Τρεῖς Ἀρχιεπίσκοποι καί τά ράσα

Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰωάννου Φωτοπούλου

Τρεῖς Ἀρχιεπίσκοποι καί τά ράσα.

 Ὁ ἃγιος Συμεών Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ μέγας Πατήρ καί λειτουργιολόγος δίδει μιά σύντομη ἀλλά θαυμάσια πνευματική ἑρμηνεία τῆς ἱερατικῆς ἀμφιέσεως, ἐξηγῶντας ἔτσι τή σημασία πού ἔχει ἡ κληρική ἐνδυμασία τόσο γιά τούς κληρικούς ὃσο καί γιά τούς λαϊκούς.  Στό βιβλίο “Περί τῶν ἱερῶν χειροτονιῶν” καί στά κεφάλαια ΡΠΕ΄ καί ΡΠΣΤ΄ ὁμιλεῖ “περί ἐνδυμάτων ἀνηκόντων κοσμικοῖς χειροτονηθεῖσι διακόνοις καί πρεσβυτέροις” καί πιό συγκεκριμένα “Περί ἱερῶν ἐνδυμάτων, ἱματίου, καμισίου καί τῶν λοιπῶν”. 

Λέγει λοιπόν ὃτι μετά  τήν χειροτονία του ὁ ἱερεύς ἄν μέν προέρχεται ἀπό τή μοναχική τάξη ἐνδύεται τά συνήθη, μοναχικά δηλ. ἐνδύματα ἐνιῶ ἄν εἶναι ἀπό τούς “κοσμικούς” δηλ. τούς λαϊκούς “περιβάλλεται ἄμφια ἃ καί ὁ διάκονος ἀμφιέννυται, σημαντικά τῆς ἱερωσύνης, καί διά τήν εὐλάβειαν ὀξέα ἤ μέλανα καί κατά τό λεγόμενον ἱμάτιον ἐραμμένα” δηλ. φοράει ἐνδύματα σάν κι αὐτά τοῦ διακόνου πού φανερώνουν τήν ἱερωσύνη καί τά ὁποῖα  εἶναι χάριν εὐλαβείας σκοῦρα ἤ μαῦρα καί ραμμένα ὃπως τό ἱμάτιο.  Καί πιό κάτω λέγει ὃτι ὁ ἀναγνώστης πρίν δεχθεῖ τή σφραγίδα τῆς χειροθεσίας εὐλογεῖται ἀπό τόν ἀρχιερέα καί ἐνδύεται τό ἱμάτιο “μέλαν ὄν διά τήν ταπείνωσιν ὡς εἰρήκαμεν τε καί συστολήν. τοιαῦτα γάρ τά τοῦ πένθους.καί ἄχρι ποδῶν καί εὐρύχωρον διά τήν εὐλάβειαν μετά τῆς θείας ἀγάπης...Σταυροῦ δέ τύπον ἐπέχει τιῶ μήκει τε καί τοῖς μανικίοις.  Tαῦτα μέν οὖν τά ἱμάτια κοινά πᾶσι...εἰς τιμήν τῆς ἱερωσύνης...Τοίνυν οἱ διάκονοί τε καί ἱερεῖς ὃμοια τοῖς ἱματίοις ἄνωθεν ἐνδύονται ἄμφια καί ἐπί κεφαλὴς τά σκιάδια καί λοιπά συνήθη φορέματα, πάντα σταυρόν ἐκτυποῦντα, ὡς καί αὐτό τό σκιάδιον. ἐπεί καί τοῦ ἐσταυρωμένου δι᾿ ἡμᾶς εἰσί λειτουργοί...”  Μεταφράζουμε : “Αὐτό τό ἱμάτιο εἶναι μαῦρο, ὃπως εἴπαμε, χάριν ταπεινώσεως καί συστολῆς πού εἶναι τά χαρακτηριστικά τοῦ κατά Χριστόν πένθους.  Κι εἶναι μακρύ ὡς τά πόδια καί εὐρύχωρο χάριν εὐλαβείας καί ὡς εἰκόνα τῆς θείας ἀγάπης.  Παρουσιάζει ἀκόμα τύπο τοῦ Σταυροῦ μέ τό μῆκος  καί τά μανίκια του.  Λοιπόν αὐτά τά ἱμάτια εἶναι κοινά σ᾿ ὃλους τούς κληρικούς ὡς τιμή πρός τήν ἱερωσύνη.  Καί οἱ διάκονοι καί οἱ ἱερεῖς  φοροῦν ἐνδύματα ὃμοια μέ τά ἱμάτια καί στήν κεφαλή τους σκιάδια καί τά ὑπόλοιπα συνήθη  γιά τούς ἱερεῖς φορέματα πού ὃλα τους τυπώνουν (εἰκονίζουν )τό Σταυρό καθώς καί τό σκιάδιο.  Κι αὐτό, γιατί εἶναι λειτουργοί τοῦ Ἐσταυρωμένου”

Τί μᾶς διδάσκει ἐδῶ ὁ ἃγιος Συμεών; ἄς τό δοῦμε ἀναλυτικά:

α) ὃτι οἱ κληρικοί ἃμα τιῆ χειροτονίᾳ τους φοροῦν ἐνδύματα  σ η μ α ν τ ι κ ά  τῆς ἱερωσύνης.  Μέ τά ράσα τους οἱ κληρικοί φανερώνουν στόν κόσμο τή δωρεά τ῀ὴς ἱερωσύνης πού ἔλαβαν.  Ἡ ἱερωσύνη εἶναι ἡ ἔνσαρκη μαρτυρία σωτηρίας τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία πρέπει νά φανερώνεται  στούς μέν πιστούς καί καλοπροαιρέτους ὡς ἐλπίδα, στούς δέ ἀπίστους ὡς ἔλεγχος.

β) ὃτι τά ἐνδύματα αὐτά εἶναι σκοῦρα καί συνηθέστερα   μ α ῦ ρ α.  Γιατί; Γιά νά δηλώνεται ἡ εὐλάβεια, ἡ συστολή ἡ ταπείνωση δηλ. τό κατά Χριστόν πένθος πού πρέπει νά χαρακτηρίζει τόν κληρικό.  Ἐξάλλου τό μαῦρο χρῶμα εἶναι ἀπόλυτα συμβατό μέ τήν αἰσθητική τῆς ἐνδυμασίας γενικώτερα, τόσο τῆς ἐπισήμου ὃσο καί τῆς σύγχρονης καθημερινῆς, ἀνδρικῆς καί γυναικείας.  Τό μαῦρο ράσο μέ τίς χειρίδες του, εἶναι ἐν ταυτιῶ ταπεινό καί μεγαλειῶδες, ὃπως εἶπε καί ὁ Γκόγκολ. (ἄς τ᾿  ἀκούσει ὁ κ. Μπούμης πού συνεχίζει νά μιλάει γιά δυνατότητα τῶν τοπικῶν συνόδων νά ἐπιτρέπουν ἀκόμα καί λευκά ράσα ἀ  λά...Μπίν Λάντεν!).

γ) ὃτι τά ἱερατικά ἐνδύματα ε῏ναι ραμμένα σάν ἱμάτια δηλ. εἶναι   ε ρ ύ χ ω  ρ α  καί   μ α κ ρ ι ά  μέχρι τά πόδια χάριν εὐλαβείας καί γιά νά εἰκονίζεται   εὐρυχωρία τῆς θείας ἀγάπης κατ᾿  εἰκόνα τὴς ὁποίας πρέπει νά ζεῖ καί νά κινεῖται ἱερεύς.

δ) ὃτι ὑπάρχουν κι ἄλλα ἱερατικά ἐνδύματα, ἀντίστοιχα μέ τό ζωστικό (ἀντερί) καθώς καί κ ά λ υ μ μ α   κ ε  φ α λ ς  πού τότε ἦταν τό σκιάδιο καί τώρα εἶναι ...ἀπόγονος του τό    κ α λ λ υ μ α ύ χ ι.

ε) ὃτι ὃλη ἱερατική ἀμφίεση εἶναι ἓνας ζωντανός τύπος τοῦ Σταυροῦ ἐπειδή οἱ κληρικοί εἶναι λειτουργοί τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἐπειδή πρέπει ζωή τους νά σφραγίζεται ἀπό φρόνημα σταυρικό καί μέ τήν ἀμφίεσή τους ἀκόμη νά κηρύττουν τόν λόγον τοῦ Σταυροῦ, ὁποῖος τοῖς μέν ἀπολλυμένοις” (γιά ὃσους χλευάζουν τό ράσο κι ,τι αὐτό κατά τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Συμεών ἐκφράζει) “μωρία ἐστί, τοῖς δέ σωζομένοις” (γιά ὃσους τιμοῦν κι εὐλαβοῦνται τό τίμιο ράσο κι ,τι αὐτό ἐκφράζει) δύναμις Θεοῦ ἐστί” (Κορ.Α᾿  1,18).  Αὐτά μᾶς λέγει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Συμεών.

 

Ἂς ἔλθουμε τώρα σέ κάποιον ἄλλο ἃγιο Ἀρχιεπίσκοπο, τόν ἃγιο Λουκᾶ τόν Θαυματουργό, Ἀρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως καί Κριμαίας, ὁ ὁποῖος ζεῖ περίπου 500 χρόνια ἀργότερα(1887-1961), στίς μέρες μας, στή Ρωσία.  Τό Βίο του στά Ἑλληνικά (“῾O Ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς”), πλήρη χάριτος καί ὠφελείας πνευματικῆς, ὀφείλουμε στόν παιδικό φίλο, ἀδελφό καί συλλειτουργό π. Νεκτάριο Ἀντωνόπουλο, Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σαγματᾶ Θηβῶν.  Ἀπό κεῖ εἶναι καί οἱ σελίδες στίς ὁποῖες παραπέμπουμε.  Ὁ ἃγιος Λουκᾶς, διάσημος χειρουργός καί καθηγητής στή Ρωσία καί στό ἐξωτερικό ἀνταποκρίθηκε ἀμέσως στήν κλήση τοῦ Θεοῦ καί δέχθηκε μέ χαρά τή δωρεά τῆς ἱερωσύνης καί τό συνακόλουθο ἱερατικό ἔνδυμα τό 1921, μέσα  δηλ. στή φωτιά τοῦ κομμουνισμοῦ. “Ἀπό τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας του” διαβάζουμε, “...χειρουργοῦσε καθημερινά, παρέδιδε μαθήματα στήν  Ἰατρική Σχολή πάντα μέ τό ράσο του καί τό σταυρό του”.(σ.86) “...παντοῦ ὃπου πήγαινε κυκλοφοροῦσε μέ τήν ἱερατική του περιβολή...Πολλές φορές προσπάθησαν (οἱ ἄθεοι) νά τόν πείσουν νά  σταματήσει νά κυκλοφορεῖ μέ τό ράσο καί τό σταυρό καί νά ἀφήσει τήν ἱερωσύνη...δέν ὑποχωροῦσε μέ τίποτα.  Λειτουργοῦσε, κήρυττε, δίδασκε στό Πανεπιστήμιο μέ τό ράσο του...(σ.87).Κατά τήν ἐξορία του “κάποια μέρα τόν κάλεσαν στήν G.P.U. Παρουσιάστηκε, ὃπως πάντα, ὡς ἐπίσκοπος, μέ τό ράσο του καί τό εγκόλπιό του..”(σ.129).  “Στό Λένιγκραντ τόν κάλεσε προσωπικά ὁ..πρόεδρος τῶν Σοβιέτ τῆς πόλης..τόν προέτρεψε νά παραιτηθεῖ ἀπό τήν ἱερωσύνη καί νά βγάλει τό ράσο του.  Τοῦ ὑποσχέθηκε δέ, ὃτι θά δημιουργοῦσαν εἰδικό ἐρευνητικό ἰνστιτοῦτο γιά τόν ἴδιο...Ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς αρνήθηκε νά παραιτηθεῖ ἀπό τήν ἱερωσύνη”.(σ.213).  Κατά τήν τέταρτη(!) σύλληψή του ὁ ἃγιος ἔλεγε σ᾿ ἓνα συγκρατούμενό του: “Μοῦ λένε νά βγάλω τό ράσο, ἀλλά δέ θά τό κάνω ποτέ. Τό ράσο μέχρι τό θάνατό μου θά μείνει μαζί μου...”(σ. 242)  “Ὁ γιατρός τῶν φυλακῶν Ὀμπόγιεφ τόν κάλεσε στό γραφεῖο του.  Τοῦ εἶχαν δώσει ἐντολή νά τόν πείσει νά βγάλει τό ράσο του, νά μή δίνει “εὐλογία” καί γενικά νά μήν “τ ρ αβ ά ε ι    τ ή ν  π ρ ο σ ο χ ή “.ἔδωσε (ὁ  ἃγιος) στόν Ὀμπόγιεφ νά καταλάβει μέ εὐγενικό τρόπο ἀλλά καί σταθερότητα ὃτι αὐτό πού τοῦ ἀνέθεσαν νά κάνει ἦταν ὑπεράνω τῶν δυνάμεών του”.(σ.243). 

Σέ ἄλλη περίπτωση διηγεῖται ὁ ἴδιος: “Εἶχα πρόταση ἀπό τό ὑπουργεῖο Ὑγείας νά μιλήσω σ᾿ ἒνα συνέδριο...ἔδωσα τή συγκατάθεσή μου, ἀλλά ἔγραψα πώς ὁ διευθυντής τοῦ Ὑγειονομικοῦ μοῦ ἀπαγορεύει νά βγαίνω μέ τό ράσο καί ὃτι ὁ Πατριάρχης μού ἀπαγορεύει νά βγαίνω χωρίς ράσο.  Εγραψα σχετικά στόν Πατριάρχη. Μοῦ ἀπάντησε μ᾿ ἓνα γράμμα ὃτι συμφωνοῦσε μαζί μου.  Ἡ ἄποψή του εἶναι ὃτι ὃτι τό νά ἐμφανίζομαι ντυμένος στά πολιτικά καί νά κρύβω τά μαλλιά μου μπροστά στό ἀκροατήριο, ὃταν ὃλοι γνωρίζουν πώς εἶμαι ἀρχιερέας, σημαίνει πώς ντρέπομαι γιά τό ἱερατικό μου ἀξίωμα. ἄν τό συνέδριο θεωρεῖ ἀπαράδεκτη καί προσβλητική γιά τό κοινό τήν παρουσία τοῦ ἀρχιερέα, τότε καί ὁ ἀρχιερέας πρέπει νά θεωρεῖ ἀναξιοπρεπές γιά τόν ἑαυτό του νά παρευρίσκεται σ᾿ αὐτό τό συνέδριο...”.ὃταν τοῦ ἀρνήθηκαν νά ἐμφανισθεῖ μέ τό ράσο του “...Ζήτησα”, λέει, “νά μεταβιβάσουν στό διευθυντή τήν ἀπόφασή μου νά ἀποστασιοποιηθῶ ἀπό τούς ἐπιστημονικούς κύκλους”.(σ.302)

Σχετικά μέ τούς ἱερεῖς τῆς ἐπαρχίας του “ἀγανακτοῦσε ὃταν ἔβλεπε νά πίνουν ἤ νά καπνίζουν ἤ νά κυκλοφοροῦν χωρίς τήν ἱερατική τους ἐνδυμασία.Στούς ἱερεῖς αὐτούς ἔβαζε ἐπιτίμιο τρίμηνης ἀργίας”.(σ.312), ἐνιῶ σέ ἐπιστολή του ἔγραφε: “Στήν ἐπαρχία μας δέν ὑπάρχουν πιά ξυρισμένοι ἱερεῖς, ἀλλά πόσοι τέτοιοι ὑπάρχουν σέ ἄλλους τόπους.  Πόσοι εἶναι πού ντρέπονται νά φορέσουν τά ράσα τους, πού εἶναι ντυμένοι σύμφωνα μέ τούς κοσμικούς!  Χρόνια πρίν ὁ Γκόγκολ ἔγραφε γιά τήν ἐνδυμασία τοῦ κληρικοῦ:  “Τό ἔνδυμά τους εἶναι ὑπέροχο καί μεγαλειῶδες. δέν ὑπόκειται στίς ἀλλαγές τῆς ἀνόητης μόδας”.(σ.314)  Μήπως ὃμως ὁ ἃγιος φοροῦσε τά ράσα γιά ἐπίδειξη;  Γράφει μιά δασκάλα: “Ὁ σεβασμιώτατος πάντα φοροῦσε ἐπιδιορθωμένα παπούτσια καί μπαλωμένο ράσο μέ ξεφτισμένους ἀγκῶνες.  Κάθε φορά πού ἡ ἀνηψιά του τοῦ ἔλεγε νά ράψει καινούργια ροῦχα ἀπαντοῦσε: - Μπάλωνε, μπάλωνε Βέρα.  Οἱ φτωχοί εἶναι πολλοί”.(σ.320) κι ἄλλη γράφει: “Φοράει τό παλιό ράσο ἀπό καραβόπανο καί τό πολύ παλιό ἀντερί ἀπό πολύ φτηνό ὓφασμα.  Γιά νά πάει ἐπίσκεψη στόν Πατριάρχη, ἔπρεπε νά πλύνω καί τό ἓνα καί τό ἄλλο” (σ.330)

Μέ ὃλον αὐτόν τόν καταιγισμό τῶν παραπομπῶν ἀπό τό Βίο τοῦ ῾Αγίου Λουκᾶ γίνεται φανερή ἡ σημασία πού ἔδινε ὁ ἃγιος στό τιμημένο ράσο.  Ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱερατικῆς του ζωῆς ἔγινε “ σάρξ ἐκ τῆς σαρκός του”, καύχημά του, προτιμότερο ἀπό τήν κοσμική του “υπόληψη”, τήν ἐπιστημονική του ἰδιότητα (ἄς τό προσέξουν οἱ ποικίλοι ἐπιστήμονες-κληρικοί πού προφασίζονται ὃτι δέν μποροῦν νά κυκλοφοροῦν στό χῶρο ἐργασίας τους μέ τά ράσα, ἀρνούμενοι ἔτσι τήν μαρτυρία τους καί τόν ὀνειδισμό τοῦ Χριστοῦ)τήν δράση του τήν ἐλευθερία του καί τήν ἴδια του τή ζωή! Στήν πραγματικότητα δέν ἔκανε ἄλλο ἀπό τό νά ἐφαρμόσει στήν πράξη τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, πού δέν εἶναι μιά αὐθαίρετη, ἰδιότροπη ἑρμηνεία τῆς σημασίας τοῦ ράσου ἀλλά ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας καταγεγραμμένη καί ἀποκρυσταλλωμένη.  Μέ ὃλη του τήν πολιτεία ὁ ἃγιος Λουκᾶς τί ἄλλο δείχνει σ᾿ ὃλους μας παρά τό σταυρικό καί πενθικό φρόνημα συμπυκνωμένο στό μπαλωμένο του ράσο.  Αὐτό τό φρόνημα τό ἀπαραίτητο σ᾿ ἐκείνους τούς δίσεκτους καιρούς πού διωκόταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού κρεμοῦσαν τούς ἱερεῖς στούς στύλους καί γκρέμιζαν τούς ναούς, πού ὀδηγοῦσαν στά στρατόπεδα καί τήν ἐξορία τούς πιστούς.  Ὁ ἃγιος Λουκᾶς προτίμησε”συγκακουχεῖσθαι τιῶ λαιῶ του Θεοῦ ἤ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν” (Ἐβρ.11,25).  Ταυτόχρονα μέ τό ράσο του εἰκόνιζε τήν εὐρυχωρία τῆς θείας ἀγάπης πού τήν εἶχε κάμει δική του θυσιάζοντας τά πάντα τόσο σά γιατρός, ὃσο καί σάν ἐπίσκοπος γιά νά θεραπεύσει τίς σωματικές καί πνευματικές ἀσθένειες τῶν χριστιανῶν καί ἐλεῶντας τούς πάντας ἀδιακρίτως.

Μᾶς λένε τίποτα ὃλα αὐτά;  Μήπως δέν εἶναι  απαραίτητο τό ἴδιο σταυρικό-ἀσκητικό-πενθικό φρόνημα καί σήμερα πού διώκεται λυσσαλέα μέσα κι ἔξω ἀπό τό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀκρίβεια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως μέ τόν συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό, τό ὀρθόδοξο ἦθος μέ τήν προσπάθεια ἐξευτελισμοῦ τῆς παρθενίας καί τῆς σωφροσύνης μέ τήν προσπάθεια κατοχυρώσεως τοῦ “ἐπιστημονικοῦ” φόνου τῆς δωρεᾶς ὀργάνων σώματος κ.λ.π. καί τῆς εὐλογίας τῶν ἀθέσμων μικτῶν γάμων, πού διώκεται ἡ ὀρθόδοξη παράδοση μέ τήν προσπάθεια μειώσεως τῶν ἱερῶν νηστειῶν, ἀλλοιώσεως τῆς θείας λατρείας κ.λ.π.; Μήπως καί σήμερα δέν πολεμεῖται τό ἱερό ράσο,   ὣστε μέ τό πρόσχημα τῆς “ποιμαντικῆς τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου” νά ἀπονευρωθεῖ ἡ ἱερατική παρουσία στήν καθημερινή ζωή, νά μεταβληθεῖ ὁ ἱερεύς σέ ὑπάλληλο μέ μαῦρο - καί ὄχι πάντα - κουστουμάκι, στήν καλλίτερη περίπτωση σέ κοινωνικό ἐργάτη πού ἱκανοποιεῖ τίς ψυχολογικές θρησκευτικές ἀνάγκες τοῦ λαοῦ, ὁπλισμένος μάλιστα μέ ψυχολογικές γνώσεις ἱκανές γιά νά προσφέρουν ὑπηρεσίες στόν β ί ο  τῶν ἀνθρώπων ἀλλά ἀνήμπορεςγιά νά παράσχουν τήν ὄντως  ζ ω ή,  τόν Χριστό στήν κάθε ψυχή; Μήπως αὐτές οἱ δυνάμεις πού μάχονται τά ράσα μας  δέν ἐπιδιώκουν ὃπως ἔκαναν καί μέ τόν ἃγιο Λουκᾶ-τί σύμπτωση ἀλήθεια!- “νά μήν προκαλοῦμε γύρω μας(στό δρόμο, στά μαγαζιά, στίς συγκοινωνίες) τήν προσοχή”; Δέν καίγονται τά σωθικά τους ὃταν κάθε στιγμή κυκλοφορῶντας παντοῦ μέ τά ράσα μας δίνουμε τήν εὐλογία τοῦ Κυρίου μας στούς πιστούς, τήν  ἐν Χριστιῶ μαρτυρία μας; ὃταν ὑπενθυμίζουμε μέ τό ἁγιασμένο ράσο μας “τά ἄνω”;  Δέν φθονοῦν τήν ἱερατική μας, πνευματική ἐξουσία(ἐξουσία κατά πνευμάτων ἀκαθάρτων, ἐξουσία τελέσεως τῶν μυστηρίων, διδασκαλίας ἀκριβοῦς τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, ἐξουσία ἐλέγχου τῆς πλάνης,τῆς ἀνομίας καί τῆς ἀδικίας, ἀφέσεως ἁμαρτιῶν) “ἣν ἔδωκεν ὁ Κύριος ἡμῶν εἰς οἰκοδομήν καί οὐκ εἰς καθαίρεσιν”ψυχῶν (B΄Κορ.10,8);  Δέν τονίζουν ἐπίμονα μέ ἓνα περίεργο τρόπο διά τῶν θεωρητικῶν ἐκφραστῶν τους ὃτι ἡ ἱερωσύνη δέν εἶναι καθόλου ἐξουσία ἀλλά  μόνο διακονία, πού στήν πράξη βέβαια ἐκφυλίζεται σέ διακονία τούτου δῶ τοῦ βίου, καθώς προείπαμε, σπρώχνοντας ἔτσι τά πράγματα στήν ἀποϊεροποίηση τοῦ κλήρου, καί τήν ἀλλοίωση τῆς  ἱερατικῆς μας περιβολῆς, ὃπως τό πέτυχαν μέ τούς κληρικούς τοῦ ἐξωτερικοῦ;

 

Εἴπαμε, πρός τό παρόν, ἀρκετά.  Συνειρμικά ὃμως ὁδηγεῖται ἡ σκέψη μας καί σ ἕνα τρίτο ἀρχιεπίσκοπο, τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλο καί τήν ἡμερίδα πού διοργανώνεται στό Συνοδικό Μέγαρο στίς 4 Ὀκτωβρίου 2001 μέ θέμα: “Τά ἱερά ἄμφια καί ἡ περιβολή τοὺ Ὀρθοδόξου Κλήρου”. Περίεργα κι ἀνήσυχα ἠχεῖ στ᾿ αὐτιά μας ὁ τίτλος τῆς τελευταίας εἰσηγήσεως πού θά παρουσιάση ὁ π. Βασίλειος Θερμός: “Ποιμαντικές καί ψυχολογικές διαστάσεις τῆς ἱερατικῆς περιβολῆς” δεδομένου ὃτι ὁ ἐν λόγῳ κληρικός ἔχει ἐκφράσει γραπτά καί προφορικά ἀνατρεπτικές γιά τήν παράδοσή μας ἀπόψεις ὃπως π.χ. στό Συλλογικό τόμο “2000 χρόνια μετά” (σ.294) ὃπου ζητεῖ τήν κατάργηση τοῦ σάκκου καί τῆς μίτρας τῶν ἀρχιερέων, τροποποίηση τοῦ εὐχελαίου, τῶν προβαπτισματικῶν εὐχῶν δηλ. τῶν εὐχῶν γιά τίς λεχῶνες κ.λ.π.  Πιστεύουμε ὃμως ὃτι ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος μας παρά τίς  δυσκολίες καί προκλήσεις θά συνεχίσει τήν ὑπεράσπιση τῆς παραδεδομένης ἱερατικῆς ἀμφιέσεως κόντρα στό ἀντίχριστο φιλόσαρκο φρόνημα τῶν καιρῶν μας ὃπως ἔκαμαν καί οἱ προμνημονευθέντες ἃγιοι Ἀρχιεπίσκοποι ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τίς ἁγιώτατες εὐχές τους, καθώς καί τήν προστασία καί τή βοήθειά τους στό δύσκολο καί βαρύ ἀρχιεπισκοπικό του ἔργο.