ΟΜΙΛΙΑ ΠΟΥ ΕΚΦΩΝΗΘΗΚΕ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ
«Πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ ὑγεία» ἀκοῦμε ἰδιαιτέρως τόν τελευταῖο καιρό, συχνά πυκνά, σάν εὐχή ἀπό τά στόματα ὅλων τῶν κοινῶν θνητῶν. Καί ὅμως! Δέν μοῦ ἀρκεῖ ἡ σωματική προσωρινή ὑγεία. Αὐτό πού ἀναζητῶ εἶναι ἡ ζωή, ἡ νίκη ἐπί τοῦ θανάτου. Διότι, ἀληθῶς ὁ Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος. Τό πιστεύουμε ἄραγε; Ἡ ἐπιθυμία ὅλων τῶν ἀνθρώπων εἶναι νά καταργήσουν, νά καταστρέψουν τόν θάνατο. Αὐτό ὅμως πῶς ἀλλιῶς νά ἐπιτευχθεῖ; Ἕνας τρόπος ὑπάρχει. Νά ὑπερισχύσουν καί νά ἀφανίσουν τήν ἁμαρτία, μέ τήν ἁγιότητα.
Τό παράδοξο εἶναι ὅτι ἐνῶ βλέπουμε ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος τῶν προσπαθειῶν πώς μέσα στούς αἰῶνες σέ ὅλους τούς κόσμους καμμία ἀνθρώπινη δύναμις δέν μπόρεσε, οὔτε μπορεῖ οὔτε θά μπορέσει σύμφωνα ἀκόμη καί μέ τούς ἐπιστήμονες νά πετύχει αὐτό τό ἀποτέλεσμα, δέν προβληματιζόμαστε γιά τό πῶς μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε ἁγιότητα.
Ὁμοθυμαδόν ἀποφαίνονται ὅτι ἡ νίκη κατά τοῦ θανάτου εἶναι ἀδύνατον καί ἀκατόρθωτον. Ὅσο γιά τήν ἁγιότητα μειδιοῦν εἰρωνικά.
Παρ΄ὅλο πού ἔμαθαν στό σχολεῖο πού τέλειωσαν μέ ἄριστα, ἔστω θεωρητικά, ὅτι ἐξ ἀποκαλύψεως γνωρίσαμε τόν Θεό καί ἐπιπλέον πώς μία καί μοναδική δύναμις ὑπάρχει γιά τήν ὑλοποίηση τοῦ ἀνωτέρου στόχου πού προαναφέραμε.
Αὐτή εἶναι ἡ ἀλλοίωσις τῆς Δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ θεϊκή θεία ἐνέργεια, ὁ ὅλος Θεός, ὁ Ἰσχυρός θεάνθρωπος Χριστός στόν ὁποῖο κατοικεῖ «πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητας ». (Κολ.β΄,9 )
Γι΄αὐτό καί μόνον γι΄ αὐτό ἦρθε ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας, νά μᾶς φωτίσει μέ τό φῶς τῆς θείας γνώσεως,[1] νά μᾶς ζωογονήσει, νά ἀναστήσει ὅλους ἐμᾶς, τούς ἐν ἁμαρτίαις νεκρούς, ἀπό τόν θάνατο καί μάλιστα τόν αἰώνιο θάνατον. Τό ἔπραξε καί ἀδιαλείπτως τό πράττει στούς αἰῶνες, γιά ἐκείνους πού μέ πίστη προσέρχονται σ΄Αὐτόν. Γιατί Αὐτός ὑπάρχει Ὅλος στήν ἐκκλησία Του, στό σῶμα Του. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριος, εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. « Τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου » (Ἐφεσ. α΄, 23 ).
Καί ἐρωτῶμεν: Ἀπό τήν στιγμήν πού ἐνυπάρχει μέσα μας ὁ Χριστός δηλαδή ὁλόκληρος ὁ Θεός, πῶς εἶναι δυνατόν νά φοβηθοῦμε στίς ἀσθένειες ἤ καί ἀκόμη περισσότερο καί αὐτόν τόν θάνατον; [2] Φοβοῦνται ἤ ἀκόμα χειρότερα πεθαίνουν οἱ κατά χάριν Θεοί;
« Ἐγώ εἶπα· θεοί ἐστε καί υἱοί Ὑψίστου πάντες·ὑμεῖς δέ ὡς ἄνθρωποι ἀποθνήσκετε καί ὡς εἷς τῶν ἀρχόντων πίπτετε».(ψαλμ., πα’, 6-7)
« ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἄν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καί πᾶς ὁ ζῶν καί πιστεύων εἰς ἐμέ οὐ μή ἀποθάνῃ εἰς τόν αἰῶνα ». (Ἰω. 11,26 ) Ἡ ὀρθόδοξος ἐκκλησία λοιπόν, τό θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πραγματώνει-τελεῖ τήν ἕνωση ὅλων τῶν ὄντων καί κτισμάτων ἀπομονώνοντας τήν ἁμαρτία δηλαδή τήν αἰτία τῆς ἀσθένειας καί τοῦ θανάτου, ἀποκαθιστώντας τήν ἑνότητα ἀνάμεσα στό κτῖσμα καί τόν Κτίσαντα καί διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Μεσσίου τήν ἑνότητα τῶν κτισμάτων μεταξύ τους, συνεπῶς καί τήν ἑνότητα καί τῶν ἀγγέλων, τήν σύναξιν τῶν ὁποίων ἑορτάζομεν, καί ἀνθρώπων.[3] Πρός τοῦτο, οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι χιλιάδες χιλιάδων καί μυριάδες μυριάδων καί τά ἐννέα τάγματα, εἶναι λειτουργικά πνεύματα ἀποστελλόμενα ὑπό τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, διά τοῦ Ἰησοῦ, στούς ἀνθρώπους, μέ σκοπό καί στόχο τήν σωτηρία ὅλων ὅσων πιστεύουν ἤ θά πιστεύσουν στό Θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Μεσσίου καί στήν ἁγία ὀρθόδοξη ἐκκλησία Του βαπτιζόμενοι ὀρθοδόξως καί κοινωνοῦντες τό πανάχραντο Σῶμα καί πανάγιον Αἷμα τοῦ Θεανθρώπου στήν ὀρθόδοξη θεία λατρεία Του.[4]
Γι΄αὐτό καί ὁ ὀρθόδοξος νομοθέτης στό Σύνταγμα τῆς Ἐλλάδος καί σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τούς κατά χάριν θεούς, τουτέστιν τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς, κατοχυρώνει εἰς τά ἄρθρα 13,παρ.2, ἐδάφιον πρῶτον, τοῦ Συντάγματος τῆς πατρίδος μας, ὅπως ἐπίσης, ἄρθρον 10, παρ.1, τοῦ χάρτου θεμελιωδῶν δικαιωμάτων τῆς Ε.Ε (ΧΘΔΕΕ), τό ἀπαραβίαστον, δηλαδή τήν μή ἀπαγόρευση τῆς θ. Λατρείας διότι συμφώνως τῆς παρ.2, τοῦ ἀριθμοῦ 13 τοῦ Συντάγματος τά τῆς Λατρείας « τελοῦνται ἀπολύτως ὑπό τήν προστασία τῶν νόμων ». Ἄρα, οὐδείς νόμος καί οὐδεμία νομοθετική πράξις, δύναται νά ἀπαγορεύσει τήν θ. Λατρεία, ὅπως καί τό ὕψιστον ἀγαθόν τῆς θ. κοινωνίας στούς κατά χάριν θεούς δηλαδή στούς ὀρθοδόξους χριστιανούς, ἀλλά τουναντίον μάλιστα ὀφείλει νά τούς προστατεύει καί νά μήν τούς συμπεριφέρεται σάν νά εἶναι κοινοί ἄπιστοι ἄνθρωποι, πού φοβοῦνται τίς ἀσθένειες καί τόν θάνατο, ὅπως συμβαίνει σέ ὅσους ζοῦν σάν ἄθεοι εἰς τόν κόσμον καί χωρίς πίστη στόν Θεάνθρωπον ἱατρόν καί νικητή τῶν ἀσθενειῶν καί τοῦ θανάτου Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Σωτήρα. (βλέπε τήν Εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς Ζ΄ Λουκά-ἤτοι τήν ἀνάσταση τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου καί τήν θεραπεία τῆς αἱμορροούσης γυναικός
Τό λοιπόν, τόν λόγο ἔχουν ἡ ἕνωσις τῶν εἰσαγγελέων και δικαστῶν τῆς χώρας μας, οὔτως ὥστε νά ἀποκαταστήσουν τήν ἀδικία, πού γίνεται εἰς βάρος τῶν κατά χάριν θεῶν, δηλαδή τῶν κατά τήν χάριν τοῦ Ἰησοῦ ἁγίων ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Αὐτῶν δηλαδή τῶν κληρονόμων τῆς αἰωνίου βασιλείας τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀδελφῶν τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου, Ἰησοῦ τοῦ Μεσσίου, πού ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ καί ἀποδώσῃ εἰς ἕνα ἕκαστον κατά τά ἔργα αὐτοῦ.
Ναί ἔρχου Κύριε Ἰησοῦ. Ἀμήν.
[1] « Ἡ Γέννησίς σου Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τό φῶς τό τῆς γνώσεως· ἐν αὐτῇ γάρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες, ὑπό ἀστέρος ἐδιδάσκοντο, σέ προσκυνεῖν , τόν Ἤλιον τῆς δικαιοσύνης,καί σέ γινώσκειν ἐξ ὕψους ἀνατολήν, Κύριε δόξα σοι». (Ἀπολυτίκιον τῆς τοῦ Χριστοῦ γεννήσεως)
[2] «Ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώση ἐπ΄ ἐμἐ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ».(Β. ΚΟΡ.,ΙΒ΄ -9)
[3] «Σέ τόν ἀρρήτως ἑνώσαντα, τοῖς ἐπουρανίοις Χριστέ τά ἐπίγεια, καί μίαν Ἐκκλησίαν, ἀποτελέσαντα Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, ἀκαταπαύστως μεγαλύνομεν ».(Μηναῖον Νοεμβρίου, Κανών β΄.Ὠδή θ΄, Ἦχος πλ.δ΄)
[4]« Παιδιά μου, προσέχετε. Πρέπει νά φροντίσουμε νά προσκολληθοῦμε στό Χριστό καί νά γίνουμε ἅγιοι. Καί νά μποῦμε μέσα στην Ἐκκλησία Του καί ὅλοι μέσα στήν Ἐκκλησία Του νά γίνουμε ἔνα σῶμα. Ὅλοι δηλαδή οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Καί ὅταν αὐτό κατορθώσουμε τότε, γιά μᾶς πού θα κατορθώσουμε να μποῦμε στήν ἐκκλησία Του δέν ὑπάρχει γιά μᾶς οὔτε θάνατος, οὔτε κόλαση, οὔτε διάβολος…».( ἈΠΌ ΤΙΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΤΟΥ ΑΓ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ).