Περί της Θεοτόκειας Αειπαρθενίας (οφειλόμενη απάντηση στον Ηρακλή Φίλιο, νυν κληρικό της Μητροπόλεως Σταγών και Μετεώρων)

Αναστάσιος Ομ. Πολυχρονιάδης

Στις 14/8/2015 είχε δημοσιευθεί ένα άρθρο με τίτλο «Η Θεομήτωρ και ο Ευσεβισμός της Αίρεσης» -που υπάρχει ανσρτημένο μέχρι σήμερα- στον ιστοχώρο pemptousia.gr. Συντάκτης του ο Ηρακλής Φίλιος, νυν κληρικός της Μητροπόλεως Σταγών και Μετεώρων. Εκεί, μεταξύ άλλων, διατυπώνει το ερώτημα:  «Αν η Παναγία δεν ήταν Παρθένος αλλά μία γυναίκα που είχε συνάψει νόμιμη σχέση, ο Θεός δεν θα μπορούσε να γεννηθεί στην μήτρα της; Δηλαδή το μέγα μυστήριο είναι το   α ε ι π ά ρ θ ε ν ο της Θεοτόκου;»

Στο ίδιο άρθρο σημειώνεται: «Έχω την αίσθηση πως δεν έχουμε κατανοήσει ακόμη το αχώρητο μυστήριο που έχει συντελεστεί. Και ο μονοφυσιτισμός της σκέψης ότι το μυστήριο της ενσάρκωσης του Θεού Λόγου αναλώνεται στην παρθενία της Θεοτόκου, έχει πάλι να κάνει με το ζήτημα της καθαρότητος, μόνο που αυτή τη στιγμή υπερτονίζεται ως συνήθως από συντηρητικούς θεολογικούς κύκλους που αιρετικά πλέον εντοπίζουν μια σωτηριολογική απολυτότητα στη ‘‘θεολογία της ανάγκης’’ όπου έπρεπε με άλλα λόγια η Παναγία να είναι Παρθένος και πως αυτή είναι η ουσία του αγώνα του θιασώτη εκείνης, αγίου Κυρίλλου του Αλεξανδρέα στην Γ’ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431 μ.Χ.)».

«Ο άγιος Κύριλλος» σημειώνει και πάλι, ο Φίλιος, «με του οποίου τη θεολογική σκέψη ομολογώ ότι είμαι αθεράπευτα ερωτευμένος, δεν έδωσε τον αγώνα κατά του Νεστορίου στην Έφεσο για την παρθενία της Θεοτόκου, αλλά για το μεγαλύτερο μυστήριο που συντελέστηκε στην ανθρώπινη φύση μιας γυναικός. Τη θ ε ο μ η τ ρ ό τ η τ ά της. Μέγα μυστήριο δεν είναι η παρθενία που συναντάται σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη που το επιλέγει ελεύθερα, αλλά μυστήριο είναι ότι έγινε η ίδια η Χώρα του Αχωρήτου, χωρώντας μέσα της Εκείνον τον οποίο ο άγιος μάρτυς Ιουστίνος ο Φιλόσοφος χαρακτηρίζει ‘‘τόπῳ τε ἀχώρητος, καὶ τῷ κόσμῳ ὅλῳ’’»[1].

Καταρχάς, επεδή ο συντάκτης του άρθρου αναφέρει και τον άγιο Ιουστίνο, διαπιστώνουμε ότι ο Φιλόσοφος και Μάρτυς αποκαλεί στα έργα του την Παναγία ως «Παρθένον» 25 φορές και ως «Όρος» μία φορά[2].  Διαβάζοντας, ακολούθως, την επισήμανση του μεγάλου σύγχρονου θεολόγου π. Αθανασίου Μυτιληναίου για το Αλατόμητο βουνό (Όρος), τονίζει ότι εκείνο συμβολίζει τη Θεοτόκο και «σημαίνει ότι αποσπάται πέτρα, χωρίς ανθρώπινο χέρι». Δηλαδή ότι ο Υιός του Θεού, θα γίνονταν άνθρωπος, χωρίς την επέμβαση ανδρός, που σημαίνει «εκ Παρθένου»[3]. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι, ο άγιος Ιουστίνος αναφερόμενος στην Παναγία ομιλεί μόνο για το μυστήριο της Παρθενίας.

Αλλά και στα έργα του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας  -με «τη θεολογική σκέψη» του οποίου ο Φίλιος δηλώνει «αθεράπευτα ερωτευμένος»- η Παναγία αναφέρεται ως «Παρθένος» 207 φορές και ως «Θεοτόκος» 77[4].  Αυτό σημαίνει ότι ο άγιος Κύριλλος όχι μόνο δεν διαχωρίζει το μυστήριο της Αειπαρθενίας από το μυστήριο της Θεοτοκίας, αλλά αντίθετα τονίζει το πρώτο φανερώνοντας με αυτό τον τρόπο ότι  είναι ένα και το αυτό με το δεύτερο. Για αυτό αναφωνεί: «ὑμνοῦντας τὴν ἁειπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν»[5]. Και σημειώνει: «ἰδοὺ δὴ πάντες οἱ πανάριστοί τε καὶ σοφοὶ κατὰ καιροὺς ἡμῶν γεγονότες Πατέρες, καὶ Θεοτόκον  ὀνομάζουσι τὴν ἁγίαν Παρθένον»[6]. Συνεπώς, στην Εκκλησία το μυστήριο της Θεοτοκίας είναι αναπόσπαστο από το μυστήριο της Παρθενίας. Για αυτό και στους λόγους των Πατέρων, όπου Θεοτοκία εκεί και Παρθενία-Αειπαρθενία[7].

Επιπροσθέτως υπενθυμίζουμε ότι, μεταξύ των άλλων, ο Φίλιος πσραθεωρεί και τον γνωστό λόγο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού. Εκείνον που λέγει για την Παναγία: «τὸ τῆς παρθενίας κειμήλιον [...] τὴν πρὸ τόκου παρθένον, καὶ ἐν τῷ τίκτειν παρθένον, καὶ μετὰ τόκον παρθένον, τὴν μόνην, καὶ νῷ, καὶ ψυχῇ, καὶ σώματι ἀειπαρθενεύουσαν»[8]. Το ίδιο λάθος πράττει, ο συντάκτης του άρθρου, και για τον λόγο του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, που αποκαλεί την Παναγία ως αγία Θεοτόκο και Αειπάρθενο[9]. 

Ακολούθως, αν μελετήσουμε το «Ἐγκώμιον εἰς τὸ Γενέθλιον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου», που συνέγραψε ο ποιητής του Μεγάλου Κανόνα, άγιος Ανδρέας Κρήτης, βλέπουμε πως «ταυτίζει την παρθενία με τη διπλή αφθαρσία της ψυχής και του σώματος»[10]. «Τη θέση αυτή αναπτύσσει περισσότερο» ο Συμπολιούχος της Θεσσαλονίκης, άγιος «Γρηγόριος Παλαμάς ο οποίος υποστηρίζει ότι, όπως δηλώνει και το όνομά της, η Παναγία ήταν Παρθένος και στο σώμα και στην ψυχή. Συνέπεια της παρθενίας ήταν ο εμπλουτισμός των δυνάμεων της ψυχής και των αισθήσεων του σώματός της και η παράλληλη αποχή από κάθε μολυσμό». «Όλα αυτά συνοψίζονται στην ακόλουθη περιεκτική θεολογική διατύπωση: ’’πᾶσαν εἶχεν τὴν τῆς ἁγνείας παντελῆ παγκτησίαν’’»[11]. «Είναι φανερό», λοιπόν, «ότι στο παραπάνω χωρίο επιτείνεται και θεμελιώνεται θεολογικά και ηθικά η μεγάλη σημασία της καθολικότητας της παρθενίας, με την επανάληψη στην ίδια φράση του ομόηχου ‘‘παν’’: «πᾶσαν, παντελῆ, παγκτησίαν»[12].

Άλλωστε, όπως τονίζει ο Επίσκοπος Αχελώου, Ευθύμιος, στο βιβλίο που συνέγραψε για την Παναγία, η «Παρθενία [...] είναι μία ολοκληρωμένη ψυχοσωματική κατάστασις της ανθρωπίνης υπάρξεως»[13], για αυτό και παραθέτει το σχετικό Χρυσοστομικό χωρίο: «παρθενίας ὅρος τὸ καὶ σώματι καὶ πνεύματι εἶναι ἁγίαν»[14].

Ο μεγάλος Θεοτοκολόγος Πατήρ, Πρόκλος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «διάδοχος του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου»[15], «εξαίρει όχι μόνο την παρθενική σύλληψη και τη γέννηση (in patru) του Χριστού από την Παρθένο Μαρία, αλλά ειδικά τη μετά τη γέννηση του Χριστού παρθενία της (post partum), δηλ. την αειπαρθενία της, ώστε να μη μείνει καθόλου χώρος στη μόνιμη νεστοριανική άρνηση της θεολογικής αλήθειας ότι η Παρθένος γέννησε τον ίδιο τον Θεό Λόγο»[16].

Μάλιστα όταν ο Ιερός Πατήρ αποκαλεί την Παναγία ως Θεοτόκο ταυτόχρονα την αποκαλεί και ως Παρθένο[17]. Δεν διαχωρίζει, δηλαδή, το ένα και το αυτό μυστήριο, Θεομητρότητας και Αειπαρθενίας.

Θα πρέπει να τονίσουμε εδώ και την εικονογραφική αποτύπωση της Θεοτόκειας Αειπαρθενίας. Μιας και, σύμφωνα με τον Κόντογλου, τίποτα δεν αποτελεί περιττό στοιχείο στην απεικόνιση της θείας πραγματικότητας[18]. Αν, λοιπόν, η Αειπαρθενία της Θεοτόκου αποτελούσε μια δευτερεύουσα πραγματικότητα –όπως υποστηρίζει ο Φίλιος- τότε σίγουρα θα παραλείπονταν από τον ζωγράφο τα τρία αστέρια που περιβάλλουν την Παναγία, στις περισσότερες εικόνες της, -και τοποθετούνται στο δεξιό και αριστερό ώμο της καθώς και στο μέτωπό της[19]-. Ακριβώς, λοιπόν,αυτή  η τοποθέτησή τους φανερώνει το μεγαλείο του μυστηρίου της Θεοτόκειας Αειπαρθενίας (προ τόκου, κατά τον τόκο και μετά τόκον). Aποτυπώνει, δηλαδή, την πίστη της Εκκλησίας για το Πρόσωπό της[20] .

Καταλήγοντας, θα θέλαμε να τονίσουμε πως ο συντάκτης του εν λόγω άρθρου ξεκινά, αναφέροντας πως:  «Μία όμορφα καλλιτεχνημένη στάμνα σε μία άκρη της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου, αναγράφει πάνω της μία αχώρητη αλήθεια, σύμφωνα με την οποία ‘‘ο ουρανός δεν εμπόρεσε να τον χωρέσει και μια γυναίκα τον εχώρησε’’». Για να καταλήξει λέγοντας πως: «Αυτό το μυστήριο της σαρκωμένης αλήθειας» αποτελεί το θέμα της διευρεύνησής του στο συγκεκριμένο άρθρο.

Θέλουμε, λοιπόν, να απαντήσουμε σε αυτό ότι, στον Παρακλητικό Κανόνα της Παναγίας Γοργοϋπηκόοου της Μονής Δοχειαρίου η Θεοτόκος αναφέρεται ως Παρθένος και Μητροπάρθενος συνολικά 11 φορές. Γεγονός που αποτυπώνει την ενότητα του μυστηρίου Παρθενίας και Θεομητρότητας, όπως τη βιώνει η Ορθόδοξη Εκκλησία και την εκφράζει ο ποιητής του Κανόνα, άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης[21].

Ως εκ τούτου, η διαίρεση του μυστηρίου–που επιχειρείται από τον Φίλιο- στο Πρόσωπο της Παναγίας, έχει ως συνέπεια  τον πλήρη εξανθρωπισμό του Χριστού (αφού ο Χριστός, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, θα μπορούσε να γεννηθεί από οποιαδήποτε γυναίκα) και τη «διαίρεσή του από τον Θεό Λόγο». Αυτό με μια λέξη ονομάζεται Χριστομηδενισμός[22] και σημαίνει την ακύρωση της Ορθόδοξης εμπειρίας για την πραγματικότητα της σωτηρίας του ανθρώπου. Καλό θα ήταν, ως εκ των ανωτέρω, να μη χαρακτηρίζει ο Φίλιος ως αιρετικούς τους διακηρύσσοντες το Μυστήριο της Παρθενίας της Θεοτόκου, αλλά να ζητήσει να προσεγγίσει τη σημασία του για το ασκητικό πρόταγμα της ορθόδοξης θεολογίας και ζωής.

                                           Αναστάσιος Ομ. Πολυχρονιάδης

ΥΓ Θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι, το παρόν άρθρο αναρτήθηκε στον ιστοχώρο pemptousia.gr στις 14 Αυγούστου 2015 και ως συντάκτης του αναφέρεται ο Ηρακλής Αθ. Φίλιος, Βαλκανιολόγος-Θεολόγος, Κληρικός της Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων[23]. Διαβάζοντας όμως το  βιογραφικό σημείωμα του Φίλιου, όπως αυτό αναρτάται στον ιστοχώρο της Μητροπόλεως Σταγών και Μετεώρων, υπογραμμίζουμε τα ακόλουθα: «Στις 21 Οκτωβρίου 2018 χειροτονήθηκε διάκονος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σταγών & Μετεώρων κ. Θεόκλητο στον Ιερό Ναό Οσίων Μετεωριτών Καλαμπάκας και στις 3 Μαρτίου 2019 πρεσβύτερος στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Διάβας, όπου και τοποθετήθηκε εφημέριος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σταγών & Μετεώρων κ. Θεόκλητο»[24]. Το παράδοξο που προκύπτει, είναι: Πώς ο Φίλιος αναφέρεται το 2015 ως κληρικός της Μητροπόλεως Σταγών και Μετεώρων, ενώ χειροτονήθηκε διάκονός της το 2018;

Επίσης, στο τέλος του συγκεκριμένου άρθρου αναγράφεται ότι ακολουθεί και δεύτερο μέρος. Ωστόσο, τούτη η συνέχεια δεν φαίνεται να έχει αναρτηθεί. 

[ΠΗΓΗ: ΑΚΤΙΝΕΣ BLOGSPOT]


