Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Τῆς θεολογίας ὁ ποιητής,
τῆς Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ,
τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ ὁ ὑπερασπιστής.
Παναγιώτη Τσαγκάρη
Καθηγητὴ Θεολόγου, Ὑπ. Δρ. Θεολογίας,
Γενικοῦ Γραμματέα τῆς Πανελλήνιας Ἕνωσης Θεολόγων
Ὁμιλία πού ἐκφωνήθηκε σέ ἐκδήλωση πού ὀργάνωσε στίς 24 Ἰανουαρίου 2021, στό Μαρούσι Ἀθηνῶν ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν γιά τόν ἑορτασμό τῶν δέκα χρόνων παρουσίας της (2011-2021), στά ἐκκλησιαστικά, θεολογικά, κοινωνικά, πνευματικά καί ἐθνικά δρώμενα τῆς χώρας μας.
Ἀγαπητέ καί σεβαστέ μας πατέρα Σαράντη,
Σεβαστοί Πατέρες,
Ἀγαπητοί ἀδελφοί χριστιανοί,
Ἀγαπητοί φίλοι καί φίλες,
Τό θέμα τῆς ὁμιλίας μου εἶναι : Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος : Τῆς θεολογίας ὁ ποιητής, τῆς Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ ὁ ὑπερασπιστής.
«Ἀπορεῖ πᾶσα γλῶσσα, εὐφημεῖν πρὸς ἀξίαν, ἰλιγγιᾷ δὲ νοῦς καὶ ὑπερκόσμιος»[1], (Ἀδυνατεῖ δηλαδή, κάθε γλῶσσα ἀνθρώπων καί Ἀγγέλων καί πιάνει ἴλιγγο, ζάλη, κάθε ἀνθρώπινο καί ἀγγελικό νοῦ), ὅταν πρόκειται νά ἐγκωμιάσει ὅπως ἀξίζει, τό ἀνυπέρβλητο πνευματικό ἔργο καί τήν θεσπέσια προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Αὐτό θά λέγαμε χωρίς ὑπερβολή, γιά τόν μεγάλο Θεολόγο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Ναζιανζηνό, δανειζόμενοι τά λόγια τοῦ εἱρμοῦ τῆς Θ΄ Ὠδῆς τοῦ α΄ Κανόνος τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, τά ὁποῖα εἶναι ἀφιερωμένα πρός τιμήν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Τό ἴδιο, φυσικά, μπορεῖ νά λεχθεῖ καί γιά τό πνευματικό ἔργο καί τίς προσωπικότητες καί τῶν ἄλλων δυό τῆς τριάδος τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν, τοῦ Βασιλείου τοῦ Μεγάλου καί τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Ὅμως, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο τόν κάνει ξεχωριστό καί ἰδιαίτερα ἀγαπητό στόν ὀρθόδοξο λαό, ἡ ταπεινή καί ποιητική του φύση.
Ὁ θεηγόρος Γρηγόριος ποιεῖ ὀρθόδοξη θεολογία καί θεολογεῖ ὀρθοδόξως ποιητικά. Συντάσσει κατά τόν Σουΐδα, περισσότερους ἀπό 30.000 στίχους[2] ἀπό τούς ὁποίους σήμερα σώζονται μόνον 407 ποιήματα μέ περίπου 20.000 στίχους. Ἀπό αὐτά, 37 εἶναι δογματικά, 40 ἠθικά, 107 ἱστορικά, 129 ἐπιτάφια καί 94 ἐπιγράμματα.[3]
Γράφει σέ ἕναν ὕμνο τοῦ πρός τόν Θεό:
«Σὲ τὸν ἄφθιτον μονάρχην … |
Δηλαδή…, |
Καί πραγματικά, σ΄ ὅλη του τή ζωή ὁ Γρηγόριος, τόν Χριστό δοξάζει λόγῳ καί ἔργῳ. Τόν περίφημο Λόγο του εἰς τά Θεοφάνεια, δηλαδή τή Γέννηση τοῦ Σωτῆρος, ἀρχίζει λέγοντας:
«Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε• Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε• Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε. Ἄσατε τῷ Κυρίῳ, πᾶσα ἡ γῆ»[6].
Δηλαδή: «Ὁ Χριστός γεννιέται. Δοξάστε τον. Ὁ Χριστός κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ. Προϋπαντῆστε τον. Ὁ Χριστός πάνω στή γῆ μας! Ἀνεβεῖτε ψηλότερα ἀπό τίς μικρότητες καί τά μίση τῆς γῆς. Ἀνυμνῆστε τόν Κύριο ὅλη ἡ γῆ.»[7] Ὁ θεολογικώτατος αὐτός λόγος ἐνέπνευσε τόν Κοσμᾶ τόν Μελωδό προκειμένου νά συνθέσει τόν Κανόνα τῶν Χριστουγέννων, πού ἀρχίζει μέ τά ἴδια ἀκριβῶς λόγια τοῦ ἱεροῦ Γρηγορίου πού μόλις προαναφέραμε.
Στόν θεολογικό του Λόγο «περί Υἱοῦ», ὁ Γρηγόριος θά συνεχίσει, λέγοντας γιά τό Θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ:
«Ἐγεννήθη μέν, ἀλλὰ καὶ ἐγεγέννητο· ἐκ γυναικὸς μέν, ἀλλὰ καὶ παρθένου. τοῦτο ἀνθρώπινον, ἐκεῖνο θεῖον. ἀπάτωρ ἐντεῦθεν, ἀλλὰ καὶ ἀμήτωρ ἐκεῖθεν. ὅλον τοῦτο θεότητος… ἐν φάτνῃ μὲν ἀνεκλίθη, ἀλλ᾿ ὑπ᾿ ἀγγέλων ἐδοξάσθη, καὶ ὑπ᾿ ἀστέρος ἐμηνύθη, καὶ ὑπὸ μάγων προσεκυνήθη… Ἐβαπτίσθη μὲν ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἁμαρτίας ἔλυσεν ὡς θεός· οὐ καθαρσίων αὐτὸς δεόμενος, ἀλλ᾿ ἵνα ἁγιάσῃ τὰ ὕδατα... ἐπείνησεν, ἀλλ᾿ ἔθρεψε χιλιάδας, ἀλλ᾿ ἄρτος ἐστὶ ζωτικὸς καὶ οὐράνιος. ἐδίψησεν, ἀλλ᾿ ἐβόησεν· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με, καὶ πινέτω… ἐκοπίασεν, ἀλλὰ τῶν κοπιώντων καὶ πεφορτισμένων ἐστὶν ἀνάπαυσις.. πωλεῖται, τριάκοντα γὰρ ἀργυρίων, ἀλλ᾿ ἐξαγοράζει κόσμον, καὶ μεγάλης τιμῆς, τοῦ ἰδίου γὰρ αἵματος. ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἄγεται, ἀλλὰ ποιμαίνει τὸν Ἰσραήλ, νῦν δὲ καὶ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην... ἀποθνήσκει, ζωοποιεῖ δέ, καὶ καταλύει τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον. θάπτεται, ἀλλ᾿ ἀνίσταται...»[8]
Δηλαδή: «Ὁ Κύριος γεννήθηκε, ὡς ἄνθρωπος, ἀλλά καί εἶχε γεννηθεῖ ἀχρόνως ὡς Θεός ἀπό τόν Πατέρα. Γεννήθηκε μέν ἀπό γυναίκα, ἀλλά καί παρθένο. Αὐτό εἶναι ἀνθρώπινο, ἐκεῖνο θεῖο. Χωρίς πατέρα ἐδῶ, ἀλλά καί χωρίς μητέρα ἐκεῖ. Ὅλο αὐτό εἶναι φανέρωμα τῆς θεότητός του... Πλάγιασε στήν ταπεινή φάτνη, ἀλλά δοξάσθηκε ἀπό ἀγγέλους καί ἀπό ἀστέρα μηνύθηκε καί ἀπό Μάγους προσκυνήθηκε... Βαπτίσθηκε μέν σάν ἄνθρωπος, ἀλλά συγχώρησε τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων σάν Θεός. Ὄχι γιατί εἶχε ἀνάγκη αὐτός ἀπό καθαρισμό, ἀλλά γιά νά ἁγιάσει τά ὕδατα... Πείνασε, ἀλλά ἔθρεψε χιλιάδες, ὡς ἄρτος ζωοδότης καί οὐράνιος πού εἶναι. Δίψασε, ἀλλά καί βροντοφώνησε: ὅποιος διψᾶ, ἄς ἔρθει σέ μένα νά χορτάσει τή δίψα του μέ ζωογόνο νερό. Κοπίασε ὁ ἴδιος, ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί ἀνάπαυση τῶν ἀποκαμωμένων καί φορτωμένων ἀπό τό βαρύτατο φορτίο τῆς ἐνοχῆς τῶν ἁμαρτιῶν τους. Πωλεῖται τριάντα ἀργύρια, ἀλλά ἐξαγοράζει τόν κόσμο μέ τήν μεγαλύτερη τιμή, δηλαδή, μέ τό ἴδιο του τό αἷμα. Σάν πρόβατο ὁδηγεῖται στόν θάνατο, ἀλλά ποιμαίνει τόν Ἰσραήλ καί τώρα ὅλη τήν οἰκουμένη... Πεθαίνει, ἀλλά, μέ τόν θάνατό του, ζωοποιεῖ καί καταργεῖ τόν θάνατο. Θάπτεται ὡς νεκρός, ἀλλά ἀνασταίνεται ἀθάνατος...».[9]
Τήν Ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου θά μεγαλύνει ἐπίσης, μέ τόν λόγο του στό Πάσχα:
«Ἀναστάσεως ἡμέρα, καὶ ἡ ἀρχὴ δεξιά, καὶ λαμπρυνθῶμεν τῇ πανηγύρει, καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα· εἴπωμεν, ἀδελφοὶ, καὶ τοῖς μισοῦσιν ἡμᾶς, μὴ ὅτι τοῖς δι᾿ ἀγάπην τι πεποιηκόσιν, ἢ πεπονθόσι· συγχωρήσωμεν πάντα τῇ ἀναστάσει·… Χθὲς συνεσταυρούμην Χριστῷ, σήμερον συνδοξάζομαι· χθὲς συνενεκρούμην, συζωοποιοῦμαι σήμερον· χθὲς συνεθαπτόμην, σήμερον συνεγείρομαι. Ἀλλὰ καρποφορήσωμεν τῷ ὑπὲρ ἡμῶν παθόντι καὶ ἀναστάντι.»[10]
