Ἐπιμνημόσυνος ὁμιλία πρωτ. Ἀντωνίου Μπουσδέκη κατά τό τριετές μνημόσυνο τοῦ πατρός Σαράντη Σαράντου

Στήν Ἱ. Μονή Ὁσίου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχη
(ἅγιο Στέφανο Ἀττικῆς).
(Τρία χρόνια μετά την κοίμησή του στις 6/4/2024)

Σεβαστοί πατέρες, ὁσιωτάτη γερόντισσα, ἀγαπητοί ἀδελφοί·

Μαζευτήκαμε σήμερα ἐδῶ γιά νά λειτουργήσουμε καί νά τελέσουμε τό τριετές μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ μας πατέρα, τοῦ πατρός Σαράντη.

Θέλοντας καθ’ ὑπακοήν νά πῶ δυό λόγια στήν ἀγάπη σας θά βασιστῶ στήν ὁμιλία τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, τόν ὁποῖον ὅπως γνωρίζετε ὑπεραγαποῦσε ὁ πατήρ καί μάλιστα ἐπί σειρά ἐτῶν ἀνέλυε τά κείμενά του στήν Πειραϊκή Ἐκκλησία.  Μιλώντας λοιπόν ὁ ἅγιος γιά τόν πνευματικό του πατέρα, τόν ἅγιο Συμεών τόν Εὐλαβῆ, ἀναφέρει:

… ὥσπερ δεξαμενή τις ἀπορρέοντος ὕδατος, οὕτως ὁ ἅγιος πατήρ ἡμῶν ἐκ τοῦ πληρώματος μετέλαβε τοῦ Δεσπότου ἡμῶν Χριστοῦ καί ἐπλήσθη τῆς χάριτος τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ, ὅπερ ἐστίν ὕδωρ ζῶν· ὥσπερ δέ πάλιν ἀπό τῆς δεξαμενῆς τό ὑπερπλεονάσαν καί ἔξωθεν ὑπερεκχυνόμενον ὕδωρ λαμβάνει τις εἰς κόρον, οὕτω καί ἡμεῖς ἐκ τοῦ πατρός ἡμῶν τοῦ ἁγίου τήν ὑπερπλεονάσασαν καί ὑπερεκχυνομένην ἀεί ἐξ αὐτοῦ χάριν εἴδομεν καί ἐλάβομεν καί ἐπίομεν καί τάς ὄψεις ἐξ αὐτοῦ ἐνιψάμεθα, τάς χεῖρας καί τούς πόδας αὐτούς, εἶτα καί ὅλοι ὅλῳ τῷ σώματι ἐλουσάμεθα καί αὐτήν τήν ψυχήν μετά τοῦ ἀθανάτου ὕδατος ἐκείνου. Ὤ μυστηρίου ξένου καί θαυμαστοῦ, ἀδελφοί (ΕΠΕ Φιλοκαλία τ. 19Γ σελ. 504).

Μᾶς λέει λοιπόν σκεφθεῖτε μιά δεξαμενή πού τήν γεμίζεις μέ νερό καί μετά ἀρχίζει νά ξεχειλίζει καί νά χύνεται ἔξω τό νερό.  Ἔτσι ὁ ἅγιος Συμεών ὁ εὐλαβής πῆρε νερό, ζωντανό νερό ἀπό τό πλήρωμα τοῦ Δεσπότου ἡμῶν Χριστοῦ καί γέμισε ἀπό τή χάρη τοῦ Πνεύματός Του.  Καί ὅπως κάποιος παίρνει ἀπό τό ξεχειλισμένο νερό γιά νά χορτάσει, ἔτσι καί ἐμεῖς… ἐκ τοῦ πατρός ἡμῶν τοῦ ἁγίου τήν ὑπερπλεονάσασαν καί ὑπερεκχυνομένην ἀεί ἐξ αὐτοῦ χάριν εἴδομεν καί ἐλάβομεν καί ἐπίομεν καί τά ὄψεις ἐξ αὐτοῦ ἐνιψάμεθα, τά χέρια καθώς καί τά πόδια, ὕστερα ἐλούσαμε ὅλοι μας καί ὅλο τό σῶμα μας καί τήν ἴδια τήν ψυχή μας μέ τό ἀθάνατο ἐκεῖνο νερό.  Πώ πώ ξένο καί θαυμαστό μυστήριο, ἀδελφοί.

Διαβάζοντας αὐτό τό κείμενο ἀγαπητοί μου ἀδελφοί σ’ ἐμᾶς δέν ἔρχεται στό νοῦ ὁ ἅγιος Συμεών ὁ εὐλαβής, ἀλλά ὁ πατήρ Σαράντης Σαράντος, τόν ὁποῖο γνωρίσαμε, συναναστραφήκαμε μαζί του, γονατίσαμε στό πετραχήλι του, προσευχηθήκαμε μαζί του καί εἴδαμε καί ἀπολαύσαμε τήν ὑπερπλεονά­σα­σα καί ξεχειλισμένη χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος.

Ἄραγε πήραμε καί μεῖς λίγη ἀπό αὐτή τήν χάρη γιά νά λούσουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή μας;  Ἴσως θά μᾶς βοηθοῦσε σέ αὐτό νά θυμηθοῦμε ἐλάχιστα σημεῖα τῆς ζωῆς τοῦ π. Σαράντη, ἐκφράζοντας τήν εὐγνωμοσύνη μας στό πρόσωπό του.

Συνεχίζει ὁ ἅγιος Συμεών:Βούλῃ τοιγαροῦν ἀκοῦσαι τί ἐποίουν οἱ πατέρες ἡμῶν οἱ ἅγιοι, ἐν τοῖς ἑαυτῶν κελλίοις καθήμενοι; Ἀνάγνωθι τούς βίους αὐτῶν καί μάθε σύ πρῶτον τήν σωματικήν τέως πρᾶξιν αὐτῶν, εἶτα ἐγώ σοι ἀναγγελῶ τήν πνευματικήν ἐργασίαν ἥν ἐκεῖνοι εἰργάζοντο (σελ. 490).

Ποιές λοιπόν εἶναι οἱ σωματικές πράξεις πού καταγράφονται στά συναξά­ρια; ἀκτημοσύνη, νηστεία, ἀγρυπνία, ἐγκράτεια, ὑπομονή…

Ὅλοι νομίζω γνωρίζουμε τήν ἐλεήμονα καρδία τοῦ πατρός καί ὅλοι ξέρουμε τί γινόταν κάθε φορά πού ὁ πατήρ βρισκόταν στόν Ἱερό Ναό τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου ἤ στό κοιμητήριο.  Πόσοι ἄνθρωποι ἔρχονταν, ὄχι γιά ἐξομολόγηση μόνο ἀλλά καί γιά νά πάρουν τό κάτι τί τους ἀπό τόν σεβαστό καί ἀγαπητό τους πατέρα.  Μιά φορά κατά λάθος εἶπε «κάθε Σάββατο θέλουμε τουλάχιστον 50 5ευρα».

Νηστεία!  Τηροῦσε ὅλες τίς νηστεῖες κατ’ ἀκρίβειαν, σάν κάτι πολύ φυσικό, «τό λέει ἡ Ἐκκλησία» καί ὄχι μόνο.  Γιά κάποιους λόγους πού ἐκεῖνος ἤξερε ἀλλά καί γιά λόγους ἀσκήσεως αὐτή ἡ νηστεία διευρυνόταν.  Μιά φορά βρισκόταν στήν κόρη του, πού εἶχε ἕνα πολύ ὡραῖο φαγητό ἑτοιμάσει.  Μόλις πῆγε ὁ πατήρ ρώτησε δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο;  Εἶχε κάτι φακές ἀπό προηγούμενες μέρες… Ἔφαγε τίς φακές!  Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, πάντα ἔπαιρνε ὅ,τι τοῦ προσφερόταν, εἴτε τοῦ ἄρεσε, εἴτε ὄχι.

Ἀγρυπνία!  Ὁ ὕπνος του ἦταν ἐλάχιστος.  Μιά φορά μᾶς εἶπε ἅμα καταφέρω καί κοιμηθῶ τέσσερις ὧρες εἶμαι μιά χαρά.  Πάλευε μέ τόν ὕπνο.  Μισοκοιμόταν στίς συναντήσεις τῆς Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν, πού πάντα ἐρχόταν κουρασμένος καί νυσταγμένος ἀλλά πάντα παρών, στίς ἐξομολογήσεις, ὅπου μέ τή χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος πού ἦταν Παρόν, ἄκουγε ἔστω καί μισοκοιμισμένος, συμβούλευε, καθοδηγοῦσε.  Θυμᾶμαι καί τόν πατέρα Ἰωάννη Φωτόπουλο πού μᾶς εἶχε πεῖ ὅτι σέ ἕνα προσκύνημα στό Ἅγιο Ὄρος πού κοιμήθηκαν μαζί, ξύπνησε τό βράδυ καί τόν εἶδε καθιστό καί μέ τό κεφάλι ἀνάμεσα στά γόνατα νά προσεύχεται κατά τόν γνωστό τρόπο τῶν νηπτικῶν πατέρων.

Ἐγκράτεια!  Ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε πολύ νωρίς ἔχασε τήν ἁγία πρεσβυτέρα του, μέ τήν ὁποία εἶχαν μιά τέλεια θεανθρώπινη ἀγάπη, βασισμένη στήν ὑπακοή, στήν ὑπέρβαση τοῦ ἐγώ.  Ζώντας μέσα στήν πόλη τοῦ Ἀμαρουσίου, ἀντιμετώπιζε ὅπως ὅλοι τίς προκλήσεις τῆς σαρκολατρικῆς ἐποχῆς μας.  Μιά φορά πού μιλούσαμε γιά αὐτά τά θέματα, μοῦ εἶπε ὅτι πολύ γρήγορα ὁ καλός μας Θεός τόν ἀπήλλαξε ἀπό τέτοιου εἴδους πειρασμούς.  Αὐτό βέβαια εἶναι δῶρο τοῦ Χριστοῦ μας στούς πραγματικά ἀγωνιζομένους καί πραγματικά ἀναθέτοντας «πᾶσαν τήν ζωήν αὐτῶν» στό Χριστό.  Μέ αἱματηρούς ἀγῶνες κέρδισε καί αὐτό τό δῶρο ἀπό τήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού ξέρει τέλεια νά παρηγορεῖ καί νά χαϊδεύει πατρικά τούς ἀγωνιστές.  Θυμᾶμαι τήν πρώτη φορά πού μιλήσαμε μέ τόν πατέρα Ἀμβρόσιο Λάζαρη στό μοναστήρι τῆς Παναγίας της Γαβριώτισσας, γιά τόν πατέρα Σαράντη, καθόταν στό παγκάκι στήν αὐλή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς καί κτυπώντας ρυθμικά τή ράβδο πού κρατοῦσε στά χέρια του μᾶς εἶπε: «ἀ-γω-νι-στής».  Λίγο γνωρίζονταν, ἀλλά αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶχαν μιά ἄλλη ἐπικοινωνία μεταξύ τους.

Ὑπομονή!  Τί ὑπομονή ἔκανε μαζί μας!  Ποτέ δέν μᾶς ἔκοβε, ποτέ δέν βιαζόταν, ποτέ δέν εἶχε κάτι ἄλλο νά κάνει… ἀλλά πάντα ἦταν ἐκεῖ ὅπου τόν ἤθελαν ὅποιος καί ἄν τόν ἤθελε καί γιά ὅση ὥρα καί νά τόν ἤθελε καί αὐτό δέν τό ἔκανε μέ ζόρι, μέ γκρίνια, μέ ἀγανάκτηση, ἀλλά μέ γλυκύτητα, μέ καλοσύνη, μέ ὑπομονή.  Ἀπέραντη ὑπομονή μέ τά προβλήματα πού προέκυψαν μέ τήν κοίμηση τῆς πρεσβυτέρας, μέ τά παιδιά μέ τούς συγγενεῖς…  Μιά φορά μοῦ εἶπε «ἔφτασα μέχρι τόν «Ἅδη».  Ἀλλά καί στόν Ναό.  Ποτέ δέν εἶναι ἱδανικά τά πράγματα καί χρειάζεται νά γίνονται ἀγῶνες πνευματικοί καί ὑπομονές γιά νά κρατοῦνται ἰσορροπίες.  Στά πνευματικά τέλος, ὅταν γίνεται ἕνας καλόγερος, ἡ βασική εὐχή πού δέχεται εἶναι καλές ὑπομονές.  Στή συγκεκριμένη περίπτωση ἔχουμε καί παιδιά καί καλογερική.  Νομίζω ὅλοι μποροῦμε νά καταλάβουμε τί σημαίνει αὐτό.  Ἄπειρες ὑπομονές.  Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέη­σόν με. Αὐτή ἡ εὐχή τόν δυνάμωνε, αὐτή τόν στερέωνε, αὐτή γέμιζε μέ γλυκύτητα τήν καρδιά του.

Γιά νά γίνουν ὅμως αὐτά μᾶς λέει ὁ ἅγιος Συμεών γιά τόν γέροντά του:

Ἐκοπίασεν ὁ μακάριος πατήρ ἡμῶν καί ἅγιος Συμεών, ὡς πολλούς τῶν πάλαι ἁγίων πατέρων ὑπερβαλέσθαι (τούς ξεπέρασε), θλίψεις δέ, πειρασμούς τοσούτους ὑπέμεινε, ὡς ἐξισωθῆναι πολλοῖς τῶν περιφανεστέρων ἐν μάρτυσι. Διά ταῦτα οὖν ἐδοξάσθη ἀπό Θεοῦ καί ἐγένετο ἀπαθής καί ἅγιος, λαβών ἐν ἑαυτῷ ὅλον, (136) ὡς εἰπεῖν, τόν Παράκλητον·(σελ. 508), φθάνοντας στήν παντελῆ τοῦ ἰδίου θελήματος ἀπονέκρωσιν. 

Τό ἴδιο θέλουμε καί μεῖς νά τονίσουμε γιά τόν πατέρα μας, τόν π. Σαράντη.  Ἀφοῦ πέρασε ἀπό τό καμίνι ὅλων αὐτῶν τῶν θλίψεων καί τῶν πειρασμῶν, ἀφοῦ ἐκοπίασε ὑπερβαλλόντως κατ’ ἄνθρωπον, κατάφερε μέ τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ μας καί τήν εὐλογία τῆς Κυρίας Θεοτόκου, τήν ὁποία διακόνησε, νά εἶναι ἕτοιμος ἀνά πᾶσαν στιγμή νά ἀφήσει τό θέλημά του, τή γνώμη του, τήν ἄποψή του καί νά γίνει ὑπάκουος σέ ὅλους καί σέ ὅλα.  Μόνο σέ θέματα δογματικά δέν ὑποχωροῦσε, ἀλλά ἔμενε σταθερός στούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας καί στήν Παράδοση.

Ὅσο γιά τήν πνευματική του ἐργασία, ἡ θαυμαστή του ταπείνωση δέν ἄφηνε πολλά περιθώρια νά τήν γνωρίσεις, ὅμως οἱ καρποί της δέν μποροῦσαν νά κρυφτοῦν.  Ἡ κατάνυξη καί ἡ παρρησία στήν θεία Λειτουργία καί στήν προσευχή, ἡ θυσιαστική προσήλωση στίς ἀκολουθίες, τό ἀκατάκριτον, ἡ εὐγένεια, ἡ ἀρχοντιά καί ἡ ἀγάπη του πρός ὅλους, τά σαρκικά καί πνευματικά του παιδιά καί ἐγγόνια, τούς μαθητές του, τούς συνεφημερίους του καί τούς ἐνορίτες του, ζῶντες καί κεκοιμημένους, τούς ὁποίους διακόνησε μέ αὐτοθυσία ἐπί πενήντα χρόνια.

Ὅλους μᾶς ἔβλεπε ἀρχετυπικά, σάν εἰκόνες τοῦ Θεοῦ.  Σ’ ἕνα βιβλίο πού μοῦ χάρισε τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας μου σέ πρεσβύτερο μοῦ ἔγραψε: «Νά γίνεις ἄπειρα μεγαλόκαρδος ἱερεύς. Νά χωρᾶς ὅλο τόν κόσμο, κάθε ταλαίπωρη ψυχούλα.  Πρόσληψη πλήρης κάθε προσώπου πού σέ πλησιάζει καί ζητᾶ τήν εὐχή σου»

Τέλος ὁ ἅγιος Συμεών ἀναφέρει:

Οἱ γάρ τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ἰδεῖν ποθήσαντες, ἥν πραέων ὀφθαλμοί καί ταπεινῶν καί πτωχῶν βλέπειν καταξιοῦνται…(σελ. 500)

Σ’ αὐτούς λοιπόν: χαρίζεται ὁ Κύριος οὐ μόνον τό γνῶναι ὅ τι δέοι ποιῆσαι, ἀλλά καί ἰσχύς δίδοται αὐτοῖς παρ᾿ αὐτοῦ καί ὑπομονή εἰς τό ἐκπληρώσαντας πάντα ἅ δεῖ, αὐτόν ἐκεῖνον ἰδέσθαι καί κτήσασθαι (132) τόν ἐπί πάντων καί ἐπί πᾶσι Θεόν καί τηνικαῦτα ὡς ἐν οὐρανῷ διάγειν καί ἐκεῖσε τό πολίτευμα ἔχειν, κἄν ἐν σπηλαίοις κἄν ἐν ὄρεσι κἄν ἐν κελλίοις διάγωσι, κἄν ἐν μέσαις ἀναστρέφωνται πόλεσι, καί οὕτως ἀεί ἐν χαρᾷ καί εὐφροσύνῃ καί ἀγαλλιάσει ἀρρήτῳ δουλεύειν αὐτῷ(σελ. 500)

Ἔτσι λοιπόν καί ὁ πατήρ Σαράντης ἦταν ἕνας ἀπό αὐτούς πού πόθησαν τίς ἐπαγγελίες καί γιαυτό ὁ Χριστός μας τοῦ ἔδειξε τό δρόμο καί τοῦ ἔδωσε τή δύναμη καί τήν ὑπομονή γιά νά κάνει ὅλα ὅσα χρειάζονταν ὥστε νά εἶναι πολίτης τοῦ οὐρανοῦ, ἔστω καί ἄν ζοῦσε μέσα στήν πόλη τοῦ Ἀμαρουσίου.  Παρών σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἀλλά παρών καί στόν Οὐράνιο, πλημμυρισμένος καί ὁ πατήρ ἀπό τήν τέλεια χαρά καί εὐφροσύνη καί τήν ἄρρητη ἀγαλλίαση τῆς πολιτείας τῶν οὐρανῶν, ἦταν καί μαζί μας καί μᾶς μετέδιδε αὐτήν τή χαρά.  Ὅλοι ἤθελαν νά εἶναι κοντά του, μαζί του, γιατί εἰσέπρατταν αὐτή τήν οὐράνια εὐλογία. 

Συγχωρέστε με ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί γιά τήν παρουσίαση αὐτή καί τόν παραλληλισμό τοῦ πνευματικοῦ πατρός τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ εὐλαβοῦς, μέ τόν δικό μας πνευματικό πατέρα, τόν πατέρα Σαράντη Σαράντο.  Διαβάζοντας ὅμως τήν στ΄ Κατήχηση τοῦ ἁγίου Συμεών «Περί ἐργασίας πνευματικῆς», ὅπου παρουσιάζει σάν πρότυπο πνευματικῆς ἐργασίας τόν πνευματικό του πατέρα, παρακινήθηκα νά τό πράξω ὅχι γιά κανέναν ἄλλο λόγο, ἀλλά γιά νά ἀφυπνίσουμε λίγο τίς συνειδήσεις μας καί νά πιστέψουμε ὅτι ὅλα αὐτά πού μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας καί ὅλες αύτές οἰ ἀκραῖες ἀσκήσεις καί ἐμπειρίες εἶναι δυνατόν νά γίνουν καί σήμερα καί γίνονται.  Τίς βλέπουμε καί στά πρόσωπα τῶν συγχρόνων ἁγίων μας, π. Πορφυρίου, Παϊσίου, Ἰακώβου…  Ἔχοντας λοιπόν καί μεῖς τέτοια πρότυπα πνευματικῆς ἐργασίας, πού τά ζήσαμε ἀπό κοντά καί ἀπολαύσαμε τήν γλυκύτητα τῶν χαρισμάτων τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἄς προσπαθήσουμε νά τούς μιμηθοῦμε καί νά ξέρουμε ὅτι: Ὁ οὖν αὐτούς ἐκμιμούμενος ἔργῳ καί πόνοις τῆς αὐτῆς ὄντως καταξιωθήσεται χάριτος· (σελ. 496), ἔχοντας ἐλπίδες ζωῆς αἰωνίου, κατά τήν ἀγαπημένη ἔκφραση τοῦ πατρός μας.  Ἄς ἔχουμε τήν εὐχή του.

Θά ἤθελα τέλος νά σᾶς διαβάσω ἕνα μικρό κείμενο τοῦ πατρός Σαράντη πού κατά τήν ταπεινή μου γνώμη εἶναι κείμενο ἀντίστοιχο μέ τά κείμενα τῶν νηπτικῶν μας Πατέρων.  Ἔχει σχέση μέ τή θεία λειτουργία καί εἶναι ἀπό μιά ὁμιλία μέ τίτλο «Παράδοση καί Ἐκκοσμίκευση»

... ἡ ταπει­νή ἐμπειρία τῶν λειτουργῶν τοῦ Ὑψίστου διαχρονικά βλέπουν καί ἄλλη μία βιωμα­τική παράμετρο στή μυστική ἀναφορά τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας. Σέ ἕνα μεγάλο μέρος τῆς θεί­ας Λατρείας, ἄκρως εὐαισθητοποιουμένης τῆς συνει­δήσεως τῶν Λειτουργῶν, αἰσθάνονται τήν ἄβυσσο τῆς ἀναξιότητος πού τούς χωρίζει ἀπό τόν Ὕψιστο. Μυστικός ὀδυρμός, κρυφός θρῆνος καί κοπετός βασανίζει τό λειτουργό ἀπό τή συναίσθηση τῶν ἀτομικῶν του κριμάτων, ἀλλά καί τῶν πολλαπλῶν ποιμαντικῶν ὑποχρεώσεων, στίς ὁποῖες ὡς ἀδύνα­τος καί πεπερασμένος δέν μπορεῖ νά ἀνταποκριθεῖ. Στενάζει μυστικά καί μετανοεῖ γιά τά μεγάλα ἐλ­λείμματα καί τῆς προσωπικῆς του πνευματικῆς ζωῆς, γιά τήν ἀθεράπευτη ἀκόμα μέσα του ραθυμία, γιά τό χαμένο του χρόνο καί γιά τίς ἀδιακρισίες του. Στενάζει μυστικά καί μετανοεῖ γιά ὅλα ἐκεῖνα τά κενά καί τίς ἄπειρες ἐλλείψεις πού διαπιστώνει, καθώς τό ἄκτιστο Φῶς τοῦ Χριστοῦ τόν φωτίζει μέσα στή θεόπνευστη θεία Λατρεία, στό ἀχανές ποιμαντικό ἔργο γιά τή σωτηρία δηλαδή τῶν ἐν Χριστῷ ποιμαινομένων ἀδελφῶν.

          Ἀπό κάποια στιγμή καί μετά,  ἄδηλα καί κρύφια, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, συστέλλεται ἡ συναίσθηση τῆς ἀβυσσαλέας ἀναξιότητας καί ἕνα ἐν ταπεινώσει συναίσθημα φιλίας μέ τό Χρι­στό ἀναδύεται. Δῶρο τοῦ Χριστοῦ στόν μετανοοῦ­ντα λειτουργό γιά νά βεβαιωθεῖ ὅτι, ὄντως ἡ προσφε­ρόμενη θεία Λειτουργία διά τῶν ἀναξίων χειρῶν του, γίνεται δεκτή ἀπό τό Χριστό καί προσφέρεται γιά τή σωτηρία ὅλων τῶν πιστῶν πρός τούς ὁποίους αἰσθάνεται ὑπόχρεως καί ὑπεύθυνος ὁ λειτουργός.