Τό Ἐκλογάδιον ἤ πορεία πρός τό βαθύ τῆς ἀμαθείας σκοτάδιον
Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰωάννου Φωτοπούλου
Τό Ἐκλογάδιον ἤ πορεία πρός τό βαθύ τῆς ἀμαθείας σκοτάδιον
Ἔκπληξη δοκίμασαν οἱ Χριστιανοί τήν Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2004 ὅταν μετά τήν ἐμμελῆ ἀνάγνωση τοῦ Ἀποστόλου καί τοῦ Εὐαγγελίου ἀκολούθησε ἡ πεζή ἀνάγνωση μιᾶς μεταφράσεώς τους. Παράδοξη στά ἑλληνικά αὐτιά τους, ἀσυμβίβαστη μέ τά παραδοσιακά δεδομένα τους, ἀνίερη γιά τήν ὀρθόδοξη συνείδησή τους. Ἡ ἀνάγνωση τῆς μεταφράσεως ἔγινε ἀπό κάποιο βιβλίο, ἐπονομαζόμενο « Ἐκλογάδιον». Τό ξεφυλλίσαμε καί τό παρουσιάζουμε.
Τήν ἀποκλειστική διάθεση τοῦ « Ἐκλογαδίου» ἔχει ἡ Ἀποστολική Διακονία, ἀλλά τό Copyright τῆς ἐκδόσεως ἀνήκει στη Βιβλική Ἑταιρεία. Τό πρῶτο μας ἐρώτημα εἶναι: Γιατί ἐδῶ καί χρόνια ἡ Ἱερά Σύνοδος συνεργάζεται μέ μιά προτεσταντική Ἑταιρεία δέχεται νά προεδρεύει μέ Μητροπολίτη της καί τῆς ἀναθέτει τήν ἔκδοση τῆς Ἁγίας Γραφῆς ; Μήπως μᾶς λείπουν τά χρήματα καί τά θεολογικά ἐπιτελεῖα γιά νά ἐκδώσουμε κείμενο καί μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Ἡ πρώτη ἐμπειρία- ψυχρολουσία
Ἀλλά ἄς ἔλθουμε στήν πρώτη ἐμπειρία ἀκροάσεως τῆς σχετικῆς μεταφράσεως ἐκ μέρους τῶν Χριστιανῶν τήν Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου πού ἦταν ἡ Κυριακή μετά τήν Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τί λέγει, μεταξύ ἄλλων ὁ Ἀπόστολος; « Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός· » ( Γαλ. 2, 20). Ποιά εἶναι ἡ μετάφραση τοῦ « Ἐκλογαδίου», πού ἄκουσαν οἱ Χριστιανοί; « Ἔχω πεθάνει στό σταυρό μαζί μέ τό Χριστό. Τώρα πιά δέν ζῶ ἐγώ, ἀλλά ζεῖ στό πρόσωπό μου ὁ Χριστός». Στ’ ἀλήθεια αὐτό μᾶς λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος; Πρῶτον· τό ρῆμα «συνεσταύρωμαι» σημαίνει «εἶμαι σταυρωμένος μαζί» ἤ «ἔχω σταυρωθεῖ μαζί». Ἐννοεῖται ὅτι λόγῳ τῆς συσταυρώσεώς μου μέ τό Χριστό ἔχω πεθάνει μαζί Του. Ὅμως ἔχει ἰδιαίτερη σημασία ἡ συσταύρωση μέ τό Χριστό πού φανερώνει τό σταυρικό, ἀσκητικό φρόνημα τοῦ Ἀποστόλου, τό ὁποῖο κυριαρχοῦσε στή ζωή του καί τό ὁποῖο ἤθελε καί θέλει καί τώρα νά μεταδώσει στούς Χριστιανούς. Δεύτερον· Πρός Θεοῦ! Ἡ ἁγιογραφική φράση « ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» σημαίνει, ὅπως γράφουν οἱ μεταφραστές, « ζεῖ στό πρόσωπό μου ὁ Χριστός»; Δηλαδή ὁ Χριστός ἔχει πάρει τή θέση μου κι ἐγώ ὡς πρόσωπο ἔχω χαθεῖ;ἤ ἐγώ ἔχω πάρει τή θέση τοῦ Χριστοῦ; Ἐδῶ πρόκειται γιά μιά σφαλερή ἑρμηνεία. Ἡ φράση «ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» φανερώνει τήν κοινωνία τοῦ Ἀποστόλου μέ τόν Χριστό, δηλαδή τήν ἐνοικοῦσαν εἰς αὐτόν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διά τῆς ὁποίας βιοῦται ἡ εὐαγγελική ζωή. Γι’ αὐτό ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἐξηγεῖ ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ τούς λόγους του αὐτούς διδάσκει τούς Γαλάτες ὅτι τόσο οἱ λόγοι του ὅσο καί τά εὐαγγελικά του κατορθώματα δέν εἶναι δικά του « ἀλλά τ ῇ χ ά ρ ι τ ι τ ο ῦ Χ ρ ι σ τ ο ῦ τ ῇ ο ἰ κ ο ύ σ ῃ ἐ ν α ὐ τ ῷ ἀ ν α τ ί θ η σ ι ν».
Ἄς ἔλθουμε τώρα στό Εὐαγγέλιο. Πῶς καταλήγει ὁ Εὐαγγελιστής Μάρκος; «Καί ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἐστηκότων, οἵτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου ἕως ἄν ἴδωσι τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» ( Μαρκ. 9, 1). Ἰδού καί ἡ μετάφραση τοῦ « Ἐκλογαδίου» : «Τούς ἔλεγε ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς : Σᾶς βεβαιώνω πώς ὑπάρχουν μερικοί ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέν θά γευτοῦν τόν θάνατο, πρίν δοῦν νά ἔρχεται δυναμικά ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Αὐτό ἄραγε λέγει ὁ Κύριος; Ὅτι δηλαδή ἡ βασιλεία Του ἔρχεται δ υ ν α μ ι κ ά; Στήν περίπτωση αὐτή τό « δυναμικά» σημαίνει τόν ἐρχομό μιᾶς βασιλείας μέ ἐπίδειξη δυνάμεως, ἐν βίᾳ καί δυναστείᾳ. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες σχεδόν ὁμόφωνα λέγουν ὅτι ἡ βασιλεία γιά τήν ὁποία κάμει λόγο ἐδῶ ὁ Κύριος εἶναι ἡ Χάρις, τό ἄκτιστο φῶς τῆς Μεταμορφώσεώς Του, τοῦ ὁποίου μετέσχον οἱ τρεῖς μαθητές Του Πέτρος, Ἰάκωβος καί Ἰωάννης. Εἰδικώτερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γράφει στήν Α´ Ὁμιλία του «εἰς τήν σεπτήν Μεταμόρφωσιν» : « δόξαν τοῦ Πατρός καί βασιλείαν ἑαυτοῦ καλῶν τό φῶς τῆς οἰκείας Μεταμορφώσεως». Ὅσον ἀφορᾶ στή φράση « τήν βασιλείαν τοῦ θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» λέγει ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ φανερώνεται « τῇ δυνάμει τοῦ θείου Πνεύματος· ἥτις δύναμις οὐχ ἁπλῶς τοῖς τυχοῦσιν ἐγγίνεται ἀλλά τοῖς ἐστηκόσι μετά τοῦ Κυρίου, τουτέστι τοῖς ἐστηριγμένοις ἐν τῇ πίστει αὐτοῦ »κλπ. δηλαδή ὅτι μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος φανερώνεται ἡ ἄκτιστος Χάρις στούς πιστούς, ἀλλά ὄχι σέ ὅποιον νἆναι ἀλλά σέ ὅσους εἶναι μαζί μέ τό Χριστό, εἶναι στηριγμένοι στην πίστη πρός Αὐτόν...».
Καί ἄλλα ἀτοπήματα: Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ὁ Μεσσίας καί τό Εὐαγγέλιο.
Αὐτά τά ἀτοπήματα δίδαξε ἡ μετάφραση στούς Χριστιανούς τήν Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου. Ἀλλά τό Ἐκλογάδιο βρίθει καί πολλῶν ἄλλων ἀπαραδέκτων λαθῶν. Θά παρουσιάσουμε μερικά.
α) «Μετανοεῖτε · ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» Ματθ. δ´ 17
Mετάφραση : Μετανοεῖτε γιατί ἔφθασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ (σ. 265)
Τό ἴδιο ἀτόπημα ἐπαναλαμβάνεται καί στή μετάφραση τοῦ Ματθ. γ´ 3 καί στό Ματθ. ιθ´ 23 (σ.57) στό Ματθ. ε´19 (σ.268) κ.λ.π. ἐνῷ « τό ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ» μεταφράζεται « θά ἔχεις θησαυρό κοντά στό Θεό»!!
Ἀλήθεια, ποιός ἔδωσε τό δικαίωμα στούς μεταφραστές νά διορθώσουν τόν Κύριό μας; Σέ ἄλλα σημεῖα, ὅπως στό προηγούμενο χωρίο (« τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει»), ὁ Κύριος ὁμιλεῖ γιά «βασιλεία τοῦ Θεοῦ», ἐνῷ στά χωρία αὐτά γιά « βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Γιά τήν ἴδια βασιλεία πρόκειται, ἀλλά γιατί ἑρμηνεύουν οἱ μεταφραστές μονοσήμαντα ὅλα τά χωρία « βασιλεία τοῦ Θεοῦ»; Μήπως στη μετάφρασή τους κρύβεται μιά ἐγκοσμιοκρατική ἀντίληψη γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ὁ « οὐρανός» τούς φαίνεται κάτι τι μυθῶδες;
β) Ἐπανειλημμένα μεταφράζεται ἡ λέξη « Χριστός» τοῦ κειμένου σέ «Μεσσίας». Δεν καταλαβαίνουμε τόν λόγο. Ἔτσι : «οὕτως ἔδει παθεῖν τόν Χριστόν καί ἀναστῆναι τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ». Μετάφραση : « ἔτσι ἔπρεπε νά πάθει ὁ Μεσσίας» (σ. 29) Ἀκόμη καί οἱ ἀναφερόμενοι ἀπό τόν Κύριο «ψευδόχριστοι» μεταφράζονται « ψευδομεσσίες» !! Ὅποιος ἐνδιαφέρεται ἄς δεῖ καί τίς σελίδες τοῦ Ἐκλογαδίου 19, 22, 35, 62, 116, 117, 119, 128, 139, 140, 152( Τρίτο Εὐαγγέλιο Μ. Πέμπτης), 153, 156 ( Πέμπτο Εὐαγγέλιο ) κ.λ.π., κ.λ.π. Ἄραγε εἶναι πιό κατανοητή - γιατί ὁ λόγος εἶναι περί κατανοήσεως- ἡ Ἐβραϊκή λέξη «Μεσσίας» ( Μεσιάχ) ἀπό τήν ἑλληνική λέξη «Χριστός», πού εἶναι καί τό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας; Ἐξ ἄλλου στήν Καινή Διαθήκη μόνο δ ύ ο φορές ἀναφέρεται ὁ ὅρος Μεσσίας καί μάλιστα ἀμέσως μετά ἑρμηνεύεται ὡς Χριστός. Ἰδού τά χωρία : α) « Ἀνδρέας...εὑρίσκει οὖτος πρῶτος τόν ἀδελφόν τόν ἴδιον Σίμωνα καί λέγει αὐτῷ εὑρήκαμεν τόν Μεσσίαν· ὅ ἐστι μ ε θ ε ρ μ η ν ε υ ό μ ε ν ο ν Χριστός» (Ἰωαν. 1, 40- 41). β) Ἡ Σαμαρεῖτις : « Οἶδα, ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λ ε γ ό μ ε ν ο ς Χριστός·» ( Ἰωαν. 4,25 ). Παραδόξως, ἀκόμα καί μετά αὐτή τήν ἑρμηνεία τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, λίγους στίχους μετά ( στιχ. 30) τό ἐρώτημα τῆς Σαμαρείτιδος « μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός;» τό Ἐκλογάδιο τό μεταφράζει: «Μήπως αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας;» (σ. 22). Ἀφήνουμε ἀνοιχτή αὐτή τήν ἀπορία μας.
γ) Λέξεις πολύ γνωστές, στήν κυριολεξία μέσα στό πετσί τῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων, φορτισμένες μέ νόημα πνευματικό, αὐτονόητες, γλυκές γιά τήν ψυχή μας, μέ μεγάλη σημειολογική φόρτιση, μεταφράζονται, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποδιοργανώνουν, ἀποπροσανατολίζουν καί συγχύζουν τό νοῦ τῶν ἀκροατῶν. Μᾶς ...« ξενερώνουν»!
Ἔτσι : Ἡ λέξη «εὐαγγέλιο» σέ πολλά σημεῖα τῆς μεταφράσεως ἔχει ὑποστεῖ μεγάλη κακοποίηση. Ἡ φράση « Ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Μαρκ. α´1) μεταφράζεται « Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ χαρμόσυνου μηνύματος γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό»! (σ. 254) Κατ’ ἀρχάς τό Εὐαγγέλιο δέν εἶναι γ ι ά τόν Ἰησοῦ Χριστό ἀλλά εἶναι τ ο ῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κι ἔπειτα γιατί ὁ μεταφραστής θεωρεῖ... κρετίνους τούς Χριστιανούς καί μεταφράζει, κατά τά προτεσταντικά πρότυπα, τό γλυκύτατο « εὐαγγέλιο» πού ἔχει σχέση μ ό ν ο μέ τό Χριστό μας σέ « χαρμόσυνο μήνυμα» πού σάν ὅρος μπορεῖ νά ἀφορᾶ, τήν χαρμόσυνη ἀναγγελία γιά τήν κατάκτηση τῆς Κορυτσᾶς, γι’ ἄλλους τήν ἁναγγελία γιά κομματική νίκη καί γι’ ἄλλους ἀναγγελία γιά τή νίκη τῆς Ἐθνικῆς Ὁμάδος; Ὁ φιλοπερίεργος ἀναγνώστης ἄς δεῖ καί τίς σελίδες 40, 238, 247, 260 κ.λ.π.
Τό τραγικό ἐν προκειμένῳ εἶναι ὅτι τό Σλαβωνικό κείμενο, κατά τή μετάφραση τῶν κατά Ματθαῖον καί κατά Μάρκον Εὐαγγελίων, ὅπου συναντᾶ τή λέξη Εὐαγγέλιο τήν ἀφήνει ὡς ἔχει («Ἐβανγκέλιε»), ἐνῷ στήν Σλαβωνική γλῶσσα ὑπάρχει αντίστοιχη λέξη (« μπλαγκοβεστβοβάνιε» = Εὐαγγέλιο), ἡ ὁποία ὅμως χρησιμοποιεῖται στίς Πράξεις καί τίς Ἐπιστολές. Ἀκόμη καί οἱ μεταφραστές τοῦ σλαβωνικοῦ κειμένου στή σύγχρονη ρωσική γλῶσσα κράτησαν τή λέξη « Εὐαγγέλιο». Γιατί; Προφανῶς γιά νά κρατήσουν αὐτή τήν ὑπέροχη λέξη τοῦ πρωτοτύπου, ἡ ὁποία ἐκφράζει συμπυκνωμένα τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων σέ ὅλον τόν κόσμο, καθώς ἐπίσης καί τήν ἐπαφή τους μέ τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση.
«Χαρά στή μάννα πού σέ γέννησε» - Ἐξομολόγηση
Ἀκοῦστε τώρα κείμενο εὐαγγελικό καί θαυμάστε: « Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καί μαστοί οὕς ἐθήλασας. Αὐτός δέ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν». Ἀκοῦστε τώρα καί τήν ἀθλία μετάφρασή του καί φρίξτε: « Χαρά στή μάνα πού σέ γέννησε καί σέ θήλασε! Κι ἐκεῖνος εἶπε: « Πιό πολύ χαρά σ’ ἐκείνους πού ἀκοῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐφαρμόζουν!» ( Ἐκλογ. σ. 200).
α) Μεταφράζεται ἡ λέξη « μακάριος»; Λογοτεχνικῇ ἀδείᾳ ἴσως! Πάντως καμμιά ἀπό τίς παλαιότερες ἐγκεκριμένες μεταφράσεις δέν τήν ἔχει μεταφράσει. Μόνο ἡ χιλιαστική μετάφραση «τοῦ Νέου Κόσμου» τόν μεταφράζει «εὐτυχισμένος». Ὅλοι οἱ πιστοί (καί βέβαια στούς π ι σ τ ο ύ ς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος ἀναγινώσκεται τό εὐαγγέλιο μέσα στή θεία λατρεία) ἐννοοῦμε μέσα στήν καρδιά μας τή σημασία τοῦ ὅρου αὐτοῦ πού συνδέεται μέ τήν μακαρία ὁδό, μέ τήν αἰωνία μακαριότητα, ἐνῷ ἡ δυναμική τῆς λέξεως «μακάριος» ἔχει σφραγίσει τή καθημερινή γλῶσσα μας μέ τό ἐπιφώνημα «μακάρι». Ἡ φράση « χαρά σέ...» ἔχει πλέον καθαρά σχέση μέ τίς ἐγκόσμιες μικροχαρές, ὄχι πάντα ἁμαρτωλές, ἀλλά μακράν τοῦ νοήματος τῶν μακαρισμῶν τοῦ Κυρίου μας. Ἐξ ἄλλου ὅταν ὁ Κύριος ἤ οἱ Ἀπόστολοι θέλουν νά χρησιμοποιήσουν τόν ὅρο χαρά τόν χρησιμοποιοῦν μέ εἰδικό πνευματικό νόημα. Γιά νά θυμηθοῦμε κι ἐδῶ τούς Σλάβους κι αὐτοί χρησιμοποιοῦν τήν εἰδική λέξη «Μπλαζζένι»= Μακάριος, καί ὄχι τή λέξη «στσαστλίβιι»= εὐτυχισμένος ἤ «ράντοστνι»=χαρούμενος.
β) Γιατί ὁ μεταφραστής ἀποφεύγει νά μιλήσει γιά τήν «κοιλία» καί τούς «μαστούς»; Ἀσφαλῶς γιατί νοιώθει ὅτι μέ τή μετάφραση, ἀναγινωσκόμενη «ἐπ’ ἐκκλησίας» ἐκχυδαΐζει τήν ἱερότητα καί ὡραιότητα τοῦ κειμένου.
γ) Ὁ μεταφραστής ἀκολουθώντας τίς «ἐπιστημονικές» του, οὐσιαστικά προτεσταντικές προκαταλήψεις δέν ἑρμηνεύει - κι ἐδῶ εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἑρμηνεύσει - ὀρθόδοξα ἀλλά προτεσταντικά τούς λόγους τοῦ Κυρίου. Ἀντί νά μεταφράσει « βεβαίως, μακάριοι εἶναι αὐτοί πού ἀκούουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν φυλάσσουν» περιλαμβάνοντας στόν μακαρισμό αὐτόν καί τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, μεταφράζει « Πιό πολύ χαρά σ’ ἐκείνους πού ἀκοῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ» κλπ., ὑποτιμώντας, βάζοντας κάτω ἀπό ὅλους τήν Παναγία!
Καί ἄλλο σοβαρό λάθος: « Ἐβαπτίζοντο ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ὑπ’ αὐτοῦ (δηλαδή τοῦ Προδρόμου) ἐξομολογούμενοι τάς ἁμαρτίας αὐτῶν» ( Ματθ. γ´6). Ἐκλογάδιο : « Τούς βάφτιζε στόν Ἰορδάνη ποταμό, καθώς ὁμολογοῦσαν τίς ἁμαρτίες τους» (σ. 253). Γιατί ὁ μεταφραστής δέν ἀφήνει τό ρῆμα «ἐξομολογοῦμαι», ἐνῷ ὅλες οἱ μέχρι τώρα μεταφράσεις τό ἔκαμαν; Μήπως γιά νά μή γίνεται στό νοῦ τῶν ἀκροατῶν ὁ συνειρμός, ἡ σύνδεση μέ τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως;
Εἶναι ἀτέλειωτα τά ἄτυχα, ἄστοχα μεταφραστικά πειράματα τοῦ Ἐκλογαδίου. Ὑπάρχουν καί μερικά πού ἄν δέν προκαλοῦσαν τό θρῆνο γιά τήν κακομεταχείριση τοῦ Ἱεροῦ Κειμένου, θά μποροῦσαν νά κάνουν, κατά τήν παροιμία, « νά γελάσει κάθε πικραμένο χεῖλι».
Ἔτσι τό « Ἰησοῦ, ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς» μεταφράζεται : « Ἰησοῦ, ἀφέντη, ἐλέησέ μας! » (σ. 84), ἐνῷ τά πλοῖα τῶν μαθητῶν γίνονται «ψαροκάϊκα» (σ.66) καί τό «μέλι ἄγριο» γίνεται...λογοτεχνικώτατα «μέλι ἀπό ἀγριομέλισσες» ( σ. 253). Τέλος τῶν παραδειγμάτων.
Γιατί λέμε ΟΧΙ στίς μεταφράσεις
Ἴσως ἡ παραπάνω ἀνάλυση δημιούργησε τήν ἐντύπωση ὅτι διαφωνοῦμε ἁπλῶς μέ τή συγκεκριμένη μετάφραση πού περιλαμβάνει τό Ἐκλογάδιο καί ὅτι θά συμφωνούσαμε μέ τή χρήση στή Θεία Λατρεία μιᾶς ἄλλης μεταφράσεως. Ὅμως, ὄχι! Καμμιά μετάφραση δέν ἐπιτρέπεται ὄχι μόνο νά ὑποκαταστήσει τό πρωτότυπο, ἀλλά οὔτε καί νά παρεμβληθεῖ μέσα στή Θεία Λειτουργία.
1) Γιατί τό πρωτότυπο κείμενο, γραμμένο ἀπό τό χέρι τῶνἉγίων Ἀποστόλων διαθέτει μοναδική ἱερότητα. Δέν μᾶς πτοοῦν ὅσοι ταυτίζουν τούς ἀντιδρῶντες στίς μεταφράσεις μέ τούς παπικούς οἱ ὁποῖοι θεωροῦσαν ἱερές καί ἀμετάφραστες τίς τρεῖς γλῶσσες, ἑλληνικά, λατινικά καί ἑβραϊκά. Ἐμεῖς λέμε ὄχι ὅτι ἡ γλῶσσα εἶναι ἱερή, ἀλλά ὅτι τό πρωτότυπο κείμενο εἶναι ἱερό, καθώς οἱ χρησιμοποιούμενες λέξεις δέν εἶναι τυχαῖες, ἀλλά ἐπιλεγμένες ἀπό τούς Ἀποστόλους μέ τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μετάφραση πρέπει νά γίνεται μόνο στίς ξ έ ν ε ς γλῶσσες, πού κι αὐτές πρέπει μέ πολύ σεβασμό, ὅπως δείξαμε μέ τά παραδείγματα τῆς Σλαβωνικῆς μεταφράσεως, νά ἐπιλέγουν ὄχι λέξεις τῆς καθημερινότητος, ἀλλά λέξεις μέ εἰδική βαρύτητα καί χρήση γιά νά ἐκφράσουν τά θεῖα νοήματα.
2) Δέν ἐπιτρέπεται ἐμεῖς πού μέχρι τώρα διαθέτουμε τό θεῖο προνόμιο νά ἀκοῦμε στή λατρεία μας αὐτά τά ἴδια τά λόγια τῶν Ἀποστόλων, νά ἀπεμπολήσουμε αὐτό τό θεῖο δῶρο εἴτε « συμπληρώνοντας» τά λόγια αὐτά μέ σκουπιδομεταφράσεις εἴτε τό χειρότερο ὑποκαθιστώντας τόν Εὐαγγελικό λόγο μέ αὐτές.
3) Ἀπεδείχθη μέ τά ἀνωτέρω ὅτι κάθε μετάφραση στήν καλλίτερη περίπτωση εἶναι ἐλλιπής ἤ ἀνακριβής καί κλιμακωτά μπορεῖ νά εἶναι, ἀνόητη, ἐσφαλμένη ἤ βλάσφημη. Γιά νά ἀποφύγουμε λοιπόν ὅλες αὐτές τίς ἀστοχίες σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀναγινώσκουμε ἐμμελῶς τά ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα καί διά τοῦ κηρύγματος μέ βάση τήν πατερική διδασκαλία, καθώς ἐπιτάσσουν οἱ Ἱεροί Κανόνες (ΙΘ´ τῆς ΣΤ´) παρέχουμε στό λαό μας τήν ἑρμηνεία τῶν λόγων τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἀποστόλων.
4) Ἦταν ἐντυπωσιακή ἡ παρατήρηση, σέ μιά ἐκπομπή, τοῦ γνωστοῦ φιλολόγου καί ἱστορικοῦ καί παλαιοῦ μας καθηγητοῦ κ. Σαράντου Καργάκου ὅτι ἡ δυσκολία τοῦ κειμένου τῆς σχετικῆς μεταφράσεως « μαγνητίζει» τόν πιστό ἄνθρωπο, τόν προκαλεῖ νά ἐντρυφήσει στό θεῖο λόγο καί νά κατανοήσει τό βάθος τῶν δυσνοήτων ἱερῶν νοημάτων. Μήπως ὅμως τό ἴδιο δέν λέγει καί ὁ Μέγας Βασίλειος στην Περί Ἁγίου Πνεύματος πραγματεία του; « Σιωπῆς δέ εἶδος καί ἡ ἀσάφεια ᾗ κέχρῃται ἡ Γραφή, δυσθεώρητον κατασκευάζουσα τῶν δογμάτων τόν νοῦν, πρός τό τῶν ἐντυγχανόντων λυσιτελές». Μετάφραση: « Ἕνα εἶδος σιωπῆς εἶναι καί ἡ ἀσάφεια τῆς Γραφῆς, μέ τήν ὁποία αὐτή καθιστᾶ δυσχερῆ τήν κατανόηση τῶν δογμάτων ἐπ’ ὠφελείᾳ τῶν ἀναγνωστῶν». Ὥστε εἶναι σκόπιμη ἡ ἀσάφεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς γιά νά κοπιάζουν οἱ πιστοί καί νά στέκονται μέ θεῖο φόβο καί εὐλάβεια, λόγῳ τοῦ πνευματικοῦ βάθους τους, ἀπέναντι τά θεῖα νοήματα. Νά μή τά θεωροῦν εὔκολα στο νοῦ τους καί τά καταφρονοῦν. Ἔτσι χωρίς τήν ψευδώνυμη τήν ἐπηρμένη γνώση προσεγγίζουν ταπεινά, ἀποφατικά τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας καί τούς δωρίζεται μιά ἄλλη « καινή» γνώση, ἔστω κι ἄν εἶναι ἀμαθεῖς· μιά γνώση πού δέν μποροῦν οὔτε κἄν νά τήν ὑποψιαστοῦν οἱ σοφοί καθηγητάδες πού κατατρώγουν διψασμένοι μιά ἀτέλειωτη, ἀφάνταστη σέ παραδοξότητες φράγκικη βιβλιογραφία καί πελαγωμένοι καταλήγουν σέ ἀπίθανες φαιδρότητες σά κι αὐτές πού παρουσιάσαμε. Γι’ αὐτή τήν ἀποκεκαλυμμένη στούς ταπεινούς γνώση δοξολογεῖ ὁ Κύριος τόν ΠατέραΤου: « Ἐξομολογοῦμαι σοι, πάτερ, Κύριε τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπό σοφῶν καί συνετων καί ἀπεκάλυψας αὐτά νηπίοις» ( Ματθ. ια´ 25).
5) Ἔπειτα οἱ νέοι πού διψοῦν γιά τήν ἀλήθεια - κυρίως γι’ αὐτούς λέγεται ὅτι γίνεται ἡ ἐν λόγῳ καινοτομία- ἕλκονται ἀπό τά δύσκολα, ἀπό τά ἀσκητικά, ἀπό τά ἐπίπονα. Καί ἡ κλήση τοῦ Κυρίου πρός τόν νέο πού τόν πλησίασε καί τόν ὁποῖο ὁ Κύριος « ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησε αὐτόν» δέν ἦταν εὔκολη. Στήν ἀρχή τοῦ ζήτησε νά τηρήσει ὅλες τίς ἐντολές καί στή συνέχεια νά πουλήσει τά ὑπάρχοντά του, νά τόν ἀκολουθήσει καί νά σηκώσει τόν σταυρό του ( Μαρκ. ι´ 19-21). Ἐνῷ, ὡς Θεός, ἐγνώριζε ὅτι δέν θά Τόν ἀκολουθήσει δέν ἔκαμε καμμιά ἔκπτωση στήν Ἀλήθειά Του. Ἔτσι σέ εὐθεῖα ἀντίθεση μέ τήν παπική καί προτεσταντική τακτική πού μέ τίς καινοτομίες τους ἔκαμαν πλατεῖα καί εὐρύχωρο τή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τοῦ Κυρίου καί ἀπώλεσαν σχεδόν ὅλους τούς πιστούς τους - ἡ πλατεῖα ὁδός ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια- ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν κάμει καμμία ἔκπτωση. Οὔτε στή γλῶσσα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς Λατρείας, οὔτε στό μῆκος τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, οὔτε στό χρόνο ἐνάρξεως τους γιά νά προσελκύσει τούς νέους. Τούς καλεῖ νά μετάσχουν στή ζωή της, στίς ἱερές Ἀκολουθίες, στήν ἱερά Ἐξομολόγηση, στά Ἄχραντα Μυστήρια στη νηστεία, κατά τή δύναμή τους. Τούς δέχεται μέ ἀγάπη καί τούς οἰκονομεῖ, ἀλλά δέν κατεβάζει τήν Ἀλήθεια της στά μέτρα τοῦ κόσμου. Δέν ἐπιβραβεύει τή νωχέλεια, δέν εὐτελίζει τόν εὐαγγελικό λόγο. Κρατεῖ ψηλά τόν πήχυ καί τούς καλεῖ νά ἀθλήσουν «νομίμως» σύμφωνα δηλαδή μέ τό νόμο, τήν ἱερή τάξη τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά στεφανωθοῦν ( Β´ Τιμ. β´ 6).
Ἐξ αἰτίας ὅλων αὐτῶν πού προαναφέραμε φοβούμεθα ὅτι ἡ τυχόν ἐπιμονή στή χρήση τῶν μεταφράσεων ὄχι μόνον αὐτοῦ ἀλλά οἱουδήποτε «Ἐκλογαδίου» θά ἀποτελέσει ἀπαρχή μιᾶς πορείας ἐπικίνδυνης γιά τήν ἑνότητα τοῦ Κυριακοῦ Σώματος, ἐπικίνδυνης γιά τήν θεολογία καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί καταστροφικῆς γιά τήν ἤδη πολύπαθη Παιδεία τοῦ Γένους μας.