ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΠΟΡΙΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (Α) ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΑΥΡΙΑΝΙΔΗ
Πρωτοδίκου Διοικητικῶν Δικαστηρίων, κάτοχος
μεταπτυχιακῶν διπλωμάτων στο Δημόσ
ιο Δίκαιο καί στήν Φιλοσοφα το Δικαου

ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΠΟΡΙΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

 (Α)    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

῾Η ἐπί τῶν αἱρέσεων εἰδική ᾿Επιτροπή τοῦ Γερμανικοῦ Κοινοβουλίου (Bundestag) συνεστήθη μέ ἀπόφαση τῆς Βουλῆς τῆς 9-5-1996 μετά ἀπό σχετική πρόταση (τῆς 25-10-1995) τῆς ᾿Επιτροπῆς (ἐξετάσεως) Παραπόνων τῆς Βουλῆς αὐτῆς. Τά παράπονα ἐν προκειμένῳ προήρχοντο ἀπό πολλούς πολίτες πού ἐξέφραζαν τήν ἀνησυχία τους γιά τήν δραστηριότητα τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων. ῾Η ἀνάθεση σέ εἰδική ἐπιτροπή τῆς ἐξετάσεως τῶν προβλημάτων πού δημιουργοῦνται ἀπό τήν δραστηριότητα τῶν “λεγομένων” αἱρέσεων καί τῶν “ψυχο-ὁμάδων”, ψηφίσθηκε ἀπό ὅλα τά ἄλλα κόμματα τοῦ Γερμανικοῦ Κοινοβουλίου πλήν τῶν Πρασίνων. 

῾Η ᾿Επιτροπή ἀπετελεῖτο ἀπό 13 βουλευτές ἐξ ὄλων τῶν κομμάτων καί ἀπό 12 εἰδικούς ἐπιστήμονες τούς ὁποίους ὥρισαν τά κόμματα ὡς εἰδικούς ἐπί τοῦ θέματος (ἀπό πλευρᾶς νομικῆς, πολιτικῆς, ψυχολογικῆς, κοινωνιολογικῆς κ.ο.κ.).

Οἱ ἐργασἰες τῆς ᾿Επιτροπῆς διήρκεσαν δύο ὁλόκληρα χρόνια.

῾Η ᾿Επιτροπή προέβη εἰς ἀκροάσεις πολλῶν προσώπων, ὅπως θυμάτων τῶν αἱρέσεων, ἐζήτησε δέ τήν γνώμη ἀκόμη καί τῶν ἰδίων τῶν αἱρέσεων. ᾿Ακόμη, ἡ ᾿Επιτροπή ἄκουσε τίς γνῶμες εἰδικῶν ἐπί τοῦ θέματος διαφόρων ἐπιστημονικῶν εἰδικοτήτων, καί κάλεσε ἀπό τό ἐξωτερικό πρόσωπα ἀσχολούμενα μέ τό πρόβλημα προκειμένου νά πληροφορηθῆ τήν κατάσταση στίς ἄλλες χῶρες, μεταξύ αὐτῶν δέ ἦσαν ὁ διδάκτωρ κ. Κρίππας καί ὁ καθηγητής κ. ᾿Αλέξανδρος Ντβόρκιν.

᾿Επειδή περαιτέρω, ἡ ᾿Επιτροπή διεπίστωσε σοβαρές ἐλλείψεις ἐπιστημονικῆς προσεγγίσεως τοῦ θέματος σέ ὁρισμένα γνωστικά πεδία, διά τοῦτο ἀνέθεσε εἰς εἰδικούς ἐπιστήμονες εἰδικές ἔρευνες γιά τήν κατά τό δυνατόν διευκρίνιση ὁρισμένων ἀμφιλεγομένων σημείων. Τέτοιες ἔρευνες διεκπεραιώθηκαν διαρκουσῶν τῶν ἐργασιῶν τῆς ᾿Επιτροπῆς πού χρησιμοποίησε τά σχετικά πορίσματα.

῾Η Πρόεδρος τῆς ᾿Επιτροπῆς κα ῎Ορτρουν Σαῖτσλε, τοῦ Χριστιανοδημοκρατικοῦ κόμματος, τό 1996 καί λίγους μόνο μῆνες μετά τήν τυπική ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τῆς ᾿Επιτροπῆς, εἶχε διατυπώσει τήν γνώμη, κάτω ἰδίως ἀπό τό εἰδικό βάρος τῶν ἀναλύσεων καί τῶν σκέψεων πού προκαλεῖ ἡ δρᾶσις τῆς ὀργανώσεως Σαηεντόλοτζυ, ὅτι “θέλουμε ἕναν πλουραλισμό μέ χριστιανικές βάσεις γιά ὅλη τήν Εὐρώπη”. Τό 1996 ἀκόμη, ἡ ἐπί τῶν αἱρέσεων εἰδική ἐκπρόσωπος τοῦ σοσιαλδημοκρατικοῦ κόμματος σημείωνε ὅτι ἡ πλήρης ἀπαγόρευση τῆς Σαηεντόλοτζυ δέν μπορεῖ νά θεωρηθῆ ρεαλιστική, ὅπως τότε τήν πρότειναν ὁρισμένοι ῾Υπουργοί Γερμανικῶν κρατιδίων τοῦ Χριστιανοδημοκρατικοῦ κόμματος. Τό μέγα πρόβλημα γιά τήν Γερμανία ἦταν καί παρέμεινε ἡ Σαηεντόλοτζυ λόγῳ προδήλως τῆς ἠθικῶς ἀδιστάκτου οἰκονομικῆς ἀλλά καί πολιτικῆς διεισδύσεως πού αὐτή ἐπιχειρεῖ.

Καί στήν ἔκθεση ἑπομένως τῆς ᾿Επιτροπῆς, τό θέμα τῆς Σαηεντόλοτζυ εἶναι τό κατ᾿  ἐξοχήν θέμα, στό ὁποῖο μόνον ἄλλωστε παρατηρεῖται σημαντικός βαθμός πολιτικοῦ κονσένσους ὅλων τῶν Γερμανικῶν κομμάτων σχετικά μέ τήν ἀνάγκη ἀντιμετωπίσεως τοῦ φαινομένου τῆς παραθρησκείας. Διότι στά λοιπά θέματα, αὐτά ποὐ ἀφοροῦν τίς ἄλλες αἱρέσεις, καί ἰδίως τίς λεγόμενες ψυχο-ὁμάδες, παρατηρεῖται μεγάλη ἀπόκλισις ἀπόψεων. Συμφωνία πάντως τῶν χριστιανοδημοκρατῶν, τῶν σοσιαλδημοκρατῶν καί τῶν ἐλευθέρων-δημοκρατῶν μελῶν τῆς ᾿Επιτροπῆς (καθώς καί τῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων τῆς ᾿Επιτροπῆς), παρατηρεῖται στά νομικά θέματα.

Παρά ταῦτα, στό πολιτικό πεδίο, ἐνῷ οἱ σοσιαλδημοκράτες καί οἱ εἰδικοί τους ἐπιστήμονες, πού μετέσχον στήν ᾿Επιτροπή, ἀντιλαμβάνονται τό πρόβλημα τῶν αἱρέσεων σχεδόν ὀρθόδοξα, δηλαδή βλέπουν ὅτι ὑπάρχει κίδυνος ὄχι μόνο γιά τά συγκεκριμένα θύματα τῶν αἱρέσεων ἀλλά καί γιά τήν κοινωνία, γιά τό κράτος καί ὅλους τούς θεσμούς του, ἡ πλειοψηφία τῆς ᾿Επιτροπῆς θεωρεῖ ὅτι τέτοια γενικώτερα προβλήματα πέραν τῶν περιπτώσεων ἀτόμων-θυμάτων, δημιουργεῖ μόνο ἡ Σαηεντόλοτζυ.

᾿Ιδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἔχει ὅτι ἡ κρατοῦσα ἀντίληψη στήν ᾿Επιτροπή διαπνέεται ἀπό τίς ἰδέες πού ἔχουν περάσει στήν κοινωνική ψυχολογία μέσῳ τοῦ λεγομένου μεταμοντερνισμοῦ. ῾Η μεταμοντερνιστική κατεύθυνσις στόν κλάδο αὐτό τῆς κοινωνιολογίας, τείνει ὡς φαίνεται νά καταστῆ ἡ ἀπολυτοποιημένη “ἐκκλησιολογία” τοῦ εἰς τήν πεπτωκυῖα κατάσταση ἀνθρώπου. Χαρακτηρίζεται δέ ἀπό τά δόγματα α) περί τῆς παραλόγου καί πολυδιασπασμένης ἐξελίξεως τῶν πάντων, β) περί ἀτομοκεντρισμοῦ, γ) περί “ἀνοικτότητος” τῆς κοινωνίας καί τοῦ ἀτόμου εἰς κάθε τί νέο, δ) περί ἀνεκτικότητος εἰς κάθε τί ὁσοδήποτε ἀφύσικο ἤ καί βλάσφημο, ε) περί τῆς ἔναντι τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν προτεραιότητος τῶν ἀτομικῶν βιωμάτων ἤ (τό πολύ) τῶν ἀπό κοινοῦ δρωμένων καί τῶν κοινῶν μύθων ἐν εἴδει ψευδο-ψυχοθεραπείας,  - ταῦτα δέ ὄχι ὡς κάτι τό προβληματικό, ἀλλά ὡς κάτι τό ἐπιστημονικῶς καί κοινωνιολογικῶς φυσικό, ὡς κάτι τό νομοτελειακῶς ἀναπότρεπτο καί ὡς κάτι τό “ἀειφόρως” “μελλοντικό”!!

Αὐτή ἡ βάσις τοῦ δογματικοῦ καί μεταμοντέρνου ἀτομοκεντρικοῦ πλουραλισμοῦ ἡ ὁποία χαρακτηρίζει τήν ῎Εκθεση, ἀδικεῖ καί τήν ᾿Επιτροπή καί τήν Γερμανία ὡς ἱστορική πραγματικότητα. Γιατί ὡδηγήθηκε ἡ ᾿Επιτροπή ἐξ αἰτἰας τῆς προαναφερθείσης ἀν-ιστόρητης, συγκριτιστικῆς καί πανρησκευτιζούσης, δογματικῆς-ἰδεολογικῆς βάσεως, εἰς τήν ἐκ προοιμίων ἀποδοχή τῶν σημαντικωτέρων σημείων τῆς προπαγάνδας τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων. Αὐτές οἱ αἱρέσεις καί οἱ διδασκαλίες τους ἄλλωστε, μᾶλλον βρίσκονται ἀμέσως ἤ ἐμμέσως πίσω ἀπό τήν προώθηση τῶν θεωριῶν τοῦ μεταμοντερνισμοῦ εἰς τό βάθρο τῆς δογματικῆς ἀπολυτότητος καί εἰς τόν θρόνο τῆς κυριάρχου καί ἀναποτρέπτου ἐξελίξεως.

Στήν συνέχεια ὅμως, ἐν ὄψει τῶν συγκεκριμένων προβλημάτων πού προξενεῖ ἡ δρᾶσις τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων, ἡ ᾿Επιτροπή ἐκμεταλλεύεται ὅλες τίς δυνατότητες ὀρθῶν νομικῶν ἀπόψεων πού τῆς κατέλιπε ἡ ἀνωτέρω ἐσφαλμένη δογματική καί ἰδεολογική βάσις. Θά ἔλεγε μάλιστα κανείς, ὅτι στ᾿ ἀλήθεια ἡ ᾿Επιτροπή παραμερίζοντας τήν ἰδεολογική καί δογματική βάση της ἐνστερνίζεται τήν χριστιανική ἀντίληψη περί ἀνθρώπου, περί κοινωνίας καί περί πολιτείας, καί προβαίνει εἰς πράγματι πολύ ἐνδιαφέρουσες νομικές παρατηρήσεις καί συγκεκριμένες προτάσεις. Ποιές εἶναι οἱ προτάσεις αὐτές:

 

Α) ῞Ιδρυση ἑνός κρατικοῦ ῾Ιδρύματος, μέ σκοπό τήν συγκέντρωση στοιχείων πρός χρήση ἀπό τά κρατικά ὄργανα καί τήν οἰκονομική ὑποστήριξη πρώην μελῶν νεοφανῶν αἱρέσεων ἤ θιγέντων ἀπό τίς νεοφανεῖς αἱρέσεις.

Εἰδικώτερα, ἡ ᾿Επιτροπή προτείνει γιά τό ῞Ιδρυμα: Αὐτό νά ὁρίζῃ τά πλαίσια καί τά ζητήματα μέ τά ὁποῖα θά ἀσχολοῦνται οἱ συμβουλευτικοί περί τῶν αἱρέσεων σταθμοί. Νά προκαλῆ ἔρευνες ἤ νά κάνῃ τό ἴδιο ἔρευνες. Νά περιλάβῃ σχετικό ὑλικό σέ βιβλιοθήκη, μέ πιθανή δημοσίευση ὑλικοῦ μέσῳ τῶν νέων μέσων ἐπικοινωνίας. Νά ἐνημερώνῃ τήν κοινή γνώμη μέ δημοσιεύσεις βιβλίων εἴτε δικῶν του εἴτε ἄλλων τά ὁποῖα ἐγράφησαν μέ δική του πρωτοβουλία. Νά διαμορφώνῃ καί νά διεξαγάγῃ προγράμματα περαιτέρω ἐπιμορφώσεως τῶν προσώπων πού ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα τῶν αἱρέσεων. Νά ἐπεξεργάζεται κείμενα ψυχολογικοῦ ἤ κοινωνικο-παιδαγωγικοῦ περιεχομένου προκειμένου νά ἀποστέλλονται ὡς προτάσεις εἰς ἁρμόδιους πρός περαιτέρω ἐνέργειες φορεῖς. Νά προωθῆ ἐθνική καί διεθνῆ ἀνταλλαγή (ἀπόψεων καί πληροφοριῶν), ἐνδεχομένως μέ συνέδρια εἰδικῶν (-πανεπιστημιακῶν). Νά διαμεσολαβῆ μεταξύ κρατικῶν ὀργάνων πού ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα, καθώς καί, ἐνδεχομένως, μεταξύ ἰδιωτῶν ἤ ὑπευθύνων συμβουλευτικῶν σταθμῶν σέ θέματα νεοφανῶν αἱρέσεων. Νά παρέχῃ συμβουλές πρός ἰδιῶτες καί ἰδιωτικούς φορεῖς πού συμβουλεύουν περί νεοφανῶν αἱρέσεων. Τό ῞Ιδρυμα αὐτό, κατά τήν πρόταση τῆς ᾿Επιτροπῆς, πρέπει νά συσταθῆ ὡς νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.

 

Β) ᾿Ενίσχυση καί πάλι ἀπό τό κράτος τῶν ἰδιωτικῶν ὀργανισμῶν (δηλαδή πρωτοβουλιῶν γονέων, κέντρων βοηθείας ἀπό τήν ἐκκλησία, κ.ο.κ.) οἱ ὁποῖοι παρέχουν βοήθεια καί συμβουλές σχετικά μέ τίς ἐπικίνδυνες δραστηριότητες νεοφανῶν αἱρέσεων καί συνεργασία μέ τούς ὀργανισμούς βοηθείας αὐτούς - δεδομένου ὅτι μετά ἀπό δύο ἀποφάσεις τοῦ ῾Ομοσπονδιακοῦ Διοικητικοῦ Δικαστηρίου τῆς 27-3-1992 σταμάτησε ἡ ἐνίσχυσις αὐτή. Τό δικαστήριο ἔκρινε ὅτι οἱ ὀργανισμοί βοηθείας ὑπάρχει κίνδυνος νά προσβάλλουν τό δικαίωμα θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων καί γι᾿ αὐτό ἀπαιτεῖται εἰδική νομοθετική ἐξουσιοδότηση πρός τήν Διοίκηση προκειμένου αὐτή νά ἐνισχύῃ τέτοιους ὀργανισμούς βοηθείας, ὁπότε καί πάλι ἡ Διοίκηση εἶναι δεσμευμένη ἀπό τό καθῆκον θρησκευτικῆς καί κοσμοθεωριακῆς οὐδετερότητός της.

Συνέπεια αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως, ἦταν νά μήν μπορεῖ νά προχωρήσῃ τέτοια νομοθετική ἐξουσιοδότηση, ἀφοῦ ἡ Γερμανική κυβέρνηση σχημάτισε τήν ἐντύπωση, ἀπό γνῶμες συνταγματολόγων, ὅτι σέ κάθε περίπτωση μιά τέτοια νομοθετική ἐξουσιοδότηση θά προσέκρουε στό δικαίωμα θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων. ῾Η ᾿Επιτροπή ὅμως, ἀνατρέπει τήν ἐντύπωση αὐτή, ὑποστηριζόμενη ἀπό τή γνώμη πολλῶν συνταγματολόγων ὅτι ἡ θρησκευτική ἐλευθερία σταματᾶ ὅταν θίγονται ἄλλα θεμελιώδη (συνταγματικά) δικαιώματα.

῾Επομένως, λέει ἡ ᾿Επιτροπή, τό κράτος ὀφείλει νά ἐνισχύῃ ὀργανισμούς βοηθείας ἔναντι τῶν δραστηριοτήτων τῶν αἱρέσεων ὄχι μόνο γιά νά μήν συμβαίνουν τελετουργικοί φόνοι ἀλλά καί γιά τήν προστασία τῆς ζωῆς καί τῆς ὑγείας τῶν πολιτῶν. ῎Αρα, κατά τήν ᾿Επιτροπή, τό κράτος μπορεῖ νά ἐνισχύῃ τήν πλήρη ἐνημέρωση περί τῶν κινδύνων ἀπό τήν δράση τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων γιά τήν ζωή καί τήν ὑγεία τῶν πολιτῶν καθώς καί τήν παροχή συμβουλευτικῆς βοηθείας, ἔτσι ὥστε ἡ ἐνημέρωση καί ἡ βοήθεια νά παρέχονται καί ἀπό ἰδιωτικούς ἤ ἐκκλησιαστικούς φορεῖς.

 

Γ) Εἰσαγωγή εἰδικοῦ νόμου περί τῆς βοηθείας εἰς τήν ἀντιμετώπιση καταστάσεων τῆς ζωῆς (Lebensbewaeltigungshilfe). Καθ᾿ ὅσον, διαφορετικά, ὁ πολίτης μένει ἐκτεθειμένος χωρίς καμία προστασία σέ μία ψυχο-ἀγορά ἡ ὁποία ἔχει ἀναπτυχθῆ τά τελευταῖα χρόνια καί εἰς τήν ὁποία δέν μπορεῖ κανείς ποτέ νά ξέρῃ μέ βεβαιότητα τί ποιότητας εἶναι ἡ προσφερομένη θεραπεία, ὅσο καί ἄν προσπαθήσῃ νά ἐνημερωθῆ.

᾿Εδῶ, νά σημειώσουμε ὅτι προωθήθηκε καί κατατέθηκε σχετικό νομοσχέδιο στήν Γερμανική Βουλή ἤδη ἐπί κυβερνήσεως Κόλ (-1998). Τό νομοσχέδιο αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό καί περιμένει τήν διαμόρφωση ὁμοίας πολιτικῆς βουλήσεως στήν νέα κυβέρνηση τῆς συμμαχίας Σοσιαλδημοκρατῶν-Πρασίνων, πρᾶγμα δύσκολο ἀκριβῶς λόγῳ τῆς στάσεως τῶν Πρασίνων καί μερίδος τοῦ Σοσιαλδημοκρατικοῦ κόμματος ὑπέρ τῆς Νέας ᾿Εποχῆς καί τῆς Νέας Τάξεως Πραγμάτων.

Τό νομοσχέδιο εἶναι πολύ ἁπλό καί οὐσιαστικό. Στηρίζεται στίς κλασσικές νομικές ἀντιλήψεις περί συμβάσεων πού δίδονται μέ βάση τό (ἐκχριστιανισμένο) βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο: Σεβασμός στήν ἐλεύθερη βούληση τῶν συμβαλλομένων σέ συμβάσεις μέ ἀντικείμενο  βοηθείας σέ θέματα ζωῆς καί ρύθμιση τῆς προστασίας τοῦ ἀσθενεστέρου μέρους α) διά τῆς ὑποχρεωτικῆς καί ἐπακριβοῦς ἐνημερώσεως αὐτοῦ καί β) διά τοῦ ἐγγράφου τύπου ὡς ὑποχρεωτικοῦ γιά τό ἔγκυρον τῆς συμβάσεως

 

Δ) Μελέτη καί εἰσαγωγή τῆς ποινικῆς εὐθύνης νομικῶν προσώπων, πρᾶγμα σημαντικό γιά ἐγκλήματα διαπραττόμενα εἰς τά πλάισια τῆς δραστηριότητας νεοφανοῦς αἱρέσεως μέ πολλά οἰκονομικά μέσα, διεθνῆ διακλάδωση καί κέντρο στό ἐξωτερικό. Τοῦτο, διότι ἡ τιμωρία τοῦ φυσικοῦ καί ἠθικοῦ αὐτουργοῦ εἶναι ἀνεπαρκής ἀφοῦ προβλέπεται ἡ καταδίκη τους εἰς μικρές χρηματικές ποινές - μικρές, λόγῳ τῆς λήψεως ὑπ᾿ ὄψιν τῶν δικῶν τους οἰκονομικῶν συνθηκῶν, ὅπως ἐπιτάσσει ὀ Ποινικός Κώδικας, παρ᾿ ὅλον ὅτι ἡ δρᾶσις τους ἐντάσσεται. στό εὑρύτερο πλαίσιο τῆς δράσεως νεοφανοῦς αἱρέσεως ἤ ἐν γένει νομικοῦ προσώπου.

Μάλιστα, τέτοια ποινική εὐθύνη νομικοῦ προσώπου, συμπορεύεται μέ τήν ἀπό 19-7-1997 ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῶν Εὐρωπαϊκῶν Κοινοτήτων μέ τήν ὁποία τά κράτη-μέλη καλοῦνται νά υἱοθετήσουν νομοθεσία πού νά κολάζῃ ποινικῶς νομικά πρόσωπα ἰδίως γιά συμμετοχή ὀργάνων τους σέ ἀπάτη, δωροδοκία καί ξέπλυμα χρήματος.

Πράγματι, τό Γερμανικό ῾Υπουργεῖο Δικαιοσύνης ἐνημέρωσε τήν ᾿Επιτροπή ὅτι μελετᾶται ἡ εἰσαγωγή τῆς ποινικῆς εὐθύνης νομικῶν προσώπων.

῾Η ᾿Επιτροπή ἐπισημαίνει ἀκόμη ὅτι σέ νεοφανεῖς αἱρέσεις δημιουργοῦνται ἐνδεχομένως καταστάσεις διαπράξεως ποινικῶν ἀδικημάτων, χωρίς τό ὑπάρχον πλαίσιο τῆς ποινικῆς διαδικασίας νά ἐπιτρέπῃ τήν ὀρθή κατανομή τῆς ποινικῆς εὐθύνης μεταξύ τῶν μελῶν τῆς νεοφανοῦς αἱρέσεως, ἰδίως ὅταν ὁ δράστης διέπραξε τό ποινικό ἀδίκημα ἀκολουθώντας ὁδηγίες τῆς αἱρέσεως. Καλεῖ λοιπόν ἡ ᾿Επιτροπή σέ προσεκτική μελέτη τοῦ προβλήματος αὐτοῦ, ὥστε νά ὑπάρξῃ ποινική εὐθύνη τοῦ νομικοῦ προσώπου καί μέσῳ αὐτῆς, ἐννοεῖται, τῶν ἁρμοδίων καί ἀληθῶς κυρίως ὑπευθύνων τῆς νεοφανοῦς αἱρέσεως.

 

Ε) Εἰσαγωγή εἰδικοῦ ποινικοῦ ἀδικήματος γιά τήν περίπτωση “παιχνιδιῶν πυραμίδας ἤ ἀλυσίδων” στήν οἰκονομία, τά ὁποῖα συνιστοῦν μέθοδο προσηλυτισμοῦ καί πορισμοῦ κερδῶν ἀπό ὁρισμένες νεοφανεῖς αἱρέσεις ἤ παραθρησκευτικές κινήσεις μέ κερδοσκοπικές ἐπιδιώξεις. Καθ᾿ ὅσον, ὁ ἐμπνευστής τοῦ ὅλου “παιχνιδιοῦ” προσπορίζεται μεγάλα ποσά ἀναπτύσσοντας “σημαντική ἐγκληματική ἐνέργεια”, πολύ μεγαλύτερη ἔναντι τοῦ αὐτουργοῦ.

 

ΣΤ) ῾Η ᾿Επιτροπή προτείνει, ἀκόμη, ἀναφορικῶς πρός νομοσχέδιο πού κατετέθη εἰς τήν ᾿Ομοσπονδιακή Βουλή καί ἀφορᾶ τήν δραστηριότητα τοῦ διαμεσολαβητοῦ χρηματοδοτικῶν παροχῶν καί τοῦ διαμεσολαβητοῦ ἀσφαλειῶν, νά ἐξετασθῆ τό κατά πόσον ἡ ἐφαρμογή τοῦ νόμου μπορεῖ νά ἐπεκταθῆ σέ συστήματα (περίπλοκων) ἐπιχειρησιακῶν δομῶν καί σέ συστήματα ὀργανώσεως πολυεπιπέδου μάρκετινγκ (Strukturvertrieb- und Multi-Level-Marketing-Systeme).

 

Ζ) ῾Η ᾿Επιτροπή προτείνει ἡ ῾Ομοσπονδιακή ῾Υπηρεσία Διοικήσεως (Bundesverwaltungsamt) νά ἀναλάβῃ

α) τήν συγκέντρωση στοιχείων γιά τίς “νεοφανεῖς θρησκευτικές καί ἰδεολογικές κοινότητες καί ψυχο-ὁμάδες” καθώς καί γιά τίς ὀργανώσεις πού συνδέονται μέ αὐτές,

β) τήν πληροφόρηση τῶν κρατικῶν ὀργάνων καθώς καί τῶν ἰδιωτικῶν (καί ἐκκλησιαστικῶν) φορέων πού ἀσχολοῦνται μέ τήν βοήθεια καί τήν παροχή συμβουλῶν εἰς θιγέντας ἀπό τήν δράση τῶν ἄνω ὁμάδων καί

γ) τήν ἐνημέρωση τῆς κοινῆς γνώμης καί τῶν εἰδικῶν (πανεπιστημιακῶν κλπ) σχετικά μέ “τούς κινδύνους στόν χῶρο τῶν νέων θρησκευτικῶν καί ἰδεολογικῶν κοινοτήτων καί ψυχο-ὁμάδων”.

 

Η) ῾Η ᾿Επιτροπή πρετείνει νά ὁρισθῆ εἰς τόν νόμο πού ἀφορᾶ τίς ἑνώσεις προσώπων, ὅτι δέν πρέπει νά ἀντίκειται στό Σύνταγμα ἡ δρᾶσις τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων, ὁμοίως πρός τήν ρύθμιση γιά τίς λοιπές ἑνώσεις. ᾿Επίσης, νά ἐξετασθῆ τό ἄν πρέπῃ τυχόν νά ἐγκαταλειφθῆ ὁ ὑφιστάμενος διαχωρισμός ἀπό τό κοινό δίκαιο, τῶν περιπτώσεων τῶν θρησκευτικῶν καί ἰδεολογικῶν ἑνώσεων. ᾿Ακόμη, πρέπει νά ἐξασφαλισθῆ ὅτι γιά τίς φοροαπαλλαγές τῶν κοινωφελῶν ὀργανώσεων, τίθεται ὡς προϋπόθεσις (σέ κάθε συγκεκριμένη περίπτωση), τοὐλάχιστον ἕνα μίνιμουμ σεβασμοῦ στό Σύνταγμα καί στούς νόμους.

 

Θ) Γιά τόν νόμο περί πρακτικῶν θεραπειῶν, ἡ ᾿Επιτροπή προτείνει νά ὁρισθῆ μέ σαφήνεια στόν νόμο ὅτι: “῎Ασκηση θεραπευτικῆς τέχνης συνιστᾶ κατά τήν ἔννοια τοῦ παρόντος νόμου κάθε ἀνάληψις δραστηριότητος κατ᾿ ἐπάγγελμα ἤ ὡς ἐπιχείρηση, γιά τήν διατήρηση, θεραπεία ἤ ἀνακούφιση ἀπό ἀσθένειες ἤ πόνο ἤ σωματικές βλάβες ἀνθρώπων, ἀκόμη καί ὅταν αὐτή ἡ δραστηριότητα ἀσκεῖται μέσῳ ἄλλων προσώπων. ᾿Αρκεῖ δέ γιά τήν ὕπαρξη θεραπευτικῆς τέχνης, τό ὅτι εἰς ἐκεῖνον ἐπί τοῦ ὁποίου αὐτή ἐφαρμόζεται, δημιουργεῖται ἡ ἐντύπωσις ὅτι ἡ δραστηριότητα αὐτή σκοπεύει εἰς τήν θεραπεία ἤ τοὐλάχιστον εἰς τήν ἀνακούφιση ἀπό τά ἄνω βάρη”.

᾿Ακόμη, πρέπει νά ἐξετασθῆ ἄν πρέπει νά περιληφθῆ στόν ποινικό κώδικα ὡς περίπτωση ἀπάτης ἡ ἐξαπάτησις περί τήν θεραπεία, ἰδίως ὅταν ἐξαπατᾶται κάποιος ὡς πρός τό κατά πόσον συγκεκριμένη μέθοδος ἔχει θεραπευτικά ἀποτελέσματα ἐνῷ δέν ἔχει πράγματι καθόλου τέτοια ἀποτελέσματα ἤ δέν ἔχει πράγματι τόσο ἱκανοποιητικά ἀποτελέσματα ὅσο παρουσιάζεται.

᾿Επίσης πρέπει νά ἐξετασθῆ ἡ εἰσαγωγή ἑνιαίων κριτηρίων γιά τήν παροχή ἀδείας γιά ἐξάσκηση τοῦ ἐπαγγέλματος τοῦ πρακτικοῦ θεραπευτοῦ.

 

Ι) ῾Η ᾿Επιτροπή προτείνει τήν θέσπιση εἰδικῆς ρυθμίσεως στόν ᾿Αστικό Κώδικα (ἄρ. 1631, 1626) κατά τήν ὁποία νά ἀφαιρεῖται τό δικαίωμα ἐπιμελείας τοῦ τέκνου στήν περίπτωση κατά τήν ὁποία γονέας μετέχει σέ θρησκευτικές πρακτικές ἤ τεχνικές πού εἶναι ἀπαξιωτικές γιά τό ἀνθρώπινο πρόσωπο ἤ συνιστοῦν κίνδυνο γιά τήν σωματική ἤ ψυχική ὑγεία τοῦ τέκνου. Δέν ἀπαιτεῖται δέ κατά τήν ᾿Επιτροπή, γιά τόν σκοπό αὐτό, καί ἀλλαγή στίς συνταγματικές ρυθμίσεις τῶν ἄρθρθων 123 καί 125 τοῦ Θεμελιώδους Νόμου.

 

ΙΑ) Γιά τό ἔγκλημα τῆς αἰσχροκέρδειας, ἡ ᾿Επιτροπή προτείνει νά ὁρισθῆ ρητά ὅτι αὐτό ἀφορᾶ καί περιπτώσεις ἐκμεταλλεύσεως ὄχι μόνο τῆς σωματικῆς ἀλλά καί τῆς ψυχικῆς καταστάσεως πιέσεως.

 

ΙΒ) ῾Η ᾿Επιτροπή χαιρετίζει τήν μετά ἀπό  εἴκοσι ἔτη μελέτης θεσπισθεῖσα προσφάτως εἰδική νομοθεσία γιά τούς ψυχο-θεραπευτές καί καλεῖ τόν Νομοθέτη νά ἐποπτεύσῃ ὥστε νά μήν ἀλλοιωθοῦν οἱ σκοποί τοῦ νόμου καί ἡ ἀποτελεσματικότητά του μέσῳ τῶν ἐκτελεστικῶν του διαταγμάτων. ᾿Επίσης, νά προσεχθῆ ἡ παροχή ψυχο-θεραπευτικῶν συμβουλῶν στά θύματα τοῦ ἐσωτερισμοῦ, τῆς ψυχο-ἀγορᾶς καί στούς ἐξερχομένους ἀπό τίς νεοφανεῖς θρησκευτικές καί ἰδεολογικές ὀργανώσεις καί ψυχο-ὁμάδες. Οἱ πολλές μέθοδοι πού χρησιμοποιοῦνται ἀπό τούς ψυχο-θεραπευτές πρέπει νά εἶναι θεωρητικῶς θεμελιωμένες καί πρακτικῶς δοκιμασμένες.

 

ΙΒ) Παρακολούθηση τῆς Σαηεντόλοτζυ ἀπό τήν ῾Υπηρεσία Προστασίας τοῦ Πολιτεύματος (Γερμανική ΕΥΠ) τόσο σέ ἐθνικό ἐπίπεδο ὅσο καί σέ ἐπίπεδο κρατιδίων.

 

ΙΓ) Διεθνής συνεργασία, ἀκόμη καί μέ ἐξέταση τῆς δυνατότητος νά δημιουργηθῆ ἐπί Εὐρωπαϊκοῦ ἐπιπέδου μία κεντρική ὑπηρεσία πληροφορήσεως καί συντονισμοῦ τῶν σχετικῶν ἐνεργειῶν ὥστε νά παρακολουθοῦνται οἱ διασυνοριακές δραστηριότητες τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων καί νά διευκολυνθῆ ἐνδεχομένως ἡ ἐργασία ἐνημερώσεως σέ κρατικό ἐπίπεδο. Καθ᾿ ὅ δέ μέτρο πρόκειται γιά ἀξιόποινες πράξεις, ἡ ἀνταλλαγή πληροφοριῶν μπορεῖ καί πρέπει νά γίνῃ μέσῳ τῆς Europol.

 

ΙΔ) Ζητεῖται ἀπό τήν Γερμανική κυβέρνηση νά ἐπιδιώξῃ ἑνοποίηση τοῦ τρόπου ἀντιμετωπίσεως καί συμπεριφορᾶς ἔναντι τοῦ φαινομένου τῶν “νέων θρησκευτικῶν καί ἰδεολογικῶν κοινοτήτων καί ψυχο-ὁμάδων”,. σέ πανευρωπαϊκό ἐπίπεδο.

 

ΙΕ) Σχετικά εἰδικῶς μέ τόν ἀποκρυφισμό καί τόν σατανισμό, προτείνει ἡ ᾿Επιτροπή:

α) ᾿Εκδηλώσεις ἐνημερώσεως διδασκάλων, καθηγητῶν, ἐκπαιδευτικῶν καί πολλαπλασιαστῶν μηνυμάτων ἐν γένει, σέ σχολεῖα, κέντρα νεότητος, κέντρα ἀστυνομικῆς ἐκαπιδεύσεως ἤ ἐπιμορφώσεως, μέ ἰδιαίτερη ἀναφορά εἰς τίς ταχέως μεταβαλλόμενες μορφές κουλτούρας πού εἰσάγονται στή νεολαία, ἤ ἀκόμη καί στούς ἐνηλίκους.

β) Χῶροι γιά νέους μέ ἀξιόλογες καί ἔχουσες νόημα προσφορές γιά τόν ἐλεύθερο χρόνο τους,

γ) Δημιουργία ἐξειδικευμένων διοικητικῶν ὀργάνων καί ὑπαλλήλων σχετικά μέ ἐγκλήματα πού προέρχονται ἀπό τόν χῶρο τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί τοῦ σατανισμοῦ.

δ) Συνεχής ἐκτίμηση καί ἐπανεκτίμηση τῶν δεδομένων σχετικά μέ τόν χῶρο τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί τοῦ σατανισμοῦ, πού συγκεντρώνουν οἱ ἀστυνομικές ἀρχές ἀντιμετωπίσεως τοῦ κοινοῦ ἐγκλήματος.

ε) Στόν χώρο τῆς ἐμπορευματοποιήσεως τῶν σχετικῶν μέ ἀποκρυφισμό καί σατανισμό προσφορῶν, ἡ ὑπάρχουσα γερμανική νομοθεσία εἶναι ἱκανοποιητική καί μέ τήν υἱοθέτηση τοῦ νόμου περί τῆς βοηθείας γιά τήν ἀντιμετώπιση καταστάσεων τῆς ζωῆς, θά πληρωθοῦν τά ὑπάρχοντα κενά τῆς γερμανικῆς νομοθεσίας.

στ) ᾿Εν γένει τό κράτος πρέπει νά μεριμνήσῃ ὥστε νά μήν φθάνουν οἱ ἄνθρωποι σέ ἀπομόνωση, σέ κατάσταση ἀβοηθησίας, καί πρό παντός στήν ἀνεργία, γιατί ἀλλοιῶς δημιουργοῦνται ἐπιθυμίες, ἀγωνίες, ἄγχη, ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων, τά ὁποῖα ἔρχεται νά καλύψῃ ἡ γοητεία τοῦ ἀποκρυφισμοῦ.

ζ) Πρέπει νά συνεχισθῆ ἡ ἔρευνα τῶν αἰτιῶν συμμετοχῆς σέ ἀπόκρυφες πρακτικές.

 

ΙΣΤ) ῾Η ᾿Επιτροπή προτείνει νά ἀναλάβῃ ἡ “Γερμανική ᾿Ερευνητική Κοινότητα” (Deutsche Forshungsgemeinschaft) τῆς Βόννης μιά διεπιστημονική σύνδεση ἐρεύνης χωρίζοντας τά γνωστικά πεδία εἰς

α) νέες θρησκευτικές καί ἰδεολογικές κοινότητες

β) ψυχο-ὁμάδες ἤ ψυχο-λατρεῖες σήμερα καί

γ) ἐσωτερισμός τῆς νέας ἐποχῆς καί “ἐλεύθερη” πνευματικότητα σήμερα.

Στό ἐρευνητικό πρόγραμμα πρέπει νά λάβουν μέρος κοινωνιολόγοι, ἐπιστήμονες πολιτισμοῦ καί ἀνθρωπιστικῶν σπουδῶν, θεολόγοι, θρησκειολόγοι, γιατροί, νομικοί. Σκοπός πρέπει νά εἶναι ἡ ἐγκαθίδριση ἤ ἡ ἐντατικοποίηση τῆς βασικῆς ἐρεύνης στά ἐν λόγῳ πεδία. ῞Ομοια ἐρευνητική δράση πρέπει νά ἐνισχυθῆ ἀπό τά κρατίδια στά Πανεπιστήμια.

 

᾿Ιδιαιτέρως τονίζει ᾿Επιτροπή τήν ἀνάγκη ἐρεύνης καί ἐμβαθύνσεως στά ἑξῆς σημεῖα:

·         Παιδαγωγικές ἀντιλήψεις γιά τήν ἐνημέρωση καί πρόληψη ἐντός καί ἐκτός τοῦ συστήματος ἐκπαιδεύσεως.

·         Ψυχολογικές καί κοινωνικοθεραπευτικές ἀντιλήψεις γιά παροχή συμβουλῶν καί γιά ἀποκατάσταση θιγέντων.

·         Νομική διεκρίνιση πολύ μεγάλου ἀριθμοῦ νομικῶν θεμάτων πού ἀναφύονται στήν πράξη.

·         Κοινωνιολογικές ἀντιλήψεις γιά τήν ἐπικοινωνία μέ ριζοσπαστικές κοινότητες, γιά τήν προώθηση τῆς ἐνσωμματώσεώς τους στήν κοινωνία καί τῆς ἀπαμβλύνσεως τῶν συγκρούσεων (“Konfliktmanagement”),

·         ᾿Εκτίμηση μετά ἀπό ἐπισταμένη ἔρευνα τῆς ἀποτελεσματικότητος ἤ μή τῶν συμβατικῶν καί τῶν μή συμβατικῶν θεραπευτικῶν διαδικασιῶν.

·         ῎Ερευνα ἐπί τοῦ θέματος “ἀντιμετώπιση καταστάσεων τῆς ζωῆς”, στήν ἰατρική, τήν ψυχολογία καί ἄλλες ἐπιστῆμες πού ἀσχολοῦνται μέ τήν θεραπεία.

·         Διεπιστημονική ἔρευνα γιά τήν δυναμική σέ κινδύνους πού προκαλοῦνται ἀπό τόν συδυασμό ἐπιθετικῶν καί ψυχολογικῶς ἀποτελεσματικῶν μεθόδων ἤ τεχνικῶν πρός ὀργανισμούς καί προδιαθέσεις εὐπαθῶν ἀτόμων.

·         ᾿Επιδημιολογικές σπουδές περί τῆς συχνότητος τῆς προσφυγῆς εἰς ψυχολογικῶς ἀποτελεσματικές ἤ ἀλλοιοῦσες τήν συνείδηση μεθόδους ἤ μέτρα, καθώς καί περί τῶν παρενεργειῶν τέτοιων μεθόδων ἤ μέτρων.

·         ῎Ερευνα γιά τήν κοινωνική, ἠθική καί δικαιϊκή ἀποτίμηση τῶν ἐκλογικευμένων καί ἀκόμη καί δι᾿ εἰδικῶν ἐργαλείων παρεχομένων τρόπων διαμορφώσεως τῆς προσωπικότητος.

·         ῎Ερευνα περί τῆς διαδόσεως καί ἐξαπλώσεως μή σοβαρῶν προσφορῶν γιά τήν ἐξέλιξη τῆς προσωπικότητος καί τήν ἀλλαγή τῆς προσωπικῆς συμπεριφορᾶς εἰς τόν χῶρο τῆς ἐπαγγελατικῆς ἐπιμορφώσεως, καθώς καί περί τῶν αἰτίων ἕνεκα τῶν ὁποίων ἐπιχειρήσεις ἕλκονται εἰς τήν ἀποδοχή τέτοιων μή σοβαρῶν προσφορῶν γιά τούς ἐργαζομένους τους.

·         ῎Ερευνα περί τῆς καταστάσεως τῶν παιδιῶν σέ νεοφανεῖς αἱρέσεις, τόσον ὅσον ἀφορᾶ τήν ἐκπαίδευσή τους ὅσο καί τίς καταστάσεις ζωῆς πού ἔχουν νά ἀντιμετωπίσουν μεγαλώνοντας μέσα σέ τέτοιες ὀργανώσεις.

·         ῎Ερευνα τοῦ φαινομένου τῆς “τελετουργικῆς κακοποιήσεως”.

·         Οἰκονομικές ἔρευνες περί τῶν ἐπιπτώσεων στήν οἰκονομία ἀπό τήν δράση τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων.

·         ᾿Επεξεργασία τῶν ἀλλοδαπῶν ρυθμίσεων περί τοῦ ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, περί τῆς οἰκονομικῆς ἐκμεταλλεύσεως σχέσεων ἐξαρτήσεως ἤ περί καταχρήσεων ἐκ σχέσεων ἐξαρτήσεως.

·         Διεπιστημονική ἔρευνα περί τοῦ κατά πόσον θά μποροῦσε ὄχι μόνο νά ὑπάρχῃ δικαίωμα ἀποζημιώσεως τοῦ ζημιωθέντος ἀπό τόν παρασχόντα εἰς αὐτόν βοήθεια γιά θεραπεία ἤ γιά ἀντιμετώπιση καταστάσεων ζωῆς, ἐκ τῆς ὁποίας ὅμως βοηθείας προέκυψε ζημία του, ἀλλά εἰδικώτερα, μήπως θά μποροῦσε μέ βάση τά πορίσματα τῆς ἐπιστήμης περί τυπικῶν κατηγοριῶν χρήσεως ἐπικίνδυνων ψυχολογικῶν τεχνικῶν, νά εἰσαχθῆ τεκμήριο ἀποδείξεως ὅτι ἄν χρησιμοποιήθηκαν τέτοιες ψυχολογικῶς ἀποτελεσματικές μέθοδοι, τότε τεκμαίρεται κατ᾿ ἀρχήν ὅτι τήν ζημία προκάλεσε ὁ θεραπευτής ἤ βοηθός ἤ σύμβουλος ζωῆς,

·         Διεπιστημονική ἔρευνα στόν χῶρο τῶν ἀνθρωπιστικῶν ἐπιστημῶν ἐπί τοῦ φαινοένου τῶν “πυραμιδοειδῶν παιγνιδιῶν” καί εἰδικώτερα περί τῶν κινδύνων ἀπό αὐταρχικῶς ὀργανωμένες δομές μέ οἰκονομικούς σκοπούς, καθώς καί ἀπό τήν ἐφαρμογή τεχνικῶν ψυχολογικῆς καί κοινωνικῆς ἐπηροῆς ἐπί τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου.

 

ΙΖ) Πρέπει μέ συνεργασία δημοσίων καί ἐξειδικευμένων στό ζήτημα ἰδιωτικῶν φορέων, νά καταστῆ διαφανής ἡ “ψυχο-ἀγορά”.

 

ΙΘ) Κατά τήν ᾿Επιτροπή, πρέπει νά ἐπιδιωχθῆ ἡ ἄμβλυνσις τῶν συγκρουσιακῶν καταστάσεων πού προκαλοῦνται μεταξύ τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων καί τοῦ κοινωνικοῦ περιβάλλοντος, σκοπός πού μπορεῖ νά ἐπιδιωχθῆ ἀπό τήν λειτουργία τοῦ εἰδικοῦ ὡς ἄνω ῾Ιδρύματος (πρόταση Α), ὡς “μεσολαβητοῦ μεταξύ συγκρουομένων μερῶν”.

 

Κ) ῾Η ᾿Επιτροπή ζητᾶ, κάθε δύο χρόνια, νά ὑποβάλλεται ἀπό τήν γερμανική Κυβέρνηση ἔκθεση στό Γερμανικό Κοινοβούλιο σχετικά μέ τήν ἐφαρμογή τῶν προτεινομένων ἀπό τήν ᾿Επιτροπή μέτρων.

 

Μετά ἀπό τά ἀνωτέρω, θά δοῦμε τά λοιπά στοιχεῖα πού περιέχει ἡ ἔκθεση τῆς ἐπί τῶν αἱρέσεων ἐπιτροπῆς τοῦ Γερμανικοῦ Κοινοβουλίου, μέσα ἀπό τό πρῖσμα τῆς κριτικῆς ἀποτιμήσεώς της.