[1] Άγιος Ιουστίνος, Φιλόσοφος και Μάρτυς, Προς Τρύφωνα Ιουδαίον, Διάλογος, PG 6, 772B.
[2] Χρστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον, Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων, Θεσσαλονίκη 1998, σσ. 24-25. «Η Παρθένος Μαρία είναι το Όρος που είδε ο Δανιήλ το αλατόμητο, απ’ όπου προήλθε ο λίθος Χριστός άνευ ανθρωπίνων χειρών, αλλά εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Έτσι, το Όρος το αλάξευτο συμβολίζει ακριβώς αυτήν την ακραιφνή αγνεία της Θεοτόκου».
[3] π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, Ερμηνεία Προφητειών του Προφήτου Δανιήλ,
(https://youtu.be/Rr0PKa8INfo, 2:29:25), βλ. Δανιήλ 2,34. Πρβλ. Παρασκευή Κοσμίδου, Η Υπεραγία Θεοτόκος στα λειτουργικά βιβλία των Θεοτοκαρίων, Διπλωματική Μεταπτυχιακή Εργασία, Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2021, σ. 58,
[4] Χρστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον, Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων, σσ. 129- 141.
[5] PG 77, 996C. Πρβλ. Χρστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον, Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων, σ. 133.
[6] PG 76, 1217C. Πρβλ. Χρστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον, Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων, σ  135..
[7] Ιωάννης Κουρεμπελές, Ηδονοδοξία, Κριτική στη μεταπατερική θεώρηση της Παρθενίας της Θεοτόκου, Αλτιντζής, Θεσσαλονίκη 2019, σ. 52.
[8] PG 96, 668C⸱ πρβλ. Ευτυχίας Γιούλτση, Η Παναγία, Πρότυπο Πνευματικής Τελειώσεως, Π.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σσ. 142-143. 
[9] PG 91, 592C⸱ πρβλ. Ευτυχίας Γιούλτση, Η Παναγία, Πρότυπο Πνευματικής Τελειώσεως, σ. 142.
[10] PG 97, 817D⸱ πρβλ.. Ευτυχίας Γιούλτση, Η Παναγία, Πρότυπο Πνευματικής Τελειώσεως, σ. 142.
[11]  PG 151, 172ΑΒ⸱ πρβλ. Ευτυχίας Γιούλτση, Η Παναγία, Πρότυπο Πνευματικής Τελειώσεως, σ. 142.
[12] Ευτυχίας Γιούλτση, Η Παναγία, Πρότυπο Πνευματικής Τελειώσεως, σ. 142.
[13] Ευθύμιος Στύλιος, Επίσκοπος Αχελώου, Η Πρώτη, Θεομητορικό Ημερολόγιο, Σήμαντρο, Αθήνα 1987 (β΄έκδοση), σ. 219.
[14] PG 48, 537. Βλ. Ευθύμιος Στύλιος, Επίσκοπος Αχελώου, Η Πρώτη, Θεομητορικό Ημερολόγιο, σ. 219..
[15] Χριστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων, σ.142. Βλ. Ιωάννης.Κουρεμπελές, Η ομιλία του Πατριάρχη Πρόκλου ‘‘εις την Παναγίαν Θεοτόκον’’ και η απάντηση του Νεστορίου, Π.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 79.
[16] Ιωάννης Κουρεμπελές, Η ομιλία του Πατριάρχη Πρόκλου ‘‘εις την Παναγίαν Θεοτόκον’’ και η απάντηση του Νεστορίου, σ. 52.
[17] PG 65, 681A: «ἁγία Θεοτόκος Παρθένος Μαρία». Βλ. Χριστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων,, σσ. 142-143. Επίσης, PG 65, 712Β: «Θεοτόκον παρθένον Μαρίαν». Βλ. Χριστοφόρος Κοντάκης, Εις την Θεοτόκον Συναγωγή Πατερικών Ωδών, Προσηγοριών και Επιθέτων,, σ. 146.
[18] Φώτης Κόντογλου, «Πρέπει να εκσυγχρονιστούμε!», http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/fwths_kontogloy/kontogloy_diafora_keimena.htm, ανάκτηση 1/1/2024.
[19]  Harry Boosalis, Person to Person, The Orthodox Understanding of Human Nature, St. Tikhon’s Monastery Press, Pennsylvania USA, 2018, σ. 87.
[20] Harry Boosalis, Person to Person, The Orthodox Understanding of Human Nature, σ. 87.
[21] Θησαυρός Αγίων, Περιέχων Παρακλητικούς Κανόνας, Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 42007, σ. 23-33.
[22] Ιωάννης Κουρεμπελές, Ηδονοδοξία, Κριτική στη μεταπατερική θεώρηση της Παρθενίας της Θεοτόκου, σ. 57.