Ἀπάντηση τῆς ΠΕΘ στίς καινοφανεῖς γιά Ὀρθόδοξο Ἱεράρχη θέσεις τοῦ Σέβ. Μητροπολίτη Νέας Ἰωνίας κ. Γαβριήλ, γιά τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν (Μέρος Α΄)

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΘ

Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) εκφράζει τη βαθιά της λύπη, για τις παράδοξες, για Ορθόδοξο Ιεράρχη θέσεις, που εξέφρασε, δημοσίως, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας κ. Γαβριήλ για τον χαρακτήρα και τη θέση του Μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ) στο ελληνικό σχολείο. Ακούσαμε να εκφράζει, σε διαδικτυακό διάλογο που είχε με μαθητές, τις απόψεις του για το ΜτΘ, οι οποίες μας ξενίζουν και μας απογοητεύουν ως Θεολόγους. Μεταξύ άλλων είπε: «Τα Θρησκευτικά δεν έχουν χαρακτήρα να σας μάθουν για Τον Χριστό. Έχουν χαρακτήρα και στόχο να μάθετε την έννοια των θρησκειών… Δεν είναι κατήχηση με την έννοια ότι μας μαθαίνει τι σημαίνει Ορθόδοξη Εκκλησία. Μας μαθαίνει και την Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά κυρίως απ’ όλα, πρέπει να μας μάθει πως οι θρησκείες στη ζωή μας είναι απαραίτητες, για να μπορέσουμε να συνυπάρχουμε με αυτά τα θρησκευτικά πράγματα στη ζωή μας. Είναι άλλο η Εκκλησία και είναι άλλο το μάθημα των Θρησκευτικών. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα».
(Βλ. μετά το 7ο λεπτό)

                        ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ                                            ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ ΤΟ "ΕΠΙΜΑΧΟ" 7ο ΛΕΠΤΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑ

Δεν γνωρίζει άραγε ο Σεβασμιώτατος ότι, αυτές ακριβώς οι θέσεις, που διαχωρίζουν και απομακρύνουν το ΜτΘ και τους μαθητές που το διδάσκονται από την Εκκλησία, αποτελούσαν τον βασικό άξονα των Πολυθρησκειακών Προγραμμάτων Σπουδών και των Βιβλίων του 2016 και 2017, που απορρίφθηκαν και ακυρώθηκαν τόσο από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) όσο και από την Ελληνική Κοινωνία και την Εκκλησία; (Βλ. τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Μάρτιο του 2016 και την Επιστολή του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου προς τον Πρωθυπουργό και τους πολιτικούς Αρχηγούς, τον Σεπτέμβριο του 2016).

Δεν γνωρίζει ο  Σεβασμιώτατος τις αποφάσεις του ΣτΕ ή τις γνωρίζει και δεν τις ασπάζεται;

Απαντώντας στον Σεβασμιώτατο, αναφέρουμε, δειγματικά, ελάχιστα μόνον σημεία από όσα περιλαμβάνουν οι αποφάσεις του ΣτΕ, που απορρίπτουν τις θέσεις των πολυθρησκειακών και ουδετερόθρησκων Θρησκευτικών, που εισήχθησαν στην Παιδεία, με Νόμο, από τους πρ. Υπουργούς Παιδείας κ. Φίλη και κ. Γαβρόγλου  το 2016 και 2017 και οι οποίες συμπλέουν με το πνεύμα και το γράμμα των θέσεων του Σεβασμιωτάτου:

«Με το πρόγραμμα σπουδών για τις τάξεις του Δημοτικού και για το Γυμνάσιο, φαλκιδεύεται ο επιβεβλημένος από τη συνταγματική  διάταξη σκοπός, η ανάπτυξη δηλαδή της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών, που ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού».

«Η συγκεκριμένη αλλοίωση της θρησκευτικής τους αγωγής «είναι ικανή… να τους εκτρέψει από την ορθόδοξη χριστιανική συνείδησή τους, διότι προσβάλλει το δικαίωμα των ανηκόντων στην επικρατούσα θρησκεία ορθόδοξων χριστιανών γονέων, να διασφαλίσουν τη μόρφωση και εκπαίδευση των παιδιών τους, σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις».

Είναι σαφές ότι ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας κ. Γαβριήλ, με τις προειρημένες απόψεις που διατύπωσε, σε διαδικτυακή του ομιλία προς μαθητές, δείχνει να αμφισβητεί:

1.Τη διαβεβαίωσηπου έδωσε, ως νεοεκλεγείς Μητροπολίτης, κατά την καθιερωμένη τελετή, ενώπιον του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, μακαριστού Κάρολου Παπούλια ότι θα εκπληροί τα Αρχιερατικά του καθήκοντα, ότι θα τηρεί τους Ιερούς Αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνες και τις Ιερές Παραδόσεις και ότι θα υπακούει στο Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους.

2.Την «συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητος», διότι, σύμφωνα με το ΣτΕ, τέτοιες απόψεις βρίσκονται στην ίδια κατεύθυνση με τις θέσεις των Προγραμμάτων που ακυρώθηκαν και οι οποίες στερούν «από τους μαθητές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται, αποκλειστικώς, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία προβλέπει, για μαθητές Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους, τη δυνατότητα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα της πίστεώς τους (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών), μάλιστα δε, από δασκάλους προτεινόμενους από την οικεία θρησκευτική κοινότητα».

3.Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ)και τις αποφάσεις που αυτό έχει εκδώσει για τη διδασκαλία του Μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ). Η κυρίαρχη απαίτηση των αποφάσεων του ΣτΕ είναι ότι το ΜτΘ θα πρέπει «να αναπτύσσει στους Ορθόδοξους μαθητές τη θρησκευτική τους συνείδηση, η οποία ταυτίζεται με την Ορθόδοξη χριστιανική» (Βλ. ΣτΕ 1749 / 2019, Ολομ). Το ΣτΕ, εξάλλου, απαιτεί το ΜτΘ «να μην υποβαθμίζεται, κατά την διδασκαλία και την εξέταση, σε σχέση με άλλα μαθήματα και να περιλαμβάνει οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χωρίς να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών» (βλ. ΣτΕ 660, 926 / 2018 Ολομ.).

4.Τον Εκπαιδευτικό Νόμογια τη δομή και τη λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (1 εδάφ. α΄, του νόμου 1566/1985), με τον οποίο ορίζεται ότι ο σκοπός της εκπαίδευσης είναι να υποβοηθεί τους μαθητές, όπως, εκτός των άλλων, να «διακατέχονται από πίστη στην πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της Ορθόδοξης Χριστιανικής παράδοσης».

Μεταξύ όλων όσων ανέφερε ο Σεβασμιώτατος, με ικανοποίηση τον ακούσαμε να αναφέρεται για το πολύτιμο διδακτικό έργο της Εκκλησίας προς τους νέους. Μας δημιουργεί όμως θλίψη το γεγονός ότι εκφράζει ατομικές και αντισυνταγματικές απόψεις -και μάλιστα σε μαθητές– για τον χαρακτήρα του ΜτΘ.

Εμείς, όμως, παρά το γεγονός ότι τέτοιες απόψεις, και μάλιστα, όταν βγαίνουν από το στόμα ορθόδοξου Ιεράρχη, είναι δυνατόν να επιδρούν αρνητικά στις ψυχές του μαθητικού πληθυσμού και να δυσκολεύουν το έργο μας, τηρούμε το Σύνταγμα και τις αποφάσεις του ΣτΕ και διαλεγόμαστε με τους νέους μας για τον Χριστό και την Εκκλησία και αγωνιζόμαστε και θα αγωνιζόμαστε, με τη βοήθεια του Τριαδικού Θεού, προκειμένου να προσφέρουμε, σε περισσότερους από 500.000 ορθόδοξους μαθητές των Γυμνασίων και Λυκείων της χώρας μας, με επιστημονικό, θεολογικό και παιδαγωγικό τρόπο, τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους ισχύοντες Νόμους.

Τον πληροφορούμε, μάλιστα, ότι, τόσο από τη δική μας εμπειρική έρευνα στις τάξεις όσο και μέσα από επιστημονικές και πανεπιστημιακού επιπέδου έρευνες και ερωτηματολόγια, που έχουν διεξαχθεί, τον τελευταίο καιρό, με «υποκείμενα έρευνας» γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς, έχουμε διαπιστώσει ότι η πλειοψηφία των μαθητών/τριών του ελληνικού σχολείου, των γονέων και των εκπαιδευτικών Θεολόγων και Δασκάλων, επιθυμούν ως Θρησκευτικά, τη διδασκαλία της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεως, που εκφράζει την αυθεντική και μοναδική διδασκαλία Του Σωτήρα Χριστού.

Συνδέουν, μάλιστα, τη χριστιανική διδασκαλία, αφενός, με την κάλυψη των κενών που χαρακτηρίζουν την εποχή μας, ως προς την πίστη και τη σχέση των ανθρώπων προς τον Θεό και, αφετέρου, με τη διατήρηση και καλλιέργεια των παραδοσιακών χριστιανικών ηθικοπνευματικών και κοινωνικών προτύπων και αρετών στις σχέσεις του ανθρώπου με τον συνάνθρωπο.

Σχετικά με την κατήχηση, που ανέφερε ο Σεβασμιώτατος, ελπίζουμε να μην αγνοεί ο Σεβασμιώτατος ότι οι πλείστοι εκ των μαθητών/τριών, για διάφορους λόγους, δεν φοιτούν στα κατηχητικά σχολεία της Εκκλησίας μας και, συνεπώς, αν ακολουθηθούν οι απόψεις του Σεβασμιωτάτου για τα Θρησκευτικά, οι μαθητές/τριες που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, δεν θα μαθαίνουν για τον Χριστό και την Εκκλησία αλλά «αλλά κυρίως απ’ όλα  για τις απαραίτητες στη ζωή μας», κατά τον Σεβασμιώτατο, «θρησκείες».

Αυτό σημαίνει, όμως, ότι, όπως λεπτομερώς έχει διασαφηνιστεί από τις ως άνω αναφερθείσες αποφάσεις του ΣτΕ, αν οι μαθητές/τριες δεν αναπτύξουν στο σχολείο τη γονεϊκή χριστιανική εκκλησιαστική τους συνείδηση, τότε δημιουργείται στην ελληνική παιδεία μια τεράστιας σημασίας συνταγματική εκτροπή, που, εκτός των άλλων, προσβάλλει και ακυρώνει τα κατοχυρωμένα δικαιώματα του ανθρώπου, για τα οποία έχει δεσμευτεί να μη παραβιάζει η πατρίδα μας, μέσω αποφάσεων διεθνών οργανισμών που έχει υπογράψει.

Ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι τέτοιου είδους θέσεις βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου καθώς σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, που ο πνευματικός αποπροσανατολισμός βρίσκεται στις δόξες του είναι παράδοξο για έναν Ιεράρχη να αρνείται στους ορθόδοξους Θεολόγους να διδάσκουν για τον Χριστό και την Εκκλησία, να μεταφέρουν, δηλαδή στους μαθητές/τριες, αυτά που διδάχτηκαν στις Ορθόδοξες Θεολογικές τους Σχολές, εκπληρώνοντας το σκοπό της παρουσίας τους, στα σχολεία, ως καθηγητών της Θεολογίας, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους Νόμους.

Με λύπη μας, τέλος, δηλώνουμε, ως μέλη της ΠΕΘ, ότι δεν αναμέναμε να ακούσουμε από ορθόδοξο Ιεράρχη της Εκκλησίας μας να εκφράζεται με τέτοια περιφρόνηση για το θεολογικό έργο και την εν Χριστώ σχολική διδασκαλία, που μέσα από δυσμενείς συνθήκες προσφέρουμε στα σχολεία μας.

Έτσι, με πόνο ψυχής, βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να ερχόμαστε σε αντίθεση με έναν Μητροπολίτη, τον οποίον μάλιστα είχαμε επισκεφθεί και είχαμε συζητήσει, γόνιμα, το θέμα αυτό. Είναι άγνωστος, επομένως, ο λόγος, που άλλαξε θέσεις, ως προς το συγκεκριμένο θέμα.

Ομολογουμένως μας προκαλεί απογοήτευση το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τα λεγόμενά του, φαίνεται ότι, γι’ αυτόν, στόχος του ΜτΘ στα σχολεία δεν είναι η σπορά και η βίωση των σωτήριων και φιλάνθρωπων αληθειών του Χριστού στις ψυχές των μαθητών και, μέσω αυτών, η βελτίωση των όρων συνύπαρξης και συμβίωσης των ανθρώπων και των λαών, αλλά η σπορά του λόγου των Θρησκειών, τις οποίες θεωρεί, όπως ο ίδιος λέει και εννοεί, κυρίως απ΄όλα απαραίτητες στη ζωή μας και στη δόμηση του τρόπου συνυπάρξεώς μας. 

Το ΔΣ της ΠΕΘ

[ΠΗΓΗ: ΕΡΩ]