ΗΜΕΡΙΔΑ 30-06-24 ΕΣΤΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ: Ἐκκλησία καί Πολιτεία στήν ἐποχή τῆς Μεγάλης Ἐπανεκκίνησης

ΒΙΝΤΕΟ ΤΗΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30ης ΙΟΥΝΙΟΥ

   Estia Great Reset Afisa

Ἡ ἱστορική καί νομική σημασία τῆς συνταγματικῆς ἀναγνώρισης ἐπικρατούσης θρησκείας

Χαράλαμπος Ἄνδραλης, Δικηγόρος
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ 30-06-24 ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ: Ἐκκλησία καί Πολιτεία στήν ἐποχή τῆς Μεγάλης Ἐπανεκκίνησης

Ιστορική εμφάνιση του νομικού όρου «επικρατούσα θρησκεία»

Στην Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, τον Ιανουάριο του 1822, οι αντιπρόσωποι του επαναστατημένου ελληνικού Έθνους ψήφισαν το πρώτο υποτυπώδες σύνταγμα για να οργανώσουν πάνω σε αυτό το κράτος των απελευθερωμένων περιοχών.

Το σύνταγμα της Επιδαύρου, ορίζει στο πρώτο άρθρο του: «Επικρατούσα θρησκεία εις την Ελληνικήν Επικράτειαν, είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας. Ανέχεται όμως η Διοίκησις της Ελλάδος πάσαν άλλην Θρησκείαν, και αι τελεταί και ιεροπραγίαι εκάστης αυτών εκτελούνται ακωλύτως.»

Δεν αναγνωρίστηκε απλώς η ιστορική σύνδεση Ορθόδοξης Εκκλησίας και Ελληνικού Κράτους, αλλά η διάταξη παρήγε έννομα αποτελέσματα. Η ορθόδοξη πίστη ήταν αναπόσπαστο στοιχείο της εθνικής συνείδησης των επαναστατών, ο δε ελληνισμός διατηρήθηκε από την Εκκλησία στα χρόνια της οθωμανικής δυναστείας. Δεν θα μπορούσε να απουσιάζουν ειδική μέριμνα και προνόμια για την Εκκλησία στο ελληνικό Σύνταγμα.

Μαζί με την επικρατούσα θρησκεία, κατοχυρώθηκε και η ανεξιθρησκία, απόλυτα εναρμονισμένη θεολογικά και νομικά με την ορθόδοξη επικρατούσα θρησκεία. Διότι η ανεξιθρησκία είναι γέννημα θρέμμα της Ορθοδοξίας και του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Το Ευαγγέλιο δεν επιβάλλει σε κανέναν να πιστεύει στον Χριστό, για αυτό, με επικρατούσα θρησκεία την Ορθοδοξία, καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει σε όποια θρησκεία θέλει. Να σημειώσουμε ότι η ανεξιθρησκία ακόμα και σήμερα, δεν είναι αυτονόητη για το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Βλέπουμε επί παραδείγματι στην άθεη Κίνα ή τη βόρεια Κορέα να παρεμποδίζεται έως να απαγορεύεται ο χριστιανισμός. Ομοίως και στα πολυπληθή μουσουλμανικά κράτη. Στην Ελλάδα, με ρυθμιστή του νομικού πολιτισμού την ορθόδοξη πίστη, φαντάζει αδιανόητο, να μην μπορεί κάποιος να θρησκεύεται όπως επιθυμεί. Η φιλελεύθερη επικρατούσα θρησκεία επιτρέπει στους ζηλωτές της αθεΐας να ζητούν την αποκαθήλωσή της, την ίδια στιγμή που οι άθεοι ομόδοξοί τους δεν επιτρέπουν την αντίθετη θρησκευτική άποψη.

Το ελληνικό κράτος, πλέον των 200 ετών, πορεύθηκε με όλα τα μετέπειτα συντάγματα και τις αναθεωρήσεις τους, να αναγνωρίζουν την ορθοδοξία ως επικρατούσα θρησκεία και παράλληλα να κατοχυρώνουν ανεξιθρησκία.

