ἀπό τά δύο κρύβεται ὁ διάβολος καί Οἱ καταστροφικές γιά τήν ζωή καί τήν ψυχή μας μεθοδεύσεις του.  Ἡ Ἐκκλησία καταδικάζει καί τά δύο .

 

Ἐν κατακλεῖδι βλέπουμε στήν ἐποχή μας νά ἐπαναλαμβάνεται ἔντονα ὅ, τι διέπραξε ἡ Εὔα μέ τόν ὄφι.  Θέλησε δηλαδή  καί ἐκείνη νά γίνει Θεός διά τῆς ὑπακοῆς στό διάβολο.  Δηλαδή χωρίς Θεό!  Καί τελικά λερώθηκε τό κατ’εἰκόνα Θεοῦ ἀλλά καί ἔχασε μαζί μέ τόν Ἀδάμ τά δῶρα τῆς ἀρχεγόνου δικαιοσύνης(ἀθανασία,  ἀναμαρτησία,  ἀθωότητα,  θεογνωσία,  ἀπονία).  Θέλουμε κι’ἐμεῖς τά ἴδια;

Συναρπάζει ἡ μαγεία καθώς σοῦ τάζει δύναμη καί γνώση. Ἀφοῦ λοιπόν ἐκ προοιμίου γνωρίζουμε τήν αἰώνια τακτική τοῦ διαβόλου καί ἀφοῦ καί στό Χάρι Πότερ ἔχουμε φανερά καί ξάστερα σπουδή σέ σχολή μαγείας, περιττεύουν κάθε εἴδους συζητήσεις καί φιλοσοφικές ἀναζητήσεις.

Ἄν κάποιος πραγματικά πιστεύει ὅτι ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ,  ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου,  ὁ Παντοδύναμος,  ὁ Παντογνώστης καί ὁ Παντοκράτορας,   ὁ Νικητής τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου (Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας) τότε τί ἀνάγκη ἔχει ἀπό τήν ἐμπλοκή του στή μαγεία ἄμεσα ἤ ἔμμεσα;

 

E[40]       Τί ἰσχύει σχετικά μέ τούς παλαιοημερολογίτες στήν Ἑλλάδα  (ἐνν. αὐτούς πού δέν ἔχουν κοινωνία μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί τίς ἄλλες ἐκκλησίες);

Τί μποροῦμε νά ἀπαντήσουμε ὅταν ὑποστηρίζουν ὅτι καλῶς εἶναι χωρισμένοι ἐπειδή δέν πρέπει νά ἔχουν κοινωνία μέ  οἰκουμενιστές  ἱεράρχες καί πού δέν θεωροῦν π.χ. τόν παπισμό αἵρεση;

Α[40]       Σὲ ὅ,τι ἀφορᾷ τοὺς παλαιοημερολογῖτες ἰσχύει τό γεγονός ὅτι αὐτοὶ ἔχουν συστήσει δική τους Ἐκκλησία, μὲ δική τους Ἱεραρχία, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ πιὸ μεγάλη εἶναι τῶν Γ. Ο. Χ. (Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί).  Ἐπίσης ἔχουν ἀνακηρύξει δικούς τους ἁγίους καὶ δὲν ἀναγνωρίζουν (πλὴν ἐλαχίστων) τοὺς μεγάλους Πατέρας τῶν ἡμερῶν μας, π. Παΐσιο, π. Πορφύριο, π. Ἰάκωβο, π. Βησσαρίωνα, οἱ ὁποῖοι θαυματουργοῦσαν καὶ θαυματουργοῦν· οἱ χαρισματοῦχες ἐκκλησιαστικὲς αὐτὲς μορφὲς ἔχουν τύχει τῆς ἀναγνωρίσεως ἀπὸ τὴν καθολικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἁγιότητός των, καὶ ἀπομένει καὶ ἡ ἐπίσημη ἀνακήρυξή τους. Οἱ παλαιοημερολογῖτες ἀρνοῦνται τὴν ἁγιότητα αὐτῶν τῶν Γερόντων.

Σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὸ  ζήτημα τῆς έκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ τοὺς Οἰκουμενιστὲς ἐμεῖς ἀπαντᾶμε ὅτι δὲν βρισκόμαστε σὲ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μαζί τους, ἀντίθετα καταγγέλουμε ὅσα οἰκουμενιστικὰ διαπράττουν (ὄχι μόνο τὴν ἀναγνώριση τοῦ Παπισμοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν προσχώρηση τους στὸν διαθρησκειακὸ συγκρητισμὸ) καὶ τοὺς μνημονεύουμε ἁπλῶς διότι ἀναμένουμε τὴν καταδίκη τους, δηλαδὴ τὴν καθαίρεσή τους ἀπὸ Σύνοδο.  Πρότυπο καὶ παράδειγμα αὐτῆς μας τῆς στάσης εἶναι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν καὶ διώχθηκαν μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ εὑρίσκονταν ἐντὸς Αὐτῆς. 

 

E[41]       Πρεσβύτερος Ἀθανάσιος Μηνᾶς στό κείμενό του ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ, ΤΟ ΝΤΙΜΠΕΪΤ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ γράφει ὅτι ὁ πυρηνικός ὄλεθρος εἶναι ὁ Ἀρμαγεδώνας. Ὅμως ὁ Λεόντιος Μοναχός Διονυσιάτης στή Συλλογή Προφητειῶν του ἀναφέρει ὅτι Ἀρμαγεδών σημαίνει διακοπή καί ὄχι πυρηνική καταστροφή. (στή σελίδα 112).  Τελικά ποιός ἔχει δίκιο;

Α[41]       Καταρχὴν πρέπει νὰ ἀναφέρουμε ὅτι ἡ λέξη «διακοπή», ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ ἅγιοι πατέρες γιὰ νὰ ἑρμηνεύσουν (μεταφραστικὰ πρῶτα) τὸ χωρίο τῆς Ἀποκάλυψης, λεξικολογικὰ σημαίνει «διατομή, διαχωρισμός, βαθὺ τραῦμα»· ἐπίσης τὸ ῥῆμα «διακόπτω» (ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἡ μετοχὴ διακοπτομένη) σημαίνει «κόπτω εἰς δύο, κόπτω διὰ μέσου, ‘πέρα καὶ πέρα’» (Λεξικὸ Lidell -  Scott, ἐκδ. Ἰ. Σιδέρη, μετάφρασις ὑπὸ Ξ. Μόσχου, Ἀθῆναι 1997 (ἀνατύπωσις), τ. Α΄ σ. 590,  ἔχουν ληθφεῖ ὑπ’ ὄψιν καὶ τὰ συμπληρώματα).