Δηλαδή: «Ἀναστάσεως ἠμέρα καί ἡ χαρά ὁλοφάνερη. Ἄς καταυγασθοῦμε ἀπό τό οὐράνιο φῶς πού ἀκτινοβολεῖ ἡ εὐφρόσυνη γιορτή τῆς Ἀναστάσεως κι ἄς ἐναγκαλισθοῦμε ἀγαπημένοι μεταξύ μας... Χθές σταυρωνόμουν μαζί μέ τόν Χριστό, σήμερα δοξάζομαι μαζί του. Χθές ἔμπαινα μαζί του στόν τάφο, σήμερα ἀνασταίνομαι μαζί του. Ἀλλ’ ἄς καρποφορήσουμε γιά Ἐκεῖνον, πού ἔπαθε καί ἀναστήθηκε γιά μας.»[11]
Εἶναι αὐτά ἀκριβῶς τά λόγια πού ἐνέπνευσαν τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό νά γράψει τό πρῶτο τροπάριο στόν Κανόνα τῆς Ἀναστάσεως: «Ἀναστάσεως ἠμέρα, λαμπρυνθῶμεν, λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα» καθώς ἐπίσης καί τό τροπάριο τῆς γ΄ ὠδῆς τοῦ Κανόνα πού λέει:
«Χθές συνεθαπτόμην σοι, Χριστέ, συνεγείρομαι σήμερον ἀναστάντι σοι».
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας τῆς συγγραφῆς τῶν «Θεολογικῶν του Λόγων», εἶναι ἕνας ἀπό τούς τρεῖς ἅγιους ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες πού ἔλαβε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τόν τίτλο «Θεολόγος» -οἱ ἄλλοι δυό εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ Εὐαγγελιστής καί ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος- ὑμνεῖ ἀπαύστως τόν Τριαδικό Θεό, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Στόν πέμπτο θεολογικό του Λόγο γράφει: Οἱ πιστοί «προσκυνεῖν Πατέρα, καὶ Υἱόν, καὶ Πνεῦμα Ἅγιον, τὴν μίαν θεότητά τε καὶ δύναμιν…»[12]. Ἀναδεικνύεται, ἔτσι, ὡς ὁ κατ΄ ἐξοχήν τριαδικός Θεολόγος, καθώς, ὅπως χαρακτηριστικά θά πεῖ: «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον˙ καί, οἷον τε τοῦτο εἰπεῖν, μηδὲν ἄλλον ἢ τοῦτο πρακτέον»[13].
Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, υἱοθετώντας ἀπόλυτα τήν τριαδολογική βάση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, προχώρησε τή θεολογική του σκέψη ἀκόμη περισσότερο, «ἐξηγώντας καί διασαφηνίζοντας, σχεδόν ὁριστικά, τή διάκριση ἰδιότητας καί φύσεως τῶν θείων προσώπων, γιά νά φτάσει στήν ὁμοουσιότητα τοῦ Πατέρα, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Πνεύματος… Ἔτσι, κάνοντας τολμηρά βήματα, ἔφτασε νά ἐκφράσει πρῶτος, μεταξύ τῶν Θεολόγων τῆς Ἐκκλησίας, ἤδη πρίν τό 372, τήν ἀλήθεια ὅτι τό Πνεῦμα εἶναι Θεός, ὅπως, ἀκριβῶς, ὁ Πατέρας καί ὁ Υἱός…[14] Καί τό 379/80, μέ τόν πέμπτο θεολογικό του Λόγο, πάλι, ἀποβαίνει ὁ κορυφαῖος Πνευματολόγος τῆς Ἐκκλησίας»[15] διακηρύσσοντας: «Τί οὖν; Θεὸς τὸ Πνεῦμα; πάνυ γε. τί οὖν, ὁμοούσιον; εἴπερ Θεός»[16] καί «...σέβειν Θεὸν τὸν Πατέρα, Θεὸν τὸν Υἱόν, Θεὸν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τρεῖς ἰδιότητας, θεότητα μίαν, δόξῃ, καὶ τιμῇ, καὶ οὐσίᾳ, καὶ βασιλείᾳ μὴ μεριζομένην» [17].
Ὁ μέγας της Ἐκκλησίας Θεολόγος Γρηγόριος δέν θεολογεῖ ἀναίτια, ἀλλά θεολογεῖ, διότι αὐτό ἐπιβάλλει τό ποιμαντικό του καθῆκον, τῆς καταπολέμησης τῶν Ἀντιτριαδικῶν καί Χριστολογικῶν αἱρέσεων, πού ταλάνιζαν τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξαιτίας αὐτῶν τῶν προβλημάτων, μάλιστα, θά ἀναγκασθεῖ, παρά τή θέλησή του, νά ἀναλάβει Ἐπισκοπικό ἔργο ἀλλά καί νά μετακινηθεῖ στήν Κωνσταντινούπολη ἡ ὁποία χειμαζόταν ἀπό τήν ἀρειανική λαίλαπα, γιά νά ἀνορθώσει ἐκεῖ, τήν καθημαγμένη Ὀρθοδοξία.
