ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
(Κριτικὴ πάνω στὸ ἄρθρο τοῦ κ. Γιανναρᾶ
«Ψυχανάλυση καὶ Ἐκκλησιαστικὴ Ἀνθρωπολογία»)
Α) Ἡ «ἐκκλησία» τῆς Διεθνοῦς Ψυχαναλυτικῆς Ἑταιρείας.
Ἕνα ἄρθρο τοῦ κ. Γιανναρᾶ «ψυχανάλυση καὶ Ἐκκλησιαστικὴ ἀνθρωπολογία» ποὺ δημοσιεύθηκε τὸ περασμένο ἔτος στὸ περιοδικὸ «Θεολογία» (τεῦχος Ἰουνίου 2003), ἀνεξήγητα στὴν Ἀγγλικὴ γλώσσα, ἔρχεται νὰ προστεθεῖ στὶς «προοδευτικές» ἐκεῖνες φωνὲς ποὺ ἀναζητοῦν στὴν ψυχανάλυση καὶ τὴν ψυχολογία, -τὶς ἀνθρωπολογικὲς καὶ ψυχοθεραπευτικὲς αὐτὲς μεθόδους καὶ θεωρίες, ποὺ θὰ συμπληρώσουν καὶ θὰ ἐκσυγχρονίσουν, ὅπως ἰσχυρίζονται,- τὴν Ἐκκλησιαστικὴ ἀνθρωπολογία καὶ συνεπῶς καὶ ποιμαντική.
Οἱ «ἐκσυγχρονιστές» τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ στηρίξουν τὸ πάθος τους γιὰ ἀλλαγὴ καὶ ἀνανέωση, ἐπικαλοῦνται συχνὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας: «Εἶμαι τῆς γνώμης , γράφει ὁ κ. Γιανναρᾶς, ὅτι οἱ μεγάλοι Πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀγνόησαν τὴν ἐπιστημονικὴ γνώση τῆς ἐποχῆς τους. Μᾶλλον τὴν χρησιμοποίησαν γιὰ νὰ ρίξουν φῶς στὴν ἑρμηνεία τοῦ πραγματικοῦ καὶ τῆς ὕπαρξης, ποὺ ἡ Ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία ἀποκαλύπτει. Πείθεται κάποιος ἀπὸ αὐτὸ ἐξετάζοντας ἁπλῶς τὰ ἑρμηνευτικὰ σχόλια τῶν Πατέρων στὴν «Ἑξαήμερο» ἢ τὴν ὀρολογία καὶ τὴν μεθοδολογία ποὺ υἱοθετοῦν οἱ Πατέρες ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Ἀριστοτέλη «Περὶ Ψυχῆς».
Ἀκόμα,«Σὲ ποῖο βαθμὸ ὑπάρχει ἀμοιβαία συμπληρωματικότητα μεταξὺ τῆς ψυχαναλυτικῆς ἄποψης γιὰ τὸ ἀνθρώπινο ὑποκείμενο καὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἑρμηνείας τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης σὰν πρόσωπο;» ἀναρωτιέται ὁ συγγραφέας θεωρώντας ὅπως φαίνεται ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀνθρωπολογία παρουσιάζει κάποια κενὰ τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ καλύψει ἡ ψυχανάλυση –ψυχολογία καὶ ἰδιαίτερα ἡ Λακανικὴ σχολή.
«Ἀντλῶ αὐτὲς τὶς παρατηρήσεις , γράφει ὁ κ. Γιανναρᾶς, ἀπὸ τὴν γαλλικὴ σχολὴ τοῦ Λακᾶν ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πλέον πιστὸς στὴ Φροϋδικὴ παράδοση. Δὲν εἶμαι εἰδικὸς στὸ χῶρο τῆς ψυχολογίας – ψυχανάλυσης οὕτως ὥστε κάθε λάθος ἢ ἀνακρίβεια θὰ ὀφείλεται στὴν ἀνεπάρκειά μου καὶ ὄχι στὶς πηγές μου»
Βέβαια ὁ κ. Γιανναρᾶς ἀγνοεῖ ἴσως ὅτι ὁ Λακᾶν πολεμήθηκε σφοδρὰ ἀπὸ τὴν ἐπίσημη Διεθνῆ Ψυχαναλυτικὴ Ἑταιρεία σὰν ὁ πλέον ἄπιστος ἢ αἱρετικὸς τῆς Φροϋδικῆς παράδοσης κάτι ποὺ θὰ φανεῖ στὴ συνέχεια τοῦ ἄρθρου.
Νὰ ὑπενθυμίσουμε ἀκόμα ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅπως ὁ Μ. Βασίλειος, τοὺς ὁποίους ἐπικαλεῖται ὁ κ. Γιανναρᾶς, ἦσαν εἰδικοὶ πάνω στὴν φιλοσοφία καὶ τὴν ἰατρικὴ φυσιολογία, ἐπιστῆμες τὶς ὁποῖες εἶχαν σπουδάσει στὶς μεγαλύτερες σχολὲς τῆς ἐποχῆς τους. Ἔτσι πέρα ἀπὸ τὴν ἐπιστημονικὴ κατάρτιση οἱ Πατέρες , κεκαθαρμένοι, φωτισμένοι καὶ θεωμένοι ὄντες, ὁδηγούμενοι ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διέθεταν τὴν «βασίλισσα» τῶν ἀρετῶν τὴν διάκριση, ὥστε νὰ διαβλέπουν καθαρὰ τί συμφέρει στὴν Ἐκκλησία νὰ προσλάβει ἀπὸ τὴ θύραθεν σοφία καὶ τί ὄχι. Ἀκόμα εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ Πατέρες δὲν προσέλαβαν ποτὲ ψυχοθεραπευτικές-φιλοσοφικὲς μεθόδους τῆς ἐποχῆς τους οἱ ὁποῖες ἀσφαλῶς σύμφωνα μὲ ἱστορικὲς μαρτυρίες ὑπῆρχαν ( ὁ σοφιστὴς Ἀντιφὼν διατηροῦσε ψυχιατρικὴ κλινικὴ στὴ Κόρινθο ὅπου ἐξασκοῦσε ἕνα εἶδος ψυχανάλυσης ἢ οἱ Ὀρφικοὶ καὶ οἱ Στωικοὶ θεράπευαν ἑρμηνεύοντας τὰ ὄνειρα), γιὰ νὰ ὀδηγήσουν τοὺς πιστοὺς ἀσφαλέστερα καὶ ἐπιστημονικότερα πρὸς τὴν θέωση. Οὔτε νομίζω ὅτι οἱ Πατέρες χρησιμοποίησαν τὴν θύραθεν σοφία γιὰ νὰ συμπληρώσουν τὴν σωτηριώδη θεολογία καὶ ἀνθρωπολογία τῆς Ἐκκλησίας παρὰ μόνο γιὰ νὰ ἀπαντήσουν στὴν εἰσβολὴ τῶν σοφιστῶν αἱρετικῶν μέσα στὴν Ἐκκλησία ποὺ ἀντιλαμβάνονταν διανοητικὰ τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας καὶ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ οἱ ὁποῖοι καταλάβαιναν μόνο τὴ φιλοσοφικὴ γλώσσα τῆς ἐποχῆς τους.
Ποιὰ ἀνάλογη ἄραγε ἀνάγκη ἔχει προκύψει στὶς μέρες μας γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας ὥστε νὰ ἀπαιτεῖται ἡ πρόσληψη τῆς ψυχανάλυσης ἢ τῆς ψυχιατρικῆς στὴ ζωὴ της ἢ ποιὸς μπορεῖ σήμερα νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι διαθέτει ἀνάλογη φώτιση καὶ διάκριση μὲ αὐτὴ τῶν θεοφόρων Πατέρων ὥστε νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ προχωρήσει σ’ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα - ὅπως ἡ πρόσληψη κοσμικῶν ἀντιλήψεων γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη – δίχως νὰ προκαλέσει ζημιὰ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας;
Ἂν μάλιστα ἀναλογιστοῦμε ὅτι τὰ πορίσματα τῆς ψυχανάλυσης καὶ μάλιστα τῆς Λακανικῆς δὲν εἶναι κοινῶς παραδεκτά ἀπὸ τὴν ἐπιστημονικὴ κοινότητα τότε ὁ κίνδυνος εἶναι ἀκόμα μεγαλύτερος.
Ὅσον ἀφορᾶ στὴν ψυχανάλυση , εἶναι γνωστὲς οἱ διαφωνίες καὶ οἱ «πολεμικές» ἀντιπαραθέσεις τόσο μεταξὺ τῶν ἐπιστημόνων ψυχαναλυτῶν καὶ μή, ὅσο καὶ μεταξὺ τῶν θρησκευομένων. Οἱ γνῶμες ἀκόμα καὶ μεταξὺ τῶν Φροϋδιστῶν ψυχαναλυτῶν διῒστανται σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε ὄχι σπάνια συμβαίνουν διαγραφὲς ἀπὸ τὴν Διεθνῆ ψυχαναλυτικὴ Ἑταιρεία, ὅπως στὴ περίπτωση τοῦ Λακᾶν ὁ ὁποῖος «ἀφορίσθη» ἀπὸ αὐτὴ τὴν Ἑταιρεία, γιὰ τὶς «αἱρετικές» του ἰδέες μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταγγείλει τὰ παρακάτω: «ὑπογραμμίζω τὸ γεγονός, γιατί πρόκειται γιὰ γεγονός, ὅτι ἡ διδασκαλία μου, ὑφίσταται ἀπὸ ἕνα ὄργανο ποὺ ὀνομάζεται Ἐκτελεστικὴ Ἐπιτροπὴ ἑνὸς διεθνοῦς ὀργανισμοῦ ποὺ ὀνομάζεται Διεθνὴς Ψυχαναλυτικὴ Ἑταιρεία, μιὰ λογοκρισία, ποὺ δὲν εἶναι διόλου συνηθισμένη, ἀφοῦ πρόκειται , οὔτε λίγο, οὔτε πολὺ , γιὰ καθαρὸ ἀποκλεισμὸ αὐτῆς τῆς διδασκαλίας…Πρόκειται λοιπὸν γιὰ κάτι ποὺ εἶναι ἀπολύτως συγκρίσιμο μ’αὐτὸ ποὺ σὲ ἄλλους χώρους ὀνομάζεται ὁ ἔσχατος ἀφορισμός… Δὲν λέω –ἂν καὶ δὲν θὰ ἦταν ἀδύνατο –ὅτι ἡ ψυχαναλυτικὴ κοινότητα εἶναι Ἐκκλησία. Πάντως ἀναμφισβήτητα, προκύπτει τὸ ζήτημα νὰ ξέρουμε τί μέσα της μπορεῖ κάλλιστα νὰ ἀπηχεῖ μιὰ θρησκευτικὴ πρακτική…» (Ζὰκ Λακᾶν «Τὸ Σεμινάριο»Βιβλίο ΧΙ Ἐκδόσεις Ράππα σελ. 20-21)
Ὁ ἴδιος ὁ Λακᾶν λοιπὸν ἀποκαλύπτει τὴν θρησκευτικὴ διάσταση τῆς ψυχανάλυσης ὅπως καὶ δὲν ἀποκλείει τὴν πιθανότητα ἡ ψυχαναλυτικὴ κοινότητα νὰ συγκροτεῖ ἐκκλησία γεγονὸς τὸ ὁποῖο θὰ ἀποδείξουμε ξεκάθαρα στὴ συνέχεια.
Β) Ἡ Διεθνὴς ἀδελφότητα τοῦ Φρόιντ καὶ ὁ εὐσεβιστικὸς χαρακτήρας της.
Ὁ Φρόιντ ὑπῆρξε ὡς γνωστὸν φαινομενικὰ ἄσχετος μὲ τὴ θρησκευτικὴ ζωὴ ποὺ ἔχει σχέση μὲ θεολογικὰ δόγματα, τελετουργικὸ τυπικὸ , μυστήρια κ.λ.π. Ἐν τούτοις θὰ δείξουμε στὴ συνέχεια ὅτι αὐτὸς ὁ ἰατροφιλόσοφος τῆς «ψυχῆς», ὅπως καὶ ὁ Λακᾶν , ἐμφορεῖτο περισσότερο ἀπὸ ἠθικοθρησκευτικὸ πνεῦμα, παρὰ ἀπὸ ἐπιστημονικό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ ἐκ προοιμίου μόνο ἀπὸ Ἐκκλησιαστικῆς σκοπιᾶς. Μόνο ἂν δεχθοῦμε ὅτι ἡ ψυχή μας εἶναι πνοὴ Θεοῦ, κτίσμα μὲν ἀλλὰ κατ΄εἰκόνα πλασμένη μὲ τὸν Δημιουργό της καὶ μὲ Θεῖες ἰδιότητες ( αὐτεξούσιο), μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τὸ λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ἡ ψυχανάλυση ποὺ ἐξετάζει τὶς ἐνέργειες τῆς ψυχῆς εἰσέρχεται ἀναγκαστικὰ καὶ ἀναπόφευκτα στὸ θρησκευτικὸ χῶρο μὲ ἀποτέλεσμα ὄχι σπάνια νὰ θεολογεῖ βασιζόμενη τάχα σὲ ἐπιστημονικὰ πορίσματα. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ ψυχαναλυτὲς ὄχι μόνο προσπάθησαν νὰ ἑρμηνεύσουν τὸ θρησκευτικὸ φαινόμενο ἀλλὰ αὐτὴ καθ’ἑαυτὴ ἡ ψυχοθεραπευτικὴ τους μέθοδος ἀπετέλεσε ἕνα εἶδος ὁδοῦ ἠθικοπνευματικῆς ἀνάπλασης καὶ θεραπείας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.! Γράφει ὁ Ἔριχ Φρὸμ ὁ ὁποῖος γνώριζε προσωπικὰ τὸν Φρόιντ:
«...Τὸ ψυχαναλυτικὸ κίνημα, τὸ ὁποῖο ὁ Φρόιντ τὸ 1910 πρὶν νὰ τὸ ὀνομάσει ἔτσι ἤθελε νὰ τὸ ἐντάξει σὲ μιὰ «Διεθνῆ Ἀδελφότητα γιὰ τὴν Ἠθικὴ καὶ τὴν Κουλτούρα ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ ἕνα φαρμακοποιὸ τὸν Κνὰπ καὶ ποὺ εἶχε πρόεδρό της τὸν Φορέλ. Μιὰ Ἀδελφότητα ποὺ μάχεται ἐνάντια στὴν ἐξουσία τοῦ κράτους καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως σύντομα αὐτὴ ἡ ἀδελφότητα παραχώρησε τὴν θέση της στὴν Διεθνῆ ἀδελφότητα γιὰ τὴν ψυχανάλυση ποὺ ὀνομάστηκε «Διεθνὴς ψυχαναλυτικὸς Σύλλογος» (Ἔριχ Φρὸμ «Ἡ ἀποστολὴ τοῦ Φρόιντ» (σελ. 78))
Αὐτὴ ἡ ἀδελφότητα κατέπνιγε κάθε διαφορετικὴ γνώμη ποὺ ἐρχόταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν «ἀλάθητη» ἀντιμετώπιση τῆς ψυχικῆς ζωῆς ἀπὸ τὸν Φρόιντ. Ἔτσι πολλοὶ ψυχαναλυτές, ὅπως ὁ Βίλχελμ Ράιχ, ὁ Ἄντλερ, ὁ Γιούνγκ, ὁ Πὲρλς κ.ἄ. ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν Φρόιντ καὶ ἵδρυσαν τὶς δικές τους «ἀλάθητες» σχολές. Περιττὸ βέβαια νὰ ἀναφέρουμε ὅτι αὐτό τό φαινόμενο εἶναι ἄγνωστο στὸ χῶρο τῶν Φυσικῶν ἐπιστημῶν, ὄχι ὅμως καὶ στὸ χῶρο τῆς πολιτικῆς, τῶν σεκτῶν καὶ τῶν θρησκευτικῶν ὀργανώσεων. Στὴ συνέχεια ὁ Ἔριχ Φρὸμ καταγγέλλει τὸν ἀντιεπιστημονικὸ καὶ ὁλοκληρωτικὸ χαρακτήρα τοῦ Φροϋδισμοῦ.
«...Ὑπάρχει καμιὰ ἄλλη περίπτωση θεραπείας ἤ ἐπιστημονικῆς θεωρίας πού νὰ μεταμορφώθηκε σὲ κίνημα, διευθυνόμενο κεντρικά ἀπὸ μυστικὴ ἐπιτροπή, πού προβαίνει σὲ ἐκκαθαρίσεις τῶν μελῶν της πού παρεκκλίνουν, μὲ τοπικὲς ὀργανώσεις σὲ μιὰ διεθνῆ ὑπεροργάνωση;
…Ὁ Φρόιντ διακήρυσσε ὅτι «ἀποτελεῖ μιὰ πλευρὰ τῆς ἰδιοσυστατικῆς καὶ ἀπαράγραπτης ἀνισότητας τῶν ἀνθρώπων ὅτι ἔχουν διαιρεθεῖ σὲ ἡγέτες καὶ ἐξαρτημένους. Οἱ δεύτεροι, ἡ συντριπτικὴ πλειονότητα, χρειάζονται μιὰ ἐξουσία ποὺ νὰ παίρνει ἀποφάσεις γι’αὐτοὺς στὴν ὁποία νὰ ὑποτάσσονται λίγο-πολὺ δίχως ὅρους»
«...Πρόκειται γιὰ μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ τραγικὲς πλευρὲς τῆς ζωῆς τοῦ Φρόυντ: Ἕνα χρόνο πρὶν ἀπὸ τὴν νίκη τοῦ Χίτλερ ἀπελπίζεται σχετικὰ μὲ τὴν δυνατότητα τῆς δημοκρατίας καὶ προσφέρει σὰν μοναδικὴ ἐλπίδα τὴν δικτατορία τῆς ἐλὶτ τῶν θαρραλέων αὐτοδιαψευδομένων ἀνθρώπων. Ἡ μοναδικὴ αὐτὴ ἐλπίδα ἦταν μήπως τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν ἄποψη πὼς ἡ ἐλίτ, οἱ ἐκλεκτοί, ποὺ εἶχαν ὑποβληθεῖ σὲ ψυχανάλυση ἦταν οἱ μόνοι ποὺ μποροῦσαν νὰ κατευθύνουν καὶ νὰ ἐλέγχουν τὶς νωθρὲς μάζες;» (ὅ.π. σελ. 109).
Ἀποκαλυπτικὸ εἶναι ἐπίσης ἕνα γράμμα τοῦ Φρόιντ πρὸς τὴν ἀρραβωνιαστικιά του, ἡ ὁποία προήρχετο ἀπὸ διάσημη οἰκογένεια ραβίνων, ἕνα γράμμα ποὺ φανερώνει τὸν εὐσεβιστικό, καὶ ἐλιτίστικο χαρακτήρα τοῦ Φρόιντ καὶ κατὰ συνέπεια τῆς ψυχανάλυσης:
«Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀνήκουν στὸν ὄχλο, γράφει, ἀφήνουν νὰ σβήσουν οἱ παρορμήσεις τους ἐνῶ ἐμεῖς δὲν τὸ ἐπιτρέπουμε στοὺς ἑαυτούς μας. Αὐτὸ τὸ κάνουμε γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν ἀκεραιότητά μας. Διαφυλάσσουμε τὴν ὑγεία μας, ἐξοικονομοῦμε τὴν ἱκανότητά μας γιὰ χαρά, τὶς δυνάμεις , ἀποταμιεύουμε κάτι μὴ γνωρίζοντας καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι γιὰ ποιό λόγο. Καὶ αὐτὴ ἡ συνήθεια τῆς ἀδιάκοπης καταστολῆς τῶν φυσικῶν ἐνστίκτων μας δίδει τὸν χαρακτήρα τοῦ ἐκλεπτυσμοῦ.» (Ἔριχ Φρὸμ «ἡ Ἀποστολὴ τοῦ Φρόιντ» Ἔκδ. Μπουκουμάνη ,Ἀθήνα 1975)
Ὁ Φρόιντ λοιπὸν ὁραματίζεται τὸν ἐγκρατῆ, ταπεινὸ ἢ αὐτοδιαψευδόμενο ἡγέτη τῆς ἀνθρωπότητας, ὁ ὁποῖος θὰ ὁδηγεῖ καὶ θὰ καθυποτάσσει ἄνευ ὅρων τὶς νωθρὲς μάζες μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ καθυποτάσσει τὰ φυσικὰ του ἔνστικτα. Αὐτὸς ὁ ψυχαναλυμένος ἡγέτης, βέβαια, δὲν θὰ γνωρίζει γιὰ ποιό λόγο ἡ λογικὴ θὰ καταστέλλει ἀδιάκοπα τὰ φυσικὰ ἔνστικτα ἢ γιὰ ποιό λόγο θὰ εἶναι ταπεινός. Συνεπῶς ἡ ἐγκράτεια καὶ αὐτοκυριαρχία τῆς Φροϋδικῆς ψυχανάλυσης εἶναι ἄλογη, δίχως ἀκόμα τὴ Χάρη τοῦ Λόγου καὶ ὡς ἐκ τούτου νεκρὸς , παράλογος καὶ λογικοφανὴς εὐσεβισμός. Τὰ παραπάνω λόγια τοῦ Φρόιντ μᾶς ὁδηγοῦν στὴν καρδιὰ τῆς ψυχανάλυσης δίχως νὰ χρειάζεται νὰ μποῦμε στὴ ψυχοφθόρα μελέτη τῶν ψυχαναλυτικῶν θεωριῶν. Ἡ ψυχανάλυση ἀποτελεῖ τὴν Ἄ-Λογον καὶ μάταιη σὲ ὁριζόντιο ἐπίπεδο προσπάθεια τοῦ ἀγνωστικιστῆ (ἀθέου) ἀνθρώπου νὰ ἐλέγξει τὰ πτωτικὰ του πάθη, νὰ ζήσει καὶ νὰ κυριαρχήσει στὴ φύση, δίχως ὅμως τὸν Πλάστη του, δηλαδὴ νὰ αὐτοθεωθεῖ!
Γ) Ἡ Εὐσεβιστικὴ καταγωγὴ τοῦ Φρόιντ
Ἀναφερόμενοι στὸν εὐσεβισμὸ δὲν ἐννοοῦμε φυσικὰ τὸν εὐσεβῆ ἄνθρωπο ποὺ εὐλαβεῖται τὰ Θεῖα καὶ τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ αὐτὸν ποὺ «εὐλαβεῖται» μιὰ ἰδανικὴ ἠθικολογικὴ κατάσταση συμπεριφορᾶς καὶ κοινωνικῶν σχέσεων, ἕνα ἰδανικὸ τρόπο ζωῆς, δημιούργημα καθαρὰ τῆς αὐτόνομης ἀνθρώπινης λογικῆς καὶ φαντασίας τὸ ὁποῖο θεωρεῖται σὰν ὁ καρπὸς ἀνθρωπίνων προσπαθειῶν ἢ «ἐπιστημονικῶν» μεθόδων.
Ὁ κ. Γιανναρᾶς εἶναι γνωστὸ ὅτι ἔχει καταγγείλει μὲ σφοδρότητα αὐτὸν τὸν εὐσεβιστικὸ τρόπο ζωῆς σὲ διάφορα γραπτά του. Ὅμως κατὰ περίεργο τρόπο ἔρχεται τώρα νὰ προσλάβει πρὸς συμπλήρωση τῆς Πατερικῆς Ἀνθρωπολογίας ὅρους καὶ μεθόδους ἀπὸ ἕνα καθαρὰ εὐσεβιστικὸ χῶρο μέσα στὸν ὁποῖο κινεῖται ὁ Φροϋδισμός.
Ἡ καταγωγὴ τοῦ Φρόιντ μᾶς βοηθάει νὰ κατανοήσουμε τὸ λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο αὐτὸς ὁ «ἰατροφιλόσοφος» ἀσχολήθηκε τόσο πολὺ μὲ τὸ γενετήσιο ἔνστικτο, τὸ ἀσυνείδητο, τὴν ἐξαγόρευση τῶν σκέψεων, τὴν αὐτογνωσία καὶ τὴν ἠθικὴ βελτίωση τοῦ χαρακτήρα ποὺ τὴν ἀνήγαγε σὲ κοσμικὴ ἰατρικὴ μέθοδο. Ἀπὸ βιογράφους του πληροφορούμεθα ὅτι μεγάλωσε καὶ ἐγαλουχήθη μέσα στοὺς Χασίδες
(Χασιδισμὸς σημαίνει εὐσεβισμός), αἵρεση τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ ποὺ ἀναπτύχθηκε κατὰ τὸν 18ο αἰῶνα στὴν κεντρικὴ Εὐρώπη, μιὰ Γνωστικιστικὴ αἵρεση στοιχεῖα τῆς ὁποίας ἔχουν καταπληκτική ἀντιστοιχία μὲ τὶς θεωρίες τοῦ Φρόιντ ὅπως :
· Ἡ ὕπαρξη στὸ κάθε ἄτομο τοῦ ἐμφύτου κακοῦ (τὸ ἐκεῖνο ἢ Προεγώ ἔνστικτο τοῦ θανάτου)
· ἡ ἐνασχόληση μὲ τὸ σὲξ σὰν συμπαντικὸ φυσικὸ φαινόμενο ( Λίμπιντο)
· οἱ τελετουργικὲς ἐξομολογήσεις στὸν Ραβίνο ( συναισθηματικὴ κάθαρση)
· ἡ πίστη στὴν συμβολικὴ σημασία τῶν ὀνείρων ( Ἰωάννη Νέστορος, Συνθετικὴ ψυχολογία, σελ. 224) .
Φυσικὰ ἡ ἐνασχόληση μὲ τὸ σὲξ καὶ τὸ ἀσυνείδητο δὲν εἶναι χαρακτηριστικὸ ποὺ συναντᾶμε ἀποκλειστικὰ στοὺς Χασίδες ἀλλὰ τὴ συναντᾶμε σποραδικὰ καὶ σὲ πολλοὺς ἀκόμα φιλοσόφους ὅπως στὸν Νίτσε , στὸν Σοπενχάουερ κ.ἄ. τοὺς ὁποίους ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα ὁ Φρόιντ, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἀρχαίους Γνωστικούς-Μανιχαίους , τοὺς Νεοπλατωνικοὺς καὶ Στωικούς, εὐσεβιστικὲς ἠθικολογικὲς αἱρέσεις τὶς ὁποῖες πολέμησαν ἀποτελεσματικὰ οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Μποροῦμε τώρα νὰ καταλάβουμε γιατί ὁ Φρόιντ δὲν θεωροῦσε ἀπαραίτητο νὰ εἶναι κανεὶς ἰατρὸς γιὰ νὰ ἐξασκήσει τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ψυχαναλυτῆ . Ὁ λόγος εἶναι ὅτι ἡ ψυχανάλυση ἔχει σὰν κύριο στόχο τὴν ἠθικὴ ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρώπου.
Δ) Ἡ «ἐρωτικὴ ἀθάνατη» Λίμπιντο .
Ἐγκλωβισμένος ὁ Φρόιντ, μέσα στὴν ἀθειστική- ὀρθολογιστική καὶ μηχανιστικὴ θεώρηση τοῦ κόσμου καὶ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴν ἐγκλωβίσει καὶ τὸν ἔρωτα μέσα σὲ στενὰ «ἐπιστημονικά» πλαίσια. Ζώντας στὴ Γερμανία, συνθέτει τὶς λέξεις LIEBΕ (Λίμπ) ποὺ στὰ γερμανικὰ σημαίνει ἔρωτας-ἀγάπη καὶ id - ὅρος δανεισμένος ἀπὸ τὸν Georg Groddeck, ἕνα γιατρὸ ποὺ εἶχε ἐνθουσιαστεῖ μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἀσυνειδήτου ποὺ σημαίνει ἐκεῖνο ἢ προεγώ, ( τὸ ἐπιθυμητικὸ τοῦ Πλάτωνα, ὁ ἀσυνείδητος πυρήνας τοῦ ἀνθρώπου ἀπ ὅπου πηγάζουν οἱ ὁρμὲς σέξ, πείνα, δίψα κ.ἄ) - καὶ δημιουργεῖ ἔτσι τὴ λέξη Λίμπιντο ποὺ σημαίνει τὴν πρωτογενῆ ἐρωτικὴ ἐπιθυμία ποὺ ἐνυπάρχει ἀκόμα καὶ στὰ νήπια. Αὐτὴ ἡ ἐρωτικὴ ὁρμὴ σύμφωνα μὲ τὸν Φρόιντ ἐμποτίζει ὅλες τὶς ψυχοσωματικὲς λειτουργίες ἐξελίσσεται διερχόμενη ἀπὸ διάφορα στάδια (στοματικό, πρωκτικό, φαλλικό) καὶ ὡριμάζει κατὰ τὴν ἐφηβεία γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει τελικὰ τὴν ἀναπαραγωγή. Ἡ «μανιχαϊστική» ἀντίληψη τοῦ Φρόιντ ποὺ θὰ καθορίσει καὶ τὴν ψυχοθεραπευτικὴ του μέθοδο διαφαίνεται ξεκάθαρα ὅταν γράφει ὅτι «ὑπὸ τὴν ἔννοια ἔρως συμπεριέλαβα τὴν αὐτοδιατήρηση καὶ τὴν διατήρηση τοῦ εἴδους καὶ στὸν ἄλλο πόλο τοποθέτησα τὴν ἀθόρυβα ἐργαζομένη ὁρμὴ τοῦ θανάτου ἤ καταστροφικότητας… Ἡ συνεργία καὶ ἡ ἀμοιβαία ἀντενέργεια τοῦ ἔρωτος καὶ τῆς ὁρμῆς τοῦ θανάτου συνθέτουν γιὰ μᾶς τὴν εἰκόνα τῆς ζωῆς.» (Σ. Φρόιντ αὐτοβιογραφία ,Ἔκδ. Ἐπίκουρος, Ἀθήνα 1994,σελ.86.)
Ἕνας τέτοιος ἔρωτας ὁ ὁποῖος κατὰ τὸν Φρόιντ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ τὸ σεξουαλικὸ ἔνστικτο ἢ ἐπιθυμία, ποὺ ἐξυπηρετεῖ καὶ σώζει μόνο τὴ διατήρηση τοῦ εἴδους ἢ τὸ ἄτομο σὰν βιολογικὴ ὕπαρξη ( ἔνστικτο αὐτοσυντήρησης) τὴν ἀπρόσωπη μάζα δηλαδή, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ χάνει τὴ μάχη μὲ τὸ θάνατο: «Ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ κάνει ἀλλιῶς. Πρέπει νὰ καταστραφεῖ. Γιατί ἡ καταστροφικὴ τάση εἶναι ριζωμένη στὴ βιολογικὴ του ὑπόσταση. Αὐτὲς οἱ δυὸ ἀντιθετικὲς δυνάμεις συνδέονται καὶ ἀντιμάχονται μεταξύ τους, διαρκῶς, ὥσπου τὰ ἔνστικτα τοῦ θανάτου ἀποδείχνονται ἰσχυρότερα καὶ γιορτάζουν τὸν τελευταῖο τους θρίαμβο μὲ τὸν θάνατο τοῦ ἀτόμου. » (Ἔριχ Φρόμ. «Τὸ μοντέλο τοῦ Φρόιντ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ οἱ κοινωνικὲς του ὀρίζουσες» , «Δοκίμια Ἀναλυτικῆς Κοινωνιοψυχολογίας» ἔκδ. Ἐπίκουρος Ἀθήνα 1972).
Ἐν τούτοις ὁ ὅρος Λίμπιντο, αὐτὸ τὸ ἔνστικτο αὐτοσυντήρησης ποὺ ἡττᾶται ἀπὸ τὸν θάνατο κατὰ τὸν Φρόιντ, φαίνεται νὰ γοήτευσε τὸν κ. Γιανναρὰ ὁ ὁποῖος ἀφοῦ εἶχε ἀναρωτηθεῖ «πῶς θεωρεῖται λοιπὸν τὸ ἀνθρώπινο ὑποκείμενο ἀπὸ τὴν μοντέρνα ψυχολογία;» ἀπαντᾶ μὲ τὴ σκέψη τοῦ Λακᾶν :
«... Ἡ βασικὴ διάκριση μεταξὺ τοῦ ἀνθρωπίνου ὑποκειμένου καὶ τοῦ βιολογικοῦ ἑαυτοῦ μπορεῖ νὰ ἐντοπισθεῖ ἂν χρησιμοποιήσουμε τὸν ὅρο «ἀναφορικότητα» ( «referentiality») : ἡ δυνατότητα τῆς ὑπαρξιακῆς ἀναφορᾶς. Ἕνα βρέφος ἔρχεται στὸν κόσμο χωρὶς γλώσσα , φαντασία καὶ κρίση παρὰ μόνο μὲ τὴν ἱκανότητα νὰ ἀναφέρεται. Καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀναφερόμενο –ὁ τύπος τῆς ἀναφορᾶς –εἶναι μιὰ θεμελιώδης πρωτογενὴς ἐπιθυμία. Ἐπιθυμῶ, ἄρα ὑπάρχω… Ἡ Ἐπιθυμία εἶναι ἡ Φροϋδικὴ ἐλλογικότητα…Στήν θετικὴ γλώσσα τοῦ ψυχαναλυτικοῦ ρεαλισμοῦ, ἡ ἐπιθυμία εἶναι δύσκολο νὰ ὁρισθεῖ. Εἶναι ἡ Λίμπιντο-ἡ ἐρωτικὴ ἐπιθυμία- γιὰ σχέση ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου. Κάθε ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἐπιδιώκει ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἀποχωρίζεται τὴ μήτρα τὴν ὁλοκλήρωση μιᾶς ὁμοούσιας-συγγενοῦς σχέσης .Ὄχι νὰ ὑπάρξει πρῶτα σὰν βιολογικὸς ἑαυτὸς καὶ μετὰ νὰ ἔχει σχέσεις ἀλλὰ μᾶλλον νὰ ἀντλήσει τὴν ὕπαρξή του ἀπὸ τὴν σχέση –νὰ ὑπάρξει σὰν ἕνα γεγονὸς σχέσης. Ἡ Λίμπιντο σὰν ἐρωτικὴ ἐπιθυμία γιὰ σχέση ὁλοκληρωμένη εἶναι ἀποκλειστικὰ ἀνθρώπινο ἰδίωμα. … σύμφωνα μὲ τὸν Λακᾶν «ἔνστικτο καθαρῆς ζωῆς , ἀθάνατης ζωῆς, ἀπεριόριστης ζωῆς … μιὰ ζωὴ ποὺ εἶναι ἁπλὴ καὶ δίχως τέλος».
Νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι ὁ ἀφορισμὸς «ἐπιθυμῶ ἄρα ὑπάρχω» τοῦ Φρόιντ, δὲν ἀποτελεῖ κάποια σύγχρονη ἐπιστημονικὴ ἀνακάλυψη παρὰ ἀναμάσημα τῆς ἀρχαίας φιλοσοφικῆς ἄποψης ποὺ διατυπώνει ὁ Ἀριστοτέλης στὸ ἔργο του «Περὶ Ψυχῆς», σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ κίνηση βασικὰ τῶν ἀνωτέρων ζώων, ποὺ τοὺς διατηρεῖ στὴ ζωή, ὀφείλεται στὴν ἐπιθυμία.
Εὔκολα ἐπίσης μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε μέσα ἀπὸ τὰ γραφόμενα τοῦ κ. Γιανναρὰ τὰ Θεῖα χαρακτηριστικὰ , ὅπως ἁπλότητα, ἀθανασία, καθαρότητα, ποὺ ἀποδίδονται ἀπὸ τὸν Λακᾶν, ὄχι στὸ Θεό, ἀλλὰ… στὴ Λίμπιντο! Ἄλλωστε ἡ ὅλη προσπάθεια τοῦ Φρόιντ καὶ τῶν ψυχαναλυτῶν ἔγκειται στὸ νά μᾶς πείσουν ὅτι ἀρετὲς ὅπως ἡ ἀγάπη, ἡ αὐτοκυριαρχία, ἡ αὐτεξουσιότητα, ἡ διάκριση, ἀκόμα καὶ ἡ εὐσπλαγχνία , εἶναι, ὄχι Θεῖες ἄκτιστες ἐνέργειες ἀλλὰ φυσικὲς ποὺ ὑπόκεινται στὸν ἐπιστημονικὸ ἀντικειμενικὸ ἔλεγχο. Στόχος τους εἶναι νά μᾶς ἐμβολιάσουν στὸ νοῦ τὴν δαιμονικὴ ἀνθρωποκεντρικὴ ἰδέα ὅτι ἡ ἐπιστήμη καὶ ὁ ἄνθρωπος μὲ προεξάρχοντα τὸν Φρόιντ θά μᾶς ὀδηγήσει στὴν σωτηρία καὶ τὴν λύτρωση ἀπὸ τὰ πάθη μας προσφέροντάς μας τὸν παράδεισο ἐπὶ γῆς.
Ἡ ἐρωτικὴ ὁρμὴ λοιπόν, ἡ κινητήρια δύναμη πού μᾶς ὠθεῖ στὴ σύναψη ὁλοκληρωμένων σχέσεων ἀκόμα καὶ μὲ τὸν Θεό, κατὰ τὸν κ. Γιανναρά, «ἀνεκαλύφθη» ἐπιτέλους «ἀντικειμενικά» ἀπὸ τὴν «ἐπιστήμη» καὶ ἐμεῖς γιὰ νὰ εἴμαστε σύγχρονοι θὰ πρέπει νὰ τὴν προσλάβουμε!
Πῶς νὰ χωρέσει ὅμως καὶ τί νὰ συμπληρώσει ὁ φτωχὸς αὐτὸς ὅρος τῆς Λίμπιντο καὶ τῆς ἀναφορικότητας στὴ θεόπνευστη Ἐκκλησιαστικὴ Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, ἡ ὁποία γράφτηκε καὶ ὁλοκληρώθηκε ἀπὸ ἐρωτευμένους, μέχρι θανάτου μὲ τὸ Θεῖο Κάλλος, ἁγίους; Τί θὰ συμπληρώσει ὁ ὅρος ἀναφορικότητα στὴν Πατερικὴ ἀνθρωπολογία ἡ ὁποία διδάσκει ὅτι ὁ ἄνθρωπος σώζεται καὶ ὑπάρχει σάν πρόσωπο μόνο διὰ τῆς ἐν Χριστῷ σχέσεως μὲ τὸν πλησίον του ἢ σὲ ἀναφορὰ πάντα μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο; Μήπως ἡ Ἐκκλησία μας δὲν περιγράφει σὰν «νεκρό» τὸν διανοούμενο, ἀτομιστή, φίλαυτο καὶ ὑλόφρονα ἄνθρωπο παρ’ ὅλο πού ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ σὰν βιολογικὴ ὀντότητα; Περιττοὶ λοιπὸν οἱ ψυχαναλυτικοὶ ὅροι «ἐρωτικὴ Λίμπιντο» καὶ «ἀναφορικότητα» ποὺ προτείνει ὁ κ. Γιανναράς πρὸς συμπλήρωση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἀνθρωπολογίας, ἄρα καὶ πονηροὶ…
Ε) Ταπείνωση καὶ ψυχαναλυτικὸς ναρκισσισμός.
Τέλος «ἀνεκαλύφθη» ὅτι ὁ ἐγωισμὸς ἐπιφέρει νεύρωση ἢ ψυχικὴ ἀσθένεια, μιὰ ἀνακάλυψη ἡ ὁποία ἀποτελεῖ κατὰ τὸν κ. Γιανναρὰ «μιὰ ἀκόμα κρίσιμη συνεισφορὰ τῆς μοντέρνας ψυχολογίας-ψυχοανάλυσης στὸν θεολογικὸ διάλογο, ἡ ὁποία φωτίζει τὸν αὐτοβασανισμὸ ποὺ ἐπιφέρει ὁ ἐγωκεντρικὸς ναρκισσισμός, μὲ τὴν ρεαλιστικὴ γλώσσα τῆς κλινικῆς ἐμπειρίας, ὅσον ἀφορᾶ τὴ νεύρωση καὶ τὴν ψύχωση»
Καὶ πάλι ἀπορίας ἄξιον, τί θὰ μποροῦσε νὰ συμπληρώσει ἡ θεωρία τῆς ναρκισσιστικῆς νεύρωσης στὴν Ἐκκλησιαστικὴ ἀνθρωπολογία ποὺ διδάσκει ὅτι ἡ ρίζα τῆς ἀνθρωπίνης τραγωδίας βρίσκεται στὴν ἑκούσια πτώση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ Φυσικὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, γεγονὸς ποὺ γεννᾶ τὴν φιλαυτία, τὸν ἐγωισμὸ, τὴν οἴηση , πάθη ποὺ δημιουργοῦν ὅλα τὰ ὑπόλοιπα πάθη, τὶς ψυχικὲς ἀσθένειες , ἀκόμα καὶ τὸν θάνατο τῆς ψυχῆς. Ἐπί πλέον,ὅπως ἀναφέραμε καὶ πρὶν, τὸ νὰ ὁμιλεῖ κανεὶς γιὰ ταπείνωση δίχως νὰ ἀναφέρεται στὴν ταπείνωση ποὺ εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι στὴν καλύτερη περίπτωση νεκρή ἠθικολογία. Ὅμως στὸ σημεῖο αὐτὸ μποροῦμε εὔκολα νὰ ἐπισημάνουμε τὴν «σχιζοφρενική» παρουσία τῶν ψυχαναλυτῶν μέσα στὸν κόσμο. Ἄνθρωποι ὅπως ὁ Φρόιντ καὶ ὁ Λακᾶν μὲ ἀνθρωποκεντρικὴ καὶ αὐτονομημένη σκέψη - στάση ποὺ συνιστᾶ κατὰ τὴν Ἐκκλησία μας τὴν ἀποθέωση τῆς ἐγωιστικῆς φιλαυτίας καὶ τῆς οἴησης - αὐτοανακηρύσσονται ἰατροὶ τῶν ψυχῶν μας ὁδηγώντας μὲ σιγουριὰ τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸν ναρκισσισμό, δηλαδὴ πρὸς τὴν «ταπείνωση» ! Μέχρι καὶ ἡ εὐσπλαγχνία «σερβίρεται» ἀπὸ τὴν μοντέρνα ψυχοθεραπευτική: «Ὁ Φρόιντ καὶ οἱ ἐπίγονοί του ὁρίζουν τὴν ψυχανάλυση ὡς μέθοδο ἀνάλυσης τῆς μεταβίβασης καὶ ὁ Kuspit σημειώνει ὅτι «ὁ ἀπόλυτος σκοπὸς τῆς ψυχαναλυτικῆς θεραπείας εἶναι νὰ ἀποκαταστήσει τὸ ἄτομο στὸ ἐπίπεδο τῆς κοινότητας μὲ σεβασμὸ καὶ εὐσπλαγχνία γιὰ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ βοηθήσει στὴν ἀνάπτυξη ἑνὸς ἐγὼ ἀρκετὰ ἰσχυροῦ, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ ἀντισταθεῖ στὴν ἀνελέητη ἀναγκαιότητα, ἐσωτερικὴ ( Αὐτό, βιολογία) ἢ ἐξωτερικὴ (κοινωνικὴ –πολιτιστικὴ δομή) καὶ στὴν ἀπρόβλεπτη δράση τῆς τύχης ἢ μοίρας». («Ψυχιατρικὴ καὶ Θεολογία σὲ διάλογο» Ἔκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία , σελ. 76)
Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ θεωρεῖται τυχαία ἡ ἐπίμονη αὐτὴ προσπάθεια ἐπιβολῆς τῆς ψυχαναλυτικῆς σκέψης καὶ μεθοδολογίας στὴν Ἐκκλησιαστική μας ζωή, ψυχαναλυτικὴ ἰδεολογία ἡ ὁποία, σύμφωνα μὲ τὴν οἰκουμενίστικη θρησκευτικὴ ἀντίληψη, θά μᾶς βοηθήσει νὰ ἀποτινάξουμε τὴν «ἀνελέητη» πολιτιστική μας παράδοση, νὰ ἀπαλλαχθοῦμε ἀπὸ τὶς προκαταλήψεις μας, τὶς ἐμμονές μας σὲ παραδοσιακὲς παγιωμένες ἐκκλησιαστικὲς καὶ πολιτιστικὲς δομές- οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ἐμπόδιο γιὰ τὸν ἐκσυγχρονισμὸ καὶ τὴν εἰρηνικὴ συμβίωση μέσα στὴν παγκόσμια κοινότητα - ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ συναντηθοῦμε μὲ «ἀνοιχτὸ μυαλό» μὲ τοὺς ἄλλους λαοὺς ζώντας ἔτσι «ἀγαπημένα» , «εἰρηνικά» , «φιλεύσπλαγχνα», «ταπεινά» καὶ «χαρούμενα», ἔστω καὶ χωρὶς Χριστὸ…
Ε) Ὁ θεὸς ἀσυνείδητο καὶ οἱ ἀσυνείδητοι ψυχαναλυτές.
Θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ ἐγείρει τὴν ἀντίρρηση ὅτι οἱ παραπάνω ἠθικολογικὲς διαστάσεις τῆς ψυχανάλυσης, ποὺ ἀναζητοῦν τὴν ἀγάπη, τὴν εὐσπλαγχνία, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν αὐτοδιαψευδομένη ταπείνωση καὶ γενικότερα τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ πάθη, ἀποτελοῦν προσωπικὲς ἢ ὑποκειμενικὲς ἀρχὲς τοῦ Φρόιντ οἱ ὁποῖες δὲν ἀντιπροσωπεύουν ὅλους τοὺς ψυχαναλυτές. Ὅμως καὶ ὁ Λακᾶν, πιστὸ πνευματικὸ τέκνο τοῦ Φροϋδισμοῦ, φυλακισμένος καὶ αὐτὸς σὲ μιὰ αὐτοσχέδια ἠθική, συνεχίζει μὲ συνέπεια τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ ἠθικοθρησκευτικὴ πορεία τοῦ Φρόιντ πρὸς τὴν αὐτοθέωση: «Τὸ ἀσυνείδητο εἶναι δομημένο σὰν γλώσσα» θὰ πεῖ ὁ Λακᾶν ἀναζητώντας ἔτσι διὰ τῆς ἑρμηνείας τῶν συμβόλων τῆς γλώσσας τὸν ἀσυνείδητο ἀληθινὸ ἑαυτό, τὸν καινούργιο αὐτὸ «Θεό» ποὺ εἰσάγει ἡ Λακανικὴ ψυχανάλυση. «Ἡ ὑπόσταση τοῦ ἀσυνειδήτου, πού σᾶς τὴ δείχνω τόσο εὔθραυστη στὸ ὀντικὸ ἐπίπεδο εἶναι ἠθική!… …Γιατί ἡ πραγματικὴ διατύπωση τοῦ ἀθεϊσμοῦ δὲν εἶναι: ὁ Θεὸς πέθανε –ἀκόμη καὶ θεμελιώνοντας τὴν καταγωγὴ τῆς λειτουργίας τοῦ πατέρα πάνω στὸν φόνο του, ὁ Φρόιντ προστατεύει τὸν πατέρα-ἡ πραγματικὴ διατύπωση τοῦ ἀθεϊσμοῦ εἶναι : ὁ Θεὸς εἶναι τὸ ἀσυνείδητο!» ( Λακᾶν «Τὸ Σεμινάριο» βιβλίο ΧΙ Ἐκδόσεις Ράππα σελ. 50)
Εἶναι φανερὸ ὅτι καὶ οἱ «ἄθεοι» ἔχουν τὸν «θεό» τους! Ὅμως ὁ θεὸς τῆς Λακανικῆς ψυχανάλυσης, ἕνα καθαρὰ διανοητικὸ ἐπινόημα, ἕνα εἴδωλο τῆς φαντασίας τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, περιορίζεται μέσα σὲ στενὰ ἠθικιστικὰ πλαίσια. Ἡ ψυχαναλυτικὴ ἠθικὴ ἔρχεται κατ’αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ ἀναβιώσει ἀρχαῖες φιλοσοφικὲς Στοὲς, τὴν ἠθικὴ τῶν ὁποίων , ὁ Λακᾶν συγχέει μὲ τὴν Χριστιανικὴ ἠθική. « … Δὲν εἶναι μήπως παράδοξη αὐτὴ ἡ ὁμοιότητα πού βρίσκουμε – ἂν βέβαια προσέξουμε λίγο – ἀνάμεσα στὴν ἀναλυτικὴ ἠθικὴ μὲ τὴν ἠθικὴ τῶν Στωικῶν; Τί εἶναι στὸ βάθος της ἡ στωικὴ ἠθική, ἂν μή, θὰ ἔχω ἄραγε ποτὲ τὸν καιρὸ νά σᾶς τὸ ἀποδείξω, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀπόλυτης ἡγεμονίας τῆς ἐπιθυμίας τοῦ Ἄλλου, ἐκεῖνο τὸ Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, πού ἐπανέλαβαν οἱ Χριστιανικοὶ κανόνες; (ὅ.π. σελ. 323).
Δὲ χωράει λοιπὸν ἀμφιβολία ὅτι ὁ Λακᾶν πίστευε ὅτι ἡ Φροϋδικὴ ψυχανάλυση εἶχε ὁδηγηθεῖ στὴν δημιουργία μιᾶς γνήσιας φιλοσοφικοθρησκευτικῆς κίνησης, μιᾶς ζωντανῆς θρησκείας γιὰ τὴν ὁποία λαχταρᾶ ὁ ταλαιπωρημένος ἀπὸ τὸν ἀτομισμὸ ἑνὸς αἱρετικοῦ χριστιανισμοῦ καὶ ὑλιστικοῦ ἀθεϊσμοῦ, Δυτικὸς ἄνθρωπος. «Τὴν ἄλλη ἀναφορὰ , τὴ θρησκευτική,( ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ψυχανάλυση) τὴν ἀνέφερα μόλις πρὶν ἀπὸ λίγο, διευκρινίζοντας καθαρὰ πὼς μιλῶ γιὰ θρησκεία μὲ τὴ σύγχρονη ἔννοια τοῦ ὅρου, ὄχι γιὰ μιὰ θρησκεία ἀποστεγνωμένη, μεθοδολογημένη, ἀποδιωγμένη στὰ βάθη μιᾶς πρωτόγονης σκέψης, ἀλλὰ γιὰ τὴ θρησκεία ἔτσι ποὺ τὴ βλέπουμε νὰ ἀσκεῖται ἀκόμα ζωντανή, ὁλοζώντανη. Ἡ ψυχανάλυση, εἴτε εἶναι ἄξια εἴτε ὄχι νὰ ἐγγραφεῖ σ΄ἕναν ἀπ’αὐτοὺς τοὺς δυὸ πίνακες ( ἐννοεῖ τὸν ἐπιστημονικὸ καὶ τὸν θρησκευτικό) μπορεῖ ἀκόμα καὶ νά μᾶς φωτίσει πάνω σ’αὐτὸ ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἐννοοῦμε μὲ ἐπιστήμη καὶ μάλιστα μὲ θρησκεία » («Τὸ Σεμινάριο» βιβλίο ΧΙ σελ. 20).
Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ «ζωντανή», «ὁλοζώντανη» θρησκεία μὲ τὴν σύγχρονη ἔννοια τοῦ ὅρου ποὺ ἀσκεῖται ζωντανή καὶ στὸ χῶρο τῆς ὁποίας ὁ Λακᾶν ἐντάσσει καὶ τὴν ψυχανάλυση; Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ σύγχρονη ἔννοια τοῦ ὅρου Θρησκεία; Πάντως ἀποκλείεται νὰ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη, ἡ μόνη ζωντανὴ γιὰ μᾶς θρησκεία, τὴν ὁποία φαίνεται νὰ ἀγνοεῖ ὁ Λακᾶν, διαφορετικὰ δὲν θὰ ἔλεγε ποτὲ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι τὸ ἀσυνείδητο τὸ ὁποῖο φυσικὰ μόνο ἡ ψυχανάλυση μπορεῖ νὰ προσεγγίσει καὶ νὰ γνωρίσει. Πάντως ἐμεῖς τὴν μόνη «ὁλοζώντανη» νεκρὴ θρησκεία ποὺ γνωρίζουμε στὶς μέρες καὶ ἡ ὁποία διδάσκει παρόμοια μὲ τὸν Λακᾶν , ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ὁ ἀσυνείδητος ἑαυτός μας, ὁ πυρήνας τῆς ὕπαρξής μας τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἀναζητήσουμε γιὰ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς θεοὶ εἶναι αὐτὴ… τῆς Νέας Ἐποχῆς!
Τὰ κίνητρα καὶ οἱ προθέσεις τῶν ἁπανταχοῦ ψυχοευσεβιστῶν, ποὺ φλυαροῦν γιὰ ἐλευθερία, ἀγάπη, εἰρήνη καὶ σεβασμὸ στὰ δικαιώματα καὶ τὰ πιστεύω τοῦ ἄλλου, φαντάζουν ἁγνὰ καὶ ὑπέροχα … Ὅμως ἡ μελέτη τῆς φύσης τοῦ ἀνθρώπου ἀλλὰ καὶ τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντός μας διδάσκει ὅτι τὰ φαινόμενα καὶ ἰδιαίτερα τὰ ψυχικὰ ἀπατοῦν, ὅπως συνηθίζουν νὰ λένε καὶ οἱ συμπαθεῖς ψυχαναλυτές. Γνωρίζουμε ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς μεγάλους αὐτοὺς ἔνθεους ψυχολόγους - οἱ ὁποῖοι γνώριζαν τὸ ἀσυνείδητο πολὺ πρὶν νὰ δεῖ ὁ Φρόιντ τὸ φῶς τοῦ μάταιου αὐτοῦ κόσμου - ὅτι ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου , ἐλίσσεται, ἀπωθεῖ τά κοινῶς κακὰ συναισθήματα, ὑποκρίνεται καὶ ξεγελᾶ ἀκόμα καὶ τὸν ἑαυτό της...Παραθέτουμε ἕνα μικρὸ δεῖγμα τῆς γνώσης τῶν Πατέρων σχετικὰ μὲ τὸν ἀσυνείδητο κόσμο τοῦ ἀνθρώπου.
Διαβάζουμε ἀπὸ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο :«Τὰ πλείονα τῶν γινομένων ἡμᾶς λανθάνει καὶ κρύπτεται» (Εἰς τήν Α΄Κορινθίους ια`,3 P. G. 61,91).
Ἀλλοῦ στὸν περὶ Μονανδρίας λόγο του (2,48 P. G.,610) ἀναλύοντας τὴν ψυχὴ μιᾶς δίγαμης γυναίκας, παρατηρεῖ ὅτι τὰ συναισθήματά της εἶναι μπερδεμένα, δηλαδὴ - ἐνῶ φαίνεται ὅτι συμπεριφέρεται μὲ ἕνα συγκεκριμένο τρόπο (λευκότης-συνειδητό) - ἀδιόρατα διακρίνεται στὸ βάθος καὶ ἕνας ἄλλος «κρυμμένος» ἀπὸ τὸ συνειδητὸ τρόπος συμπεριφορᾶς (ἡ μελανία-τὸ ἀσυνείδητο).
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναῒτης, ὁ γνωστὸς συγγραφέας τῆς «Κλίμακας» γράφει ἐπίσης γιὰ τὶς ἀσυνείδητες ψυχικὲς καταστάσεις μὲ ποιητικὸ τρόπο:
«Γνωρίζομε πὼς εἶναι πάμπολλα τὰ τέκνα τοῦ θυμοῦ. Καὶ ὅλα εἶναι φοβερά. Ἕνα ὅμως τέκνο ποὺ τὸ γεννᾶ χωρὶς νὰ τὸ θέλει, ἂν καὶ νόθο, εἶναι ὠφέλιμο: Εἶδα ἀνθρώπους ποὺ ἄναψαν ἀπὸ τὴν μανία τοῦ θυμοῦ καὶ ἔβγαλαν ἀπὸ μέσα τους σὰν ἐμετὸ τὴν μακροχρόνιο μνησικακία τους. Ἔτσι μὲ τὸ ἕνα πάθος ἀπηλλάγησαν ἀπὸ τὸ ἄλλο ! Καὶ ἡ μακροχρόνια λύπη τους διελύθη! Διότι ἐκεῖνος ποὺ τοὺς λύπησε ἢ ζήτησε συγχώρηση ἢ ἔδωσε τὶς ἀπαιτούμενες ἐξηγήσεις.
Ἀντιθέτως εἶδα ἄλλους ποὺ κατὰ τρόπο ἀπαράδεκτο ἔδειξαν ὅτι ἦσαν δῆθεν μακρόθυμοι. Ἔτσι μὲ τὴ σιωπὴ ἐναποθήκευσαν μέσα τους τὴν μνησικακία. Αὐτοὺς τοὺς ἐλεεινολόγησα περισσότερο ἀπὸ τοὺς πρώτους, διότι μὲ τὸ μελάνι ( τῆς μνησικακίας) ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὸ περιστέρι ( τὴν εἰρήνη δηλαδὴ καὶ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος)….
Εἶδα ἐπίσης καὶ μερικοὺς ἄλλους μὲ καρδιὰ ὑποδουλωμένη στὴ λαγνεία καὶ στὴ γαστριμαργία. Αὐτοὶ φαίνονταν γεμάτοι πραότητα καὶ κολακευτικὴ εὐγένεια καὶ φιλαδελφία καὶ εὐπροσηγορία.»
(Κλίμακα, Ἔκδ.Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου, σελ170-171)
Τέλος ἂς ἀκούσουμε τί ἀναφέρει ὁ ἄγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σχετικὰ μὲ τὸν ἀσυνείδητο ψυχικό μας κόσμο:
«Πρὸς τούτοις σὲ συμβουλεύω ἕνα ἄλλο πράγμα πληροφορίας ἄξιον. Νὰ μὴν ἐμπιστευθῆς ποτὲ εἰς τὴν συνείδησίν σου, ἂν αὐτὴ καμμίαν φορὰν δὲν σὲ κατηγορῆ εἰς κανένα πράγμα, διότι συνείδησις λέγεται εἰς ἐκεῖνα μόνον, ποὺ ἠξεύρομεν καὶ ὄχι σὲ ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἠξεύρομεν. Ἐπειδὴ δὲ κατὰ τὸν Ἱερεμίαν « βαθεία ἡ καρδία παρὰ πάντα»( ιζ` 9) καὶ πολλὰ λεπτὰ πάθη εὑρίσκονται κεκρυμμένα μέσα εἰς αὐτὴν , τὰ ὁποῖα ὁλότελα δὲν ἠξεύρει οὔτε ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἔχει, καὶ ἀπὸ τὰ ὁποῖα παρεκάλει ὁ Δαβὶδ νὰ καθαρισθῆ , λέγων «ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με» ( Ψαλμ. ιη΄, 13), διὰ τοῦτο σύ πίστευε πάντοτε, ὅτι δὲν εἶναι καθαρὰ ἡ καρδία σου τελείως ἀπὸ τὰ κρυπτὰ πάθη καὶ λεπτὰ ,τὰ ὁποῖα εἶναι γνωστὰ εἰς μόνον τὸν Θεὸν , ποὺ ἐτάζει μόνος τὰς καρδίας, κατὰ τὸν Σολωμόντα: « Σῦ μονώτατος οἶδας τὴν καρδίαν πάντων τῶν υἱῶν ἀνθρώπων ( Γ ` Βασιλειῶν. η`, 39 ). (« Ὁ ἀόρατος πόλεμος», Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου ,Ἐκδόσεις « Φῶς», σελ. 223).
Τὰ παραπάνω δὲν ἀφήνουν περιθώριο ἀμφιβολίας ὅτι οἱ Πατέρες γνώριζαν τὸ ἀσυνείδητο καὶ «κάτι» παραπάνω ἀπὸ τοὺς ψυχαναλυτές, ὅπερ σημαίνει, ὅτι αὐτὸ ποὺ χρειάζεται συμπλήρωση ἢ καλύτερα ριζικὴ ἀναθεώρηση, εἶναι τὸ θεωρητικὸ κατασκεύασμα τοῦ Φρόιντ καὶ τοῦ Λακᾶν .
Ἡ τραγικὴ ἀντίφαση ποὺ μποροῦμε νὰ διακρίνουμε στοὺς ψυχαναλυτὲς εἶναι ὅτι ἐνῶ ἐνασχολοῦνται ἀσταμάτητα μὲ τὸν ἀσυνείδητο ψυχικὸ κόσμο τοῦ ἀνθρώπου, στὴν οὐσία εἶναι οἱ πλέον ἀσυνείδητοι ἄνθρωποι! Καὶ τοῦτο διότι, οἱ ψυχαναλυτὲς –οἱ ὁποῖοι στὸ σύνολό τους ἦσαν ἑβραῒκῆς καταγωγῆς - ἀπόγονοι τῶν μεγάλων Ἑβραίων προφητῶν , ἔπεσαν στὴν τραγική πλάνη νὰ ἐμπιστευθοῦν τὴν ἀκάθαρτη συνείδησή τους. Καὶ τοῦτο διότι ποτὲ δὲν γονάτισαν μὲ ταπείνωση πρὸ τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ παρακαλώντας τον ὅπως ὁ Δαυίδ, λέγοντας «ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με», οὔτε ποτὲ ὁμολόγησαν ὅπως ὁ Σολωμόντας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ὁ μόνος ποὺ γνωρίζει τὴν καρδία τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι «Οἱ περισσότεροι ψυχαναλυτὲς καὶ αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὸν Φρόιντ δὲν εἶναι λιγότεροι τυφλοὶ ἀπὸ τὰ ἄλλα μέλη τῆς κοινωνικῆς τάξης τους μπροστὰ στὶς πραγματικότητες τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ στὰ ἀσυνείδητα κοινωνικὰ φαινόμενα. Κατὰ μία ἔννοια εἶναι πιὸ τυφλοί, γιατί πιστεύουν πὼς βρῆκαν τὴν ἀπάντηση στὴ ζωή, μὲ τὴν φόρμουλα τῆς γενετήσιας ἀπώθησης» θὰ γράψει ὁ Ἔριχ Φρὸμ στὸ βιβλίο του «ἡ Ἀποστολὴ τοῦ Φρόιντ»(.σελ:115).
Καὶ πράγματι: Ἂν οἱ μεγάλοι ψυχαναλυτὲς γνώριζαν τὴν ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς τους, ἂν δὲν ἦσαν «τυφλοί» καὶ πνευματικὰ νεκροί, δὲν θὰ τολμοῦσαν ποτὲ νὰ ἰσχυρισθοῦν ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι προβολή τοῦ ἔσω ψυχικοῦ κόσμου λόγω ἀναστολῆς τῆς Λίμπιντο, ἢ ὁ ἀσυνείδητος ἑαυτός. Οὔτε θὰ διανοοῦντο ποτὲ νὰ συγκρίνουν ἕναν ἀγχώδη νευρωτικὸ ψυχαναλυτή, ὅπως ἦταν ὁ Φρόιντ, μὲ τοὺς θεοφόρους προφῆτες τῆς Ἁγίας Γραφῆς:
«Τὸν Φρόιντ λοιπόν σᾶς τὸν παρέστησα μήπως τὴν τελευταία φορὰ σὰν τὴν μορφὴ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ;…
…Ὡστόσο, εἶναι βέβαιο, τὸ ξέρουμε ὅλοι, ὅτι κανένας ψυχαναλυτὴς δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι ἀντιπροσωπεύει, οὔτε κατὰ τὸ ἐλάχιστο, μιὰν ἀπόλυτη γνώση. Γι’αὐτὸ κατὰ μίαν ἔννοια, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ ἀπευθυνθοῦμε, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει, ἂν ὑπάρχει, παρὰ ἕνας μόνο . Αὐτὸς ὁ ἕνας μόνο ὑπῆρξε ὅσο ζοῦσε ὁ Φρόιντ.» )σελ. 295 Λακᾶν «Τὸ Σεμινάριο» βιβλίο ΧΙ).
Προφήτης λοιπὸν ὁ Φρόιντ τῆς ψυχανάλυσης, ὁ ὁποῖος φανέρωσε τὰ ἐξ ἀποκαλύψεως ἀπόλυτα δόγματά του στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ ὁδηγήσει τὴν ἀνθρωπότητα ὡς ἄλλος Μωϋσῆς στὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, στὸν Νέο Παράδεισο ἐπὶ τῆς γῆς πρὸς δόξαν τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καὶ φυσικὰ τοῦ θανάτου...
Κλείνοντας τὴ σύντομη αὐτὴ ἀναφορὰ στὴ ψυχανάλυση, νὰ τονίσουμε ὅτι ὅροι ὅπως εὐσπλαγχνία, ἐλευθερία, ἀγάπη καὶ ἐρωτικὴ ὁρμή, ἀναφορικότητα, ἀσυνείδητο, αὐτοκυριαρχία καὶ αὐτογνωσία, ποὺ χρησιμοποιοῦνται κατὰ κόρον ἀπὸ κάθε θρησκεία καὶ Νεοεποχίτικο κίνημα, δίχως τὴν ἀναφορὰ στὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἀληθινὴ θεογνωσία καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἁπλῶς νεκροί, ἐκχυδαῒσμένοι καὶ ἀφηρημένοι ὅροι δίχως καμιὰ ἀξία. Οἱ ἅγιοι μάλιστα Πατέρες τονίζουν ὅτι ἂν δὲν ἀγαπᾶς τὸν ἀληθινὸ ἐνσαρκωμένο Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπᾶς καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κατὰ τὸ διάλογό του μὲ τὸν Ἰσμαήλ, ἐγγονὸ τοῦ Ὁμηρὰ Ὀρχᾶν, ἀπαντᾶ στὸν Μουσουλμάνο ὅσον ἀφορᾶ τὶς ἠθικὲς ἀξίες τοῦ Μουσουλμανισμοῦ ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη, ποὺ συναντᾶ κανεὶς καὶ στὸν Μουσουλμανισμό, ἔχει πραγματικὴ ἀξία μόνο ὅταν ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἀληθινὸ Θεὸ : «Ἐμοῦ δὲ εἰπόντος τὴν ἐλεημοσύνην γέννημα εἶναι τῆς πρὸς τὸν ὄντος Θεὸν ἀγάπης, καὶ τὸν μᾶλλον ἀγαπῶντα τὸν Θεὸν καὶ μᾶλλον ἐλεήμονα εἶναι καὶ ἀληθῶς…» ( Ὀρθοδοξία καὶ Ἰσλὰμ, Ἱερὰ Μονὴ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους ,2000 ,σελ.. 25)
Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω ὁ κ. Γιανναρᾶς εἰσηγεῖται πρόσληψη ὅρων καὶ μεθοδολογίας ὄχι ἀπὸ κάποια ἔγκυρη κοινῶς ἀποδεκτὴ μὲ τὰ σημερινὰ δεδομένα ἐπιστήμη, ἀλλὰ ἀπὸ μιὰ εὐσεβιστικὴ καὶ Στωικίζουσα ἐκκοσμικευμένη ὀργάνωση μὲ χριστιανικὰ ἠθικὰ στοιχεῖα ὅπως εἶναι ἡ Φροϋδολακανικὴ σχολή.
Ἡ ψυχανάλυση, προσλαμβάνει ὑπάρχοντες ὅρους ἀπὸ τὴν Ἀρχαία ἤδη φιλοσοφικὴ ἐποχὴ , ὅπως ἔρωτας, ἀγάπη, ταπείνωση, ὁρμές, μὴ συνειδητὸς ψυχικὸς κόσμος (ἀσυνείδητο) - τοὺς ὁποίους παρέλαβαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ συγκροτήσουν τὴν Ἐκκλησιαστικὴ θεανθρωπολογία μὲ σκοπὸ νὰ θεώσουν τὸν ἄνθρωπο - καὶ τοὺς χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ ὀργανώσει τὴν κοσμικὴ «ἐκκλησιαστική» ἀνθρωπολογία μὲ σκοπὸ… νὰ «ξεθεώσει» τὸν ἄνθρωπο!
Δυστυχῶς «ἡ διάβρωσις τῶν ὀρθοδόξων συνειδήσεων, ποὺ ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια ἔχει ἀρχίσει ἀπὸ τὴν ἑτερόδοξον θεολογίαν καὶ τὸν ἐσωτερικὸν εὐσεβισμόν, ἤδη ἀποδίδει τοὺς καρπούς» θὰ γράψει σὲ μιὰ ἐπιστολὴ ὁ καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἀρχιμ. Γεώργιος, τὴν ὁποία παραθέτει ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνὸς στὸ βιβλίο του «Πῶς ἔγινε ὁ Πάπας ἀλάθητος».
Ἐν τούτοις τὸ «γκρίζο νέφος» τοῦ εὐσεβισμοῦ δὲν κάλυψε εὐτυχῶς τὰ πάντα στὸν τόπο μας ἢ καλύτερα στὸ πληγωμένο σῶμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ὁ εὐσεβισμὸς δὲν ἔγινε θεσμὸς ὅπως στὴ Δύση. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐξακολουθεῖ νὰ παράγει ἐρωτευμένους μὲ τὸ Χριστὸ ἁγίους καὶ θεοφόρους «φάρους» ποὺ φωτίζουν τὸ σκοτάδι μας γιὰ νὰ μὴν τσακιστοῦμε στὰ βράχια αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Ὁ γέροντας Πορφύριος, αὐτὸς ὁ «ἀμόρφωτος πανεπιστήμων» καὶ ἀσκητὴς ποὺ φλεγόταν ἀπὸ Θεῖο ἔρωτα, αὐτὸς ποὺ μεγάλωσε καὶ ἀνέπνευσε «δροσερό» καὶ ἁγιασμένο ἀέρα στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, ἔλεγε κάποτε σ’ἕνα πνευματικὸ του παιδί: «Ξέρεις καθὼς σκεπτόμουν μιὰ φορά μοῦ γεννήθηκε ἡ ἀπορία. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχουν ψυχίατροι, πού δὲν πιστεύουν στὴν ψυχή; Ἔτσι σηκώθηκα καὶ πῆγα μερικὲς φορὲς στὸ Πανεπιστήμιο καὶ παρακολούθησα μαθήματα ψυχιατρικής. Ἔ, κάτι προσπαθοῦν νὰ κάνουν, ἀλλὰ τί νὰ κάνουν; Οἱ ψυχίατροι καὶ οἱ ψυχολόγοι μοιάζουν μὲ τὸν τυφλὸ , ποὺ μὲ τὴν ἁφὴ προσπαθεῖ νὰ καταλάβη τὰ πράγματα , ποὺ βρίσκονται γύρω του. Ἡ ψυχὴ εἶναι πολὺ βαθιὰ καὶ μόνο ὁ Θεὸς τὴν γνωρίζει… Τὴν ψυχιατρικὴ δὲν τὴ θέλω, ὅμως τοὺς ψυχίατρους τοὺς ἀγαπῶ ». (Κ. Γιαννιτσιώτη. Κοντὰ στὸν Γέροντα Πορφύριο σελ. 198 ).