ΠΡΟΜΕΤΩΠΙΔΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Ένα ακόμη συνταγματικό στοιχείο που ενισχύει τη σύνδεση ορθόδοξης πίστης με το ελληνικό κράτος είναι η προμετωπίδα του Συντάγματος με την επίκληση της Αγίας Τριάδος, από τα πρώτα επαναστατικά συντάγματα μέχρι και το ισχύον σύνταγμα. Δεν πρόκειται απλά για μία ιστορική ή συναισθηματική αναφορά. Είναι συνειδητή πολιτική επιλογή των χριστιανών ιδρυτών του νέου Κράτους και η διατήρησή της εκδηλώνει σταθερά την πεποίθηση του συντακτικού νομοθέτη ότι Ορθόδοξη Πίστη και Ελληνικό έθνος είναι δύο μεγέθη άρρηκτα συνδεδεμένα.

Για αυτό και όσοι μιλούν για κατάργηση των συνταγματικών διατάξεων που αναφέρονται στην ορθόδοξη πίστη, στοχεύουν όχι τόσο στο νομικό διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους, όσο στον ψυχικό διαχωρισμό της Εκκλησίας και των Ελλήνων. Οι ενώσεις που στοχεύουν  δήθεν στην εκκοσμίκευση, με τη δραστηριότητά τους κατηγορούν και πολεμούν ακατάπαυστα την Εκκλησία, χωρίς να επικεντρώνονται στην υποτιθέμενη νομική επιδίωξή τους, αλλά σαν ιεραπόστολοι της αθεΐας να κλονίσουν την πίστη έστω και ενός χριστιανού.

ΑΡΘΡΟ 3

Με το ισχύον συνταγματικό καθεστώς, το θεμέλιο της νομικής οργανώσεως των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας της Ελλάδος είναι το άρθρο 3, που αποτελεί τη φυσική συνέχεια του άρθρου 1 του Συντάγματος της Επιδαύρου. Το άρθρο 3 παρ. 1 έχει σήμερα την εξής διατύπωση: Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού  τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις.

Η ερμηνευτική επεξεργασία του άρθρου 3 από τα δικαστήρια, συνδυαστικά με το άρθρο 13 περί θρησκευτικής ελευθερίας, έχει ξεκαθαρίσει με σαφήνεια τα διακριτά όρια κάθε θεσμού.

Το άρθρο 3 δεν αποτελεί μία απλή  και άνευ εννόμων συνεπειών αναγνώριση, ότι δηλαδή στην παρούσα συγκυρία η επικρατούσα πληθυσμιακά θρησκεία στην Ελλάδα είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία. Είναι θεσμικού και κανονιστικού περιεχομένου διάταξη, η οποία παράγει έννομα αποτελέσματα. Η Νομολογία του ΣτΕ ερμηνεύει το άρθρο 3 ως έχον κανονιστική ισχύ, καθώς προτάσσει της συμμετοχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε διάφορες πτυχές του κοινωνικού βίου (ΟλΣτΕ 100/2017), χωρίς να θίγει τη θρησκευτική ελευθερία των αλλοπίστων.

Παρά ταύτα, μια ιδεοληπτική και απόλυτα κομματικοποιημένη ομάδα συνταγματολόγων, επιμένει στον χαρακτηρισμό του άρθρου 3 ως απλώς διαπιστωτικής σημασίας, με την ελπίδα η άποψή τους να υιοθετηθεί κάποτε από τη νομολογία των Δικαστηρίων και έτσι να απολέσει ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» κάθε κανονιστική ισχύ και να ερμηνευτεί ως διάταξη διαπιστωτική, δηλαδή άνευ ουσίας και εννόμων αποτελεσμάτων.

Η κανονιστική σημασία του όρου «επικρατούσα θρησκεία» προκύπτει από το νομικό status της Εκκλησίας, όπως αυτό διαμορφώθηκε από την κοινή νομοθεσία, η οποία επιφυλάσσει στην Ορθόδοξη Εκκλησία ως προς ορισμένα θέματα ειδική μεταχείριση, που δεν επεκτείνεται  αυτοδικαίως στα άλλα δόγματα ή θρησκεύματα, χωρίς αυτό να είναι αντίθετο  προς τη συνταγματική αρχή της ισότητας.

ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Η Ελλάδα αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση Κράτους ως προς τη σχέση λαϊκής κυριαρχίας και θρησκευτικότητας. Δεν είναι κράτος «λαϊκό» (εκκοσμικευμένο με την ήπια ή την ακραία μορφή), ούτε βέβαια «θεοκρατικό». Ανήκει σε μία τρίτη κατηγορία κρατών που είναι λαϊκά, με την έννοια ότι αποδέχεται την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, αλλά όχι θρησκευτικά ουδέτερο ή αθεϊστικό. Είναι κράτος ορθόδοξο χριστιανικό. Αυτό εκφράζεται με επισημότητα αφενός στην προμετωπίδα και αφετέρου στη διακήρυξη του άρθρου 3.

Η μίξη αυτή λαϊκού και θρησκευτικού στοιχείου, που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας στην Ελλάδα, δεν είναι κάτι παράδοξο. Η ιδέα του «λαϊκού» κράτους  με την έννοια της λαϊκής κυριαρχίας συνδέθηκε άλλοτε με ιδέες αντιθρησκευτικές που οδήγησαν στην απώθηση και περιθωριοποίηση της θρησκείας, και άλλοτε με ιδέες θρησκευτικές, οι οποίες οδήγησαν  στην αναγνώριση της θρησκείας ως στοιχείο  ταυτότητας ενός έθνους. 

Το πρώτο συνέβη στην Γαλλία, το δεύτερο στην Ελλάδα. Στην Γαλλία,  το «λαϊκό» κράτος  προσέλαβε αντιθρησκευτικό χαρακτήρα υπό την επίδραση των αντικληρικαλιστικών ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως ως αντίδραση στην αυταρχικότητα του Ρωμαιοκαθολικισμού . Στην Ελλάδα, η ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας προσέλαβε αντίθετα θρησκευτικό χαρακτήρα  υπό την επίδραση του απελευθερωτικού εθνικού αγώνα πιστών χριστιανών εναντίον του αλλόθρησκου Οθωμανού δυνάστη, η οποία οδήγησε τους επαναστατημένους Έλληνες να αυτοπροσδιοριστούν μέσω της θρησκείας τους. Αυτό αποτυπώνεται έκτοτε σταθερά σε όλα τα Συντάγματα στην προμετωπίδα και στην αναγνώριση της επικρατούσας θρησκείας, που συνιστούν βασικά στοιχεία του πολιτειακού μας δικαίου.

        Επομένως, το αίτημα χωρισμού Εκκλησίας και Πολιτείας είναι ξενόφερτο και προέρχεται από επιρροές του Διαφωτισμού και της ευρωπαϊκής αθεΐας, χωρίς να ανταποκρίνεται σε εσωτερική πολιτική ανάγκη.

Έννομες συνέπειες του άρθρου 3 στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Ελλάδος;

 

Κυριακάτικη Αργία και Θρησκευτικές Εορτές

Η Αργία της Κυριακής, οφείλεται αποκλειστικά στον ορισμό της συγκεκριμένης ημέρας  από την Εκκλησία, ως ημέρας εκκλησιασμού, αργίας από την εργασία και αγαθοεργιών. Στο Ισραήλ η αντίστοιχη μέρα αργίας είναι το Σάββατο, διότι εκεί η επικρατούσα θρησκεία είναι ο ιουδαϊσμός. Σε μουσουλμανικά κράτη, ημέρα αργίας είναι η Παρασκευή, διότι εκεί επικρατούσα θρησκεία είναι το Ισλάμ.

Ήδη ο θρησκευτικός αποχρωματισμός της Ελλάδας σχεδόν έχει καταργήσει την Κυριακή αργία στον ιδιωτικό τομέα.

Επιπλέον οι αργίες των μεγάλων χριστιανικών εορτών (Χριστούγεννα, Πάσχα, Κοίμηση της Θεοτόκου, Αγίου Πνεύματος, Πολιούχου Αγίου της περιοχής κ.λπ.) είναι αργίες και για το κράτος. Διότι, οι αργίες αυτές έχουν θρησκευτικά κριτήρια και έχουν θεσπιστεί για να εξυπηρετούν τους πιστούς της επικρατούσας θρησκείας (ΣτΕ 100/2017), προς διευκόλυνση της άσκησης των θρησκευτικών τους καθηκόντων.