«Στήν πρωτεύουσα δέν ὑπῆρχε οὔτ’ ἕνα παρεκκλήσι ὀρθόδοξο. Οἱ ἀρειανοί πῆραν, μέ τή βία καί μέ τήν κάλυψη τῆς αὐλῆς τοῦ αὐτοκράτορα, ὅλους τούς ναούς. Οἱ ὀρθόδοξοι διαλύθηκαν. Ἄλλοι διώχτηκαν καί ἄλλοι ὑποχώρησαν καί σιώπησαν γιά νά σώσουν τή ζωή καί τά ὑπάρχοντά τους.
Ἐλάχιστοι ὑπῆρξαν πού ἄντεξαν, ἐνῶ δέν εἶχαν ἐπίσκοπο οὔτε πνευματικούς ὁδηγούς. Κυνηγημένοι ἀπό παντοῦ, δέν τούς ἄφησαν οὔτε παρεκκλήσι. Οἱ ἐλάχιστοι συνειδητοί Ὀρθόδοξοι συναντιοῦνταν κρυφά, ἔξω ἀπό τήν πόλη, καί τελοῦσαν μέσα σέ καλύβες καί σπηλιές τή Λειτουργία καί τά Μυστήρια. Ἀνυπόφορη κατάσταση. Οὔτε στήν ἐποχή τῶν μεγάλων διωγμῶν τοῦ δεύτερου καί τοῦ τρίτου αἰώνα ἦταν ἔτσι. Οἱ κακόδοξοι χριστιανοί διῶκτες, ὑπῆρξαν πιό σκληροί κι ἀπό τούς εἰδωλολάτρες διῶκτες!»[18]
Μήπως ὅμως, ἡ περιγραφή αὐτή, τῶν τότε συμβάντων, δέν μᾶς θυμίζει καί παρόμοια σημερινά γεγονότα καί δοκιμασίες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ; Μήπως δηλαδή καί σήμερα σάν νά εἶναι τά λυσσασμένα μαντρόσκυλα τοῦ συστήματος τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων, κάποιοι, πιθανόν ἄθεοι πολιτικοί ἤ ἐξωνημένοι δημοσιογράφοι ἤ ἐμπαθεῖς ἐπιστήμονες ἤ διάφοροι ἄλλοι, δέν ἀλυχτᾶνε καί δέν ὁρμᾶνε, ἀφηνιασμένα, ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, τῆς χριστιανικῆς πίστης, τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, τῶν χριστιανῶν;
Ἰδιαίτερα μάλιστα, μετά καί τήν μεγάλη καί Ἅγια ἑορτή τῶν Θεοφανείων(06/01/2021), θαρρεῖ κανείς ὅτι τόσο πολύ ὅλους αὐτούς, τούς τάραξαν α) ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου πού ἁγίασε τά ὕδατα καί β) τό ἴδιο τό ἁγίασμα, ὥστε νά ἔχουν καταληφθεῖ ἀπό τό δαιμονιῶδες πνεῦμα τῆς Χριστιανοφοβίας καί νά καταφέρονται μέ μανία, κυρίως, οἱ ἰνστρούχτορες τῆς λεγόμενης, «mainstream παραπληροφόρησης καί τρομολαγνείας»[19], ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, χρησιμοποιώντας κάθε ψέμα καί κάθε συκοφαντία γιά νά προωθήσουν τήν ἀντιχριστιανική πολιτική ἀτζέντα τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων. Οὐσιαστικά, δηλαδή, σέ κάθε εὐκαιρία καί μέ κάθε μέσο καί τρόπο γίνεται ἐμφανές -καί ὀφείλουμε πλέον, νά τό ἀντιληφθοῦμε καί νά τό συνειδητοποιήσουμε- ὅτι ζοῦμε σ΄ ἕνα ἄθεο καί ἀντίχριστο κράτος, πού τελεῖ ὑπό τίς προσταγές μίας ἄθεης καί ἀντίχριστης παγκόσμιας διακυβέρνησης τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων.
Πῶς ὅμως, ἀντιμετώπισε ὁ Γρηγόριος, τήν οἰκτρή κατάσταση στήν ὁποία βρέθηκε, ἐπί τῶν ἡμερῶν του, ἡ Ἐκκλησία; Ὁ Γρηγόριος, ὡς ἀληθινός «τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ φύλακας»[20], προστάτης καί ἡρωικός ὑπερασπιστής της, δέν ἀπελπίζεται καί δέν πτοεῖται ἀπό τίς δυσκολίες καί τά προβλήματα, οὔτε καί ἀπό τόν ἀνελέητο πόλεμο τῶν ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι ἔτριζαν τά δόντια τους καί ἕσφιγγαν τίς γροθιές τους, ὅταν ἄκουγαν τίς ὁμιλίες του καί τόν παραφύλαγαν, κρυμμένοι εἴτε στίς σκεπές τῶν σπιτιῶν εἴτε στίς γωνίες τῶν δρόμων ἀπό ὅπου θά περνοῦσε γιά νά τόν πετροβολήσουν ἤ, πάλι, μέ ἐπιθέσεις πού ὀργάνωσαν στόν Ἱερό Ναό πού λειτουργοῦσε, ὅπως συνέβη τή νύχτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου ἤ, ἐπίσης, ὅταν τόν σύρανε στά δικαστήρια ὡς φονιά ἤ ἀκόμη καί μέ τήν ἀπόπειρα δολοφονίας του πού ἐπιχείρησαν.
Ἀκλόνητος συνεχίζει τόν ἀγώνα του καί χτίζει στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ τοῦ ἄρχοντα Ἀβλαβίου τήν Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας, τήν ὁποία τήν ὀνόμασαν ἔτσι, διότι ἐκεῖ ἀναστήθηκε ἡ Ὀρθοδοξία, καθώς, μέ τούς περίφημους πέντε «θεολογικούς λόγους» του, πού ἐξεφώνησε ἐκεῖ, ὁ Γρηγόριος, κατόρθωσε, νά ἀντιστρέψει τήν ἀπελπιστική γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατάσταση καί μέσα σέ δυό μόλις χρόνια νά μεταστρέψει στήν ἀλήθεια, τόν ἀρειανόφιλο λαό τῆς Πόλης, ἀποδεικνύοντας ἔτσι, περίτρανα, ὅτι οἱ νίκες ἀπαιτοῦν ἀγῶνες, γεννοῦν συγκρούσεις, θέλουν θυσίες, ζητοῦν μαρτυρία πίστεως καί γενναία ἀποφασιστικότητα καί ἑτοιμότητα, ἀκόμη καί γιά μαρτύριο αἵματος. Ἀπαιτοῦν ἐπίσης, ὄχι μικρόψυχους, καριερίστικους, συμφεροντολογικούς συμβιβασμούς ἤ ρεαλιστικούς σχεδιασμούς καί ὀρθολογιστικούς ἀριβισμούς.
Ἄς μήν λησμονεῖται ὅτι «ὀρθολογιστική σκέψη (rationalistic) εἶναι ἐκείνη πού ἐκλαμβάνει τόν ὀρθό λόγο ὡς ἀπόλυτη ἀξία, καί τόν ἱεραρχεῖ στό ὕψιστο σημεῖο σέ σχέση μέ τήν κατανόηση τῆς ἀλήθειας. Γιά τήν ὀρθολογιστική σκέψη, ἡ ἀλήθεια δέν ἐννοεῖται ἄνευ τοῦ ὀρθοῦ λόγου»[21]. Ὅμως, πρῶτοι οἱ Χριστιανοί καί ἰδιαίτερα οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, σημειώνει ὁ μακαριστός παιδαγωγός καί φιλόσοφος Βασίλειος Ν. Τατάκης, «κατέδειξαν ὅτι ἡ πίστη δέν εἶναι κάτι τό ἄλογο, ὅτι ἀντίθετα, ὅπως εἶπαν, ὁ λόγος χωρίς πίστη εἶναι ἄλογος, αὐτοκαταστρέφεται, πέφτοντας στόν ἀπόλυτο σκεπτικισμό, ἤ στό μηδενισμό. Ὅταν ὁ λόγος δέν ἔχει πρώτη ἀφετηρία ἀλλά καί ἔσχατο λόγο τήν πίστη, μία πίστη πού νά τόν τρέφει καί νά τόν δυναμώνει, πίστη ὅλη πνεῦμα βέβαια, — καί τέτοια εἶναι ἡ Χριστιανική —, χτίζει ἀπάνω στήν ἄμμο. Μπορεῖ λοιπόν ἡ πίστη νά μήν εἶναι κάτι τό ἀντιλογικό, ἀλλά ἀντίθετα ἀποκούμπι τοῦ λόγου, νά τόν ἐμπνέει, νά τόν χειραγωγεῖ, νά τόν φωτίζει, νά προσφέρει τήν οὐσία στή λογική διαδικασία τῆς νοήσεως. ’Ἔτσι, ἡ πίστη, ἡ μεγάλη αὐτή δύναμη τῆς ψυχῆς, ὁλοκληρώνει τόν ἄνθρωπο, εἶναι τό ὑπόβαθρο σέ κάθε πνευματική του ἐνέργεια. Μέ αὐτό τό πνεῦμα, δούλεψαν ἀκατάβλητα ὅλοι σχεδόν οἱ μεγάλοι Πατέρες καί προσπάθησαν νά μετατρέψουν τήν ἀποκαλυπτική ἀλήθεια σέ ἀλήθεια πού κερδίζεται μέ τόν λόγο. Ἄν κοντά σ΄ αὐτά θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Θεός γιά τούς Χριστιανούς, εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια, ὁ κυρίως νοῦς πού φωτίζει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, βλέπομε πόσο μακριά ἀπό τήν ἀλήθεια εἶναι ἡ γνώμη ὅτι ἀντιπνευματική εἶναι ἡ στάση τῶν Χριστιανῶν.»[22]
Ὁ ἱερός Γρηγόριος αὐτό τό ἀδύναμο ἀνθρωπάκι, ὁ μικρός τό δέμας, ὁ ἰσχνός καλογερίσκος ἀλλά μέ τήν ἀκλόνητη πίστη πού εἶχε στόν Θεό, τήν τριαδολογική θεολογία του, τίς πύρινες ὁμιλίες του καί τήν ταπεινή, ἀλλά ἰσχυρή καί ἀσυμβίβαστη προσωπικότητά του, προβάλλει σθεναρή καί ἀποτελεσματική ἀντίσταση ἀπέναντι στό δαιμονιώδη αἱρετικό καί ἀθεϊστικό χάος τῆς ἐποχῆς του πού δημιουργεῖ ὁ ἐγωισμός, ἡ φιλοδοξία, ἡ φιληδονία, ἡ ἀδιαφορία, ἡ ὀλιγοπιστία καί ἡ ἀπιστία τῶν ὀρθολογιστικά σκεπτόμενων, συμβιβασμένων καί ἐκκοσμικευμένων χριστιανῶν, πού ζοῦν μέσα στό θέατρο τοῦ ψέματος καί τῆς ἀπάτης «τοῦ παρόντος αἰῶνος…, τοῦ ἀπατεῶνος»[23].
Ἀπέδειξε, ἐπίσης, αὐτό πού πολύ ἀργότερα ὁ Μακρυγιάννης θά πεῖ ἐμφαντικά στόν Γάλλο ναύαρχο Δεριγνύ ὅτι «εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσεις κι ἐμεῖς, ὅμως εἶναι δυνατός ὁ Θεός ὅπου μᾶς προστατεύει… Ὅτι ἀρχή καί τέλος, παλαιόθεν καί ὡς τώρα, ὅλα τά θεριά πολεμοῦν νά μᾶς φᾶνε καί δέν μποροῦνε. Τρῶνε ἀπό μᾶς καί μένει καί μαγιά. Καί οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νά πεθάνουν. Κι ὅταν κάνουν αὐτήνη τήν ἀπόφασιν, λίγες φορές χάνουν καί πολλές κερδαίνουν»[24]. Ἡ ἀπάντηση αὐτή τοῦ Μακρυγιάννη περικλείει μάλιστα, καί τό βαθύτερο νόημα ὅλης της ἑλληνικῆς ἀλλά καί τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας.
Ὁ Ἅγιος λοιπόν, μέ τή «σφενδόνη τῶν λόγων»[25] του, κατετρόπωσε τούς αἱρετικούς, ἀνέστησε τήν Ὀρθοδοξία, συνέδεσε τέλεια τήν κλασική ἀρχαία ἑλληνική παιδεία μέ τήν χριστιανική ἀλήθεια, ἄνοιξε νέους θεολογικούς ὁρίζοντες, δίδαξε μέ τό ρητορικό του τάλαντο, μέ τό παράδειγμα καί τή δράση του, κέρδισε ἔτσι, τήν καρδιά τοῦ λαοῦ, ἔχασε ὅμως, τήν ἐμπιστοσύνη τῶν συνεπισκόπων του. Αὐτοί, οἱ κατά κόσμον «σπουδαῖοι τῆς Ἐκκλησίας», κινούμενοι ἀπό ἄμετρη φιλοδοξία, ἀπύθμενη ζηλοφθονία καί παμμέγιστη κακία ἐναντίον τοῦ σοφοῦ καί ἀκέραιου Ἱεράρχη, προσπάθησαν μέ διαβολές, προφανῶς, βοηθώντας ἤ ἀκόμη καί ὑποκαθιστώντας τόν «ἀρχηγό τῆς ἀνταρσίας καί αὐτουργό τῆς πονηρίας»[26], τόν πονηρό καί πλάνο διάβολο στό ἔργο του, νά τοῦ στερήσουν τόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Βασιλίδας τῶν Πόλεων.
Ἡ ἡρωική πράξη τῆς παραίτησης τοῦ Γρηγορίου ἀπό τόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο βάζει τέλος στήν ἀναταραχή καί στίς ἔριδες πού δημιούργησε ἡ ἐγωιστική ἀρχομανία καί ἡ ὑπερφίαλη φιλοδοξία τῶν συνεπισκόπων του.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος παραιτεῖται, λέγοντάς τους οὐσιαστικά ὅτι ἐγώ ἦλθα καί μάλιστα, ὄχι αὐτοβούλως, ἀλλά ἐσεῖς μέ φέρατε μέ τή βία, παρά τήν θέλησή μου. Ἦλθα γιά νά προσφέρω στήν δοκιμαζόμενη Ἐκκλησία. Δέν ἦλθα, θεωρώντας τόν θρόνο ὡς λάφυρο καί τήν ἐπισκοπή ὡς κτῆμα μου, δέν ἦλθα γιά νά ἀποκομίσω προσωπικά ὀφέλη, τιμές καί δόξες, τά ὁποῖα ἄλλωστε καί μέ ἀφήνουν ἀσυγκίνητο καί ἀδιάφορο.[27] Καί μόνον ἡ πράξη του αὐτή, τῆς ἑκούσιας δηλαδή, παραίτησης του ἀπό τόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο, ἡ ὁποία καί σήμερα ἀκόμη, δίνει πολλαπλά μηνύματα πρός κάθε κατεύθυνση εἶναι ἀρκετή γιά νά ἐπιβεβαιώσει, ἀπόλυτα, τόν ἐγκωμιαστικό χαρακτηρισμό τοῦ Γρηγορίου, ὡς «κλέος Ὀρθοδοξίας πανθαύμαστον»[28].
