Τό Κακό Καλό [1] Πότε δηλαδή τό καλό γίνεται κακό
Πρεσβυτέρου Βασιλείου Σπηλιοπούλου
Τό Κακό Καλό [1]
Πότε δηλαδή τό καλό γίνεται κακό
Σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι πάντα ἡ ἴδια ἀλλά ἔχει βαθμούς καί στάδια. Τά στάδια τῆς ἁμαρτίας, ὅπως μᾶς λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης στό ἐξομολογητάριο του, εἶναι 12. Πρῶτος βαθμός τῆς ἁμαρτίας εἶναι τό νά κάνει κανείς τό καλό, ὄχι ὅμως καί μέ τό σωστό τρόπο, ἀλλά σμίγοντας τό καλό μέ τό κακό. Ὅταν γιά παράδειγμα δίνει κανείς ἐλεημοσύνη ὄχι ὅμως ἀπό ἀγάπη καί συμπάθεια πρός τό πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου ἀλλά ἀπό ἀνθρωπαρέσκεια.
Ἡ διδασκαλία αὐτή (περί τοῦ ἁμαρτωλοῦ "καλοῦ") τοῦ ἁγίου Νικοδήμου εἶναι φυσικά κοινή σέ ὅλους τούς Πατέρες, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὅμως τήν ἔχει δανειστεί καί παραπέμπει στό Μέγα Βασίλειο ὁ ὁποῖος στήν Β ὁμιλία του γιά τό βάπτισμα (στήν ἐρώτηση Η) ἀσχολεῖται ἀκριβῶς μέ τό θέμα αὐτό, μέ τόν πρῶτο βαθμό τῆς ἁμαρτίας.
Τό καλό, λοιπόν, μεταβάλλεται σέ κακό, κατά τόν Μέγα Βασίλειο, ὅταν "τό ἔργον τῆς ἐντολῆς, μή ἀκολούθως κατ' ἐντολήν τοῦ Θεοῦ" γίνεται. Πρός ἀποφυγήν, ὅμως, τῆς συγκεκριμένης ἁμαρτίας ἡ Ἁγία Γραφή περιέχει σέ πλείστα σημεία προειδοποιήσεις ὅπως "ἐάν ὀρθῶς μέν προσενέγκῃς, ὀρθῶς δέ μή διέλῃς, ἥμαρτες"(Γεν. Δ, 7), "κἄν ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐάν μή νομίμως ἀθλήσῃ"(Β Τιμ Β,5). Καί ὁ ἴδιος ὅμως ὁ Κύριος σαφέστατα ἔχει πεῖ ὅτι "μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, ὅν ἐλθών ὁ Κύριος εὐρήσει ποιοῦντα οὕτως(Ματθ. ΚΔ, 46)" καί συνεπῶς "ὁ μή οὕτως ποιῶν τοῦ μακαρισμοῦ ἐκπέπτωκεν", ὅπως ὁ ἅγιος Βασίλειος λέει.
Καί πῶς μπορεῖ κανείς νά κάνει τό καλό καί νά τηρεῖ τίς ἐντολές "μή οὕτως"; Αὐτό γίνεται, πάντα κατά τόν Μ. Βασίλειο, κατά ἑπτά τρόπους. Γίνεται δηλαδή ἤ παρά τόπον - σέ μή κατάλληλο τόπο δηλαδή -, ἤ παρά καιρόν, ἤ παρά πρόσωπον, ἤ παρά πρᾶγμα, ἤ παρά μέτρον, ἤ παρά τάξη, ἤ παρά διάθεση.
Καί πῶς γίνεται τό καλόν παρά τόπον; Ὁ Θεός π.χ εἶχε στήν Παλαιά Διαθήκη ὁρίσει λεπτομερῶς ποιές ἑορτές καί γενικῶς ποιές ἐκδηλώσεις θά μποροῦσαν νά τελοῦνται ἐντός τῆς Ἱερουσαλήμ καί ὅσοι παραβίαζαν τό νόμο αὐτό κινδύνευαν, πολύ δέ περισσότερο εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός τί ἀκριβῶς θά τελεῖται μέσα στό ναό καί φυσικά οὔτε τά ὁρισμένα γιά τήν Ἱερουσαλήμ ἐτελοῦντο σέ ἄλλους τόπους, οὔτε ὅμως τά ὁρισμένα γιά τό ναό ἐτελοῦντο στήν Ἱερουσαλήμ. Ἐμεῖς δέ, κινδυνεύουμε νά καταπατήσουμε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, παρά τόπον, λέγει ὁ Μέγας Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, "ἐάν τά τῆς ἱερωσύνης μυστήρια ἐπιτελῶμεν ἐν βεβήλοις τόποις". Μάλιστα ἡ πράξη αὐτή δηλώνει καί καταφρόνηση τοῦ ἱερουργοῦ πρός τά μυστήρια ἀλλά καί σκανδαλίζει τούς πιστούς.
Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά θαυμάσουμε τήν ἐπικαιρότητα καί τή διαχρονικότητα πού ἔχει ὁ λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί , κατ’ ἐπέκτασιν, γενικῶς ὁ λόγος τῶν Πατέρων πού εἶναι λόγος Ἁγιοπνευματικός. Εἶναι πολύ δύσκολο νά μήν ἔρθει στό νοῦ μας, διαβάζοντας τά λόγια τοῦ ἁγίου, ὁ ἀπαράδεκτος τρόπος μέ τόν ὁποῖο οἱ ὀρθόδοξοι τελοῦσαν τά μυστήρια στίς ὀλυμπιακές ἐγκαταστάσεις κατά τή διάρκεια τῶν ὀλυμπιακῶν καί παρολυμπιακῶν ἀγώνων, σέ χώρους δηλαδή βεβηλωμένους ἀπό τήν προηγούμενη τέλεση τῆς λατρείας τῶν αἱρετικῶν. Εἶναι ἐξίσου δύσκολο, ὅμως, νά μή φέρουμε στή μνήμη μας καί τήν τέλεση τῶν μυστηρίων (ἰδιαιτέρως τοῦ γάμου) ἐκτός τοῦ καθιερωμένου τόπου, ἀκόμη καί αὐτῆς τῆς Θείας Λειτουργίας, ἐκτός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος πού εἶναι ὁ χῶρος τελέσεώς της, π.χ. στήν ὕπαιθρο, χωρίς καμία μάλιστα ἀνάγκη, ἤ ἀκόμα καί σέ στάδια. Ἄν ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι - καί εἶναι πράγματι - τό μυστήριο τῶν μυστηρίων καί αὐτό πού συγκρατεῖ τελικά τόν κόσμο ὅλο, οἱ παρά τόπον, ἐν τούτοις, ἱερουργοῦντες ἁμαρτάνουν καί σκανδαλίζουν.
Ὑπάρχει ἐξάλλου στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἡ λεγομένη διάκριση τῶν χαρισμάτων ἡ ὁποία - στηρίζομένη στό γεγονός ὅτι ὅλοι οἱ Βαπτισμένοι καί Μυρωμένοι Χριστιανοί ἀποτελοῦμε τό Ἕνα καί Μοναδικό Σῶμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας, κεφαλή τῆς ὁποίας εἶναι ὁ Χριστός - διδάσκει ὅτι γιά νά λειτουργεῖ τό Σῶμα ὑγιῶς ἕκαστο μέλος πρέπει νά μένει στό χάρισμα καί στή διακονία του. Ἡ Ἐκκλησία μάλιστα συνοδικῶς ἔχει λάβει ἀποφάσεις (π.χ τῆς Πενθέκτης πού ἀφορίζει τούς κληρικούς πού διδάσκουν "παρρησίᾳ" ) ἀκριβῶς γιά νά προστατεύσει τά μέλη ἀπό "ὑπερβάσεις" πού ὁδηγοῦν σέ δυσλειτουργία ὁλοκλήρου τοῦ Σώματος. Οἱ ἀποφάσεις αὐτές βασίζονται, ἀσφαλῶς, στή διδασκαλία τῶν ἁγίων Γραφῶν ὅπως τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου πρός τούς Ρωμαίους ὅπου ἀναφέρει ὅτι "καθάπερ γάρ ἐν ἑνί σώματι μέλη πολλά ἔχομεν, τά δέ μέλη οὐ τήν αὐτήν ἔχει πρᾶξιν, οὕτως οἱ πολλοί ἕν σῶμα ἐσμέν ἐν Χριστῷ, ὁ δέ καθ' εἷς ἀλλήλων μέλη. ἔχοντες δέ χαρίσματα κατά τήν χάριν τήν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα..."Ρωμ.ΙΒ, 4 - 6). Καί ἀναρωτιέται ὁ ἅγιος Βασίλειος ἀφοῦ ἀπαγορεύεται στόν καθένα ἀπό μᾶς νά ὑπερβαίνει τόν "τόπο" του καί τό χάρισμά του, πόσο περισσότερο πρέπει νά διακρίνουμε τούς κοινούς τόπους ἀπό τούς χώρους ὅπου λατρεύεται ὁ Θεός.
Ὁ δεύτερος τρόπος μέ τόν ὁποῖο τό καλό μεταβάλλεται σέ κακό, εἶναι ὅταν γίνεται παρά καιρόν. Ἐδώ ἡ μαρτυρία εἶναι ἡ παραβολή τῶν δέκα παρθένων. Οἱ πέντε μωρές παρθένες γύρισαν στό γάμο ἀφοῦ ἀγόρασαν λάδι, ἡ πόρτα ὅμως εἶχε κλείσει καί ὁ γάμος εἶχε ἀρχίσει, καί ἔτσι ἔμειναν ἔξω. Πρέπει, λοιπόν καί ἐμεῖς νά μήν ἀναβάλουμε γιά κανένα λόγο τή μετάνοια καί τήν ἄσκηση τῆς ἐλεημοσύνης καί ὅλων τῶν ἀρετῶν διότι μετά τό θάνατο δέν ὑπάρχει μετάνοια καί ἐπιστροφή. Οἱ μαρτυρίες τῆς Γραφῆς καί γιά τό θέμα αὐτό εἶναι πολλές ὅπως τοῦ Σολομῶντος "Πάντα καλά ἐν καιρῷ αὐτῶν"(Εκκλ.Γ, 11), τοῦ Δαβίδ "ὑπέρ ταύτης προσεύξεται πρός σέ πᾶς ὅσιος ἐν καιρῷ εὐθέτῳ" (Ψαλμ ΛΑ, 6) καί ἄλλες. Πρέπει, λοιπόν, κάθε πρᾶγμα νά γίνεται στόν καιρό του χωρίς ἀναβολή καί καθυστέρηση, ἐξαιρέτως δέ τά ἔργα τῆς ἀρετῆς γιά νά μή μείνουμε ἔξω ἀπό τό Γάμο, ἔξω ἀπό τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τρίτος τρόπος, τό παρά πρόσωπον γενόμενο "καλό". Ἐδῶ μαρτυρεῖ ἡ περίπτωση τοῦ Κορέ ὁ ὁποῖος τόλμησε νά ἐκτελέσει ἔργο ἱερατικό χωρίς νά ἔχει ἱερατική ἐξουσία καί τόν κατάπιε ἡ γῆ μαζί μέ ὅλους τούς δικούς του. Τό ἔργο, λοιπόν, πού θέλησε νά ἐκτελέσει ἦταν ἀσφαλῶς καλό, ὅμως, ἐπειδή οἱ τελοῦντες δέν ἦταν τά κατάλληλα πρόσωπα, τιμωρήθηκαν αὐστηρῶς. Παρά πρόσωπον, ἐπομένως, κάνει τό "καλό" καί ἁμαρτάνει ὅποιος σφετερίζεται ἐξουσίες καί χαρίσματα πού δέν τοῦ ἔχουν δοθεῖ. Στήν ἁμαρτία αὐτή θέλουμε νά ρίξουμε τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ, μολονότι ἐκεῖνος δέν τό ζήτησε, ὅταν ἐκφωνοῦμε τίς μυστικές εὐχές τῆς Θ. Λειτουργίας, ὅταν τοῦ δείχνουμε τά πάντα τελώντας αὐτήν ἐκτός τοῦ Βήματος, ὅταν οἱ λαϊκοί κηρύττουν ἐπ'ἄμβωνος ἤ ξεματιάζουν ἤ καθοδηγοῦν ἄλλους, ὅταν οἱ καθηγητές πανεπιστημίου γίνονται εἰδικοί ἐπί τῆς Θείας Λατρείας καί ἄλλα παρόμοια.
Τέταρτός τρόπος εἶναι ὅταν τό "καλό" γίνεται παρά πρᾶγμα. Καί γίνεται παρά πρᾶγμα τό καλό ὅταν π.χ ὁ Θεός, στήν Παλαιά Διαθήκη, ζητᾶ νά θυσιάζονται ζῶα καθαρά καί αὐτό δέν τηρεῖται. Ὅταν προσφέρουμε στή Θ. Λειτουργία ἐκτός ἀπό ἄρτο καί κρασί ἄλλα προϊόντα. Ὅταν προσφέρουμε στό ναό καί στή Θεία Λατρεία ὄχι καλῆς ποιότητος προσφορές (λάδι, κερί, πρόσφορο, εἰκόνες ἀκαλαίσθητες καί ἀντιπαραδοσιακές). Ὅταν ζητοῦμε ἀπό τούς ἱερεῖς πράγματα ἱερά ὡς μαγικά, ὅπως φυτίλια ἀπό τίς λαμπάδες τοῦ γάμου, ἁγία ζέση, ὅταν δίνουμε στούς ἱερεῖς ἐσώρουχα γιά νά "εὐλογηθοῦν" κάτω ἀπό τήν ἀγία τράπεζα καί ἕνα σωρό τέτοια πράγματα. Παρά πρᾶγμα, τέλος, ἁμαρτάνουμε ὅταν κηρύττουμε δικές μας διδασκαλίες πού δέ συμφωνοῦν μέ τίς διδαχές τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν δέν σεβόμεθα τίς Παραδόσεις καί ὅταν ἐξευτελίζουμε καί μιαίνουμε ἱερά ἀντικείμενα καί σκεύη.
Πέμπτος τρόπος, ἡ παρά μέτρον ἄσκηση τοῦ καλοῦ. Ἀρκεῖ, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, γιά νά ἔχουμε τό μέτρο, ὁ λόγος τοῦ Κυρίου "ἐάν μή περισσεύῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλέον τῶν γραμματέων καί Φαρισαίων, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν". Αὐτό, βεβαίως, μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ὡς τό κατώτατο μέτρο. Ὑπάρχει ὅμως μέτρο καί πρός τά πάνω. Γιά παράδειγμα ἡ ὑπερβολική ἄσκηση, χωρίς μάλιστα εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ, πού ἐμπνέει ἡ ὑπερηφάνια, ὄχι μόνο λογίζεται ὡς ἁμαρτία ἀλλά μπορεῖ νά ὁδηγήσει στήν πλάνη καί σέ ἄλλες ἐπικίνδυνες καταστάσεις. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, γράφει στήν Κλίμακα ὅτι "εἶδον ἀσθενεῖς ψυχάς καί σωμάτων καταστάσεις διά πλῆθος πταισμάτων ἐν τοῖς ὑπέρ ἑαυτάς ἀγῶσιν ἐπιχειρήσας καί μή ὑπενεγκούσας" δηλαδή "εἶδα ἀνθρώπους πού ἐξ' αἰτίας τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν ἐπιδόθηκαν, παρά τήν ἀδυναμία τους στήν ψυχή καί στό σῶμα, σέ ὑπερβολική ἄσκηση καί δέν τά κατάφεραν"(Περί Διακρίσεως Β, 9).
Ἕκτος τρόπος τῆς "καλῆς ἁμαρτίας", εἶναι τό "παρά τάξιν" καλό, ὅταν δηλαδή κάνουμε ἔργα καλά ἀλλά μέ λανθασμένη σειρά. Ὅταν γιά παράδειγμα ἀκοῦμε τό λόγο τοῦ Κυρίου πρός τόν πλούσιο, ὁ ὁποῖος εἶχε τηρήσει ὅλες τίς ἐντολές, "Πώλησον σου τά ὑπάρχοντα, καί δός πτωχοῖς, καί ἆρον τόν σταυρόν σου, καί δεῦρο ἀκολούθει μοι(Ματθ. ΙΘ, 20, 21)" καί θέλουμε νά ἀκολουθήσουμε τόν Κύριο, νά ἀφοσιωθοῦμε πρός Αὐτόν, νά ἀκολουθήσουμε τή μοναχική ζωή ἴσως, προτοῦ ὅμως νά ἔχουμε τηρήσει οὔτε μιά ἐντολή καί προτοῦ ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν ἀγάπη τῶν ὑλικῶν. Πρέπει, λοιπόν, ὅλα νά τά κάνουμε "εὐσχημόνως καί κατά τάξιν"(Α Κορ. ΙΔ, 40), ὅλα δηλαδή μέ μία ἀσφαλῆ σειρά. Στό σημεῖο αὐτό θά ἦταν παράλειψη νά μήν ἀναφερθοῦμε ξανά στήν Κλίμακα ἡ ὁποία μέ πολύ σοφία μᾶς δίνει ἀκριβῶς τήν σειρά τῶν ἀρετῶν καίτό πῶς κατακτώντας τή μία πηγαίνεις στήν ἐπομένη.
Τέλος, ὁ τελευταῖος τρόπος πού μεταλλάσσει τό καλό σέ κακό εἶναι ὅταν κάνουμε τό καλό παρά διάθεσιν, ὅταν, δηλαδή, ἐλεοῦμε, ἤ νηστεύουμε, ἤ προσευχόμαστε γιά "τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις". Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου στή περίπτωση αὐτή ἀκούγεται σκληρός καί φοβερός "ἀπέχουσι τόν μισθόν αὐτῶν" (Ματθ. ΣΤ, 5) ἤ καί ἀλλοῦ "ἀποχωρεῖτε ἀπ' ἐμοῦ, οὐκ οἶδα ὑμᾶς πόθεν ἐστέ, ἐργάται ἀνομίας" (Ματθ. Ζ, 22,23). Ἑπομένως ὅλα πρέπει νά τά κάνουμε πρός δόξαν θεοῦ καί ὄχι πρός δόξαν τοῦ ἑαυτοῦ μας διότι "οὐ μόνον μισθοῦ ἐκπίπτει, ἀλλά καί τιμωρίας ἄξιος ὁ ποιῶν ἐντολήν μή κατά θεοσέβειαν, ἀλλά κατά ἀνθρωπαρέσκειαν, ἤ τινος ἄλλης ἡδονῆς ἕνεκεν...". Στό σημεῖο αὐτό, περί τῆς διαθέσεως, κατατοπιστικός εἶναι καί ὁ ὕμνος τῆς ἀγάπης τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Α Κορ. ΙΓ, 1 -3) ἤ καί ὁ λόγος του ὁ συγκεφαλαιωτικός "εἰ γάρ ἀνθρώποις ἤρεσκον Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἄν ἤμην" ( Γαλ. Α, 10). Στό παρά διάθεσιν καλό πίπτουν ὅλοι βεβαίως οἱ πιστοί, πίπτουμε, ὅμως ἰδιαιτέρως πολλάκις καί ἐμεῖς οἱ κληρικοί ὅταν τηροῦμε σχεδόν ὅλες τίς ἐντολές καί ἐργαζόμαστε ὅλες τίς ἀρετές γιά νά "ἐγκλωβίζουμε" τούς ἀνθρώπους στό πετραχῆλι μας, ὅταν χρησιμοποιοῦμε διάφορα ἐξωτερικά σχήματα εὐλαβείας κατά τήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν καί τῶν μυστηρίων, ὅταν κηρύττουμε ὄχι γιά νά οἰκονομήσουμε τίς ψυχές ἀλλά γιά νά ἐντυπωσιάσουμε, ὅταν καταπατοῦμε τήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας γιά νά φαινόμαστε ἐπιεικεῖς ἤ καλοί, καί ὅ,τι ἄλλο κάνουμε ἐπιτηδευμένα γιά νά κερδίσουμε τίς ἐντυπώσεις καί τή δόξα τῶν ἀνθρώπων.. Στήν ἴδια κατηγορία ἀνήκουν ὅσοι νηστεύουν, ὄχι ὅμως πρός ἀπαλλαγήν ἀπό τά πάθη ἀλλά γιά λόγους πού στηρίζονται σέ κοσμοθεωρίες ἀνατολικῶν θρησκειῶν (π.χ ἡ χορτοφαγία τῶν γκουροῦ) ἤ καί γιά λόγους διαίτης. Ὅσοι, ἀκόμα προσεύχονται γιά πράγματα ὑλικά καί μάταια ἤ γιά πράγματα πού δέν ὠφελοῦν τήν ψυχή ἀλλά ἱκανοποιοῦν τά πάθη καί γενικῶς ὅσοι κάνουν τό καλό μέ διάθεση νά ὑπηρετήσουν ἰδιοτελεῖς σκοπούς καί στόχους.
Ἄς εὐχόμαστε, λοιπόν, μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου καί ὅλων τῶν ἁγίων νά μᾶς διαφυλάξει ὁ Θεός ἀπό τό βαθμό αὐτό τῆς ἁμαρτίας διότι, ὅπως λέει καί ὁ ἅγιος Βασίλειος, "ἐάν τις τό κακόν ἐν προσχήματι τοῦ ἀγαθοῦ ποιῇ, διπλασίονος τιμωρίας ἐστίν ἄξιος" (P.G. τόμ. 32, σελ. 397). Ἄς εὐχόμαστε νά ἀποφύγουμε τήν τιμωρία αὐτή καί νά κατορθώσουμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τίς ἀρετές γιά νά ἀπολαύσουμε τή Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. ΑΜΗΝ.