Ἐρώτηση: Κωλύματα γάμου, ἀπό στ΄ ἢ δ'βαθμό συγγενείας ἐξ αἵματος;
Ἐρώτηση:
Ἡ 2320/1982 συνοδική Ἐγκύκλιος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, περιορίζει ("νερό στό κρασί" μας;) στόν δ΄ βαθμό συγγενείας ἐξ αἵματος τά κωλύματα γάμου, ἀπό στ΄ βαθμό πού ὁρίζει τό πηδάλιο (σ. 741, ἐκδ. ΑΣΤΗΡ,1976).
Στίς περιοχές τῆς Ἑλλάδος πού ὑπάγονται στήν δικαιοδοσία τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου (ὄχι "Νέες Χῶρες") τί ἰσχύει, ἡ 2320/1982 ἤ τά ὑπό τοῦ Πηδαλίου ὁριζόμενα;
Ἀπάντηση
Ἡ ἑρμηνεία τῶν ἐγκυκλίων τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ἐφεξῆς = ΔΙΣ) δὲν ἀποτελεῖ ἐν πρώτοις καθηκόντως ἁρμοδιότητά μας, ἑπομένως θὰ ἦταν κανονικώτερο νὰ ἀπευθύνεται κανεὶς ἀπευθείας στὸ ἴδιο τὸ ὄργανο ποὺ ἐξαπολύει τὶς ἐγκυκλίους, δηλαδὴ στὴν ἴδια τὴν ΔΙΣ, ἡ ὁποία καὶ νομιμοποιεῖται νὰ τὶς ἑρμηνεύει. Ὡστόσο, δυνάμεθα νὰ καταθέσουμε μία ἁπλῆ ἄποψη, στὸ πλαίσιο τοῦ δημοκρατικοῦ καὶ κανονικοῦ μας δικαιώματος ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων καὶ κρίσεων καὶ ἐπὶ τῇ βάσει τῆς συλλογικῆς εὐθύνης τοῦ κάθε μέλους τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν τήρηση τῆς ἀκεραιότητας τῆς ὀρθῆς πίστεως, προβλεπομένης κανονικὰ καὶ συνταγματικά.
Ὁ ΣΤ΄ 54 ῥητὰ προβλέπει τὸ κώλυμα μέχρι τὸν ΤΕΤΑΡΤΟ βαθμό (πρῶτα ξαδέλφια). Μερικοὶ ἑρμηνευτὲς ἑρμηνεύουν τὸν κρίσιμο ὅρο "οἰκείᾳ ἐξαδέλφῃ" τοῦ ΣΤ΄54 διασταλτικὰ καὶ γιὰ δεύτερο ἐξάδελφο. Πρώτη ῥητὴ μαρτυρία γιὰ τὸν ἕκτο βαθμὸ ἀπαντᾶται στὴν Ἐκλογὴ τῶν Ἰσαύρων, ἕνα νομοθέτημα τῶν (εἰκονομάχων) αὐτοκρατόρων (741 μ. Χ.) Λέοντος Γ΄ (717 – 741) καὶ τοῦ γιοῦ του Κωνσταντίνου Ε (741 – 775). Ἔκτοτε (ὁ ἕκτος βαθμὸς) περνᾷ καὶ σὲ ἄλλα νομοθετικὰ ἔργα (Βασιλικά, 888 μ. Χ.), ποὺ προσλαμβάνουν τὶς προβλέψεις τῆς Ἐκλογῆς, ἐπίσης σὲ ἀποφάσεις συνόδων (ὄχι οἰκουμενικῶν, ἀλλὰ τῆς ἐνδημοῦσας ἤ τῆς πατριαρχικῆς), λ. χ. ἐπὶ Ἀλεξίου Στουδίτου τόν 11ο αἰ. φθάνοντας στὸν ἕβδομο βαθμό. Τὸ 1611 καταργήθηκε ὁ ἕβδομος βαθμός ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ ἐπανῆλθε, ὄχι μὲ νομοθετικὴ πράξη, ἀλλὰ θεωρητικά, μέσα ἀπὸ ἄλλες συλλογές, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τοῦ ΠΗΔΑΛΙΟΥ. Σχετικὰ ἔγραψε διδακτ. διατριβὴ ὁ (μακαρίτης πλέον) Κ. ΠΙΤΣΑΚΗΣ, δηλαδὴ γιὰ τὸ κώλυμα ἐξ αἵματος ἐκ πλαγίου στὸν ἕβδομο βαθμό, στὴν ὁποία ἐξετάζει δικαιοϊστορικὰ τὴν ἐξέλιξη τῆς διαμόρφωσεως τοῦ κωλύματος μέχρι τὸν ἕβδομο βαθμό (ὑπ' ὄψιν ὅτι ἡ διατριβὴ τοῦ Κ. ΠΙΤΣΑΚΗ δὲν εἶχε ἀκόμη δημοσιευθεῖ, παρ' ὅτι ὅπως γράφει ὁ συγγραφέας στὸν πρόλογό του, προσπαθεῖ μὲ τὴν ἐργασία του νὰ συμβάλει στὴν προβληματολογία τῶν κωλυμάτων ποὺ προέκυψε στὴν ἐποχὴ τῆς συγγραφῆς, μὲ τὴν μεταρρύθμιση τοῦ οἰκογενειακοῦ δικαίου τοῦ 1982/1983, ἑπομένως ἀξίζει νὰ τὴν μελετήσει κανείς).
Ἐδῶ τίθεται ἕνα ἑρμηνευτικὸ ζήτημα, διότι οἱ ἱεροὶ Κανόνες θέτουν τὸ κώλυμα στὸν τέταρτο, οὔτε κἂν στὸν ἕκτο βαθμό, ἐνῷ, ὅπως ἀναφέρθηκε, μὲ ἀποφάσεις μεταγενεστέρων συνόδων καὶ πατριαρχῶν, ἀλλὰ καὶ σὲ κανονικὲς πραγματεῖες (λ. χ. τοῦ ΒΑΛΣΑΜΩΝΑ, 12ος αἰ.), τίθεται ὁ ἕκτος καὶ ὁ ἕβδομος βαθμός.
Σχετικὰ μὲ τὴν ἀπόφαση τῆς ΔΙΣ καὶ τὸ ἐρώτημά σας θὰ μπορούσαμε νὰ τοποθετηθοῦμε ὡς ἑξῆς:
Δὲν θεωροῦμε ὅτι εἶναι σωστὴ ἡ ἔκφραση "νερὸ στὸ κρασί", γιὰ δύο λόγους: Πρῶτον, διότι, ὅπως ἀναφέρθηκε, οἱ αὐξημένης τυπικῆς ἰσχῦος ἱεροὶ Κανόνες (ἀλαθήτου κύρους) προβλέπουν μικρωτέρου βαθμοῦ κώλυμα γιὰ τὸ ἐν λόγῳ ζήτημα (συγγένεια ἐξ αἵματος ἐκ πλαγίου) καὶ εἶναι ἄλλο ὅτι μέσῳ μεταγενεστέρων διατάξεων φθάνουμε στὸν (ἐριζόμενο) ἕβδομο (ὄχι ἔκτο) βαθμό. Δεύτερον, διότι οὐσιαστικὰ ἡ Σύνοδος δὲν ἐλάττωσε τὸν βαθμὸ τοῦ κωλύματος, ἀλλὰ διατήρησε σὲ ἰσχὺ αὐτὸ ποὺ πρὶν τὴ μεταρρύθμιση ἴσχυε. Ἀλλὰ καὶ τὰ καινούργια ἄρθρα τῆς μεταρρύθμισης δὲν τροποποίησαν τὸ κρίσιμο ἄρθρο 1356, ποὺ καὶ στὸ παλαιὸ δίκαιο (πρὶν τὸ 1982/1983) προέβλεπε κώλυμα ἐκ πλαγίου ἐξ αἵματος μέχρι τὸν τέταρτο βαθμό. Οὐσιαστικὰ δηλαδὴ δὲν ἄλλαξε κάτι οὔτε καὶ στὸ πολιτικό, ἀλλὰ οὔτε καὶ στὸ ἐσωτερικὸ δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας (μὲ τὴν ἐν λόγῳ ἐγκύκλιο): τέταρτος βαθμὸς ἴσχυε πρὶν καὶ τέταρτος βαθμὸς ἰσχύει καὶ μετά. Ἡ ΔΙΣ τοποθετούμενη γιὰ ἄλλα ζητήματα ποὺ τροποποίησε ἡ μεταρρύθμιση, ἐπανεβεβαίωσε ἁπλῶς τὴν ἰσχὺ τοῦ προηγουμένου ἐσωτερικοῦ Της δικαίου γιὰ τὸ κώλυμα ἐκ πλαγίου ἐξ αἵματος.
Πρέπει νὰ προσεχθεῖ ὅτι στὴν ἐν λόγῳ ἀπόφαση τηροῦνται σὲ ἰσχὺ σημαντικὰ κωλύματα, ποὺ ἡ μεταρρύθμιση τοῦ οἰκογενειακοῦ δικαίου κατήργησε, ὅπως τὸ κώλυμα τῆς καταχρηστικῆς ἀγχιστείας μέχρι τὸ δεύτερο βαθμό, τὸ κώλυμα ἐκ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, τῆς ἑτεροθρησκείας.
Ἐπισημαίνουμε, βέβαια, ὅτι ἡ ΔΙΣ γιὰ τὰ κωλύματα δὲν ἐπικαλεῖται ῥητὰ ἱεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ ἀόριστα δέχεται τὴ συμφωνία τῶν Ἱερῶν Κανόνων μὲ τὰ ἄρθρα ποὺ ἀπαριθμεῖ. Αὐτὸ σημαίνει ταυτόχρονα βέβαια ὅτι δέχεται ὅτι οἱ ἱεροὶ Κανόνες δέχονται τὸν τέταρτο βαθμό, ὅπως καὶ τὸ σχετικὸ ἄρθρο τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα, στὸ ὁποῖο παραπέμπει ἡ Σύνοδος. Αὐτὸ θεωροῦμε ὅτι εἶναι πιὸ σημαντικὸ ζήτημα, καὶ ὄχι τόσο τὸ ἐὰν μειώνεται τὸ κώλυμα στὸν τέταρτο βαθμό. Σύμφωνα μὲ τὸν ὁμότιμο καθηγητὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου Σπ. Τρωιάνο ἡ ΔΙΣ ὁδηγήθηκε στὴν ἐν λόγῳ ἀπόφαση θεωρώντας ὅτι οἱ προβλέψεις τῶν ἄρθρων τοῦ ἀστικοῦ κώδικα, ποὺ τήρησε σὲ ἰσχὺ γιὰ τὸ δίκαιό Της «στηρίζονταν στὶς σχετικὲς μὲ τὶς προϋποθέσεις τοῦ γάμου ἐπιταγὲς τῶν ἱ. κανόνων καὶ στὶς ἄλλες συναφεῖς διατάξεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς νομοθεσίας» (Παραδόσεις ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου, ἐκδ. Ἀντ. Σάκκουλα, Ἀθήνα – Κομοτηνὴ 19842, σσ. 353 – 354).
Γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης δὲν ἐντοπίσαμε στοιχεῖο ποὺ νὰ συνιστᾷ διαφοροποίηση ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω (πρβλ. τὸ ἄρθρο 76 τοῦ Κ. Χ. τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης), παρόμοια καὶ γιὰ τὶς Μητροπόλεις τῶν Δωδεκανήσων (ν. 510/1947 καὶ ν. 671/1943 ἄρθρα 50-55).