Ψυχανάλυση καί λειτουργικές ἐμπλοκές

Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰωάννου Φωτοπούλου.

Ψυχανάλυση καί λειτουργικές ἐμπλοκές.

 Ἡ μετά σπουδῆς ἀρξαμένη ἀναγεννησιακήπροσπάθεια, ὁποία ἐν πολλοῖς ἀγγίζει  πρόχειρα καί βέβηλα τήν ἄψαυστη γιά ἀμυήτους κιβωτό τῆς  λειτουργικῆς  ζωῆς  τῆς Ἐκκλησίας μας ,ἀπό τήν ἀρχή της ἔλαβε συνεπίκουρο τή φροϋδική ψυχανάλυση μέ τήν καταστροφική - ἀλλοτριωτική γιά τό  ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό φρόνημα νοοτροπία της, μέ τή θρασεῖα ἀπαίτηση τῶν θεραπόντων της νά καθοδηγοῦν τή χριστιανική ζωή, νά χειραγωγεῖ τήν προσωπική  ζωή τῶν Χριστιανῶν, νά μοιράζονται μέ τούς πνευματικούς, τήν ψυχή κάθε πιστοῦ - τήν ψυχική του ὑγεία! -, τήν ψυχή ὑπέρ ἦς Χριστός ἀπέθανεΔέν εἶναι μόνο κατ᾿ οὐσίαν-ὃσο κι ἄν διαρρηγνύουν τά ἱμάτιά τους οἱ ἀνανεωτές περί τοῦ ἀντιθέτου- ἀπόπειρα ὑποκαταστάσεως τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως μέ τήν ψυχανάλυση πού μᾶς ἀνησυχεῖ, ἀλλά διάχυτη παντοῦ στούς ἀναγεννησιακούςκύκλους ψυχαναλυτική ἑρμηνεία κάθε ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος καί ἐμπειρίας, ψυχαναλυτική μεταχείριση τῶν ἀνθρώπων, ὑφέρπουσα ψυχολογοποίηση κάθε πτυχῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου καί συνακολουθῶν ὀργανωτικός, πρακτικός προγραμματισμός τῆς ζωῆς τῆς ᾿Εκκλησίας μέ ὁδηγό τήν ψυχαναλυτική - ψυχοθεραπευτική φιλοσοφία.

Προκαταβολικά δίνουμε δύο παραδείγματα. Τό πρῶτο ἀφορᾶ τήν δηλητηριώδη νοοτροπία πού ἀποκτοῦν ὃσοι τείνουν εὐήκοον οὖς στίς ψυχαναλυτικές ἑρμηνεῖες κάθε συμπεριφορᾶς: Στό ὀργανωθέν σεμινάριο  ἐκπαιδεύσεως κληρικῶν καί λαϊκῶν στελεχῶν ἀπό ψυχιάτρους, ὁ ὁμιλῶν ψυχίατρος εἶπε σχετικά μέ τήν κακοποίηση τῶν παιδιῶν μεταξύ ἀλλων ὃτι ἡ πολύ αὐστηρή τιμωρία τῶν παιδιῶν ἀπό τούς γονεῖς μπορεῖ νά σημαίνει ὃτι ὁ τιμωρῶν γονεύς στό πρόσωπο τοῦ παιδιοῦ του τιμωρεῖ τόν κακό του ἑαυτό!  Στή συζήτηση πού ἀκολούθησε ἓνας ἀκροατής εἶπε ὃτι πιθανόν τό ἰδιο μπορεῖ νά συμβαίνει καί μέ τόν πνευματικό, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει αὐστηρά ἐπιτίμια στά πνευματικά του τέκνα!  Πρόσθεσε δέ ὃτι σέ κάτι τέτοια θέματα θά  μποροῦσε ἰσως νά ρίξει φῶς ἡ Ψυχιατρική!

Τό δεύτερο παράδειγμα ἐχει σχέση μέ τή σχεδιαζομένη ἀλλαγή τοῦ ὡραρίου τῶν Ἀκολουθιῶν.  Σέ σχετική πρότασή του γιά τήν ἀλλαγή αὐτή ὁ ῾ἱερέας-ψυχαναλυτής προτείνει τή μετάθεση τῆς ὣρας τελέσεως τῶν Ἀκολουθιῶν τῶν Παθῶν μιά - δυό ὦρες ἀργότερα ἐπειδή οἱ κυρίες δέν μποροῦν νά τίς παρακολουθήσουν γιατί αὐτή τήν ὦρα βρίσκονται στά ψώνια!  Τό ἴδιο προτείνει καί γιά τήν ὣρα τελέσεως τῶν παρακλήσεων τοῦ Δεκαπενταυγούστου ἐπειδή οἱ πιστοί εἶναι στή θάλασσα!  Καταλαβαίνει κανείς τίς συνέπειες πού θά ἔχει γιά τή λειτουργική ζωή καί τήν ἐν γένει ζωή τῆς Ἐκκλησίας αὐτός ὁ δηλητηριώδης ψυχολογισμός πού κολακεύει τά πάθη τῶν ἀνθρώπων, τούς καθιστᾶ ἀνεύθυνους μεταθέτοντας τίς εὐθύνες ἀλλοῦ καί τούς καθιστᾶ τελικῶς ἀχρήστους, ἀνήμπορους ἀφαιρῶντας τήν ἐν Χριστῷ δυνατότητα θεραπείας καί καθάρσεως τῆς ψυχῆς.

 Σέ τρεῖς ἑνότητες ἀποφάσισα νά χωρίσω τό θέμα πού μού ἀνετέθη γιά νά ἀνταπεξέλθω πληρέστερα στή σχετικά πρόσφατη αὐτή ἀπόπειρα εἰσβολῆς τῆς Ψυχαναλύσεως στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο.  Στήν πρώτη ἐξετάζουμε τήν Ψυχανάλυση ἀναφορικά μέ τίς ἑμπλοκές πού ἐπιφέρει ἡ ἀνάμειξή της στή λειτουργία τῆς ψυχῆς. Στή δεύτερη κρίνουμε τήν ἐμπλοκή τῶν λειτουργῶν-ἱερέων στά δίχτυα τἥς Ψυχαναλύσεως ἐνῷ στήν τρίτη ἐπισημαίνουμε τόν κίνδυνο ἀπό τήν ἐμπλοκή τῆς λειτουργικῆς καί τῆς εν γένει ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας στόν  ψυχαναλυτικό ὁλοκληρωτισμό.

 Ἡ Ψυχανάλυση ὁρίζεται ἀπό τόν Freud ὡς «μία μεθοδική διαδικασία, ἰατρικῆς θεραπείας τῶν ἀτόμων ἐκείνων πού προσεβλήθησαν ἀπό διαταραχές τοῦ νευρικοῦ συστήματος”[1]. ’΄Αν καί μ᾿ αυτά προσπαθεῖ νά δώσει ἰατρικο - ἐπιστημονικό χαρακτῆρα στήν ψυχανάλυση, ἡ ἴδια ἡ ἐφαρμογή της, τά “θεραπευτικά” της μέσα, τά ἀποτελέσματά της βεβαιώνουν τό ἀντίθετο. Στήν πορεία της μάλιστα προσλαμβάνει σάν θεράποντές της ὄχι μόνο Ψυχιάτρους, ἀλλά ἁπλούς ψυχολόγους, κάθε ἓναν πού παρακολούθησε σεμινάρια ψυχοθεραπείας, ἀκόμη καί γενικῶς ἀνθρώπους τῆς κουλτούρας ὃπως π.χ. ὁ Γιῶργος Χειμωνᾶς.  Ὁ βιολόγος Γιῶργος Χασοῦρος στό ὑπό ἔκδοση βιβλίο του σχετικά μέ Ψυχανάλυση, ἀποδεικνύει ὃτι ἡ ψυχανάλυση δέν ὑπάγεται στίς φυσικές ἐπιστῆμες, οὔτε στήν ἰατρική  ἀφοῦ “δέν ὑπάρχει πειραματική ἐπιβεβαίωση τῶν θεωρητικῶν καί καθαρά νοησιαρχικῶν θεωρητικῶν συλλήψεων παρά μόνο ἀποσπασματικές ἀτομικές παρατηρήσεις κάποιων “εὐφυῶν” ἀνθρώπων, γιά τόν ἁπλούστατο λόγο ὃτι τά ἀνθρώπινα ψυχικά φαινόμενα δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναπαραχθοῦν διατηρῶντας πάντα σταθερές τίς ἐξωτερικές(περιβάλλον, κοινωνία) καί ἐσωτερικές(ψυχικός κόσμος) συνθῆκες καί ὡς ἐκ τούτου δέν μποροῦν οἱ παρατηρήσεις νά ἐχουν ἀντικειμενικότητα καί καθολική ἰσχύ”.  Ἀπό τήν ἄλλη σέ ψυχοθεραπεία, κατά τά σύγχρονα δεδομένα ὑποβάλλονται ὄχι μόνο οἱ πάσχοντες ἑκ διαπιστωμένων ἱατρικῶς διαταραχῶν τοῦ νευρικοῦ συστήματος, ἀλλά κάθε “πάσχων” ἐκ διαταραχῶν τοῦ συναισθήματος κ.λ.π. ἀκόμη καί κάθε ἄνθρωπος μπορεῖ χωρίς συγκεκριμένο πρόβλημα νά περνάει ἀπό ψυχοθεραπευτικά τέστ, ὃπως πρότεινε ὁ π. Β. Θερμός νά γίνει γιά ὁρισμένους ἱερεῖς (παραπομπή στό “ἱερωσύνη ὡς ψυχολογικό γεγονός”).

Σέ τί συνίσταται ἡ ψυχανάλυση-ψυχοθεραπεία;  “Ἡ θεραπεία διά τῆς ψυχανάλυσης” λέει ὁ Freud “ἔγκειται στήν ἀνταλλαγή λέξεων, μεταξύ ᾿ ιατροῦ καί ἀσθενοῦς. Ὁ ἀσθενής ὁμιλεῖ, διηγεῖται τίς ἐμπειρίες του ἀπό τήν περασμένη ζωή του, καθώς καί τίς ἀπόψεις του  γιά τή σημερινή, ἀντιδρᾶ συγχέει καί ἐκθέτει τίς ᾿ςπιθυμίες καί τίς συγκινήσεις του. ὁ ἰατρός προσπαθεῖ νά κατευθύνη τόν εἱρμό τῶν ἰδεῶν τοῦ πάσχοντος σ᾿ ἓνα προκαθορισμένο σημεῖο, ξυπνᾶ τίς ἀναμνήσεις του, προσανατολίζει τήν προσοχή του πρός ὁρισμένους τομεῖς, τοῦ δίνει ἐπεξηγήσεις καί παρακολουθεῖ τίς ἀντιδράσεις πού προξενοῦνται στόν ἄρρωστο”.[2]  Αὐτή εἶναι ἡ δουλειά τοῦ ψυχοθεραπευτή, ἀλλά μή φανταστεῖ κανείς ὃτι αὐτό γίνεται πάντα σ᾿ ἓνα ἤρεμο κλῖμα, σά μιά ἐξομολογητική ἤπια  συζήτηση.  Ὁ ψυχοθεραπευτής προσπαθεῖ νά κατέβει στά ἄδυτα τῆς ψυχῆς τοῦ πελάτη του, στό χώροτοῦ λεγομένου  ἀσυνειδήτου καί νά ανασύρει ἀπό κεῖ ἀναμνήσεις καταχωμένες, ἀπωθήσεις, ποικίλα τραύματα. Νά τά ἐπαναφέρει στή συνείδηση καί νά τά θεραπεύσει. Πρόκειται γιά ἓνα βίαιο σκάψιμο τῆς ψυχῆς, γιά μιά ἀνίερη, καθ᾿ ἥμᾶς εἰσβολή στόν κρύφιο χῶρο τῆς ψυχῆς χωρίς τό σκάφανδρο τῆς Χάριτος.

Οἱ μέθοδοι ποικίλλουν.  Παλιότερα ὁ Φρόυντ χρησιμοποίησε τήν ὓπνωση, τόν ὑπνωτισμό, ὃπως καί οἱ δάσκαλοί του ψυχίατροι πού ἦσαν ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν παραψυχολογία τοῦ Mesmer.Στή συνέχεια κατέφυγε στήν ἑρμηνεία τῶν ὀνείρων, μιά μέθοδο προσφιλῆ σέ πολλούς ψυχοθεραπευτές.  Τά ὀνειρα ἔχουν γι᾿ αὐτούς προσδιοριστική σημασία.Διαβάζοντας τό κεφάλαιο “ὁ συμβολισμός στό ὀνειρ﨔 στό βιβλίο τοῦ Φρόυντ “Εἰσαγωγή στήν ψυχανάλυση”[3] γεννῶνται αἰσθήματα καγχασμοῦ καί ἀηδίας ἀφοῦ τό νά δεῖ κανείς στόν ὓπνο του μπαστούνια, κορμούς, μαχαίρια, ὁπλα, σπαθιά, βρύσες, κοντυλοφόρους σφυριά κ.λ.π. σημαίνει ἀπωθημένα σύμβολα τοῦ φαλλοῦ, ἐνιῶ ἰδωμένα στό ῎ ονειρο πηγάδια, σπηλιές, κοιλώματα, βάζα, πλοῖα σπίτια ἀκόμα ἡ ἐκκλησία καί τά παρεκκλήσια(!) κ.λ.π. εἶναι σύμβολα τοῦ γυναικείου γεννητικοῦ ὀργάνου.  Αὐτή ἡ σημασία στήν ἀξία τῶν ὀνείρων ἐκ μέρους τοῦ Φρόυντ δέν εἶναι ἀσχετη ἀπό τίς θρησκευτικές του καταβολές.  Ὁπως γράφει ὁ Γ. Χασοῦρος παραπέμποντας στόν ψυχολόγο Ἰωάννη Νέστορος “ὁ πατέρας του τόν ἀνέθρεψε σύμφωνα μέ τίς ἀρχές τῆς Ἑβραϊκῆς χασιδικῆς αἳρεσης στήν ὁποία ἀνῆκε  καί τῆς ὁποίας πολλά στοιχεῖα  ἔχουν καταπληκτική ἀντιστοιχία μέ τίς θεωρίες τοῦ Φρόυντ. Μεταξύ αὐτῶν εἶναι... “ἡ ἐνασχόληση μέ τό σέξ (λίμπιντο).. οἱ τελετουργικές ἐξομολογήσεις στόν ραβῖνο..καί ἡ πίστη στή συμβολική ἑρμηνεία τῶν ὀνείρων”. ἄν ἐπιμένουμε στή συμβολική τῶν ὀνείρων τό κάνουμε γιατί ἀκόμη καί θρησκευόμενοι ψυχίατροι-ψυχοθεραπευτές ταλανίζουν τούς “ἀναλυομένους” ζητῶντας τους νά καταγράφουν καθημερινά καί νά περιγράφουν στή συνέχεια στούς ἰδιους ὃ,τι ἀνοησίες βλέπουνε στόν ὓπνο τους. Στήν πραγματικότητα μετατρέπονται σέ...ὀνειροκρίτες τοῦ παρελθόντος ἀντίθετα ἀπό τήν προειδοποίηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς :” τά ἐνύπνια ἐπλάνησαν πολλούς”(    ).  Ἐπίσης ὑπάρχει ἡ μέθοδος τῆς ψυχοθεραπείας διά τῶν εἰκόνων, κατά τήν ὁποία ὁ “ἀναλυόμενος” ζωγραφίζει ἐλεύθερα ὃ, τι τοῦ ἔρχεται στό νοῦ καί ὁ... σοφός ψυχοθεραπευτής ἐξηγεῖ μ᾿ αὐτές τίς καρικατοῦρες τί συμβαίνει στό βάθος τῆς ψυχῆς!  Ὑπάρχουν ὃμως κι ἄλλες πάμπολλες μέθοδοι ἀνάλογα μέ τή σχολή πού ἀκολουθεῖ κάθε ψυχοθεραπευτής.

Κύριος μοχλός τῆς Ψυχαναλύσεως εἶναι ἡ συζήτηση Ψυχαναλυτή- ψυχαναλυομένου, στά πλαίσια μιᾶς συνήθως 20λέπτου ἤ ἡμιώρου “ψυχαναλυτικῆς συνεδρίας”.  Πολλές φορές ἡ συζήτηση εἶναι βασανιστική.  Ὁ ἀναλυόμενος προκαλεῖται νά φανερώνει τά ἐσώψυχά του.  Εἶναι σά νά “γδέρνει” τήν ψυχή του.  Τά ἐκβάλλει ὂλα στό φῶς ἀλλά ἡ θεραπεία δέν ἐπέρχεται.  Ὁρισμένα τραύματα,πικρές ἀναμνήσεις πού ἔχουν σφραγίσει τήν προσωπικότητά του, δυσκολίες στήν ἐπικοινωνία, κακίες καί μίση ἔχουν ἀπωθηθεῖ στό βάθος τῆς ψυχῆς.  Πολλά ἀπ᾿ αὐτά δέν ἐχουν θεραπευτεῖ ἀλλά ἔχουν γίνει συνειδητά καί μέ κόπο ἔχει καταλαγιάσει ἡ κακή τους ἐπίδραση, ὃσο γίνεται, στή ζωή του. ὃταν γιά κάποιο πρόβλημα καταφύγει κάποιος σέ ψυχαναλυτή, ἡ ἀνάκληση στό παρόν μέ τίς διαρκεῖς ἐρωτήσεις ὃλων τῶν παλαιῶν ἐμπειριῶν καί ἡ ἑρμηνεία πού τούς δίνεται, πολλές φορές στήν κυριολεξία τρελλαίνουν τόν ἄνθρωπο, τόν φέρουν πολλές φορές στήν ἀπελπισία καί στήν αὐτοκτονία.

Μιά ἄμεση συνέπεια τῆς Ψυχαναλύσεως ἀπό τίς πρῶτες κιόλας συνεδρίες εἶναι ἡ συχνά ἡ ἕρωτική ἓλξη τοῦ ἀναλυομένου πρός τήν ἀναλύτρια καί τῆς ἀναλυομένης πρός τόν ἀναλυτή της.  Πρόκειται γιά τή λεγομένη “μεταβίβαση”. ἄν καί ὁ Φρόυντ ἀπαιτεῖ ἀπό τούς ἀναλυτές νά μήν ἀνταποκρίνονται στόν ἔρωτα τῶν ἀναλυομένων, χωρίς ὃμως νά τόν περιφρονοῦν, γιατί αὐτό θά ἀνακόψει τήν πορεία πρός τή θεραπεία τους[4], στήν πράξη ἔχουμε άντίθετα ἀποτελέσματα(πῶς μπορεῖ ἀραγε νά χαλιναγωγηθεῖ τό ἐρωτικό πάθος χωρίς τήν ἐνεργό παρουσία τῆς Χάριτος;).  Σύμφωνα μέ στατιστικές ἔρευνες ἓνα τεράστιο ποσοστό ψυχοθεραπευτῶν ἐνδίδουν στίς ἐρωτικές διαθέσεις τῶν πελατῶν τους μέ τραγικά ἀποτελέσματα.  Στήν καλλίτερη πάντως περίπτωση ὁ Ψυχαναλυτής ἐξιδανικεύεται κι ὂταν μάλιστα ὁ ἀναλυόμενος στερεῖται τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς τότε θεοποιεῖται καί  ἡ ἐξαρτηση τοῦ ἀναλυομένου ἀπ᾿ αὐτόν εἶναι ἀπόλυτη.  Νά μιά περίπτωση ἐξομολογήσεως ἀναλυομένης στόν ψυχαναλυτή της : “Σεῖς εἶσθε ὁ θεός μου ἐπί της γῆς..” καί “δεικνύουσα ἓνα ἐσταυρωμένον ἔλεγεν : “Αὐτός δέν μέ ἐβοήθησεν. Σεῖς μέ βοηθεῖτε ἀπό πολλῶν μηνῶν”.  Μίαν ἄλλην φοράν διηγεῖται ὃτι ἀνέγνωσε τήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίαν καί αἰφνιδίως λέγει ἐν ταραχιῆ: “Αὐτό εἶναι μιά φαινομενική ὀμορφιά.  Κανείς δέν ημπορεῖ νά τήν ἀκολουθήση...Εἰς σᾶς μανθάνω νά εὑρίσκω τήν ὁδόν διά νά μή χαθῶ..”.

Πάντως παρά τόν ἀρχικό ἐνθουσιασμό γιά τήν καινούργια ψευδοεπιστήμη, τά θεραπευτικά ἀποτελέσματα τῆς ψυχαναλύσεως εἶναι ἀνύπαρκτα. Ὁ διακεκριμένος ψυχίατρος Τ. Szasz γράφει ὃτι ὀ Φρόυντ “δέν ἀνακάλυψε μιά καινούργια ἐπιστήμη...οὔτε ἀνέπτυξε μιά καινούργια μέθοδο θεραπείας τῆς ἀρρώστειας, βασισμένη στόν ἐλεύθερο συνειρμό, τήν μεταβίβαση” κ.λ.π.....Μέ δυό λόγια ὁ Φρόυντ ἐπινόησε μία νέα ρητορική καί τήν παρουσίασε σάν ἐπιστημονική θεωρία καί ἰατρική θεραπεία”.  Ἀκόμα καί  στό χῶρο τῆς ψυχιατρικῆς δέν μπορεῖ νά γίνει λόγος γιά θεραπεία τῆς ψυχῆς. “ Ἡ Ψυχιατρική”, ὃπως λέγει ὁ ψυχίατρος Ἀμπατζόγλου δέν θεραπεύει τήν ψυχή οὔτε τήν προσωπικότητα.  Μπορεῖ νά συμβάλει σημαντικά ὣστε κάποιος πού πάσχει ἀπό μιά ψυχική ἀσθένεια νά ὑποφέρει λιγότερο “.

Πολλά βάσανα ᾿ἔχει επισωρεύσει ἡ ψυχανάλυση στίς ψυχές τῶν ψυχαναλυομένων, ἀλλά ὡς Ἐκκλησία δέν εἴχαμε ἀσχοληθεῖ μαζί της ἐπειδή ὡς ποιμένες ἀποτρέπαμε τούς ἀνθρώπους ἀπ᾿ αὐτήν ὡς ἓνα κακῆς ποιότητος ὑποκατάστατο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.  Κατά τήν Ὀρθόδοξο πίστη καί ἐμπειρία ἡ παρεχομένη Χάρις κατά τήν Ἐξομολόγηση, ἡ ἴαση τῆς ψυχῆς, ἡ συμβουλευτική τοῦ πνευματικοῦ πατρός, ὁ διδόμενος κανόνας προσευχῆς νηστείας καί  τά λοιπά πνευματικά μέσα εἶναι ὑπερεπαρκῆ γιά κάθε προσερχόμενον στήν Ἐκκλησία.

’΄Αν καί εἶχε προηγηθεῖ ἡ ἡμερίδα “Θεολογία καί Ψυχιατρική” στό πνευματικό κέντρο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Λειβαδιᾶς, τό κύριο ἐρέθισμα καί μάλιστα ἐπώδυνο γιά ἀσχοληθοῦμε μέ τήν ψυχανάλυση ἦλθε μέ τήν ἀναγνωσθεῖσα στούς ναούς μας 2677 Ἐγκύκλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία ὀρθά μέν προέτρεπε τούς Χριστιανούς “νά περιβάλουν” τούς ψυχικῶς πάσχοντας “ μέ πολλή ἀγάπη καί νά τούς ἀντιμετωπίζουν, ὃπως κάθε ἄλλο συνάνθρωπο πού φέρει κάποια φυσική ἀδυναμία, χωρίς διάκριση ἠ προκατάληψη”, ἀπό τήν ἄλλη ὃμως παραινοῦσε “τούς πνευματικούς τῆς Ἐκκλησίας νά παραπέμπουν ἐγκαίρους στούς “εἰδικούς” τούς ἀδελφούς μας πού χρειάζονται ψυχιατρική βοήθεια καί νά συνεργάζωνται μαζί τους, τούς δέ ἐπιστήμονες(ψυχιάτρους, ψυχολόγους, ψυχοθεραπευτές, κοινωνικούς λειτουργούς) νά συνεργάζωνται μέ τούς κληρικούς”. Αὐτή δέ τήν παραίνεση ἐστήριζε ἡ Ἐγκύκλιος στήν ὑπόθεση ὃτι “οἱ ἀνά τόν κόσμο ἐπιστήμονες ἐχουν πραγματοποιήσει μεγάλες προόδους στή θεραπεία” τῶν ψυχικῶν νόσων.Ἀκολούθησε ἡ ὀργάνωση σεμιναρίου ἐκπαιδεύσεως κληρικῶν στά ψυχιατρικά θέματα, ἐνιῶ μιά ματιά στό πρόγραμμα τῶν σχολῶν Γονέων τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν πείθει γιά τήν ἀπό ἔτος σέ ἔτος αὐξανόμενη συμμετοχή ὁμιλητῶν στίς ἐνορίες ἀπό τό χῶρο τῶν ψυχιάτρων, ψυχολόγων, ψυχοθεραπευτῶν, ὡς ἀπολύτως ἀπαραιτήτων πρός καθοδήγηση τῶν γονέων γιά τίς μεταξύ τους σχέσεις, γιά τή σχέση μέ τά παιδιά τους, γιά ἀντιμετώπιση ποικίλων προβλημάτων, γιά μιά τελοσπάντων ἰσορροπημένη κι εὐτυχισμένη ζωή.  Εὐνόητο ὃτι οἱ ἐν λόγῳ ὁμιλητές θά ἐξασφαλιζουν καί τήν ἀρκοῦσαν πελατεία, αφοῦ σάν “εἰδικοί” ἰσχυρίζονται στίς διαλέξεις τους ὃτι μποροῦν ἄνετα μέσα ἀπό τίς “συνεδρίες” τους νά... “ψυχοθεραπεύσουν” κάθε ἄνθρωπο μικρό ἤ μεγάλο.

Στό σημεῖο αὐτό, πρίν προχωρήσουμε, κρίνουμε ἀπαραίτητο τό διαχωρισμό τῆς Ψυχιατρικῆς κυρίως τῆς Νευρολογίας ἀπό τήν ψυχανάλυση-ψυχοθεραπεία.  Οἱ Ψυχίατροι-Νευρολόγοι, ὃταν παραμένουν στά ὃριά τῆς ἐπιστήμης τους, ἐξετάζουν τούς ἀσθενεῖς τους καί τούς παρέχουν μαζί μέ τίς στοργικές τους, ἀνθρώπινες συμβουλές, τίς ὁποῖες κάθε γιατρός προσφέρει στούς ἀσθενεῖς του, τά φάρμακα πού ἀπαιτοῦνται γιά νά ἀνακουφισθεῖ ὁ μανιοκαταθλιπτικός ἠ ὁ σχιζοφρενής, ὁ παρανοϊκός, κάθε ἑπικίνδυνος γιά τή ζωή του ἤ τή ζωή τῶν ἀλλων, κάθε δεινῶς βασανιζόμενος ἀπό ψυχική νόσο.Μόνο ἀνακούφιση κι αὐτοσυγκράτηση κι αὐτές σχετικές κι ὄχι βέβαια ἰαση στίς μόνιμες ψυχικές ἀσθένειες (ψυχώσεις) μπορεῖ νά προσφέρει ὁ νευρολόγος, παρεμβαίνοντας διορθωτικά στή λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου καί τοῦ νευρικοῦ συστήματος.  Μιλᾶμε γιά ἰατρική.  Δυστυχῶς ἀπό κεῖ καί πέρα τή σκυτάλη γιά τή “θεραπεία” τῆς ψυχῆς, μέ τό ζόρι παίρνουν οἱ ψυχαναλυτές-ψυχοθεραπευτές ἤ οἱ ψυχίατροι πού ἐκπαιδεύονται πλέον στήν ψυχοθεραπεία ἀναμειγνύοντας τήν ἰατρική μέ μιά ψευδο-φιλοσοφία.  Ξεκινοῦν ἀπό τό δεδομένο γι᾿ αὐτούς ὃτι ὑπάρχει ἀσαφής “διάκριση τῶν κλινικῶν ὁντοτήτων σέ ψυχώσεις, νευρώσεις, διαταραχές προσωπικότητος κ.λ.π.”[5] γιά νά περιλάβουν στή “θεραπεία” τους κάθε ἄνθρωπο ἀποκλίνοντα, κατά τή γνώμη τους καί τή ψυχαναλυτική σχολή πού ἀκολουθοῦν, ἀπό τήν συνηθισμένη συμπεριφορά καί προχωροῦν σταδιακά στήν ἀπαίτηση νά θεραπεύουν, νά προλαμβάνουν ψυχικές παθήσεις, νά συμβουλεύουν κάθε ἄνθρωπο, κάθε ἡλικίας, σέ κάθε χῶρο: ἐκπαιδευτικό, ἐργασιακό κ.λ.π.  Καταλήγουν δέ μέ ἓνα διονυσιακό ἐνθουσιασμό  νά ἀπαιτοῦν καί δυστυχῶς νά τό κατορθώνουν νά εἰσέλθουν στά ἄδυτα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, μέ τήν τάση νά κυριαρχήσουν στήν ἀγωγή τῶν χριστιανῶν, νά ὑποκαταστήσουν στήν πραγματικότητα τό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, τό κήρυγμα, μέ λίγα λόγια νά ἔχουν τόν τελευταῖο λόγο, ὡς “εἰδικοί” γιά κάθε ζήτημα!  Υπερβάλλουμε;  Θά τά αποδείξουμε στή συνέχεια.

 

Τώρα θέλουμε νά δείξουμε ποῦ βρίσκεται ἡ ἀντίθεση μας σχετικά μέ τήν εἰσβολή τῆς ψυχαναλύσεως στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.  Κατ᾿ ἀρχάς διερωτώμεθα : δικαιούμεθα ὡς πνευματικοί νά παραπέμπουμε τίς ψυχές πού μᾶς ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός στούς ψυχοθεραπευτές γιά νά τίς θεραπεύσουν ἀπό προβλήματα χωρίς τή βοήθεια τῆς ἀκτίστου χάριτος;  Οἱ θεραπευτές αὐτοί χρησιμοποιοῦν τή “μαγεία” τῶν λέξεων, καί ἄλλες μεθόδους γιά νά θεραπεύσουν[6].  Εἶναι δέσμιοι φροϋδικῶν ἤ καί ἄλλων ψυχαναλυτικῶν προκαταλήψεων, ἀναλόγως τῆς σχολῆς πού ἀνήκουν κι ἀνάλογα ἐφαρμόζουν τίς “θεραπευτικές” τους μεθόδους.  Κι εἶναι πάνω ἀπό 400 οἰ σχολές αὐτές.  Πῶς λοιπόν μοιράζουμε τήν ἀδιαίρετη ψυχή σέ κομμάτια καί λέμε στούς χριστιανούς: “Αὐτό τό κομμάτι θά ἐμπιστευθεῖς σέ μένα διά τῆς ἐξομολογήσεως, αὐτό στόν ψυχοθεραπευτή γιά νά σέ θεραπεύσει ἀπό τά συμπλέγματά σου, τά ἄγχη καί τίς φοβίες σου”.  Δέν θά πρέπει νά δεχθοῦμε τόν ὂλο ἄνθρωπο, νά τόν προσλάβουμε, ὃπως προσέλαβε ὂλον τόν ἀνθρωπο ὁ Χριστός στήν ἄκτιστο χάρη, καί πού τή δωρίζει ὁ Χριστός διά τῆς ἐξομολογήσεως διά τῆς Κοινωνίας τῶν ᾿ αχράντων μυστηρίων, διά τῆς προσευχῆς; Δέ θά πρέπει νά τόν ἀκούσουμε μέ προσοχή καί σεβασμό, νά τοῦ προσφέρουμε τήν συμβουλή μας, τήν ἀφεση, τό ἐπιτίμιο, ὣστε σύν τιῶ χρόνῳ νά ἰαθεῖ;

Ἔπειτα, μπορεῖ ὁ ψυχαναλυτής νά γνωρίσει τό βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ μόνον ὁ Θεός “ἄβυσσον καί καρδίαν ἐξίχνευσεν”(Σοφ. Σειράχ 42,18); Διαβάζουμε κι ἀλλοῦ: “Σύ ἐπίστασαι τάς καρδίας μονώτατος” (Β΄Παραλειπ. 6, 30).  Μόνο λοιπόν ὁ Θεός γνωρίζει τό βάθος τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως καί οἱ ἃγιοι στό μέτρο πού τούς τό ἀποκαλύπτει ὁ Θεός διότι ὄντες πνευματικοί πάντα ἀνακρίνουν ὑπ᾿ οὐδενός δέ ἀνακρίνονται (Α΄Κορ. 2,15).  Ἀλλά καί οἱ λοιποί πνευματικοί εξετάζουν τό βάθος τῆς ψυχῆς τῶν εἰς αὐτούς προσερχομένων σύμφωνα μέ τίς ὀρθόδοξες προδιαγραφές, ἐπικαλούμενοι τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐφ᾿ ὃσον πρόκειται γιά Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι γιά ἁπλό διάλογο, πιστεύοντες ὃτι τό Πνεῦμα τό ἃγιο ἐνεργεῖ ὀντως σέ κάθε ψυχή ἀναλόγως τῆς προαιρέσεως της. ὃλη αὐτή ἡ ἐργασία γίνεται μέ ἀπόλυτο σεβασμό στό ἀνθρώπινο πρόσωπο, μέ χριστοδιακριτικότητα καί ἐλευθερία.  Καί βλέπουμε τούς ἀνθρώπους μέ ποικίλα προβλήματα ὃταν κι αὐτοί ἐμπιστευθοῦν τόν Θεό νά θεραπεύονται καί νά χαίρονται ἐν Χριστιῶ τή ζωή τους.

Ὁ μερισμός τῆς ψυχῆς πού ἐπιτηδεύονται οἱ χριστιανοί καί δή κληρικοί ψυχοθεραπευτές μέ τόν ἀντίστοιχο ἐπιμερισμό ἐργασίας μεταξύ πνευματικοῦ καί ψυχαναλυτοῦ βασίζεται σέ μιά δυσπιστία στήν ἐνέργεια τῆς Θείας Χάριτος ἤ σή μιά νομική ἤ μονοφυσιτικοῦ τύπου θεώρηση τῆς σωτηρίας, τῆς ἐν Χριστιῶ ἐλευθερίας τῆς σχέσεως μέ τό Θεό, τῆς πνευματικῆς ζωῆς, πού ἐν τέλει δέν ἔχει ὁρατά ἀποτελέσματα στή ζωή μας.  Ἐπειδή ἠχεῖ βαρειά ἡ κατηγορία θεωρῶ καλό νά παραθέσω παραδείγματα:

α) π. Β. Θερμός: “ἄν καί ὂταν τά ψήγματα ἐλευθερίας τοῦ προσώπου ὁδηγήσουν τά βήματά του στήν ἐξομολόγηση ἤ στήν ψυχοθεραπεία, καί ἀν τό πρόσωπο συνεργήσει στή θεραπεία του στά δύο αὐτά πλαίσια...ἡ ὓπαρξη ἐξέρχεται ἀπό τή νομοτέλεια τῆε φθορᾶς καί ἀπολαμβάνει περισσότερη ἐλευθερία. ἄν θέλει, μπορεῖ νά τήν στρέψει πρός τόν Θεό, ἐξ οὖ καί ὁ σωστικός χαρακτῆρας τῆς ἐξομολογήσεως. ἄν δέν θέλει, μπορεῖ ἁπλῶς νά χαρεῖ τήν ἐλευθερία της, τό ὓψιστο στοιχεῖο τοῦ “κατ᾿ εἰκόνα”, γεγονός ὄχι λιγότερο χαρμόσυνο.  Νά γιατί μέσα στούς χαμηλόφωνους “η ἀγωνιώδεις τόνους τῆς ψυχοθεραπευτικῆς συνεδρίας συντελεῖται μία διαδικασία, ὀχι ἀμεσα λυτρωτικοῦ χαρακτῆρα, ὃπως ἡ ἐξομολόγηση, ἀλλά πάντως μέ συνέπειες ὀντολογικῆς τάξεως”.[7]  

β) π. Νεκτάριος Ἀντωνόπουλος: “Ὁ πνευματικός...χρειάζεται νά γνωρίζει τά ὃριά του. Σκοπός του εἶναι νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο στήν πνευματική ζωή καί κατά προέκταση στή σωτηρία. ἄν δέν τό κάνει αὐτό, δέν ἔχει λόγο ὓπαρξης. ἄν μπαίνει σέ ξένα χωράφια, τότε ὁ ἐξομολογούμενος πού ἔχει κάποια ψυχολογικά πτοβλήματα, καλύτερα νά πάει στόν ψυχίατρο πού τά ξέρει καλύτερα..”  Πιό κάτω ὁ ἴδιος ἀναφερόμενος στίς περιπτώσεις ἀνθρώπων πού παθαίνουν κάποιο σόκ ἀπό τήν ἀπώλεια προσφιλῶν τους προσώπων γράφει: “ἄν ὁ ψυχίατρος, σεβόμενος καί αὐτός τά ὂριά του μπορεῖ νά βοηθήσει στό ξεμπλοκάρισμα, δέν νομίζω ὂτι ἔχουμε τό δικαίωμα νά τό ἀρνηθοῦμε καί νά τόν ὑπονομεύσουμε.  Ἐδῶ ὃμως μποροῦμε νά διακρίνουμε τά ὃρια.  Ὁ ψυχίατρος ἴσως μπορέσει νά βοηθήσει τόν ἐξομολογούμενο νά ξεπεράσει αὐτό τό γεγονός καί νά ἐπανέλθει στή ζωή μέ εὐτυχία. Ὁ πνευματικός ἔχει στόχο νά τόν βοηθήσει νά ζήσει τό πνευματικό νόημα τοῦ θανάτου καί τῆς ζωῆς”[8]

γ) π. Ἀντώνιος Στυλιανάκης :Στήν ἰστοσελίδα του τοῦ ἔγινε ἡ ἀκόλουθη ἐρώτηση: “ἔχω κατάθλιψη, ὂλα τά βλέπω σκοῦρα καί δέ μέ γεμίζει τίποτε, καμμιά φορά ἀναρωτιέμαι γιατί ζῶ...καί δέν ξέρω τί πρέπει νά κάνω.  Νά πάω σέ ψυχαναλυτή ἤ νά ἐξομολογηθῶ;” Ἀπάντηση: “ αὐτά ὃλα ἀκούγονται σάν συμπτώματα μιᾶς ψυχολογικῆς κατάστασης πού λέγεται κατάθλιψη.  Νομίζω ὃτι εἶναι καλό νά συμβουλευθεῖτε ἓνα ψυχίατρο- ψυχοθεραπευτή.  Τώρα ἀναφορικά μέ τήν ἐξομολόγηση δέν ξέρω γιατί τά συνδέετε;  Σκοπός της δέν εἶναι νά νοιώσεις καλά ἀλλά νά νοιώσει κανείς μετάνοια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί νά ἐξαγορευτεῖ τίς ἁμαρτίες του..”

Μέ τό μερίδιο λοιπόν τῆς ψυχῆς πού ἐκχωροῦμε πρός θεραπεία στούς ψυχαναλυτές ὄχι μόνο δέν ἐπιτυγχάνουμε ἴαση ἀλλά ὁδηγοῦμε τούς χριστιανούς σέ μιά πνευματική σχιζοφρένεια ἀφοῦ, μαζί μέ μᾶς, κι ἐκεῖνοι μπερδεύουν τούς ρόλους ἱερέως - ψυχοθεραπευτοῦ καί σταδιακά ἐναλλάσσουν τήν προσελευσή τους πότε ἐδῶ καί πότε ἐκεῖ γιά νά βοηθηθοῦν στά ψυχολογικά τους χωρίς τίποτα νά καταφέρνουν.  Καί τί νά ἐπιτύχουν;  Ὁ μακαριστός π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος δόκτωρ φιλοσοφίας καί θεολογίας ἔλεγε ὃτι οἰ ψυχολόγοι γενικά σάν πρότυπο ψυχικῶς ὑγιοῦς ἔχουν τό πεπτωκότα ἄνθρωπο ὄχι τόν ἀγαπῶντα παθόντα καί ἀναστάντα Θεάνθρωπο.  Μέ βάση λοιπόν  αὐτόν τόν ἄνθρωπο τῆς πτώσεως “κανακεύουν” τή φιλαυτία τῶν ἀναλυομένων κι ὃλα  τά πάθη τους.  Ἀπό τήν ἐξομολογητική μας πεῖρα γνωρίζουμε ὂτι οἱ περισσότεροι ψυχοεπαγγελματίες παραπέμπουν κάθε ἄνθρωπο μέ προβλήματα σέ σεξουαλική ἐκτόνωση. Τούς ἀγάμους στήν πορνεία, τούς ἐγγάμους στή μοιχεία δείχνοντας ἐτσι τήν ἐξάρτησή τους ἀπό τή φροϋδική θεωρία τῆς λίμπιντο.  Τούς παρακινοῦν σέ διαζύγια καί βέβαια παρέχουν τή βοήθεια τους ἀντί παχυλῶν ἀμοιβῶν.

Μ᾿ ὃλα τοῦτα θέλουμε νά ποῦμε ὃτι κανένα “ξεμπλοκάρισμα” δέ γίνεται στά συναισθήματα τῶν προβληματικῶν ἀνθρώπων, καμμιά θεραπεία, καμμιά ἰσορροπία. ἄν κάποιοι ἔχουν βοηθηθεῖ  εἶναι ἐπειδή κάποιοι ἀπ᾿ τούς ψυχοθεραπευτές τούς ἄκουσαν μέ καλωσύνη, ἐπειδή τούς παρηγόρησαν ἀνθρώπινα, ἐπειδή τούς στήριξαν βάζοντας κατά μέρος τίς ψυχαναλυτικές τους θεωρίες καί ἐμμονές, πολύ περισσότερο δέ ἄν τούς ὤθησαν σέ ζωντανή σχέση μέ τήν Ἐκκλησία. Ἀλλ᾿ αὐτό δέν εἶναι ψυχοθεραπεία, εἶναι φιλαδελφία καί ἀγάπη, πράγματα ἀδιανόητα γιά τόν ἰδρυτή τῆς Ψυχανάλυσης : “Δέν σκοτίζομαι πολύ γιά τό καλό καί τό κακό, ἀλλά κατά κανόνα δέν συνάντησα τό καλό στούς ἀνθρώπους παρά ἐλάχιστα. Καθόσον γνωρίζω, οἱ περισσότεροι εἶναι ἀποβράσματα εἴτε ἐπικαλοῦνται κάποιες ἀπό τίς ἠθικές εἴτε καμμία”.[9]  Γι᾿ αὐτό προτιμοῦσε τήν παρέα τῶν ζώων ἀπό τήν παρέα τῶν ἀνθρώπων (Τό Βῆμα (εἰδικό τεῦχος 15, 13-1-2002). Μέ τήν “ἐπιστημονική” ψυχοθεραπεία λοιπόν ὄχι μόνο δέ γίνεται ξεμπλοκάρισμα, ἀλλά ἐμπλοκή τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ τό κουβάρι τῶν παθῶν, τῶν τραυμάτων τῶν ποικίλων προβλημάτων μέ τό “τράβηγμα” τοῦ ψυχαναλυτή γίνεται πιό μπερδεμένο, ὁ ἀναλυόμενος πιό ἐξαρτημένος ἀπό τόν ψυχοθεραπευτή καί τίς θεωρίες του, ὁ Θεός γι᾿ αὐτόν πιό ἀπόμακρος, ἀφοῦ ἡ σωτηρία, ὃπως τοῦ λένε οἱ “χριστιανοί” ψυχοθεραπευτές, δέν ἔχει ᾿θεραπευτικές ἐπιπτώσεις στόν τραυματισμένο ψυχισμό του.

 

 

Ἂς δοῦμε τώρα σέ μιά δεύτερη ἑνότητα τήν ἐμπλοκή τῶν λειτουργῶν, τῶν ἱερέων, τήν μεθοδευόμενη “δέση” τους στήν ψυχανάλυση.

 

Ἡ πρώτη προσπάθεια ἐμπλοκῆς τους γίνεται μέ τήν προαναφερθεῖσα Ἐγκύκλιο διά τῆς ὁποίας προτρέπονται οἱ κληρικοί νά παραπέμπουν στούς “εἰδικούς” (ψυχιάτρους, ψυχολόγους, ψυχοθεραπευτές) “ὂσους ἀδελφούς μας χρειάζονται ψυχιατρική βοήθεια καί νά συνεργάζωνται μαζί τους”.Στήν ψυχιατρική βοήθεια περιλαμβάνεται, κατά τήν Ἐγκύκλιο, καί ἡ ψυχοθεραπεία πού ἀσκοῦν οἱ “εἰδικοί” γιά να΄θεραπεύσουν ψυχικές παθήσεις πού προέρχονται ἀπό “τραυματικά γεγονότα τῆς ζωῆς” ἤ “νοσηρές σχέσεις στά πλαίσια τῆς οἰκογένειας καί τῆς κοινωνίας”.ἔτσι οἱ ἱερεῖς- πνευματικοί κρίνονται οὐσιαστικά ἀνεπαρκεῖς γιά νά ἀντιμετωπίσουν τά ψυχικά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων διά τῆς Χάριτος πού ἐνεργεῖ κατά τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, διά τῆς ἐξαγορεύσεως, τῆς κατά Ἁγίους πατέρας συμβουλευτικῆς καί τῶν ἐν γένει πνευματικῶν μεθόδων. Ἀπαιτοῦνται οἱ “εἰδικοί” μέ τίς εἰδικές γνώσεις καί μεθόδους.  Ὁ Βαρλααμικός πειρασμός τῆς θεραπείας τῆς ψυχῆς διά τῶν κοσμικῶν γνώσεων εἶναι ἐμφανής.

 

Ἐπειδή ὃμως οἱ ἱερεῖς ἀντιστέκονται σ᾿ αὐτή τή λογική, ὄχι γιά συντεχνιακούς λόγους, ὂπως ὐπονοοῦν μερικοί, ἀλλά γιά νά μήν προδώσουν τήν παρακαταθήκη τῆς ἱερωσύνης τους κι ἐπειδή ἐχουν ἀντίθετη ἐμπειρία, μεθοδεύεται ὑποταγή τους μέ  διάφορους τρόπους :

α) μέ διαρκῆ ὑποτίμηση τοῦ ἠθους καί τῆς μορφώσεως τους. ἔτσι ὁ π. Φιλόθεος Φάρος γράφει: “ὁ κληρικός συνήθως  κατέχεται ἀπό ἓνα σύμπλεγμα κατωτερότητας, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του σάν κάποιο πού βρίσκεται στό χαμηλώτερο σκαλοπάτι τῆς καθιερωμένης ἐπαγγελματικῆς ἱεραρχίας”.[10]  “Εἶναι ἓνα ἐπαγγελματίας προσευχητής”, “ἐξυπακούεται ὃτι (οἱ κληρικοί) δέν προσεύχονται ὃταν κάνουν τά πέντε εὐχέλαια, τούς δέκα γάμους, τίς δέκα βαπτίσεις, τούς εἴκοσι ἁγιασμούς, τά πενῆντα τρισάγια στό νεκροταφεῖο πηδῶντας ἀπό τάφο σέ τάφο”. “Σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση ὁ κληρικός κάνει τά ἐξωτερικά τῆς προσευχῆς, ὂπως οἱ ἱερόδουλες κάνουν τά ἐξωτερικά τοῦ ἔρωτα”[11]ἐνιῶ ὁ π. Βασίλειος Θερμός γράφει : “οἱ ἄνθρωποι αἰσθάνονται πρός τούς κληρικούς ὃ.τι καί πρός τά νεκροταφεῖα. Εἶναι ἱερά, προκαλοῦν φόβο καί βρίσκονται ἔξω ἀπό τή ζωή”[12] κι ἀλλοῦ “χειροτονοῦμε περιφερόμενα ἀνέκδοτα γιά νά ποιμανουν ψυχές.[13]

β) Συνεχῶς τονίζεται ἡ ἀνεπάρκεια τῶν ἱερέων ὡς πρός τήν ποιμαντική τους συμβουλευτική σέ σύγκριση μέ τήν “ἐπιστημονική” βοήθεια πού παρέχουν μέσῳ εἰδικῶν γνώσεων καί τεχνικῶν οἱ “εἰδικοί”.ἔτσι στό βιβλίο του “ Ἀναζητῶντας τό πρόσωπο” ὁ π. Β. Θερμός παρουσιάζει τέσσερα περιστατικά “ἀναλυομένων” τούς ὁποίους οἱ πνευματικοί ἔβλαψαν ἀφάνταστα, ἐνιῶ στήν ἡμερίδα τῆς Λειβαδιᾶς μιά γυναῖκα ἀφήνεται σκόπιμα νά φανερώσει τήν ἀνεπάρκεια τοῦ ἐξομολόγου καί τῆς ἐξομολογήσεως σέ ἀντίθεση μέ τήν οὐσιαστική βοήθεια τῆς ψυχοθεραπείας: “ ἔβγαινα  ἀπό τήν ἐξομολόγηση ἀλλά συνέχιζα νά νοιώθω τό ἴδιο ψυχοπλάκωμα, τήν ἴδια δύσπνοια, τό ἰδιο ἄγχος...ὃσο νά περάσει ἡ ἑβδομάδα ἔπρεπε νά ξανατρέχω στόν παπᾶ, νά ξαναπῶ τά ἴδια, ξανά πάρε ἄφεση παιδί μου καί φύγε, κ.ο.κ.  Πολύ ἀργότερα, ὃταν πιά μπῆκα σέ ψυχοθεραπεῖες διαφόρων εἰδῶν καί ἰδιοτήτων, ἐφτασα σ᾿ ἓνα σημεῖο ἠ μέ φτάσανε, ὣστε ἄρχισα νά ψάχνω μέσα μου, ὣσπου ἀνακάλυψα ὃτι στήν ψυχή μου ὑπῆρχε ἓνα μῖσος ἀβυσσαλέο ἐνάντια στή μάνα μου...Τό Θεό τόν ἔβλεπα σάν ἓνα σαδιστή, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ εἶχε δώσει τίς μεγάλες ἐπιθυμίες γιά ἀγάπη, γιά ἔρωτα, γιά σεξουαλικότητα, ἀπό τήν ἀλλη σοῦ ἔλεγε ὀχι, ἀπαγορεύεται, αὐτό δέν θά τό κάνεις!..καταθέτω αὐτή τήν προσωπική ἐμπειρία, γιά νά πῶ ἐπίσης ὃτι ὓστερα ἀπό πολλά χρόνια θεραπείας ἀγαπῶ τή μάνα μου...”[14]

γ) Μεθοδεύεται ἐπίσης ἡ ὑποτίμηση τοῦ ἱερέως, ὡς ἱερέως διά τοῦ εὐτελισμοῦ τῆς ἱερατικῆς περιβολῆς.  Σέ εἰδική ἡμερίδα γιά τά ράσα ὁ εἰσηγητής, παπᾶς -ψυχολογος, μέ ψυχαναλυτικά τεχνάσματα προσπάθησε νά χειριστεῖ ψυχολογικά τό ἀκροατήριο του ταυτίζοντας τήν ἱερατική ἀμφίεση μέ τή στολή τοῦ ἀστυνομικοῦ.  Μέσω αὐτῆς (συνοψίζω ἐδῶ τίς ἀπόψεις του) ὁ παπᾶς, εἶπε, προσπαθεῖ νά ἐμπνεύσει συστολή καί ὑποταγή,ἐπισφραγίζει τόν κληρικαλισμό, μοιάζει μέ ἰσλαμιστή.  Ἐπίσης τό ράσο τοῦ δημιουργεῖ ψυχολογικά προβλήματα: ἐξωθεῖται σέ ἀποξένωση ἀπό τίς ἀνθρώπινες διαστάσεις τοῦ ψυχισμοῦ του, ἀναγκάζεται νά υἱοθετήσει ἓνα προσωπεῖο ἀγγελισμοῦ, διασπᾶται ἡ προσωπικότητά του.  Μέ τό ράσο του ὁ παπᾶς προκαλεῖ τό θυμό καί τήν περιφρόνηση τῶν ἀνθρώπων, δημιουργεῖ προβλήματα στήν πρεσβυτέρα καί τά παιδιά του.

Μ᾿ αὐτές τίς μεθόδους ἐπιχειρεῖται ἡ μετάθεση τοῦ ἱερέως στήν κατάσταση τῆς κακομοιριᾶς.  Νά νοιώσει ἀπό ἀρχοντας, δηλαδή ποιμένας καί διδάσκαλος, ἓνας ἐπαγγελματίας ἐλλιπής, ἀπαξιωμένος.  Κι ὓστερα ἀμέσως τοῦ προσφέρεται ἡ δυνατότητα νά ἀναβαθμισθεῖ θητεύοντας σέ ψυχολογικά σεμινάρια, ὃπως τό 10μηνο σεμινάριο πού ἔγινε στόν ἃγιο Χαράλαμπο Ἰλισίων ὑπό τήν αἰγίδα τῆς Ἑλληνικῆς Ψυχιατρικῆς Ἑταιρίας μέ οὐσιαστικό σκοπό νά καταστῆ ἓνας μεσάζοντας, ἓνας διεκπεραιωτής πρός τούς “εἰδικούς”.  Πρόκειται γιά μιά ἄλλη προσπάθεια ἐμπλοκῆς τόν ἱερέων στόν ψυχαναλυτικό ὁλοκληρωτισμό.  Λέει κι ὁ π. Β. Θερμός ὃτι αὐτό πού ζητεῖται μέσῳ τῆς ψυχολογικῆς ἐκπαιδεύσεως τῶν ἱερέων εἶναι  “ νά εἶναι σέ θέση νά ἐπιτύχουν τήν εὐκταία συνεργασία μέ τούς εἰδικούς καί νά ἀποκτήσουν ψυχοθεραπευτικές δεξιότητες”[15].  ᾿Aδυνατεῖ ἑπομένως κατά τούς ψυχοθεραπευτές”η μᾶλλον -συγχωρεῖστε μου τήν ἀκραία φράση- τούς “ψυχοβγάλτες”,ἡ ἐξομολόγησις, ἡ Χάρις νά θεραπεύσει τά δήγματα τοῦ ψυχοφθόρου ὀφεως καί πρέπει ὃπως οἱ δεξιοτέχνες μουσικοί, ἀκροβάτες, τεχνικοί, διπλωμάτες νά ἐφοδιασθεῖ καί ὁ πνευματικός μέ δεξιότητες ψυχαναλυτικές γιά νά θεραπεύσει τά ποικίλα προβλήματα, νά διορθώσει τά συναισθήματα νά ἰσορροπήσει τίς διαταραγμένες συζυγικές καί γονεϊκές σχέσεις κ.λ.π.   ῝Οπου δέν ἐπαρκοῦν οἱ δεξιότητές του, ὀφείλει ὁ κληρικός “τοὐλάχιστον νά ζητήσει τήν βοήθεια εἰδικοῦ”.[16]

Μιά τρίτη προσπάθεια ἐμπλοκῆς τῶν ἱερέων στήν ψυχανάλυση ἔγινε μέ τήν πρόταση πού ἔκανε στήν ἡμερίδα τῆς Λειβαδιᾶς ὁ ψυχίατρος Κυριαζῆς νά ἐνταχθοῦν οἱ ἱερεῖς, θεολόγοι, παιδαγωγοί “σέ προγράμματα ψυχαναλυτικοῦ τύπου θεραπείας (ἀτομικῆς, ὁμαδικῆς) ἀπό κατάλληλα ἐκπαιδευμένους ψυχοθεραπευτές”.  “Αὐτό θά βοηθοῦσε τούς ἐνδιαφερομένους νά ἐμβαθύνουν σέ θέματα προσωπικῆς ψυχολογικῆς αὐτογνωσίας καί θεραπείας, ἐνῷ θά ἦταν δυνατόν ἀκόμη καί νά διευκολύνουν τόν πνευματικό τους ἀγῶνα πρός τήν οἰκείωση τῶν δωρεῶν τοῦ πνεύματος, παράλληλα δέ θά τούς ὃπλιζε ἐκπαιδευτικά γιά μιά περισσότερο ἀποτελεσματική δράση στό συμβουλευτικό καί ποιμαντικό τους ἐργο”.[17]  Μέ περισσότερη θρασύτητα ἄλλος κληρικός-ψυχοθεραπευτής διερωτᾶται “μήπως θά ἦταν σκόπιμη ἡ ἐνθάρρυνση κάποιων ὑποψηφίων ἤ κληρικῶν νά δεχθοῦν ψυχοθεραπεία, ἔστω καί ἐν ἀπουσιία συγκεκριμένου προβλήματος”(!)[18]

Ἡ πιό ἐπικίνδυνη πάντως προσπάθεια ἐμπλοκῆς τῶν κληρικῶν στήν ψυχανάλυση γίνεται μέ τήν πρόταση ἀπό κληρικούς ψυχοθεραπευτές νά θεσπισθεῖ “ὑποχρεωτική γνωμοδότηση συμβουλίου ἀπό κληρικούς καί ψυχολόγους-ψυχιάτρους γιά τήν καταλληλότητα ὑποψηφίου κληρικοῦ.  Ἡ γνωμοδότηση θά ἐκδίδεται 2 ξεχωριστές φορές πού θά ἀπέχουν μεταξύ τους 3 χρόνια καί δέν θά ἔχουν δεσμευτικό χαρακτῆρα”[19]

Ἐννοεῖται ὃτι ἡ ἐπιτροπή αὐτή θά ἐξετάζει τούς ὑποψηφίους κληρικούς ὡς πρός τήν ψυχική τους ἰσορροπία, ἀποκλείοντας ἀπό τήν ἱερωσύνη ὃσους, κατά τήν κρίση καί τίς φροϋδικές καί λοιπές ἰδεοληψίες τῶν ψυχιάτρων, πάσχουν ἀπό ποικίλες διαταραχές τοῦ ψυχισμοῦ τους.  Γιά νά ἀντιληφθοῦμε ποιοί εἶναι οἱ εὐσεβεῖς μᾶλλον οἱ ἀσεβεῖς πόθοι ὂσων μεθοδεύουν τέτοιες... ἱεροεξεταστικές ἐπιτροπές διαβάζουμε σέ βιβλίο τοῦ π. Θερμοῦ ὃτι “ἡ περίπτωση τοῦ φανατικοῦ εἶναι μία α᾿πό τίς διαταραχές” τοῦ ψυχισμοῦ [20] ἐνῷ ὁ π. Ἀδαμάντιος Αὐγουστίδης στό βιβλίο του ἀπό τό ὁποῖο ἐξετάζονται οἰ σπουδαστές τῆς Ἀνωτέρας Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς ἐξηγεῖ ὃτι στά “φαινόμενα θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ καί φουνταμενταλιστικῶν ἀποκλίσεων περιλαμβάνονται “ἡ συνεχής καί συχνά ἀθεολόγητη ἐνασχόληση μέ τόν ἀντίχριστο ἤ τό 666, τή μαγεία καί τούς ἐχθρούς τῆς πίστης” ἐνιῶ κατατάσσει στούς πάσχοντες ἀπό μισαλλόδοξη θρησκευτικότητα ὂσους ἀξιολογοῦν τούς κληρικούς “μέ κριτήριο τά πλέον ἀσήμαντα στοιχεῖα:μαλλιά, γένια, φάρδος στά μανίκια, ξύλινη ἰεροπρεπής γλῶσσα” ὃσους ζητοῦν “τήν ἐπιστροφή στήν καθαρότητα”, ὃσους διακρίνονται “γιά ἀνορθολογική καί ἀδιάκριτη ὑποταγή σέ κάθε παραδοσιακόμορφο σχῆμα”.[21]

Ἀντιλαμβάνεται κανείς ποῦ μπορεῖ νά ὁδηγῆσει αὐτή ἡ ἐπιμελῶς κατασκευασμένη εὐρύτητα τοῦ ὃρου “φανατισμός” καί “φουνταμεντα-λισμός”.  Κατ᾿ αρχάς, φωτογραφίζει καί φακελώνει τό ὁρθόδοξο παραδοσιακό φρόνημα-δέν ἀρνεῖται βέβαια κανείς καί τήν περίπτωση ακραίων τοποθετήσεων ἀπό “εὐαίσθητα” ἀτομα- καί ἐν συνεχεία, ἀκυρουμένης κατ᾿ οὐσίαν τῆς συμμαρτυρίας τοῦ πνευματικοῦ πατρός, ἀποκλείει ἀπό τήν ἱερωσύνη μέσω τῶν γνωμοδοτήσεων τῶν ἐπιτροπῶν ἀπό ψυχιάτρους κάθε ἐμφορούμενο ἀπό ὀρθόδοξο φρόνημα ὑποψήφιο, ἐνιῶ γίνεται εὐμενῶς ἀποδεκτός ὃποιος δέν ἀσχολεῖται μέ θεολογικές συζητήσεις, ὃποιος κοινωνεῖ μέ τούς ἄλλους “μέ τήν ἀμεσότητα τοῦ συναιασθήματος” δεδομένου ὃτι, ὃπως λέγει ὁ π. Β. Θερμός “οἱ ἔννοιες, οἱ σκέψεις, οἱ ἰδέες μᾶς διαιροῦν, ἐνιῶ τά συναισθήματα μᾶς ταπεινώνουν”[22]

 

 

Στήν τρίτη ἑνότητα θά δοῦμε καί τήν ἄμεση μέ τά λειτουργικά θέματα ἐμπλοκή τῆς ψυχανάλυσης.  Στίς προηγούμενες ἑνότητες ἀναφερθήκαμε στήν ψυχαναλυτική μέταχείριση τῆς ἐξομολογήσεως, τῆς ἱερατικῆς περιβολῆς, τῆς ἐν γένει ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως. Ὃσον ἀφορᾷ στήν ἐξομολόγηση συμπληρώνουμε ἐδῶ ὃτι κατηγορεῖται ἀπό τούς κληρικούς ψυχοθεραπευτές μέ βάση τίς ἐμμονές τους, ὡς “ἀνελεύθερη”καί “δικανική” χρήζουσα “θεολογικῆς διερευνήσεως” καί ἀποκαταστάσεως τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ της χαρακτῆρα, ασφαλῶς, προσθέτουμε, μέ τή βοήθεια ψυχαναλυτικῶν τεχνικῶν.  Αὐτό τό λέμε ἐπειδή, κατ᾿ αὐτούς, ἀφ᾿῾᾿ ἑνός εἶναι δεδομένεςοἱ ὁμοιότητες τῆς ψυχοθεραπείας μέ τήν ποιμαντική πρακτική ἀφ᾿ ἑτέρου “ἡ ἐξομολόγηση δέν εἶναι κατ᾿ ἀνάγκην θεραπευτική διαδικασία” κι “ ὃταν ἓνας πνευματικός θελήσει νά κάνει τόν θεραπευτή μπορεῖ νά κάνει ζημιά” “Δουλεύει σέ φαρμακεῖο χωρίς νά εἶναι φαρμακοποιός” “Πρέπει νά ἐχει τό χάρισμα τοῦ ποιμαντικοῦ συμβούλου”.ἔτσι χωρισμένη βίαια ἡ ποιμαντική συμβουλευτική καί ἡ συνακολουθοῦσα παρεχομένη θεραπεία ἀπό τήν ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν καί τήν ἄφεση πέφτει στά νύχια τῶν ἐκπαιδευμένων στήν “ποιμαντική φροντίδα” ψυχοθεραπευτῶν.

Ἀλλά καί  τό σύνολο τῆς Λατρείας τίθεται ὑπό ψυχολογική ὁμηρία.  Μέ βάση ἓνα εἶδος ψυχολογίας τῆς Λατρείας, “ἡ κατάνυξη εἶναι ψυχολογική κατηγορία” ἀλλά ε᾿πίσης “εἶναι στιγμές πού ἡ κατάνυξη ἔρχεται ὄχι μέσα ἀπό καθαρές ἐνδοψυχικές διαδικασίες ἀλλά καί ὡς κατευθεῖαν ἐπενέργεια τῆς Χάριτος, καί ὡς μικτό καθεστώς...Ἑπομένως ἐχουμε τήν ἐλευθερία...γιά μιά ποικιλία τοῦ σχετικοῦ βιώματος, διότι οἱ ἀνθρωποι εἶναι πολύπλοκοι ὡς χαρακτῆρες καί διαφέρουν καί ὡς πρός τήν ψυχολογική τους ἱστορία...”  Καταλήγει δέ ὁ κληρικός ψυχοθεραπευτής στό συμπέρασμα ὃτι “ἡ ἔγνοια τῆς Ἐκκλησίας..δέν πρέπει νά εἶναι νά δημιουργήσει τεχνητά μέσα γιά κατάνυξη...ὃτι ὁ φωτισμός (ἐνν. τοῦ ναοῦ) θά πρέπει νά εἶναι πλήρης στήν Εὐχαριστία” κ.λ.π.  Τό ἴδιο συμβαίνει κατά τούς κληρικούς - ψυχοθεραπευτές  καί μέ τή χαρμολύπη. “Ὑπάρχει”, λέει ὁ π. Θερμός “ψευδαίσθηση χαρμολύπης καί ἡ πραγματικότητα τῆς χαρμολύπης.  Αὐτό συμβαίνει γιά κάθε εἴδους συναίσθημα.  Μερικές φορές εἶναι ἡ ψυχολογία ἐκείνη ἡ ὁποία μέσα ἀπό ὁρισμένες διαδικασίες ἔρχεται νά φέρει ἐπίγνωση συναισθημάτων”καί προεκτείνοντας αὐτή τή σκέψη  στή δυνατότητα αὐτογνωσίας μέσῳ τῆς Ψυχολογίας συνεχίζει: “ἔχουμε ἀνθρώπους πού ἔχουν τήν συναίσθηση ἐπί δεκαετίες ὃτι ἐχουν συγχωρέσει κάποιον καί μετά ἀπό τριάντα- σαράντα χρόνια ἀνακαλύπτουν στήν ψυχοθεραπεία ὃτι ὑπάρχει ἄβυσσος μίσους”.[23] ἔτσι ἡ ψυχολογία-ψυχοθεραπεία ἀναδεικνύεται σέ ...κατανυξόμετρο καί χαρμολυπόμετρο. ὃλα τά ἀνατέμνει, τά ὁριοθετεῖ, τά ἐξυγιαίνει, τά θεραπεύει, ἔχει λύσεις γιά ὅλα.  Οἱ νηπτικές, φιλοκαλικές, θεοφώτιστες συγγραφές τῶν Ἁγίων Πατέρων ἐμφανίζονται ξένες πρός τό σύγχρονο ἄνθρωπο. “Ἡ πατερική πνευματική παρακαταθήκη πρέπει πρῶτα νά βιωθεῖ, νά κατανοηθεῖ σωστά καί στή συνέχεια νά ἐπαναδιατυπωθεῖ μέ σύγχρονους ὂρους” γράφει ὁ π. Ἀδαμάντιος.[24]  Κι ἐπειδή οἱ κληρικοί, σύμφωνα μέ ἄλλον ἱερέα ψυχοθεραπευτή, τείνουν νά “πνευματικοποιοῦν τά ψυχολογικά γεγονότα...χρησιμοποιῶντας θεολογικές ἔννοιες” κρίνεται ἀναγκαῖο “τό ζήτημα τῶν σχέσεων μεταξύ ψυχολογικῆς γλώσσας καί θεολογικῆς γλώσσας νά τεθεῖ πρός διερεύνησιν”[25] ἐνῷ ἀλλοῦ διατυπώνεται ὁ ἰσχυρισμός ὃτι “ἡ θετικότητα, ἡ ἀκριβολογία καί ὁ ρεαλισμός τῆς ψυχιατρικῆς γλώσσας μποροῦν νά συμβάλουν στήν ἀποκάθαρση τῶν ἀσαφειῶν, πού μαστίζουν τόν θεολογικό μας λόγο”.[26]ἓνα τέτοιο δεῖγμα ψυχιατρο-θεολογικῆς γραφῆς μᾶς ἔδωσε ὁ π. Αὐγουστίδης μέ τό κείμενο του “Ἡ ἐλπίδα τῆς χριστουγεννιάτικης ἀπελπισίας” δημοσιευμένο στό περιοδικό “Εφημέριος”.  Σ᾿ αὐτό ἦταν πανταχοῦ ἀποῦσα ἡ ὑπέροχη θεολογία ζωῆς καί ἐλπίδος  καί  ἡ ἀκριβολόγος ὃσο καί εὐφρόσυνη γλῶσσα τῶν Πατέρων, ἀλλά πανταχοῦ παροῦσα  ἡ νοσηρή ψυχαναλυτική γλῶσσα, “ἡ ὑπομανιακή εὐθυμία”, “ἡ κατάθλιψη”, “τό ψυχολογικό ὑπόβαθρο τῶν φαινομένων”, “ἡ ἀμυντική βουλιμική διάθεση τοῦ καταθλιπτικοῦ ἀτόμου”, ἀκόμα καί τό “συλλογικό ἀσυνείδητο”.[27]  Πρόκειται γιά μιά γλῶσσα πού ἀπευθύνεται σέ ψυχασθενεῖς ἠ ἑτοιμάζει ψυχασθενεῖς.

Ὃμως δέν ἐπιχειρεῖται ἡ ψυχαναλυτική κακοποίηση μόνο τῆς θεολογικῆς γλώσσας καί τῆς γλώσσας τοῦ κηρύγματος ἀλλά καί ἡ πολύτιμη λειτουργική μας γλῶσσα δέχεται τίς ἐπιθέσεις  τῶν ψυχολογο-φιλοσόφων μέ στόχο νά παρασχεθεῖ ἓνα θεωρητικό ὑπόβαθρο γιά μεταγλώττιση τῆς λατρείας.  Ὁ π. Β. Θερμός μέ τήν ἐργασία του “Ὁ λόγος ὡς προσωπεῖο: Περί τῆς ἀμυντικῆς λειτουργίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας” προσπαθεῖ νά πείσει τούς ἀναγνῶστες του ὃτι οἱ κληρικοί φοβοῦνται τήν ὀντολογική  συνάντηση τῶν ἄλλων καί χρησιμοποιοῦν ὡς ἄμυνα τήν ἀρχαιοπρεπῆ γλῶσσα. ὄχι μόνο ἡ ἐγγύτητα τῶν ἄλλων δημιουργεῖ ἀγχος, ἀλλά καί ἠ σεξουαλικότητα ἡ ὁποία ἀλλοιώνει τόν ἐκκλησιαστικό λόγο! (νά μή ξεχνᾶμε καί τόν παπποῦ Φρόυντ!). ἄλλοι πάσχουν ἀπό φαρισαϊσμό πού τούς ὁδηγεῖ σέ φανατισμό ἀλλοι ἀπό ναρκισσισμό καί διψοῦν γιά δύναμη χρησιμοποιῶντας ὡς ἐφαλτήριο τήν “παράδοση”.  Αὐτοί ᾿ἐπιστρατεύουν ὃρους ὃπως “Ὀρθόδοξη Ἀνατολή” χάριν μιᾶς αὐτιστικῆς καί αὐτάρεσκης περιχαράκωσης, ἀλλοι πάσχουν ἀπό ψυχικές συγκρούσεις περί τήν σεξουαλικότητα, οἱ ὁποῖες ἐκβάλλουν συχνά σέ ἀσκητική ὁρολογία κι ἄλλοι μέ νοσηρή διάθεση μετατρέπουν τόν ἐκκλησιαστικό λόγο σέ κλειστή ἰδιωματική γλῶσσα πού δέν τήν καταλαβαίνουν οἱ ἄλλοι.

Αὐτά λέγει ὁ π. Θερμός καταλήγοντας σέ μιά ἀπό τίς ἑνότητες τῆς ἐργασίας του μέ τό βλάσφημο ἀστεῖο ὃτι “ἡ ἀψυχολόγητη ἀναφορά στό “νέφος μαρτύρων” κάνει τούς νέους ν᾿ ἀναρωτιοῦνται γιατί ἄραγε οἱ μάρτυρες ρυπαίνουν”, ὑποτιμῶντας ἔτσι τή νοημοσύνη καί τό γλωσσικό αἰσθητήριο τῶν νέων, πού τάχα, δέν γνωρίζουν ἄλλο νέφος ἀπό τό νέφος πού μολύνει τήν ἀτμόσφαιρα! Προχωρῶντας λέγει ὃτι κατά τήν Λατρεία μας “τό ἀρχαῖο γλωσσικό ἱδίωμα παρεμβαίνει καί ἀνακόπτει τήν φυσική κίνηση τῆς ἀνθρώπινης διάνοιας, κατ᾿ οὐσίαν ἐκδιώκοντάς την ἀπό τήν προσευχή”.  Καί γιά νά πείσει ὃτι ἡ ἀρχαία γλῶσσα εἶναι “ἄγνωστη χώρα” παραθέτει εἴκοσι γραμμές μέ ἄγνωστες ἀρχαῖες λέξεις.

Εἱς ἀπάντησιν θά μπορούσαμε νά παραθέσουμε πολλές λέξεις ἀπό τήν ψυχαναλυτική ὁρολογία πού χρησιμοποιεῖ ὁ π.Θερμός στήν ἐργασία του, ὃπως :μηχανισμοί ἄμυνας,ἄγχος,ἀναπτυξιακό στάδιο, ἀναπτυξιακές ἐμπλοκές, ἐνοχικό ἄγχος,συγκρουσιακό ἄγχος, ναρκισσισμός, ἐνορμήσεις, ἐκλογίκευση (μέ τήν ψυχαναλυ-τική της ἔννοια), empathy,πού γιά τήν κατανόησή τους ἀπαιτεῖται σπουδή στήν ψυχανάλυση.Μήπως θά ἦταν προτιμώτερο νά θητεύσουν, ὃσοι ἀναζητοῦν πληρέστερη θεολογική κατανόηση, στή γλώσσα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων, νά μάθουν τί ἐννοεῖ ἡ λατρεία μας μέ τίς λέξεις, οἰκονομία, ἐπιδημία,διαθήκη κ.λ.π. μελετῶντας σοβαρά καί συμμετέχοντας συχνά στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας,  ὃπως κάνουν ἀντίστοιχα ὃσοι ἐνδιαφέρονται σοβαρά γιά κάποιο γνωστικό ἀντικείμενο; ἤ θά πρέπει νά μυηθοῦν στήν ἄρρωστη γλῶσσα τοῦ Φρόϋντ, τῆς Κλάϊν καί τοῦ Λακάν γιά νά καταλαβαίνουν  τό μῖγμα θεολογο-ψυχαναλυτικοῦ λόγου τῶν ἱερέων - ψυχοθεραπευτῶν; “ Εἰ δίκαιον ἐστίν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ”, ἀδελφοί καί πατέρες, αὐτῶν “ἀκούειν μᾶλλον ἤ τοῦ Θεοῦ, κρίνατε” (Πραξ 4,19).

 

 

Θά θέλαμε, τελειώνοντας, νά τονίσουμε τήν ἀνάγκη γιά ἔγκαιρη ἀπεμπλοκή τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ᾿ἀπό τόν ἐπικίνδυνο ἐναγκαλισμό τῆς Ψυχανάλυσης.  Ἡ ψυχανάλυση εἶναι μιά πολυκέφαλη λερναία ὓδρα, μέ ἄπειρες ἀλληλοαναιρούμενες θεωρίες περί ψυχῆς καί μεθόδους δῆθεν θεραπείας της.  Χωρίς ἠθική βάση καί σκοπό, διεκδικεῖ τήν ἑρμηνεία κάθε ἐνεργείας τῆς ψυχῆς καί τή θεραπεία της μέ κριτήριο τίς κοσμοθεωριακές τοποθετήσεις κάθε ψυχοθεραπευτή.

 

Ἡ Ὁρθόδοξη Πίστις - κι ἐδῶ εἶναι τά συμπεράσματά μας - εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τήν ἐπέμβαση τῶν ψυχαναλυτῶν στήν ψυχή τῶν Χριστιανῶν

 

α) διότι ἡ ψευδώνυμος γνῶσις περί ἀνθρώπου πού διέπει τή διαδικασία τῆς Ψυχανάλυσης εἶναι ἀντίθετη ἀπό τήν ἀποκεκαλυμμένη ὑπό τοῦ Κυρίου γνώση περί τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως περί τῆς φθορᾶς της ὑπό τῶν παθῶν, περί τῆς ὑπό τοῦ Κυρίου μας προσλήψεως της καί καθολικῆς ἰάσεώς της.

β) διότι μέ βάση τίς ἄθεες ἰδέες περί ψυχῆς οἱ ψυχαναλυτές πιστεύουν ὂτι μποροῦν νά τήν θεραπεύσουν, χρησιμοποιῶντας τίς εἰδικές τους γνώσεις καί τή “μαγεία” τῶν λέξεων, τή συζήτηση, τήν πειθώ κ.λ.π.  Εἶναι ὁ βαρλααμικός πειρασμός πού ὑπερτονίζει τήν ἀξία τῆς κοσμικῆς γνώσεως θεωρῶντας την ἀπαραίτητη γιά τή σωτηρία ἀκυρώνοντας τήν ἐνέργεια τῆς Χάριτος καί τήν ἐν γένει ὀρθόδοξο νηπτική παράδοση μιᾶς ἀληθινῆς θεραπείας τῆς ψυχῆς, πού ἀγκαλιάζει ὃλο τόν ἄνθρωπο.  ῾Ἐδῶ, γιά τούς προσκολλημένους στήν ψυχανάλυση ὑποκρύπτεται, καί ὁ πειρασμός τῆς αὐτοθεώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πίστη του ὃτι μπορεῖ νά θεραπεύσει τήν ψυχή του, νά βρεῖ τήν εὐτυχία ἀπό μόνος του, χωρίς τό Θεό μέ τή βοήθεια τῶν μεθόδων αὐτογνωσίας πού τοῦ παρέχει ὁ ψυχοθεραπευτής – γκουρού

γ) διότι ἡ Πατερική μέθοδος ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο νά “ἀθλήσει νομίμως”, νά συσταυρωθεῖ μέ τό Χριστό “σύν τοῖς πάθεσι καί ταῖς ἐπιθυμίαις”, ἐνῷ ἡ ψυχανάλυση μέ τήν καλλιεργουμένη “ἀπενοχοποίηση” κολακεύει τόν ἐγωϊσμό καί τά πάθη τοῦ ἀναλυομένου μεταθέτοντας σ᾿ ἀλλους τήν εὐθύνη.

δ) διότι οἱ Χριστιανοί συγχέουν τά ὂρια Ἐξομολογήσεως-ψυχαναλύσεως θεωρῶντας καί τά δύο, παρόμοια μέσα γιά νά πάρουν βοήθεια στά προβλήματά τους, ἐνιῶ τό ἴδιο παθαίνουν καί οἱ ἐνασχολούμενοι μέ τήν ψυχανάλυση ἱερεῖς πού νοιώθουν ὄχι ὥς ὀστράκινα σκεύη πού ἀξιώνονται νά φέρουν τή Θεία Χάρη καί νά γίνονται οἰκονόμοι της, ἀλλά ὡς ἱκανοί νά βοηθήσουν τούς ἄλλους μέ τίς ψυχαναλυτικές τους δεξιότητες καί νά ὑποβάλλουν σέ ψυχολογική ἔρευνα καί θεραπεία  τούς κληρικούς , ἀκόμα κι ὃλη τήν Ἐκκλησία. ἓνας ἐξ αὐτῶν γράφει ὃτι “ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία παρέχει εἰκόνα καταθλίψεως μέ αὐστηρά ψυχοδυναμική ἔννοια”![28]

ε) διότι ἡ λεπτομερής κι ἄνευ τῆς Χάριτος ψυχο-ανάκριση ἀναστατώνει τόν ψυχικό κόσμο τῶν ἀναλυομένων καί τούς ὁδηγεῖ πολλάκις σέ ἀδιέξοδο καί ἀπελπισία ἤ σέ ἁμαρτωλές, διαλυτικές τῆς προσωπικότητος καί τῆς οἰκογενείας τους, λύσεις,

στ) διότι ἡ ψυχανάλυση διαποτίζει καί ἀρρωσταίνει τή σκέψη, ὃσων ἐμπλακοῦν, μέ τή νοοτροπία της καί τούς κάνει νά σκέπτονται γιά τόν ἑαυτό τους καί γιά τούς ἄλλους μέ τρόπο ψυχαναλυτικό

ζ) εἰδικώτερα γιά τήν  Ἐκκλησία, ἡ διάχυση ψυχαναλυτικῆς νοοτροπίας στούς κληρικούς καί λαϊκούς μέσω  σεμιναρίων, τῶν Σχολῶν γονέων, ἐκδόσεων κ.λ.π , ἀλλοιώνει τό ὀρθόδοξο φρόνημα καί τό ἦθος, καί μεθοδεύει λύσεις πού προσαρμόζουν τήν ἐκκλησιαστική ζωή στήν κοσμική νοοτροπία.  Τέλος δέν μπορῶ νά φαντασθῶ τί ὀλέθριες συνέπειες, τί φοβερή σύγχυση θά ακολουθήσουν μιά συνοδική ἀπόφαση πού θά ἐπιβάλει τήν... ἱερά ἐξέταση ἀπό ἐπιτροπή ψυχιάτρων ὃλων τῶν ὑποψηφίων κληρικῶν.

 

Χρειάζονται, φρονῶ γενναῖες, ριζικές ἀποφάσεις σέ θεσμικό-συνοδικό ἐπίπεδο γιά νά μή ἐγκλωβισθεῖ ἡ Ἐκκλησία μας στά δίχτυα τοῦ ψυχαναλυτικοῦ  ὁλοκληρωτισμοῦ.

 

 

 

 

 

 

Π ε ρ ί λ η ψ η

 

Ἡ προσπάθεια εἰσβολῆς τῆς Ψυχανάλυσης-Ψυχοθεραπείας στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἐντάσσεται στήν κίνηση γιά Λειτουργική ἀνανέωση.Ἡ ἀποδοχή τῶν ψυχαναλυτικῶν μεθόδων εἶναι, ὑποτίθεται, οἰκείωση τοῦ “επιστημονικοῦ μόχθου”, μέ σκοπό τήν ἀπόκτηση “ψυχικῆς ὑγείας” παράλληλα μέ τήν ἐξομολόγηση, μέθοδος ἐρμηνείας καί βελτιώσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων.

 

Σέ τρία ἐπίπεδα φαίνεται νά γίνεται ἡ ἀπόπειρα ἐμπλοκῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας στόν ψυχαναλυτικό ὁλοκληρωτισμό.

 

α) Ἐμπλοκή τῶν πιστῶν ἀνθρώπων στήν ψυχαναλυτική διαδικασία μέ στόχο τή θεραπεία τῆς ψυχῆς τους ἤ τῶν ἐνεργειῶν τῆς ψυχῆς, ὃπως λένε κάποιοι ἱερεῖς-ψυχαναλυτές.  Τό λεπτομερειακό, ἀνίερο “σκάψιμο” τῆς ψυχῆς φέρνει στήν ἐπιφάνεια, στή συνείδηση, παλιά τραύματα, ἁμαρτίες, πικρίες.  Ὁ Ψυχοθεραπευτής, χωρίς τό σκάφανδρο τῆς χάριτος, ἀδυνατεῖ νά τά θεραπεύσει.  Μέ τίς ἄθεες συνήθως θεωρίες του, ἤ ἀπωθῶντας τή χριστιανική του πίστη ἐξω ἀπό τό χῶρο τῆς ψυχοθεραπείας, προσπαθεῖ νά “ἁπενοχοποιήσει” τόν ἀναλυόμενο μεταθέτοντας κάθε εὐθύνη του στό περιβάλλον ἤ στούς ἄλλους.  Βλέποντας πολλές φορές τό ἀδιέξοδο τῶν πελατῶν του, ἀν εἶναι ψυχίατρος τούς γεμίζει ψυχοφάρμακα, ἤ τούς σπρώχνει σέ σεξουαλική ἐκτόνωση, σέ διαζύγιο κ.λ.π.  Ὁ ἀναλυόμενος πολλές φορές ἀποκτᾶ μιά ἄρρωστη ἐξάρτηση ἀπό τόν ψυχοθεραπευτή, ξεχνᾶ τήν ἐξομολόγηση, ἤ τήν θεωρεῖ μιά παράλληλη διαδικασία.  Ἡ βοήθεια τελικά ἀπό τήν ψυχοθεραπεία εἶναι ἀνύπαρκτη, ἐνῷ μέσα στήν ψυχή ἐγγράφεται ἡ ψυχαναλυτική νοοτροπία, ἡ ὁποία παρεμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά προσφύγει μέ εἰλικρίνεια καί  ταπείνωση στην  Ἐξομολόγηση γιά νά λάβει τήν ἰαματική Χάρη πού ἐδώρησε ὁ Χριστός στήν Ἐκκλησία Του.

β) Σ᾿ ἓνα δεύτερο ἐπίπεδο οἱ Ψυχαναλυτές προσπαθοῦν νέ ἐμπλέξουν τούς ἱερεῖς μέσα ἀπό εἰδικά σεμινάρια καί διαλέξεις στή νοοτροπία τους.  Νά τούς πείσουν οτι ἡ μέχρι τώρα ποιμαντική τους εἶναι μιά ἐλλιπής ἐπαγγελματική ἐνασχόληση, ὃτι πρέπει νά α᾿ποκτήσουν “ψυχοθεραπευτικές δεξιότητες” γιά νά βοηθοῦν τούς χριστιανούς,  καί νά παραπέμπουν στούς “εἰδικούς” τίς δύσκολες περιπτώσεις.  Μέ περισσό θράσος ζητοῦν νά ὐποβάλονται οἱ ἱερεῖς σέ ψυχοθεραπεία ἀκόμα καί χωρίς νά ὑπάρχει πρόβλημα, ἐνῷ  ἐχει γίνει πρόταση νά περνοῦν οἱ ὑποψήφιοι κληρικοί δύο φορές ἀπό ἐπιτροπή ψυχιάτρων, πού θά προτείνει ποιοί εἶναι κατάλληλοι νά εἰσέλθουν στήν ἱερωσύνη!

γ) Τέλος ἡ ψυχοθεραπευτική νοοτροπία προσπαθεῖ νά ἐμπλακεῖ σέ ὂλη τή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας.  Ζητοῦν οἱ ἱερεῖς - ψυχαναλυτές νά καταργηθεῖ τό ράσο γιατί ἐξ αἰτίας του, δῆθεν, οἱ ἱερεῖς, οἱ πρεσβυτέρες καί τά παιδιά τους ἐχουν ψυχολογικά προβλήματα!  Ζητοῦν τήν κατάργηση τῆς λειτουργικῆς γλώσ-σας, πού χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς ἱερεῖς “ψυχοαμυντικά” δηλ. σάν ἄμυνα καί περιχαράκωση γιατί δῆθεν φοβοῦνται τήν ἐπικοινωνία μέ τούς ἀλλους.  Ἀκόμα καί ἡ κατάνυξη ἑρμηνεύεταιψυχαναλυτικά.  Μέ λίγα λόγια γίνεται προσπάθεια ψυχολογοποίησης ὃλης τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.

 

Γι αὐτό πρέπει ἡ Ἐκκλησία μας νά ἀποσείσει μέ γενναῖες ἀποφάσεις τόν ὁσημέραι αὐξανόμενο, ἐπικίνδυνο ἐναγκαλισμό της ἀπό τήν  ψυχανάλυση.  Νά καταστήσει σαφές ὂτι ἡ ἐπηρμένη ψευδογνώση τῆς ψυχαναλύσεως, ὡς “ψυχική, δαιμονιώδης”(Ἰακ.3,15) “μωρία παρά τιῶ Θειῶ ἐστίν”(Α Κορ.3,19), ὃτι ἡ ἐλπίδα θεραπείας τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ψυχανάλυση εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί νά τονίσει ὁτι μόνο διά τῆς Χάριτος ἐν τῇ Ἐκκλησία, τῇ συνεργείᾳ τῆς ἐν Χριστῷ ἀσκήσεως μπορεῖ νά γνωρίσει κανείς καί νά θεραπεύσει τήν ψυχή του.



[1]| Απαντα Φρόυντ τ.1, Εἰσαγωγή στήν ψυχανάλυση, σελ. 19

[2]| Ως ἄνω, σελ.21

[3] ] Ως ἄνω σ. 143-163

[4] Sigmund Freud, Παρατηρήσεις στόν μεταβιβαστικό ἔρωτα, περιοδ. Ἐκ τῶν ὑστέρων, 2 σελ.9-22

[5] π. Β. Θερμοῦ, Ποιμαίνοντες μετ᾿ ἐπιστήμης σ.24

[6] Φρόϋντ, ἔνθα ἀνωτ. σ.21 :»Οἱ λέξεις στήν πρωτόγονη ἐποχή ἀποτελοῦσαν συστατικό μέρος τῆς μαγείας. Ἀκόμα καί στήν ἐποχή μας ἡ λέξις διατηρεῖ ἀρκετά ἀπό τήν ἀρχέγονη δύναμή της»

[7] π. Β. Θερμοῦ, Πρός μία θεολογική  κατανόηση τῆς ψυχοπαθολογίας καί τῆς θεραπείας,ἐν, Θεολογία καί Ψυχιατρική σ. 123-124

[8] [ Αρχιμ. Νεκταρίου Ἀντωνοπούλου, Τυπολογία ἐξομολογουμένων καί δημιουργία ἐξομολογητικῆς συνείδησης, περιοδ. Ἐκκλησία, τευχ. 1, Ἰανουαριος 2001 σ.64

[9] Περιοδ. Ἐκ τῶν ὑστέρων τευχ. 2, σ.29

[10] Φ. Φάρου, Παπαδοσύνης μορφή καί παραμόρφωση σ. 16

[11] Ὡς ἄνω σ.142-143

[12] π. Β. Θερμοῦ, Ποιμαίνοντες μετ᾿ ἐπιστήμης σ. 23

[13]τοῦ ἰδίου στό God & Religion τευχ. ο σ.84

[14] Θεολογία καί ψυχιατρική σέ διάλογο...σ. 218-219(᾿ ἔκδοση  Ἀποστολικῆς Διακονίας)

[15] π. Β. Θερμοι, ιντυπώσεις καί σχόλια ιπό ινα συνέδριο, ιν ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ, Νοεμ. 1999 σ. 25

[16] π. Β. Θερμοῦ, Ἀναζητῶντας τό πρόσωπο, σ.49

[17] Θεολογία καί Ψυχιατρική...σ.79

[18] π. Β. Θερμοῦ, Ἡ ἱερατική κλίση ὡς ψυχολογικό γεγονός σ. 278 ὑποσ.2

[19] τοῦ ἰδίου, Τίνα με λέγουσιν οἰ θεσμοί εἶναι στό Συλλογικό τόμο “2000 χρόνια μετά» σ. 62

[20] π. Θερμός, Ποιμαίνοντες μετ᾿ ἐπιστήμης σ.25

[21] π. Ἀδ. Αὐγουστίδη, Ὁ Ποιμένας καί θεραπευτής σ.50-52

[22] π. Θερμοῦ, Αναζητῶντας τό πρόσωπο, σ.68-69

[23] περιοδ. “ΣΥΝΑΞΗ» τευχ. 72 σελ. 42-43 καί 50

[24] π. Αδ. Αὐγουστίδη, Ἡ ᾿ ἀνθρώπινη  ἐπιθετικότητα σ. 99

[25] π. Β. Θερμοῦ, Ἡ ἱερατική κλίση ὡς ψυχολογικό γεγονός σ.249 καί ὑποσ. 2

[26] τοῦ ἰδίου, Ποιμαίνοντες...σ. 27

[27] ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ, Τευχ. 12,  1999 σ. 14-15

[28]Β. Θερμοῦ, Ποιμαίνοντες μετ᾿ ἐπιστήμης σ.93

[28]Β. Θερμοῦ, Ποιμαίνοντες μετ᾿ ἐπιστήμης σ.93