28 Ιουλίου: Οἱ Ἅγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων καὶ Παρμενᾶς οἱ Ἀπόστολοι καὶ Διάκονοι.
«Ὃς ἐὰν θέλη ἐν ἡμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος».
Ὅποιος, δηλαδή, θέλει νὰ γίνει μέγας μεταξύ σας, εἶπε ὁ Κύριος, ἂς εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἂς μαθαίνει νὰ γίνεται ἐξυπηρετικὸς στοὺς ἄλλους. Σ' αὐτὴ τὴν κατηγορία ἀνθρώπων ἀνήκαν καὶ οἱ ἀπόστολοι – ἀπὸ τοὺς 70 μαθητὲς τοῦ Κυρίου – Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων καὶ Παρμενᾶς. Αὐτοὶ ἦταν μεταξὺ τῶν ἑπτὰ ἐκλεγμένων διακόνων τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων (Πράξ. στ' 5).
Τὸ ἔργο τους ἦταν νὰ ὑπηρετοῦν καὶ νὰ ἐπιστατοῦν στὴ διατροφὴ τῶν ἀπόρων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν. Ἀλλὰ ὑπηρετοῦσαν καὶ στὴ διάδοση τοῦ Θείου Λόγου. Ἔτσι ἀργότερα, ὁ μὲν Πρόχορος ἀκολούθησε τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη στὴ Μικρὰ Ἀσία, ὅπου ἔγινε ἐπίσκοπος Νικομήδειας καὶ ἀναδείχθηκε τέλειος διάκονος τοῦ ἐπισκοπικοῦ καθήκοντος.
Ὁ δὲ Τίμων ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο στὰ Βόστρα τῆς Ἀραβίας, ὅπου εἶχε σταλεῖ νὰ ὑπηρετήσει τὸ Εὐαγγέλιο.
Οἱ ἄλλοι δύο, ὁ Νικάνωρ καὶ ὁ Παρμένος, πέθαναν στὴν Ἱερουσαλήμ, ἐκτελώντας τὸ διακονικό τους ἔργο. Κηδεύθηκαν ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους, κάτω ἀπὸ τὸ πένθος ὅλης της Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ὑπηρέτησαν μὲ τόσο ζῆλο καὶ ἐπιτυχία.
Ἔτσι, ὁ καθένας χωριστά, ἀναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ». Δηλαδὴ πιστὸς διάκονος στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου.