Η ΜΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΙΣ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΑΠΟ ΑΠΟΨΕΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ἤ ῾Η “Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς ᾿Αχρίδος”
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΑΥΡΙΑΝΙΔΗ
Πρωτοδίκου Διοικητικῶν Δικαστηρίων, κάτοχος
μεταπτυχιακῶν διπλωμάτων στο Δημόσιο Δίκαιο καί στήν Φιλοσοφία τοῦ Δικαίου
Η ΜΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΙΣ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΑΠΟ ΑΠΟΨΕΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ἤ
῾Η “Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς ᾿Αχρίδος”
Συμφώνως πρός τό ἄρθρο 28 τοῦ Συντάγματος “1. Οἱ γενικῶς παραδεδεγμένοι κανόνες τοῦ διεθνοῦς δικαίου, ὡς καί αἱ διεθνεῖς συμβάσεις ἀπό τῆς ἐπικυρώσεως αὐτῶν διά νόμου καί τῆς κατά τούς ὅρους ἑκάστης θέσεως αὐτῶν ἐν ἰσχύει ἀποτελοῦν ἀναπόσπαστον μέρος τοῦ ἐσωτερικοῦ ἑλληνικοῦ δικαίου, ὑπερισχύουν δέ πάσης ἀντιθέτου διατάξεως νόμου. ῾Η ἐφαρμογή τοῦ διεθνοῦς δικαίου καί τῶν διεθνῶν συμβάσεων ἔναντι ἀλλοδαπῶν τελεῖ πάντοτε ὑπό τόν ὅρον τῆς ἀμοιβαιότητος. 2. . . 3. ᾿Η ῾Ελλάς προέρχεται ἐλευθέρως, διά νόμου ψηφιζομένου ὑπό τῆς ἀπολύτου πλειοψηφίας τοῦ ὅλου ἀριθμοῦ τῶν βουλευτῶν, εἰς περιορισμούς εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας, ἐφ᾿ ὅσον τοῦτο ὑπαγορεύεται ἐκ σπουδαίου ἐθνικοῦ συμφέροντος, δέν θίγει τά δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου καί τάς βάσεις τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος, γίνεται δέ βάσει τῶν ἀρχῶν τῆς ἰσότητος καί ὑπό τόν ὅρον τῆς ἀμοιβαιότητος”.
῾Η ἀναγνώρισις τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων μέ τό ὄνομα Μακεδονία ἤ μέ ὄνομα περιέχον τόν ὅρο Μακεδονία, ἐκ μέρους τῆς ῾Ελλάδος συνιστᾶ περιορισμόν εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας μας. Τοῦτο, διότι ἡ ἐθνική κυριαρχία δέν ἀφορᾶ μόνον εἰς ἐνέργειαν ὑλικῶν καί νομικῶν πράξεων ἀσκήσεως ἐξουσίας, ὅπως εὑρύτατα κρατεῖ εἰς ὅσους ὑπολαμβάνουν ὅτι τό κράτος ταυτίζεται μόνον μέ τήν ἄσκησιν κρατικῆς ἐξουσίας καί λησμονοῦν ὅτι τό κράτος εἶναι ἡ πολιτική ἔκφρασις τῆς κοινωνίας καί τοῦ λαοῦ (ἤ “ἔθνους”) εἰς τήν διαχρονική των συνέχεια καί συνοχή.
Κατ᾿ ἀλήθειαν, ἡ ἔννοια τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας καλύπτει καί τό δικαίωμα ἀποκλειστικῆς χρήσεως ἐπί ὅλων τῶν ἀΰλων ἀγαθῶν τῶν συνδεομένων ἀποκλειστικῶς πρός τό κράτος καί τόν λαό του ἤ τούς λαούς του, καί τήν ἱστορίαν των. ῾Η χρῆσις αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν, ὅπως ἡ χρῆσις συμβόλων καί ὀνομάτων τοῦ ὅλου λαοῦ ἤ μεγάλων τμημάτων του, ἱστορικῶς προσιδιαζόντων μόνον εἰς τόν λαόν αὐτόν ἤ εἰς τμήματά του ἤ εἰς γεωγραφικές περιοχές τῆς χώρας, ἀνήκουν ἀποκλειστικῶς εἰς τό οἰκεῖον κράτος καί τόν λαόν του ἤ τούς λαούς του.
Σιωπηρά ἀνοχή τῆς χρήσεως τοιούτων ὀνομάτων καί συμβόλων ὑπό ἄλλων δέν σημαίνει καί μείωσιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας ὅταν ἡ χρῆσις αὐτή ὑπό ἄλλων δέν γίνεται κατά τρόπον συνιστῶντα ἄμεσον ἤ ἔμμεσον ἀμφισβήτησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας τοῦ δικαιούχου κράτους. Δύναται μόνον νά δώσῃ λαβήν εἰς ἔγερσιν τυχόν ἀξιώσεών του βάσει τοῦ ἰδιωτικοῦ δικαίου.
῞Οταν ὅμως ἡ χρῆσις αὐτή ὑπό ἄλλων γίνεται κατά τρόπον συνιστῶντα ἀμφισβήτησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας τοῦ δικαιούχου κράτους, συντρέχουσα χρῆσις τοιούτων ἀΰλων ἀγαθῶν, μετ᾿ ἄλλων κρατῶν ἤ/καί μετά λαῶν ἄλλων κρατῶν, δικαιολογεῖται κατ᾿ ἐξαίρεσιν· ἤτοι, μόνον ἐφ᾿ ὅσον καί καθ᾿ ὅ μέτρον τά ἄλλα κράτη γωγραφικῶς, ἤ οἱ ἄλλοι λαοί ἱστορικῶς, πολιτιστικῶς καί ἐθνολογικῶς, ἀντιστοίχως γειτνιάζουν γεωγραφικῶς ἤ μετέχουν ἱστορικῶς, πολιτιστικῶς καί ἐθνολογικῶς, εἰς τό κράτος καί τόν λαό ὁ ὁποῖος ἔχει τό κατά τά προαναφερθέντα κατ᾿ ἀρχήν ἀποκλειστικόν δικαίωμα χρήσεως τῶν ἄνω ὀνομάτων καί συμβόλων.
Τά ἀνωτέρω, εἶναι σχεδόν ἀδιάφορον τό ἐάν γίνονται μέχρι τοῦδε ἀποδεκτά εἰς τόν χῶρον τοῦ διεθνοῦς δικαίου, ἤ ὄχι, δεδομένου ὅτι οὐδέποτε μέχρι σήμερα τό διεθνές δίκαιο δέν ἀντιμετώπισε περίπτωσιν τοιαύτην ὡς ἡ τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, τά ὁποῖα μετά μικράν σχετικῶς περίοδον προπαγάνδας διεκδικοῦν ὡς ἴδιον τό συνδεδεμένον ἀπό πολλῶν αἰώνων μέ τόν ῾Ελληνισμόν ἱστορικόν ὄνομα τῆς Μακεδονίας. Τό μόνον ὅμοιο παράδειγμα, ἴσως, εἶναι ἡ περίπτωσις τῆς ὀνομασίας τῆς “῾Αγίας Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας τοῦ Γερμανικοῦ ῎Εθνους” καί ἐν γένει ἡ προσπάθεια φεουδαρχῶν νά θεμελιώσουν τήν ἐξουσίαν τους ἐπί μιᾶς ψευδοῦς “διαδοχῆς” τους εἰς τήν Ρωμαϊκήν κυριαρχίαν, ὥστε νά παραμερίσουν τήν ἐν Δυτικῇ Εὐρώπῃ κυριαρχίαν τῆς ἐν Βυζαντίῳ πλέον μόνον ἑδρευούσης Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτά ὅμως συνέβησαν πρό τῆς ἐμφανίσεως τοῦ συγχρόνου διεθνοῦς δικαίου καί ἐν πάσῃ περιπτώσει δέν συνιστοῦν παραδείγματα πρός μίμησιν ἐπί τοῦ θέματος τῆς ὀνομασίας τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων. Διά τοῦτο, εἰς τό διεθνές δίκαιο ὑπάρχει ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ ἀληθές κενόν δικαίου.
Μή τεθέντος δέ εἰς τό διεθνές δίκαιον τοιούτου θέματος, εἶναι παντελῶς ἀποπροσανατολιστικόν τό ὅτι ἐξομοιώθη ἡ περίπτωσις τῆς ὀνοματοδοσίας τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, κατ᾿ ἀρχήν, πρός αὐτήν τῆς ἐπιλογῆς ὀνομασίας ὑπό νεοσυστάτου κράτους ἐλευθέρως ἤ συμφώνως πρός τίς ὑποκειμενικές ἀντιλήψεις τοῦ λαοῦ του. Εἰς τήν πραγματικότητα, ἐπί τοῦ θέματος τῆς ὀνομασίας τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων τίθεται θέμα διεκδικήσεως, ἤ ἐνδεχομένης παραχωρήσεως τῆς χρήσεως τελικῶς, ὀνόματος (Μακεδονίας) καλυπτομένου ἀπό τήν κυριαρχίαν ἑτέρου κράτους (τῆς ῾Ελλάδος).
῾Η “ἀναγνώρισις” λοιπόν τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων μέ τό ὄνομα Μακεδονία ἤ μέ ὄνομα περιέχον τόν ὅρο Μακεδονία, ἐκ μέρους τῆς ῾Ελλάδος συνιστᾶ παραχώρησιν τῆς χρήσεως τοῦ ὅρου Μακεδονία εἰς ἄλλο ἀνεξάρτητο (πλέον) κράτος, διότι τό ὄνομα αὐτό χαρακτηρίζει σημαντικό τμῆμα τοῦ ῾Ελληνικοῦ λαοῦ ἱστορικῶς, πολιτιστικῶς καί ἐθνολογικῶς καί μέρος τῆς ῾Ελληνικῆς ἐπικρατείας ἀπό γεωγραφικῆς ἀπόψεως. Καί τοῦτο, ἤδη ἐδῶ καί τρεῖς περίπου χιλιετίες.
᾿Από τήν ἄλλη πλευρά, τμῆμα τοῦ λαοῦ τῶν Σκοπίων κατοικεῖ εἰς γεωγραφική περιοχή περιλαμβανομένη εἰς τήν γεωγραφική ἔννοια τῆς Μακεδονίας, καί συνδέεται μέ τό ὄνομα αὐτό κατά μετοχήν εἰς τήν ἱστορία καί τόν πολιτισμό τῆς ῾Ελληνικῆς Μακεδονίας. Πρόκειται διά τούς “Σλαβομακεδόνες”, τούς Βλάχους καί τούς Σέρβους τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, ἐνῷ ὑπάρχει ἐκεῖ μεγάλη ᾿Αλβανική μειονότης ἀλλά καί ῾Ελληνική μειονότης.
῾Επομένως, δέν θά συνιστᾶ παραχώρηση τῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος Μακεδονία ἡ τυχόν “ἀναγνώρισις” τοῦ κράτους αὐτοῦ ἀπό τήν ῾Ελλάδα, μέ ὀνομασίαν εἰς τήν ὁποίαν ἡ λέξις Μακεδονία (ἤ παράγωγά της) θά συνοδεύεται ἀπό ἄλλες λέξεις εἰς τρὀπον ὥστε νά καθίσταται ἀπολύτως σαφές ὅτι δέν πρόκειται γιά κράτος “τῆς Μακεδονίας”, ἀλλά γιά κράτος παράπλευρο γεωγραφικῶς τῆς ῾Ελληνικῆς Μακεδονίας, γιά κράτος μέ λαό ὁ ὁποῖος ἐνδεχομένως ἐμπνέεται ἀπό τόν ῾Ελληνικό καί ὀρθόδοξο χριστιανικό πολιτισμό τῆς Μακεδονίας, ἀλλά πού ἦλθε στήν περιοχή πολλούς αἰῶνες μετά τήν ἐμφάνιση στήν περιοχή τῆς ῾Ελληνικῆς Μακεδονίας καί τῶν ῾Ελλήνων Μακεδόνων - ὡς καί λαό ἐν μέρει ᾿Αλβανικό. Τοιαῦτα ὀνόματα δέν εἶναι ἀδύνατον νά εὑρεθοῦν (π.χ. Σλαβοαλβανική Δημοκρατία τῆς Μακεδονικῆς ἐνδοχώρας ἤ τῆς πρός βορρᾶν Μακεδονίας, ἤ Δημοκρατία τῆς Παρα-Μακεδονίας, ἤ Δημοκρατία τῶν Σλάβων καί ᾿Αλβανῶν Μακεδόνων).
Εἱς οἱανδήποτε ἄλλην περίπτωσιν, ἡ ῾Ελληνική Κυβέρνησις δέν ἔχει τό δικαίωμα νά προχωρήσει εἰς ἀποδοχήν ὀνομασίας περιεχούσης τό ὄνομα Μακεδονία, ἄν δέν τηρήσῃ τήν διαδικασίαν (151 βουλευτές) καί τίς προϋποθέσεις (ἰσότητα καί ἀμοιβαιότητα) τοῦ ὡς ἄνω ἄρθρου 28 παρ. 3 τοῦ Συντάγματος.
Εἰς μίαν τοιαύτην περίπτωσιν, τίθεται τό ζήτημα εἰς ποῖες κατ᾿ ἀμοιβαιότητα παραχωρήσεις τῆς ἀσκήσεως τῆς ἐθνικῆς των κυριαρχίας πρός τήν ῾Ελλάδα θά προχωρήσουν τά Σκόπια, ὥστε νά τηρηθῇ ἡ ἀπαιτουμένη ἀμοιβαιότης διά τήν παραχώρησιν πρός τό ἐν λόγῳ κράτος τῶν ἄνω δικαιωμάτων ἐκ τῆς ἀσκήσεως ἐθνικῆς κυριαρχίας τῆς ῾Ελλάδος. Θά πρέπει οἱ παραχωρήσεις αὐτές νά εἶναι τοιαύτης φύσεως ὥστε νά ἰσοσταθμίζεται ἡ κυρίως πολιτιστική καί “πνευματική” ἀλλά κατά δεύτερον λόγον καί οἰκονομική βλάβη τήν ὁποία θά ὑφίσταται ἡ ῾Ελλάδα ἀπό τήν χρῆσιν τῆς ὀνομασίας αὐτῆς.
Τοιαύτες παραχωρήσεις θά ἠδύναντο νά εἶναι: Οὐσιαστικές καί εἰς τό διηνεκές δεσμεύσεις τῶν Σκοπίων εἰς τό τομέα τῆς ἐκπαιδεύσεως τῆς νεολαίας τους, πολιτιστικές ἀναταλλαγές μέ ἔμφασιν εἰς τήν ῾Ελληνική καί ὀρθόδοξο χριστιανική παιδεία, καί, κατά δεύτερον μόνον λόγον, δημιουργία προϋποθέσεων ἐκ μέρους τῶν Σκοπίων διά τήν στενή καί ἀμοιβαίως ἐπωφελῆ οἰκονομική συνεργασία τῶν δύο χωρῶν καί τῶν ἰδιωτικῶν τους φορέων.
᾿Ακόμη, λόγῳ τοῦ ἀμετακλήτου οὐσιαστικῶς τῆς ὡς ἄνω “ἀναγνωρίσεως” τῶν Σκοπίων μέ όνομασίαν περιλαμβάνουσαν (ἀμέσως ἤ ἐμμέσως) παραχώρησιν τῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος Μακεδονία, θά πρέπει ἡ ἀναγνώρισις αὐτή νά συμφωνηθῇ ὅτι θά γίνῃ μόνον μετά (διετῆ τοὐλάχιστον) περίοδον ἐπιτυχοῦς δοκιμαστικῆς ἐφαρμογῆς τῶν συμφωνιῶν περί παραχωρήσεως τῶν ἄνω κυριαρχικῶν δικαιωμάτων ἐκ μέρους τῆς Σκοπιανῆς πλευρᾶς, μέ δικαίωμα ὑπαναχωρήσεως τῆς ῾Ελληνικῆς πλευρᾶς εἰς περίπτωσιν διαπιστώσεως μή ἐφαρμογῆς τῶν συμφωνιῶν τούτων.
Εἶναι ἀδιάφορον διά τήν τήρησιν τοῦ ἄρθρου 28 παρ. 3 τοῦ Συντάγματος, τό ὅτι ἐνδεχομένως ἀπό ἀπόψεως διεθνοῦς δικαίου ἀρκεῖ διά τήν διεθνῆ δέσμευσιν τῆς χώρας, κατ᾿ ἀρχήν, ἡ τήρησις τῆς ὡς ἄνω παραγράφου 1 τοῦ αὐτοῦ ἄρθρου. Οὔτε δύναται νά ἀποκρουσθῇ ἡ ὑποχρέωσις ἐφαρμογῆς τῆς παραγράφου 3 τοῦ ἄρθρου 28 τοῦ Συντάγματος διά τόν λόγον ὅτι ἐφαρμόζεται ἡ παράγραφος 1 αὐτοῦ, διότι ἡ μέν παρ. 1 ἀναφέρεται εἰς τήν ἐφαρμογήν τοῦ διεθνοῦς δικαίου εἰς τήν ἐσωτερικήν ἔννομον τάξιν, ἡ δέ παρ. 3 εἰς τήν εἰδικωτέραν περίπτωσιν τῆς διαδικασίας καί τῶν προϋποθέσεων διά τήν ἐφαρμογήν εἰς τήν ἐσωτερικήν ἔννομον τάξιν κανόνος τοῦ διεθνοῦς δικαίου (κανόνος διεθνοῦς συμβάσεως), περιέχοντος ἤ συνεπαγομένου περιορισμούς εἰ τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας.
Τό νά προβῇ ἡ ῾Ελληνική πλευρά εἰς τόν προαναφερθέντα περιορισμόν εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας, μέ τήρησιν τοῦ ἄρθρου 28 παρ. 3 τοῦ Συντάγματος, ἔχει παραδόξως ἕως σήμερα διαφύγει τῆς προσοχῆς τῶν πολιτικῶν κομμάτων (τοὐλάχιστον εἰς ὅσον βαθμόν εἶναι εἰς θέσιν ὁ γράφων νά γνωρίζῃ ἐκ τῶν ἐφημερίδων). ῾Η τήρησις ὅμως τοῦ ἄρ. 28 παρ. 3 τοῦ Συντάγματος εἶναι ἀπό νομικῆς ἀπόψεως ἀπολύτως ἀναγκαία, ἄλλως ἡ τυχόν συμφωνία δι᾿ ἀναγνώρισιν τῶν Σκοπίων μέ όνομασίαν περιλαμβάνουσαν ἀμέσως ἤ ἐμμέσως παραχώρησιν τῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος Μακεδονία κατά τά ἀνωτέρω, θά ἔχει μόνον πολιτικόν χαρακτῆρα, δέν θά δεσμεύει τά ὄργανα τοῦ ῾Ελληνικοῦ κράτους καί θά θέσει θέμα σοβαρῆς εὐθύνης, κυρίως πολιτικῆς, τῆς Κυβερνήσεως διά τήν μή τήρησιν τοῦ Συντάγματος.
῎Αποψις τοῦ γράφοντος εἶναι ὅτι τά ἀνωτέρω προβαλλόμενα ὅπου, ὅποτε καί ὅπως δεῖ, δύνανται νά ἐνισχύσουν τήν διαπραγματευτικήν θέσιν τῆς ῾Ελλάδος, ἔστω καί τήν τελευταίαν στιγμήν ἤ καί μετά τήν τυχόν σχετικήν συμφωνίαν, ἰδίως ἐάν αὐτή συναφθῇ καί τεθῇ ἐν ἰσχύει ἄνευ τῆς τηρήσεως τῆς διαδικασίας καί τῶν οὐσιαστικῶν προϋποθέσεων τοῦ ἄρ. 28 παρ. 3 τοῦ Συντάγματος. ῾Η “ἐκποίησις” ἔναντι πενιχρῶν ἤ καί σοβαρῶν ἀκόμη οἰκονομικῶν ἀναταλλαγμάτων, τῶν ἀΰλων δικαιωμάτων ἐπί ὀνομάτων καί συμβόλων, τά ὁποῖα δικαιώματα καλύπτονται ἀπό τήν ἔννοιαν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας τῆς χώρας μας, δέν εἶναι κάτι τό ὁποῖον ἐπιτρέπεται νά γίνῃ παρά τό Σύνταγμα καί χωρίς τίς οὐσιαστικές ἐγγυήσεις τῆς παραγράφου 3 τοῦ ἄρθρου 28 τοῦ Συντάγματος.
Καί ἐν τέλει, τό ἴσως καί οὐσιωδέστερον, μήπως θά πρέπει νά τολμήσωμεν ἐπί τέλους νά προτείνωμε γιά τό κρατίδιο τῶν Σκοπίων, ἕνα ὄνομα εἰς τό ὁποῖον νά περιλαμβάνεται ἡ λέξις Ρωμανία, ἤ, ἀκόμη καλλίτερα, ἡ λέξις Ρωμαίϊκον; ᾿Αρκεῖ, νά γίνῃ καί Ρωμαίϊκον τό ἐν λόγῳ κρατίδιον καί νά παύσῃ νά εἶναι ἕνα ὑβρίδιον. . . .Τότε, θά ἔχῃ καί πιθανότητας ἐπιβιώσεως. ῎Ετσι θά καταργηθῇ σύν τῷ χρόνῳ καί ὁ ἀνθρωποκτόνος ἐθνικιστικός παροξυσμός, μεταξύ (ψευδο)Μακεδόνων καί ᾿Αλβανῶν. ᾿Αφοῦ καί οἱ ᾿Αλβανοί, ὑπό τόν Γεώργιον Καστριώτην ἤ Σκεντέρμπεη, ὡς Ρωμηοί καί ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι, ἐπολέμησαν τόν Μωάμεθ τόν Β καί τούς γενιτσάρους του.
῾Επομένως, ἕνα ὄνομα ὅπως “Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς ᾿Αχρίδος”, κατά τό πρότυπον τῆς προταθείσης ἀπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον λύσεως εἰς τό ἀναφυέν εἰς τόν αὐτόν χῶρον ἐκκλησιαστικόν ζήτημα, θά ἐταίριαζε θαυμάσια εἰς τήν περιοχήν τῶν Σκοπίων.
Θά ἦτο δυνατόν μάλιστα, ὑπό τήν ἐπίδρασιν πολιτιστικῶν καί μόνον φορέων, καί φορέων άληθῶν ἱστορικῶν μελετῶν, νά ἐπεκταθῇ ἡ τάσις αὐτή καί νά μετωνομασθοῦν τά ὑπάρχοντα κράτη, ἐπί τῆς ἰδίας πολιτισμικῆς καί ἱστορικῆς βάσεως: Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς ῾Ελλάδος, Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Ρουμανίας, Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Βουλγαρίας, Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Σερβίας, κ.ο.κ.
Μακροπροθέσμως, ἡ ἰδέα τῆς μιᾶς Νέας Ρωμανίας, τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς Εὐρωπαϊκῆς Ρωμανίας, πού θά περιλαμβάνῃ ὅλην τήν Εὐρώπην καί ὅσην ἀπό τήν ᾿Ασίαν μία ᾿Ορθόδοξος Εὐρώπη ἐκπολιτίσῃ-ἐκχριστιανίσῃ, εἶναι περισσότερον θελκτική καί ρεαλιστική πολιτικῶς καί οἰκονομικῶς, καθ᾿ ἑαυτή, καί ἀπό τάς “μεγάλας ἐθνικάς ἰδέας”, καί ἀπό τούς ποικίλους, οὐτοπικούς ὅσον καί ἐπικινδύνους, ἰδεολογικούς διεθνισμούς, καί ἀπό τήν “῾Ενωμένην Εὐρώπην”, καί ἀπό τό ἀδιέξοδον πολιτικο-θρηκευτικόν ὅραμα τοῦ Μωάμεθ, καί ἀπό τόν ὑπερκατανωλωτικόν καπιταλισμόν, καί ἀπό τόν σιωνισμόν.
᾿Αρκεῖ νά ἀντισταθῶμεν μέ τόλμην καί φιλαλήθειαν, μέχρις ἐσχάτων, ἐναντίον τῆς συγχρόνου βαρβαρότητος, ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ “πολιτισμοῦ τοῦ ψεύδους καί τῆς προπαγάνδας”. ῎Ας πράξωμεν ἡμεῖς τά καθ᾿ ἡμᾶς, καί, τά ἀδύνατα παρ᾿ ἀνθρώποις, δυνατά τῷ Θεῷ.