Ὁ ἱερός μυσταγωγός τῆς πίστεως ἐπιλέγει, λοιπόν, ὡς ἀπάντηση στήν ἀχαριστία τοῦ κόσμου τούτου, τήν ἡσυχία καί τή μόνωση, γιά νά ἀφοσιωθεῖ ὁλοκληρωτικά στό Θεό, πού τόσο ἀγαπᾶ ἀλλά καί στή συγγραφή τῶν λυρικότατων καί θεολογικότατων ποιημάτων του, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει: «Νά φύγω, νά φύγω», θά πεῖ, «ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τίς πόλεις. Καλύτερα νά ζῶ μέ τ΄ ἄγρια θηρία, λιγότερο κακό μοῦ κάνουν αὐτά.»[29]
«Ἡ μοναξιά παρεῖχε, στόν “ἀετό” τῆς θεολογίας, τή δυνατότητα γιά περισυλλογή, θεωρία καί ἄσκηση, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν στήν κάθαρση τῆς ψυχοσωματικῆς ὕπαρξης καί στήν ὕψωσή της κοντά στό φιλάνθρωπο Θεό. Ἡ μόνωση, λοιπόν, λειτουργεῖ γιά τόν Γρηγόριο, ὡς “ἔρως τοῦ καλοῦ τῆς ἡσυχίας καὶ τῆς ἀναχωρήσεως”.
Σέ ἄλλο ἔργο του, ἀκόμη, σημειώνει σχετικά ὅτι ἡ ἀπομόνωση ἀπό τόν κόσμο εἶναι ἡ συνεργός καί ἡ μητέρα τῆς θείας καί θεοποιοῦ ἀναβάσεως. Μόνο ἔτσι ἡ ψυχή θά μπορέσει νά προσεγγίσει τόν Θεό. Ἡ “ἀπραξία”, δηλαδή ὁ μοναχικός βίος, πού σκοπό ἔχει τή θεοπτία, θεωρεῖται γιά τόν Γρηγόριο ὡς ἡ μέγιστη πράξη τῆς ζωῆς του.»[30]
«Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἄλλωστε, ὅπως σημειώνει καί πάλι, ὁ Βασίλειος Ν. Τατάκης, ὀνομάζουν “φιλοσοφία” ἀληθινή, τήν πνευματική τους πορεία καί “φιλόσοφον βίον”, τή ζωή τῶν Χριστιανῶν ἀσκητῶν πού διάγουν βίο ὁμόλογο μέ τή θεωρητική τους ἐνατένιση.»[31]
Ἀπό ὅσα προαναφέρθηκαν, εἶναι ὁλοφάνερη καθ΄ ὅλη τήν ἁγία βιοτή του, ἡ θεοκεντρική γραμμή τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ ποταμοῦ τῆς Θεολογίας, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ. Ὅλα γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ – ὅλα στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. «Δίδωμι τὰ ἐμαυτοῦ πάντα, καὶ ἐμαυτὸν τῷ Πνεύματι.»[32]
Δικαίως λοιπόν, ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν, ἡ ὁποία φέτος κλείνει 10χρόνια ἐνεργοῦς παρουσίας στήν Ἐκκλησιαστική καί κοινωνική ζωή τοῦ τόπου μας, ἐπέλεξε, αὐτόν τόν μεγάλο ἱερό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν «ποιμενικόν αὐλόν τῆς Θεολογίας»[33], τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο τόν Ναζιανζηνό, ὡς προστάτη της.
Ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν ἡ ὁποία ἱδρύθηκε στίς 25/01/2011 ἀπό τόν πατέρα Σαράντη Σαράντο καί συνεργάτες του, κληρικούς καί λαϊκούς, ὡς μία συλλογική προσπάθεια διατήρησης τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητας μέσα σέ ἕνα κόσμο ὅπου ἡ Νέα Ἐποχή καί ἡ Νέα Τάξη Πραγμάτων ἰσοπεδώνουν ὡς ὁδοστρωτῆρες τίς χριστιανικές ἀξίες καί τά ἰδανικά σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο.
Στή δεκαετία πού πέρασε, κατά τήν ὁποία ἡ ἐπίθεση τῆς Νέας Ἐποχῆς ἐναντίον τῆς χριστιανικῆς πίστης, γινόταν καί γίνεται ὁλοένα καί πιό ἔντονη, ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν μέ τίς μικρές της δυνάμεις, ἀλλά καί τή μεγάλη εὐλογία τοῦ Θεοῦ, προσπάθησε κατά τό δυνατό νά βάλει ἕνα ἀνάχωμα στήν πνευματική κατρακύλα τῆς πατρίδας μας καί νά ἀφυπνισθοῦν συνειδήσεις.
Ὀργάνωσε συνέδρια καί ἡμερίδες γιά θέματα φλέγοντα τά ὁποῖα ἐλάχιστοι ἀγγίζουν, ὅπως οἱ ἠλεκτρονικές ταυτότητες, ἡ συρρίκνωση τῶν ἀτομικῶν ἐλευθεριῶν, ὁ ἐγκεφαλικός θάνατος, ἡ ὁμοιοπαθητική καί οἱ ἐναλλακτικές θεραπεῖες, ἡ γιόγκα, ἡ σεξουαλική διαπαιδαγώγηση κ.λπ., μέ ὁμιλητές εἰδικούς καί καταξιωμένους ἐπιστήμονες. Ὅλες οἱ ἡμερίδες τῆς Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν γνώρισαν μεγάλη ἐπιτυχία καί ἀθρόα προσέλευση ἀκροατῶν, ἀλλά καί ταυτόχρονη ραδιοφωνική καί διαδικτυακή μετάδοση, ὥστε νά ὑπάρχει δυνατότητα παρακολούθησης σέ ὅλο τόν πλανήτη.
Ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν ἔδωσε ἐπίσης, πολύ μεγάλες μάχες στό πλευρό τῆς Πανελλήνιας Ἕνωσης Θεολόγων τῆς ΠΕΘ, γιά τή διατήρηση τοῦ ὀρθοδόξου χαρακτήρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, συμμετέχοντας ἐνεργά στίς νικηφόρες δικαστικές μάχες στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, διεξάγοντας σχετικά συνέδρια, ὀργανώνοντας συγκεντρώσεις διαμαρτυρίες, μεγάλα, δυναμικά καί ἀλησμόνητα συλλαλητήρια, δημοσιεύοντας σχετικά ἄρθρα.
Δέν δίστασε νά βγεῖ στό δρόμο, ἐπίσης, ὀργανώνοντας ἤ συμμετέχοντας σέ συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας - συλλαλητήρια καί γιά ἄλλα σημαντικά θέματα ὅπως ἡ κάρτα τοῦ πολίτη, το μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, τό Μακεδονικό, τό ἀνέβασμα βλάσφημων παραστάσεων.
Διά τοῦ προέδρου της, πατρός Σαράντη Σαράντου ἔχει ἀποστείλει στήν Ἱερά Σύνοδο καί στούς ἑκάστοτε πολιτικούς ἄρχοντες πλῆθος ἐπιστολῶν, μεταφέροντας μέ τόν ἁρμόζοντα σεβασμό τούς προβληματισμούς τοῦ ποιμνίου στή διοικοῦσα Ἐκκλησία καί στούς πολιτικούς ἄρχοντες.
Σέ καθημερινό ἐπίπεδο, στήν ἐν πολλοῖς ἱστοσελίδα τῆς Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν «Ὄρθρος» δημοσιεύονται κείμενα ἐπίκαιρα καί ὠφέλιμα, τά ὁποῖα ἀναδημοσιεύονται σέ πολλούς ἱστότοπους καί ἐφημερίδες, δίνοντας στό λαό ὀρθή ἐνημέρωση καί διατηρώντας τήν καλή ἀνησυχία. Παράλληλα, ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν προσφέρει ἐδῶ καί χρόνια δωρεάν μαθήματα θεολογίας, ἑλληνικῆς γλώσσας καί ἱστορίας, μέ κατηρτισμένους ἐθελοντές καθηγητές.
Συνεργάζεται ἁρμονικά μέ ὅλα τά Ὀρθόδοξα Χριστιανικά Σωματεῖα, στήν κοινή προσπάθεια γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν Ἁγία καί τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία.
Ἀγαπητέ μας καί σεβαστέ μας πατέρα Σαράντη,
Ἀγαπητοί καί σεβαστοί Πατέρες,
Ἀγαπητοί ἀδελφοί τῆς Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν,
Ὁ Πρόεδρος, τά μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου καί ὅλα τά μέλη καί οἱ φίλοι της Πανελλήνιας Ἕνωσης Θεολόγων (ΠΕΘ) χαίρουν πολύ γιά τό μέχρι τώρα καρποφόρο ἔργο σας, σᾶς συγχαίρουν ἀλλά καί σᾶς εὐχαριστοῦν γιά τήν πλούσια, ποικιλότροπη και δυναμική πνευματική προσφορά σας στήν Ἐκκλησία καί στήν Ἑλλάδα· σᾶς εὔχονται ἐπίσης, ὁλόψυχα, τήν κατ΄ ἄμφω ὑγεία, τήν ἐξ ὕψους δύναμιν, «τήν Χάρι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[34] καί τήν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου τοῦ Ναζιανζηνοῦ γιά πολλές ἀκόμη δεκαετίες θεοφιλῶν καί ψυχοφελῶν δράσεων.
Σᾶς εὐχαριστῶ θερμά γιά τή δυνατότητα αὐτῆς τῆς ἀδελφικῆς ἐπικοινωνίας μας. Καλή κι’ εὐλογημένη Χρονιά.
Ὑποσημειώσεις: