Η ΦΡΑΓΚΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ «ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΛΑΩΝ»
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 10η Ιανουαρίου 2019
Προφανώς ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως Ελληνικό Έθνος στις σημερινές δύσκολες συγκυρίες είναι η κρίση της ελληνορθόδοξης ταυτότητας μας. Ο κίνδυνος αλώσεως του ελληνορθοδόξου Πολιτισμού μας με επίκεντρο την Ορθόδοξη πίστη μας, που αποφεύχθηκε τόσο στην περίοδο της Φραγκοκρατίας, όσο και της Τουρκοκρατίας, έγινε πλέον πραγματικότητα τον 19ον αιώνα μετά την εθνική μας παλιγγενεσία. Η γνωστή Βαυαροκρατία που επακολούθησε μετά τους ηρωϊκούς αγώνες των προγόνων μας για «του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία», άνοιξε διάπλατα τις πόρτες στον φράγκικο, δυτικό Πολιτισμό, με αποτέλεσμα την πνευματική στροφή στην πορεία του γένους μας προς την Δύση σε όλους τους τομείς, στην Εκκλησία, στην παιδεία, στην πολιτική, στο ήθος, στην πολιτιστική μας Παράδοση.
Την ελληνορθόδοξη πνευματική μας κληρονομιά την οποία κατορθώσαμε να κρατήσουμε αλώβητη με αίμα και θυσίες, ακόμη και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, την ξεπουλήσαμε αμαχητί στους ευρωπαίους συμμάχους μας, έτσι ώστε σήμερα, δύο σχεδόν αιώνες μετά, να βιώνουμε μια πρωτοφανή πνευματική αλλοτρίωση, με την πολιτική μας ηγεσία σύμμαχο σ’ αυτή την πνευματική εξέλιξη-αλλοτρίωση, την δε εκκλησιαστική, ανυποψίαστη και ουσιαστικά αδιάφορη. Τώρα μάλιστα που γίναμε «ευρωπαίοι», μέλος του εκτρωματικού οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και της Νομισματικής Ένωσης, δεν μας ταιριάζει η Ελληνορθοδοξία, αλλά η «θρησκευτική ουδετερότητα», την οποία υπαγορεύει ο «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός» και ο άθεος Ουμανισμός, αυτή η κατάρα του σύγχρονου κόσμου.
Ο μύθος που γαλούχησε και νάρκωσε τις χριστιανικές γενεές του 19ου και 20ου αιώνα ότι δήθεν ο «Διαφωτισμός» υπήρξε η εποχή των μεγάλων και «φωτισμένων» πνευμάτων, οι οποίοι με την βαθυστόχαστη σκέψη τους διέλυσαν την στενοκεφαλιά και το πνευματικό σκοτάδι του Μεσαίωνα και άνοιξαν δήθεν νέους ορίζοντες στο ευρωπαϊκό πνεύμα, εξακολουθεί να κυριαρχεί στη σκέψη και στην ιδεολογία πολλών συγχρόνων διανοητών και πνευματικών ταγών της ελληνικής κοινωνίας μας, όπως αυτό τουλάχιστον φαίνεται από ένα πλήθος δημοσιευμάτων σε εφημερίδες και στο διαδίκτυο.
Ένα τέτοιο δημοσίευμα, που αποπνέει αθεΐα τύπου «Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού», έπεσε πρόσφατα στην αντίληψή μας στην εφημερίδα των Αθηνών «Καθημερινή» (φ.4-11-2018), με τίτλο: «Και Θεός υπάρχει και λαός περιούσιος» του γνωστού δημοσιογράφου κ. Παντελή Μπουκάλα.
Ο δημοσιογράφος, σχολιάζει μια «έρευνα που πραγματοποίησε το αμερικανικό Pew Researsh Center την περίοδο 2015-2017, σε 56.000 πολίτες 34 κρατών της Δυτικής, της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης». Στην έρευνα αυτή «κλήθηκαν να απαντήσουν μονολεκτικά στο ερώτημα αν υπάρχει Θεός. Εκεί οι Έλληνες πρωτεύσαμε, όπως σε εκτενή παρουσίαση των πορισμάτων της έρευνας στην ‘Καθημερινή’ της Τρίτης, 30 Οκτωβρίου: Το 92% των ερωτηθέντων συμπατριωτών μας δήλωσε ότι πιστεύει πως υπάρχει Θεός». Παίρνοντας δε αφορμή από το πόρισμα αυτής της δημοσκοπήσεως, εκφράζει το ερώτημα, αν θα «μπορούσε η κάλπη να δώσει τελεσίδικες απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που απασχολούν το ανθρώπινο γένος», τα οποία απαριθμεί στη συνέχεια: «Υπάρχει Θεός; Είναι ένας, κι αν ναι, ποιος προκρίνεται από τους πάμπολλους που έχει λατρέψει μέχρι στιγμής η ανθρωπότητα, ή έστω απ’ όσους λατρεύονται ακόμα; Είναι τρισυπόστατος; Υπάρχει Θεός χωρίς θρησκεία, χωρίς επί γης εκπροσώπους δηλαδή, αυτόκλητους ή «εκλεκτούς»; Υπάρχει ζωή μετά θάνατον και ποιας ακριβώς εκδοχής; Θα ξανασμίξουμε με τους δικούς μας και με ποια μορφή; Έχει νόημα η ζωή, βαθύτερο από το «φάτε, πιέτε, μωρ’ αδέρφια», ή το «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα» δεν ισχύει μόνο για «όσα ουκ υπάρχει μετά θάνατον» αλλά γενικώς; Έχει σκοπό το σύμπαν ή είναι μια μάταιη σπατάλη ύλης και ενέργειας; Είναι ένα το σύμπαν ή υπάρχουν και παράλληλά του; Πόσες είναι οι διαστάσεις; Υπάρχουν εξωγήινοι, κι αν ναι, είναι αγαθοί ή κακούργοι; Έχει τέλος ο χρόνος; Είχε αρχή; Είναι εφικτά στα ταξίδια στον χρόνο, προς το παρελθόν ή το μέλλον, και αν ναι, έχουμε τη δυνατότητα ή το δικαίωμα να επέμβουμε αναδρομικά ή προληπτικά; Ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως κακός και εκ βουλήσεως καλός ή ανάποδα; Καταγόμαστε από τον πίθηκο; Είμαστε διαστημική σπορά ή αυτοφυείς γήινοι;».
Σίγουρα οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να μας βοηθήσουν, να βρούμε την απάντηση στα μεγάλα αυτά και πανανθρώπινα ερωτήματα, τα οποία αείποτε απασχολούσαν την ανθρώπινη σκέψη και τον φιλοσοφικό στοχασμό. Εδώ έχει δίκαιο ο αρθρογράφος, δεν πέφτει έξω, διότι ο αληθινός Θεός και όσα αγγίζουν την μετά θάνατον πραγματικότητα δεν ανακαλύπτονται με την ανθρώπινη λογική και την επιστημονική έρευνα, αλλά είναι καρπός Θείας Αποκαλύψεως. Το ερώτημα λοιπόν εξακολουθεί να παραμένει. Αφού οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να μας βοηθήσουν, ποιος μπορεί να μας βοηθήσει; Ποιος μπορεί να μας δώσει αυθεντικές απαντήσεις στα παρά πάνω μεγάλα και καυτά ερωτήματα; Δεν μπορεί να μας δώσει απάντηση ο αρθρογράφος. Γιατί; Διότι τα μόνα εργαλεία που διαθέτει στα χέρια του είναι ο ορθολογισμός και η επιστημονική έρευνα. Έτσι τον δίδαξε η άθεη ευρωπαϊκή διανόηση. Nα έχει δηλαδή εμπιστοσύνη μόνο στα εργαλεία αυτά και να καταφρονεί και να απορρίπτει apriori την Θεία Αποκάλυψη, όπως αυτή είναι καταγεγραμμένη στην αγία Γραφή και όπως έχει ερμηνευτεί από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Και όχι μόνο να την απορρίπτει, αλλά και να την χλευάζει ως ξεπερασμένη, ως αναχρονιστική και σκοταδιστική, αφού έτσι τον δίδαξαν ο Βολταίρος, ο Ζαν Ζακ Ρουσώ και ο Μοντεσκιέ, τα μεγάλα και δήθεν «φωτισμένα» πνεύματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Ούτε καν διανοείται να σχολιάσει τις αυθεντικές απαντήσεις, που μας δίνει η αγία Γραφή και οι άγιοι Πατέρες.
Παρά κάτω προσπαθεί να ερμηνεύσει ηθικιστικά και κοινωνιολογικά το αποτέλεσμα της δημοσκοπήσεως: Γράφει: «Τι σημαίνει άραγε για το 92% των Ελλήνων η πίστη τους στην ύπαρξη Θεού; Πώς μεταφράζεται στη γλώσσα της ηθικής η πίστη τους αυτή και πώς επηρεάζει την καθημερινότητά τους; Γίνονται καλύτεροι άνθρωποι λόγω της πίστης τους; Φοβούνται περισσότερο να κάνουν το κακό; …Αν ζούσαμε σε κοινωνία καλών χριστιανών, όντως χριστιανών, το τωρινό αστυνομικό ρεπορτάζ των ΜΜΕ, τόσο πλούσιο σε κακότητα, απλώς δεν θα υπήρχε, ή θα εξαντλούνταν σε μονόστηλα. Και δεν θα γκρινιάζαμε όλοι, από γενιά σε γενιά, για τη σήψη, την παρακμή, τη διαφθορά, την κρίση ηθικής και αξιών. Για τους πολλούς η σχέση με τη θρησκεία είναι μια ρουτίνα, μια κοινωνική συνήθεια».
Αναμφίβολα το ποσοστό 92% των Ελλήνων πολιτών οι οποίοι δηλώνουν πίστη στο Θεό, μπορεί να μην εκφράζει το σύνολο των συνειδητοποιημένων πιστών, αλλά μπορεί να αξιολογηθεί θετικά, διότι σε άλλα κράτη η πλειοψηφία των πολιτών δηλώνουν άθεοι, ή αγνωστικιστές. Βεβαίως αν το έθνος μας βίωνε στην πλειοψηφία του τις χριστιανικές αρχές η κοινωνία μας θα ήταν τελείως διαφορετική, θα έμοιαζε με ένα επίγειο παράδεισο. Δεν θα υπήρχε η σήψη, η παρακμή, η διαφθορά, η κρίση ηθικής και αξιών, την οποία βιώνουμε σήμερα. Θα είχαν σχεδόν εξαλειφθεί τα εγκλήματα οι διαρρήξεις, οι κλοπές, οι αδικίες, η κοινωνική ανισότητα, η καταπίεση των φτωχών και αδυνάτων, ο πανσεξουαλισμός, και τόσα άλλα θλιβερά και αποτρόπαια, που ακούμε κάθε μέρα στην τηλεόραση και το διαδίκτυο. Ωστόσο ο Θεός δεν εξαναγκάζει κανέναν να τον ακολουθήσει. Σέβεται την ελευθερία της βουλήσεώς του, διότι έτσι τον έπλασε, ελεύθερο. Πέραν τούτου ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να μας κάμει απλά ηθικότερους, να φτιάξει μια καλλίτερη και δικαιότερη κοινωνία, αλλά να καταργήσει το κράτος του διαβόλου και να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τη δουλεία της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο. Να αναπλάσει τον άνθρωπο, την εικόνα του Θεού, να ενωθεί μαζί Του, να γίνει κατά χάριν Θεός. Το διαχρονικό σκάνδαλο για τους αρνητές Του είναι ότι δεν μετέβαλλε τον κόσμο μαγικά σε παραδεισένιο.
Και καταλήγει: «Δεν είναι απίθανο, πάντως, να δηλώνουμε ότι πιστεύουμε στην ύπαρξη του Θεού απλώς και μόνο επειδή πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι Έλληνας, ή έστω φιλέλληνας. Είμαστε δηλαδή λαός περιούσιος. Έτσι φρονούμε». Η Εκκλησία του Χριστού ουδέποτε ταυτίστηκε με κάποιον λαό. Ο Χριστός ήρθε ώστε δι’ Αυτού να σωθούν όλοι οι άνθρωποι όλων των εθνών, όλων των εποχών. Ο Εθνοφυλετισμός αποτελεί αίρεση, που έχει καταδικαστεί από Άγιες Συνόδους και από Πατέρες της Εκκλησίας μας. Κανένα έθνος και κανένας λαός δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο, να αποτελεί τον περιούσιο λαό του Θεού. Ο περιούσιος λαός του Θεού στην εποχή της Καινής Διαθήκης είναι όλα τα μέλη της Εκκλησίας, σε οποιαδήποτε φυλή, ή έθνος και αν αυτά ανήκουν. Όπως τονίζει ο απόστολος: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε. Ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ.3,26-28). Οι όντως ανεκτίμητες υπηρεσίες του Ελληνισμού στην Εκκλησία δεν μπορούν να δικαιολογήσουν καμιά έννοια περιουσίου λαού.
Περαίνοντας εκφράζουμε την απογοήτευσή μας για την προκατάληψη και την εχθρική στάση που τηρεί η πλειονότητα, δυστυχώς, των διανοουμένων στην ελληνική κοινωνία μας προς την ορθόδοξη πίστη μας και την ελληνορθόδοξη Παράδοσή μας. Αν μπορούσαν να ανακαλύψουν τον ανεκτίμητο πλούτο της και την ασύγκριτη ανωτερότητά της, δεν θα κατέφευγαν στα ξυλοκέρατα της Δύσεως. Δεν θέλουν όμως! Απεναντίας, επιδιώκουν διακαώς και διαχρονικώς, να μας αφομοιώσουν με το στανιό και με το ζόρι, στον φράγκικο Πολιτισμό, ο οποίος αποτελεί ένα ξένο σώμα στον Ορθόδοξο λαό μας. Θα κλείσουμε με μια εύστοχη επισήμανση συγχρόνου ερευνητού: «Οι ελληνορθόδοξοι ομιλούν ‘με!’ τους ιδίους τους Αγίους και ‘με!’ Τον ίδιο Τον Άγιο Τριαδικό Θεό, ενώ αντιθέτως οι Φραγκο-παπο-Δυτικοί ομιλούν ‘για!’ τους Αγίους και ‘για!’ τον (όποιο) Θεό. Μόνον οι Ελληνο-Ορθόδοξοι μπορούν να νιώσουν τη γιγαντιαία διαφορά της βιωματικής έννοιας του: ομιλούν ‘με!’, ως προς το ομιλούν ‘για!’ Αγίους και ‘για!’ Άγιο Τριαδικό Θεό». (Ηλία Καλλιώρα, «Ρωμιοσύνη, Ιστορικό, Οδοιπορικό, Αναβίωση», Αθήνα 2017, σελ.123).
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών