Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΣ ΕΠΙ ΑΙΡΕΣΕΙ;
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 15η Ιουλίου 2021
Ο Οικουμενισμός είναι παναίρεση, σύμφωνα με τον ομολογητή άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, δηλαδή σύστημα αιρέσεων και κακοδοξιών, συγκεφαλαιώνοντας όλες τις αιρέσεις του παρελθόντος. Το περίεργο, μάλλον το σατανικό, είναι ότι δεν υιοθετεί επίσημα κάποια από τις κακοδοξίες του παρελθόντος, αλλά και δεν απορρίπτει καμία. Αυτό σημαίνει ότι στο δαιδαλώδες σύστημά του χωράει κάθε πλάνη και κακοδοξία, όσο ακραία και αν είναι. Επίσης δεν απορρίπτεται η αλήθεια, αλλά εξισωμένη με τις πλάνες, σβήνεται στον κυκεώνα των κακοδοξιών του. Είναι άλλωστε γνωστές οι αρχές του νεοεποχίτικου θρησκευτικού συγκρητισμού: «πίστευε ό, τι θέλεις, όμως μην απολυτοποιείς την πίστη σου», «όλες οι θρησκείες είναι καλές και οδηγούν στον ίδιο Θεό» και ακόμη: «η αλήθεια δεν υπάρχει αυτούσια σε καμιά θρησκεία, αλλά είναι διαμοιρασμένη σε όλες τις θρησκείες, η πλήρης αλήθεια θα αποκαλυφθεί όταν ενωθούν οι θρησκείες»! Παράλληλα δίνεται και «μεσσιανική» διάσταση στον θρησκευτικό Οικουμενισμό, υποστηρίζοντας πως αν συντελεστεί η θρησκευτική ένωση του κόσμου, θα επέλθει η ειρήνη και η ευημερία στην οικουμένη!
Μήτρα του οικουμενιστικού θρησκευτικού συγκρητισμού είναι ο παραφθαρμένος δυτικός χριστιανισμός, ο οποίος παραχαράχτηκε και καταρρακώθηκε τα τελευταία χίλια χρόνια από τον αιρετικό φραγκολατινικό Παπισμό και κομματιάστηκε από το γέννημά του, τον επίσης αιρετικό Προτεσταντισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Οικουμενισμός γεννήθηκε στον προτεσταντικό χώρο, για να φρενάρει την αφάνταστη πολυδιάσπαση και να συγκολλήσει τα μυριάδες κομμάτια του. Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι το παναιρετικό Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣΕ) ιδρύθηκε στα σπλάχνα του Προτεσταντισμού το 1948 και παραμένει κατ’ ουσίαν προτεσταντικό, παρά την απαράδεκτη συμμετοχή Ορθοδόξων Εκκλησιών σ’ αυτό.
Μέσα στο νοσηρό αυτό πνευματικό και θρησκευτικό κλίμα αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια και ο κοσμικός Οικουμενισμός, η παγκοσμιοποίηση, ο οποίος αποσκοπεί στην πολιτική, οικονομική, πολιτιστική και θρησκευτική ενοποίηση του κόσμου, του οποίου ο θρησκευτικός συγκρητισμός είναι δική του επιδίωξη, με το μέλλον της ανθρωπότητας να φαντάζει αβέβαιο και δυσοίωνο.
Όπως είναι γνωστό, το Βατικανό έμεινε έξω από το ΠΣΕ, για λόγους τακτικής και μόνο, καθ’ ότι θεωρεί ότι «η καθολική εκκλησία» είναι η «αληθινή εκκλησία, υπό τον διάδοχο του αποστόλου Πέτρου» και πως αναμένει τους πάντες να υποταχτούν στην εξουσία του «Πάπα», διότι δεν εννοείται η Εκκλησία χωρίς εκείνον, χωρίς την «ορατή ενότητα με τον αντιπρόσωπο του Χριστού στη γη».
Όμως με την Β΄ Βατικανή Σύνοδο (1962-1965) θέσπισε τον δικό του Οικουμενισμό, με το γνωστό «Διάταγμα περί Οικουμενισμού», αναγνωρίζοντας «εκκλησίες» και εκτός του Παπισμού, όμως «ελλειμματικές», διότι δεν «βρίσκονται σε κοινωνία με τον διάδοχο του Πέτρου, την ορατή κεφαλή της Εκκλησίας», τις οποίες καλεί να ενταχτούν στην «καθολική εκκλησία». Αυτή άλλωστε την αντίληψη έχει ο Παπισμός και για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας.
Δυστυχώς το «μικρόβιο» του Οικουμενισμού είναι παρόν, εδώ και έναν αιώνα και στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Δια της λεγομένης «Οικουμενικής Κινήσεως», μια πλειάδα υψηλόβαθμων κληρικών (Πατριαρχών, Επισκόπων, Κληρικών, Μοναχών), αλλά και λαϊκών καθηγητών θεολόγων, συμμετέχουν ενεργά στις δραστηριότητες του Οικουμενισμού, για την επίτευξη της «χριστιανικής ενότητας». Βεβαίως, δεν μένουν σε απλές εθιμοτυπικές σχέσεις με τους συμμετέχοντες αιρετικούς στα οικουμενιστικά φόρα, αλλά προχωρούν σε ανεπίτρεπτα «ανοίγματα», ακόμα και σε συμπροσευχές, οι οποίες απαγορεύονται από τους Ιερούς Κανόνες, με την ποινή της καθαιρέσεως γα τους κληρικούς και του αφορισμού για τους λαϊκούς. Επίσης συμμετέχοντας στους ατέρμονους, ανούσιους και ανόσιους θεολογικούς διαλόγους, το μόνο που κατάφεραν είναι η συνεχιζόμενη σχετικοποίηση της Ορθοδόξου πίστεως και η αναγωγή των αιρέσεων σε «εκκλησίες» και επίσης η περιχαράκωση των αιρετικών στις πλάνες τους, αφού σε αυτούς δεν καταδεικνύονται οι κακοδοξίες, αλλά επιχειρείται να κατανοηθούν, ως «διαφορετικές παραδόσεις»! Έχει ήδη καταρριφθεί ο μύθος ότι οι Ορθόδοξοι συμμετέχουν σ’ αυτούς για να δώσουν την Ορθόδοξη μαρτυρία στους ετεροδόξους! Η μόνη χαμένη από τους διαλόγους είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία και κερδισμένοι οι αιρετικοί!
Ακούμε συχνά από επίσημα χείλη πως, οι δυτικές χριστιανικές κοινότητες (παπικών, παλαιοκαθολικών, αγγλικανών, προτεσταντών, κλπ) δεν είναι αιρετικές αλλά «εκκλησίες» με «διαφορετική παράδοση»! Δεν βλέπουν πλάνες, αλλά «διαφορετικές παραδόσεις» τις οποίες προσπαθούν να κατανοήσουν ως Ορθόδοξες. Για να θεμελιώσουν μάλιστα τον ισχυρισμό τους, ερωτούν: «τους δυτικούς χριστιανούς ποια Σύνοδος τους καταδίκασε ως αιρετικούς, αφού η αίρεση ορίζεται μόνο συνοδικά»; Ειδικά για τον Παπισμό διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι δεν είναι αίρεση και μάλιστα καταδικασμένη συνοδικά!
Θεωρούμε ότι οι ισχυρισμοί αυτοί είναι «εκ του πονηρού» και προβάλλονται για να πείσουν τους ανενημέρωτους θεολογικά και τους αφελείς. Τόσο ο Παπισμός, όσο και το γνήσιο απόπαιδό του ο Προτεσταντισμός είναι σαφέστατα και αποδεδειγμένα καταδικασμένοι από πλειάδα Ορθοδόξων Συνόδων, για τις δεκάδες πλάνες και κακοδοξίες τους, οι οποίες αποκρύπτονται σκοπίμως. Παράλληλα είναι καταδικασμένοι από το σύνολο των αγίων και θεοφόρων Πατέρων, από μεγάλους θεολόγους και φυσικά από την αλάνθαστη συνείδηση του Ορθοδόξου πληρώματος, το οποίο αυτό είναι ο τελικός φύλακας της σώζουσας αλήθειας της Εκκλησίας, όπως αποφάνθηκε εν Αγίω Πνεύματι η σπουδαία Σύνοδος των Πατριαρχών της Ανατολής του 1848.
Ως ανασκευή αυτής της αστήρικτης θεωρίας, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από μνημειώδη ομολογητική εργασία του αειμνήστου αγωνιστή και ομολογητή Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως κυρού Αμβροσίου, που είχε εκπονήσει κατά την περίοδο των απαράδεκτων ανοιγμάτων προς τον Παπισμό, του Πατριάρχου Αθηναγόρα, το οποίο πήραμε από το ιστολόγιο της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου (https://www.impantokratoros.gr/BD7FE22A.el.aspx).
Ο μακαριστός Μητροπολίτης αναφέρει μια λίστα Ιερών Συνόδων που καταδίκασαν των Παπισμό και τις πλάνες του. Επίσης αναφέρει και ονόματα αγίων οι οποίοι θεωρούσαν ξεκάθαρα τον Παπισμό ως αίρεση (φυσικά δεν υπήρξε ποτέ κάποιος άγιος που να μην ήταν σύμφωνος ως προς αυτό). Ο μακαριστός Ιεράρχης δίνει ηχηρή απάντηση σε όσους αρνούνται συνοδική καταδίκη του αιρετικού Παπισμού.
Έγραψε: «...Είναι λοιπόν “κατεγνωσμέναι” παρά Συνόδων ή Πατέρων αι αιρετικαί διδασκαλίαι της Δύσεως; Ας ίδωμεν: Η μεγάλη Σύνοδος του 879 εν Κωνσταντινουπόλει, η υπό πολλών θεωρουμένη ως Ογδόη Οικουμενική, δεχθείσα το Σύμβολον άνευ της προσθήκης του Φιλιόκβε, εδογμάτισε: “Πάντες ούτω φρονούμεν, ούτω πιστεύομεν. Τους ετέρως παρά ταύτα φρονούντας ή έτερον όρον αντί τούτου προβαλέσθαι τολμώντας, τω αναθέματι καθυποβάλλομεν. Ει τις παρά τούτο το ιερον Σύμβολον τολμήσειεν έτερον αναγράψασθαι ή προσθείναι ή αφελείν και όρον ονομάσαι αποθρασυνθείη, κατάκριτος και πάσης χριστιανικής ομολογίας απόβλητος. Εί τις τοίνυν, εις τούτο απονοίας ελάσας, τολμήσειεν έτερον εκθέσθαι Σύμβολον και όρον ονομάσαι ή προσθήκην ή αφαίρεσιν εν τω παραδεδομένω ημίν παρά της αγίας και οικουμενικής εν Νικαία το πρώτον μεγάλης Συνόδου ποιήσαι, ανάθεμα έστω!” (αυτόθι, σελ. 263-264). Ιδού, λοιπόν, βαρυτάτη, επισημοτάτη, πανηγυρικωτάτη και σχεδόν Οικουμενικού χαρακτήρος καταδίκη του αιρετικού και βλασφήμου Φιλιόκβε!
Ότε ο Πάπας Ρώμης Σέργιος ο Δ΄ εχρησιμοποίησε το Σύμβολον μετά της προσθήκης του Φιλιόκβε (1009), ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος, μετ’ απόφασιν Συνόδου, διέγραψε το όνομα του μνημονευθέντος Ρώμης Σεργίου εκ των διπτύχων της Ανατολικής Εκκλησίας, έκτοτε δε μέχρι σήμερον ουδέν παπικόν όνομα ετέθη εν αυτοίς» (Βασ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, εκδ. α΄, σελ. 344). Τα ονόματα των Προκαθημένων Εκκλησιών δεν διαγράφονται βεβαίως δια “τοπικά έθιμα”, αλλά δι’ αιρέσεις!
Τας Λατινικάς κακοδοξίας κατεδίκασε και η εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του 1054, οπότε εγένετο και το οριστικόν Σχίσμα, αποκαλέσασα ειδικώς το “Φιλιόκβε”, όχι “τοπικόν έθιμον”, αλλά “βλάσφημον δόγμα” (αυτόθι,σελ.344).
Τας Λατινικάς κακοδοξίας κατεδίκασαν και αι με τον Ησυχασμόν ασχοληθείσαι Σύνοδοι του 1341, του 1347 και του 1351.
Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1440, Σύνοδος εν Ρωσία κατά το 1441, Σύνοδος εν Ιεροσολύμοις κατά το 1443, Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1450, Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1484, κατεδίκασαν και απεκήρυξαν την ψευδοσύνοδον της Φλωρεντίας, η οποία είχε δεχθή την “ένωσιν” επί ψευδούς και ασυστάτου βάσεως, ήτοι μη θεωρήσασα ως αιρέσεις τας καινοτομίας της Δύσεως.
Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1722 καταδικάζει “της Λατινικής κακοδοξίας και κακοφροσύνης τα δόγματα” και αποφαίνεται ότι οι Λατίνοι δι’ αυτών “εξαπατώσι τους απλουστέρους, ευγάνοντές τους από τα ευσεβή Δόγματα της του Χριστού Εκκλησίας και σύροντές τους αθλίως εις τον βυθόν της απωλείας” (αυτόθι,το. Β΄,σελ. 823-824).
Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1727 αποκηρύσσει τας ετεροδιδασκαλίας των Λατίνων, παλαιάς τε και νέας και χαρακτηρίζει ταύτας “λήρον μακρόν και Κολακείας ψυχοβλαβούς εφευρέματα και ηπατημένης διανοίας γεννήματα” (αυτόθι, σελ.867).
Σύνοδος εν Κωσταντινουπόλει κατά το 1838 καταδικάζει δριμύτατα τας ετεροδιδασκαλίας του Παπισμού, ως “βλασφημίας κατά της Ευαγγελικής αληθείας”, ως “εωσφορικήν πλάνην”, ως “απομάκρυνσιν από του Θεού και της αμώμου και αδόλου Πίστεως του Ιησού Χριστού” κ.λ.π.(αυτόθι,σελ.896,902).
Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1848 καταδικάζει τον Παπισμόν ως αίρεσιν! “Τούτων των πλατυνθεισών, κρίμασιν οίς οίδε Κύριος, επί μέγα μέρος της Οικουμένης αιρέσεων, ήν ποτε ο Αρειανισμός, έστι δε την σήμερον και ο Παπισμός”, όν χαρακτηρίζει ως ανατρέποντα πάσας τας Οικουμενικάς Συνόδους δια των πλανών του!(Αυτόθι, σελ.906).
Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει κατά το 1895 καταδικάζει τας ετεροδιδασκαλίας του Παπισμού, ως “φρονήματα υπερφιάλου αλαζονείας”, ως “καινοτομίας αθέσμους και αντιευαγγελικάς”, ως “ουσιώδεις περί την Πίστιν διαφοράς αναγομένας εις τα θεοπαράδοτα της Πίστεως Δόγματα”, ως “αντιευαγγελικάς και παναθέσμους”, ως “σπουδαίας και ουσιώδεις περί την Πίστιν διαφοράς”, της νοθεύσεως των συγγραμμάτων των Εκκλησιαστικών Πατέρων και της παρερμηνείας της τε Αγίας Γραφής και των Όρων των Αγίων Συνόδων”, και επάγεται: “Διό και δικαίως απεκηρύχθη και αποκηρύσσεται, εφ όσον αν εμμένη εν τη πλάνη αυτού” (αυτόθι, σελ.933,935,936,938,942).
Και συνεχίζει η αποκαλυπτική μελέτη του μακαριστού Ιεράρχη: «Ερωτώμαι: έπρεπε ο Πατριάρχης να ηρώτα προηγουμένως εμέ αν ενέκρινον τα διάφορα διαβήματά του; Βεβαίως όχι! Ποίος είμαι εγώ ώστε να με ερωτήση ο Πατριάρχης; Θα ήτο τραγική δι’ έμέ τοιαύτη αξίωσις! Είχον όμως μίαν αξίωσιν. Να ερωτήση τας Συνόδους του 867, του 879, του 1009, του 1054, του 1341, του 1347, του 1351, του 1440, του 1441, του 1443, του 1450, του 1484, του 1722, του 1727, του 1838, του 1848, του 1895, να ερωτήση τους αγίους Πατέρας και τους σοφούς Διδασκάλους της Εκκλησίας, να ερωτήση τον άγιον Φώτιον, τον ιερόν Θεοφύλακτον, τον άγιον Γρηγόριον Παλαμάν, Συμεών τον Θεσσαλονίκης, τον άγιον Μάρκον Ευγενικόν, τον Ευγένιον Βούλγαρην, τον Νικηφόρον Θεοτόκην, τον άγιον Νικόδημον, τον άγιον Νεκτάριον και λοιπούς και λοιπούς και λοιπούς, να ερωτήση, πολλώ μάλλον, τας σεπτάς και θεοκινήτους Οικουμενικάς Συνόδους, αι οποίαι δια των αγίων και ιερών Κανόνων των απαγορεύουν, επί ποινή καθαιρέσεως, πάσαν συμπροσευχήν μετά αιρετικών, σχισματικών ή και ακοινωνήτων και αν όλοι αυτοί ενέκρινον τα διαβήματά του, τας δηλώσεις του, τας συμπροσευχάς του, τους εν γένει τρόπους του, τότε μάλιστα! Ουδείς θα είχε δικαίωμα να διαφωνήση, ουδείς να διαμαρτυρηθή, ουδείς να εμποδίση. Όταν όμως ο Παναγιώτατος ενεργή αντιθέτως προς Συνόδους, προς Πατέρας, προς Κανόνας, ως εάν πάντες αυτοί να μη είχον αληθινήν αγάπην και να μη ενδιεφέροντο διακαώς δια την πλήρωσιν του αιτήματος του Κυρίου “ίνα πάντες εν ώσιν”, αλλά να ήσαν πλήρεις μίσους και αδιαφορίας, τότε και ημείς δικαιούμεθα (δικαιούμεθα ή υποχρεούμεθα, εκόντες άκοντες;) να ενεργήσωμεν αντιθέτως προς τον Παναγιώτατον! Δι ημάς υπέρ πάντα Πατριάρχην κείνται οι άγιοι Πατέρες, αι σεπταί Σύνοδοι, οι ιεροί Κανόνες. Και, ευρισκόμενοι τυχόν προ θλιβερών διλημμάτων υπακοής...».
Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτε περισσότερο στα όσα αναφέρει ο αοίδιμος αγωνιστής Επίσκοπος, ο οποίος μάλιστα είχε διακόψει (μαζί με άλλους δύο) το μνημόσυνο του Μακαριστού Πατριάρχου Αθηναγόρα, για τα ασυγκράτητα ανοίγματά του προς τον αμετανόητο Παπισμό. Τα ιστορικά και θεολογικά στοιχεία που παραθέτει είναι αναντίρρητα. Ο Παπισμός είναι πολλαπλώς συνοδικά καταδικασμένος για σωρεία αιρέσεων και κακοδοξιών, με κορυφαία πλάνη την αίρεση του φιλιόκβε, η οποία προσβάλει το μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Επαναλαμβάνουμε και εμείς τα λόγια του μακαριστού Μητροπολίτου Αμβροσίου στους σύγχρονους αρνητές των δεκάδων αιρέσεων του Παπισμού και του Προτεσταντισμού: να μην ρωτούν εμάς αν είναι καταδικασμένοι συνοδικά, αλλά τις προαναφερόμενες Συνόδους και την πλειάδα των αγίων Πατέρων, οι οποίοι, με ένα στόμα, καταδεικνύουν τον δυτικό χριστιανισμό ως αιρετικό.
Το μόνο που θα θέλαμε να προσθέσουμε για την πανσπερμία των Προτεσταντών είναι καταδικασμένοι ως αιρετικοί από όλες τις ως άνω Συνόδους, αλλά και από την αγία Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431) ως αρνουμένους την Αειπαρθενία της Θεοτόκου και από την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο (787), ως εικονομάχους και αγιομάχους.
Περαίνοντας την ανακοίνωσή μας θα θέλαμε να εκφράσουμε την αγωνία μας για τα όσα δραματικά συμβαίνουν στο χώρο της «Οικουμενικής Κινήσεως». Παρακολουθούμε τις εξελίξεις, οι οποίες είναι καταιγιστικές. Οι δηλώσεις από επίσημα χείλη περί επικείμενου «κοινού Ποτηρίου» με τον αμετανόητο Παπισμό μας δημιουργούν αισθήματα λύπης και ανησυχίας. Από τα λεγόμενά τους, το 2025, ίσως θα έχουμε πολύ δυσάρεστες εξελίξεις, διότι τη χρονιά αυτή, που συμπληρώνονται 1700 χρόνια από την σύγκληση της αγίας Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325), πρόκειται να πραγματοποιηθεί «παγχριστιανική σύνοδος», η οποία θα σημάνει και το «τέλος της διαιρέσεως του χριστιανικού κόσμου», δηλαδή θα εξαγγείλουν την «ένωση των εκκλησιών», κύρια με το Βατικανό, χωρίς την αποβολή των πλανών! Τότε προβλέπεται και η αλλαγή εορτασμού του Πάσχα, εναρμονιζόμενο με τους αιρετικούς της Δύσεως!
Για τούτο είναι επιτακτική ανάγκη η εγρήγορση του Ορθοδόξου πληρώματος, για την αποτροπή των καταχθονίων σχεδίων, για την άλωση της Ορθοδοξίας, με την συγκόλληση της σώζουσας αλήθειας με το ψεύδος και τις πλάνες. Μια τέτοια ένωση, εναρμονισμένη με τις αρχές του θρησκευτικού συγκρητισμού και του δαιμονικού πνεύματος του Οικουμενισμού, εξυπηρετούσα εγκόσμιες σκοπιμότητας, όχι μόνο δεν θα είναι φιλόθεη, αλλά απόλυτα δαιμονική. Το γνήσιο οικουμενικό και πανανθρώπινο μήνυμα της Εκκλησίας είναι ένα: κλήση του πτωτικού κόσμου να αναγεννηθεί εν Χριστώ στις σωστικές αγκάλες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, της μοναδικής, Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού, όπως οριοθέτησε η αγία συνοδική παράδοση της Εκκλησίας μας και περιφρούρησαν οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες! Καμιά παρέκκλιση από αυτή τη γραμμή!
Εκ του Γραφείου επί των αιρέσεων και των παραθρησκειών