Ὁ π. Λεόντιος στὰ κείμενα τῶν πατέρων ποὺ παραθέτει, ἀναφέρεται μόνο στὴν ἀλληγορικὴ ἑρμηνεία τοῦ ΑΓΙΟΥ ΑΡΕΘΑ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, ὁ ὁποῖος μεταφράζοντας τὴ λέξη «Ἁρμαγεδών», διδάσκει ὅτι αὐτὸ σημαίνει στὰ Ἑλληνικὰ «διακοπή», ποὺ μεταφράζεται στὴ δημοτικὴ ὡς χωρισμός, τομή στὰ δύο, καὶ αὐτὸ ὑπονοεῖ κατὰ τὸν Ἅγιο Πατέρα τὸν ὁριστικὸ χωρισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Θεία Χάρη. Ὅμως, ἐνῶ π. Λεόντιος παραθέτει καὶ τὴ λεξικολογικὴ ἑρμηνεία του ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, κατὰ τὴν ὁποία ἡ λέξη «Ἁρμαγεδὼν» σημαίνει «διακοπή», δὲν παραθέτει τὴν ἑρμηνεία ποὺ δίδει ὁ ἅγιος Πατήρ, δηλαδὴ ὅτι ἐννοεῖται ἡ σφαγή, «βαθειὰ τραύματα», καὶ ἑπομένως ὁ πόλεμος ποὺ θὰ λάβει ἐκεῖ χώρα. Παραθέτουμε τὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου ὁλόκληρο, τὸ ὁποῖο δὲν παρατίθεται στὸ ἔργο τοῦ π. Λεοντίου: «Τὸ δὲ Ἁρμαγεδὼν, διακοπὴ ἢ διακοπτομένη ἑρμηνεύεται. Ἐκεῖ γὰρ ἔθνη συναγόμενα, ἐκκόπτεσθαι νοεῖν ἀκόλουθον ὑπὸ τοῦ διαβόλου στρατηγούμενα, τοῦ ἀνθρωπίνοις αἵμασι χαίροντος.» (P. G. 106, 369Β) Ἡ τελευταία φράση, ποὺ ἐμεῖς ὑπογραμμίζουμε, ἀποδεικνύει ὅτι δὲ χωρεῖ καμμία ἀμφιβολία ὅτι κατὰ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας τὸ χωρίο στὴν Ἱερὰ Ἀποκάλυψη κάνει λόγο γιὰ πόλεμο (πέραν βέβαια τῆς ἀλληγορικῆς ἑρμηνείας).

Ἑπομένως δὲν εὐσταθεῖ ἡ θέση ὅτι, ἐπειδὴ κάποιοι ποὺ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία διαστρέφουν τὸ Εὐαγγέλιο, ἐμεῖς δὲν θά πρέπει νὰ κηρύττουμε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν ἐσχατολογία του· ἡ Ὀρθόδοξη ἐσχατολογία, ὅπως αὐτὴ κηρύττεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ μέσω τῆς Ἀποκαλύψεως, ἀλλὰ καὶ τὸ κδ΄ κεφάλαιο τῆς Προφητείας τοῦ Ἡσαΐου, καὶ τὶς ἀναφορές της στὸν ὄλεθρο ποὺ ἐπέρχεται, δὲν ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἀνασφάλεια, ἀλλὰ στὴν ἄκτιστη ζωοποιὸ Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν ἀπαλλάσει ἀπὸ κάθε φοβία καὶ τὸν γεμίζει μὲ ἐλπίδα ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, δοθέντος ὅτι αὐτοὶ ποὺ Τὸν ἀκολουθοῦν θὰ εἶναι νικητές μαζί Του. Ἡ Ὀρθόδοξη ἐσχατολογία, καὶ ἡ συγκεκριμένη ἀναφορά της σὲ ὄλεθρο, ἔχει σκοπὸ νὰ ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους σὲ μετάνοια καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμοι, ὥστε νὰ μὴν πραγματοποιηθεῖ τὸ τραγικὸ ἀποτέλεσμα, γιὰ τὸ ὁποῖο κάνει λόγο ὁ ἅγιος Ἀρέθας Καισαρείας, δηλαδὴ νὰ χωρισθοῦν ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Συμπέρασμα: Μόνο κακοπροαίρετοι ἄνθρωποι μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, τὴν ὁποία ἁπλῶς ἐπαναδιατυπώνει τὸ κείμενο ποὺ ἔχει δημοσιευθεῖ στὸν « Ὄρθρο», ἐνδέχεται νὰ προστρέξουν στὶς αἱρετικὲς παραφυάδες, καὶ ὄχι στὴν ἄκτιστη Χάρη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς, δηλαδὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

 

E[42]       Εὐλογεῖτε, θέλω νά σᾶς ρωτήσω κάτι: μήπως γνωρίζετε ποῦ ὑπάρχει ΑΓΙΑΣΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ; Θά σᾶς  πῶ πῶς τό εἶδα στόν ὕπνο μου ὅταν εἶχα πάει νά κάνω τάμα στόν Ἅγιο στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Στεφάνου τῶν Ἁγίων Μετεώρων πού ἔχουν καί τήν Κάρα τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους. Λοιπόν ἡ εἰκόνα πού εἶδα στόν ὕπνο μου ἦταν πώς πῆγα νά πιῶ ἀπό τό Ἁγίασμα τοῦ Ἁγίου. τTό Ἁγίασμα ἦταν πετρόκτιστο… Eἶχε δύο βρύσες…. πάνω ἀπό αὐτές τίς δύο βρύσες ὑπῆρχε ὁριζόντια πινακίδα πού ἔγραφε ΑΓΙΑΣΜΑ ΑΓΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ. Ἄν γνωρίζετε κάτι γιά αὐτό, ἄν τό ἔχετε δεῖ σᾶς παρακαλῶ πεῖτε μου γιατί ἔχω μιά λοιμώδη ἀσθένεια καί ζήτησα βοήθεια ἀπό τόν Ἅγιο.   Σᾶς εὐχαριστῶ προκαταβολικά.

Α[42]       Περί ἁγιάσματος καί ὀνείρων:

Μετά ἀπό σχετική ἔρευνα στό διαδίκτυο, ὅπου εἴδαμε  ξανά σταλμένη τήν ἐρώτησή σου, δέν βρήκαμε πρός τό παρόν κάτι συγκεκριμένο γιά τό Ἁγίασμα. Τό μόνο σχετικότερο ἦταν ὅτι στόν Ἱερό  Ναό τοῦ ἁγίου Νικολάου στό Τζιμπαλή  κοντά στό Πατριαρχεῖο, δίπλα στόν Κεράτιο ὑπάρχει παλαιό παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους καί ἁγίασμα ἄνευ ὅμως ἁγιάσματος  τώρα πιά. Τό  παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου  δέν λειτουργεῖται. Τό ἔχει ἀφανίσει ἡ ὑγρασία.

Ἐκτός ὅμως ἀπό τό κατά πόσο καί ποῦ ὑπάρχει ἁγίασμα πρέπει γενικότερα νά προβληματισθοῦμε πάνω στά ὄνειρα γιά νά μή γινόμαστε κάποτε-κάποτε θύματά τους.

Καταθέτουμε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ θεολόγου Γ.Καρακοβούνη «ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ» ἐκδ. «Ἀποστολική Διακονία» Τίθεται ὡς  εὔλογο τό ἐρώτημα : Γνωρίζουμε ὅτι ὁ διάβολος μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός .Τί γίνεται στήν περίπτωση πού θά μᾶς παρουσιάσει ἕνα ὄνειρο ὡς ἀποκάλυψη Θεοῦ καί θελήσει νά μᾶς πλανήσει;

Ὁ ἅγιος Κασσιανός ὁ Ρωμαῖος, λέει πώς ἡ διάκριση ἀπεδείχθη πηγή καί ρίζα καί κεφαλή ὅλων τῶν ἀρετῶν.  Τά ὄνειρα πού προέρχονται ἀπό τόν Θεό εἶναι ἐλάχιστα. Βασική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται στούς καθαρούς τῆ καρδίᾳ καί τούς ταπεινούς τῶ πνεύματι.

Ὁ ἅγ. Διάδοχος Φωτικῆς λέει νά μήν πειθόμαστε σέ καμμία φαντασία. Τά ὄνειρα εἶναι τά εἴδωλα τῶν λογισμῶν.  Ἄν ὅμως ὡστόσο κάποιο ὄνειρο εἴτε μᾶς φανερωθεῖ ὡς ἀποκάλυψη εἴτε γιά ὁποιοδήποτε ἄλλο λόγο μᾶς ἀπασχολεῖ ἔντονα, μπροστά στόν κίνδυνο νά μήν πέσουμε σέ δαιμονική πλάνη, πρέπει νά τό ἐμπιστευθοῦμε  ὅπως καί ὅλο τόν πνευματικό μας ἀγώνα σ’ἐκείνους πού γνωρίζουν μέχρι λεπτομερειῶν τό μυστήριο τοῦ καλοῦ και τοῦ κακοῦ , δηλ. στούς πνευματικούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.  Ἐπικρίνοντας αὐτούς πού δίνουν σημασία στά ὄνειρα , χωρίς βέβαια νά ἀπορρίπτει ἐκεῖνα πού προέρχονται ἀπό τόν Θεό καί συνιστοῦν ἀποκαλύψεις, λέει ὅτι εἶναι ἀρκετό γιά τήν πρόοδο πρός τήν ἀρετή τό νά μήν πείθεται ὁ ἄνθρωπος καθόλου στά ὄνειρα…Κι’ἄν ἀκόμη μᾶς ἀποκαλυφθεῖ μέ τό ὄνειρο κάτι θεϊκό καί ‘μεῖς τό ἀπορρίψουμε , ὁ Κύριος δέν θά ὀργισθεῑ , ὅπως δέν ὀργίσθηκε μέ τήν ὁσία Πελαγία τῆς Τήνου ἡ ὁποία ἔμεινε διστακτική στά ὄνειρα πού τῆς ἐμφανιζόταν ἡ Παναγία ,ἀπό φόβο μήπως πρόκειται γιά πλάνη τοῦ διαβόλου. Γιατί ἄν ἀρχίσουμε νά πιστεύουμε στούς δαίμονες κοιμώμενοι τότε καί ξύπνιοι θά ἐμπαιζόμαστε ἀπ’αὐτούς.

Ὁ ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει ὅτι ἐκεῖνος πού πιστεύει στά ὄνειρα εἶναι ἐντελῶς ἄσοφος καί ἄπειρος, ἐνῶ αὐτός πού δέν δίνει καθόλου σημασία σ’αὐτά εἶναι πραγματικά συνετός καί φιλόσοφος».

 

E[43]       13χρονος γιός μου, μοῦ, ἔκανε τήν ἀκόλουθη ἐρώτηση πού ἀφορᾶ τόν ἀσκητή μοναχό πού πῆγε νά σώσει τήν ἀδελφή του ἀπό τή ζωή της ὡς πόρνη ( Εὐεργετινός,τόμος Α΄,ὑπόθεση Α΄,ἀπόσπασμα Δ΄ἀπό τό Γεροντικό).  Ἡ ἀνάλυση τῆς σωτηρίας τῆς ἀδελφῆς μοιάζει νά εἶναι τό ἐπίκεντρο.  Ἐν τούτοις φαίνεται ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια (ἀξιοπρέπεια) τοῦ μοναχοῦ εἶναι επίσης ἕνα βασικό θέμα ἐδῶ.  Ὁ μοναχός παρακαλεῖ τήν ἀδελφή του νά  φύγει ἀπό τόν δρόμο…μέχρι αὐτοί (οἱ ταξιδιῶτες) περάσουν…ὥστε νά μήν προκληθεῖ σκάνδαλο διότι δέν γνωρίζει ὁ καθένας ὅτι ἡ πόρνη εἶναι ἀδελφή του.  Φανερά, ἡ νεκρή γυναίκα ὑπέφερε καί ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός μοναχός ἔκρινε ὅτι εαἶχε συγχωρηθεῖ καί σωθεῖ ἐξαιτίας τῆς καταφρονήσεως τῆς σωματικῆς της ταλαιπωρίας ἀπό τὀ ταξίδι. Εἶναι ἀνάρμοστο νά κρίνουμε τίς ἐνέργειες τοῦ μοναχοῦ ἐδῶ; Ἄν ὄχι, δέν σκίαζε τίς πράξεις του ἡ ὑπερηφάνεια;  (Ἀπόδοση στάἑλληνικά)

Α[43]       Κατ’ἀρχήν ἡ καλοπροαίρετη ἐξέταση ἑνός λόγου ἤ ἑνός περιστατικοῦ δέν εἶναι κακή. Ἡ ἁμαρτία ξεκινᾶ ἀπό τόν ἐμπαθῆ λογισμό πού ὅ,τι κι’ἄν ἀκούσουμε, παρα μένουμε πεισματικά στήν ἀρχική μας θέση ἀκόμη κι’ἄν μᾶς ἀποδεικνύουν μέ ἐπιχειρήματα τό ἀντίθετο.

Ἀφοῦ μελετήσαμε τό σχετικό ἀπόσπασμα τοῦ Εὐεργετινοῦ,ἔχουμε νά σημειώσουμε τά ἑξῆς ὡς πρός τό ἄν πράγματι ὁ μοναχός εἶχε ἤ ὄχι ἐγωϊσμό ὅταν ζήτησε νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό δίπλα του ἡ ἀδελφή του, ὅταν διεπίστωσε πώς κάποιοι  πλησίαζαν.

Πρῶτα-πρῶτα ἀπό τό τέλος τῆς ἱστορίας , τήν τελευταία παράγραφο, προκύπτει ὅτι ὁλοκληρώνεται πρῶτα τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς τῆς κοπέλλας, μετά τῆς λέει «ἀπομακρύνσου» καί μετά πεθαίνει.Παρατηροῦμε ἄναυδοι σύν ὅλα τ’ἄλλα καί τό ταχύτατο ὄφελος τῆς μετανοίας.

Ἐκτός ὅμως ἀπό αὐτό ὑπάρχουν κι’ἄλλες ἑρμηνεῖες πού θά μποροῦσε ἕνας νοῦς νά κάνει ,βλέποντας τή συγκεκριμένη πράξη τοῦ μοναχοῦ, πρᾶγμα πού δείχνει πώς ἀνάλογα μέ τό ποσοστό καθαρότητας τοῦ νοός,  εἶναι καί οἱ σκέψεις,οἱ  λογισμοί.

Γιά νά γίνουμε πιό συγκεκριμένοι, ἄλλα πιθανά κίνητρα πού θά μποροῦσε κάποιος νά ἀποδώσει στό μοναχό πού λέει «ἀπομακρύνσου» εἶναι:

Α) ἴσως ἤθελε ἀντικειμενικῶς νά μήν διασυρθεῖ  τό σχῆμα γενικῶς τοῦ μοναχοῦ ἀλλά καί  νά ἀποφευχθοῦν δυσμενῆ σχόλια γιά τόν μοναχισμό,ἀφοῦ θά τόν ἔβλεπαν δίπλα σέ μία πόρνη καί μάλιστα ἀκάλυπτη, μήν ξέροντας ὅτι εἶναι ἀδερφή του ἀλλά καί μή γνωρίζοντας ὅτι ἡ αἰτία πού ἔμεινε ἀκάλυπτη ἦταν ἡ ἄμεση φυγή της ἀπό τό πορνεῖο πού βασιζόταν στήν ἄμεση εἰλικρινῆ μετάνοιά της,

Β) ἴσως ἤθελε να προστατέψει τους ἄλλους ἀπό σαρκικούς πειρασμούς ἤ ἔστω ἀπό πονηρούς λογισμούς,

Γ) ἴσως ἤθελε νά προστατέψει τήν ἀξιοπρέπεια τῆς γυναἰκας καί νά μήν τήν βάλει καί ἐκείνη σέ πειρασμό παλινδρομήσεως στά πάθη της.

Ὁ Χριστός βέβαια μίλησε μέ μοιχαλίδα καί μέ πόρνη,ἀλλά δέν εἶχε τίς δικές μας ἀδυναμίες πού ρέπουν πρός τή ν ἁμαρτία.Ὡστόσο ὅμως καί ὁ μοναχός μίλησε μέ τήν ἀδελφή του-πόρνη κατόπιν εὐλογίας τοῦ γέροντά του.

Ἑπομένως  ξεκινᾶ ἐξ ἀρχῆς νά κάνει ταπεινά ὅ,τι κάνει , ὄχι ἀπό ἐπίδειξη.Ἀλλά κι’ἄν ἀκόμη ἡ συγκεκριμένη ἐπιλογή συμπεριφορᾶς σκανδαλίζει κάποιον, ὥστε νά σκεφθεῖ ὅτι ὁ μοναχός πράττει ἐγωϊστικά , τό ἴδιο θά μποροῦσε νά τόν σκανδαλίσει τόν ἴδιο ἤ κάποιον ἄλλο  (δηλ. ὅτι κινεῖται ἐγωϊστικά) ἄν συνέχιζε νά περπατᾶ μαζί της ἀνεπηρέαστος ἀπό τήν προσέγγιση τῶν περαστικῶν.

Διδάσκει σχετικά ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: Ὅταν νηστεύω , κενοδοξῶ, ἀλλά καί ὅταν καταλύω , γιά νά μή φανεῖ ἡ ἀρετή μου , πάλι κενοδοξῶ μέ τήν ἰδέα ὅτι εἶμαι συνετός.  Ὅταν φορῶ λαμπρά ροῦχα νικιέμαι ἀπ’αὐτήν (τήν κενοδοξία), ἀλλά καί ὅταν τά ἀντικαταστήσω μέ ταπεινά, πάλι κενοδοξῶ.  Ὅταν μιλῶ νικιέμαι, ἀλλά καί ὅταν σιωπῶ πάλι νικιέμαι.  Ὅπως κι’ἄν τήν ρίξεις αὐτήν τήν τρίβολο ἄκανθα, στέκεται ὄρθιο τό κεντρί της.  (Ἁγ. Ἰωάννου τῆς  Κλίμακος Λόγος ΚΔ΄ Περί κενοδοξίας).

Μία ἄλλη ὅμως ὀπτική γωνία ἀπ’τήν ὁποία θά μποροῦσε νά δεῖ κάποιος τό συγκεκριμένο περιστατικό εἶναι ἡ νηπτική  ψυχολογία.  Δηλ. πρόκειται γιά τήν ψυχολογία πού ἀσχολεῖται μέ τόν ἄνθρωπο τῆς χάριτος καί ἑπομένως χτυπᾶ στό κέντρο τά πάθη ἀκόμη κι’ αὐτά πού εἶναι καλά κρυμμένα στό ἀσυνείδητο.

Σέ ἀντίθεση μέ τή σύγχρονη ψυχολογία πού ἀσχολεῖται μέ τόν μεταπτωτικό ἄνθρωπο, ἐξαφανίζοντάς του δῆθεν τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας καί κατά συνέπεια τῆς ἐνοχῆς καί δικαιώνοντας κάθε του ἀδυναμία, ὁδηγώντας τον στην καλύτερη περίπτωση στό ψυχιατρεῖο καί στή χειρότερη στήν αὐτοκτονία!

Ὁ Εὐεργετινός δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ μέ κοσμικό φρόνημα.  Οἱ ταξιδιῶτες συμβολίζουν τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς πού κατευθύνονται ὡς βέλη ἀπό τό διάβολο στόν ἄνθρωπο.  Ἔχουν τή μορφή ψιλῶν λογισμῶν ἤ αἰσθητῶν εἰκόνων.

Αὐτός πού νήφει, πού βρίσκεται δηλ. σέ ἐγρήγορση, ἀμέσως ἀπομακρύνεται ἀπό αὐτούς μέ διάκριση (γνωρίζοντας το πῶς, τό πότε, τό γιατί), ἐξουδετερώνοντάς τους μέ τέλειο μῖσος, μέ ἀπόλυτη ἀντίρρηση, μέ προσευχή, μέ μυστηριακή ζωή, μέ χριστοκεντρική αὐτοανάλυση.

Ἄν μετά τήν προσβολή τοῦ  κεκαλυμμένου πειρασμοῦ ἀρχίσω νά συνομιλῶ μαζί του, περνῶ τίς περισσότερες φορές στή συγκατάθεση τῆς διαπράξεως τῆς ἁμαρτίας, αἰχμαλωτίζομαι ἀπό τή γοητεία τοῦ πάθους, συνηθίζω καί συνεχίζω τό πάθος, χαλαρώνει τό λογιστικό, τό θυμικό καί τό ἐπιθυμητικό τμῆμα τῆς ψυχῆς κι’ἔπειτα εὔκολα φθάνω στήν αἰσθητή πράξη, τήν ἁμαρτία.

Ἀντί τῆς νίκης πού θά εἶχα, ἄν ἀμέσως ἀπέρριπτα τούς ταξιδιῶτες, πού ἔργο τους ἔχουν νά  μέ ταξιδεύουν στή διάσπαση τοῦ νοός, τώρα ὁδηγοῦμαι στήν ἧττα πού εἶχε ξεκινήσει ἀπό τήν ἁπλή θέα τους! Νά γιατί τελικά ὁ μοναχός ἀπεμάκρυνε τήν ἀδελφή του ἀπό τήν ἁπλή ὁρατή προσέγγιση τῆς παραστάσεως. 

Συμπερασματικῶς, ὅταν κάνουμε ἤ σκεφτόμαστε κάτι μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μας,ταπεινά, ἀκόμη κι’ἄν κάνουμε λάθος, ξέρει ὁ Θεός τά κίνητρα καί εὐλογεῖ μυστικῶς μέ ἕναν ἀπροσδόκητο τρόπο τήν ἔκβαση τῶν ὑποθέσεων,πρός ὄφελος ὅλων τῶν διαπλεκομένων.

 

 

 

 



[1] «Ἀπὸ τοὺς γάμους, ἄλλοι μὲν λέγονται ἀθέμιτοι, ὅσοι γίνονται μετὰ συγγενῶν ἢ αἱρετικῶν, ἄλλοι δὲ παράνομοι, καθὼς εἶναι ὅταν λάβῃ τινὰς εἰς γυναῖκα ἐκείνην, τῆς ὁποίας ὁ πατήρ του ἐστάθη νηπιόθεν ἐπίτροπος, καὶ ἄλλοι κατάκριτοι, καθὼς εἶναι, ὅταν τινὰς λάβῃ εἰς γυναῖκα τὴν ἀφιερωμένην εἰς τὸν Θεὸν, Καλογραίαν. Μὲ κοινὸν δὲ ὄνομα, ὅλοι οὗτοι οἱ γάμοι ἠμποροῦν νὰ ὀνομασθοῦν ἄθεσμοι, (καθὼς ἡ Ϛ΄. ἐν τῷ γ΄. Κανόνι κοινῶς ἀθέσμους ὀνομάζει τοὺς περιεχόμενους γάμους ἐν τῷ ιζ΄. καὶ τῷ ιή. Κανόνι τῶν Ἀποστόλων.)», ἑρμηνεία στὸν 19ο Ἀποστολικὸ Κανόνα Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου καὶ Ἀγαπίου Ἱερομονάχου, Πηδάλιον, ἔκδ. Β. Ρηγοπούλου,  ἀκριβὴς ἀνατύπωσις ἐκ τῆς γ΄ ἐκδόσεως τοῦ 1864, Θεσσαλονίκη, 1998, σ. 20, ἐφεξῆς ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ὐπογραμμίσεις δικές μας.

[2] Ὁ 3ος Κανὼν τῆς  Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδους μιλάει γιὰ καθαρισμό τῶν ἱερέων ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία τῶν ἀθέσμων γάμων: «ἀνακαθάραί τε τὰ ἐξ ἀθέσμων γάμων, ΠΗΔΑΛΙΟΝ σ. 221-223· ὁ δὲ 54ος τῆς Ἴδιας ἐπαναλαμβάνοντας τὸν 87ο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ ἀναπτύσσοντάς τον, τοὺς ὀνομάζει «ἀκαθάρτους»: «Τὸ γὰρ τῶν αἰσχρῶν ὀνομασιῶν πλῆθος παραιτησάμενος, ὡς ἂν μὴ τὸν λόγον κατάῤῥυπαίνει τοῖς ῥήμασι, γενικοῖς ὀνόμασι τὰς ἀκαθαρσίας διέλαβε, δι’ ὧν περιεκτικῶς ἡμῖν τοὺς παρανόμους γάμους ὑπέδειξεν.», ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 269.  Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου:  «περιεκτικῶς δὲ μὲ τὸ τῆς ἀκαθαρσίας [ὑπογράμμιση δική μας] γενικὸν ὄνομα πάντας τοὺς παρανόμους γάμους ἀμυδρῶς ἐφανέρωσε [ὁ Μέγας Βασίλειος] (τοῦτο δὲ ὁποῦ λέγει ἡ Σύνοδος, ὅτι εἶπεν ὁ Βασίλειος, ὁ Βασίλ. τὸ λέγει, πῶς τὸ εἶπεν ἡ θεία Γραφή, δηλαδὴ ὁ Θεῖος Παῦλος, εἰπὼν· ‘Πορνεὶα δὲ καὶ ἀκαθαρσία, μηδὲ ὀνομαζέσθω ἐν ὑμῖν, καὶ τὰ ἑξῆς’)· (Πρὸς Ἐφεσίους 5, 3.)», αὐτόθι. Πρβλ. καὶ 87ο Κανόνα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

[3] 87ος Κανὼν Μεγάλου Βασιλείου, ΠΗΔΑΛΙΟΝ σ. 632, ὑπογραμμίσεις δικές μας.

[4] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 634.

[5] 2ος Κανόνας Συνόδου Νεοκαισαρείας, ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 386.

[6] 87ος Κανόνας Μεγάλου Βασιλείου, ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 632. Στὸν 13ο Κανόνα τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου Ἀλεξανδρείας γίνεται λόγος γιὰ τὸν Μάξιμο, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας παρανόμου γάμου (ἀθέσμου) ἦταν «ἀσύνακτος», δηλαδὴ ἀκοινώνητος καὶ ἀφορισμένος, καὶ ζητοῦσε διὰ μετανοίας νὰ ἐπανέλθει εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴν κοινωνίαν, διότι «θορυβεῖ (= στενοχωρεῖ, ἑρμηνεία Ἁγίου Νικοδήμου) αὐτὸν ἀσύνακτον εἶναι», ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 685. Εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ ἀφορισμὸς ἀφορᾷ ὅλους τοὺς ἀθέσμους γάμους, καθὼς ἐξ ἀφορμὴς τῶν ἐπὶ μέρους περιπτώσεων οἱ Ἅγιοι Πατέρες νομοθετοῦν γιὰ τὸ καθολικώτερον ἐκκλησιαστικὸ ἀδίκημα τῆς ἀθεμιτογαμίας, ὅπως φαίνεται καὶ στὸν 54ον Κανόνα τῆς Ἕκτης Οἰκουμενικῆς.

[7]Πρβλ. 54ον τῆς Ἕκτης, 78ον τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Τὸ ἐπιτίμιον τοῦτο εἶναι αὐτό, ποὺ ὁρίζουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες κατὰ τὴν ἀκρίβεια, τὸ ὁποῖον ὅμως ὁ Πνευματικὸς μπορεῖ νὰ ἐλαττώσει ἢ καὶ νὰ αὐξήσει ἀναλόγως τῆς μετανοίας τοῦ ἐξομολογουμένου, πρβλ. 102ον Κανόνα Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Στὸν 68ον Κανόνα του ὁ Μέγας Βασίλειος θέτει 15 χρόνια ἀκοινωνησίας ὡς ἐπιτίμιον.

[8] 54ος Κανὼν Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 269.

[9] Αὐτόθι.

[10]ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 742.

[11]ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 743, ὑποσημείωση 2.

[12] «Κατὰ κάποιον τρόπο», καταχρηστική, καθὼς κυρία ἐξ ἀγχιστείας συγγένεια ὑπάρχει μεταξὺ τοῦ ζευγαριοῦ μόνο καὶ τῶν συγγενῶν του (λ.χ. ὁ ἄνδρας μὲ τὴν ἀδελφὴ τῆς γυναῖκας του), καὶ καταχρηστικὰ μεταξὺ τῶν ὑπολοίπων συγγενῶν τοῦ ἕνὸς μέρους μὲ τοὺς συγγενεῖς τοῦ ἄλλου (λ.χ. ἡ περίπτωσή σας).

[13]ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 748.

[14] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 739.

[15] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 634, ὑπογραμμίσεις δικές μας.

[16] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 636, ὑποσημείωση 2· τὴν ἴδια ἀρχὴ ἐπαναλαμβάνει καὶ στὸ «Περὶ συνοικεσίων» παράρτημα τοῦ Πηδαλίου ὁ Ἅγιος Νικόδημος: «… ὅρα καὶ πζ΄. Κανόνα τοῦ Βασιλείου, εἰς τοῦ ὁποίου τὸ τέλος δὲν θέλει ὁ Ἅγιος νὰ γίνεται σύγχησις τῶν ὀνομάτων εἰς τὰ συνοικέσια, ὅτι τοῦτο εἶναι παρὰ τὴν φύσιν, ἡ ὁποία, λέγει, ἀσύγχητα φυλάττει τὰ τοῦ γένους ὀνόματα», ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 739, ὑποσημείωση 3.

[17] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 624

[18]ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 624.

[19] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 269, ὑπογραμμίσεις δικές μας.

[20] Αὐτόθι.

[21] Πρβλ. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 632.

[22] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 633,

[23] Ἔνθ. ἀνωτ., σσ. 635-636.

[24] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 671, ὑπογραμμίσεις δικές μας.

[25] Αὐτόθι, ὑπογραμμίσεις δικές μας.

[26] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 220. Πρβλ. καὶ 1ον Κανόνα 4ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καὶ 1ον τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

[27] Ἕνθ. ἀνωτ., σ. 221.

[28] Ἔνθ. ἀνωτ., σ. 634.

[29] Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου καὶ Ἀγαπίου Ἱερομονάχου, Πηδάλιον, ἔκδ. Β. Ρηγοπούλου,  ἀκριβὴς ἀνατύπωσις ἐκ τῆς γ΄ ἐκδόσεως τοῦ 1864, Θεσσαλονίκη, 1998, σ. 673, ἐφεξῆς ΠΗΔΑΛΙΟΝ.

[30]Αὐτόθι.

[31] Βασιλείου, λόγος εἰς τόν Α΄ ψαλμό P.G 29,212B

[32] Ἰδιαίτερα διαφαίνεται αὐτὸ ὅταν λέτε ὅτι «δὲν ἔχω πρόθεση νὰ τὸ κάνω ‘ἀναγνωρίζοντας’ ἐμμέσως μυστήρια σὲ σχίσμα»

[33] Πρβλ. τοὺς ἀκολούθους Ἱεροὺς Κανόνας: «Ἐπίσκοπον, ἢ πρεσβύτερον, αἱρετικῶν δεξαμένους βάπτισμα, ἢ θυσίαν, καθαιρεῖσθαι προστάττομεν.  Τίς γὰρ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;» Ἀποστ. 46.  Πρβλ. ἐπίσης Ἀποστ. 47, ἐπίσης:  «Εἴ τις ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, δευτέραν χειροτονίαν δέξηται παρά τινος, καθαιρείσθω καὶ αὐτός, καὶ ὁ χειροτονήσας· εἰ μή γε ἄρα συσταίη, ὅτι παρὰ αἱρετικῶν ἔχει τὴν χειροτονίαν.  Τοὺς γὰρ παρὰ τῶν τοιούτων βαπτισθέντας, ἢ χειροτονηθέντας, οὔτε πιστούς, οὔτε κληρικοὺς εἶναι δυνατόν.»  Ἀποστ. 68, ὑπογραμμίσεις δικές μας.  Πρβλ. ἐπίσης Β΄ 7, ΣΤ΄ 95, Μ. Βασιλ. 1, Μ. Βασιλ. 47, Κανὼν Συνόδου Καρχηδόνος (ὅτι οἱ παρὰ αἱρετικοῖς βεβαπτισμένοι, προσερχόμενοι τῇ ἐκκλησίᾳ βαπτίζονται), Μ. Βασιλ. 20 (περὶ τῶν ἐν αἱρέσει ἔτι οὐσῶν, καὶ ὁμολογησασῶν παρθενίαν):  «… οὐχ ἡγοῦμαι χρῆναι καταδικάζεσθαι ταύτας [διότι ὅταν ἦταν στὴν αἵρεση ὑπόσχονταν παρθενία, ἐνῶ μετὰ τὸ Ὀρθόδοξο Βάπτισμα παντρεύτηκαν].  Ὅσα γὰρ ὁ νόμος λαλεῖ, τοῖς ἐν τῷ νόμῳ λαλεῖ …. Τούτους δὲ δηλονότι ἄνευ βαπτίσματος ἡ Ἐκκλησία οὐ παραδέχεται, …»

[34] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Λαοδ. 33, σ. 433.

[35] Ἡ ἀπαγόρευση αὐτὴ  τῆς εἰσόδου καὶ παραστάσεως σὲ Ἱερὸ Ναὸ καὶ Ἀκολουθία Ὀρθοδόξων ἰσχύει πολὺ περισσότερο γιὰ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους:  «Εἰ ὀφείλει κληρικὸς εὔχεσθαι παρόντων ᾽Αρειανῶν ἢ ἄλλων αἱρετικῶν, ἢ εἰ οὐδὲν αὐτὸν βλάπτει ὁπόταν αὐτὸς ποιῇ τὴν εὐχήν, ἤγουν τὴν προσφοράν;  Ἀπόκρισις. Ἐν τῇ θείᾳ ἀναφορᾷ ὁ διάκονος προσφωνεῖ πρὸ τοῦ ἀσπασμοῦ·  Οἱ ἀκοινώνητοι περιπατήσατε.  Οὐκ ὀφείλουσιν οὖν παρεῖναι, εἰ μὴ ἄν ἐπαγγέλωνται μετανοεῖν καὶ ἐκφεύγειν τὴν αἵρεσιν.»  Τιμοθ. 9  Ἡ ἑρμηνεία τοῦ ΠΗΔΑΛΙΟΥ:  «Ἑρωτήθη ὁ Πατὴρ οὗτος, ἂν πρέπῃ ὁ Ἱερεὺς νὰ προσφέρῃ ἀναίμακτον ἱερουργίαν, ὅταν ᾖναι παρόντες Ἀρειανοὶ καὶ ἁπλῶς αἱρετικοί, καὶ ἀποκρίνεται, ὅτι ἐν τῷ καιρῷ τῆς ἱερουργίας ὁ Διάκονος φωνάζει νὰ ἔκβουν ἔξω τοῦ ναοῦ ὅσοι εἶναι Κατηχούμενοι, λέγων·  Ὅσοι Κατηχούμενοι προέλθετε (τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ, οἱ ἀκοινώνητοι περιπατήσατε).  Ἀνίσως λοιπὸν, ὅσοι εἶναι Κατηχούμενοι δὲν συγχωροῦνται νὰ σταθοῦν ἐν τῷ καιρῷ, ὅταν γίνεται ἡ θεία λειτουργία, πόσῳ μᾶλλον οἱ αἱρετικοὶ;  ἔξω μόνον, ἂν ὑπόσχωνται νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν αἱρεσιν· πλὴν καὶ τότε πάλιν δὲν πρέπει νὰ ἀφίνωνται μέσα εἰς τὸν ναὸν, ἀλλὰ νὰ στέκωνται ἔξω μὲ τοὺς Κατηχουμένους.  Εἰ δὲ τοιουτοτρόπως δὲν ὑπόσχονται, οὐδὲ μὲ τοὺς Κατηχουμένους συγχωροῦνται νὰ στέκουν, ἀλλὰ νὰ ἀποδιώκωνται κατὰ τὸν Βαλσαμῶνα.»  ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ερμηνεία στον Τιμοθ. 9, σ. 670.  «Περὶ τοῦ μὴ συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς εἰσιέναι εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντας τῇ αἱρέσει.» Λαοδ. 6. Ἑρμηνεία ΠΗΔΑΛΙΟΥ:  «Ὁ διορισμὸς τοῦ παρόντος Κανόνος εἶναι, νὰ μὴ ἔχουν τὴν ἄδειαν οἱ αἱρετικοὶ νὰ ἐμβαίνουν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ, τὸν ὑπὸ ὀρθοδόξων κρατούμενον, ἐὰν ἐπιμένουν εἰς τὴν αἵρεσιν, καὶ ἐὰν δὲν θέλουν νὰ ἐπιστραφοῦν. Ἀνάγνωθι καὶ τὸν μέ. Ἀποστολικόν.»  ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ερμηνεία στον Λαοδ. 6, σ. 422.

[36] «Ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω· εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω.»  Ἀποστ. 45.

[37] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ερμηνεία στον Λαοδ. 9, σσ. 423-424.

[38] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ερμηνεία στον Λαοδ. 34, σ. 433.

[39] Ῥητὰ ἀπαγορεύεται ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ἡ εἴσοδος σὲ ναὸ ἀλλοθρήσκου ἢ αἱρετικοῦ μὲ σκοπὸ τὴ συμπροσευχὴ ἢ τὴν προσευχὴ κατὰ μόνας στὸν 65ο Ἀποστολικὸ Κανόνα:  «Εἴ τις κληρικος, ἢ λαϊκός, εἰσέλθῃ εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων ἢ αἱρετικῶν προσεύξασθαι, καθαιρείσθω καὶ ἀφοριζέσθω.»  Οἱ ἑρμηνευτὲς χαρακτηρίζουν τὸ συγκεκριμένο ἔγκλημα ὡς «Μέγα ἁμάρτημα» (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Ἀποστ. 65, σ. 84.)  Καὶ τοῦτο, διότι ἀποτελεῖ παρανομία γιὰ τὸν Χριστιανὸ νὰ συμπροσεύχεται μὲ τοὺς σταυρωτὲς τοῦ Χριστοῦ (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Ἀποστ. 65, σ. 85.)  Ἡ ἀπαγόρευση αὐτὴ ὅμως ἰσχύει ἀκόμη καὶ ἐὰν δὲν ὑπάρχει διάθεση γιὰ συμπροσευχὴ κατὰ τὴ διάρκεια «ἀκολουθιῶν» τῶν αἱρετικῶν, ὅπως θὰ ἀποδειχθεῖ παρακάτω.

[40] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Λαοδ. 32, σ. 433.  Ἂς προσέξουμε ὅτι τὸ ΠΗΔΑΛΙΟΝ στὸ τέλος τῆς ἑρμηνείας τῶν τριῶν τελευταίων ἀναφερθέντων Ἱερῶν Κανόνων (Λαοδ. 9, 34, 32) παραπέμπει στὸ τέλος στὸν 45ο Ἀποστολικὸν Κανόνα, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύει σὲ Ὀρθόδοξο Κληρικὸ (διασταλτικὰ καὶ σὲ λαϊκὸ) τὴ συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικούς ἀπειλῶντας τον μὲ ἀφορισμό, ἐνῶ στὴν περίπτωση ὁποιουδήποτε εἴδους συλλείτουργου, ἢ ἐὰν ἀφήσει τὸν αἱρετικὸ νὰ πράξει τὸ παραμικρὸ σὰν νὰ ἦταν κληρικός, τὸν καθαιρεῖ.

[41] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Ἀποστ. 71, σ. 97.

[42] ΠΗΔΑΛΙΟΝ, ἑρμηνεία στον Ἀποστ. 70, σ. 97. Γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία στὸν 55ο Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς ἀπαγορεύει τὴ νηστεία (ἄλαδη τροφή) κατὰ τὰ Σάββατα, ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὰ τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς (στὰ ὁποῖα ἐπιτρέπεται κατάλυση οἰνελαίου), γιὰ νὰ μὴν εὑρεθοῦμε συννηστεύοντες μὲ τοὺς Ἰουδαίους.

[43] Στὸ πλαίσιο αὐτῆς τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας περὶ τοῦ μολυσμοῦ τοῦ πιστοῦ ἀπὸ τὴ συναναστροφὴ μὲ αἱρετικούς, ἀλλοθρήσκους προβλέπεται ἀπὸ τὸν 11ο Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου μία ἀπαγόρευση γενικώτερα τῆς κοινωνίας καὶ προσοικείωσης μὲ αὐτούς, ἀκόμη καὶ γιὰ τὶς βιοτικές μας ἀνάγκες, ὅταν μάλιστα μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν ἐναλλακτικὲς λύσεις, δηλαδὴ ἱατροί, ἄλλα ἐπαγγέλματα, ἢ ἄλλες κοινωνικὲς διαδικασίες καὶ συσχετισμοὶ μὲ πρόσωπα συνειδητὰ Ὀρθόδοξα ἀντὶ αἱρετικῶν καὶ ἀλλοθρήσκων:  «Μηδεὶς τῶν ἐν ἱερατικῷ καταλεγομένων τάγματι, ἤ λαϊκός, τὰ παρὰ τῶν Ἰουδαίων ἄζυμα ἐσθιέτω, ἤ τούτοις προσοικειούσθω, ἤ ἐν νόσοις προσκαλείσθω, καὶ ἰατρείας παρ αὐτῶν λαμβανέτω, ἤ ἐν βαλανείοις τούτοις παντελῶς συλλουέσθω· εἰ δέ τις τοῦτο πράξαι ἐπιχειροίη, εἰ μὲν κληρικός εἴη, καθαιρείσθω,·εἰ δὲ λαϊκός, ἀφοριζέσθω»

[44] Βλέπε σχετική ἀπάντηση γιά τό θέμα αὐτό στήν ἑνότητα ἐρωτήσεις - ἀπαντήσεις στήν ἰστοσελίδα μας.

[45] Πηδάλιον Αγίου Νικοδήμου σελ. 277

[46] Αὐτόθι

[47] «Ευχολόγιον τό Μέγα» ἐκδόσεις Αστέρος σελ.165

[48] «Συμεών Θεσσαλονικης τά ἄπαντα» ἐκδόσεις Βασ. Ρηγοπούλου, σελ. 119

[49] Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου «Ἄρθρα Μελέται Ἐπιστολαι»τόμος Α, Ἀθήνα 1986, σελ. 82

[49] Πηδάλιον σελ. 281, ὑποσημ. 1

[50] Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου «Ἄρθρα Μελέται Ἐπιστολαι»τόμος Α, Ἀθήνα 1986, σελ. 82

 

 

 


Υποκατηγορίες