Αγιασμός στη Βουλή των Ελλήνων, στους ΟΤΑ, στα Σχολεία, στα Δικαστήρια

Ο αγιασμός στη Βουλή είναι από τις πλέον πανηγυρικές εκδηλώσεις αναγνώρισης της Ορθοδοξίας ως Επικρατούσας Θρησκείας. Αν ήμασταν ουδετερόθρησκο κράτος, δεν θα μπορούσε να τελείται η ακολουθία του αγιασμού στην αίθουσα συνεδρίασης της νομοθετικής εξουσίας, διότι θα ετίθετο η Ορθοδοξία σε ευνοϊκότερη θέση από άλλες θρησκείες. Πάνω στο άρθρο 3 βασίζονται όλες  οι λατρευτικές τελετές της Εκκλησίας στα πλαίσια λειτουργίας των κρατικών φορέων, όπως ο εκκλησιασμός και ο αγιασμός των σχολείων, των Δικαστηρίων, των ΟΤΑ.

Εικόνες σε Δημόσιες Υπηρεσίες

Πολύ σημαντική έννομη συνέπεια του άρθρου 3, είναι η παρουσία χριστιανικών εικόνων στα Σχολεία, στα Δικαστήρια, στα Νοσοκομεία, στις Δημόσιες Υπηρεσίες

Η παρουσία των Εικόνων στο δημόσιο τομέα, αποτελεί εθνική ευγνωμοσύνη στο Χριστό και στους ευλαβείς προγόνους μας. Έχει όμως, και άλλες ευεργετικές επιδράσεις. Οι δημόσιοι λειτουργοί που έχουν φόβο Θεού, αντικρίζοντας τις εικόνες, εκτελούν υπεύθυνα την υπηρεσία τους, σκεπτόμενοι ότι όλοι, δικαστές και κρινόμενοι, άρχοντες και αρχόμενοι θα δώσουν λόγο στον μοναδικό Δίκαιο Κριτή για τον τρόπο που άσκησαν τα καθήκοντά τους, αν αδίκησαν ή ευεργέτησαν τους αδυνάτους.  Αλλά και στις δυσκολίες που τυχόν αντιμετωπίζει ο δημόσιος λειτουργός, αντικρίζοντας την εικόνα του Χριστού παίρνει δύναμη να τις αντιμετωπίσει, διότι τίποτα δεν είναι αδύνατο για το Χριστό.

Εδώ και δεκαετίες ζούμε μία νέου είδους εικονομαχία, όπου συγκεκριμένες ομάδες επιζητούν πάση θυσία την αποκαθήλωση των ιερών εικόνων.

Η συνήθεια της ανάρτησης ιερών εικόνων ή συμβόλων σε δημόσιες υπηρεσίες, δεν αποτελεί έθος μόνο της Ελλάδας, αλλά και άλλων Ευρωπαϊκών Κρατών, όπως η Γερμανία, η Ιταλία κ.α.. Έχει δε κριθεί από το Τμήμα Ευρείας σύνθεσης του ΕΔΔΑ,  με την Απόφαση Lautsi κατά Ιταλίας, ως εναρμονισμένη με την ΕΣΔΑ καθώς δεν προσβάλλει τη θρησκευτική ελευθερία των αλλοθρήσκων. Όμως, η νόμιμη ανάρτηση των ιερών συμβόλων, προϋποθέτει τη θετική διάθεση του εκάστοτε Κράτους. Η Ελλάδα που αναγνωρίζει επικρατούσα θρησκεία, μπορεί να αναρτά εικόνες σε δημόσιες υπηρεσίες

Σημειωτέον ότι κατά την ακροαματική διαδικασία στην Ολομέλεια του ΣτΕ στην υπόθεση για το μάθημα των θρησκευτικών, ζητήθηκε ως προδικαστικό αίτημα από την ένωση αθέων η αποκαθήλωση της Εικόνας του Χριστού από την αίθουσα της Ολομέλειας, αίτημα το οποίο απερρίφθη με σκεπτικό βασισμένο στο άρθρο 3 του Συντάγματος.

 

Μάθημα των Θρησκευτικών

Μία από τις σημαντικότερες πτυχές του άρθρου 3 στο δημόσιο βίο της Ελλάδος, σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 2, είναι ο ορθόδοξος χαρακτήρας του μαθήματος των θρησκευτικών. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΣτΕ, το μάθημα των θρησκευτικών οφείλει να αναπτύσσει την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση των μαθητών, και για αυτό οφείλει να είναι Ορθόδοξο ομολογιακό. Οι αποφάσεις 660/2018, 926/2018, 1749/2019 και 1750/2019 της Ολομελείας του ΣτΕ, κάνουν ειδική μνεία στο άρθρο 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος, ερμηνεύοντας την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης του άρθρου 16, ως ανάπτυξη της χριστιανικής ορθόδοξης συνείδησης.

Το πολύπαθο μάθημα των θρησκευτικών, θα υποστεί το έσχατο πλήγμα αν τροποποιηθεί το άρθρο 3 ή το άρθρο 16 παρ. 2 , τα οποία είναι οι δύο πυλώνες που κρατούν τον ορθόδοξο ομολογιακό χαρακτήρα του.

Ιεροί Ναοί σε Δημόσια Νοσοκομεία

 

Στα Δημόσια Νοσοκομεία της χώρας, λειτουργούν Ιεροί Ναοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας, με εφημερίους που τελούν τις Ιερές Ακολουθίες, εξομολογούν, παρηγορούν και μεταλαμβάνουν τους ασθενείς. Η λειτουργία αυτών των ναών, βασίζεται στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών ανήκουν στο ορθόδοξο δόγμα. Ουδείς σήμερα μπορεί να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της λειτουργίας των νοσοκομειακών ναών της επικρατούσας θρησκείας. Όμως, σε ενδεχόμενη συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 3 θα δοθεί η δυνατότητα στο νομοθέτη να ρυθμίσει κανονιστικά την κατάργηση της λειτουργίας τους.

Τυχόν κατάργησή τους, θα έχει δυσμενείς συνέπειες σε πρακτικό επίπεδο για τους ασθενείς, οι οποίοι στις δύσκολες στιγμές τους, καταφεύγουν στην πίστη για να ξεπεράσουν τους φόβους και να απαλύνουν τον πόνο τους. Η παρουσία του ναού στο πεδίο της μάχης με τον πόνο και το θάνατο, τους θυμίζει ότι δεν τελειώνουν όλα εδώ. Οι νοσοκομειακοί ιατροί μπορούν να επιβεβαιώσουν την ευεργετική επίδραση των Μυστηρίων στους ασθενείς, ακόμα και εκείνοι που δεν πιστεύουν, δεν μπορούν να αρνηθούν τη θετική επίδραση της πίστης του ασθενούς σε ψυχολογικό επίπεδο και κατ’ επέκταση και στο σωματικό.

Μεγάλες μορφές της Ορθοδοξίας, όπως ο Άγιος Άνθιμος της Χίου, ο Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, ο Άγιος Ευμένιος Σαριδάκης, υπηρέτησαν σε νοσοκομειακούς ναούς προσφέροντας ανεκτίμητες υπηρεσίες στον πάσχοντα άνθρωπο. Όλοι αυτοί δεν θα επιτρεπόταν να βρίσκονται στα νοσοκομεία αν η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είχε το προνόμιο της επικρατούσας θρησκείας και θα τους στερούνταν οι χιλιάδες ασθενείς που ευεργετήθηκαν από την αγάπη τους.

                                                             

Ένοπλες Δυνάμεις και Σώματα Ασφαλείας

Το Θρησκευτικό Σώμα στο Στρατό, στην Αστυνομία και τα λοιπά Σώματα Ασφαλείας, αποτελείται αποκλειστικά από κληρικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Χωρίς επικρατούσα θρησκεία δεν μπορεί να συντηρούνται θρησκευτικές υπηρεσίες μίας συγκεκριμένης θρησκείας, έστω και αν σε αυτή ανήκει η συντριπτική πλειοψηφία των υπηρετούντων. Παράλληλα, δεν μπορεί να αναγνωρίζονται προστάτες Άγιοι στις Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας. Μπορεί σε κάποιους να φαίνεται η παρουσία θρησκευτικού σώματος ως κάτι όχι απόλυτα απαραίτητο. Όμως δεν είναι έτσι τα πραγματα.

Το θρησκευτικό σώμα στο μακεδονικό αγώνα, στους βαλκανικούς πολέμους και στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην αγωνιστικότητα των Ελλήνων στρατιωτών. Οι στρατιώτες στην Πίνδο έβλεπαν τον πόλεμο ως ιερό, διότι θεώρησαν τον τορπιλισμό της Έλλης στο λιμάνι της Τήνου ανήμερα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ως προσβολή προς την Παναγία. Και μπόρεσαν και έκαναν ένα στρατιωτικό θαύμα που προκάλεσε το θαυμασμό όλου του κόσμου χάρη στην πίστη τους, αλλά και σε φανερές επεμβάσεις της Παναγίας.

Αλλά και σήμερα, τυχούσα ατάργηση της επίσημης εκκλησιαστικής παρουσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας, θα είχε δυσμενείς συνέπειες στο πατριωτικό αίσθημα και στο ηθικό των υπηρετούντων, καθώς ανέκαθεν η Ορθόδοξη Πίστη αποτελούσε τον ύψιστο παράγοντα ανόρθωσης του ηθικού των Ελλήνων στρατιωτών και σημείο ομοψυχίας τους. Η δε πίστη στη μεταθανάτια απόδοση των καλών και κακών πράξεων από τον Δίκαιο Κριτή, οδηγεί σε σπουδαία ανδραγαθήματα κατά του αδίκου και προς υπεράσπιση των αδυνάτων, ενώ ισχυροποιεί τον πιστό απέναντι σε απειλές και φοβίες

Το καινοτόμο Σύνταγμα

 

Στις 5 Ιουνίου 2016 με την εφημερίδα «Καθημερινή» προσφέρθηκε δωρεάν ένα ένθετο βιβλίο με τίτλο «Ένα καινοτόμο Σύνταγμα για την Ελλάδα» χορηγίας του Global Citizen Foundation, όπως αναφέρει στην πρώτη σελίδα του. Στην εισαγωγή του βιβλίου, σημειώνεται ότι με πρωτοβουλία του Στέφανου Μάνου συγκροτήθηκε μία ομάδα εργασίας, αποτελούμενη από τους Νίκο Αλιβιζάτο (συνταγματολόγο), Παναγή Βουρλούμη (τραπεζικό), Γιώργο Γεραπετρίτη (συνταγματολόγο), Γιάννη Κτιστάκι (συνταγματολόγο), Στέφανο Μάνο (πολιτικό) και Φίλιππο Σπυρόπουλο (συνταγματολόγο), με σκοπό να συντάξει σχέδιο νέου συντάγματος.

Στο «Καινοτόμο Σύνταγμα» αφαιρείται το προοίμιο «Εις το Όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος». Αφαιρείται η διάταξη περί επικρατούσας θρησκείας με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κατάργηση των θρησκευτικών αργιών, των εικόνων σε δημόσια κτίρια, του ορθόδοξου προσανατολισμού του μαθήματος των θρησκευτικών, του εκκλησιασμού και του αγιασμού στα σχολεία και στις δημόσιες υπηρεσίες, των Ορθοδόξων Ναών σε Νοσοκομεία και Στρατόπεδα και γενικότερα κάθε κρατική έκφραση της Ορθόδοξης Πίστης στο ουδετερόθρησκο πλέον κράτος. Αφαιρείται, επίσης, η κρατική υποχρέωση ανάπτυξης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών.

Αν συνυπολογίσουμε και το ότι εκ των συγγραφέων του καινοτόμου συντάγματος, ο κ. Γεραπετρίτης είναι πρωτοκλασσάτο μέλος της κυβέρνησης, ενώ παράλληλα ο Φίλιππος Σπυρόπουλος έχει οριστεί από την κυβέρνηση επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας για τη συνταγματική αναθεώρηση, εκτιμώ ότι το άρθρο 3 θα μπει στο στόχαστρο της επόμενης αναθεωρητικής βουλής, εκτός αν υπάρξουν δυναμικές αντιδράσεις από το λαό και την Εκκλησία.

Συμπερασματικά

Το άρθρο 3 του Συντάγματος αποτελεί την ιερή παρακαταθήκη των προγόνων μας και αποτελεί το νομικό ανάχωμα στην αποχριστιανοποίηση της χώρας μας. Ότι έχει κρατηθεί ζωντανό από την πίστη στη δημόσια σφαίρα, κρατήθηκε γιατί υπάρχει ακόμα το άρθρο 3,  δυνάμει του οποίου κατοχυρώνεται όλη η κοινωνική παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο δημόσιο τομέα, ως ένα μικρό, αλλά πρακτικό και δίκαιο προνόμιο, σε σχέση με τα μειονοτικά θρησκεύματα.

Τυχούσα κατάργηση ή τροποποίηση του άρθρου 3, θα παρέχει στο Νομοθέτη τη δυνατότητα να  νομοθετήσει τον αποκλεισμό της παρουσίας της Εκκλησίας από κάθε πτυχή του κρατικού βίου και στο Δικαστή να αποφασίσει για αυτόν τον αποκλεισμό, αν δεν το πράξει ο νομοθέτης. Ακόμα και αν οι εκάστοτε κυβερνήσεις δεν θα έχουν σκοπό να καταργήσουν τα προνόμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι χιλιάδες θρησκευτικές ομάδες που δρουν στη χώρα μας, αν δεν υπάρχει το άρθρο 3, θα μπορούν να διεκδικήσουν τόσο σε κοινωνικό-πολιτικό, όσο και σε δικαστικό επίπεδο, είτε τον αποκλεισμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας από τον κοινωνικό βίο, είτε τη δική τους παρουσία επί ίσοις όροις με την ιστορικά επικρατούσα θρησκεία.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγνωμοσύνη από την περιθωριοποίηση της Εκκλησίας από το κράτος που η ίδια γέννησε, η οποία περιθωριοποίηση όσο κλιμακώνεται, επιφέρει τη δίκαιη ανταπόδοση στο αγνώμον έθνος. Ήδη με τις επιθέσεις που γίνονται εις βάρος της Εκκλησίας και τη θεσμοθέτηση αντιευαγγελικών νόμων, υφιστάμεθα τις ανάλογες συνέπειες. Διότι αυτός που δεν τιμά τους γονείς του, δεν μπορεί να κάνει προκοπή, αλλά είναι άξιος καταφρόνησης. Έτσι και το ελληνικός κράτος που περιφρονεί τη μητέρα του γένους Εκκλησία, παραπαίει ζητώντας το έλεος από τις κακές μητριές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η νεοευρωπαϊκή ηθική και ο νομικός πολιτισμός που χτίζει, οδηγούν τους λαούς της Ευρώπης στην αυτοκαταστροφή. Αν οι υλιστές ή αιρετικοί Ευρωπαίοι έχουν το ελαφρυντικό ότι γεννήθηκαν στην άγνοια και δεν γνώρισαν την αλήθεια, τι θα απολογηθούμε εμείς που γεννηθήκαμε σε μία χώρα ορθόδοξη με πλήθος αγίων και πετάξαμε το θησαυρό της, εξαιτίας του κόμπλεξ κατωτερότητας που μας διακατέχει απέναντι στους δυτικούς λαούς;

Ας σταματήσουν επιτέλους οι συνταγματολόγοι και οι πολιτικοί ακόλουθοί τους να κοιτάζουν αφ’ υψηλού την Εκκλησία σαν να είναι κάτι ξεπερασμένο. Ξεπερασμένη και απολύτως αποτυχημένη είναι η κρατική αθεΐα η οποία συγκρούστηκε με την Ορθοδοξία τον προηγούμενο αιώνα σε όλα τα ορθόδοξα κράτη πλην της Ελλάδος, εισπράττοντας μία μεγαλοπρεπή ήττα, που θα πρέπει να συγκρατεί την αλαζονεία κάθε επίδοξου διώκτη της Εκκλησίας.

Υποκατηγορίες